Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Βούλευμα παραπεμπτικό, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Εκκρεμοδικία, Ζωοκλοπή.
Περίληψη:
Ζωοκλοπή από κοινού. Απορρίπτει.
ΡΙΘΜΟΣ 1958/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ - ΣΕ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Μιχαήλ Δέτση), ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Θεοδώρα Γκοΐνη και Ελευθέριο Μάλλιο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 2 Απριλίου 2008, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, κατοίκου ..., περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 254/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πατρών. Με συγκατηγορούμενους τους: Χ2 και 2. Χ3, συζ. Χ2.
Το Συμβούλιο Εφετών Πατρών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 25 Οκτωβρίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1861/2007.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αθανάσιος Κονταξής εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Χρυσού με αριθμό 12/14-1-2008, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Εισάγω κατ'άρθρ 485 &1 ΚΠΔ την με αριθμ. 12/25-10-2007 αίτηση του Χ1, κατοίκου ..., για αναίρεση του με αριθμ.254/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πατρών, με το οποίο απορρίφθηκε στην ουσία της η με αριθμ. 3/2007 έφεση του κατά του με αριθμ. 37/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αγρινίου που τον παραπέμπει στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Πατρών για να δικαστεί μαζί με τους μη ασκήσαντες αναίρεση συγκατηγορουμένους του ζωοκλοπή από κοινού και εκθέτω τα ακόλουθα: Η υπό κρίση αίτηση έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα από κατηγορούμενο και στρέφεται κατά βουλεύματος που τον παραπέμπει στο ακροατήριο του αρμοδίου δικαστηρίου για κακουργηματική πράξη και περιέχει συγκεκριμένους λόγους της, έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης ( άρθρ. 484 & 1β και δ, ΚΠΔ), επομένως είναι παραδεκτή και εξεταστέα. Οι επικαλούμενοι λόγοι από τον αναιρεσείοντα συνίστανται στο ότι στο προασβαλλόμενο βούλευμα δεν εκτίθενται περιστατικά από τα οποία να στηρίζεται η κατά συναυτουργία τέλεση της πράξης για την οποία κατηγορείται, ότι το προσβαλλόμενο βούλευμα στερείται αιτιολογίας γιατί υιοθετεί και παραπέμπει στην πρόταση του Εισαγγελέα και ότι δεν εκτίθενται σ' αυτό με πληρότητα σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα αποδεικτικά στοιχεία με συνέπεια να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος του βουλεύματος
Κατά τις διατάξεις των άρθρων 1&1 και 2 α του Ν . 1300/1982 "περί μέτρων για την πρόληψη και την καταστολή της ζωοκλοπής και ζωοκτονίας κατά τις οποίες κατά μεν το πρώτο '' 1&1 Με φυλάκιση τουλάχιστον δυο ετών και χρηματική ποινή 20.000έως 1.000.000 δραχμ. τιμωρείται η κλοπή ίππων ,όνων , ημιόνων, βοοειδών, βουβαλοειδών, αιγοπροβάτων, χοίρων και κυψελών μελισσών ή του περιεχομένου τους'' κατά δε την δεύτερη '' 2α '' Αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα σύμφωνα με τον ποινικό κώδικα η ζωοκλοπή ή η ζωοκτονία τιμωρούνται με κάθειρξη 10 ετών και χρηματική ποινή 50.000 έως 1.000.000 δραχμών στις ακόλουθες περιπτώσεις α) αν έγινε από δύο ή περισσότερα άτομα από κοινού β)....". Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι αντικείμενα τη ζωοκλοπής είναι όσα ζώα περιοριστικά αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου αυτού και μεταξύ αυτών είναι και οι κυψέλες μελισσών ή το περιεχόμενο τους και ότι η ζωοκλοπή καθίσταται κακούργημα εάν τελέστηκε υπό τις προσδιοριζόμενες στο άρθρο 2 περιστάσεις και μεταξύ αυτών είναι και η από κοινού τέλεσης της από δύο ή περισσότερους δράστες. Σχετικά με την αφαίρεση κυψελών μελισσών ή του περιεχομένου τους πρέπει να τονιστεί ότι ο νομοθέτης όταν προσδιορίζει ως αντικείμενο ζωοκλοπής τις κυψέλες μελισσών ή το περιεχόμενο τους αναφέρεται πάντοτε στην αφαίρεση τόσο του σμήνους όσο του ξύλινου κιβωτίου στο όποιο έχει εγκατασταθεί το σμήνος σε οποιοδήποτε στάδιο και αν ευρίσκεται, όπως επίσης και την αφαίρεση πλαισίων κηρύθρας-μελιού μαζί με την βασίλισσα, τον γόνο τις προνύμφες και τις νύμφες έστω και αν δεν έχουν εξελιχθεί σε τέλεια έντομα ή την αφαίρεση ολόκληρου σμήνους .
Στην προκείμενη περίπτωση ο αναιρεσείων παραπέμπεται να δικαστεί στο ακροατήριο του αρμοδίου Τριμελούς Εφετείου Πατρών γιατί μαζί με τους μη ασκήσαντες αναίρεση συγκατηγορουμένους του αφαίρεσαν από κοινού από την κατοχή του μηνυτή Ψ 12 κυψέλες μελισσών και όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο βούλευμα, το Συμβούλιο Εφετών Πατρών δέχθηκε ανέλεγκτα ότι από τα αποδεικτικά στοιχεία, προέκυψαν τα εξής: Ο μηνυτής και ο αναιρεσείων είναι μελισσοτρόφοι καταγραμμένοι στα μητρώα των μελισσοτρόφων της περιοχής του Ν ... με αριθμό ΕL .../... ο Ψ και EL .../... ο αναιρεσείων και ο κάθε ένας από αυτούς διατηρεί αριθμό κυψελών μελισσών στην περιοχή ...επί των οποίων είχαν αναγράψει είτε με πυρογραφία είτε με χρώματα τον αριθμό. μητρώου τους ώστε να καθίσταται γνωστή η ταυτότητα του ιδιοκτήτη της κυψέλης. Ο παθών κατά το χρονικό διάστημα από 16 έως 20-7-2004 διαπίστωσε ότι άγνωστοι του είχαν αφαιρέσει 12 κυψέλες, μια τετραώροφη, πέντε τριώροφες, τέσσερις διώροφες και δύο μονώροφες με το περιεχόμενό τους από την αγροτική θέση ''...'' της περιοχής ... όπου τις είχε εγκαταστήσει. Στην μήνυση του ο παραπάνω παθών περιέγραψε τις κυψέλες το χρώμα τους και την σήμανση της κάθε μιας, και στην συνέχεια σε συμπληρωματική του κατάθεση προσδιόρισε και την αξία των κυψελών, των ξύλινων κιβωτίων, και του περιεχομένου τους, (σμηνών και μελιού).
Αρχικά ο δράστης ή οι δράστες ήταν άγνωστοι άλλα στην συνέχεια διαπιστώθηκε ότι μεταξύ των κυψελών του αναιρεσείοντα και των συγκατηγορουμένων του υπήρχαν κυψέλες ή τμήματα κυψελών οι οποίες ανήκαν στον παθόντα ο οποίος κλήθηκε και τις αναγνώρισε, όπως επίσης ανάμεσα στις κυψέλες των παραπάνω κατηγορουμένων διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν και κυψέλες άλλων μελισσοτρόφων από τους οποίους είχαν κλαπεί που και αυτοί τις αναγνώρισαν. Ειδικά για την εις βάρος του παθόντα γενόμενη κλοπή στο προσβαλλόμενο βούλευμα εκτίθεται αναλυτικά περί του ότι ο παθών αναγνώρισε τις δώδεκα κυψέλες ή τμήματα τους που του είχαν κλέψει, οι οποίες ήταν αναμεμειγμένες με τις κυψέλες του αναιρεσείοντα και των συγκατηγορουμένων Συγκεκριμένα εντόπισε κυψέλες ή τμήματα των κυψελών του ανάμεσα στις κυψέλες του αναιρεσείοντα και των συγκατηγορουμένων του οι οποίοι διατηρούν κυψέλες σε ίδιους χώρους με τα χαρακτηριστικά των κυψελών αλλοιωμένα ή με σβησμένες με απόξεση τις πυρογραφίες των κωδικών αριθμών ή με εμφανή σβησίματα των αναγραμμένων με χρώμα ή με μαρκαδόρο κωδικών αριθμών Ο αναιρεσείων και οι συγκατηγορούμενοι του πρόβαλλαν διάφορους ισχυρισμούς και αιτιολογίες οι οποίες κρίθηκαν αβάσιμοι και απορρίφθηκαν από το προσβαλλόμενο βούλευμα. Μεταξύ των ισχυρισμών που πρόβαλλαν τόσο ο αναιρεσείων όσο και οι συγκατηγορούμενοι του ήταν ότι είχαν αγοράσει κυψέλες από διάφορους ιδιοκτήτες. Για τις αγορές αυτές όμως δεν προσκόμισαν πιστοποιητικά ώστε να αποδεικνύεται η αγορά τους αλλά και για όσες προσκόμισαν πιστοποιητικά και τιμολόγια σε φωτοτυπία τα οποία κρίθηκαν ότι στερούνταν αποδεικτικής αξίας λόγου της εμφανούς αλλοίωσης τους, γεγονός το οποίο επισημαίνεται και σε σχετική πραγματογνωμοσύνη της γραφολόγου Α. Επίσης πρόβαλλαν και τον ισχυρισμό ότι μεταξύ τους γινόταν δανεισμός κυψελών, χωρίς όμως να τηρείται καμιά διαδικασία και χωρίς καμιά εγγραφή στα μελισσοκομικά βιβλιάρια τους ώστε να καθίσταται και να παραμένει αναπόδεικτος και ο ισχυρισμός αυτός πέρα του ότι με τον ισχυρισμό αυτό επιβεβαιώνεται ότι οι κατηγορούμενοι είχαν κοινή μελισσοτροφική δραστηριότητα όπως αναφέρει και το προσβαλλόμενο βούλευμα στηρίζοντας στην κοινή αυτή επαγγελματική δραστηριότητα σκέψεις περί του ότι από αυτό το στοιχείο προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την στήριξη της άποψης περί του ότι οι κατηγορούμενοι ενήργησαν από κοινού.
Με τις παραδοχές αυτές το προσβαλλόμενο βούλευμα έχει πλήρη σαφή και συγκεκριμένη αιτιολογία και ότι ορθά υπήγαγε τα πραγματικά περιστατικά στις διατάξεις με τις οποίες κατηγορήθηκε και ότι καμία αντίφαση δεν παρατηρείται στο σκεπτικό ούτε και υπάρχουν αντιφάσεις στην αιτιολογία του προσβαλλόμενου βουλεύματος και ότι δεν δημιουργείται καμιά ακυρότητα από την αναφορά στο προσβαλλόμενο βούλευμα στις σκέψεις του πρωτοδίκου βουλεύματος όπως και έλλειψη αιτιολογίας με την μη αναφορά του Συμβουλίου στην πρόταση του Εισαγγελέα γιατί η πρόταση του εισαγγελέα ενσωματώνεται στο βούλευμα και αποτελεί με αυτό ένα ενιαίο σύνολο, λαμβανομένου υπ' όψει του ότι στο παρόν στάδιο για την παραπομπήν του αναιρεσείοντα και των συγκατηγορουμένων το απαιτούμενο είναι η έκθεση στο προσβαλλόμενο βούλευμα επαρκών ενδείξεων ενοχής και όχι έκθεση πλήρων αποδείξεων όπως σε τυχόν καταδικαστική απόφαση.
Κατ' ακολουθία των παραπάνω η υπό κρίση αίτηση αναίρεσης του κατηγορουμένου πρέπει ν' απορριφθεί
Για τους λόγους αυτούς Προτείνω:
Α. Να απορριφθεί με αριθμ. 12/25-10-2007 αίτηση του Χ1, κατοίκου ..., για αναίρεση του με αριθμ. 254/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πατρών, με το οποίο απορρίφθηκε στην ουσία της η με αριθμ. 3/2007 έφεσή του κατά του με αριθμ. 37/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών
Β. Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα εις βάρος του αναιρεσείοντα.
Αθήνα την 21-12-2007
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ιωάννης Χρυσός
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με το άρθρ. 1 §1 ν. 1300/1982: "(Ζωοκλοπή). Με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή... τιμωρείται η κλοπή ίππων, όνων, ημιόνων, βοειδών, βουβαλοειδών, αιγοπροβάτων, χοίρων και κυψελών μελισσών ή του περιεχομένου τους...", ενώ σύμφωνα με το αρθρ. 2 του ίδιου νόμου? "Αν η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα σύμφωνα με τον Ποινικό Κώδικα, η ζωοκλοπή ή η ζωοκτονία τιμωρούνται με κάθειρξη μέχρι 10 ετών και χρηματική ποινή... α) Αν έγινε από δύο ή περισσότερα άτομα από κοινού...". Από τις διατάξεις αυτές συνδυαζόμενες με τη διάταξη του άρθρου 372 παρ. 1 του ΠΚ που ορίζει ότι ως ένοχος κλοπής τιμωρείται όποιος αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίησή του, συνάγεται ότι για τη στοιχειοθέτηση της αξιόποινης πράξης της ζωοκλοπής, που είναι ιδιώνυμο έγκλημα, το οποίο έχει νομική αυτοτέλεια σε σχέση με το έγκλημα της κλοπής, απαιτείται η αφαίρεση από τη φυσική κατοχή άλλου ζώου από τα αναφερόμενα παραπάνω, χωρίς τη συγκατάθεση εκείνου που έχει δικαίωμα κυριότητάς του, με σκοπό την παράνομη ιδιοποίησή του από το δράστη, ο οποίος γνωρίζει ότι ανήκει αυτό στην κυριότητα και κατοχή άλλου.
Κατά το άρθρο 45 ΠΚ "αν δύο ή περισσότεροι τέλεσαν από κοινού αξιόποινη πράξη, καθένας τους τιμωρείται ως αυτουργός". Με τον όρο "από κοινού" νοείται αντικειμενικά σύμπραξη στην εκτέλεση της κύριας πράξης και υποκειμενικά κοινός δόλος, δηλαδή ότι ο κάθε συμμέτοχος θέλει ή αποδέχεται την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης του διαπραττομένου εγκλήματος γνωρίζοντας ότι και οι λοιποί συμμέτοχοι πράττουν με δόλο τελέσεως του ίδιου εγκλήματος. Η σύμπραξη στην εκτέλεση της κύριας πράξης μπορεί να συνίσταται ή στο ότι καθένας πραγματώνει την όλη αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος ή ότι το έγκλημα πραγματώνεται με συγκλίνουσες επί μέρους πράξεις των συμμετόχων, ταυτόχρονες ή διαδοχικές. Για τον έλεγχο υπό του Αρείου Πάγου της ορθής ερμηνείας και εφαρμογής του άρθρου 45 ΠΚ πρέπει να αναφέρονται στην απόφαση τα πραγματικά περιστατικά βάσει των οποίων το δικαστήριο δέχθηκε ότι ο δράστης συμμετέσχε στην τέλεση του εγκλήματος ως συναυτουργός (Ολ. ΑΠ 50/1990). Εξάλλου η απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία του παραπεμπτικού βουλεύματος, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 484 παρ.1 στοιχ. δ' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, όταν στο πόρισμα αυτού, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό αιτιολογικού και διατακτικού, διαλαμβάνονται με σαφήνεια και πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την κυρία ανάκριση ή την προανάκριση σχετικά με τις αποδιδόμενες στον κατηγορούμενο αξιόποινες πράξεις, τα αποδεικτικά μέσα, (αρκούσης της κατ' είδος αναφοράς τους, χωρίς να απαιτείται αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προέκυψε από τον καθένα χωριστά), από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά εκείνα με βάση τα οποία πείστηκε το συμβούλιο για την ύπαρξη επαρκών ενδείξεων προς παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο και οι σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα δεκτά γενόμενα περιστατικά στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Ενώ εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, ιδρύουσα τον από το άρθρο 484 παρ.1 στοιχ. β' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως υπάρχει, όταν ο δικαστής αποδίδει σ' αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει ή όταν δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι προέκυψαν στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συντρέχει και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα το οποίο συμβαίνει, όταν στο πόρισμα του βουλεύματος που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να μην είναι εφικτός από τον 'Αρειο Πάγο ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής της εφαρμοσθείσας ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, οπότε το βούλευμα στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το προσβαλλόμενο βούλευμα, το Συμβούλιο Εφετών Πατρών, με επιτρεπτή αναφορά στην ενσωματωμένη σε αυτό εισαγγελική πρόταση, όπου υπάρχει κατ' είδος αναφορά των αποδεικτικών μέσων, προκειμένου να καταλήξει στην παραπεμπτική για τον κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα κρίση του, διέλαβε τα εξής πραγματικά περιστατικά: Ο εγκαλών Ψ, κάτοικος ..., ασχολείται συστηματικά με τη μελισσοκομία. Όπως προκύπτει από τις από 28.5.02, 24.5.04 και 7.11.06 βεβαιώσεις επιτόπιου ελέγχου γεωπόνων του εδρεύοντος στο Μεσολόγγι αρμοδίου Τμήματος Παραγωγής της Διευθύνσεως Αγροτικής Αναπτύξεως της Νομαρχ. Αυτοδιοίκησης Αιτωλοακαρνανίας, (τις οποίες προσεκόμισαν οι 1ος (αναιρεσείων) και 3ος κατηγορούμενοι, επισυνάπτοντας αυτές στο από 6.6.07 κοινό υπόμνημά τους), στην περιοχή ..., ο προαναφερθείς διατηρεί 250 κυψέλες, οι οποίες έφεραν και φέρουν τη νόμιμη σήμανση σύμφωνα με την υπ' αριθμ. 370910/14.5.01 (ΦΕΚ Β' 642/26.5.01) απόφαση του Υπουργού Γεωργίας, δηλ. ΕL .../..., όπου απεικονίζεται ο αριθμός καταχωρήσεως του μελισσοκόμου στο τηρούμενο από την ανωτέρω αρμόδια υπηρεσία Μητρώο Μελισσοκομικών Εκμεταλλεύσεων Ν. Αιτωλοακαρνανίας. Την 21.7.04 ο Ψ διαπίστωσε ότι κατά το χρονικό διάστημα 16-20.7.04, άγνωστοι δράστες του είχαν αφαιρέσει δώδεκα (12) κυψέλες με τα μελίσσια τους, που είχε εναποθέσει προς ελεύθερη εκτροφή στην ερημική αγροτική θέση "..." ... και συγκεκριμένα του αφαίρεσαν μια τετραώροφη κυψέλη, πέντε (5) τριώροφες, τέσσερις (4) διώροφες και δύο (2) μονώροφες, όλες κατασκευασμένες από ξύλο ελάτου με βάσεις από "κόντρα πλακέ θαλάσσης", εκ των οποίων μόνο τις δύο διώροφες, τις οποίες είχε κληρονομήσει από τον πατέρα του προ 15ετίας, είχε βάψει τότε με τη χρήση "μίνιο" - μπλε, ενώ τις υπόλοιπες δέκα, που ήταν άβαφες, εμποτισμένες με παραφίνη, είχε αγοράσει το 2001 από τη μελισσοκόμο κ. Β, κάτοικο ... . Στις δύο μπλε παλαιές κυψέλες ήταν γραμμένοι με μαρκαδόρο (και όχι με πυροσφράγιση, όπως υποχρεωτικά προβλέπει το άρθρ. 4 της ανωτέρω 370910/01 Υπ. Αποφάσεως) οι παλαιοί κωδικοί ΕL .../...και ΕL .../..., ενώ στις υπόλοιπες δέκα ήταν επίσης γραμμένος με μαρκαδόρο ή "σπρέυ" ο νέος του, κωδικός ΕL .../... . Προφανώς οι δράστες, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός της μη ανεξίτηλης πυροσφραγίσεως των κυψελών, τις αφαίρεσαν και τις ιδιοποιήθηκαν, εξαλείφοντας ευκόλως το γραμμένο με μαρκαδόρο ή σπρέυ κωδικό. Αμέσως, την επομένη (22.7.04), ο παθών κατήγγειλε την κλοπή στο Α.Τ. Θέρμου Τριχωνίδος, καθορίζοντας πρόχειρα τη θετική του ζημία στο ποσό των 5.000 ευρώ περίπου, την οποία εξειδίκευσε ενώπιον του Ανακριτή Αγρινίου στις 24.5.06 σε 720 ευρώ για τις ξύλινες κυψέλες, σε 3.770 ευρώ συνολικά για τις μέλισσες και σε 5.760 ευρώ για το μέλι (960 κιλά Χ6 ευρώ το κιλό), δηλ. της συνολικής θετικής του ζημίας ανερχόμενης στο ποσόν των 10.250 ευρώ. Πλην όμως η αστυνομική έρευνα για την ανακάλυψη των αγνώστων δραστών ουδέν απέδωσε, όπως προκύπτει από την από 18.4.05 κατάθεση του αστυνομικού Γ. Τον Ιούνιο του 2005 ο παθών εντόπισε τμήματα των κλαπεισών κυψελών του αναμεμειγμένα με άλλες κυψέλες σε χώρους εκτροφής μελισσών του Χ1 (1ου κατηγηγορουμένου) και της 2ης κατηγορουμένης Χ2. Συγκεκριμένα ο πρώτος είναι μελισσοκόμος από το 2002, εγγεγραμμένος στο Μητρώο Μελισσοκομικών Εκμεταλλεύσεων Ν. Αιτωλοακαρνανίας από 16.9.02, οπότε του χορηγήθηκε μελισσοκομικό βιβλιάριο με κωδικό ΕL .../..., διαθέτοντας τότε τριάντα (30) κυψέλες και στις 29.9.04 διακόσιες δέκα (210), ενώ η δεύτερη, η οποία κατέχει το υπ' αριθμ. .../16.8.04 διαβατήριο των Αλβανικών Αρχών και την υπ' αριθμ. .../24.6.05 ταυτότητα ομογενούς Βορειοηπειρώτη του Τμ. Ασφ. Αγρινίου, είναι μελισσοκόμος από το 2004, εγγεγραμμένη στο ανωτέρω Μητρώο από 8.10.04, οπότε της χορηγήθηκε μελισσοκομικό βιβλιάριο με κωδικό ΕL .../..., διαθέτοντας τότε τριάντα τρεις (33) κυψέλες. Η τελευταία λίγο ασχολείται με τη μελισσοκομία, με την οποία ουσιαστικά απασχολείται ο σύζυγός της, Χ3 . Ειδικότερα, στις 12.6.05 ο παθών εντόπισε στη θέση "..." ... τα εξής τμήματα των κλαπεισών κυψελών του: α) τη βάση τριώροφης πράσινης κυψέλης με αύξοντα αριθμό (σ.σ. εφεξής α. α.) 51, β) τον πρώτο όροφο διώροφης κυψέλης, χρώματος πορτοκαλί, με α/α 22, γ) τον πρώτο όροφο διώροφης πράσινης κυψέλης με α/α 51, δ) τη βάση διώροφης πράσινης κυψέλης με α/α 54 και ε) τον πρώτο όροφο διώροφης κυψέλης, χρώματος πορτοκαλί, με α/α 52. Και τα πέντε ανωτέρω αναγνωρισθέντα τμήματα των κλαπεισών κυψέλων, τα οποία πλέον έφεραν με πυροσφραγίδα τον κωδικό της 2ης κατηγορουμένης (ΕL .../...), κατασχέθηκαν την επομένη (13.6.05) από τον Ανθ/μο Δ και αποδόθηκαν στην ίδια υπό μεσεγγύηση. Επίσης στη θέση "..." ..., όπου οι δύο πρώτοι κατηγορούμενοι διατηρούσαν μελίσσια, ο παθών αναγνώρισε τρεις από τις κλαπείσες βάσεις των κυψελών του, στις οποίες εδράζονταν διώροφες μπλε κυψέλες, ο πρώτος όροφος των οποίων έφερε τον αριθμό ..., ενώ οι βάσεις τον αριθμό ... . Οι βάσεις αυτές όμως δεν κατέστη εφικτό να κατασχεθούν, διότι έλειπαν ύστερα από 2-3 ημέρες που επισκέφθηκαν το σημείο αστυνομικοί με τον παθόντα. Περαιτέρω, την 18.6.05, στη θέση ..., μεταξύ των κυψελών των δύο πρώτων κατηγορουμένων, ο παθών εντόπισε και αναγνώρισε τα εξής τμήματα των κλαπεισών κυψελών του: α) τον πρώτο όροφο με α/α 38 διώροφης πράσινης κυψέλης, β) τη βάση με α/α 53 διώροφης πράσινης κυψέλης, γ) το δεύτερο όροφο με α/α 54, πράσινης τριώροφης κυψέλης. Όλα τα ανωτέρω τμήματα, τα οποία πλέον έφεραν με πυροσφραγίδα τον κωδικό της 2ας κατηγηγορουμένης (ΕL .../...), κατασχέθηκαν την 27.6.05 από τον Αστυνόμο Ε και αποδόθηκαν στην ίδια υπό μεσεγγύηση. Επίσης ο παθών την ίδια ημέρα (18.6.05), στην ίδια τοποθεσία, εντόπισε και αναγνώρισε ως δικά του: α) πράσινη βάση με α/α 52 και κωδικό πυροσφραγίδας ΕL ../..., σε τριώροφη κυψέλη, β) βάση χρώματος ανοιχτού πράσινου με α/α 106 και κωδικό πυροσφραγίδας ΕL .../..., σε διώροφη κυψέλη, γ) τον πρώτο όροφο χρώματος ανοιχτού πράσινου, χωρίς κωδικό ή αύξοντα αριθμό, σε διώροφη κυψέλη, η βάση της οποίας έφερε τον κωδικό ΕL .../..., δ)τον πρώτο όροφο χρώματος ανοιχτού πρασίνου, χωρίς κωδικό ή αύξοντα αριθμό, σε διώροφη κυψέλη, η βάση της οποίας έφερε τον κωδικό ΕL .../..., ε) τον πρώτο όροφο χρώματος ανοιχτού πρασίνου, χωρίς κωδικό ή αύξοντα αριθμό, σε διώροφη κυψέλη, η βάση της οποίας έφερε τον κωδικό ΕL 01/165, στ) πράσινη βάση με α/α 104 και κωδικό ΕL .../... σε διώροφη κυψέλη και ζ) διώροφη κυψέλη χρώματος πρασίνου με κωδικό ΕL 01/165, η βάση της οποίας είχε α/α 165 και ο πρώτος όροφος α/α 107. Όλα τα ανωτέρω τμήματα, που έφεραν τον κωδικό του 1ου κατηγορούμενου Χ1, κατασχέθηκαν την 27/6/05 από τον αστυνόμο Ε και αποδόθηκαν υπό μεσεγγύηση στον προαναφερθέντα κατηγορούμενο. Σε όλες τις προαναφερθείσες περιπτώσεις είχε απαλειφθεί ο κωδικός του παθόντα, ο οποίος μάλιστα την 24/5/06 προσκόμισε στην κυρία ανάκριση δέκα (10) φωτογραφίες των επίδικων κυψελών, σε μία τουλάχιστον εκ των οποίων, αφορώσα τον πρώτο όροφο με α/α 32 διώροφης κυψέλης, διακρίνεται καθαρά απόξεση ("πελέκιση") του παλαιού κωδικού και πυροσφράγιση νέου με αριθμό ΕL .../..., χωρίς όμως να έχει κατασχεθεί αυτή η κυψέλη, σημειουμένου ότι σύμφωνα με το άρθρ. 4 της προαναφερθείσης υπ' αριθμ. 370910/2001 Υπ. Αποφάσεως " ...Σε περίπτωση αγοραπωλησίας μελισσοσμηνών με τις κυψέλες, η παλαιά πυροσφράγιση διατηρείται στην κυψέλη και επί πλέον αναγράφεται και ο κωδικός αριθμός του κατόχου". Αξίζει επίσης να τονισθεί ότι μεταξύ των κυψελών των κατηγορουμένων, οι μάρτυρες Ζ, Η και Θ, έχουν εντοπίσει και αναγνωρίσει επίσης δικές τους κυψέλες που τους εκλάπησαν στο παρελθόν, γεγονός που αποτελεί προφανώς αντικείμενο άλλης δικογραφίας. Οι κατηγορούμενοι ισχυρίζονται ότι οι κατασχεθείσες - επίδικες κυψέλες είναι δικές τους αρνούμενοι την κατηγορία, και υποστηρίζοντας ότι ο μηνυτής και οι προαναφερθέντες μάρτυρες εκτελούν "οργανωμένο σχέδιο προσπάθειας ιδιοποίησης της περιουσίας τους", πλην όμως κατά τη διάρκεια της κυρίας ανακρίσεως ουδέν αποδεικτικό της κυριότητάς τους στοιχείο προσκόμισαν. Για πρώτη φορά, ο μεν 3ος κατηγορούμενος επισύναψε στο εφετήριό του ακύρωτη φωτοτυπία του υπ' αριθμ. .../... δελτίου αποστολής - τιμολογίου της Βιοτεχνίας Μελισσοκομικών - Προϊόντων του Ι, δυνάμει οποίου φέρεται να πώλησε ο τελευταίος στον 3° κατηγορούμενο (μνημονευόμενο ως ...) 33 μελισσοκυψέλες, ενώ ο 1ος κατηγορούμενος επισύναψε στο δικό του εφετήριο ακύρωτες φωτοτυπίες των υπ' αριθμ. .../1-8-2002 ,.../8-5-2003 και .../15-5-2003 δελτίων αποστολής - τιμολογίων αγοράς (συνολικά 140 μελισσοκυψελών) από την εδρεύουσα στην Πάτρα εταιρεία "ΡRΙΜΕL" του Κ, καθώς επίσης και των υπ' αριθμ. .../20-1-04 και .../25-1-2004 δελτίων αποστολής-τιμολογίων αγοράς (συνολικά 160 μελισσοκυψελών) της εδρεύουσας στην Αταλάντη εταιρείας με την επωνυμία "ΕΡΓΟΝ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ Ε.Π.Ε." Οικοδομικά Υλικά. Πλην όμως, εκτός του ότι η αγορά κυψελών, δεν αποτελεί ασφαλές κριτήριο για παραδοχή μη κλοπής των επιδίκων, στις ανωτέρω φωτοτυπίες παρατηρούνται αδικαιολόγητες ουσιώδεις αλλοιώσεις (λ.χ. στο έτος εκδόσεως των .../04 (;) και .../02 (;) τιμολογίων καθώς και στον αριθμό του ...(;) /03 τιμολογίου, ενώ ο γραφικός χαρακτήρας των εκδοθέντων από την εταιρεία ΡRΙΜΕL τιμολογίων ταυτίζεται εξόφθαλμα με αυτόν των εκδοθέντων από την εταιρεία "ΕΡΓΟΝ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΠΕ". Το σύνολο των παραποιήσεων των άνω στοιχείων εντοπίζεται και καθορίζεται επακριβώς στην από 10/1/07 πολυσέλιδη έκθεση γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης της δικαστικής γραφολόγου Α, από το περιεχόμενο της οποίας προκύπτει ότι η τελευταία εξέτασε και τα πρωτότυπα των υπόψη στοιχείων, την δε έκθεση αυτή επισύναψε στο εφετήριό του και προσκόμισε το πρώτον ο 3ος κατηγορούμενος (Χ3, του οποίου ας σημειωθεί την ουσιαστική ενασχόληση με τα μελίσσια της συζύγου του καταδεικνύει και η επ' ονόματί του φερόμενη αγορά των 33 μελισσοκυψελών. Tο ζεύγος της 2ης και 3ου κατηγορουμένου ισχυρίζονται ότι ύστερα από την από 4/6/04 προαναφερθείσα αγορά των 33 μελισσοκυψελών "δανείσθηκαν" άλλες είκοσι (20) τον Αύγουστο του 2004 από τον 1o κατηγορούμενο, στις οποίες έθεσαν "νομίμως" την πυροσφραγίδα (ΕL .../...) της 2ης κατηγορουμένης, εκμεταλλευόμενη προφανώς και αυτές ως κάτοχος, πλην όμως στο μελισσοκομικό βιβλιάριο που της χορηγήθηκε την 8/10/04, ως "κατόχου" τουλάχιστον 10 μελισσοσμηνών, σύμφωνα με τη λεπτομερή διαδικασία των άρθρων 3, 4 και 5 της 370910/2001 αποφάσεως του Υπ. Γεωργίας, μνημονεύεται ότι τότε "διατηρούσε" μόνο 33 ευρωπαϊκές κυψέλες. Ενόψει του ισχυρισμού της ότι τον Οκτώβριο του 2004 απώλεσε ένδεκα κυψέλες και πάλι οι αριθμοί δεν συμφωνούν. Επίσης η 2η κατηγορουμένη ισχυρίζεται ότι το Μάρτιο του 2005 "δανείσθηκε" άλλες 19 κυψέλες από τον πρώτο κατηγορούμενο που έφεραν τον υπ' αριθμ. ΕΛ .../...κωδικό του με πυροσφραγiδα. Σε κάθε περίπτωση, ενόψει των κοινών τοποθεσιών εκτροφής των μελισσιών τους και των περί "δανείων" ισχυρισμών, καταδεικνύεται στενή επαγγελματική σχέση μεταξύ του Λ και του ζεύγους Χ2-Χ3. Οι κατηγορούμενοι, αλλά και ο παθών, ζήτησαν κατά την διάρκεια της κυρίας ανακρίσεως να διεξαχθεί πραγματογνωμοσύνη επί των κατασχεθεισών επιδίκων κυψελών, κάθε πλευρά υποστηρίζοντας ότι έτσι θα αποδειχθούν οι δικοί της ισχυρισμοί, πλην όμως ούτε ο Ανακριτής Αγρινίου, ούτε το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αγρινίου ενέδωσαν στα αιτήματα, θεωρώντας ότι τα υπάρχοντα στοιχεία και η προσεκτική αξιολόγησή τους είναι ικανά σε κάθε περίπτωση να θεμελιώσουν αποχρώσεις ενδείξεις για την παραπομπή των κατηγορουμένων στο ακροατήριο, συμπέρασμα με το οποίο συντάσσεται, τονίζοντας ότι η υπόθεση πρέπει ως εκ τούτου να αχθεί στην βάσανο της ακροαματικής διαδικασίας, κατά την οποία μπορεί και πρέπει να κληθούν ως μάρτυρες έχοντες ειδικές γνώσεις (άρθρο 203 ΚΠοινΔ) ο αρμόδιος υπάλληλος του εδρεύοντος στο Μεσολόγγι Τμήματος Παραγωγής της Διευθύνσεως Αγροτικής Αναπτύξεως Αιτωλοακαρνανίας Λ, τεχνολόγος δασοπονίας, που τηρεί το Μητρώο μελισσοκομικών εκμεταλλεύσεων του νομού και έχει επιληφθεί της υπόψη υποθέσεως, καθώς και οι υπάλληλοι- γεωπόνοι της ίδιας υπηρεσίας που ήλεγξαν επιτοπίως τις μελισσοκυψέλες του Ψ κατά την περίοδο 2002-2006 Ν και Ξ, όπως ζητούν οι 1ος και 3ος κατηγορούμενοι, με το από 6/6/07 κοινό υπόμνημα τους. Κατά τα λοιπά αναφέρεται στις νόμιμες και βάσιμες αιτιολογίες της πρωτόδικης εισαγγελικής προτάσεως και το 37/2007 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αγρινίου.
Με τις παραδοχές αυτές, το Συμβούλιο Εφετών διέλαβε στο προσβαλλόμενο βούλευμα την επιβαλλόμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτό με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αστυνομική προανάκριση και την κυρία ανάκριση και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο κρίθηκε παραπεμπτέος στο ακροατήριο ο αναιρεσείων, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους νομικούς συλλογισμούς με τους οποίους υπήγαγε αυτά στις εφαρμοσθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ. 1α, 27, 45, 372 παρ. 1α ΠΚ και 1, 2 εδ. α', 3 παρ. 3, 4 παρ. 1, 2, 3, 4, 5, και 6 παρ. 2, 4 ν. 1300/1982, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου, με ασαφείς, ελλιπείς ή αντιφατικές παραδοχές ή διατάξεις, ουδέ υπερέβη την εξουσία του. Ειδικότερα, όπως προκύπτει από τις προεκτεθείσες παραδοχές του προσβαλλομένου βουλεύματος, διαλαμβάνουν αυτές τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν το έγκλημα για το οποίο κρίθηκε παραπεμπτέος στο ακροατήριο ο αναιρεσείων, καθώς και τις ενέργειες αυτού και των συγκατηγορουμένων του που συνιστούν τη συμμετοχή τους υπό τη μορφή της συναυτουργίας, δηλαδή την με κοινό δόλο άμεση και αυτοπρόσωπη σύμπραξή τους στη διάπραξη του εγκλήματος της ζωοκλοπής από κοινού.
Συνεπώς, οι από το άρθρο 484 παρ. 1 στοιχ. β', δ', και ζ' του ΚΠοινΔ προβαλλόμενοι λόγοι αναιρέσεως, είναι αβάσιμοι, κατά το μέρος δε που με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας πλήττεται η περί την εκτίμηση των αποδείξεων και τα πράγματα αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Συμβουλίου, είναι απαράδεκτοι και, ως τέτοιοι, πρέπει να απορριφθούν.
Ακολούθως, αφού δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος προς εξέταση, πρέπει να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 του ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 25-10-2007 αίτηση του Χ1 για αναίρεση του υπ' αριθμ.254/2007 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Πατρών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα από διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα την 1η Αυγούστου 2008. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 5 Αυγούστου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ