Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Απόπειρα, Κλοπή, Συνέργεια.
Περίληψη:
Απλή συνέργεια σε απόπειρα κλοπής. Αίτηση αναιρέσεως κατά καταδικαστικής αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου για την άνω πράξη, για έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου. Απορρίπτεται η αίτηση αναιρέσεως διότι κατά τις παραδοχές της προσβαλλόμενης αποφάσεως υπό τα γενόμενα δεκτά ότι αποδείχθηκαν πραγματικά περιστατικά, η συμμετοχή του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου συνίστατο στο ότι κατόπτευε τον χώρο έξω από το κατάστημα εντός του οποίου είχε εισέλθει ο αυτουργός που επιχειρούσε πράξεις δηλωτικές αρχής εκτελέσεως της κλοπής προκειμένου σε περίπτωση προσεγγίσεως τρίτου στον χώρο να ενημερώσει ο αναιρεσείων τον αυτουργό της κύριας πράξεως και από τα περιστατικά αυτά η συμπεριφορά του κατηγορουμένου προέκυπτε ότι έγινε δεκτό ότι συνιστούσε απλή συνέργεια στην κλοπή σε απόπειρα, από παραδρομή δε τέθηκε στο σκεπτικό και στο διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως πριν από τη λέξη απλή και η λέξη άμεση δοθέντος και ότι μεταξύ των διατάξεων που αναφέρονται στο περί ποινής σκεπτικό της άνω αποφάσεως ότι είναι αυτές με βάση τις οποίες προβλέπεται και τιμωρείται η πράξη για την οποία κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος αναγράφεται το άρθρο 47 ΠΚ.
ΑΡΙΘΜΟΣ 393/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές:, Θεοδώρα Γκοϊνη Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Ανδρέα Ξένο-Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Ιανουαρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κατσιρώδη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Καλυψώ Γούλα, περί αναιρέσεως της 2336/2009 αποφάσεως Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και του αναιρεσείοντος -κατηγορούμενου ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 11 Ιουνίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 923/09.
Αφού άκουσε
Την πληρεξούσια δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 372 παρ. 1 ΠΚ όποιος αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα τιμωρείται με φυλάκιση τριών μηνών και αν το αντικείμενο της κλοπής είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της κλοπής απαιτείται αφαίρεση με θετική ενέργεια του δράστη, από την κατοχή άλλου κινητού πράγματος προς το σκοπό της παράνομης δηλαδή χωρίς δικαίωμα, ιδιοποίησης του. Η έννοια της κατοχής εκφράζει τη φυσική εξουσίαση κάποιου προσώπου σε σχέση με ένα πράγμα. Έτσι το έγκλημα της κλοπής θεωρείται τετελεσμένο ευθύς ως εκείνος που αφαίρεσε το ξένο πράγμα από την κατοχή του άλλου, θέσει αυτό ολοκληρωτικά στη δική του φυσική εξουσία έστω και για ελάχιστο χρόνο. Περαιτέρω σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 42 παρ. 1 ΠΚ, όποιος, έχοντας αποφασίσει να εκτελέσει κακούργημα ή πλημμέλημα, επιχειρεί πράξη που περιέχει τουλάχιστον αρχή εκτελέσεως, τιμωρείται αν το κακούργημα ή πλημμέλημα δεν ολοκληρώθηκε, με ποινή ελαττωμένη (άρθρο 83). Το έγκλημα της κλοπής μπορεί να τελεσθεί και με τη μορφή της απόπειρας, όταν ο δράστης τελεί πράξη που συνιστά αρχή εκτέλεσης. Ακόμη, σύμφωνα με το άρθρο 46 παρ. 1β ΠΚ, με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται, όποιος με πρόθεση παρέσχε άμεση συνδρομή στο δράστη κατά την εκτέλεση της κυρίας πράξεως. Για τη θεμελίωση άμεσης συνέργιας, πρέπει, με βάση τον περιορισμένο παρακολουθηματικό χαρακτήρα της συμμετοχής η κύρια πράξη του αυτουργού να είναι άδικη και να πληροί τα αντικειμενικά στοιχεία και να παρέχεται από αυτόν που παρέχει την άνω συνδρομή άμεση εκ δόλου υποστήριξη της κύριας πράξεως με άμεσα προς αυτήν συνδεόμενη βοηθητική ενέργεια στο έγκλημα που διαπράττει ο αυτουργός έτσι ώστε χωρίς αυτήν να μην είναι δυνατή μετά βεβαιότητος η διάπραξη του εγκλήματος υπό τις περιστάσεις που τελέσθηκε.
Κατά τη διάταξη δε του άρθρου 47 παρ. 1 ΠΚ όποιος εκτός από την περίπτωση της παρ. 1 στοιχ. β του προηγουμένου άρθρου παρείχε με πρόθεση σε άλλον οποιαδήποτε συνδρομή πριν από την τέλεση ή κατά την τέλεση της αδίκου πράξεως που διέπραξε τιμωρείται με ποινή ελαττωμένη (άρθρο 83). Για τη στοιχειοθέτηση επομένως απλώς συνέργειας απαιτείται οποιαδήποτε συνδρομή υλική ή ψυχική, θετική ή αποθετική, που παρέχεται στον αυτουργό ορισμένης αξιοποίνου πράξεως πριν από την τέλεση αυτής ή κατά την τέλεση της, εφόσον εκείνος που την παρέχει με θετική ή αρνητική μορφή ενεργεί από πρόθεση και ειδικότερα με τον οικείο δόλο που απαιτείται για τον αυτουργό αυτής.
Εξάλλου η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 και 139 του Κ.Ποιν.Δ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία η έλλειψη της οποίας, ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ'λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ' αυτήν, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα προκύψαντα από την αποδεικτική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού της αποφάσεως με το διατακτικό της, που αποτελούν ενιαίο σύνολο, δεν υπάρχει δε, ειδικότερα, έλλειψη αιτιολογίας και στην περίπτωση που αυτή εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, το οποίο όμως περιέχει, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, και πραγματικά με βαθμό πληρότητας τέτοιο που να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού της. Τέλος εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως που ιδρύει που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε του Κ.Ποιν.Δ λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως υφίσταται όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στην εφαρμοσθείσα διάταξη αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Αρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, από τι η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 2336/2009 απόφαση του κατ'εφεση δικάσαντος Τριμελούς Εφετείου Θεσασλονίκης ο ήδη αναιρεσέιων κηρύχθηκε ένοχος και του επιβλήθηκε ποινή φυλακίσεως τριών (3) μηνών ανασταλείσα επί τριετία για παράβαση τιμωρούμενη από τα άρθρα 1, 14, 18, 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1, 42 παρ. 1, 47, 83, 372 παρ. 1α ΠΚ και ειδικότερα, κατά τα αναφερόμενα στο διατακτικό της για το ότι: Στην Θεσσαλονίκη στις 4/2/2007, με πρόθεση παρέσχε άμεση απλή συνδρομή στο συγκατηγορούμενό του ..., κατά την από μέρους του τελευταίου τέλεση της πράξεως της απόπειρας κλοπής, πραχθείσης επί καταστήματος - ταβέρνας, κείμενου στην οδό ..., ιδιοκτησίας ..., αφού, ειδικότερα κατά το χρόνο που ο προαναφερόμενος επιχειρούσε την πράξη του αυτή, ο ίδιος παρέμενε, έξωθι του κατά τα άνω καταστήματος και κατόπτευε την περιοχή, προκειμένου να ειδοποιήσει τον αυτουργό συγκατηγορούμενό του για τυχόν προσεγγίζοντα άτομα. Στο αιτιολογικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως το δικαστήριο που την εξέδωσε δέχθηκε ότι από τις καταθέσεις των μαρτύρων της κατηγορίας που εξετάσθηκαν στο Δικαστήριο αυτό, την ανάγνωση των πρακτικών της πρωτοβάθμιας δίκης, καθώς και των εγγράφων που αναφέρονται στα πρακτικά της δίκης αυτής και την απολογία του κατηγορουμένου στο ακροατήριο αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος κατά τον αναφερόμενο στο διατακτικό τόπο και χρόνο με πρόθεση παρέσχε άμεση απλή συνδρομή στον συγκατηγορούμενό του ...., κατά την από μέρους του τελευταίου τέλεση της απόπειρας κλοπής στο κατάστημα ταβέρνα στην οδό ...., ιδιοκτησίας ...., και ειδικότερα, κατά το χρόνο που ο προαναφερόμενος επιχειρούσε την πράξη αυτή, ο ίδιος παρέμενε έξωθι του άνω καταστήματος και κατόπτευε την περιοχή προκειμένου να ειδοποιήσει τον αυτουργό συγκατηγορούμενο του για τυχόν προσεγγίζοντα άτομα. Επομένως πρέπει να κηρυχθεί ένοχος της πράξεως που του αποδίδεται όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσας.
Με αυτές τις παραδοχές στο σκεπτικό και στο διατακτικό της, που αλληλοσυμπλήρωνονται, η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει την επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα και τον Κ.Ποιν.Δ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία για καθόσον εκτίθενται σ' αυτήν τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της απλής συνέργειας και κλοπή για το οποίο καταδικάσθηκε ο ήδη αναιρεσείων κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι συλλογισμοί με βάση τους οποίους έγινε υπαγωγή τους στις εφαρμοσθείσες ποινικές διατάξεις των άρθρων 1, 14, 18, 26 παρ. 1α 27 παρ. 1, 42 παρ. 1, 47, 51, 53, 83, 372 παρ. 1α ΠΚ τις οποίες ορθώς εφήρμοσε χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου. Οι περί του αντιθέτου αιτιάσεις του αναιρεσείοντος κρίνονται αβάσιμες, καθόσον, από το σύνολο των παραδοχών της προσβαλλομένης αποφάσεως, σαφώς προκύπτει ότι το Εφετείο σαφώς δέχθηκε ότι η μορφή της συμμετοχικής δράσεως αυτού (να προσέχει έξω από την ταβέρνα μην πλησιάσει κάποιος τρίτος για να ειδοποιήσει τον εντός αυτής αυτουργό της άνω αξιοποίνου πράξεως) ήταν εκείνη της απλής συνέργειας, των περί της οποίας σχετική διάταξη του ΠΚ (άρθρο 47) ρητώς παρέθεσε στις εφαρμοσθείσες διατάξεις η δε παράθεση στο σκεπτικό και στο διατακτικό της λέξεως "άμεση" πριν από την λέξη "απλή" κατά τον χαρακτηρισμό του είδους της συνέργειας του αναιρεσείοντος κατά το χαρακτηρισμό του είδους της συνέργειας του αναιρεσείοντος οφείλεται σε γραφική παραδρομή. Αβάσιμες είναι οι αιτιάσεις του αναιρεσείοντος κατά το μέρος που αφορούν στην επανάληψη του διατακτικού της προσβαλλομένης αποφάσεως του σκεπτικό δεν συνεπάγονται ότι στερείται αυτή της επιβαλλόμενης κατά τα προαναφερθέντα αιτιολογίας εφόσον παρατίθενται στο διατακτικό με πληρότητα τα απαιτούμενα περιστατικά για τη στοιχειοθέτηση αντικειμενικώς και υποκειμενικώς υποστάσεως της αξιόποινου πράξεως για την οποία καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος και ειδικότερα την από πρόθεση παροχή υλικής συνδρομής εκ μέρους αυτού στο αυτουργό της κλοπής, κατά την τέλεση των αποτελουσών αρχή εκτελέσεως αυτής πράξεως. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρ. 583 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 11-6-2009 αίτηση του ...για αναίρεση της 2336/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 17 Φεβρουαρίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 25 Φεβρουαρίου 2010.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ