Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 309 / 2010    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Δόλος, Ζώου βλάβη.




Περίληψη:
Αιτιολογία καταδικαστικής αποφάσεως. Δόλος άμεσος - ενδεχόμενος (άρθρ. 27 § 2 ΠΚ). Πότε εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Ν. 1300/1982 - Πότε πρόθεση βλάβης ζώου. Δεν απαιτούνται περιστατικά δόλου, διότι εμπεριέχονται στην παραγωγή των πραγματικών περιστατικών του εγκλήματος. Το κατ' άρθρο 308 § 2 ΚΠΔ δικαίωμα του κατηγορουμένου για γνώση της προτάσεως του Εισαγγελέως μόνο στην ενδιάμεση διαδικασία. Απορρίπτει αναίρεση.




Αριθμός 309/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ε' Ποινικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Δημάδη, Βιολέττα Κυτέα-Εισηγήτρια, Γεώργιο Αδαμόπουλο και Αικατερίνη Βασιλακοπούλου Κατσαβριά, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 8 Ιανουαρίου 2010, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ευτέρπης Κουτζαμάνη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση
του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χρήστο Μήλιο, περί αναιρέσεως της 3266/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Με πολιτικώς ενάγουσα την Ψ θυγ. Ζ, κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ευάγγελο Αλιφέρη. Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 14 Σεπτεμβρίου 2009 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1293/2009.

Αφού άκουσε Τους πληρεξουσίους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκειμένη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγον αναιρέσεως εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Δ' ΚΠΔ, όταν αναφέρονται σ'αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία απεδείχθησαν από την ακροαματική διαδικασία και από τα οποία το δικαστήριο που την εξέδωσε συνήγαγε την ύπαρξη των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, για το οποίο κατεδικάσθη ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Δια την ύπαρξη τοιαύτης αιτιολογίας είναι επιτρεπτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Ειδικώς ως προς το δόλο, που απαιτείται κατά κανόνα, σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ.1 ΠΚ, προς στοιχειοθέτηση της υποκειμενικής υποστάσεως των κακουργημάτων και των πλημμελημάτων, που συνίσταται κατά το άρθρο 27 παρ.1 ιδίου Κώδικος, εδ.α' στη θέληση της παραγωγής των περιστατικών που κατά το νόμο απαρτίζουν την έννοια της αξιοποίνου πράξεως, αυτός ενυπάρχει στην παραγωγή των περιστατικών αυτών και προκύπτει από αυτή, ούτω δε δεν είναι αναγκαία ειδική αιτιολογία ως προς αυτήν, εκτός εάν ο νόμος απαιτεί η πράξη να έχει τελεσθεί "εν γνώσει" ορισμένου περιστατικού ή με τον σκοπό προκλήσεως ορισμένου αποτελέσματος (άρθρο 27 παρ.2 ΠΚ) ή αν έχει τη μορφή του ενδεχομένου δόλου. Περαιτέρω περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ λόγον αναιρέσεως, υπάρχει όταν το δικαστήριο της ουσίας, χωρίς να παρερμηνεύει το νόμο, δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που εδέχθη στη διάταξη που εφηρμόσθη καθώς και όταν η διάταξη παρεβιάσθη εκ πλαγίου για τον λόγο ότι στο πόρισμα της αποφάσεως αναγόμενο στην ταυτότητα και τα στοιχεία του οικείου εγκλήματος που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος του Αρείου Πάγου, για την ορθή ή μη εφαρμογή του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως.
Κατ'άρθρον 1 παρ.1 Ν.1300 της 13/13-10-82 Μέτρα για την πρόληψη της ζωοκλοπής και ζωοκτονίας "Με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή 20.000 έως 1.000.000 δραχμών τιμωρείται η κλοπή ίππων, όνων, ημιόνων, βοοειδών, βουβαλοειδών, αιγοπροβάτων, χοίρων και κυψελών μελισσών ή του περιεχομένου τους", και κατ'άρθρον 7 παρ.1 του ιδίου νόμου "Με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών τιμωρείται όποιος με πρόθεση ακρωτηριάζει ή με άλλο τρόπο βλάπτει ξένα ζώα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του νόμου αυτού". Ούτω το άνω έγκλημα τιμωρείται από δόλο (πρόθεση), είτε άμεσο, ως εξετέθη ανωτέρω (άρθρο 27 παρ.1 α' ΠΚ) ή ενδεχόμενο (άρθρο 27 παρ.1 β' ΠΚ) όταν ο δράστης γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν τα πραγματικά περιστατικά που απαρτίζουν αξιόποινο τινά πράξη και το αποδέχεται. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση υπ'αριθμ. 3266/2009 του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, τούτο εδέχθη, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του περί τα πράγματα, μετά από αξιολόγηση και εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων που αναφέρει λεπτομερώς, τα εξής πραγματικά περιστατικά: "Ο κατηγορούμενος, ο οποίος έχει διατελέσει αθλητής και προπονητής στο άθλημα της ιππασίας, είναι ιδιοκτήτης εκτάσεως στη θέση ..., την οποία εκμισθώνει για τη στέγαση των εγκαταστάσεων του Ιππικού Ομίλου .... Στις εγκαταστάσεις αυτές στέγαζε, μεταξύ άλλων, τα άλογά της η μηνύτρια Ψ, η οποία είναι ιδιοκτήτρια ίππων, μεταξύ των οποίων και τον αρσενικό ίππο ... φυλής από την ..., λευκού χρώματος, ο οποίος σταβλιζόταν σε δικό του ειδικό χώρο κλεισμένο με πόρτα ασφαλείας με συρόμενη μπάρα και αλυσίδα για την εξασφάλιση της μέγιστης δυνατής ασφάλειας. Στις 9 Μαΐου 2002 το πρωΐ περί ώρα 07.00 η μηνύτρια ειδοποιήθηκε ότι ο ίππος της ... είχε τραυματιστεί. Μετέβη αμέσως στο χώρο του σταβλισμού, όπως και ο ειδοποιηθείς κτηνίατρος ίππων ..., ο οποίος κατά την εξέταση του ίππου διαπίστωσε ότι είχε υποστεί συντριπτικό κάταγμα αριστερού αντιβραχίου με το πόδι αιωρούμενο λόγω του κατάγματος. Ενόψει δε του εν λόγω βαρέος τραυματισμού και της αιμορραγίας, αλλά και της αδυναμίας ανατάξεως του κατάγματος στο συγκεκριμένο σημείο ο κτηνίατρος συνέστησε στην εγκαλούσα την ευθανασία του ίππου, λύση που προτάθηκε και από τον κτηνίατρο Ιπποδρόμου ... και έτσι την ίδια ημέρα έγινε η ευθανασία του τραυματισθέντος ίππου. Το πρωϊνό εκείνο της 9-5-02 η πόρτα του στάβλου του αλόγου της μηνύτριας βρέθηκε ανοικτή και το άλογο βρέθηκε ελεύθερο, εκτός δηλαδή του χώρου που σταβλιζόταν, όπως ελεύθερα βρέθηκαν και άλλα τρία αρσενικά άλογα, τα οποία έφεραν επίσης τραύματα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τόσο το άλογο ... όσο και τα άλλα παραπάνω άλογα σταβλίζονταν σε στάβλους με ασφάλεια εξόδου και συγκεκριμένα με σιδερένια μπάρα και δεν μπορούσαν από μόνα τους (τα άλογα) να ανοίξουν τις πόρτες, γεγονός, που εκτός του ότι κατέθεσε στο ακροατήριο η εγκαλούσα, αναφέρεται και στην από 10-5-2002 κτηνιατρική γνωμάτευση του .... Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι το προηγούμενο βράδυ στις 8-5-2002 και περί ώρα 23.00 ο κατηγορούμενος βρισκόταν στις εγκαταστάσεις του Ιππικού Ομίλου και είχε βγάλει από το στάβλο του ένα άλογο. Σύμφωνα δε με την από 10-5-2002 αναγνωσθείσα ένορκη προανακριτική κατάθεση του σταβλίτη ..., ενώ βρισκόταν στο δωμάτιο είδε από το παράθυρο τον κατηγορούμενο περί ώρα 23.00 να τραβάει ένα άλογο το οποίο είχε βγάλει από το στάβλο και το άφησε ελεύθερο στο χώρο που υπήρχαν φοράδες. Δεν βγήκε όμως από το δωμάτιό του και δεν συνομίλησε με τον κατηγορούμενο, διότι, όπως κατέθεσε, τον φοβούνται διότι πίνει πολύ και μετά απειλεί και βρίζει. Ακόμη κατέθεσε ότι τη νύχτα άκουγε να γίνεται "μάχη" μεταξύ των αλόγων, διότι όταν συνυπάρχουν μαζί επιβήτορες και φοράδα υπάρχει περίπτωση να παλέψουν μέχρι θανάτου και το πρωΐ γύρω στις 07.00 διαπίστωσε ότι υπάρχουν ελεύθεροι δύο αρσενικοί επιβήτορες. Ο ένας της εγκαλούσας ο οποίος και ήταν τραυματισμένος και μία φοράδα. Η παρουσία του κατηγορουμένου την παραπάνω νύχτα στο χώρο του Ιππικού Ομίλου συνομολογείται και από τον ίδιο, ο οποίος όμως, αρνούμενος την κατηγορία επικαλείται ότι μετέβη εκεί διότι ένα άλογο είχε κρίση κολικού και το πήρε να το κάνει βόλτα, ενώ αρνείται οποιαδήποτε επαφή του με το άλογο της εγκαλούσας το οποίο τραυματίσθηκε. Καθόλου όμως δεν μπόρεσε ο κατηγορούμενος να εξηγήσει πειστικά πως βρέθηκε ελεύθερο το άλογο της εγκαλούσας όπως και άλλα άλογα, δεδομένου ότι τα "κουτιά" που σταβλίζονται έχουν μηχανισμούς ασφαλείας και μόνο ανθρώπινο χέρι μπορεί να τους απασφαλίσει. Ούτε βεβαίως, ο παραπάνω σταβλίτης είχε οποιονδήποτε λόγο να καταθέσει σε βάρος του κατηγορουμένου τα παραπάνω. Η παρουσία του κατηγορουμένου τις νυκτερινές ώρες της 8 προς 9/5-2002 συνδέεται απόλυτα και μετά βεβαιότητος με την ελευθέρωση των αλόγων (επιβητόρων) μεταξύ των οποίων και αυτού της εγκαλούσας και τη συνύπαρξή τους με φοράδα, δηλαδή είναι αυτός που έβγαλε από το στάβλο και το άλογο της εγκαλούσας, το οποίο και τραυματίστηκε κατά τη "μάχη" με τα άλλα, το δε λουκέτο το είχε πεταγμένο στη γωνία. Γνώριζε δε ο κατηγορούμενος, λόγω της ιδιότητάς του ως προπονητή ιππασίας και της πολυετούς ενασχολήσεώς του με τα άλογα, ότι αν βρεθούν μαζί αρσενικά και φοράδες γίνεται μεταξύ τους μάχη μέχρι θανάτου και υπάρχει το ενδεχόμενο τραυματισμού τους. Πρέπει επομένως να κηρυχθεί ένοχος σύμφωνα με το διατακτικό". Μετά ταύτα εκήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο του ότι "στο .... στις 8 Μαΐου έτους 2002, από πρόθεση έβλαψε με άλλο τρόπο ξένο ζώο και συγκεκριμένα, ενώ βρισκόταν στον Ιππικό 'Ομιλο ..., έβγαλε χωρίς λόγο από το στάβλο του, όπου σταβλιζόταν μόνο του σε ειδικό χώρο κλεισμένο με πόρτα ασφαλείας, και αλυσίδα για την εξασφάλιση της μέγιστης δυνατής ασφάλειας, τον αρσενικό ίππο ... φυλής, εξ Αιγύπτου προερχόμενο, χρώματος λευκού, ιδιοκτησίας της εγκαλούσας Ψ και τον μετέφερε μαζί με άλλους αρσενικούς σε χώρο όπου σταβλίζονταν 10 θηλυκά άλογα, με αποτέλεσμα να επακολουθήσει μάχη μεταξύ των αλόγων με κλωτσιές και δαγκωνιές, συνεπεία της οποίας ως μόνης ενεργού αιτίας ήταν να υποστεί ο ανωτέρω αναφερόμενος ίππος κάταγμα συντριπτικό αριστερού αντιβραχίου, και να έχει το πόδι αιωρούμενο λόγω του κατάγματος και κατ'επέκταση λόγω της αδυναμίας ανατάξεως του κατάγματος στους ίππους να συστηθεί από κτηνίατρο και να πραγματοποιηθεί την 9-5-2002 η ευθανασία του ίππου". Με αυτά που εδέχθη το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφασή του, την απαιτουμένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ'αυτή με πληρότητα και σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, τις αποδείξεις από τις οποίες επείσθη, καθώς και τις σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά τα οποία εδέχθη στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1, 27 παρ.1 ΠΚ και (άρθρων) 1 παρ.1, 7 παρ.1 Ν. 1300/1982, τις οποίες δεν παρεβίασε, ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου. Ειδικότερα αναφέρονται τα περιστατικά της βλάβης του ξένου ίππου ως και ο δόλος του κατηγορουμένου προς τούτο, για τον οποίο σαφώς δέχεται ότι είναι άμεσος δόλος και όχι ενδεχόμενος τοιούτος, χωρίς ουδεμία ασάφεια, να υπάρχει περί αυτού, αφού "γνώριζε ο κατηγορούμενος... ότι αν βρεθούν μαζί αρσενικά και φοράδες γίνεται μεταξύ τους μάχη μέχρι θανάτου",' το ότι αναφέρεται, μετά ότι (γνώριζε) ότι υπάρχει το "ενδεχόμενο" τραυματισμού των, δεν σημαίνει ότι δέχεται ενδεχόμενο δόλο, αλλ' η τοιαύτη αναφορά γίνεται ως αποτέλεσμα της ενεργείας του κατηγορουμένου και μόνο γι'αυτό, ώστε μετά ταύτα να μην υπάρχει ασάφεια εάν δέχεται (η απόφαση) ενδεχόμενο δόλο ή πολλώ μάλλον ενσυνείδητη αμέλεια, όπως αβασίμως επικαλείται ο αναιρεσείων, αντιθέτως μάλιστα και στο διατακτικό δέχεται σαφώς και ανενδοιάστως ότι ο κατηγορούμενος από πρόθεση έβλαψε το ζώον της εγκαλούσης.
Συνεπώς οι σχετικοί μόνοι λόγοι της κρινομένης αιτήσεως αναιρέσεως, της ελλείψεως από την απόφαση ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως εκ του ότι δεν καθίσταται σαφής η μορφή του δόλου που δέχεται, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Καθ'ο μέρος δε από την επίφαση του άνω λόγου επιχειρείται διάφορος εκτίμηση της καταθέσεως του μάρτυρος ..., ούτος (ο λόγος) είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι πλήττει την ουσία της υποθέσεως. Επίσης το αίτημα του αναιρεσείοντος, να λάβει γνώση της προτάσεως του εισαγγελέως επί της κρινομένης αναιρέσεως, είναι αβάσιμο και απορριπτέο, διότι το εκ του άρθρου 308 παρ.2 ΚΠΔ δικαίωμα του κατηγορουμένου κατοχυρώνεται μόνο για την ενδιάμεση διαδικασία, δηλαδή πριν την υποβολή της προτάσεως του εισαγγελέως στο συμβούλιο, και όχι στην παρούσα συζήτηση όπου ο εισαγγελεύς δεν έχει υποχρέωση να υποβάλλει πρόταση.
Κατ'ακολουθίαν όλων αυτών πρέπει να απορριφθεί η κρινομένη αίτηση αναιρέσεως ως αβάσιμη κατ'ουσίαν, καταδικασθεί δε ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα εξ ευρώ διακοσίων είκοσι (220) (άρθρ,583 παρ.1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την υπ'αριθμ. 306/14 Σεπτεμβρίου 2009 αίτηση του Χ, για αναίρεση της υπ'αριθμ. 3266/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών. Και

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εξ ευρώ διακοσίων είκοσι (220) και στη δικαστική δαπάνη της πολιτικώς εναγούσης εξ ευρώ πεντακοσίων (500).

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Ιανουαρίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 12 Φεβρουαρίου 2010.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή