Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 816 / 2010    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Ηθική αυτουργία, Ψευδορκία μάρτυρα.




Περίληψη:
Ψευδορκία μάρτυρος - έννοια. Ηθική αυτουργία σε ψευδορκία μάρτυρα. Εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Έννοια των λόγων αυτών. Έννοια της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Επί ψευδορκίας πρέπει να διαλαμβάνονται και ποια γεγονότα ήσαν αληθή. Απορρίπτει αίτηση.




ΑΡΙΘΜΟΣ 816/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ε' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Δημάδη, Βιολέττα Κυτέα, Γεώργιο Αδαμόπουλο-Εισηγητή και Αικατερίνη Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 12 Φεβρουαρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Ψάνη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση

των αναιρεσείοντων - κατηγορουμένων: 1) Χ1, κατοίκου ..., 2) Χ2, κατοίκου ... και 3) Χ3, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Αλεξάνδρα Μαύρου-Τσάκου, περί αναιρέσεως της 3254/2009 αποφάσεως Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Θεσσαλονίκης.
Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ, κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ορέστη Γεωργιάδη. Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείοντες - κατηγορούμενοι ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 9 Νοεμβρίου 2009 αίτησή τους αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1635/09.

Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 224 παρ. 2 ΠΚ με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος, ενώ εξετάζεται ενόρκως ως μάρτυρας ενώπιον αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση ή αναφέρεται στον όρκο που έχει δώσει καταθέτει εν γνώσει του ψέματα ή αρνείται ή αποκρύπτει την αλήθεια. Κατά δε το άρθρο 46 παρ. 1 α' του ιδίου Κώδικα, με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται επίσης α) όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε....Η καταδικαστική απόφαση για να έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, πρέπει να αναφέρονται σε αυτήν τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις και από τα οποία το δικαστήριο που την εξέδωσε, συνήγαγε την ύπαρξη των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από το καθένα και οι συλλογισμοί με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στις ποινικές διατάξεις που εφαρμόσθηκαν. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχτηκαν στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως υπάρχει όχι μόνο όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ως αποδεδειγμένα στη διάταξη που εφαρμόστηκε αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, όταν δηλαδή στο πόρισμα της απόφασης που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον 'Αρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκειμένη περίπτωση, από το σκεπτικό της 3254/2009 προσβαλλόμενης απόφασης, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης μετά τη συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων που προσδιορίζονται κατ' είδος, δέχτηκε ανελέγκτως, ότι "οι δεύτερος και τρίτη από τους κατηγορούμενους, με την ηθική αυτουργία του πέμπτου και κατά τον αναφερόμενο στο διατακτικό τόπο και χρόνο, ενώ εξετάζονταν ενόρκως ως μάρτυρες ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσαν εν γνώσει τους ψέματα. Συγκεκριμένα ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Κιλκίς, όπου δικάζονταν για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια ο πέμπτος κατηγορούμενος, Χ3 μαζί με τον νυν εγκαλούντα Ψ, κάτοικο ..., κατέθεσαν στο ακροατήριο του παραπάνω δικαστηρίου τα ψευδή πραγματικά περιστατικά που διαλαμβάνονται στο διατακτικό της παρούσας, με σκοπό να επιρρίψουν την ευθύνη του ατυχήματος από το οποίο προκλήθηκε ο θάνατος του Ζ στον εγκαλούντα, ισχυρισθέντες ότι αυτός ήταν ο προστήσας τον θανόντα στην εκτέλεση των ηλεκτρολογικών εργασιών, συνδεόμενος με αυτόν με σχέση εργασίας, ενώ το αληθές ήταν ο θανών είχε αναλάβει τις εργασίες με σύμβαση με την εταιρία ..., γεγονός που αυτοί ως εκ της θέσεως τους στην εν λόγω εταιρία ασφαλώς γνώριζαν καθώς επίσης και ότι ο εγκαλών είχε απλώς τοποθετήσει το τηλεφωνικό κέντρο. Στη πράξη τους αυτή δε προέβησαν με τις διαρκείς παραινέσεις και προτροπές του πέμπτου κατηγορουμένου που ήταν συγκατηγορούμενος του εγκαλούντα για ανθρωποκτονία από αμέλεια, ο οποίος επίσης γνώριζε ότι καμιά σχέση δεν συνέδεε τον θανόντα με τον εγκαλούντα αφού ο ίδιος ως εκπρόσωπος της εταιρίας ασφαλώς και γνώριζε ποια ακριβώς εργασία εκτέλεσε ο εγκαλών και ποιες θα εκτελούσε ο θανών. Με βάση τα αποδειχθέντα αυτά περιστατικά, το δικαστήριο οδηγείται στη κρίση ότι πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι οι δεύτερος, τρίτη και πέμπτος των πράξεων που τους αποδίδονται όπως ειδικότερα εκτίθεται στο διατακτικό της παρούσας. Ακολούθως, το Δικαστήριο κήρυξε ενόχους τους αναιρεσείοντες Ιούλιο Χ1 και Χ2 για την πράξη της ψευδορκίας μάρτυρος και τον αναιρεσείοντα Χ3 για την πράξη της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία μάρτυρος κατά συρροή με το ακόλουθο διατακτικό "
Κηρύσσει ΕΝΟΧΟΥΣ τους κατηγορουμένους Χ1 ,Χ2 του ότι: Στο ..., την 7 και 9-10-2003, ενώ εξετάζονταν ενόρκως ως μάρτυρες ενώπιον αρχής αρμόδιας να ενεργεί ένορκη εξέταση, κατέθεσαν εν γνώσει τους ψέματα. Συγκεκριμένα ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Κιλκίς, όπου δικάζονταν για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια ο πέμπτος κατηγορούμενος,Χ3 μαζί με τον νυν εγκαλούντα Ψ, κάτοικο ..., κατέθεσαν στο ακροατήριο του παραπάνω δικαστηρίου τα εξής ψευδή πραγματικά περιστατικά. Ειδικότερα, ο δεύτερος κατηγορούμενος Χ1, κατέθεσε τα εξής: "Είμαι διευθυντής παραγωγής της ... .... Σ' εμάς τη δουλειά την έκανε ο Ψ. Σ' αυτόν δώσαμε την επέκταση του τηλεφωνικού κέντρου. Ξέραμε τον Ζ ως τεχνικό του Ψ. Ο κ. Χ3 έκανε τη συμφωνία με τον κ. Ψ. Δεν γνωρίζω τις λεπτομέρειες. Έχω δει πολλές φορές τον Ψ. Αυτό το τηλεφωνικό κέντρο το πέρασε ο κ. Ψ. Ο Ζ ήθελε να ελέγξει τα καλώδια.... Ο κ. Ψ έκανε τις καλωδιώσεις τις τηλεφωνικές. Τότε ήταν 2000 καλώδια του μέτρο χ50. Δεν ξέρω αν πουλά τέτοια ο Ψ. Δεν ξέρω από πού τα προμηθεύεται. Ο Ζ πάντα ερχόταν με τεχνίτη. Για τις υπηρεσίες αυτές δίναμε τιμολόγια στον Ζ, ως παροχή υπηρεσιών ...και η τρίτη κατηγορούμενη, Χ2, κατέθεσε τα εξής: "Εργάζομαι στην ... 18 χρόνια. Είμαι υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων και διευθύντρια προσωπικού. Απ' το 1999 είχαμε συνεργασία με τον κ. Ψ. Για οποιοδήποτε πρόβλημα είχαμε συνεργασία μ' αυτόν.... Εγώ προσωπικά μίλησα με τον κ. Ψ... Έτυχε να στείλει ξανά τον Ζ ο Ψ. Ήξερα το θύμα ως συνεργάτη του Ψ... Τον είχε στείλει τον Ζ αρκετές φορές. Εκείνη την εβδομάδα δεν χρειαζόταν να ήταν εκεί ο Ψ) .... Δεν πήρα τηλέφωνο τον Ζ, Ήταν ψέμα. Εγώ τηλεφώνησα στον Ψ. Έτυχε φορές που μου έλεγε ο Ψ πως δεν γύρισαν συνεργεία. Έτυχε λοιπόν να μου δώσει τηλέφωνα συνεργατών του ο Ψ όπως και του Ζ. Δεν ειδοποίησα εγώ πρώτη τον Ζ την ημέρα του ατυχήματος. Δεν το πήρα τηλέφωνο εκείνη την ημέρα .... Εγώ για τη δουλειά επικοινώνησα κατευθείαν με τον Ψ. Τον πήρα δύο μέρες πριν τηλέφωνο για να έρθει άτομο να συνδέσει τρία τηλέφωνα. Τον παρακάλεσα να μην στείλει τον κ. Θόδωρο, το θύμα, γιατί αργούσε, ήταν κουρασμένος και λιγομίλητος. Δε θα έστελνε λοιπόν κάποιον άσχετο αλλά αυτόν με τον οποίο συνεργαζόταν. ... Όταν έγινε το ατύχημα τηλεφώνησα στον Ψ. Πάντα λέω την αλήθεια. Έτυχε να βρω και 8.30 το πρωί τον Ψ στο μαγαζί. Τον πήρα τηλέφωνο για να κανονίσουμε τη δουλειά δύο ημέρες πριν το ατύχημα..., πλην όμως όλα τα παραπάνω ήταν ψευδή και το γνώριζαν οι κατηγορούμενοι, κατέθεσαν δε τα παραπάνω προκειμένου να πείσουν τους δικαστές ότι τάχα ο νυν εγκαλών ήταν αυτός που έδωσε εντολή, στον αποβιώσαντα να μεταβεί στις εγκαταστάσεις της παραπάνω εταιρίας και να προβεί σε εργασίες και κατέθεσαν αυτά καθ' υπόδειξη του πέμπτου κατή γορουμένου Χ3.
ΚΗΡΥΣΣΕΙ ΕΝΟΧΟ τον πέμπτο κατηγορούμενο Χ3 του ότι: ενδιαφερόμενος άμεσα για την υπέρ αυτού έκβαση της πιο πάνω δίκης, με περισσότερες από μία πράξεις τέλεσε περισσότερα από ένα εγκλήματα και μάλιστα με πρόθεση προκάλεσε στους συγκατηγορουμένους του, Χ1 και Χ2, την απόφαση να εκτελέσουν ο καθένας χωριστά την άδικη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα που διέπραξαν και συγκεκριμένα με διαρκείς παραινέσεις και προτροπές έπεισε αυτούς να καταθέσουν με όρκο ψευδώς ενώπιον του παραπάνω Δικαστηρίου κατά την παραπάνω δίκη τα όσα πραγματικά περιστατικά αναλυτικά εκτέθηκαν, όπως τα κατέθεσαν, παραπάνω, αν γνώριζαν ότι αυτά ήταν εξ ολοκλήρου ψευδή, όπως και ο ίδιος γνώριζε το ψεύδος τους". Με τις παραδοχές αυτές, που διαλαμβάνονται στο σκεπτικό σε συνδυασμό με αυτά που αναφέρονται στο διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης, που παραδεκτά αλληλοσυμπληρώνονται, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχτηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των εγκλημάτων τούτων, οι αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στις διατάξεις των άρθρων 224 παρ. 2 και 46 του ΠΚ τις οποίες ορθώς ερμήνευσε και εφήρμοσε. Ειδικότερα, στις παραδοχές της προσβαλλόμενης προσδιορίζονται όχι μόνο τα ψευδή γεγονότα τα οποία κατέθεσαν ενόρκως ως μάρτυρες ο πρώτος και δεύτερη αναιρεσείουσα αλλά και ποια ήταν τα αληθή. Περαιτέρω διαλαμβάνονται, κατά παραδεκτή αλληλο-συμπλήρωση σκεπτικού και διατακτικού, ο τρόπος και τα μέσα με τα οποία ο τρίτος αναιρεσείων Χ3 προκάλεσε στους λοιπούς αναιρεσείοντες την απόφαση να εκτελέσουν την άδικη πράξη της ψευδορκίας μάρτυρα, την οποία αυτοί διέπραξαν ως και τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία το δικαστήριο ουσίας συνήγαγε την κρίση ότι αυτός προκάλεσε στους λοιπούς την απόφαση να τελέσουν την πράξη αυτή ως επίσης διαλαμβάνεται ότι όλοι οι αναιρεσείοντες γνώριζαν ότι εκείνα που κατετέθησαν ενόρκως ήταν ψευδή. Εξάλλου, από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι το Δικαστήριο ουσίας έλαβε υπόψη του όλα τα έγγραφα που αναφέρονται σε αυτά μεταξύ των οποίων και α) την υπ' αριθ. 3511/ 2005 απόφαση του Β' Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης β) την υπ' αριθ. 151/2002 διάταξη του Εισαγγελέα εφετών Θεσσαλονίκης και γ) την υπ' αριθ. πρωτ. ... έκθεση ατυχήματος της επιθεώρησης Εργασίας της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Κιλκίς.
Συνεπώς οι περί του αντιθέτου αιτιάσεις των αναιρεσειόντων είναι αβάσιμες και οι περί του αντιθέτου εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' ΚΠΔ λόγος αναίρεσης περί ελλείψεως ειδικής αιτιολογίας και εσφαλμένης εφαρμογής του νόμου, ήτοι των άνω άρθρων και εκ πλαγίου, είναι αβάσιμοι. Όθεν οι υπό κρίση αναιρέσεις πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμες και καταδικαστούν οι αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος Ψ και στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει τις υπ' αριθ. 584/9-11-2009 αναιρέσεις των Χ1, κατοίκου ..., Χ2 , κατοίκου ... και Χ3, κατοίκου ... που περιελήφθησαν στο αυτό δικόγραφο, για αναίρεση της 3254/2009 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Θεσσαλονίκης.

Καταδικάζει τους αναιρεσείοντες στη δικαστική δαπάνη του πολιτικώς ενάγοντος Ψ εκ πεντακοσίων (500) ευρώ. Και Επιβάλλει σε κάθε αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 19 Μαρτίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 23 Απριλίου 2010.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή