Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 279 / 2014    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Αγωγή διεκδικητική, Κλήτευση .




Περίληψη:
Ο λόγος αναιρέσεως με τον οποίο πλήττεται μη πραγματική παραδοχή του Εφετείου είναι αβάσιμος, στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση.




Αριθμός 279/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του, στις 6 Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειουσών - καθών η κλήση: 1)Α. Σ. του Κ., κατοίκου ... η οποία δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο, και 2)Ά. συζ. Ι. Κ., το γένος Ε. Π., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κωνσταντίνο Μπότσαρη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.
Του αναιρεσιβλήτου - καλούντος: Ι. Κ. του Π., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Στυλιανό Σταματόπουλο.
Του αναιρεσιβλήτου - καθού η κλήση: Α. Δ. του Ε., κατοίκου ..., ο οποίος δεν παραστάθηκε, ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 30/11/2004 αγωγή των ήδη αναιρεσειουσών, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 30/2006 μη οριστική, 4522/2008 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 6863/2009 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζήτησαν οι αναιρεσείουσες με την από 5/3/2010 αίτηση τους, επί της οποίας εκδόθηκε η 139/2012 απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία κήρυξε απαράδεκτη τη συζήτηση. Την υπόθεση επαναφέρει ο καλών με την από 21/9/2012 κλήση του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Αργύριος Σταυράκης ανέγνωσε την από 21/10/2011 έκθεση του κωλυομένου να μετάσχει στη σύνθεση Αρεοπαγίτη και ήδη Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Σπυρίδωνα Μιτσιάλη, με την οποία εισηγήθηκε να γίνει δεκτή η από 5/3/2010 αίτηση για αναίρεση της 6863/2009 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.
Ο πληρεξούσιος του 1ου αναιρεσιβλήτου ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη των αντιδίκων του στη δικαστική δαπάνη του.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από τα άρθρα 568 και 576 του ΚΠολΔ προκύπτει ότι αν κατά τη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως, την οποία επισπεύδει ένας από τους αναιρεσιβλήτους, απουσιάζει ο αναιρεσείων και κάποιος άλλος αναιρεσίβλητος και αυτοί έχουν κλητευθεί νόμιμα, και εμπρόθεσμα στην ορισθείσα δικάσιμο η συζήτηση προχωρεί σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από τα ταυτάριθμα με την παρούσα πρακτικά, κατά τη συζήτηση της υποθέσεως στην αναφερόμενη στην αρχή της παρούσςη δικάσιμο, η οποία είχε ορισθεί κατόπιν της από 21-9-2012 κλήσεως του επισπεύδοντος πρώτου αναιρεσιβλήτου, απουσίαζαν η πρώτη αναιρεσείουσα και ο δεύτερος αναιρεσίβλητος (που είχε ασκήσει στο Εφετείο πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του πρώτου) οι οποίοι και δεν έλαβαν μέρος στη συζήτηση. Όπως δε προκύπτει από τις υπ'αριθμ..../25-1-2013 και .../25-1-2013 εκθέσεις επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Πειραιώς …, τις οποίες προσκομίζει και επικαλείται ο επισπεύδων πρώτος αναιρεσίβλητος, ο τελευταίος επέδωσε στους απουσιάζοντες ως άνω διαδίκους, αντίστοιχα, αντίγραφο της ανωτέρω κλήσεως, με την κάτω από αυτήν πράξη, με την οποία ορίζεται η προαναφερθείσα δικάσιμος προς συζήτηση της υπό κρίση αίτησης αναιρέσεως, στην οποία και τους καλεί να παραστούν. Επομένως και σύμφωνα με την προηγηθείσα νομική σκέψη, η συζήτηση θα προχωρήσει σαν να ήταν όλοι οι διάδικοι παρόντες.
ΙΙ. Λόγος αναιρέσεως με τον οποίο πλήττεται μη πραγματική παραδοχή της προσβαλλόμενης απόφασης είναι αβάσιμος, ως στηριζόμενος σε εσφαλμένη προϋπόθεση.
Εν προκειμένω, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλομένη υπ'αριθμ.6863/2009 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, το δικαστήριο, κρίνοντας, κατόπιν εφέσεως του πρώτου αναιρεσιβλήτου - εναγομένου, την ένδικη διεκδικητική αγωγή των αναιρεσειόντων ως προς την στηριζόμενη στην τακτική, με νομιζόμενο τίτλο, χρησικτησίας βάση της, ως προς την οποία είχε γίνει κατ'ουσίαν δεκτή πρωτοδίκως, δέχθηκε ότι τα αναφερόμενα στην αγωγή περιστατικά δεν συνιστούν κατά νόμον την έννοια του νομιζόμενου τίτλου και την κτήση, με αυτόν (και τα λοιπά στοιχεία του νόμου), της κυριότητας με τακτική χρησικτησία, και απέρριψε εξ αυτού του λόγου την αγωγή ως προς την προαναφερθείσα βάση της, αναφέροντας σχετικά τα ακόλουθα: "Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, που έκανε δεκτή την επικουρική βάση της αγωγής, δεχόμενο ότι απέκτησαν οι ενάγουσες το επίδικο ακίνητο με νομιζόμενο τίτλο (...), έσφαλε, και πρέπει να γίνουν δεκτοί ο δεύτερος και ο τέταρτος από τους λόγους της έφεσης (....), να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση ως προς το κεφάλαιο που έκανε δεκτή την επικουρική βάση της αγωγής και να κρατηθεί η υπόθεση από το παρόν δικαστήριο. Στη συνέχεια να δικαστεί η αγωγή ως προς τη βάση αυτή και να απορριφθεί ως αβάσιμη στην ουσία.
Για τους λόγους αυτούς. Δέχεται τυπικά και στην ουσία την έφεση. Εξαφανίζει την εκκαλούμενη με αριθμό 4522/2008 οριστική απόφαση του Μον.Πρωτ.Αθηνών, ως προς το κεφάλαιο που έγινε δεκτή η αγωγή. Κρατεί και δικάζει την από 30-11-2004 αγωγή ως προς την επικουρική της βάση.
Απορρίπτει την αγωγή ως προς τη βάση αυτή". Από τα ανωτέρω προκύπτει σαφώς ότι το Εφετείο απέρριψε την αγωγή ως προς την επικουρική της βάση (νομιζόμενος τίτλος) ως μη νόμιμη και όχι κατ' ουσίαν, αφού δέχθηκε την έφεση του αναιρεσιβλήτου - εναγομένου κατά της πρωτόδικης απόφασης που είχε κάνει δεκτή την αγωγή κατ'ουσίαν, εξαφάνισε την απόφαση αυτή, και, κρατώντας την υπόθεση, δίκασε την αγωγή, που την είχε κρίνει, κατά τα προεκτεθέντα, νόμω αβάσιμη. Η αναφορά στο σκεπτικό της αναιρεσιβαλλομένης ότι πρέπει να απορριφθεί η αγωγή κατά την εξετασθείσα επικουρική της βάση "ως αβάσιμη κατ'ουσίαν" προφανώς οφείλεται σε παραδρομή και δεν οδηγεί σε εσφαλμένο διατακτικό ούτε συνιστά αντιφατική αιτιολογία της απόφασης. Με τον μοναδικό λόγο του αναιρετηρίου υποστηρίζεται ότι το Εφετείο με το να δεχθεί αφ' ενός ότι η αγωγή δεν είναι νόμιμη ως προς την ανωτέρω επικουρική της βάση (τακτική χρησικτησία με νομιζόμενο τίτλο) και με το να την απορρίψει αφ' ετέρου ως αβάσιμη κατ' ουσίαν παραβίασε τις σχετικές ουσιαστικές διατάξεις των άρθρων 1041 και 1043 του ΑΚ, με εσφαλμένη εφαρμογή, και υπέπεσε έτσι στην αναιρετική πλημμέλεια του άρθρου 559 αρ.1 του ΚΠολΔ. Ο προτεινόμενος αυτός λόγος αναιρέσεως, είτε ήθελε εκτιμηθεί ως λόγος από τον αρ.1 του άρθρου 559 είτε ως λόγος από το αρ.19 του ίδιου άρθρου, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, στηριζόμενος εν πάση περιπτώσει στην εσφαλμένη προϋπόθεση ότι η αγωγή των αναιρεσειόντων απορρίφθηκε από το Εφετείο κατ' ουσίαν, ενώ όπως προαναφέρθηκε, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την αγωγή ως μη νόμιμη.
ΙΙΙ. Κατ'ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η αίτηση, και να καταδικασθούν οι αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη του παρισταμένου πρώτου αναιρεσιβλήτου (αρθρ.176, 183, 191 παρ.2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 5-3-2010 αίτηση για αναίρεση της υπ'αριθμ.6863/2009 αποφάσεως του Εφετείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη του παρισταμένου πρώτου αναιρεσιβλήτου, την οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Ιανουαρίου 2014.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 5 Φεβρουαρίου 2014.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή