Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Δυσφήμηση συκοφαντική, Ανώνυμη εταιρία.
Περίληψη:
Συκοφαντική Δυσφήμηση Ανωνύμου Εταιρείας. Καταδικαστική απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου. Γίνεται δεκτή η αίτηση αναιρέσεως κατά παραδοχή των λόγων αναιρέσεως α) για έλλειψη της επιβαλλόμενης αιτιολογίας και β) για εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου, ελλείψει παραθέσεως από το δικαστήριο της ουσίας στην προσβαλλόμενη απόφαση περιστατικών από τα οποία να συνάγεται ότι ήταν ψευδές το καταγγελθέν στις 20/7/2004 από τον κατηγορούμενο γεγονός που αφορούσε παράνομη κατάληψη αιγιαλού από εγκατάσταση της ξενοδοχειακής - τουριστικής επιχείρησης της εγκαλούσας πολιτικώς ενάγουσας ξενοδοχειακής εταιρείας που δεν προέκυπτε μόνον με βάση την κατά το παρελθόν προ δεκαετίας ιδιότητά του ως διευθυντή των ξενοδοχειακών μονάδων που διαχειριζόταν η πολιτικώς ενάγουσα εταιρεία χωρίς να προκύπτει πότε και με ποιο τρόπο πληροφορήθηκε αυτός αλλά μεταγενέστερα έγγραφα και δικαστικές αποφάσεις που λήφθηκαν υπόψη από το Τριμελές Πλημ/κείο ως αποδεικτικά μέσα για το ότι ήταν αναληθή όσα με την επίμαχη καταγγελία του ισχυρίσθηκε, για τη θέση του αναψυκτηρίου ενός των ξενοδοχείων της πολιτικώς ενάγουσας ανώνυμης εταιρείας εντός του αιγιαλού.
Αριθμός 1975/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αιμιλία Λίτινα, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτης, ως αρχαιότερο μέλος στη σύνθεση και σύμφωνα με την 101/21-7-2010 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ανδρέα Τσόλια, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Ανδρέα Ξένο-Εισηγητή, σύμφωνα με την 104/21-7-2010 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 19 Οκτωβρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Τζαγκουρνή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση
του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Απόστολο Κοκόλια, για αναίρεση της υπ'αριθ.78/2010 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Ηρακλείου.
Με πολιτικώς ενάγουσα την Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία "Ψ Α.Ε." που εδρεύει στα ... και εκπροσωπείται νόμιμα και που στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Κοτύλια. Το Τριμελές Πλημ/κείο Ηρακλείου με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 12 Μαρτίου 2010 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 479/2010.
Αφού άκουσε Τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των παρ.1 και 3 του άρθρου 364 Π.Κ. που αναφέρονται περιοριστικώς στην ανώνυμη εταιρεία, και προστατεύει την οικονομική και επιχειρηματική οντότητα, τη φήμη και επαγγελματική πίστη του νομικού προσώπου της, προκύπτει ότι για την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της δυσφήμησης ανώνυμης εταιρείας, που είναι έγκλημα αφηρημένης διακινδυνεύσεως διάφορο της συκοφαντικής δυσφημήσεως του φυσικού προσώπου, απαιτείται, εκτός των άλλων, όπως το υπό του υπαιτίου, με οποιονδήποτε τρόπο, ενώπιον τρίτου, δια ισχυρισμού ή διαδόσεως ανακοινούμενο γεγονός, να αφορά είτε στις επιχειρήσεις ή στην οικονομική κατάσταση ή γενικά στις εργασίες της εταιρείας είτε στα πρόσωπα που τη διευθύνουν ή την διοικούν και περαιτέρω να είναι το γεγονός αυτό πρόσφορο να βλάψει την εμπιστοσύνη του κοινού στην εταιρεία και εν γένει στις επιχειρήσεις της, χωρίς να προσαπαιτείται και η επέλευση βλάβης αυτής. Ως γεγονός θεωρείται κάθε συγκεκριμένο συμβάν του εξωτερικού κόσμου, παρελθόν ή παρόν, που υποπίπτει στις αισθήσεις και είναι δεκτικό αποδείξεως καθώς και κάθε συμπεριφορά ή συγκεκριμένη σχέση που αναφέρεται στο παρελθόν ή το παρόν και υποπίπτει στις αισθήσεις και αντίκειται στην ηθική και την ευπρέπεια. Ως ισχυρισμός ο οποίος επιβάλλεται να γίνεται ενώπιον τρίτου, θεωρείται η ανακοίνωση που προέρχεται ή από ίδια πεποίθηση ή από μετάδοση από τρίτο πρόσωπο. Για την υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφημήσεως της ανώνυμης εταιρείας απαιτείται δόλος άμεσος, ο οποίος συνίσταται στην ηθελημένη ενέργεια του ισχυρισμού ή της διαδόσεως ενώπιον τρίτου του ως άνω γεγονότος και στη γνώση ότι τούτο είναι ψευδές και μπορεί να βλάψει την εμπιστοσύνη του κοινού στην εταιρεία και γενικά στις επιχειρήσεις της.
Εξ'άλλου η κατά το άρθρο 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ. απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ'του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως υπάρχει, όταν, προκειμένου περί καταδικαστικής αποφάσεως, εκτίθενται σε αυτήν με πληρότητα σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία αποδείχθηκαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των δεκτών γενομένων πραγματικών περιστατικών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Ειδικώς για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της συκοφαντικής δυσφημήσεως, απαιτείται για την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της αποφάσεως ως προς τον άμεσο δόλο να εκτίθεται στην καταδικαστική απόφαση από ποια πραγματικά περιστατικά προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος γνώριζε το ψευδές του γεγονότος που ισχυρίσθηκε ή διέδωσε για το νομικό πρόσωπο της ανώνυμης εταιρείας. Ως προς τις αποδείξεις δε, αρκεί αυτές να αναφέρονται στην απόφαση κατ'είδος, χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποιους ή ποια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε η κάθε παραδοχή. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο.
Τέλος κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε' Κ.Ποιν.Δ., λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως, υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σε αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πράγματι έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται, όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στην εφαρμοσθείσα διάταξη, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στον συνδυασμό σκεπτικού και διατακτικού και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ηρακλείου, που δίκασε ανεκκλήτως κατά τα άρθρα 121 εδαφ.α' και 502 παρ.3 Κ.Ποιν.Δ., με την προσβαλλόμενη απόφαση του, όπως προκύπτει από το συνδυασμό του σκεπτικού με το διατακτικό της, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, από τα κατ'είδος αναφερόμενα αποδεικτικά μέσα ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Στο ... την 20 Ιουλίου 2004 με αφορμή τη συζήτηση στο Δήμο ... αιτήσεως χορηγήσεως αδειών ίδρυσης και λειτουργίας καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος της εταιρείας με την επωνυμία "Ψ Α.Ε.Τουριστικών και Ξενοδοχειακών Επιχειρήσεων" που εδρεύει στα ..., εκπροσωπούμενη από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου και Διευθύνοντα Σύμβουλο αυτής Α και η οποία διαχειριζόταν στα ξενοδοχεία "Κ" και "Κ" συνέταξε και υπέβαλε προς τον παραπάνω Δήμο την με ίδια ημερομηνία αναφορά-καταγγελία, την οποία κοινοποίησε προς τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου, τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ηρακλείου και το Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας Κρήτης, στην οποία μεταξύ άλλων ανέγραφε ότι το αναψυκτήριο του "Κ" βρισκόταν σε σημείο που υπάρχει κατάληψη δημοσίου κτήματος (αιγιαλού). Το περιστατικό όμως αυτό ήταν ψευδές και ο κατηγορούμενος τελούσε εν γνώσει της αναληθείας, καθόσον αυτός ως πρώην διευθυντής των ξενοδοχείων της παραπάνω εταιρείας κατά το χρονικό διάστημα από το έτος 1980 έως 1994, οπότε και απολύθηκε γνώριζε ότι ο νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρείας Α1, είχε απαλλαγεί της κατηγορίας της παράνομης κατοχής δημοσίου κτήματος και της αυθαίρετης μεταβολής αιγιαλού, στον ίδιο χώρο, με τις με αριθμούς 2296α/1999 και 3264/2000 αποφάσεις του Α'Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ηρακλείου και την με αριθμό 515/1999 απόφαση του Β'Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ηρακλείου και επίσης ότι η υπό ημερομηνία 21 Ιουνίου 2001 αναφορά του με αντικείμενο την κατάληψη αιγιαλού εκ μέρους του εγκαλούντα είχε τεθεί από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ηρακλείου στο αρχείο κατ'άρθρο 43 Κ.Ποιν.Δ. και είχε εγκριθεί από τον Εισαγγελέα Εφετών Κρήτης με την υπ'αριθμό 682/14-11-2003 πράξη του. Ακόμη, ο κατηγορούμενος γνώριζε ότι στον επίδικο χώρο, κατά τα έτη 2003 και 2004 είχαν διενεργηθεί τρείς αυτοψίες, από υπαλλήλους της κτηματικής Υπηρεσίας, χωρίς να διαπιστωθεί κατάληψη δημοσίου κτήματος ή μεταβολή αιγιαλού όπως αναγράφονται στα με αριθμούς ... έγγραφα. Τα ψευδή αυτά περιστατικά που έλαβαν γνώση τρίτοι και μάλιστα υπάλληλοι του Δήμου ..., της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών και της Περιφέρειας Κρήτης, μπορούσαν να βλάψουν την εμπιστοσύνη του κοινού στην εταιρεία και γενικά στις επιχειρήσεις της. Επομένως, ο κατηγορούμενος πρέπει να κηρυχθεί ένοχος της αποδιδόμενης σ'αυτόν πράξεως σύμφωνα με το κατηγορητήριο, απορριπτόμενου του αυτοτελούς ισχυρισμού του περί του ότι προέβη στην πράξη του αυτή από δικαιολογημένο ενδιαφέρον ως μέτοχος της Α.Ε., αφού πρόκειται περί συκοφαντικής δυσφημήσεως Α.Ε. δεδομένου ότι τα όσα παραπάνω ισχυρίστηκε ήταν ψευδή, τελούσε εν γνώσει του ψεύδους τους από τον τρόπο που ενήργησε (καταγγελία προς τα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου, Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ηρακλείου και Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας Κρήτης) προκύπτει σκοπός που κατευθύνεται ειδικά στην προσβολή της Α.Ε. και του νομίμου εκπροσώπου της....Με τις σκέψεις και παραδοχές αυτές το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ηρακλείου κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο της πράξεως της συκοφαντικής δυσφημήσεως ανώνυμης εταιρείας (Π.Κ.364 παρ.1 και 3) και τον κατεδίκασε σε φυλάκιση δέκα (10) μηνών, ανασταλείσα επί τρία έτη.
Με αυτά που δέχθηκε το δικάσαν Τριμελές Πλημμελειοδικείο δεν διέλαβε στο σκεπτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως σε συνδυασμό με το διατακτικό της την επιβαλλομένη κατά τα προαναφερθέντα ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Και τούτο καθόσον ενώ την κρίση του ότι ήταν ψευδές αυτό που αναφέρεται στην υποβληθείσα από 20-7-2004 καταγγελία στην οποία προέβη ο ήδη αναιρεσείων περί του ότι η καταληφθείσα έκταση από την εγκαλούσα-πολιτικώς ενάγουσα εταιρεία ήταν εντός της ζώνης του αιγιαλού, το δικαστήριο της ουσίας στήριξε αποκλειστικά την κρίση του αυτήν α)στις αναφερόμενες αθωωτικές αποφάσεις του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ηρακλείου β)στην από 21 Ιουνίου 2001 αναφορά του κατηγορουμένου προς τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ηρακλείου με την κατάληψη αιγιαλού από την επιχείρηση που εκμεταλλευόταν η ίδια ως άνω ξενοδοχειακή τουριστική εταιρεία και γ)στις κατά τα έτη 2003 και 2004 διενεργηθείσες τρείς αυτοψίες από υπαλλήλους της Κτηματικής Υπηρεσίας του δημοσίου στο .... Δεν αναφέρει όμως το Δικαστήριο στην προσβαλλόμενη απόφασή του ούτε τις παραδοχές των ως άνω αθωωτικών αποφάσεων ούτε το περιεχόμενο της παραπάνω από 21-6-2001 αναφοράς ούτε και το περιεχόμενο των εκθέσεων των αναφερομένων ότι διενεργήθηκαν αυτοψιών όσον αφορά το ζήτημα πόση ήταν η έκταση που φέρεται ότι είχε καταληφθεί από την πολιτικώς ενάγουσα τουριστική και ξενοδοχειακή εταιρεία καθώς και σε ποιο σημείο του αιγιαλού είχε γίνει η κατάληψή του από την εν λόγω εταιρεία προς εξυπηρέτηση λειτουργίας της επιχειρήσεως που διαχειριζόταν και εκμεταλλευόταν, προκειμένου να ελεγχθεί αν συνέπιπτε ή έκταση αιγιαλού που αφορούσαν οι προαναφερθείσες αθωωτικές αποφάσεις, η από 21-6-2001 αναφορά του ήδη αναιρεσείοντος προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ηρακλείου και οι παραπάνω εκθέσεις αυτοψίας με την έκσταση του αιγιαλού που αναφέρεται στην επίμαχη από 20-7-2004 καταγγελία του ήδη αναιρεσείοντος ότι κατελήφθη από το υπαίθριο αναψυκτήριο της επιχείρησης της εγκαλούσας-πολιτικώς ενάγουσας ανώνυμης εταιρείας.
Επίσης η παραδοχή στην προσβαλλομένη απόφαση όσον αφορά την γνώση από τον ήδη αναιρεσείοντα της αναληθείας όσων με την επίδικη καταγγελία του ισχυρίσθηκε για τη θέση του αναψυκτηρίου του ξενοδοχείου Κ εντός του αιγιαλού, δημιουργεί κενά και ασάφεια. Δεν παραθέτει το δικαστήριο της ουσίας περιστατικά από τα οποία να συνάγεται η γνώση του ψεύδους του κρισίμου ως άνω γεγονότος, αφού δεν αναφέρει εάν ο ήδη αναιρεσείων στις παραπάνω αθωωτικές για τον νόμιμο εκπρόσωπο της ήδη εγκαλούσας-πολιτικώς ενάγουσας ανώνυμης εταιρείας αποφάσεις του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ηρακλείου είχε συμμετοχή είτε ως μηνυτής ή ως πολιτικώς ενάγων και έτσι δεν προκύπτει πότε και κατά ποίο τρόπο έμαθε αυτός (αναιρεσείων) το περιεχόμενο και το αποτέλεσμα αυτών των αποφάσεων. Επι πλέον δεν διευκρινίζεται στην απόφαση που αναιρεσιβάλλεται ο τρόπος που πληροφορήθηκε ο κατηγορούμενος το αποτέλεσμα των τριών αυτοψιών των υπαλλήλων της Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου και το χρονικό σημείο που έλαβε γνώση των διαπιστώσεων κάθε μιας από τις αυτοψίες για να δύναται να ελεγχθεί εάν πριν από τον κρίσιμο χρόνο υποβολής της παραπάνω καταγγελίας του προς τον Δήμο ... ήταν αυτός ενήμερος για την πραγματική κατάσταση και αν είχε ασφαλή γνώση για όσα ισχυρίσθηκε ως προς τη θέση του αναψυκτηρίου του "Κ" σε σχέση με τον αιγιαλό. Δεν αιτιολογείται δε επαρκώς το απαιτούμενο για την πληρότητα της υποκειμενικής υποστάσεως της πράξεως για την οποία καταδικάσθηκε ο ήδη αναιρεσείων στοιχείο της γνώσεως της αναληθείας των όσων ισχυρίσθηκε με την προαναφερθείσα καταγγελία του στον Δήμο ... με την παραδοχή από το δικαστήριο της ουσίας ότι ο αναιρεσείων είχε διατελέσει κατά το χρονικό διάστημα από το έτος 1980 έως 1994, οπότε και απολύθηκε, διευθυντής των ξενοδοχείων της πολιτικώς ενάγουσας ανώνυμης εταιρείας, χωρίς αναφορά άλλης ιδιότητάς του κατά τον κρίσιμο χρόνο τελέσεως της αξιοποίνου πράξεως για την οποία κηρύχθηκε ένοχος από την οποία να συνάγεται σαφώς η γνώση από αυτόν της αναληθείας όσων ισχυρίσθηκε με την από 20-7-2004 καταγγελία του.
Από τις παραπάνω ελλείψεις και ασάφειες της προσβαλλομένης αποφάσεως ως προς την αιτιολόγηση του αναληθούς του περιστατικού που ισχυρίσθηκε ο αναιρεσείων και αφορούσε την επιχείρηση του ξενοδοχείου που διαχειριζόταν η πολιτικώς ενάγουσα ανώνυμη εταιρεία και ως προς την γνώση εκ μέρους του της αναληθείας αυτών που ισχυρίσθηκε κατά τα ανωτέρω και έβλαπταν την εμπιστοσύνη του κοινού στην εν λόγω ανώνυμη εταιρεία και τις εργασίες της, έπεται ότι είναι βάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ'και Ε'σχετικοί λόγοι αναιρέσεως για έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου.
Μετά ταύτα, παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων αναιρέσεως, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση και να αναιρεθεί στο σύνολο η προσβαλλομένη απόφαση, περαιτέρω δε να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, που την εξέδωσε, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 Κ.Ποιν.Δ.)
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 78/2010 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ηρακλείου. Και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Νοεμβρίου 2010.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 16 Δεκεμβρίου 2010.
Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ