Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 7 / 2002    (ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Δεδικασμένο.




Περίληψη:
Επί καταδικαστικής αλλοδαπής απόφασης για παράνομο εμπόριο ναρκωτικών φαρμάκων(ουσιών), δεν παράγεται δεδικασμένο. Επί καταδικαστικής αλλοδαπής απόφασης αν δεν έχει αποτιθεί ολόκληρη η ποινή, καθώς και για τα εγκλήματα που ορίζει το άρθρο 8 του Π Κ, στα οποία περιλαμβάνεται (υπό στοιχείο θ΄) και το παράνομο εμπόριο ναρκωτικών φαρμάκων(ουσιών), δεν παράγεται δεδικασμένο ή ανάλογη δέσμευση με βάση τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 4 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα που υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 16-12-1966 και κυρώθηκε από την Ελλάδα με τον ν. 2462/1997 και ισχύει από 5-8-1997, διότι αυτή αναφέρεται στην εσωτερική έννομη τάξη κάθε συμβαλλομένου Κράτους (Ολομ ΑΠ 7/2002 Ποιν.Χρον.ΝΒ. 704, ). (Επιμέλεια περίληψης: Ευριπίδης Αντωνίου, επίτιμος αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου)




Αριθμός 7/2002

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΕ ΤΑΚΤΙΚΗ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ- Β' ΣΥΝΘΕΣΗ(ΠΟΙΝΙΚΗ)
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές : Στέφανο Ματθία, Πρόεδρο, Μιχαήλ Καρατζά, Χαράλαμπο Γεωργακόπουλο, Πέτρο Κακκαλή, Γρηγόριο Φιλιππάτο, Παναγιώτη Φιλιππόπουλο, Δημήτριο Ζέρβα, Θεόδωρο Λαφαζάνο, Γεώργιο Χριστόφιλο, Νικόλαο Γεωργίλη, Κωνσταντίνο Βαρδαβάκη, Κωνσταντίνο Βαλμαντώνη, Δημήτριο Παπαμήτσο, Γεράσιμο Σιμόπουλο, Ρωμύλο Κεδίκογλου, Θεόδωρο Αποστολόπουλο, Χρήστο Μπαλντά, Γεώργιο Ναυπλιώτη, Ανάργυρο Πλατή – Εισηγητή, Ευριπίδη Αντωνίου και Δημήτριο Καπτανή, Αρεοπαγίτες (κωλυομένων των Αντιπροέδρων και λοιπών Αρεοπαγιτών).
Με την παρουσία του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Διονυσίου Κατσιρέα και της Γραμματέως Μηλιάς Αθανασοπούλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του Καταστήματός του, την 16η Μαϊου 2002, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέως Εφετών Αθηνών για αναίρεση της υπ' αριθμ. 1315/2001 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών (Κακουργημάτων), το οποίο διάταξε όσα αναφέρονται σ' αυτή. Με κατηγορούμενο τον ...., που παραστάθηκε στο ακροατήριο με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Μαυρομμάτη.
Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την υπ' αριθμ. 1315/2001 απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτήν.
Την ως άνω αναίρεση ζήτησε ο Εισαγγελέας Εφετών Αθηνών, με την από 20 Ιουνίου 2001 αίτηση αναιρέσεως που εγχειρίσθηκε ενώπιον του Γραμματέως του Εφετείου Αθηνών Αλέξανδρου Καλούδη και καταχωρήθηκε στο πινάκιο με τον αριθμό 1548/2001.
Επί της αιτήσεως αυτής εκδόθηκε η με αριθμό 559/2002 απόφαση του Ε' Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, που παρέπεμψε την υπόθεση στην Τακτική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.
Στη συνέχεια άκουσε τον Εισαγγελέα, που ζήτησε να γίνει δεκτή η ανωτέρω αίτηση αναιρέσεως.
Κατόπιν δόθηκε ο λόγος στο πληρεξούσιο του κατηγορουμένου, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους λόγους αναιρέσεως που περιλαμβάνονται στο σχετικό δικόγραφο και ζήτησε να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Νόμιμα φέρεται προς συζήτηση στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου ο μοναδικός λόγος της από 20.6.2001 αίτησης για αναίρεση, που άσκησε ο Εισαγγελέας Εφετών Αθηνών κατά της 1315/2001 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών. Ο αναιρετικός αυτός λόγος προβλέπεται από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. θ' ΚΠοινΔ, παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την 559/2002 απόφαση του Ε' Ποινικού τμήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 14 παρ. 7 εδαφ. β' και δ' του ν. 1758/1988 και 3 παρ. 2 του ν. 3810/1957 και αφορά το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα αν, ενόψει της διάταξης του άρθρου 14 παρ. 7 του Διεθνούς Συμφώνου (Δ.Σ.) για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα που υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση (Γ.Σ.) των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) στις 16.12.1966, κυρώθηκε από την Ελλάδα με το ν. 2462/1997 και ισχύει από 5.8.1997 (ΦΕΚ Α' 25 και 92), οι αλλοδαπές ποινικές αποφάσεις παράγουν δεδικασμένο στην Ελλάδα.

ΙΙ. Κατά το άρθρο 57 ΚΠοινΔ, αν κάποιος έχει καταδικαστεί αμετάκλητα ή αθωωθεί ή έχει πάψει ποινική δίωξη εναντίον του, δεν μπορεί να ασκηθεί και πάλι εις βάρος του δίωξη για την ίδια πράξη, ακόμη κι αν δοθεί σ' αυτή διαφορετικός χαρακτηρισμός, με εξαίρεση τις περιπτώσεις των άρθρων 58, 81 παρ. 2, 525 και 526 του ίδιου Κώδικα, αν δε παρά την πιο πάνω απαγόρευση, ασκηθεί ποινική δίωξη, αυτή κηρύσσεται απαράδεκτη λόγω δεδικασμένου. Οι διατάξεις αυτές ισχύουν αποκλειστικά στα πλαίσια του εσωτερικού δικαίου και αφορούν αποφάσεις ημεδαπών ποινικών δικαστηρίων. Δεν εμποδίζεται, αντίθετα, ποινική δίωξη στην ημεδαπή από απόφαση αλλοδαπού ποινικού δικαστηρίου. Εναπόκειται περαιτέρω στο νομοθέτη να θεσπίσει περισσότερο ή λιγότερο εκτεταμένη αναγνώριση των αλλοδαπών ποινικών αποφάσεων. 'Ετσι ορίζεται με το άρθρο 9 παρ. 1 του Π.Κ., ότι η ποινική δίωξη για πράξη που τελέστηκε στην αλλοδαπή αποκλείεται αν ο υπαίτιος δικάστηκε για την πράξη αυτή στην αλλοδαπή και αθωώθηκε ή αν, σε περίπτωση που καταδικάστηκε , έχει εκτίσει ολόκληρη την ποινή του. Κατά την παράγραφο όμως 2 του ίδιου άρθρου, η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στις πράξεις που ορίζει το άρθρο 8 Π.Κ. Από τις τελευταίες αυτές διατάξεις προκύπτει, ότι η απόφαση του αλλοδαπού δικαστηρίου με την οποία ο κατηγορούμενος αθωώθηκε αμετάκλητα ή καταδικάστηκε και εξέτισε την ποινή του εμποδίζει νέα δίωξη στην ημεδαπή. Εξαίρεση ισχύει επί καταδικαστικής αλλοδαπής απόφασης αν δεν έχει αποτιθεί ολόκληρη η ποινή, καθώς και για τα εγκλήματα που ορίζει το άρθρο 8 του Π.Κ., στα οποία περιλαμβάνεται (υπό στοιχείο θ') και το παράνομο εμπόριο ναρκωτικών φαρμάκων (ουσιών). Για τις περιπτώσεις αυτές δεν εμποδίζεται νέα δίωξη, πλην όμως προβλέπεται από το άρθρο 10 του ίδιου Κώδικα, η αφαίρεση της ποινής που έχει εκτιθεί στην αλλοδαπή από την ποινή που επιβλήθηκε τυχόν ακολούθως στην ημεδαπή. Αυτά ισχύουν , βεβαίως, εφόσον δεν υπάρχει αντίθετη ειδική με άλλα κράτη συμβατική ρύθμιση, η οποία είναι δεσμευτική για τα συμβληθέντα μέρη.

ΙΙΙ.Το Διεθνές Σύμφωνο του ΟΗΕ που προαναφέρθηκε επιβάλλει την υποχρέωση στα Συμβαλλόμενα Κράτη να δημιουργήσουν, σύμφωνα με τις συνταγματικές τους διαδικασίες και τις διατάξεις του Συμφώνου, τις απαραίτητες προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν τη λήψη μέτρων νομοθετικού ή άλλου χαρακτήρα, καταλλήλων για την προστασία των δικαιωμάτων, που αναγνωρίζονται στο Δ.Σ. στις περιπτώσεις όπου τέτοιες διατάξεις ή μέτρα δεν έχουν ήδη προβλεφθεί. Με την παράγραφο 7 του άρθρου 14 του Δ.Σ. καθιερώνεται η αρχή ότι «κανείς δεν δικάζεται ούτε τιμωρείται για ένα αδίκημα για το οποίο έχει ήδη απαλλαγεί ή καταδικαστεί με οριστική απόφαση, που εκδόθηκε σύμφωνα με το δίκαιο στην ποινική δικονομία κάθε χώρας». Η διατύπωση αυτή σημαίνει αλλά και η πρόδηλη έννοια της διάταξης αυτής δεν μπορεί να είναι παρά ότι κανένας δεν δικάζεται ούτε τιμωρείται και πάλι από τα δικαστήρια κάθε επιμέρους συμβαλλόμενης χώρας, ήτοι «του ίδιου Κράτους». Τούτο επιβεβαιώνεται από το γεγονός ότι η διάταξη αυτή περιλαμβάνεται στο Σύμφωνο που παρέχει οδηγίες προς τα συμβαλλόμενα Κράτη-Μέλη για την προσαρμογή της νομοθεσίας τους.
Συνεπώς οι αλλοδαπές ποινικές αποφάσεις δεν παράγουν δεδικασμένο ή ανάλογη δέσμευση με βάση τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 4 του Δ.Σ. διότι με αυτή αναφέρεται στην εσωτερική έννομη τάξη κάθε συμβαλλόμενου Κράτους. 'Όμως η αρχή αυτή (ne bis in idem) είχε προβλεφθεί ήδη από τον ημεδαπό νομοθέτη, με τη διάταξη του άρθρου 57 ΚΠοινΔ, που προαναφέρθηκε, επαναλήφθηκε δε και με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του 7ου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης για την προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ) το οποίο κυρώθηκε με το ν. 1705/1987, σύμφωνα με την οποία «κανένας δεν μπορεί να διωχθεί ή καταδικαστεί ποινικά από τα δικαστήρια του ίδιου Κράτους για μία παράβαση για την οποία ήδη αθωώθηκε ή καταδικάστηκε με αμετάκλητη απόφαση σύμφωνα με το νόμο και την ποινική δικονομία του Κράτους αυτού».
IV.Στην κρινόμενη υπόθεση το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών με την 1315/2001 αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του, κήρυξε απαράδεκτη, την, κατά του ..... ασκηθείσα ποινική δίωξη για το ότι στην Ταγγέρη του Μαρίκου, στις 24.3.1994 κατείχε με σκοπό την εμπορία και χωρίς να έχει την έξη της χρήσης ναρκωτικών ουσιών 56 χιλιόγραμμα ινδικής κάνναβης, μεταποιημένης σε πολτό CHIRA. Θεώρησε δε το Εφετείο την ποινική δίωξη απαράδεκτη, κατά το άρθρο 57 ΚΠοινΔ, λόγω δεδικασμένου, γιατί για την ίδια πράξη ο κατηγορούμενος είχε δικαστεί στην Ταγγέρη του Μαρόκου και είχε εκδοθεί για την υπόθεση αμετάκλητη απόφαση από το Ποινικό Εφετείο της Ταγγέρης, με την οποία ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε σε φυλάκιση τριών ετών και χρηματική ποινή 20.000 Ντιρχάμ και εξέτισε εξ ολοκλήρου την ποινή του αυτή. Με βάση όμως τις παραδοχές του αυτές, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, όφειλε, εφαρμόζοντας τις διατάξεις των άρθρων 8,9,10 του ΠΚ οι οποίες δεν επηρεάσθηκαν από την ως άνω διάταξη του Δ.Σ. να προχωρήσει στην κατ' ουσίαν εκδίκαση της υπόθεσης και να μη κηρύξει απαράδεκτη λόγω δεδικασμένου την ασκηθείσα ποινική δίωξη. 'Ετσι που έπραξε υπερέβη αρνητικώς την εξουσία του, κατά το βάσιμο, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. θ' του ΚΠοινΔ, απορρέοντα μοναδικό λόγο της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών.
V. Μετά από αυτά πρέπει να αναιρεθεί η αναιρεσιβληθείσα απόφαση και η υπόθεση να παραπεμφθεί για νέα εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως, πράγμα που είναι εφικτό (άρθρο 519 ΚΠοινΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 1315/2001 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών.

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 13 Ιουνίου 2002 και δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 26 Ιουνίου 2002.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή