Θέμα
Άσκηση πρόσθετων λόγων, Έλλειψη νόμιμης βάσης.
Περίληψη:
Απόφαση προσβλητή με αναίρεση. Όταν εκδόθηκε κατ΄ αντιμωλία η πρωτόδικη απόφαση και προσβλήθηκε με έφεση, η οποία έγινε τυπικά δεκτή, σε αναίρεση υπόκειται η απόφαση του Εφετείου. Απαράδεκτοι οι πρόσθετοι λόγοι αν δεν επιδοθούν τριάντα τουλάχιστον ημέρες πριν από την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο για τη συζήτηση της αναίρεσης στον αναιρεσίβλητο. Δεν ιδρύεται λόγος αναιρέσεως από τον αρ. 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. κατά αποφάσεων των Πρωτοδικείων που εκδόθηκαν σε εφέσεις κατά αποφάσεων των Ειρηνοδικείων.
Αριθμός 397/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 5 Δεκεμβρίου 2012, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Ν. Τ. του Γ., κατοίκου ..., και 2) Π. Τ. του Γ., κατοίκου ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Νέστωρα, χωρίς να καταθέσουν προτάσεις.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Μ. Κ. συζ. Γ., το γένος Ε. Χ., και 2) Γ. Κ. του Η., κατοίκων ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Βασίλειο Κυριακόπουλο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 21/11/2007 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Ναυπάκτου. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 18/2009 του ιδίου Δικαστηρίου και 47/2010 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Μεσολογγίου. Την αναίρεση των αποφάσεων αυτών ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 10/11/2010 αίτησή τους και τους από 9/8/2012 προσθέτους λόγους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Ελένη Διονυσοπούλου ανέγνωσε την από 3/9/2012 έκθεσή της, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή της ένδικης αίτησης αναίρεσης ως προς τον πρόσθετο λόγο.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και των προσθέτων λόγων, ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή τους, καθένας δε την καταδίκη των αντιδίκων του στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από το άρθρο 553 παρ.3 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι αν η έφεση γίνει τυπικά δεκτή και απορριφθεί κατ' ουσίαν ή αν γίνει δεκτή κατ' ουσίαν και εξαφανισθεί η πρωτόδικη απόφαση, σε αναίρεση υπόκειται μόνο η απόφαση του Εφετείου, αφού στην πρώτη περίπτωση η απόφαση του πρώτου βαθμού ενσωματώνεται στην απόφαση του Εφετείου, ενώ στη δεύτερη περίπτωση εξαφανίζεται η απόφαση του πρώτου βαθμού (Ολ.ΑΠ 40/1996, ΑΠ 94/2007, ΑΠ 1344/2010, ΑΠ 172/2012).
Στην προκειμένη περίπτωση με την 47/2010 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Μεσολογγίου, που δίκασε ως Εφετείο, έγινε τυπικά δεκτή και απορρίφθηκε κατ' ουσίαν η έφεση των αναιρεσειόντων κατά της 18/2009 οριστικής απόφασης του Ειρηνοδικείου Ναυπάκτου, η δε αίτηση αναίρεσης στρέφεται και κατά των δύο αυτών αποφάσεων. Επομένως η αίτηση αυτή κατά το μέρος που στρέφεται κατά της πρωτόδικης απόφασης η οποία θεωρείται ότι ενσωματώθηκε στην απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Μεσολογγίου πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, κατ' αυτεπάγγελτη έρευνα κατ' άρθρο 577 Κ.Πολ.Δ.
Από το άρθρο 569 παρ.2 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει ότι οι πρόσθετοι λόγοι αναιρέσεως ασκούνται μόνο με δικόγραφο, που κατατίθεται στη γραμματεία του Αρείου Πάγου και ότι για το παραδεκτό αυτών απαιτείται όχι μόνον η κατάθεση, αλλά και η επίδοση του σχετικού δικογράφου στον αναιρεσίβλητο, τριάντα ημέρες, πριν από τη συζήτηση, που είχε αρχικά ορισθεί στις οποίες δεν υπολογίζονται η ημέρα κατάθεσης και επίδοσης και η ημέρα της συζήτησης. Τυχόν μη επίδοση ή μη εμπρόθεσμη επίδοση του δικογράφου καθιστά απαράδεκτους τους πρόσθετους λόγους και το απαράδεκτο αυτό λαμβάνεται υπόψη και αυτεπαγγέλτως (Ολ.ΑΠ 143/1984, Ολ.ΑΠ 654/1984, ΑΠ 536/2009, ΑΠ 1191/2011).
Στην προκειμένη περίπτωση το από 9-8-2012 δικόγραφο των πρόσθετων λόγων αναιρέσεως κατατέθηκε μεν στη γραμματεία του Αρείου Πάγου την 10-8-2012, δηλαδή τριάντα ημέρες πριν από την αρχικώς ορισθείσα δικάσιμο της 19-9-2012 για τη συζήτηση της αναίρεσης, πλην όμως δεν προκύπτει επίδοση του δικογράφου αυτού στους αναιρεσίβλητους, αφού οι αναιρεσείοντες δεν επικαλούνται ούτε προσκομίζουν σχετική έκθεση επίδοσης.
Συνεπώς οι λόγοι αναιρέσεως του προσθέτου δικογράφου, πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι.
Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 560 ΚΠολΔ κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων, καθώς και κατά των αποφάσεων των Πολυμελών Πρωτοδικείων που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων επιτρέπεται αναίρεση μόνο: 1) αν παραβιάστηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου ..., 2) αν το δικαστήριο δε συγκροτήθηκε όπως ορίζει ο νόμος ..., 3) αν το δικαστήριο έχει υπερβεί τη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων, ή δεν έχει καθ' ύλην αρμοδιότητα και 4) αν παράνομα αποκλείστηκε η δημοσιότητα της διαδικασίας. Από τη διάταξη αυτή, προκύπτει ότι κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων και κατά των αποφάσεων των Πρωτοδικείων, οι οποίες εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων, επιτρέπεται αναίρεση για ορισμένους λόγους, που αναφέρονται περιοριστικώς στο νόμο. Η διάταξη αυτή είναι ειδική ως προς τους λόγους αναιρέσεως των αναφερόμενων στο άρθρο αυτό αποφάσεων και αποκλείουν την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 559 ΚΠολΔ, που αναφέρονται στους λόγους αναιρέσεων των αποφάσεων των λοιπών δικαστηρίων.
Στην προκειμένη περίπτωση με τον πρώτο λόγο της αίτησης αναίρεσης, οι αναιρεσείοντες προβάλλουν αιτιάσεις από το άρθρο 560 αρ.1 Κ.Πολ.Δ. ισχυριζόμενοι ότι το Πολυμελές Πρωτοδικείο, που δίκασε ως Εφετείο και με την προσβαλλομένη απόφαση απέρριψε κατ' ουσίαν έφεσή τους κατά της απόφασης του Ειρηνοδικείου Ναυπάκτου, που είχε απορρίψει ως ουσιαστικά αβάσιμη την αγωγή τους, διεκδικητική κυριότητας ακινήτου, παραβίασε την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 1045 ΑΚ διαλαμβάνοντας στην προσβαλλόμενη απόφασή του αντιφατικές κρίσεις και αναπόδεικτες και αβάσιμες αιτιολογίες, επειδή δέχθηκε : α) ότι "από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά μέσα προκύπτει ότι το επίδικο τμήμα περιλαμβανόταν στον τίτλο κτήσης του δικαιοπαρόχου των εναγόντων και κατά συνέπεια και στους δικούς τους ως άνω τίτλους όπως και οι ίδιοι ισχυρίζονται", β) ότι ο μάρτυρας αποδείξεως της αγωγής μας "το μόνο ουσιώδες που κατέθεσε είναι ότι ο πατέρας των εναγόντων όταν ξεκίνησε την ανέγερση της ως άνω διώροφης οικίας κατά τα έτη 1980 έως 1983 τοποθετούσε στο επίδικο οικοδομικά υλικά", γ) ότι "έκτοτε δεν αποδεικνύονται πράξεις νομής στο επίδικο τμήμα και συνεπώς υπήρξε διακοπή στην άσκησή της, η οποία (άσκηση της νομής) δεν συνεχίστηκε ούτε από τους ενάγοντες από το έτος 1998 που περιήλθε στην κυριότητά τους το όλο ακίνητο", δ) ότι "ενώ το έτος 2004 εξεδήλωσαν την πρόθεσή τους να το μεταβιβάσουν τοποθετώντας πινακίδα με την ένδειξη "πωλείται"", ε) ότι "από τα ανωτέρω, συνεπώς, αποδεικνύεται ότι ο δικαιοπάροχος των εναγόντων, κατά τον χρόνο της μεταβίβασης της κυριότητας του επίδικου τμήματος στους ενάγοντες υιούς του, δεν ήταν κύριος αυτού, που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση στην παράγωγη κτήση" και στ) ότι "περαιτέρω, όμως, αποδεικνύεται ότι το επίδικο τμήμα ... το νέμονται οι εναγόμενοι για χρονικό διάστημα πλέον της εικοσαετίας, ήτοι από τότε που έχτισαν το σπίτι τους (περί το έτος 1988)", ενώ "ουδόλως αποδείχθηκε κατά τρόπο ανεπίδεκτο αμφισβήτησης η συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 1045 ΑΚ". Ο λόγος αυτός κατά το μέρος που αποδίδεται στο Πολυμελές Πρωτοδικείο η αιτίαση ότι στέρησε την απόφασή του από τη νόμιμη βάση της, λόγω αντιφατικών αιτιολογιών ως προς την έκτακτη χρησικτησία, κατ' ορθή υπαγωγή του από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. (και όχι από το άρθρο 560 αρ.1 του ίδιου κώδικα, που οι αναιρεσείοντες επικαλούνται) είναι απαράδεκτος, αφού σύμφωνα με τα προεκτεθέντα δεν ιδρύεται η σχετική αναιρετική πλημμέλεια κατά των αποφάσεων των Πρωτοδικείων, που εκδίδονται σε εφέσεις κατά των αποφάσεων των Ειρηνοδικείων, κατά δε το υπόλοιπο μέρος είναι επίσης απαράδεκτος διότι υπό την επίφαση της παραβίασης της παραπάνω ουσιαστικού δικαίου διάταξης πλήττεται η εκτίμηση από το Πολυμελές Πρωτοδικείο πραγματικών γεγονότων και αποδείξεων, η οποία κατ' άρθρο 561 παρ.1 Κ.Πολ.Δ. δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου. Με τον δεύτερο λόγο της αίτησης αναίρεσης αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η πλημμέλεια από τον αριθμό 1 του άρθρου 560 Κ.Πολ.Δ., που συνίσταται στην παραβίαση των διατάξεων του Π.Δ/τος 24/4-3-1985, που απαγορεύουν τη κατάτμηση του επιδίκου ακινήτου των αναιρεσειόντων ως οικοπέδου, εντός των ορίων οικισμού με λιγότερους των 2.000 κατοίκων, στερούμενου σχεδίου πόλης, η οποία (κατάτμηση) το Πολυμελές Πρωτοδικείο με την προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε ότι νομίμως έγινε. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως είναι απαράδεκτος, καθ' όσον στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού, όπως προκύπτει από τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης το Πολυμελές Πρωτοδικείο δεν ασχολήθηκε με την εφαρμογή των διατάξεων της Πολεοδομικής Νομοθεσίας, ελλείψει άλλωστε και σχετικού αγωγικού ισχυρισμού. Κατ' ακολουθίαν τούτων πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης. Οι αναιρεσείοντες, ως ηττώμενοι διάδικοι, πρέπει να καταδικασθούν στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων (άρθρα 176, 183 Κ.Πολ.Δ.) όπως ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 10-11-2010 αίτηση αναίρεσης και τους από 10-8-2012 πρόσθετους λόγους αυτής των Ν. και Π. Τ. του Γ. κατά της 47/2010 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Μεσολογγίου και της 18/2009 απόφασης του Ειρηνοδικείου Ναυπάκτου.
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη των αναιρεσιβλήτων, την οποία ορίζει στο ποσόν των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Φεβρουαρίου 2013.
Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 6 Μαρτίου 2013.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ