Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 665 / 2015    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Πλαστογραφία και χρήση (πλαστού εγγράφου).




Περίληψη:
Πλαστογραφία με χρήση Κακ/κή κατ'εξακολ. - κατ'επαγγελμα+ συνήθεια.
Απορρίπτει Αίτηση.
1. Αβάσιμοι οι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ και Ε'του ΚΠΔ, λόγοι αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, ως προς ενοχή και την απόρριψη αυτοτελούς ισχυρισμού του κατ/νου για παραγραφή και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης.

2. Ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α'του ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, λόγω παράνομης παράστασης της πολιτικώς ενάγουσας, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι είναι αμέσως από τις άνω πλαστογραφίες παθούσα, εκτός από τους δανειστές, και η άνω παραστάσα πολιτικώς ενάγουσα εταιρεία « Τειρεσίας ΑΕ », καθόσον η χρήση των πλαστών αυτών εγγράφων και η παράνομη διαγραφή προσώπων από τον τηρούμενο υπ'αυτής σχετικό κατάλογο προσώπων με μειωμένη φερεγγυότητα, πλήττουν το κύρος και την αξιοπιστία αυτής στην αγορά και της επέφεραν εκ τούτου ηθική βλάβη.




ΑΡΙΘΜΟΣ 665/2015

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Παναγιώτη Ρουμπή, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο-Εισηγητή, Ιωάννη Γιαννακόπουλο, Βασίλειο Καπελούζο και Πάνο Πετρόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 13 Μαΐου 2015, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Καραγιάννη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Α. Ρ. του Β., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Περικλή Σταυριανάκη, περί αναιρέσεως της 4134/2013 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών και με πολιτικώς ενάγουσα την Ανώνυμη Εταιρεία με την επωνυμία "ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΑΕ" και το διακριτικό τίτλο "Τειρεσίας ΑΕ", που εδρεύει στο ... και εκπροσωπείται νόμιμα και που στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξουσία δικηγόρο της Ευσταθία Τομπουλίδη.
Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 22 Δεκεμβρίου 2014 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 67/2015.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης,

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρο 216 παρ. 1 του ΠΚ, ορίζεται ότι "Όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Η χρήση του εγγράφου από αυτόν θεωρείται επιβαρυντική περίπτωση". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της πλαστογραφίας, απαιτείται, αντικειμενικά μεν, η απαρχής κατάρτιση εγγράφου από τον υπαίτιο, ο οποίος το εμφανίζει ότι καταρτίστηκε από άλλον ή η νόθευση γνήσιου εγγράφου, δηλαδή η αλλοίωση της έννοιας του περιεχομένου του, υποκειμενικά δε, δόλος, που περιλαμβάνει τη γνώση και θέληση των πραγματικών περιστατικών, τα οποία απαρτίζουν την πράξη και περαιτέρω, σκοπός του υπαίτιου (υπερχειλής δόλος) να παραπλανήσει με τη χρήση του πλαστού ή νοθευμένου εγγράφου άλλον, για γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες, οι οποίες αναφέρονται στην παραγωγή, διατήρηση, μεταβολή, μεταβίβαση ή απόσβεση δικαιώματος ή έννομης σχέσης ή κατάστασης, δημόσιας ή ιδιωτικής φύσης. Οι πιο πάνω πράξεις της πλαστογραφίας λαμβάνουν κακουργηματικό χαρακτήρα, κατά τη διάταξη της παρ. 3 του ιδίου ως άνω άρθρου του ΠΚ, μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 14 παρ. 2α, β του ν. 2721/1999, αν ο υπαίτιος αυτών των πράξεων (της πλαστογραφίας και χρήσεως πλαστού ή νοθευμένου εγγράφου), σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον, ή σκόπευε να βλάψει άλλον, οπότε τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών, εάν το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των είκοσι πέντε εκατομμυρίων (25.000.000) δραχμών (73.000 ευρώ) και ήδη 120.000 ευρώ (το ποσό των 120.000 ορίστηκε με την παρ. 1β του άρθρου 25 του ν. 4055/2012). Με την ίδια ποινή τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος και ο υπαίτιος που διαπράττει πλαστογραφίες κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό παράνομο περιουσιακό όφελος που επιδίωξε o υπαίτιος, ή αντίστοιχη συνολική ζημία που προκλήθηκε, υπερβαίνει το ποσό των 15.000 ευρώ και ήδη 30.000 ευρώ (το νέο ποσό των 30.000 αναπροσαρμόστηκε με την παρ. 2α του άρθρου 25 του ιδίου ως άνω ν. 4055/2012). Για τη στοιχειοθέτηση κακουργηματικής πλαστογραφίας δεν είναι αναγκαίο η περιουσιακή μετακίνηση να είναι άμεσα συνδεδεμένη με αυτήν, με την έννοια ότι θα πρέπει να επέρχεται ευθέως και αμέσως δια μόνης της υλικής πράξης της κατάρτισης ή νόθευσης εγγράφου. Αρκεί ότι το όφελος ή η περιουσιακή ζημία έχουν ενταχθεί στον επιδιωκόμενο σκοπό και στο εν γένει με την πλαστογραφία παραπλανητικό σχέδιο του δράστη και με την κατάρτιση του πλαστού εγγράφου διαμορφώνονται οι όροι και προϋποθέσεις για να υπάρξει στη συνέχεια η δυνατότητα έστω και με την παρεμβολή άλλων ενεργειών του δράστη, χρονικώς επομένων της κατάρτισης του πλαστού εγγράφου, να επέλθει το σκοπηθέν όφελος ή η περιουσιακή ζημία. Οι τυχόν επιπρόσθετες και επόμενες ενέργειες του δράστη δεν αναιρούν το πρόσφορο της πλαστογραφίας να επιφέρει το περιουσιακό όφελος ή την περιουσιακή ζημία την οποία επιδιώκει ο δράστης, αφού κατά την έννοια της ερμηνευόμενης διατάξεως για τη θεμελίωση του αξιοποίνου, ο νόμος απέβλεψε όχι στην αμεσότητα της ενέργειας του δράστη σε σχέση με το αποτέλεσμα της περιουσιακής βλάβης ή του οφέλους, αλλά στην αμεσότητα του κινδύνου τον οποίο ενέχει αυτή καθ’ εαυτή η υλική πράξη της πλαστογραφίας έστω και αν πρέπει να ακολουθήσει ενδεχομένως και περαιτέρω ενέργεια αυτού, η οποία ουσιαστικώς ενεργοποιεί τον κίνδυνο της επέλευσης του οφέλους ή της βλάβης. Περί των ανωτέρω, τέλος, συνηγορεί και το γεγονός ότι στην πλαστογραφία υπό οποιαδήποτε μορφή (κατάρτιση πλαστού ή νόθευση γνησίου εγγράφου) η διαβάθμιση του αξιοποίνου της, διαπλάσσεται στον νόμο ως έγκλημα σκοπού και με αυτήν, δια της συστηματικής εντάξεώς της στο περί τα υπομνήματα κεφάλαιο του ΠΚ, σκοπείται η ασφάλεια και ακεραιότητα των εγγράφων συναλλαγών και όχι των περιουσιακών δικαίων (ΑΠ Ολ 3/2008). Με τη διάταξη του άρθρου 13 στοιχ. στ’ του ΠΚ, ορίζεται ότι "κατ’ επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης της πράξης προκύπτει σκοπός του δράστη για πορισμό εισοδήματος", ενώ ‘ ‘ κατά συνήθεια τέλεση του εγκλήματος συντρέχει, όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητας του δράστη". Από την τελευταία διάταξη προκύπτει ότι για τη συνδρομή της επιβαρυντικής περιστάσεως της τελέσεως εγκλήματος κατ’ επάγγελμα απαιτείται αντικειμενικά μεν επανειλημμένη τέλεση αυτού, χωρίς απαραιτήτως να έχει προηγηθεί και καταδίκη του δράστη, υποκειμενικά δε σκοπός αυτού να πορισθεί εισόδημα από την επανειλημμένη τέλεση του συγκεκριμένου εγκλήματος. Επίσης κατ’ επάγγελμα τέλεση συντρέχει και όταν η αξιόποινη πράξη τελείται για πρώτη φορά, όχι όμως ευκαιριακά αλλά βάσει σχεδίου, δηλαδή όταν από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης και την οργανωμένη ετοιμότητά του με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως, προκύπτει σκοπός αυτού για πορισμό εισοδήματος. Για τη συνδρομή, όμως, της επιβαρυντικής περιστάσεως της τελέσεως του εγκλήματος κατά συνήθεια, απαιτείται οπωσδήποτε επανειλημμένη τέλεση αυτού, από την οποία να προκύπτει σταθερή ροπή του δράστη προς τη διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητας του. Δεν συντρέχει, λοιπόν, κατά συνήθεια τέλεση όταν η αξιόποινη πράξη τελείται για πρώτη φορά. Ακόμη, κατά τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 98 του ΠΚ, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 2721/1999, η αξία του αντικειμένου της πράξεως και η περιουσιακή βλάβη ή το περιουσιακό όφελος που προκύπτουν από την κατ’ εξακολούθηση τέλεση του εγκλήματος λαμβάνονται συνολικά υπόψη, αν ο δράστης απέβλεπε με τις μερικότερες πράξεις στο αποτέλεσμα αυτό. Στις περιπτώσεις αυτές, ο ποινικός χαρακτήρας της πράξεως προσδιορίζεται με βάση τη συνολική αξία του αντικειμένου και τη συνολική βλάβη ή το συνολικό περιουσιακό όφελος που ανάλογα με το έγκλημα επήλθε ή σκοπήθηκε. Στοιχειοθετείται δε αντικειμενικά χρήση πλαστού εγγράφου, όταν ο κατηγορούμενος καταστήσει προσιτό το πλαστό έγγραφο αυτό στον μέλλοντα να παραπλανηθεί από το περιεχόμενο αυτού τρίτον και δώσει σ’ αυτόν την δυνατότητα να λάβει γνώση του περιεχομένου του, χωρίς να απαιτείται και να λάβει γνώση πράγματι ή να παραπλανηθεί ο τρίτος.
Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, κ.λπ.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας.
Περαιτέρω, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του ΚΠΔ, και η εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία συντρέχει όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν κάνει σωστή υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών που δέχθηκε ως αληθή στη διάταξη που εφήρμοσε, αλλά και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται το συνδυασμό αιτιολογικού και διατακτικού και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, για το οποίο πρόκειται, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη με αρ. 4134/2013 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών , η αναιρεσείουσα δικηγόρος κηρύχθηκε ένοχος, κατά πλειοψηφία (4-1), από κοινού με την συγκατηγορουμένη της αστυνομικό υπάλληλο Α. Κ., κακουργηματικής πλαστογραφίας με χρήση, τελεσθείσας κατ’ επάγγελμα, κατά συνήθεια και κατ’ εξακολούθηση, με όφελος συνολικού ποσού 39.000 ευρώ και αντίστοιχη ζημία, ήτοι άνω των 30.000 ευρώ, με το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ.2 εδάφ. α’ του ΠΚ, και τους επιβλήθηκε συνολική ποινή καθείρξεως πέντε (5) ετών σε καθεμία, μετατραπείσα σε χρηματική προς πέντε (5) ευρώ την ημέρα. Όπως προκύπτει από το αιτιολογικό της πλειοψηφούσας γνώμης του δικαστηρίου σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης με αρ. 4134/2013 αποφάσεως, το δικάσαν Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, μετά την ανάλυση του νομικού μέρους της υποθέσεως, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερομένων κατ’ είδος αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί πραγμάτων κρίση του, κατά πιστή μεταφορά τα εξής πραγματικά περιστατικά: "Από τις καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν νομότυπα στο Δικαστήριο τούτο και περιλαμβάνονται στα πρακτικά, την ανάγνωση των πρακτικών της πρωτοβάθμιας δίκης, καθώς και των εγγράφων που αναφέρονται στα πρακτικά, την απολογία της παρούσας κατηγορουμένης και την όλη αποδεικτική διαδικασία, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Η εγκαλούσα και πολιτικώς ενάγουσα εταιρία με την επωνυμία "Τραπεζικά Συστήματα Πληροφοριών Ανώνυμη Εταιρεία" και το διακριτικό τίτλο "Τειρεσίας " έχει ως σκοπό την προαγωγή και προστασία του θεσμού της πίστης και την εξυγίανση των οικονομικών συναλλαγών, επεξεργάζεται στοιχεία των συναλλαγών και της πιστοληπτικής ικανότητας των συναλλασσόμενων που καταχωρεί σε αρχείο, στο οποίο έχουν πρόσβαση μόνο τράπεζες, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, εταιρίες διαχείρισης πιστωτικών καρτών και φορείς του Δημοσίου. Η δεύτερη κατηγορούμενη Α. Ρ., δικηγόρος Αθηνών, ευρισκόμενη κατά τους επίδικους χρόνους σε δύσκολη οικονομική κατάσταση, επειδή είχε τεθεί σε προσωρινή παύση από το δικηγορικό λειτούργημα, κατέστρωσε και έθεσε σε εφαρμογή εγκληματικό σχέδιο παράνομου πλουτισμού. Ειδικότερα ασχολούμενη επαγγελματικά με τη διαγραφή δυσμενών οικονομικών στοιχείων, που διάφορα άτομα είχαν στην εταιρία με την επωνυμία "Τραπεζικά Συστήματα Πληροφοριών Ανώνυμη Εταιρεία" και το διακριτικό τίτλο " Τειρεσίας", και γνωρίζοντας πολύ καλά τη λειτουργία του συστήματος της πολιτικώς ενάγουσας εταιρίας κατά το χρονικό διάστημα από 22 Αυγούστου 2001 έως 29 Σεπτεμβρίου 2003 υπέβαλε ως πληρεξούσια και για λογαριασμό των Α. Κ., Σ. Μ., Χ. Μ., Σ. Λ., Ζ. Σ., Α. Β. και Π. Μ., που ήσαν οφειλέτες από συναλλαγματικές, επιταγές και διαταγές πληρωμής, αιτήσεις αυτών, στις οποίες επισύναψε πλαστές υπεύθυνες δηλώσεις του νόμου 1599/1986, στις οποίες δηλώνονταν ανακριβώς και με πλαστογράφηση της υπογραφής των δανειστών ότι είχαν εξοφληθεί τα ως άνω αξιόγραφα και διαταγές πληρωμής, προκειμένου να επιτύχει τη διαγραφή των ως άνω οφειλετών από το σύστημα καταγραφής οφειλετών της εταιρίας " Τειρεσίας Α.Ε.". Την πλαστογραφία των ανωτέρω εγγράφων η κατηγορούμενη Α. Ρ. τέλεσε με πρόθεση και μετά από συναπόφαση από κοινού με την πρώτη κατηγορούμενη Α. Κ., αρχιφύλακα της ΕΛ.ΑΣ., η οποία υπηρετούσε ως αστυνομικός υπάλληλος στο Τμήμα Μεταγωγών Δικαστηρίων Πειραιά και η οποία προέβαινε στη "θεώρηση" του γνήσιου της υπογραφής των δανειστών. Ειδικότερα αποδεικνύεται ότι οι κατηγορούμενες με περισσότερες από μία πράξεις, που συνιστούν εξακολούθηση ενός και του αυτού εγκλήματος, προκειμένου να επιτύχουν την παραπλάνηση των αρμόδιων υπαλλήλων της πολιτικώς ενάγουσας εταιρίας "Τ. Α.Ε.", ότι οι προαναφερόμενοι Α. Κ., Σ. Μ., Χ. Μ., Σ. Λ., Ζ. Σ., Α. Β. και Π. Μ., που όφειλαν διάφορα ποσά από αξιόγραφα και διαταγές πληρωμής, έχουν εξοφλήσει τις οφειλές τους προς τους δανειστές τους και ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τη διαγραφή τους από το αρχείο των προσώπων με μειωμένη φερεγγυότητα, ώστε εφεξής στις συναλλαγές τους με το Δημόσιο και τις τράπεζες να τυγχάνουν ευνοϊκής μεταχείρισης όσον αφορά παντός είδους χρηματοδοτήσεις, λήψεις δανείων, χορηγήσεις κάθε είδους πιστώσεων, πιστωτικών καρτών, μπλοκ επιταγών κλπ, υπέβαλαν πλαστές υπεύθυνες δηλώσεις του νόμου 1599/1986, τις οποίες κατάρτιζαν από κοινού και στις οποίες οι δανειστές φέρεται να δηλώνουν ότι οι οφειλέτες τους έχουν εξοφλήσει τη συγκεκριμένη επιταγή ή συναλλαγματική ή διαταγή πληρωμής, κατά περίπτωση, στη θέση δε "ο δηλών" έθεταν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του δανειστή και ακολούθως προέβαιναν και σε "θεώρηση" της γνησιότητας της υπογραφής "του δηλούντος", χρησιμοποιώντας προς τούτο την τετράγωνη και στρογγυλή σφραγίδα του Τμήματος Μεταγωγών Δικαστηρίων Πειραιά της ΕΛ.ΑΣ. και υπό την ένδειξη "Ο Αξιωματικός Υπηρεσίας", τις περισσότερες φορές ανέγραφαν "Κ. Ν., Ανθ/μος" και έθεταν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του, άλλες δε δύο φορές το ονοματεπώνυμο και την ιδιότητα της πρώτης των κατηγορουμένων "Α. Κ., Αρχιφύλακας" και υπέγραφε ακολούθως αυτή και με αυτόν τον τρόπο φέρεται ότι θεωρούσε το γνήσιο της υπογραφής των δανειστών που ποτέ δεν εμφανίστηκαν σ’ αυτήν. Σκοπός των κατηγορουμένων ήταν να προσπορίσουν στους εαυτούς τους παράνομο περιουσιακό όφελος, το οποίο φθάνει στο ποσό των τριάντα εννέα χιλιάδων (39.000) ευρώ, το οποίο και αποκόμισαν, αφού για κάθε αίτηση που υπέβαλαν στην " Τειρεσίας Α.Ε." λάμβαναν από τους οφειλέτες τουλάχιστον το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, συνολικά δε για τις δέκα τρεις (13) περιπτώσεις, που αναφέρονται παρακάτω το ποσό των τριάντα εννέα χιλιάδων (39.000) ευρώ [13 Χ 3.000 = 39.000]. Περαιτέρω αποδεικνύεται ότι οι κατηγορούμενες τελούν πλαστογραφίες κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, αφού διέπραξαν επανειλημμένα το έγκλημα της πλαστογραφίας, καθόσον πρόκειται για δεκατρείς (13) περιπτώσεις πλαστογραφιών, και προκύπτει σκοπός των κατηγορούμενων δραστών να πορισθούν εισόδημα από την επανειλημμένη τέλεση του, όπως και πορίσθηκαν το ποσό των 39.000 ευρώ από την κατ’ εξακολούθηση τέλεση του εγκλήματος, διαπιστώθηκε δε περαιτέρω ότι οι εν λόγω κατηγορούμενες ενήργησαν όχι ευκαιριακά αλλά βάσει πολύ καλά καταστρωμένου και εφαρμοσθέντος σχεδίου δράσης και ότι είχαν αναπτύξει αξιόλογη υποδομή με γραφεία, έγγραφα, σφραγίδες, αγορές υπεύθυνων δηλώσεων, χρησιμοποίηση του ονοματεπώνυμου συναδέλφου της πρώτης κατηγορούμενης στο Τμήμα Μεταγωγών Δικαστηρίων Πειραιά, δηλαδή του ανθυπαστυνόμου Ν. Κ., είχαν οργανωμένη ετοιμότητα με όλα τα ανωτέρω μέσα για την επανειλημμένη τέλεση της πράξης της πλαστογραφίας, από την οποία (επανειλημμένη τέλεση) προκύπτει ροπή τους προς διάπραξη του συγκεκριμένου εγκλήματος ως στοιχείο της προσωπικότητάς τους. Επομένως πρέπει κατά την πλειοψηφούσα γνώμη να απορριφθεί ο αυτοτελής ισχυρισμός της υπεράσπισης των κατηγορουμένων περί παραγραφής και να κηρυχθούν οι κατηγορούμενες ένοχες του εγκλήματος της πλαστογραφίας με χρήση κατ’ εξακολούθηση και κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια άνω των 15.000 ευρώ με το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ. 2α’ του Ποινικού Κώδικα".
Στη συνέχεια το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κήρυξε τις κατηγορούμενες έ ν ο χ ες του ότι: "(1) Οι κατηγορούμενες Α. Κ. και Α. Ρ., Δικηγόρος Αθηνών, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος κατάρτισαν πλαστά έγγραφα και έκαναν χρήση των εγγράφων αυτών, με σκοπό να παραπλανήσουν με την χρήση τους άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες. Διαπράττουν δε πλαστογραφίες κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, ενώ το συνολικό όφελος και η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 ευρώ. Ειδικότερα στην Αθήνα κατά τους παρακάτω χρόνους, κατάρτισαν, εξ υπαρχής τα κατωτέρω πλαστά έγγραφα, ήτοι υπεύθυνες δηλώσεις του άρθρου 8 του Ν.1599/86, καθώς και άλλα έγγραφα με το εξής ψευδές περιεχόμενο :
1) κατά το αμέσως προηγούμενο της 23.6.2003 χρονικό διάστημα την από 18.6.2003 υπεύθυνη δήλωση του Ε. Δ. με την οποία αυτός όντας τελευταίος κομιστής των με αριθμό ... συναλλαγματικών ποσού 1467,35 ευρώ η κάθε μία και λήξεως την 8.3.2000, 10.3.2000, 20.3.2000 και 30.3.2000 αντίστοιχα, τις οποίες είχε αποδεχθεί ο Α. Κ. φέρεται, ότι δηλώνει ότι ο τελευταίος εξόφλησε τις εν λόγω συναλλαγματικές και ουδεμία απαίτηση διατηρεί από την αιτία αυτή και κάτω από την ένδειξη ο Δηλών έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του Ε. Δ. και επιπλέον τη στρογγυλή σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - Δ/ΝΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ", καθώς και την σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ -ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ" και κάτω από την σφραγίδα αυτή στη θέση της υπογραφής έθεσαν σφραγίδα με τα στοιχεία "Α. Κ. -ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ" και την υπογραφή της τελευταίας, η με τον τρόπο αυτό φέρεται, ότι θεώρησε το γνήσιο της υπογραφής του δηλούντος.
2) Κατά το αμέσως προηγούμενο της 23.6.2003 χρονικό διάστημα την από 18.6.2003 υπεύθυνη δήλωση του Ε. Δ. με την οποία αυτός όντας τελευταίος κομιστής της με αριθμό ... επιταγής πληρωτέας επί της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος που εξέδωσε ο Α. Κ. στις 20.2.99 ποσού 1.000.000 δρχ. φέρεται ότι δηλώνει ότι ο Α. Κ. εξόφλησε την εν λόγω επιταγή και ουδεμία απαίτηση διατηρεί από την αιτία αυτή και κάτω από την ένδειξη ο Δηλών έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του Ε. Δ. και επιπλέον τη στρογγυλή σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - Δ/ΝΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ", καθώς και την σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ -ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ" και κάτω από την σφραγίδα αυτή στη θέση της υπογραφής έθεσαν σφραγίδα με τα στοιχεία "Α. Κ. -ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ" και την υπογραφή της τελευταίας, η οποία με τον τρόπο αυτό φέρεται, ότι θεώρησε το γνήσιο της υπογραφής του άνω δηλούντος.
3) κατά το αμέσως προηγούμενο της 27.6.2003 χρονικό διάστημα την από 24.6.2003 υπεύθυνη δήλωση του Α. Κ. με την οποία αυτός όντας τελευταίος κομιστής της με αριθμό ... επιταγής πληρωτέας επί της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος που εξέδωσε ο Α. Κ. την 6.2.99 ποσού 650.000 δρχ. φέρεται ότι δηλώνει ότι ο Α. Κ. εξόφλησε την εν λόγω επιταγή και ουδεμία απαίτηση διατηρεί και κάτω από την ένδειξη ο Δηλών έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του Α. Κ. και επιπλέον τη στρογγυλή σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - Δ/ΝΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ", καθώς και την σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ - ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ" και κάτω από την σφραγίδα αυτή στη θέση της υπογραφής έθεσαν σφραγίδα με τα στοιχεία "Α. Κ. - ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ" και την υπογραφή της τελευταίας, η οποία με τον τρόπο αυτό φέρεται, ότι θεώρησε το γνήσιο της υπογραφής του άνω δηλούντος.
4) κατά το αμέσως προηγούμενο της 31.7.2003 χρονικό διάστημα την χωρίς ημερομηνία υπεύθυνη δήλωση του Σ. Γ. με την οποία αυτός όντας τελευταίος κομιστής των με αριθμό ..., ... συναλλαγματικών ποσού 293,47 ευρώ η πρώτη και 586,94 ευρώ κάθε μία από τις λοιπές και λήξεως 30.8.2001, 30.1.2002, 30.3.2001, 30.4.2001, 30.12.2001, 30.11.2001 και 30.10.2001 αντίστοιχα, τις οποίες είχε αποδεχθεί ο Α. Κ. ουδέν δηλώνει και κάτω από την ένδειξη ο Δηλών έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του Σ. Γ. και επιπλέον τη στρογγυλή σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - Δ/ΝΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ", καθώς και την σφραγίδα με τις ενδείξεις. "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ - ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ" και κάτω από την σφραγίδα αυτή στη θέση της υπογραφής ανέγραψαν "Κ. Ν. - Ανθ/μος" και έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του τελευταίου, ο οποίος με τον τρόπο αυτό φέρεται, ότι θεώρησε το γνήσιο της υπογραφής του άνω δηλούντος.
5) κατά το αμέσως προηγούμενο της 29.9.2003 χρονικό διάστημα την χωρίς ημερομηνία υπεύθυνη δήλωση του Σ. Γ. με την οποία αυτός όντας τελευταίος κομιστής των προαναφερθέντων (υπό 4) με αριθμό ... ... και ... συναλλαγματικών ποσού 293,47 ευρώ η πρώτη και 586,94 ευρώ κάθε μία από τις λοιπές και λήξεως 30.8.2001, 30.1.2002, 30.12.2001, 30.11.2001 και 30.10.2001 αντίστοιχα, τις οποίες είχε αποδεχθεί ο Α. Κ. φέρεται ότι δηλώνει ότι ο τελευταίος εξόφλησε τις εν λόγω συναλλαγματικές και κάτω από την ένδειξη ο Δηλών και επιπλέον έθεσαν στρογγυλή σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - Δ/ΝΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΕΙΡΑΙΑΣ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ", καθώς και την σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ -ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ" και κάτω από την σφραγίδα αυτή στη θέση της υπογραφής ανέγραψαν "Κ. Ν. - Ανθ/μος" και έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του τελευταίου, ο οποίος με τον τρόπο αυτό φέρεται, ότι θεώρησε το γνήσιο της υπογραφής του άνω δηλούντος.
6) Κατά το αμέσως προηγούμενο της 13.8.2003 χρονικό διάστημα την από 20.6.2003 υπεύθυνη δήλωση του Ν. Δ. με την οποία αυτός όντας τελευταίος κομιστής των με αριθμό ... και ...1 ποσού 2934,70 η κάθε μία και λήξεως 30.6.2000, 30.7.2000, 30.8.2000 και 30.9.2000 αντίστοιχα, τις οποίες είχε αποδεχθεί ο Α. Κ. φέρεται ότι δηλώνει ότι ο τελευταίος εξόφλησε τις εν λόγω συναλλαγματικές και δεν υπάρχει καμμία απαίτηση και κάτω από την ένδειξη ο Δηλών έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή Ν. Δ. και επιπλέον τη στρογγυλή σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - Δ/ΝΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ", καθώς και την σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ - ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ" και κάτω από την σφραγίδα αυτή στη θέση της υπογραφής ανέγραψαν "Κ. Ν. -Ανθ/μος" και έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του τελευταίου, ο οποίος με τον τρόπο αυτό φέρεται, ότι θεώρησε το γνήσιο της υπογραφής του άνω δηλούντος.
7) κατά το αμέσως προηγούμενο της 3.7.2003 χρονικό διάστημα την από 1.7.2003 υπεύθυνη δήλωση του Ζ. Α. με την οποία αυτός φέρεται ότι δηλώνει ότι η Σ. Λ. εξόφλησε την απαίτησή του εναντίον της ύψους 765.000 δρχ. που απέρρεε από την 2/1999 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Πατρών και δεν υπάρχει καμμία απαίτηση και κάτω από την ένδειξη ο Δηλών έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του Ζ. Α. και επιπλέον τη στρογγυλή σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - Δ/ΝΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ", καθώς και την σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ - ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ" και κάτω από την σφραγίδα αυτή στη. θέση της υπογραφής τη σφραγίδα με τα στοιχεία "Α. Κ. - ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ" και την υπογραφή της τελευταίας, η οποία με τον τρόπο αυτό φέρεται, ότι θεώρησε το γνήσιο της υπογραφής του άνω δηλούντος.
8) κατά το αμέσως προηγούμενο της 1.7.2003 χρονικό διάστημα την από 30.6.2003 υπεύθυνη δήλωση του Σ. Χ. με την οποία αυτός φέρεται ότι δηλώνει ότι εξοφλήθηκε από τον Χ. Μ. η απαίτηση ύψους 2.000.000, ήτοι 5.869,41 ευρώ απορρέουσα από την ...2001 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η οποία είχε εκδοθεί κατόπιν αιτήσεως του άνω δηλούντος ενεργούντος ως πληρεξουσίου δικηγόρου της ALPHA BANK AE και κάτω από την ένδειξη ο Δηλών έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του Σ. Χ. και επιπλέον τη στρογγυλή σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - Δ/ΝΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ", καθώς και την σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ -ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ" και κάτω από την σφραγίδα αυτή στη θέση της υπογραφής ανέγραψαν "Κ. Ν. - Ανθ/μος" και έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του τελευταίου, ο οποίος με τον τρόπο αυτό φέρεται, ότι θεώρησε το γνήσιο της υπογραφής του άνω δηλούντος. 9) κατά το αμέσως προηγούμενο της 2.9.2003 χρονικό διάστημα την χωρίς ημερομηνία υπεύθυνη δήλωση του Α. Σ. με την οποία, αυτός όντας τελευταίος κομιστής της με αριθμό ... συναλλαγματικής ποσού 440,21 λήξεως 15.3.96 την οποία είχε αποδεχθεί ο Σ. Μ. φέρεται ότι δηλώνει ότι ο τελευταίος εξόφλησε την εν λόγω συναλλαγματική και ουδεμία απαίτηση διατηρεί εναντίον του ανωτέρω και κάτω από την ένδειξη ο Δηλών έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του Σ. Χ. και επιπλέον τη στρογγυλή σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - Δ/ΝΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ", καθώς και την σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ -ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ" και κάτω από την σφραγίδα αυτή στη θέση της υπογραφής ανέγραψαν "Κ. Ν. - Ανθ/μος" και έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του τελευταίου, ο οποίος με τον τρόπο αυτό φέρεται, ότι θεώρησε το γνήσιο της υπογραφής του άνω δηλούντος.
10) κατά το αμέσως προηγούμενο της 8.8.2003 χρονικό διάστημα την χωρίς ημερομηνία υπεύθυνη δήλωση της Μ. Γ. με την οποία αυτή φέρεται ότι δηλώνει ότι εξοφλήθηκε στην ίδια η υπ’ αριθμ. ...93 διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η οποία είχε εκδοθεί κατόπιν αιτήσεως της άνω δηλούσας ενεργούσας ως πληρεξούσιας δικηγόρου της CITIBANK Ν.Α. σε βάρος της Μ. Π. και κάτω από την ένδειξη ο Δηλών έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή της Μ. Γ. και επιπλέον τη στρογγυλή σφραγίδα, με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - Δ/ΝΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ", καθώς και την σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΙΑ - ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ - ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ" και κάτω από την σφραγίδα αυτή στη θέση της υπογραφής έθεσαν σφραγίδα με τα στοιχεία "Α. Κ. - ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ" και την υπογραφή της τελευταίας, η οποία με τον τρόπο αυτό φέρεται, ότι θεώρησε το γνήσιο της υπογραφής της άνω δηλούσας.
11) κατά το αμέσως προηγούμενο της 22.8.2001 χρονικό διάστημα ανέγραψαν στην οπίσθια λευκή σελίδα φωτοαντιγράφου της ...1993 διαταγής πληρωμής του δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που είχε εκδοθεί κατόπιν αιτήσεως του πληρεξουσίου δικηγόρου της ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ Ι. Μ. σε βάρος του Χ. Μ. για ποσό 17.696.047 δρχ. πλέον τόκων και εξόδων την φράση "Εξοφλήθηκε ολοσχερώς κατά κεφάλαιο τόκους και έξοδα" και κάτω από την παραπάνω ψευδή βεβαίωση περί εξόφλησης έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του Ι. Μ..
12) κατά το αμέσως προηγούμενο της 23.6.2003 χρονικό διάστημα την από 5.6.2003 υπεύθυνη δήλωση της Ε. Θ., με την οποία αυτή φέρεται ότι δηλώνει ότι ο Σ. Ζ. εξόφλησε την απαίτηση της πρώτης εναντίον του τελευταίου που απέρρεε από την ...2001 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λάρισας και δεν έχει καμμία απαίτηση από την εν λόγω διαταγή πληρωμής και κάτω από την ένδειξη ο Δηλών έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή της Ε. Θ. και επιπλέον τη στρογγυλή σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - ΝΟΜΟΣ ΠΙΕΡΙΑΣ - ΔΗΜΟΣ ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ", καθώς και την σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ ΤΟΥ ΑΝΩ ΔΗΛΟΥΝΤΟΣ - ΚΑΤΕΡΙΝΗ -Ο ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΕΙΔΙΚΗ ΕΝΤΟΛΗ" και κάτω από την σφραγίδα αυτή στη θέση της υπογραφής έθεσαν σφραγίδα με τα στοιχεία "Β. Ε." και την υπογραφή της τελευταίας, η οποία με τον τρόπο αυτό φέρεται, ότι θεώρησε το γνήσιο της υπογραφής του άνω δηλούντος.
13) κατά το αμέσως προηγούμενο της 15.6.2003 χρονικό διάστημα την από 15.6.2003 υπεύθυνη δήλωση του Ε. Ε., με την οποία αυτός φέρεται ότι δηλώνει ότι η Α. Β. εξόφλησε ολοσχερώς την απαίτηση του πρώτου εναντίον της που απέρρεε από την 15374/1993 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Ειρηνοδικείου Αθηνών και κάτω από την ένδειξη ο Δηλών έθεσαν κατ’ απομίμηση την υπογραφή του Ε. Ε. και επιπλέον τη στρογγυλή σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ - Δ/ΝΣΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΕΙΡΑΙΑ / ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ", καθώς και την σφραγίδα με τις ενδείξεις "ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ -ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ - ΤΜΗΜΑ ΜΕΤΑΓΩΓΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ - ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΓΝΗΣΙΟ ΤΗΣ ΥΠΟΓΡΑΦΗΣ -ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ" και κάτω από την σφραγίδα αυτή στη θέση της υπογραφής έθεσαν σφραγίδα με τα στοιχεία "Α. Κ. -ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ" και την υπογραφή της τελευταίας, η οποία με τον τρόπο αυτό φέρεται, ότι θεώρησε το γνήσιο της υπογραφής του άνω δηλούντος.
Των παραπάνω πλαστών εγγράφων έκαναν χρήση, αφού τα υπέβαλαν κατά το χρονικό διάστημα 22.8.2001 - 29.9.2003 στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ" και τον διακριτικό τίτλο "Τειρεσίας Α.Ε.", η οποία στο πλαίσιο του σκοπού της συνιστάμενου στην προαγωγή και προστασία του θεσμού της πίστης και την εξυγίανση των οικονομικών συναλλαγών επεξεργάζεται στοιχεία των συναλλαγών και της πιστοληπτικής ικανότητας των συναλλασσομένων, τα οποία καταχωρεί σε αρχείο στο οποίο πρόσβαση έχουν μεταξύ άλλων οι τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Ειδικότερα από κοινού οι ως άνω κατηγορούμενες υπέβαλαν στην εταιρεία "Τειρεσίας Α.Ε." στις 23.6.2003, 27.6.2003, 31.7,2003, 29.9.2003, 13.8.2003, .3.7.2003, 1.7.2003, 2.9.2003, 8.8.2003, 22.8.2001, 23.6.2003, 15.6.2003 αιτήσεις για λογαριασμό των άνω οφειλετών Κ. Α., Μ.
Σ., Μ. Χ., Α. Σ., Σ. Ζ., Μ. Π., Α. Β., επισυνάπτοντας στην μεν υποβληθείσα την 13.6.2003 αίτηση τα ανωτέρω με αριθμό 1 και 2 πλαστά έγγραφα, σε κάθε μία δε από τις άνω λοιπές αιτήσεις τα ανωτέρω με αριθμό 3 και 13 πλαστά έγγραφα αντίστοιχα, προκειμένου να διαγραφούν οι άνω οφειλέτες από το τηρούμενο στην εν λόγω εταιρεία αρχείο των προσώπων με μειωμένη φερεγγυότητα. Με τις παραπάνω πράξεις τους σκόπευαν να παραπλανήσουν τους υπαλλήλους της εταιρείας Τειρεσία Α.Ε., ότι οι άνω οφειλέτες - υποκείμενα του αρχείου της εταιρείας Τειρεσία Α.Ε. για λογαριασμό των οποίων υπέβαλαν τις παραπάνω αιτήσεις προς την εν λόγω εταιρεία εξόφλησαν τις οφειλές τους προς τους προαναφερθέντες δανειστές τους και ότι συνεπώς συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις για την διαγραφή τους από το αρχείο, ώστε στην συνέχεια καθένας από τους άνω οφειλέτες, μολονότι δεν διέθετε την πιστοληπτική ικανότητα, να λάβει από τους αποδέκτες του αρχείου, δηλαδή τις τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα πίστωση άνω των 15.000 ευρώ. Με τον τρόπο αυτό επεδίωκαν να προσπορίσουν περιουσιακό όφελος σε κάθε έναν από τους οφειλέτες άνω των 15.000 ευρώ με αντίστοιχη ζημία του πιστοδότη (αποδέκτη του αρχείου), καθώς και περιουσιακό όφελος άνω των 15.000 ευρώ σ’ αυτές τις ίδιες, αφού για κάθε αίτηση λάμβαναν ως αμοιβή από τον άνω οφειλέτη, για λογαριασμό του οποίου της υπέβαλαν μαζί με τα επισυναπτόμενα σ’ αυτήν πλαστά δικαιολογητικά το ποσό των 3.000 ευρώ, το οποίο και μοιραζόντουσαν".
Με αυτά που δέχθηκε το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών στην προσβαλλόμενη με αρ. 4134/2013 απόφασή του, διέλαβε την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ’ αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από τα μνημονευθέντα αποδεικτικά μέσα και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξεως, για την οποία καταδικάστηκε η κατηγορουμένη και ήδη αναιρεσείουσα Α. Ρ., δικηγόρος, της πλαστογραφίας μετά χρήσεως, κατ’ εξακολούθηση και κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, από την οποία το συνολικό όφελος υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ, αναφέρει τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά καθώς και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις προαναφερόμενες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις, των άρθρων 13γ, 14, 16, 17, 26 παρ.1α, 27 παρ.1α , 45, 98, 216 παρ.1 και 3 εδ. β’ ΠΚ, όπως ισχύει μετά αντικατάστασή της με το άρθρο 14 παρ. 2α, β του ν. 2721/1999 και με το άρθρο 25 παρ. 2α του ν. 4055/2012, τις οποίες ουσιαστικές διατάξεις ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε και η απόφαση δε στερείται νόμιμης βάσης. Ειδικότερα, όσον αφορά τις επί μέρους αιτιάσεις της αναιρεσείουσας, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επαρκώς αιτιολογεί και αναφέρει στο προπαρατεθέν αιτιολογικό του, συμπληρούμενο με το διατακτικό: α) την από κοινού με τη συγκατηγορουμένη της αστυνομικό υπάλληλο που θεωρούσε το γνήσιο της υπογραφής των δήθεν δηλούντων προσώπων, δανειστών, κατάρτιση πλαστών υπευθύνων δηλώσεων του άρ.8 του ν. 1599/1986, με θέση κατ’ απομίμηση των υπογραφών των δανειστών, στις οποίες και δήλωναν ότι οι οφειλέτες των δανειστών, που όφειλαν από διάφορα ποσά από αξιόγραφα και διαταγές πληρωμής, έχουν δήθεν εξοφλήσει τις οφειλές τους σε αυτούς και ότι συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις του νόμου για διαγραφή τους από το αρχείο των προσώπων με μειωμένη φερεγγυότητα "Τειρεσίας ", και συνακόλουθα αιτιολογεί το δόλο τους, που συνίστατο στην υποβολή αιτήσεων 13 περιπτώσεων πελατών τους - οφειλετών στην εταιρεία " Τειρεσίας ΑΕ " ομού με τις αντίστοιχες καταρτισθείσες πλαστές ως άνω υπεύθυνες δηλώσεις για διαγραφή από τον οικείο κατάλογο, αποκομίζουσες παράνομο όφελος 3.000 ευρώ για κάθε περίπτωση αίτησης και συνολικό ποσό 39.000 ευρώ(3.000 χ 13), β) το σκοπό της κατηγορουμένης που ήταν, δια της παραπάνω χρήσης των πλαστών εγγράφων αυτών, η παραπλάνηση των υπαλλήλων της άνω πολιτικώς ενάγουσας εταιρείας " Τειρεσίας ΑΕ ", ως προς την οικονομική κατάσταση και την φερεγγυότητα των αιτούντων οφειλετών- πελατών της, ώστε με τη διαγραφή τους από το αρχείο των προσώπων με μειωμένη φερεγγυότητα " Τειρεσίας ", να τυγχάνουν εφεξής στις συναλλαγές τους με το Δημόσιο και τις τράπεζες ευνοϊκής μεταχείρισης, όσον αφορά παντός είδους χρηματοδοτήσεις, λήψεις δανείων, χορηγήσεις κάθε είδους πιστώσεων, πιστωτικών καρτών και μπλόκ επιταγών, γ) την κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια τέλεση της εν λόγω πλαστογραφίας με χρήση, κατ’ εξακολούθηση και ότι το συνολικό όφελος που σκόπευαν και απεκόμισαν ως εισόδημα από κοινού οι δύο συγκατηγορούμενες, ανερχόταν στο συνολικό ποσό των 39.000 ευρώ, ήτοι ότι ήταν ανώτερο του ποσού των 30.000 ευρώ, άρα είχε κακουργηματικό χαρακτήρα, δ) το αιτιολογικό αποτελεί ενιαίο σύνολο με το διατακτικό και το ένα συμπληρώνει το άλλο και δεν υπάρχουν αντιφάσεις μεταξύ αιτιολογικού και διατακτικού, όσον αφορά τις 13 περιπτώσεις πλαστογραφιών των 13 πλαστών υπευθύνων δηλώσεων και των αντίστοιχων αιτήσεών τους προς την εταιρεία " Τ. ΑΕ ", ούτε όσον αφορά το ανωτέρω προαναφερθέν όφελος των κατηγορουμένων (39.000 ευρώ) και το όφελος των αιτούντων οφειλετών να λάβουν από τους αποδέκτες του αρχείου Τειρεσίας, τράπεζες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, καθένας, ποσό άνω των 15.000 ευρώ, ε) η διαφορά των περιπτώσεων πλαστών εγγράφων, αιτιολογικού (2) και διατακτικού (6), στα οποία φέρεται ότι θεωρήθηκε το γνήσιο της υπογραφής των δήθεν δηλούντων δανειστών, από τη συγκατηγορουμένη Α. Κ., Αρχιφύλακα, αντί του Ανθ/μου Ν. Κ., με απομίμηση της υπογραφής του τελευταίου, όπως και μικρές άλλες διαφορές στα στοιχεία οφειλών - συναλλαγματικών των πλαστών δηλώσεων, οφείλονται σε προφανή παραδρομή και δεν δημιουργούν καμία ασάφεια, αφού οι 13 αυτές περιπτώσεις πλαστών υπευθύνων δηλώσεων, φέρουν σε κάθε περίπτωση και πλαστές κατ’ απομίμηση υπογραφές των δηλούντων δανειστών για εξόφληση των απαιτήσεών τους από τους οφειλέτες- πελάτες των κατηγορουμένων, των οποίων ζητείτο η διαγραφή από τους καταλόγους προσώπων με μειωμένη φερεγγυότητα της εταιρείας " Τειρεσίας ΑΕ ".
Συνεπώς, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ και Ε’ του ΚΠΔ συναφείς, πρώτος και δεύτερος, λόγοι της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα των όσων προαναφέρθηκαν, ότι δηλαδή η αιτιολογία της προσβαλλομένης απόφασης δεν είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, ότι υπάρχουν αντιφάσεις που στερούν την απόφαση νόμιμης βάσης, ότι η πράξη φέρει πλημμεληματικό χαρακτήρα και έχει εξαλειφθεί το αξιόποινο και ότι έγινε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης, είναι αβάσιμοι και πρέπει να απορριφθούν.
Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 171 παρ. 2 ΚΠΔ, απόλυτη ακυρότητα, που δημιουργεί λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ του ίδιου Κώδικα, επιφέρει και η παρά το νόμο παράσταση του πολιτικώς ενάγοντος στη διαδικασία του ακροατηρίου, η οποία υπάρχει όταν δεν συντρέχουν στο πρόσωπό του οι όροι της ενεργητικής νομιμοποιήσεως για την άσκηση της πολιτικής αγωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 63 και 64 ΚΠΔ ή όταν παραβιάσθηκε η διαδικασία που έπρεπε να τηρηθεί σχετικά με τον τρόπο και το χρόνο ασκήσεως και υποβολής της κατά το άρθρο 68 ΚΠΔ. Εξάλλου, κατά το άρθρο 63 εδ α’ του ίδιου Κώδικα, η πολιτική αγωγή, με την οποία επιδιώκεται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, μπορεί να ασκηθεί στο ποινικό δικαστήριο από τα πρόσωπα που έχουν το δικαίωμα αυτό, σύμφωνα με τα άρθρα 914 και 932 ΑΚ, κατά δε το άρθρο 68 παρ. 2 ΚΠΔ, εκείνος που κατά τον Αστικό Κώδικα δικαιούται χρηματική ικανοποίηση εξαιτίας ηθικής βλάβης, μπορεί να υποβάλει την απαίτησή του στο ποινικό δικαστήριο, ωσότου αρχίσει η αποδεικτική διαδικασία, χωρίς έγγραφη προδικασία. Δικαιούχος της χρηματικής αυτής ικανοποιήσεως είναι μόνον ο φορέας του δικαιώματος ή εννόμου συμφέροντος που έχει προσβληθεί.
Συνεπώς νομιμοποιείται ενεργητικά σε άσκηση πολιτικής αγωγής οπωσδήποτε ο παθών, αλλά και κάθε άμεσα αδικηθείς και ζημιωθείς από το διωκόμενο σε βάρος συγκεκριμένου κατηγορουμένου αδίκημα, όχι όμως και ο έμμεσα αδικηθείς και ζημιωθείς. Δηλαδή πρέπει η εισαγόμενη πολιτική αξίωση αποζημιώσεως ή χρηματικής ικανοποιήσεως να έχει άμεση σχέση και δη αιτιώδη συνάφεια με την κατηγορία για την οποία ο κατηγορούμενος διώχθηκε και δικάζεται, τούτο δε κρίνεται κατά τα πραγματικά περιστατικά και το νομικό χαρακτηρισμό, όπως διατυπώνονται στο κλητήριο θέσπισμα ή στην κλήση του κατηγορουμένου και σύμφωνα με το προστατευόμενο έννομο αγαθό.
Στην προκειμένη περίπτωση, από τα παραδεκτά επισκοπούμενα πρακτικά της προσβαλλόμενης με αρ. 4134/2013 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών και τα έγγραφα της δικογραφίας, για τον έλεγχο της βασιμότητας σχετικού λόγου αναιρέσεως, προκύπτει ότι παραδεκτά στο ακροατήριο του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, δήλωσε παράσταση πολιτικής αγωγής, δια του νομίμου εκπροσώπου της, όπως είχε πράξει και στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, η ανώνυμη εταιρεία "Τειρεσίας ΑΕ", αιτήσασα χρηματική ικανοποίηση 44 ευρώ, λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη από την κρινόμενη πράξη της πλαστογραφίας που διέπραξαν οι κατηγορούμενες, πολιτική αγωγή η οποία και έγινε δεκτή ως βάσιμη και επιδικάστηκαν ως χρηματική ικανοποίηση ποσό 44 ευρώ σε βάρος καθεμίας κατηγορουμένης. Η ανωτέρω πολιτικώς ενάγουσα εταιρεία, σύμφωνα με την αξιόποινη πράξη της παραπάνω περιγραφόμενης πλαστογραφίας κατ’ εξακολούθηση, για την οποία και καταδικάστηκε η νυν αναιρεσείουσα κατηγορουμένη, παραδεκτά και νόμιμα παραστάθηκε ως πολιτικώς ενάγουσα στο εν λόγω ποινικό δικαστήριο, νομιμοποιούμενη ενεργητικά προς τούτο, ως αμέσως παθούσα από την πλαστογραφία αυτή, αφού κατά το αιτιολογικό και το διατακτικό, η αναιρεσείουσα κατηγορουμένη δικηγόρος με την συγκατηγορουμένη της αστυνομικό υπάλληλο, των 13 πλαστών υπευθύνων δηλώσεων του άρ. 8 του ν. 1599/1986, που κατήρτισαν οι ίδιες από κοινού, εμφανίζοντας τους δανειστές ότι έχουν δήθεν εξοφληθεί για απαιτήσεις τους από αξιόγραφα και διαταγές πληρωμές, έκαναν χρήση, υποβάλλοντες αυτές τις δηλώσεις με αντίστοιχες αιτήσεις οφειλετών, στην πολιτικώς ενάγουσα εταιρεία " Τειρεσίας ΑΕ ". Η εταιρεία αυτή, η οποία στα πλαίσια του σκοπού της, συνισταμένου από το νόμο στην προαγωγή και την προστασία του θεσμού της πίστης και την εξυγίανση των οικονομικών συναλλαγών επεξεργάζεται στοιχεία των συναλλαγών και της πιστοληπτικής ικανότητας των συναλλασσομένων, τα οποία καταχωρεί σε αρχείο στο οποίο έχουν, μεταξύ άλλων, πρόσβαση οι τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τηρούν σχετικό κατάλογο προσώπων με μειωμένη φερεγγυότητα. Οι κατηγορούμενες παράνομα, με τη χρήση των πλαστών αυτών δηλώσεων πέτυχαν, βάσει καταστρωμένου σχεδίου τους, να παραπλανήσουν τους αρμόδιους υπαλλήλους της άνω εταιρείας και να διαγραφούν από τον άνω κατάλογο οι 13 οφειλέτες, χωρίς να έχουν εξοφλήσει τους δανειστές τους και έτσι να τυγχάνουν στο εξής ευνοϊκής μεταχείρισης στις συναλλαγές τους με το Δημόσιο και τις τράπεζες, όσον αφορά παντός είδους χρηματοδοτήσεις, λήψεις δανείων, χορηγήσεις κάθε είδους πιστώσεων, πιστωτικών καρτών και μπλόκ επιταγών, έτσι όμως θίγεται άμεσα και είναι αμέσως από τις άνω πλαστογραφίες παθούσα, εκτός από τους δανειστές, και η άνω παραστάσα πολιτικώς ενάγουσα εταιρεία " Τειρεσίας ΑΕ ", καθόσον η χρήση των πλαστών αυτών εγγράφων και η παράνομη διαγραφή προσώπων από τον τηρούμενο υπ’ αυτής σχετικό κατάλογο προσώπων με μειωμένη φερεγγυότητα, πλήττουν το κύρος και την αξιοπιστία αυτής στην αγορά και της επέφεραν εκ τούτου ηθική βλάβη. Επομένως ο συναφής από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α’ του ΚΠΔ τρίτος λόγος αναιρέσεως για απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας, λόγω παράνομης παράστασης της πολιτικώς ενάγουσας, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
Μετά από αυτά και αφού δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ) και στη δικαστική δαπάνη της παρασταθείσας πολιτικώς ενάγουσας (άρθρο 176, 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 22-12-2014 αίτηση - δήλωση της Α. Ρ. του Β., για αναίρεση της με αρ. 4134//2013 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Και.
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ και στη δικαστική δαπάνη της παρασταθείσας πολιτικώς ενάγουσας εταιρείας εκ πεντακοσίων (500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 20 Μαΐου 2015.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 3 Ιουνίου 2015.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή