Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Ηθική αυτουργία, Ψευδορκία μάρτυρα.
Περίληψη:
Καταδικαστική απόφαση για ψευδορκία μάρτυρος και ηθική αυτουργία σ’ αυτήν. Αναιρείται η καταδικαστική απόφαση για ελλιπή αιτιολογία διότι δεν αναφέρεται σ’ αυτήν ότι η ένορκη βεβαίωση (ενώπιον ειρηνοδίκη) ελήφθη ύστερα από νόμιμη κλήτευση του αντιδίκου εκείνου με επιμέλεια του οποίου έχει ληφθεί η ένορκη βεβαίωση.
Αριθμός 1995/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο, Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια - Εισηγητή, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Μαρτίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασιλείου Μαρκή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση των αναιρεσειόντων - κατηγορουμένων: Χ1, Χ2 και Χ3, κατοίκων ..., που εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Αλεξάνδρα Μαύρου - Τσάκου, περί αναιρέσεως της 1003/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγουσα την Ψ, κάτοικο ..., που δεν παρέστη. Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Μαΐου 2007 αίτησή τους αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1081/2007.
Αφού άκουσε Την πληρεξούσια δικηγόρο των αναιρεσειόντων, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
ΕΠΕΙΔΗ, κατά τη διάταξη του άρθρου 224 παρ. 1 του Π.Κ., όπως είχε προ της αντικαταστάσεως του από το άρθρο 1 παρ. 1 του ίδιου ως άνω ν. 3327/2005, με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών τιμωρείται όποιος, ενώ εξετάζεται ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση ή αναφέρεται στον όρκο που έχει δώσει, καταθέτει εν γνώσει του ψέματα ή αρνείται ή αποκρύπτει την αλήθεια. Από την διάταξη αυτή, συνάγεται ότι, για την στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της ψευδορκίας μάρτυρα, πρέπει να είναι ψέματα τα όσα γεγονότα κατέθεσε ο ενόρκως εξετασθείς μάρτυρας ενώπιον αρμόδιας προς τούτο αρχής. Από την ίδια διάταξη προκύπτει επίσης ότι η αρμοδιότητα της αρχής, ενώπιον της οποίας δίνεται η κατάθεση, αποτελεί συστατικό όρο του εγκλήματος της ψευδορκίας, θεωρείται δε και ως αρμόδια αρχή εκείνη, ενώπιον της οποίας είναι δυνατόν, κατά διάταξη νόμου, να γίνει ένορκη κατάθεση κάποιου, η οποία να μπορεί στη συνέχεια να ληφθεί υπόψη ως έγκυρο αποδεικτικό μέσο από αρχή, που είναι και αυτή αρμόδια προς διάγνωση κάποιας διαφοράς. Εξάλλου, ο Ειρηνοδίκης είναι αρμόδιος να λαμβάνει ένορκες καταθέσεις μαρτύρων, εφ' όσον αυτές πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως νόμιμο αποδεικτικό μέσο, όπως σε δίκη ενώπιον του μονομελούς πρωτοδικείου κατά το άρθρο 270 παρ. 2 ΚΠολΔ, οπότε, αν τα βεβαιούμενα σ' αυτές είναι ψευδή, πραγματώνεται η αντικειμενική υπόσταση του ανωτέρω εγκλήματος, Πρέπει, όμως, για να μπορούν αυτές να ληφθούν υπόψη, ως νόμιμο αποδεικτικό μέσο, να έχει προηγηθεί, σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο 270 παρ. 2 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, νόμιμη κλήτευση του αντιδίκου εκείνου που είχε την επιμέλεια της καταθέσεως, διότι διαφορετικά δεν αποτελούν νόμιμο αποδεικτικό μέσο και δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της ψευδορκίας μάρτυρος για όσα περιστατικά περιέχονται σ' αυτές. Περαιτέρω, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, όταν αναφέρονται σ' αυτήν με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα προκύψαντα από την αποδεικτική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και η αξιολόγησή τους και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Ειδικότερα, για την πληρότητα της αιτιολογίας αποφάσεως, με την οποία καταδικάστηκε κάποιος για ψευδορκία μάρτυρος, αν πρόκειται για ένορκη βεβαίωση του δράστη, πρέπει να αναφέρεται σ' αυτήν, εκτός άλλων, η διαπίστωση από το δικαστήριο της ουσίας ότι η ένορκη βεβαίωση έχει ληφθεί ύστερα από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου εκείνου, με επιμέλεια του οποίου έχει ληφθεί η ένορκη βεβαίωση. Διαφορετικά, η απόφαση στερείται της απαιτούμενης από τις παραπάνω διατάξεις ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και δημιουργείται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αναιρετικός λόγος. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης που την εξέδωσε, σε δεύτερο βαθμό, κήρυξε ενόχους τους αναιρεσείοντες Χ1, Χ2 και Χ3 για ψευδορκία μάρτυρα τις δύο πρώτες και ηθική σ' αυτές αυτουργία τον τρίτο και ειδικότερα διότι, κατά την 30.1.2001, εξεταζόμενοι ενόρκως οι δύο πρώτοι, ως μάρτυρες, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Θεσσαλονίκης, κατόπιν αιτήσεως του τρίτου, προς σύνταξη της 413/2001 ενόρκου βεβαιώσεως, προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης σε δίκη ανακοπής κατά της 29592/2000 διαταγής πληρωμής σε βάρος του και σε δίκη αναστολής εκτελέσεως κατ' άρθρο 631 επ. ΚΠολΔ, με αντίδικο την Ψ, κατέθεσαν, με προτροπές και παραινέσεις του τρίτου, τα αναφερόμενα στην ένορκη βεβαίωση και στην απόφαση περιστατικά, τα οποία ήταν εν γνώσει τους ψευδή, ενώ τα αληθή ήταν τα επίσης αναφερόμενα στην ίδια απόφαση περιστατικά. Ούτε, όμως, στο σκεπτικό, ούτε στο διατακτικό της αποφάσεως γίνεται μνεία αν η εν λόγω ένορκη βεβαίωση λήφθηκε μετά από νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση της αντιδίκου του τρίτου κατηγορουμένου, με επιμέλεια του οποίου δόθηκε η ένορκη αυτή βεβαίωση. Έτσι, η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, όπως αξιώνουν οι ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και πρέπει, κατά παραδοχή του σχετικού πρώτου λόγου της ένδικης αιτήσεως, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠοινΔ, να αναιρεθεί και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από δικαστές άλλους, από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 1003/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από δικαστές άλλους, από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 29 Μαΐου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 8 Σεπτεμβρίου 2008.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ