Θέμα
Αποχής δήλωση.
Περίληψη:
Δήλωση αποχής από λόγους ευπρέπειας. Πότε συντρέχει τέτοια περίπτωση. Υπάρχει και όταν ο δικαστής συμμετείχε ως αναπληρωματικό μέλος της συνθέσεως του δικαστηρίου που δίκασε την υπόθεση στον πρώτο βαθμό, είχε ενεργό συμμετοχή με την ιδιότητα αυτή στην ακροαματική διαδικασία και συμμετείχε στις συνεδριάσεις του δικαστηρίου, οι οποίες διήρκησαν επί με-γάλο χρονικό διάστημα, λόγος για τον οποίο άλλωστε και συμμετείχε ως αναπληρωματικό μέλος την εκδίκαση της υποθέσεως.
Αριθμός 1998/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα - Σε συμβούλιο
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Γεώργιο Μπατζαλέξη - Εισηγητή, Χριστόφορο Κοσμίδη και Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 15 Οκτωβρίου 2009, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί της από 13 Οκτωβρίου 2009 αιτήσεως - δηλώσεως αποχής του Αρεοπαγίτου Χαράλαμπου Παπαηλιού, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1403/2009.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αθανάσιος Κονταξής εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή με αριθμό 329/14.10.2009, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Ι. Ο Αρεοπαγίτης Χαράλαμπος Παπαηλιού προέβη προς τον Πρόεδρο του Στ' Ποινικού τμήματος, στην από 13/10/2009 δήλωση αποχής με την οποία δηλοί ότι "κατά τη δικάσιμο της 20/10/2009 συζητείται ενώπιον του Στ' Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου η υπόθεση της 17ης Νοέμβρη. Στην υπόθεση αυτή υπήρξα, κατά την εκδίκασή της στον πρώτο βαθμό, αναπληρωματικό μέλος της συνθέσεως του δικαστηρίου. Και ναι μεν, δεν συνέπραξα στην έκδοση της πρωτόδικης απόφασης, ώστε να έχει εφαρμογή η διάταξη του άρθρου 14 παρ. 3 ΚΠΔ, πλην όμως για λόγους ευπρεπείας ενόψει του ότι συμμετείχα στην επ'ακροατηρίω διαδικασία, παρακαλώ να γίνει δεκτή η παρούσα δήλωση αποχής και μη συμμετοχής μου στην σύνθεση που θα εκδικάσει την εν λόγω υπόθεση ενώπιον του Στ' Ποινικού Τμήματος".
ΙΙ. Επειδή κατά τη διάταξη του άρθρου 23 παρ. 3 ΚΠΔ, τα δικαστικά πρόσωπα οφείλουν να δηλώσουν τυχόν σοβαρούς λόγους ευπρεπείας που επιβάλλουν την αποχή τους από την άσκηση των καθηκόντων τους, ακόμη και αν δεν υπάρχουν οι λόγοι που υπάγονται στα άρθρα 14 και 15 ΚΠΔ, δηλαδή και όταν συντρέχουν λόγοι ευπρεπείας που θέτουν σε αμφιβολία την ελεύθερη κρίση ή το απροκατάληπτο αυτής (βλ. Μπουρόπουλο Ερμηνεία ΚΠΔ τόμος Α' σελ. 40, ΑΠ 1919/08, ΑΠ 2651/08). Στη προκείμενη περίπτωση, ενόψει της συμμετοχής του δηλούντος στην διαδικασία στο ακροατήριο που εκδικάσθηκε η σχετική υπόθεση σε πρώτο βαθμό, είναι σαφές ότι μπορεί να τεθεί σε αμφιβολία η ελεύθερη κρίση ή το απροκατάληπτο του δικαστή αυτού.
Κατ'ακολουθίαν των προεκτεθέντων πρέπει η κρινόμενη δήλωση αποχής του Αρεοπαγίτη Χαραλάμπους Παπαηλιού να γίνει δεκτή.
Για τους λόγους αυτούς------------------
Π ρ ο τ ε ί ν ω να γίνει δεκτή η από 13/10/2009 δήλωση αποχής του Αρεοπαγίτη Χαραλάμπους Παπαηλιού και να απόσχει αυτός της εκτέλεσης των καθηκόντων του κατά την εκδίκαση της αιτήσεως αναίρεσης του μέλους της 17ης Νοέμβρη κατά της με αριθμό 2363....2663/2005, 1.......3079/2006 και 9........1301/2007 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών.
Αθήνα 14 Οκτωβρίου 2009
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Π.Παντελής
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Με την από 13-10-2009 δήλωση, η οποία απευθύνεται στον Πρόεδρο του ΣΤ' Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, ο Αρεοπαγίτης Χαράλαμπος Παπαηλιού, δηλώνει ότι σοβαροί λόγοι ευπρέπειας του επιβάλλουν να απόσχει από την άσκηση των καθηκόντων του, κατά την εκδίκαση των αιτήσεων αναιρέσεως κατηγορουμένων στην υπόθεση, γνωστή με την ονομασία ''Υπόθεση της 17 Νοέμβρη''. Η δήλωση παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, που συνεδριάζει ως συμβούλιο, κατά το άρθρο 23 παρ.4 Κ.Π.Δ. και πρέπει να εξετασθεί κατ ουσία.
2. Σύμφωνα με το άρθρο 23 παρ.3 του Κ.Π.Δ., εκτός των στο άρθρο 14 του ιδίου Κώδικα αναγραφομένων λόγων αποκλεισμού, με τη συνδρομή κάποιου των οποίων, τα δικαστικά πρόσωπα που αναφέρονται σ αυτό δεν δύνανται να ασκήσουν τα καθήκοντα τους ως και του στο επόμενο άρθρο 15 εδ.1 λόγου εξαιρέσεως, που επιβάλλει επίσης την αποχή αυτών από την ενάσκηση των καθηκόντων τους σε ορισμένη υπόθεση, περίπτωση τέτοιας αποχής εμφανίζεται επίσης και όταν σοβαροί λόγοι ευπρέπειας επιβάλλουν αυτή. Ο όρος "ευπρέπεια" περιέχει κρίση αντικειμενική, ενώ η "ευθιξία" είναι ιδιότητα του ατόμου. Η εξαντλητική απαρίθμηση των σοβαρών λόγων ευπρεπείας είναι αδύνατη γιατί, εάν και πότε υπάρχουν τέτοιοι λόγοι, είναι ζήτημα πραγματικό, για το οποίο θα κρίνει κάθε φορά το αρμόδιο Δικαστήριο ή Συμβούλιο, που επιλαμβάνεται του θέματος, κατά τις κρατούσες δεοντολογικές αντιλήψεις. Γενικά τέτοιοι λόγοι ευπρεπείας συντρέχουν, όταν η συμμετοχή του δικαστικού λειτουργού στην εκδίκαση συγκεκριμένης υποθέσεως μπορεί να δώσει αφορμή σε δυσμενές για αυτόν σχόλιο για την αντικειμενική και ανεπηρέαστη, από ο,τιδήποτε και οποιονδήποτε, διερεύνησή της, σε τρόπο ώστε να τίθεται σε αμφιβολία η ελεύθερη και μη προκατειλημμένη κρίση του. Η άποψη αυτή συμπορεύεται και με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, με την οποία καθιερώνεται ''το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη'', όχι με την έννοια της ορθότητας της απόφασης, αλλά της έγκαιρης, ουσιαστικής και αδιάβλητης υπό διαδικαστικές (δικονομικές) εγγυήσεις, διεξαγωγής της δίκης, ώστε να είναι δυνατή η αντικειμενική αναζήτηση της αλήθειας και η έγκαιρη και αποτελεσματική προστασία του διαδίκου. Μία από τις εγγυήσεις αυτές είναι η ανεξαρτησία και αμεροληψία του δικαστηρίου, το οποίο λειτουργεί σύμφωνα με τον εθνικό νόμο και αποφαίνεται επί της βασιμότητας της ποινικής κατηγορίας αν πρόκειται για ποινική υπόθεση (Βλ. ''Η προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου στην Ευρώπη'', επιμέλεια Στ. Ματθία, Έκδοση ΔΣΑ 2006, σελ. 65,66 όπου και παράθεση σχετ. νομολογίας ΕΛΔΑ σε σελ. 75-77). Κατά την νομολογία αυτή η αντικειμενική αμεροληψία επιβάλλει να μην επιλαμβάνεται ο ίδιος δικαστής της εκδίκασης μιας υπόθεσης σε περισσότερα διαδικαστικά στάδια (βλ. άρθρο 14 ΚΠΔ). Έτσι ο δικαστής που είχε συμπράξει στην έκδοση απόφασης του εφετείου κατά της οποίας ασκήθηκε αναίρεση αποκλείεται να δικάσει την ίδια υπόθεση ως μέλος του Αρείου Πάγου, λόγω της στο μεταξύ προαγωγής του. Ο αυτός ως άνω λόγος ευπρέπειας, με την προαναφερθείσα έννοια, συντρέχει και όταν ο δικαστής μετείχε στη σύνθεση του δικαστηρίου, ως κληρωθέν αναπληρωματικό μέλος, παρακολούθησε την ακροαματική διαδικασία και είχε ενεργό συμμετοχή στη συζήτηση της υποθέσεως, χωρίς βέβαια να συμμετάσχει στην διάσκεψη και έκδοση της αποφάσεως. Τούτο δε διότι, με την συμμετοχή του στην αποδεικτική και μη διαδικασία και των όσων έλαβαν χώρα κατ αυτή, την αντιμετώπιση των ζητημάτων διαδικαστικών και μη, που προέκυψαν κατά την εκδίκαση της υποθέσεως και των συζητήσεων που επακολούθησαν επ αυτών, έχει μορφώσει γνώμη για τα περισσότερα των θεμάτων που τέθηκαν ή ανέκυψαν κατά την διαδικασία, τα οποία αντιμετωπίστηκαν και δόθηκαν σ αυτά οι κατά περίπτωση λύσεις. Οι ανωτέρω αναφερθείσες εγγυήσεις του κατ άρθρο 6 της ΕΣΔΑ δικαιώματος σε ''δίκαιη δίκη'' και συνακόλουθα το συμφέρον της δικαιοσύνης και η διασφάλιση του κύρους της, για τον ανωτέρω λόγο, επιβάλλουν να μη μετέχει ο εν λόγω δικαστής της συνθέσεως δικαστηρίου που πρόκειται να εκδικάσει την υπόθεση, μεταγενεστέρως, κατόπιν ασκήσεως ενδίκου μέσου κατά της αποφάσεως που εκδόθηκε επ αυτής. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα διαδικαστικά έγγραφα της γνωστής με το όνομα ''Υπόθεση 17 Νοέμβρη'' υποθέσεως, ενώπιον του παρόντος Ποινικού τμήματος του Αρείου Πάγου εκκρεμούν προς εκδίκαση, κατά την δικάσιμο της 20-10-2009, οκτώ (8) αιτήσεις αναιρέσεως των κατηγορουμένων ... και ..., ..., ..., ..., ... και ... κατά των 2463/2005 κλπ. με τελευταία την 1301/2007 αποφάσεων του 5μελούς Εφετείου Αθηνών. Κατά την εκδίκαση της υποθέσεως στον πρώτο βαθμό ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, που διήρκεσε επί πολλούς μήνες, συμμετείχε, ως κληρωθέν αναπληρωματικό μέλος, της συνθέσεως, ο τότε εφέτης και νυν Αρεοπαγίτης του ΣΤ' Ποινικού Τμήματος Χαράλαμπος Παπαηλιού, ο οποίος παρακολούθησε μέρος της ακροαματικής διαδικασίας και είχε ενεργό συμμετοχή σ αυτήν. Η υπόθεση αυτή εκδικάσθηκε σε δεύτερο βαθμό και κατά των ανωτέρω αποφάσεων του 5μελούς Εφετείου ασκήθηκαν οι ως άνω αιτήσεις αναιρέσεως.
Συνεπώς, στην παρούσα περίπτωση, ναι μεν δεν υπάρχει λόγος που να επιβάλλει ευθέως τον αποκλεισμό κατ άρθρο 14 παρ. 3 ΚΠΔ του εν λόγω δικαστικού λειτουργού από την εκτέλεση των καθηκόντων του στην ανωτέρω υπόθεση, υφίστανται όμως, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην ανωτέρω νομική σκέψη, σοβαροί λόγοι ευπρέπειας, κατά την διάταξη του άρθρου 23 παρ.3 Κ.Π.Δ., όπως αυτή αναλύθηκε ανωτέρω, που επιβάλλουν, για τους εκεί εκτιθέμενους λόγους, να απόσχει από την άσκηση των καθηκόντων του κατά την εκδίκαση των ως άνω αιτήσεων αναιρέσεως.
Συνεπώς η δήλωσή του πρέπει να γίνει δεκτή, κατά το διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Δέχεται την από 13-10-2009 δήλωση αποχής του αρεοπαγίτη Χαράλαμπου Παπαηλιού. Αποφαίνεται ότι ο ανωτέρω δικαστικός λειτουργός δεν θα συμμετάσχει στην σύνθεση του ΣΤ' Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, που θα εκδικάσει, κατά τη δικάσιμο της 20-10-2009, τις από 19-6-2008 οκτώ (8) αιτήσεις αναιρέσεως των κατηγορουμένων ..., ... και ..., ..., ..., ..., ... και ... κατά των 2463/2005 κλπ. με τελευταία την 1301/2007 αποφάσεων του 5μελούς Εφετείου Αθηνών.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 15 Οκτωβρίου 2009. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 16 Οκτωβρίου 2009.- Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ