Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Αναλογικότητας αρχή, Ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί.
Περίληψη:
Παράβαση 1 παρ.1, 2Α, 5Α, Β του Ν.2801/2000. Παράβαση 16 παρ. 2 ν. 1730/1987, όπως αντικ. με 4 παρ. 7 ν. 2328/1995 και παράβαση 17 παρ. 4, 5, 6 αν. 2644/1998 σε συνδ. με 4 παρ. 2, 7 ν. 2328/1995. 1. Κεραία σταθμού ραδιοσήματος χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής. 2. Μετάδοση Τηλεοπτικού Σήματος χωρίς άδεια ίδρυσης Τηλεοπτικού Σταθμού. 3. Παρεμβολές και Εκπομπή σε ζώνη Ραδιοσυχνοτήτων χωρίς άδεια αρχής. 4. Λειτουργία τριών Τηλεοπτικών Σταθμών και μετάδοση εικόνων πορνογραφικού περιεχομένου σε απαγορευμένη ζώνη συχνοτήτων. Απορριπτέοι ως αβάσιμοι, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ και Ε΄ ΚΠΔ και 6 της ΕΣΔΑ λόγοι αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής αιτιολογίας και για εσφαλμένη εφαρμογή του ποινικού νόμου και για παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας. Απορρίπτει.
ΑΡΙΘΜΟΣ 1326/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαϊρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 18 Φεβρουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Ζύγουρα (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ιωάννη Καραγκούνη, περί αναιρέσεως της 649/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορούμενη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Μαΐου 2008 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1130/2008.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Ως προς τις αποδείξεις, αρκεί αυτές να αναφέρονται στην απόφαση γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να είναι ανάγκη να διευκρινίζεται από ποιο ή ποια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε η κάθε παραδοχή. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο. Δεν αποτελούν, όμως, λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών μέσων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε του ΚΠοινΔ, λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει, όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης αποφάσεώς του, το κατ'έφεση δικάσαν Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, καταδίκασε την κατηγορουμένη αναιρεσείουσα, για τέσσερις παραβάσεις ειδικών ουσιαστικών ποινικών νόμων, σε συνολική ποινή φυλακίσεως δέκα μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε επί τριετία. Ως αιτιολογία της αποφάσεώς του, το Δικαστήριο διέλαβε τα εξής:
"Επειδή από τις καταθέσεις του μάρτυρα κατηγορίας και υπεράσπισης, που εξετάστηκε νόμιμα στο Δικαστήριο τούτο, την ανάγνωση των εγγράφων που αναφέρονται στα πρακτικά της δίκης αυτής και την όλη αποδεικτική διαδικασία αποδείχθηκε, ότι η κατηγορουμένη κατά τον αναφερόμενο στο διατακτικό τόπο και χρόνο τέλεσε από κοινού με τους Ζ και Ψ ως ομόρρυθμο μέλος και διαχειριστής της ομορρύθμου εταιρείας υπό την επωνυμία "... Ο.Ε." και τον διακριτικό τίτλο "...",με περισσότερες πράξεις πλείονα εγκλήματα και συγκεκριμένα: 1] αφενός μεν προέβη σε εγκατάσταση σταθμών εκπομπής ραδιοσήματος και κατασκευής κεραίας σταθμών, καθώς και σε χρήση σταθμών εκπομπής ραδιοσήματος στην ξηρά, χωρίς άδεια ή έγκριση της αρμοδίας Αρχής και αφ'ετέρου παρεμπόδισε τα αρμόδια όργανα να πραγματοποιήσουν έλεγχο των σταθμών εκπομπής ραδιοσήματος και των εγκαταστάσεων αυτών. Ειδικότερα προέβησαν στην εγκατάσταση τριών σταθμών εκπομπής τηλεοπτικής εικόνας, σε δύο μεταλλικούς οικίσκους, (κοντέϊνερ) και σε ένα τροχόσπιτο, και ενός συστήματος τηλεοπτικών κεραιών, σε ακίνητο ιδιοκτησίας της και από τις εγκαταστάσεις αυτές λειτουργούσαν τρεις τηλεοπτικούς σταθμούς, οι οποίοι εξέπεμπαν τηλεοπτική εικόνα με πορνογραφικό περιεχόμενο στην συχνότητα δ 39 και στους διαύλους συχνοτήτων 67 και 68, χωρίς άδεια εγκατάστασης κατασκευής κεραίας σταθμού ή έγκριση του αρμοδίου Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνιών και αφ' ετέρου τοποθέτησαν ασύρματο ηλεκτρονικό σύστημα διακοπής της λειτουργίας των σταθμών και κλείδωσαν τους παραπάνω μεταλλικούς οικίσκους (κοντέϊνερ), όπου βρίσκονταν τοποθετημένα και λειτουργούσαν τα μηχανήματα των σταθμών, με τρόπο πολύπλοκο και απαραβίαστο, που χρησιμοποιείται στα χρηματοκιβώτια υψίστης ασφαλείας, ώστε να αποτρέψουν την διενέργεια νομίμου ελέγχου και την διαπίστωση της παράνομης λειτουργίας των σταθμών τους και έτσι, όταν, την 24.10.2001, κατά την διάρκεια νομότυπου ελέγχου, που διενεργήθηκε από κλιμάκιο τεχνικών της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και αστυνομικών του ΙΒ' Τμήματος Ασφαλείας Θεσσαλονίκης, διαπιστώθηκε, με τη βοήθεια ειδικών ηλεκτρονικών μηχανημάτων (ραδιογωνιομέτρων κ.λ,π.), η εκπομπή εικόνας από τους τρεις τηλεοπτικούς σταθμούς με την χρήση τηλεχειριστηρίου, σταμάτησε η εκπομπή, όταν δε οι Αστυνομικοί επιχείρησαν να εισέλθουν στους οικίσκους, όπου βρίσκονταν τοποθετημένοι οι σταθμοί εκπομπής, τούτο δεν κατέστη εφικτό, διότι η παραβίαση των κλειδαριών ήταν αδύνατη χωρίς τη χρήση ειδικών μηχανημάτων κοπής σιδήρου, το ίδιο δε βράδυ η κατηγορουμένη από κοινού με τους Ζ και Ψ απομάκρυνε όλο τον εξοπλισμό και τις συναφείς εγκαταστάσεις των τηλεοπτικών σταθμών τους και έτσι, όταν την επομένη ημέρα -25.10.2001-, όταν διενεργήθηκε εκ νέου έλεγχος στους σταθμούς εκπομπής και τις εγκαταστάσεις αυτών και, με τη βοήθεια ειδικού τεχνικού παραβίασης χρηματοκιβωτίων, παραβιάστηκαν οι κλειδαριές, δεν βρέθηκε τίποτε. 2] προέβη σε μετάδοση τηλεοπτικού σήματος, χωρίς άδεια ίδρυσης, και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού της αρμόδιας αρχής και συγκεκριμένα, η κατηγορούμενη με τους Ζ και Ψ, μετά από συναπόφασή τους, λειτουργώντας τους αναφερόμενους στην υπό στοιχείο 1 πράξη τρεις τηλεοπτικούς σταθμούς, προέβη σε μετάδοση τηλεοπτικής εικόνας με πορνογραφικό περιεχόμενο στην συχνότητα δ 39 και στους διαύλους συχνοτήτων 67 και 68, χωρίς την προβλεπόμενη από το Ν. 1730/1987 άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού του Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως, 3] προκάλεσε επιβλαβείς παρενοχλήσεις (παρεμβολές), δια πιστωμένες από την Αρμόδια αρχή, σε άλλο νόμιμο χρήστη και εξέπεμπαν χωρίς άδεια σε ζώνες ραδιοσυχνοτήτων που δεν προβλέπονται για την συγκεκριμένη υπηρεσία στον Εθνικό Κανονισμό Κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων και συγκεκριμένα, η κατηγορούμενη με τους Ζ και Ψ, μετά από συναπόφασή τους, όπως διαπιστώθηκε κατά τον προαναφερθέντα έλεγχο, λειτουργούσαν τους αναφερόμενους στην υπό στοιχείο 1 πράξη τρεις τηλεοπτικούς σταθμούς και μετέδιδαν τηλεοπτική εικόνα στην συχνότητα S 39 - ζώνη 447-448 ΜΗΖ και στους διαύλους συχνοτήτων 67 και 68 ζώνη 838-869 ΜΗΖ, προκαλώντας επιβλαβείς παρενοχλήσεις στις, επικοινωνίες των Ενόπλων Δυνάμεων που είναι οι νόμιμοι χρήστες των προαναφερόμενων ζωνών συχνοτήτων, στις οποίες εξέπεμπαν χωρίς άδεια και οι οποίες - ζώνες συχνοτήτων - δεν προβλέπονται για την συγκεκριμένη υπηρεσία στον Εθνικό Κανονισμό κατανομής Ζωνών Συχνοτήτων, αφού η μετάδοση τηλεοπτικής εικόνας επιτρέπεται αποκλειστικά στη ζώνη συχνοτήτων 470 έως 838 ΜΗΖ. 4] ενώ οι τηλεοπτικοί σταθμοί οφείλουν να εκπέμπουν αποκλειστικά εντός της ζώνης συχνοτήτων των 470 έως 838 ΜΗΖ και από ένα μόνο, δίαυλο ανά κέντρο εκπομπής, κατηγορούμενη από κοινού με τους Ζ και Ψ, μετά από συναπόφασή τους, λειτούργησαν τηλεοπτικό σταθμό που εξέπεμπε εκτός της ζώνης των συχνοτήτων 470 έως 838 ΜΗΖ και από περισσότερους διαύλους και συγκεκριμένα, όπως διαπιστώθηκε κατά τον προαναφερθέντα έλεγχο, λειτουργούσαν τους αναφερόμενους στην υπό στοιχείο 1 πράξη τρεις τηλεοπτικούς σταθμούς και μετέδιδαν τηλεοπτική εικόνα πορνογραφικού περιεχομένου στην απαγορευμένη συχνότητα δ 39 -ζώνη 447-448 ΜΗΖ και στους διαύλους απαγορευμένων συχνοτήτων 67 και 68 - ζώνη 838 - 869 ΜΗΖ. Ενόψει των αποδειχθέντων πιο πάνω περιστατικών στοιχειοθετούνται πλήρως αντικειμενικά και υποκειμενικά οι αποδιδόμενες σ' αυτήν αξιόποινες πράξεις και συνεπώς πρέπει να κηρυχθεί ένοχη αυτών, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας".
Με βάση τις παραδοχές αυτές το Δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία, από τα οποία συνήγαγε την ύπαρξη όλων των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων των ανωτέρω εγκλημάτων, για τα οποία κήρυξε ένοχη τη δια δικηγόρου παραστάσα αναιρεσείουσα, τα αποδεικτικά μέσα, (έγγραφα και μάρτυρες κατηγορίας και υπερασπίσεως), επί των οποίων στηρίχθηκε προς μόρφωση της περί αυτών κρίσεώς του, μη περιορισθέν στις αναγνωσθείσες από 25-10-2002 εκθέσεις αστυνομικής έρευνας, εκθέτει δε και τους νομικούς συλλογισμούς, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των εν λόγω πραγματικών περιστατικών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων που ισχύουν, 26 παρ. 1 α, 27 παρ.1, 45, 94 παρ.1 του ΠΚ, 1 παρ.1, 2εδ.Α, 5 εδ.Α, Β του Ν.2801/2000. 16 παρ.2 ν. 1730/1987, όπως αντικ. με 4 παρ.7 ν. 2328/1995 και 17 παρ. 4,5,6 εδ. α ν.2644/1998 σε συνδ. με 4 παρ. 2, 7 του ν. 2328/1995, τις οποίες σωστά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ούτε εκ πλαγίου και δε στέρησε την απόφασή του νόμιμης βάσεως.
Ειδικότερα, στην πληττόμενη απόφαση, σε σχέση με τις επί μέρους αιτιάσεις και τους λόγους αναιρέσεως, όπως από το σύνολο του παραπάνω αιτιολογικού συμπληρούμενου από το διατακτικό με το οποίο αποτελεί ενιαίο σύνολο, συνάγεται: 1) το αιτιολογικό περιέχει όλα εκείνα τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία για τη στοιχειοθέτηση της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως των άνω τεσσάρων εγκλημάτων, 2) επαρκώς και πλήρως αιτιολογείται ότι η κατηγορουμένη, ως ομόρρυθμος εταίρος της σε αυτή ΟΕ, από κοινού με τους δύο συνεταίρους της, στις 24-10-2001 ως άνω: α) ότι προέβησαν χωρίς τις απαιτούμενες από τους παραπάνω ειδικούς νόμους άδειες της αρμόδιας αρχής, σε γενόμενες εγκαταστάσεις, κεραιών σταθμών και σταθμού εκπομπής ραδιοσήματος και τριών σταθμών εκπομπής τηλεοπτικής εικόνας, με πορνογραφικό περιεχόμενο, σε ακίνητο ιδιοκτησίας της, ότι αυτοί παρεμπόδισαν τη διενέργεια νομίμου ελέγχου των άνω σταθμών τους, β) ότι προέβησαν σε ίδρυση και λειτουργία των άνω τριών κλειδωμένων τηλεοπτικών σταθμών και δε μετάδοση τηλεοπτικού σήματος, χωρίς νόμιμη άδεια, γ) ότι προέβησαν σε μετάδοση χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής, σε απαγορευμένες ζώνες συχνοτήτων και προκάλεσαν επιβλαβείς παρεμβολές στις επικοινωνίες των Ενόπλων Δυνάμεων, δ) ότι λειτούργησαν τους τρεις τηλεοπτικούς σταθμούς που εξέπεμπαν εκτός της επιτρεπομένης ζώνης συχνοτήτων 470 έως 838 ΜΗΖ, με τηλεοπτική εικόνα πορνογραφικού περιεχομένου και δη στη ζώνη 447 - 448 ΜΗΖ, με περισσότερους από ένα διαύλους, 3) δεν ταυτίζονται κατά το περιεχόμενο οι δύο ως άνω α και β αξιόποινες πράξεις, για τις οποίες καταδικάσθηκε η κατηγορουμένη, και ορθά επιβλήθηκαν δύο χωριστές ποινές, 4) το Δικαστήριο, δεν υπεχρεούτο να αποφανθεί εάν οι ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί, για τη χωρίς άδεια της αρμοδίας αρχής, λειτουργία κλπ των οποίων, καταδικάσθηκε η κατηγορουμένη, ανήκαν ή όχι στην κατηγορία των τηλεοπτικών σταθμών περιφερειακής και τοπικής εμβέλειας που λειτουργούσαν κατά την έναρξη ισχύος του άρθρου 17 παρ. 1, 3, 4, 5 του ν. 3644/1998 και αν είχε υποβάλει εμπροθέσμως η κατηγορουμένη και η ομόρρυθμη εταιρεία της, σχετική αίτηση για χορήγηση άδειας λειτουργίας ιδιωτικού τηλεοπτικού σταθμού, σύμφωνα με τη διαδικασία των εκδοθεισών με αριθ. 4775/1998 και 15011/1978 αποφάσεων του Υπουργείου Τύπου και ΜΜΕ, ώστε να θεωρηθούν οι εν λόγω παράνομοι σταθμοί, "ως νομίμως λειτουργούντες" εντός της γεωγραφικής περιοχής που αντιστοιχεί στον αναγραφόμενο στην υποβληθείσα εμπροθέσμως αίτησή τους Χάρτη Συχνοτήτων, της 15587/1997 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Μεταφορών και Επικοινωνιών και Τύπου και ΜΜΕ, κατά το μεταβατικό στάδιο της διαδικασίας αδειοδοτήσεως όλων των τηλεοπτικών σταθμών, δηλαδή μέχρι την έκδοση των σχετικών αδειών, κατά το άρθρο 17 του ν. 2644/1998 και 19 του ν. 3051/2002, αφού δεν προκύπτει από τα πρακτικά ότι η κατηγορουμένη, είχε προβάλει τέτοιο αυτοτελή ισχυρισμό, ούτε ότι είχε καταθέσει στο ακροατήριο σχετικά έγγραφα( αίτηση κλπ δικαιολογητικά) για ανάγνωση, για να διερευνηθεί το ζήτημα αυτό από το Δικαστήριο.
Συνεπώς, δε δημιουργείται καμία ασάφεια ή λογικό κενό, ώστε συνεπεία τούτου να καθίσταται αδύνατος ο αναιρετικός έλεγχος για τη σωστή ή όχι εφαρμογή των παραπάνω ουσιαστικών ποινικών διατάξεων που εφαρμόστηκαν και προβλέπουν τις αξιόποινες πράξεις για τις οποίες καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα κατηγορουμένη και οι σχετικοί από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ και Ε του ΚΠοινΔ λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους προβάλλονται οι ως άνω πλημμέλειες είναι αβάσιμοι, ενώ ουδεμία παραβίαση του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ και της αρχής της αναλογικότητας επήλθε, εκ του ότι αντιμετωπίζονται από το νόμο 2744/1998 ως νομίμως λειτουργούντες οι παλαιοί τηλεοπτικοί σταθμοί οι οποίοι από παλιά λειτουργούσαν παράνομα και έχουν εμπρόθεσμα υποβάλει αρμοδίως αίτηση για χορήγηση αδείας, σε σχέση με τη λειτουργία παρανόμως χωρίς άδεια των νέων τηλεοπτικών σταθμών, καθόσον η καθυστέρηση επί τόσα χρόνια εκκαθαρίσεως των παλαιών αιτήσεων και του ραδιοτηλεοπτικού πεδίου και των συχνοτήτων, βαρύνει αποκλειστικά την πολιτεία και όχι τους τηλεοπτικούς σταθμούς. Μετά ταύτα, ελλείψει ετέρου λόγου αναιρέσεως προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα. ( άρθρο 583 παρ.1 ΚΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 21 -5-2008 αίτηση - δήλωση της Χ για αναίρεση της με αριθμό 649/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και.
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα, τα οποία ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Μαΐου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 2 Ιουνίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ