Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1692 / 2008    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Αγορανομικός Κώδικας.




Περίληψη:
Άρθρο 30 § 2 Αγορανομικού Κώδικος (Ν. 136/1946). Μετά την κατάργηση της § 2 του άρθρου 36 Ν. 136/1946 ισχύει η § 1 του άρθρου 36 που ορίζει ποιοι τιμωρούνται ως αυτουργοί. Όχι αγορανομικώς υπεύθυνος. Έλλειψη αιτιολογίας όταν δεν αναφέρει ότι είναι κύριος, διευθυντής, επόπτης καταστήματος εργοστασίου κλπ. Έλλειψη αιτιολογίας όταν δεν αναφέρει κατ’ είδος τα αποδεικτικά μέσα. Αναιρεί δια τις άνω ελλείψεις. Παραπέμπει.





Αριθμός 1692/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


Ε' Ποινικό Τμήμα


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Ηρακλή Κωνσταντινίδη), Χαράλαμπο Δημάδη, ορισθέντα με την υπ'αριθμο 54/2008 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Απριλίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Βλάσση (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης ....... , που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Πλάτωνα Νιάδη, περί αναιρέσεως της 7726/2007 αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης.
Το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα-κατηγορούμενη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 8 Μαΐου 2007 αίτησή της, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 898/2007.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατ'άρθρον 30 παρ.2 του Αγορανομικού Κώδικος (ΝΔ 136/1946) τιμωρείται με φυλάκιση ή χρηματική ποινή ή δι'αμφοτέρων των ποινών τούτων "όστις επιδιώκει ή επιτυγχάνει υπερβολικόν κέρδος καθ'οιονδήποτε τρόπον, ιδία δε ελλιπούς σταθμίσεως ή μετρήσεως πωλήσεως ειδών, τινών κατωτέρας ποιότητος, εις τιμήν αρμόζουσαν εις ανωτέραν ποιότητα, ατελούς εψήσεως ή παρασκευής συνυπολογισμόν βάρους περικαλύμματος, καθ' ας περιπτώσεις απαγορεύεται ούτος, ή χρήσεως περικαλλύματος βάρους ανωτέρου του δι'αγορανομικών ή άλλων διατάξεων καθωρισμένου, καθ άς περιπτώσεις επιτρέπεται ο συνυπολογισμός ούτος ή δι' οιουδήποτε άλλου τεχνάσματος...". Εξάλλου μετά την κατάργηση της παραγράφου 2 του άρθρου 36 του Αγορανομικού Κώδικος (Ν.Δ. 136/1946, όπως είχε αντικατασταθεί με το άρθρο 11 του Ν.802/1978), με το άρθρο 3 παρ.1 του Ν.1401/1983, η οποία καθιέρωνε την ποινική ευθύνη των συμβατικώς οριζομένων ως αγορανομικώς υπευθύνων των επιχειρήσεων, ισχύει η παράγραφος 1 του άνω άρθρου 36 που ορίζει ότι για κάθε αγορανομική παράβαση τελουμένη στα αναφερόμενα στη διάταξη αυτή καταστήματα, εργοστάσια και εργαστήρια, καθώς και στα δημόσια κέντρα, τιμωρούνται ως αυτουργοί "ο κύριος της επιχειρήσεως, ο διευθυντής και ο επόπτης του καταστήματος, εργοστασίων κλπ". Εξ άλλου η απαιτουμένη κατά τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ, όπως ετροποποιήθη το τελευταίο με το άρθρο 2 παρ.5 του Ν.2408/1996, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγον αναιρέσεως εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Δ' ΚΠοινΔ υπάρχει όταν, προκειμένου περί καταδικαστικής αποφάσεως, περιέχονται σ'αυτήν με πληρότητα και σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και στήριξαν την κρίση του δικαστηρίου για την συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που απεδείχθησαν, στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Ειδικά ως προς την έκθεση των αποδείξεων, αρκεί η γενική κατά είδος τους, αναφορά αυτών χωρίς να προσαπαιτείται και η ιδιαίτερη μνεία εκάστου εκ των αποδεικτικών μέσων και το προκύψαν εξ αυτού συγκεκριμένο πραγματικό περιστατικό. Τέλος η καταδικαστική απόφαση για την άνω αγορανομική παράβαση στερείται αιτιολογίας, όταν δεν εκτίθεται σ'αυτή ότι ο κατηγορούμενος είχε, κατά τον χρόνο τελέσεως της πράξεως, μία από τις τρεις ως άνω ιδιότητες, καθώς και τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία απεδείχθησαν και προσδίδουν σ'αυτόν μία από τις ιδιότητες αυτές. Στην προκειμένη περίπτωση το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Θεσσσαλονίκης με την υπ'αριθμ. 7726/2006 απόφασή του εδέχθη στο σκεπτικό "από τα αποδεικτικά μέσα που αναγράφονται στα πρακτικά της παρούσας (ότι) αποδείχθηκε και το δικαστήριο πείσθηκε ότι η κατηγορουμένη διέπραξε την αξιόποινη πράξη που της αποδίδεται και γι'αυτό πρέπει να κηρυχθεί ένοχος γιατί αποδεικνύεται ότι στη Θεσσαλονίκη την 18/12/2005 χρησιμοποίησε τέχνασμα επιδιώκοντας να εισπράξει μέσω του υποκαταστήματος που αναφέρεται στο διατακτικό υπερβολικό κέδρος, ενεργώντας υπό την ιδιότητά της ως συμβούλου του συγκεκριμένου καταστήματος", μετά ταύτα δε εκήρυξεν ένοχο την κατηγορουμένη για την αγορανομική παράβαση του άρθρου 30 παρ.2 Ν.Δ. 136/1946 και συγκεκριμένα για το ότι: Στη .... στις 18-12-2005 ως αγορανομικά υπεύθυνη και εντεταλμένη σύμβουλος του πολυκαταστήματος "......." (....... Θεσσαλονίκης) επεδίωξε και πέτυχε υπερβολικό κέρδος με τέχνασμα. Συγκεκριμένα η καταναλώτρια ..... κατήγγειλε ότι το Σάββατο 17-12-05 πήγε στο ..... στη στροφή ..... και αγόρασε παιχνίδια για τα παιδιά της. 'Ένα από αυτά το πλήρωσε 39,99 ευρώ. Την επόμενη μέρα, Κυριακή 18/12 το πήγε πίσω γιατί είχε κάποιο πρόβλημα και της έδωσαν απόδειξη επιστροφής για να αγοράσει το ίδιο ή κάποιο άλλο παιχνίδι για 29,99 ευρώ. Σε ερώτηση της γιατί η απόδειξη επιστροφής ήταν μικρότερη από την αξία που πλήρωσε της απάντησαν ότι το πρωΐ της Κυριακής είχαν αλλάξει οι τιμές και αυτό το παιχνίδι το πουλούσαν φθηνότερα. Με αυτά τον τρόπο επεδίωξε και πέτυχε η κατηγορουμένη υπερβολικό κέρδος. 'Όμως από τα ανωτέρω προκύπτει ότι το μεν δεν μνημονεύονται κατ'είδος τα αποδεικτικά μέσα που έλαβεν υπ'όψη το δικαστήριο για να καταλήξει στην καταδικαστική του κρίση, το δε ούτε στο σκεπτικό, ούτε στο διατακτικό, που αλληλοσυμπληρώνουν παραδεκτώς την αιτιολογία της αποφάσεως, αναφέρεται εάν η αναιρεσείουσα κατά τον χρόνο τελέσεως της περί ης ο λόγος αγορανομικής παραβάσεως είχε μία από τις προαναφερθείσες ιδιότητες, δηλαδή του κυρίου της επιχειρήσεως ή του διευθυντού ή του επόπτου αυτού, και τούτο αφού η μόνη αναφερομένη ιδιότης της αγορανομικώς υπευθύνου και μάλιστα αντιφατικώς στο μεν σκεπτικό ως συμβούλου του συγκεκριμένου καταστήματος, στο δε διατακτικό ως αγορανομικώς υπευθύνου-εντεταλμένου συμβούλου του πολυκαταστήματος, χωρίς να προσδιορίζεται ούτε καν η μορφή του τελευταίου, δεν μπορεί να θεμελιώσει ευθύνη της για την άνω αγορανομική παράβαση. Επομένως είναι βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός ο σχετικός λόγος αναιρέσεως εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Δ' ΚΠοινΔ, περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, να αναιρεθεί η προσβαλλομένη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση, για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές εκτός εκείνων, οι οποίοι δίκασαν (άρθρο 519 ΚΠοινΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ'αριθμ. 7726/2007 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης. Και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτηθησόμενο από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων, οι οποίοι εδίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Μαΐου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 27 Ιουνίου 2008.


Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή