Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1547 / 2010    (Β, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Υφαρπαγή ψευδούς βεβαίωσης, Πλαστογραφία, Ηθική αυτουργία.




Περίληψη:
Καταδικαστική απόφαση για ηθική αυτουργία πλαστογραφίας μετά χρήσεως και υφαρπαγή ψευδούς βεβαιώσεως. Απορρίπτει λόγο αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.




Αριθμός 1547/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

B' Ποινικό Τμήμα Διακοπών

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Μπιχάκη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Δημητρούλα Υφαντή, Αικατερίνη Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά, Δημήτριο Κράννη και Βασίλειο Φράγγο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 3 Σεπτεμβρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Κολιοκώστα και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ουρανία Πολύζου, περί αναιρέσεως της με αριθμό 10044/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 29 Μαρτίου 2010 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 553/2010. Με πολιτικώς ενάγοντα το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδος, που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα και που στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Χρονόπουλο.

Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 216 παρ. 1 του ΠΚ, όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον, σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Η χρήση του εγγράφου από αυτόν θεωρείται επιβαρυντική περίπτωση. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της πλαστογραφίας, απαιτείται αντικειμενικώς μεν η κατάρτιση από τον υπαίτιο εγγράφου, το οποίο να είναι αντικειμενικά πρόσφορο να παράγει με τη χρήση του έννομες συνέπειες, που το εμφανίζει ότι καταρτίστηκε από άλλον ή η νόθευση γνησίου εγγράφου, υποκειμενικώς δε δόλος που περιλαμβάνει τη γνώση και τη θέληση των πραγματικών περιστατικών που απαρτίζουν την πράξη αυτή και ο σκοπός του υπαιτίου να παραπλανήσει με τη χρήση του πλαστού ή νοθευμένου εγγράφου άλλον για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, δηλαδή, δημιουργία, κατάργηση ή μεταβίβαση προστατευόμενου από το νόμο δικαιώματος, οι οποίες μπορεί να αφορούν τον παραπλανώμενο ή τρίτο. Εξάλλου, κατά το άρθρο 220 παρ. 1 περ. α' του ΠΚ, όποιος πετυχαίνει με εξαπάτηση να βεβαιωθεί σε δημόσιο έγγραφο αναληθώς περιστατικό που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες....τιμωρείται με φυλάκιση τριών μηνών μέχρι δυο ετών, αν δεν τιμωρείται βαρύτερα, κατά τις διατάξεις, για την ηθική αυτουργία. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως απαιτείται αντικειμενικώς μεν η, με εξαπάτηση του δημόσιου υπαλλήλου, με οποιαδήποτε, δηλαδή, απατηλή ενέργεια του δράστη, εξαιτίας της οποίας παρασύρεται ο υπάλληλος από ευπιστία ή και αμέλεια του, σε βεβαίωση ψευδούς περιστατικού που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, υποκειμενικώς δε δόλος που συνίσταται στη θέληση να προκαλέσει ο δράστης την ψευδή βεβαίωση, και στη γνώση ότι το βεβαιούμενο σε δημόσιο έγγραφο περιστατικό είναι αναληθές και μπορεί να έχει έννομες συνέπειες για τον εαυτό του είτε για άλλον τρίτο. Ενώ δημόσιο έγγραφο, κατά το άρθρο 438 του ΚΠολΔ, που έχει εφαρμογή και στην περιοχή του ποινικού δικαίου, το άρθρο 13γ του ΠΚ προσδιορίζει την έννοια του, είναι εκείνο που έχει συνταχθεί από τον καθύλη, και κατά τόπο αρμόδιο δημόσιο υπάλληλο και είναι προορισμένο για εξωτερική κυκλοφορία προς πλήρη απόδειξη κάθε γεγονότος που βεβαιώνεται με αυτό έναντι πάντων. Περαιτέρω από τη διάταξη του άρθρου 46 παρ. 1 εδ. α' του ΠΚ, κατά την οποία "με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται επίσης: α) όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε" προκύπτει, ότι για την ύπαρξη ηθικής αυτουργίας, η οποία είναι νοητή και επί αγνώστου φυσικού αυτουργού, εφόσον υπάρχουν περιστατικά που συνδέουν το άγνωστο πρόσωπο του αυτουργού με τον ηθικό αυτουργό, απαιτείται, αντικειμενικώς, η πρόκληση από τον ηθικό αυτουργό σε κάποιον άλλον της αποφάσεως να τελέσει ορισμένη πράξη, η οποία συγκροτεί την αντικειμενική υπόσταση ορισμένου εγκλήματος, την οποία και τέλεσε. Η πρόκληση της αποφάσεως αυτής μπορεί να γίνει, αφού ο νόμος δεν ορίζει, με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο, όπως με προτροπές (δηλαδή με παρακίνηση ή παρόρμηση ή ενθάρρυνση) και παραινέσεις (δηλαδή με συμβουλές κλπ), πειθώ και φορτικότητα ή με εκμετάλλευση της επιβολής στο φυσικό αυτουργό, λόγω υπηρεσιακής εξαρτήσεως. Υποκειμενικός δε απαιτείται δόλος του ηθικού αυτουργού, δηλαδή, ηθελημένη πρόκληση της απόφασης για την διάπραξη από τον άλλο της αντικειμενικής υποστάσεως ορισμένου εγκλήματος με θέληση και γνώση η αποδοχή της συγκεκριμένης εγκληματικής πράξεως. Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία που απαιτείται κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, η έλλειψη της οποίας ιδρύει του από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, όταν εκτίθενται σ' αυτή με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο σχετικά με τα υποκειμενικά και αντικειμενικά στοιχεία του εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα, γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από το καθένα απ' αυτά, από τα οποία αποδείχθηκαν τα περιστατικά αυτά καθώς και οι συλλογισμοί με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στις εφαρμοσθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις. Στην περίπτωση της ηθικής αυτουργίας για την πληρότητα της αιτιολογίας πρέπει να αναφέρονται ο τρόπος και τα μέσα με τα οποία ο ηθικός αυτουργός προκάλεσε στη συγκεκριμένη περίπτωση στον αυτουργό την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε καθώς και τα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία το δικαστήριο συνήγαγε ότι ο ηθικός αυτουργός παρήγαγε με τον τρόπο και τα μέσα αυτά στο φυσικό αυτουργό την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε. Ειδικώς, για το δόλο που απαιτείται για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης της ηθικής αυτουργίας, δεν απαιτείται ιδιαίτερη αιτιολογία, γιατί αυτός ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος, στο οποίο παρακινεί ο ηθικός αυτουργός το φυσικό αυτουργό και εξυπακούεται ότι υπάρχει στην πραγμάτωση των περιστατικών αυτών. Η αιτιολογία της απόφασης παραδεκτά συμπληρώνεται από το διατακτικό της, μαζί με το οποίο αποτελεί ενιαίο σύνολο. Στην προκείμενη περίπτωση από την προσβαλλόμενη υπ' αριθ. 10.044/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, που δίκασε κατ' έφεση, προκύπτει ότι ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος κηρύχθηκε ένοχος για τις αξιόποινες πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε πλαστογραφία μετά χρήσεως και της υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως και του επιβλήθηκε συνολική ποινή φυλακίσεως επτά (7) μηνών, ανασταλείσα. Στην αιτιολογία της αποφάσεως αυτής που προκύπτει από την αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού και του διατακτικού της αναφέρονται ότι από τα μνημονευόμενα σ'αυτή κατ' είδος αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκαν, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη, περί τα πράγματα κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα: Ο εναγόμενος, ο οποίος είναι απόφοιτος της Ανώτερης Δημόσιας Σχολής Εμπορικού Ναυτικού ... και κάτοχος αδείας ασκήσεως επαγγέλματος λογιστή φοροτεχνικού Γ' τάξεως, θέλοντας να αποκτήσει τέτοια άδεια Α' τάξεως, με πειθώ και φορτικότητα παρέπεισε άγνωστο άτομο να καταρτίσει το εξ αρχής πλαστό ως προς όλα τα στοιχεία του υπ' αριθμ.... πτυχίο του Τμήματος Λογιστικής του Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος ..., σύμφωνα με το οποίο εφέρετο ότι δήθεν ο κατηγορούμενος είχε παρακολουθήσει και είχε λάβει στις 26.1.1990 το Πτυχίο του Τμήματος Λογιστικής της Σχολής Διοίκησης και Οικονομίας του Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος ..., με βαθμό 6,9, θέτοντας ως ημερομηνία εκδόσεως του εν λόγω πλαστού τίτλου σπουδών την 20.2.1990, καθώς επίσης κάτω από τις ενδείξεις "Ο Προϊστάμενος του Τμήματος" και "Ο Πρόεδρος του Τ.Ε.Ι" ολογράφως τα ονοματεπώνυμα των ..., Προϊσταμένου και Προέδρου του Τμήματος και του Τ.Ε.Ι., αντίστοιχα, καθώς επίσης κατ' απομίμηση τις υπογραφές αυτών, προέβη δε στην πράξη αυτή με σκοπό να πείσει τα μέλη της Κεντρικής Διοίκησης του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος για γεγονός που είχε έννομες συνέπειες, ήτοι ότι ήταν πράγματι κάτοχος του ως άνω πτυχίου του Τ.Ε.Ι. ..., το οποίο αποτέλεσε απαραίτητη προϋπόθεση μεταξύ άλλων για τη λήψη αδείας ασκήσεως επαγγέλματος φοροτεχνικού - λογιστή Α', ενώ το αληθές ήταν ότι αυτός ουδέποτε είχε φοιτήσει στην ως άνω Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας του Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος ... (Τμήμα Λογιστικής). Στη συνέχεια, ο κατηγορούμενος εν γνώσει της πλαστότητας του ανωτέρω τίτλου σπουδών προσκόμισε αυτόν μαζί με την υπ' αριθμ. πρωτ. 16977/17.12.2002 αίτησή του στο Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος και πέτυχε με εξαπάτηση να εκδοθεί στο όνομά του η υπ' αριθμ. ... άδεια λογιστή-φοροτεχνικού Α', χωρίς να συντρέχουν στο πρόσωπό του οι νόμιμες προϋποθέσεις εκδόσεώς της, αφού, όπως προαναφέρθηκε, το υπ' αριθμ. ... πτυχίο του Τμήματος Λογιστικής του Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος ... ήταν πλαστό. Από την προσκομισθείσα και αναγνωσθείσα έκθεση γραφολογικής γνωμοδότησης που διενεργήθηκε από τον δικαστικό γραφολόγο ..., προκύπτει ότι το πλαστό πτυχίο που παραπάνω αναφέρθηκε καθώς και το κείμενο και υπογραφή της αίτησης δεν έχουν γραφεί και υπογραφεί από τον κατηγορούμενο. Ο τελευταίος όμως, δεν εξήγησε πειστικά για ποιό λόγο είχε αναθέσει τη διαδικασία αυτή της εκδόσεως της αδείας λογιστή - φοροτεχνικού Α' σε τρίτο πρόσωπο ονόματι..., όπως ισχυρίσθηκε αν αυτό το κατάρτισε και αν είχε συμφέρον εν αγνοία του να προβεί σε κατάρτιση του ανωτέρω πλαστού εγγράφου. Συνδρομή δε των στοιχείων της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως του αδικήματος του άρθρου 217 ΠΚ (πλαστογραφία πιστοποιητικών) δεν συντρέχει εν προκειμένω, γιαυτό και πρέπει ν' απορριφθεί ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου περί μεταβολής της κατηγορίας". Με αυτά που δέχθηκε το Δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των εγκλημάτων για τα οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς υπαγωγής τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 27 παρ.1, 46 παρ. 1 εδ. α', 216 παρ. 1 και 220 παρ. ... του Π.Κ., τις οποίες ορθώς ερμήνευσε και δεν παρεβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου. Η ειδικότερη αντίθετη αιτίαση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν εκθέτει τα μέσα και τον τρόπο με τα οποία έπεισε τον άγνωστο αυτουργό να τελέσει την άδικη πράξη της πλαστογραφίας, την οποία τέλεσε, είναι αβάσιμη, διότι στο σκεπτικό αναφέρονται τα μέσα που χρησιμοποίησε ο κατηγορούμενος αναιρεσείων με την παραδοχή ότι "με πειθώ και φορτικότητα παρέπεισε άγνωστο άτομο...." στοιχεία επαρκή για την αιτιολόγηση της καταδικαστικής κρίσεως και η δεύτερη αιτίαση του κατηγορουμένου ότι το Δικαστήριο δεν απήντησε αιτιολογημένα στον προβληθέντα ισχυρισμό του "της μεταβολής της κατηγορίας σε πλαστογραφία πιστοποιητικού κατ' άρθρο 217 ΠΚ" πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος διότι το Δικαστήριο αν και δεν όφειλε να απαντήσει στον άνω αόριστο αυτοτελή ισχυρισμό διέλαβε, μετά τις παραδοχές περί τελέσεως των άνω πράξεων, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία με την παραδοχή "Συνδρομή των στοιχείων της αντικειμενικής και υποκειμενικής υποστάσεως του αδικήματος του άρθρου 217 ΠΚ (πλαστογραφία πιστοποιητικών) δεν συντρέχει εν προκειμένω".
Κατόπιν αυτών, ελλείψει έτερου λόγου αναιρέσεως προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η ένδικη αίτηση και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ) και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος (άρθρα 176, 583 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 29.3.2010 αίτηση του Χ περί αναιρέσεως της υπ'αριθ. 10044/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ και στη δικαστική δαπάνη του πολιτικώς ενάγοντος εκ πεντακοσίων (500) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 24 Σεπτεμβρίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 24 Σεπτεμβρίου 2010.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή