Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Αποδεικτικά μέσα, Ανθρωποκτονία από αμέλεια, Πραγματογνωμοσύνη, Σωματική βλάβη από αμέλεια.
Περίληψη:
Ανθρωποκτονία από αμέλεια και σωματική βλάβη από αμέλεια (παράσυρση πεζών από ΙΧ αυτοκίνητο). Στοιχεία εγκλημάτων. Έννοια και διακρίσεις αμέλειας. Άνευ συνειδήσεως αμέλεια. Πραγματογνωμοσύνη. Δεν είναι απαραίτητη η ειδική μνεία της, μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, εφόσον προκύπτει ότι τα πορίσματα της λήφθηκαν υπόψη. Αναφορά, από παραδρομή μεταξύ των αποδείξεων και της απολογίας, ενώ ο κατηγορούμενος ήταν απών. Χειροτέρευση θέσεως του κατηγορουμένου με τον ισχυρισμό ότι το δευτεροβάθμιο δεν δέχθηκε την συνυπαιτιότητα, που δέχθηκε πρωτόδικο. Απορρίπτει αίτηση.
ΑΡΙΘΜΟΣ 793/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
E' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη - Εισηγητή, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 6 Φεβρουαρίου 2009, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευτέρπης Κουτζαμάνη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..., κατοίκου..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Δημήτραινα, περί αναιρέσεως της 3433/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Με πολιτικώς ενάγοντες τους: 1. .... και 2. ... κάτοικους ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Βασίλειο Θεοτοκάτο.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 5 Δεκεμβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 4/2009.
Αφού άκουσε
Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των ως άνω διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Κατά μεν το άρθρο 302 παρ.1 του ΠΚ, όποιος επιφέρει από αμέλεια τον θάνατο άλλου τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών, κατά δε το άρθρο 314 παρ. 1α ΠΚ, όποιος από αμέλεια προκαλεί σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας άλλου, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών Περαιτέρω κατά το άρθρο 28 του ιδίου Κώδικα, από αμέλεια πράττει όποιος από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει είτε δεν προέβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του, είτε το προέβλεψε, ως δυνατό, πίστεψε όμως ότι δεν θα επερχόταν. Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι, για τη θεμελίωση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, αφενός και της σωματικής βλάβης από αμέλεια, αφετέρου, απαιτείται να διαπιστωθεί ότι ο δράστης δεν κατέβαλε την απαιτούμενη, κατά αντικειμενική κρίση προσοχή, την οποία όφειλε να καταβάλει κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος που βρίσκεται υπό τις ίδιες πραγματικές καταστάσεις, με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές, την κοινή πείρα, τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και τη λογική και ότι είχε τη δυνατότητα, με τις προσωπικές του ιδιότητες, γνώσεις και ικανότητες να προβλέψει και να αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο πρέπει να τελεί σε αντικειμενικό αιτιώδη σύνδεσμο με τη πράξη ή παράλειψή του. Η αμέλεια, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 28 Π.Κ, διακρίνεται σε μη συνειδητή, κατά την οποία ο δράστης από έλλειψη της προσήκουσας προσοχής δεν προέβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του και σε ενσυνείδητη, κατά την οποίαν προέβλεψε μεν, ότι από τη συμπεριφορά του μπορεί να επέλθει το αποτέλεσμα αυτό, πίστευε όμως ότι θα το απέφευγε. Ενόψει της διάκρισης αυτής το δικαστήριο της ουσίας, όταν απαγγέλλει καταδίκη για έγκλημα από αμέλεια, πρέπει να εκθέτει στην απόφασή του με σαφήνεια ποιό από τα δύο είδη της αμέλειας αυτής συνέτρεξε στην συγκεκριμένη περίπτωση, διότι, αν δεν εκθέτει αυτό με σαφήνεια, ή δέχεται και τα δύο είδη, δημιουργείται ασάφεια και αντίφαση, η οποία καθιστά ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή της σχετικής ουσιαστικής ποινικής διάταξης και ιδρύεται εντεύθεν λόγος αναίρεσης για έλλειψη νόμιμης βάσης κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ. Εξ άλλου, η καταδικαστική απόφαση, έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 Δ ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, όταν σ' αυτήν περιέχονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την διαδικασία στο ακροατήριο, σχετικά με τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία του εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το δικαστήριο υπήγαγε τα αποδειχθέντα περιστατικά στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα, ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνον από αυτά. Η αιτιολογία, της αποφάσεως παραδεκτά συμπληρώνεται από το διατακτικό της, μαζί με το οποίο αποτελεί ενιαίο σύνολο, ενώ δεν αποτελεί λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση των εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχετίσεως μεταξύ των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Τα αποδεικτικά, όμως, μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω και κατά το είδος τους, χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε από το καθένα. Η κατά το άρθρο 178 ΚΠΔ απαρίθμηση των αποδεικτικών μέσων είναι ενδεικτική και αφορά τα κυριότερα από αυτά, χωρίς να αποκλείει άλλα, περιλαμβάνει δε, ως ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο, την πραγματογνωμοσύνη, η οποία διατάσσεται κατά το άρθρο 183 ΚΠΔ, υπό προϋποθέσεις, από τον ανακριτικό υπάλληλο ή από το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτηση των διαδίκων ή του εισαγγελέα. Ως ιδιαίτερο δε είδος αποδεικτικού μέσου η κατά το άρθρο 178 ΚΠΔ πραγματογνωμοσύνη πρέπει να μνημονεύεται ειδικώς στην αιτιολογία μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, προκειμένου να υπάρχει βεβαιότητα ότι λήφθηκε υπόψη. Για την πληρότητα, όμως, της αιτιολογίας, δεν είναι απαραίτητη ειδική μνεία και ιδιαίτερη αξιολόγηση της πραγματογνωμοσύνης, όταν το συμπέρασμά της δεν αντιτίθεται στο αποδεικτικό πόρισμα της προσβαλλόμενης απόφασης.
ΙΙ. Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 3433/2008 απόφασή του, με συνδυασμό σκεπτικού και διατακτικού, που παραδεκτώς συμπληρώνουν την αιτιολογία της, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του δέχθηκε ότι, από τα αποδεικτικά μέσα που λεπτομερώς κατ' είδος αναφέρει, αποδείχθηκε ότι "ο κατηγορούμενος τέλεσε τις πράξεις που του αποδίδονται με το κατηγορητήριο (ανθρωποκτονία και σωματική βλάβη από αμέλεια). Συγκεκριμένα αποδείχθηκαν τα εξής: Την ... και περί ώρα 01.20 ο Θ1, γιος των πολιτικώς εναγόντων και ο φίλος του Θ2, κινούνταν πεζοί στο 25ο χιλιόμετρο της επαρχιακής οδού ... με κατεύθυνση προς ... και συγκεκριμένα λίγο έξω από το χωριό ... όπου υπάρχουν αρκετά κέντρα αναψυχής και ψυχαγωγίας (κέντρα διασκεδάσεως κ.λ.π.), οι δύο νεαροί κινούνταν στο υπάρχον έρεισμα της οδού και με κατεύθυνση ομόρροπη με τα οχήματα που κινούνταν προς .... Την ίδια στιγμή ο κατηγορούμενος, οδηγώντας το υπ' αριθμ. κυκλοφορίας ... ΙΧΕ αυτοκίνητο εκινείτο προς την ίδια ως άνω κατεύθυνση (προς ...). Αυτός είχε προηγουμένως καταναλώσει ικανή ποσότητα αλκοόλ και για το λόγο αυτό δεν είχε ουσιαστικά τη δυνατότητα να αντιδράσει έγκαιρα και αποτελεσματικά προς αποφυγή οποιουδήποτε εμποδίου θα εμφανιζόταν στην πορεία του. Όταν πλησίασε αυτός τους ως άνω πεζούς και ευρισκόμενος στην προαναφερθείσα κατάσταση (υπό την επήρεια αλκοόλ) δεν τους αντελήφθη έγκαιρα με αποτέλεσμα να επιπέσει με σφοδρότητα επάνω τους. Από την πρόσκρουση αυτή, ο μεν Θ1 τραυματίσθηκε θανάσιμα, ο δε Θ2 υπέστη βλάβη δεξιού ώμου, ελαφρά εγκεφαλική διάσειση, θλάση αριστερού γόνατος και θλάση αριστερού άκρου ποδός. Με βάση τα προαναφερόμενα αποδειχθέντα περιστατικά την κύρια ευθύνη για την πρόκληση του επίμαχου ατυχήματος και των συνεπειών αυτού φέρει ο κατηγορούμενος, ο οποίος, τελώντας υπό την επήρεια οινοπνεύματος και έχοντας ως εκ τούτου μειωμένη δυνατότητα αντίδρασης, δεν αντελήφθη έγκαιρα τους δύο πεζούς που εκινούντο εκτός του οδοστρώματος και επί του χωμάτινου ερείσματος και επέπεσε επάνω τους χωρίς να ενεργήσει καμία απολύτως ενέργεια (αποφευκτικό ελιγμό, τροχοπέδηση κ.λ.π.). Ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου ότι οι πεζοί διέσχισαν κάθετα το οδόστρωμα από κανένα στοιχείο δεν αποδείχθηκε βάσιμος στην ουσία του. Άλλωστε οι πεζοί δεν είχαν κανένα λόγο να διασχίσουν κάθετα το οδόστρωμα αφού το περίπτερο στο οποίο πήγαιναν για να πάρουν τσιγάρα βρισκόταν στην πλευρά στην οποία βάδιζαν και κανείς λόγος δεν υπήρχε να περάσουν αυτοί απέναντι και να επιστρέψουν πάλι για να πάρουν τσιγάρα από το περίπτερο. Απόδειξη της ανικανότητας του κατηγορουμένου να οδηγήσει με ασφάλεια ήταν ότι σε λίγα μέτρα από την πρόσκρουσή του στους ανωτέρω πεζούς έγινε υπαίτιος και άλλου επεισοδίου εξαιτίας του οποίου και συνελήφθη. Εξάλλου ενόψει της ως άνω κατάστασης και οδηγικής συμπεριφοράς του κατηγορουμένου το δικαστήριο κρίνει ότι στην πρόκληση του ατυχήματος δεν συνετέλεσε το γεγονός ότι οι πεζοί εκινούνταν ομόρροπα με τα οχήματα που κατευθύνονταν στο ... όπως και το αυτοκίνητο του κατηγορουμένου. Τα παραπάνω περιστατικά, εκτός των άλλων, αποδεικνύονται και από τις σαφείς, τεκμηριωμένες και πειστικές καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας Θ2 και ..., που βρέθηκαν στον τόπο του ατυχήματος και βεβαιώνουν και την κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο κατηγορούμενος τη στιγμή του ατυχήματος...". Με βάση τις παραδοχές του αυτές το Δικαστήριο της ουσίας καταδίκασε, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, τον αναιρεσείοντα κατηγορούμενο για τις αξιόποινες πράξεις της ανθρωποκτονίας από αμέλεια και της σωματικής βλάβης από αμέλεια και ειδικότερα του ότι: "Στο 25ο χιλιόμετρο της επαρχιακής οδού ... στις ... και περί ώρα 01:20 1.- Από αμέλεια, δηλαδή από έλλειψη προσοχής την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει, προξένησε κατά την μη εξυπηρετούσα βιοποριστική μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων οδήγηση οχήματος, Α.- τον θάνατο του Θ1, γεννηθέντα το 1982 και Β.- την σωματική κάκωση του Θ2 γεννηθέντα το 1982, χωρίς να προβλέψει αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του αυτή συγκεκριμένα, ως οδηγός του με αριθμό κυκλοφορίας ...ΧΕ αυτοκινήτου, ιδιοκτησίας του πατέρα του, εργοστασίου κατασκευής ΡEUGEOT 106, χρώματος μπλε, κινούμενος στην ως άνω επαρχιακή οδό ... με κατεύθυνση από ... προς ..., σε οδόστρωμα ασφάλτου, ευθεία σε μήκος 150 μέτρων γραμμικών, διπλής κατεύθυνσης, με μία λωρίδα ανά κατεύθυνση, με οριζόντια διπλή συνεχή διαχωριστική γραμμή, συνολικού πλάτους 8,80 μ. γ., με χωμάτινο έρεισμα μεταβλητού πλάτους από 1 έως 2,10 μ.γ. από την πλευρά από ... προς ... χωρίς εγκατάσταση τεχνικού φωτισμού, δεν οδηγούσε με σύνεση και διαρκώς τεταμένη την προσοχή, ούτε ασκούσε τον απαιτούμενο έλεγχο και εποπτεία επί του οχήματος του ώστε να είναι σε θέση κάθε στιγμή να εκτελεί τους απαιτούμενους χειρισμούς, δεδομένου ότι είχε λάβει φαρμακευτική αγωγή και συγκεκριμένα δισκίο CENTRAL των 20 mg το οποίο περιέχει πραζεπάμη που ανήκει στην κατηγορία των βενζοδιαζεπινών και είχε καταναλώσει αλκοόλ αφού η περιεκτικότητα του αίματος του σε οινόπνευμα κατά λίτρο αίματος βρέθηκε ενενήντα τρία εκατοστά ή άλλως 0,93 ο/οο. Επιπλέον δε κινούνταν με υπερβολική ταχύτητα χωρίς να ρυθμίσει, μειώνοντας, την ταχύτητα του οχήματος του λαμβάνοντας υπόψη τις επικρατούσες συνθήκες και δη το ότι ήταν νυκτερινή ώρα - ξημερώματα ώρα 01:20 πρωινή-και δεν υπήρχε τεχνικός φωτισμός, υπήρχαν καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος και πεζοί που κινούνταν κατά μήκος της οδού. Αποτέλεσμα της ως άνω αμελούς συμπεριφοράς του κατηγορουμένου ήταν να μην αντιληφθεί την ύπαρξη των δύο ως άνω πεζών Θ1 και Θ2 οι οποίοι κινούνταν στην ίδια κατεύθυνση με το όχημα και εκτός οδοστρώματος, στο δεξί χωμάτινο έρεισμα σε σχέση με την πορεία του, να επιπέσει επάνω τους από πίσω και να τους παρασύρει ενώ αυτοί βρισκόταν ο ένας δίπλα στον άλλο με το εμπρός τμήμα και την δεξιά πλευρά του οχήματος του, δεδομένου ότι υφίστανται δύο συγκρουσθείσες επιφάνειες η μία πλησίον της άλλης. Η μία επιφάνεια σύγκρουσης εντοπίζεται αριστερά και επάνω από το εμπρός δεξί φανάρι κατά μήκος του αμαξώματος και η άλλη δεξιά του εμπρός δεξιού φαναριού κατά μήκος της αριστερής πλευράς του αμαξώματος και να πάθει ζημία το δεξί τμήμα του εμπρός καπό κατά μήκος, η εμπρός δεξιά κολώνα του ουρανού, έσπασε το δεξιό τμήμα του εμπρός παρμπρίζ, ενώ σε αυτό βρέθηκαν κηλίδες αίματος και τρίχες, το εμπρός δεξί φτερό, η πόρτα του συνοδηγού, ο εξωτερικός δεξιός καθρέπτης, ο οποίος αποκολλήθηκε από την θέση του χωρίς να υπάρχουν ίχνη τροχοπέδησης, δεδομένου ότι ο οδηγός πριν,κατά την διάρκεια της σύγκρουσης και μετά από αυτήν, δεν έκαμε καμία ενέργεια να σταματήσει το όχημα του, παρά μόνον σε απόσταση πάνω από πενήντα μέτρα τουλάχιστον και για άλλον λόγο. Αποτέλεσμα της αμελούς συμπεριφοράς του είναι: α: Να τραυματισθεί θανάσιμα ο Θ1 γεννηθείς το έτος 1982, οποίος υπέστη κακώσεις ήτοι ρήξεις πνευμόνων, σπληνός, κατάγματα οστών σώματος εκ των οποίων προήθλε και ο θάνατος του και β.- να υποστεί σωματικές βλάβες ο Θ2, γεν. το 1982 και συγκεκριμένα: θλάση δεξιού ώμου, ελαφρά εγκεφαλική διάσειση, θλάση αριστερού γόνατος, θλάση αριστερού άκρου ποδός". Για τις πράξεις του δε αυτές το Τριμελές Εφετείο επέβαλε στον ο κατηγορούμενο αναιρεσείοντα συνολική ποινή φυλάκισης 3 ετών και 4 μηνών, την οποία μετέτρεψε σε χρηματική προς 5 ευρώ ημερησίως.
ΙΙΙ. Με αυτά που δέχτηκε το Δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την, κατά τα ανωτέρω, απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ'αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχτηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των παραπάνω αξιοποίνων πράξεων της ανθρωποκτονίας από αμέλεια και της σωματικής βλάβης από αμέλεια για τις οποίες, κατά τα άνω, καταδικάστηκε ο αναιρεσείων κατηγορούμενος, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά, καθώς επίσης και τις σκέψεις και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 28, 94 παρ.1,2 302 παρ.1 και 314 παρ. και 315 παρ.1 του ΠΚ, τις οποίες ορθώς εφάρμοσε και ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου, με ασαφείς ή αντιφατικές παραδοχές, δεν τις παραβίασε. Ειδικότερα προσδιορίζονται με επάρκεια οι συνθήκες επέλευσης του ένδικου ατυχήματος, το είδος της αμέλειας του κατηγορουμένου (άνευ συνειδήσεως αμέλεια) και ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της αμελούς συμπεριφοράς του κατηγορουμένου και του επελθόντος αποτελέσματος του θανάτου του Θ1 και των σωματικών βλαβών του Θ2.
ΙV. Ο αναιρεσείων, με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, προβάλλει την αιτίαση ότι στα πρακτικά της δίκης επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση μνημονεύονται μεταξύ των αναγνωσθέντων εγγράφων "η από ... έκθεση πραγματογνωμοσύνης του πραγματογνώμονα της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης καθηγητή Κ1, που ορίστηκε με την 2514/9/1269ζ από 2.8.2002 παραγγελία του Τμήματος Τροχαίας ..., το οποίο διενήργησε προανάκριση" και ότι περί αυτής της εκθέσεως αυτής, δεν γίνεται καμία μνεία στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης, Από την επιτρεπτή επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας και των πρακτικών της δίκης, προκύπτει ότι, η αναγνωσθείσα από ... έκθεση πραγματογνωμοσύνης του πραγματογνώμονα καθηγητή Κ1, αφορά την εξέταση του ... ΙΧ ζημιογόνου αυτοκινήτου, στην οποία προσδιορίζονται τα σημεία πρόσκρουσης του αυτοκινήτου στο σώμα των πεζών παθόντων και περιγράφεται η εικόνα των βλαβέντων μερών του αυτοκινήτου, καθώς και οι διαπιστώσεις του εν λόγω πραγματογνώμονα ότι τα συστήματα πέδισης και φωτισμού, καθώς και τα ελαστικά του αυτοκινήτου ήταν σε καλή κατάσταση προ του ατυχήματος και ότι δεν διαπιστώθηκε μηχανική βλάβη στα συστήματα του εξετασθέντος αυτοκινήτου. Η έκθεση αυτή πράγματι δεν μνημονεύεται στην αρχή του σκεπτικού της προσβαλλόμενης απόφασης, ως ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο, όμως, το Δικαστήριο την έλαβε υπόψη, όπως σαφώς προκύπτει από το αλληλοσυμπληρούμενο σκεπτικό και διατακτικό, της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού όχι μόνο τα πορίσματα αυτής δεν είναι αντίθετα με τις παραδοχές της απόφασης, αλλά πολλά, από όσα βεβαιώνονται στην έκθεση, έγιναν αποδεκτά (και μάλιστα κατά λέξη) από το Δικαστήριο (κυρίως ως προς την περιγραφή των επιφανειών πρόσκρουσης του αυτοκινήτου). Επομένως, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί, ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ ΚΠΔ πρώτος(με στοιχείο 1.1) λόγος αναίρεσης, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, "ως προς την έκθεση αποδεικτικών μέσων από τα οποία το δικαστήριο της ουσίας κατέληξε στην ως άνω κρίση του" και ειδικότερα διότι δεν λήφθηκε υπόψη η πιο πάνω έκθεση. Εξάλλου η αναφορά στο σκεπτικό της απόφασης, κατά την οποία μεταξύ των αποδεικτικών μέσων που έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο, έλαβε υπόψη του και την "απολογία τον κατηγορουμένου στο ακροατήριο", οφείλεται σε πρόδηλη παραδρομή, η οποία δεν θεμελιώνει λόγο αναίρεσης για έλλειψη αιτιολογίας, αφού το Δικαστήριο προφανώς δεν έλαβε υπόψη μεταξύ των αποδεικτικών μέσων και την απολογία του κατηγορουμένου, αφού δεν υπήρχε τέτοια απολογία για να τη λάβει υπόψη του (ο αναιρεσείων δεν εμφανίστηκε, αλλά εκπροσωπήθηκε στη διαδικασία από τον συνήγορό του), και συνεπώς είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ο σχετικός με στοιχείο 1.2 λόγος αναιρέσεως. Περαιτέρω με την αναφορά στο διατακτικό της απόφασης, που συμπληρώνει επιτρεπτώς την αιτιολογία της, ότι ο κατηγορούμενος "από αμέλεια, δηλαδή από έλλειψη προσοχής την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει... χωρίς να προβλέψει αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του αυτή...", τέλεσε τις πράξεις για τις οποίες καταδικάστηκε, υπό τις λεπτομερώς περιγραφόμενες στην απόφαση συνθήκες, με σαφήνεια προσδιορίζεται το είδος της αμέλειας (μη συνειδητής) του κατηγορουμένου, κατά την τέλεση των πιο πάνω πράξεων. Επομένως είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν, οι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ και Ε του ΚΠΔ (με στοιχεία 1.3 και
ΙΙ) λόγοι αναίρεσης, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης και για εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικών ποινικών διατάξεων (λόγω έλλειψη νόμιμης βάσης), με την αιτίαση ότι στην αιτιολογία δεν εκτίθεται λόγω σαφώς ποιο είδος αμελείας δέχεται το Δικαστήριο. V. Kατά το άρθρο 470 ΚΠΔ "στην περίπτωση που ασκήθηκε ένδικο μέσο εναντίον καταδικαστικής απόφασης από εκείνον που καταδικάστηκε ή υπέρ αυτού, δεν μπορεί να γίνει χειρότερη η θέση του ούτε να ανακληθούν τα ευεργετήματα που δόθηκαν με την απόφαση που προσβάλλεται". Από την διάταξη αυτή προκύπτει ότι, επί ασκήσεως ενδίκου μέσου από τον καταδικασθέντα, το δικάζον εφετείο δεν έχει εξουσία να καταστήσει χειρότερη την θέση του κατηγορουμένου, υπό την έννοια ότι δεν παρέχεται η δυνατότητα να επαυξήσει την επιβληθείσα ποινή ή να ανακαλέσει ευεργετήματα αναγνωρισθέντα από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων με τον με τον με στοιχείο
ΙΙΙ λόγο αναίρεσης, προβάλλει ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε συνυπαιτιότητα των παθόντων στο επελθόν ζημιογόνο αποτέλεσμα συνισταμένη στο αυτοί "κινούνταν στο δεξί έρεισμα της οδού ανεπίτρεπτα ομόρροπα με τα οχήματα, χωρίς να έχουν ορατότητα αυτών", ενώ το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, αντιθέτως δέχθηκε ότι "... στην πρόκληση του ατυχήματος δεν συνετέλεσε το γεγονός ότι οι πεζοί εκινούντο ομόρροπα με τα οχήματα που κατευθύνονταν στο ..., όπως και το αυτοκίνητο του κατηγορουμένου" και ότι, κατ'αυτόν τον τρόπο χειροτέρευσε την θέση του, "διότι του καταλόγισε βαρύτερη ενοχή, δηλαδή ενοχή με αποκλειστική ευθύνη και χωρίς συνυπαιτιότητα των παθόντων, την οποία (συνυπαιτιότητα τους) είχε ήδη αναγνωρίσει το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (νομική χειροτέρευση)". Όμως, όπως προκύπτει από την αντιπαραβολή του σκεπτικού και του διατακτικού του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου με εκείνων του δευτεροβαθμίου ο κατηγορούμενος καταδικάστηκε ακριβώς για την ίδια πράξη, τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ' έφεση. Στο περί ενοχής δε σκεπτικό δεν καταλογίζεται συνυπαιτιότητα στους παθόντες, αφού, άλλωστε η τυχόν συνυπατιότητα αυτών είναι αδιάφορη για την περί ενοχής κρίση. Tόσο στο σκεπτικό του πρωτοβάθμιου Δικαστήριου, όσο και του δευτεροβάθμιου, γίνεται αναφορά του τρόπου που εκινούντο οι παθόντες πριν επιπέσει επ' αυτών το από τον αναιρεσείοντα οδηγούμενο όχημα, προκειμένου να αντικρουσθεί ισχυρισμός του τελευταίου ότι αποκλειστικά υπαίτιοι για το ατύχημα ήταν οι ίδιοι, διότι δήθεν επιχείρησαν να διασχίσουν κάθετα το δρόμο. Το γεγονός δε ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο χαρακτήρισε ως "ανεπίτρεπτη" την ομόρροπη με τα οχήματα κίνηση των παθόντων, ενώ το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι η κίνηση αυτή δεν συνετέλεσε στο επελθόν αποτέλεσμα, δεν καθιστά βαρύτερη την πράξη για την οποία αυτός καταδικάστηκε. Ούτε έκρινε το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, με τις πιο πάνω παραδοχές του, ότι αποκλειστικά υπαίτιος του ατυχήματος ήταν ο κατηγορούμενος, όπως αβασίμως υποστηρίζει ο αναιρεσείων, αφού τόσο το πρωτόδικο Δικαστήριο, όσο και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκριναν ότι με βάση τα περιστατικά που δέχθηκαν ως αποδειχθέντα " την κυρία ευθύνη για την πρόκληση του επίμαχου ατυχήματος", φέρει ο κατηγορούμενος αναιρεσείων, όπως κατά λέξη αναφέρεται στο σκεπτικό και των δύο αυτών αποφάσεων, και με βάση τα περιστατικά αυτά κρίθηκε ένοχος ο ήδη αναιρεσείων για την αυτή πράξη, που λεπτομερώς περιγράφεται, κατά τον αυτό τρόπο, στο διατακτικό τους. Κατά συνέπεια, ο από το άρθρο 510 παρ.1 περ. Η' του ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως, για υπέρβαση εξουσίας του Δικαστηρίου, με τις πιο πάνω αιτιάσεις, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.
VI. Μετά από αυτά και την απόρριψη όλων των λόγων αναίρεσης, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση και να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα και η δικαστική δαπάνη των παραστάντων πολιτικώς ενάγοντων στους αναιρεσείοντες (άρθρα 583 παρ.1 ΚΠΔ, 186, 176 ΚΠολΔ)
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την 71/5-12-2008 αίτηση (έκθεση) αναίρεσης του ... κατοίκου ... για αναίρεση της 3433/2008 καταδικαστικής αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται, σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ, καθώς και στην δικαστική δαπάνη των πολιτικώς εναγόντων, την οποία ορίζει στο ποσό των πεντακοσίων (500) ευρώ
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 26 Φεβρουαρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 20 Μαρτίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ