Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Επίδοση, Κλητήριο θέσπισμα, Εφέσεως απαράδεκτο.
Περίληψη:
Απόρριψη έφεσης ως εκπρόθεσμης. Λόγοι αναίρεσης: 1) Έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας - Απορριπτέος. 2) Ακυρότητα της επίδοσης της αναιρεσιβαλλομένης και του κλητηρίου θεσπίσματος, διότι αγνοούσε την Ελληνική γλώσσα - Απορριπτέος.
ΑΡΙΘΜΟΣ 2172/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
E' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Δημάδη, Βιολέττα Κυτέα, Γεώργιο Αδαμόπουλο, Αικατερίνη Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Οκτωβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Μάριο Καργιώτη, περί αναιρέσεως της 2735/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 19 Ιουνίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1003/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η απόφαση με την οποία απορρίπτεται το ένδικο μέσο της έφεσης ως απαράδεκτο λόγω εκπρόθεσμης ασκήσεώς του, πρέπει για να έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ'του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, να διαλαμβάνει το χρόνο επίδοσης στον εκκαλούντα της εκκαλουμένης απόφασης, εκείνον της ασκήσεως του ενδίκου μέσου της έφεσης και το αποδεικτικό από το οποίο προκύπτει η επίδοση, χωρίς ειδικότερο προσδιορισμό των στοιχείων εγκυρότητας του αποδεικτικού και της επίδοσης, εκτός αν προβάλλεται με την έφεση λόγος ακυρότητας της επίδοσης είτε λόγος ανώτερης βίας ή ανυπερβλήτου κωλύματος εξ αιτίας των οποίων απωλέσθηκε η προθεσμία άσκησης της έφεσης (άρθρο 473 παρ. 1 του ΚΠΔ), οπότε η αιτιολογία της απόφασης, πρέπει να εκτείνεται και στην απορριπτική των ανωτέρω λόγων κρίση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, υπό την αυτονόητη προυπόθεση ότι ο σχετικός ισχυρισμός είχε προταθεί με σαφήνεια και πληρότητα.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη 2735/2009 απόφαση το Τριμελές Εφετείο Θεσ/κης, που την εξέδωσε, απέρριψε, ως εκπρόθεσμη και ως εκ τούτου απαράδεκτη την έφεση του κατηγορουμένου και ήδη αναιρεσείοντος κατά της ερήμην αυτού εκδοθείσας υπ' αριθμ. 2002/1/2/2007 απόφασης του Τριμελούς Πλημ/κείου Θεσ/κης, με την οποία είχε καταδικασθεί για χρήση πλαστού εγγράφου και απόπειρα υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης σε συνολική ποινή φυλάκισης πέντε(5) μηνών, ανασταλείσα επί τριετία. Στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης αναφέρεται ότι "όπως προκύπτει από το από 26/2/2008 αποδεικτικό επιδόσεως (απόφασης κατηγορουμένου γνωστής διαμονής), που υπάρχει στη δικογραφία και αναγνώσθηκε στο ακροατήριο, απόσπασμα της πιο πάνω απόφασης επιδόθηκε νομότυπα, κατ' άρθρο 156 παρ.2 του ΚΠΔ στον κατηγορούμενο στις 26/2/2008. Η υπό κρίση υπ' αριθμ. εκθ. κατάθ. 1230 έφεση κατά της ανωτέρω καταδικαστικής απόφασης ασκήθηκε από τον κατηγορούμενο στις 23/7/2008, ήτοι ασκήθηκε μετά παρέλευση της προθεσμίας των δέκα ημερών και επομένως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη". Με αυτά που δέχθηκε το Δικαστήριο διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφασή του την κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία.
Συνεπώς, ο από το άρθρο 510 παρ.1 Δ'του ΚΠΔ προβαλλόμενος λόγος αναίρεσης είναι αβάσιμος και απορριπτέος, κατά το μέρος δε που με αυτόν, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η προσβαλλομένη, διότι δεν αναφέρεται σ'αυτή αν παρέλαβε ο ίδιος την εκκαλουμένη απόφαση ή αν επιδόθηκε σε κάποιον σύνοικο ή αν θυροκολλήθηκε, ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, αφού από το οικείο αποδεικτικό επιδόσεως που επισκοπείται παραδεκτά, γιατί συνάπτεται με τον ανωτέρω λόγο, προκύπτει ότι η επίδοση της εκκαλουμένης έλαβε χώρα με θυροκόλληση. Σημειωτέον ότι δεν προβάλλεται άλλος λόγος ακυρότητας της γενομένης επίδοσης.
Περαιτέρω η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση απορρίπτοντας το λόγο εφέσεώς του ότι δεν έλαβε γνώση της εκκαλουμένης απόφασης, αλλά ούτε και του κλητηρίου θεσπίσματος, διότι του επιδόθηκαν στην Ελληνική γλώσσα που του ήταν άγνωστη, διέλαβε τα εξής: "Από τις διατάξεις των άρθρων 320 και 321 του ΚΠΔ προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος κλητεύεται στο ακροατήριο για να δικασθεί με την επίδοση σ'αυτόν κλητηρίου θεσπίσματος, που περιέχει, εκτός των άλλων στοιχείων, τον ακριβή καθορισμό των πράξεων για τις οποίες κατηγορείται, ώστε να μπορεί να προετοιμάσει την υπεράσπισή του. Κατά δε το άρθρο 6 παρ. 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου της 4/11/1950 (ΕΣΔΑ), που κυρώθηκε με το ν.δ. 52/1974 και έχει κατ' άρθρο 28 του Συντάγματος υπερνομοθετική ισχύ, κάθε κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να πληροφορηθεί στην πιο σύντομη προθεσμία, λεπτομερώς στη γλώσσα την οποία εννοεί, την φύση και τον λόγο της εναντίον του κατηγορίας και να τύχει δωρεάν παραστάσεως διερμηνέα αν δεν εννοεί ή δεν ομιλεί τη γλώσσα που χρησιμοποιεί το δικαστήριο. Από τις διατάξεις αυτές, που αποσκοπούν στην κατοχύρωση βασικών υπερασπιστικών δικαιωμάτων του κατηγορουμένου που εισάγεται σε δίκη σε ξένη χώρα και αγνοεί τη γλώσσα που ομιλείται στη χώρα αυτή, προκύπτει ότι μόνο επί κλητηρίου θεσπίσματος ή παραπεμπτικού βουλεύματος απαιτείται με ποινή ακυρότητας( άρθρο 171 παρ.1δ'του ΚΠΔ)μαζί με αυτά να επιδίδεται και επίσημη μετάφρασή τους στη γλώσσα που εννοεί ο κατηγορούμενος, δεδομένου ότι μόνον τα παραπάνω έγγραφα περιέχουν την κατηγορία. Η συνεπίδοση μετάφρασης αυτών δεν είναι απαραίτητη όταν ο κατηγορούμενος έλαβε έγκαιρα γνώση της εναντίον του κατηγορίας στη γλώσσα που εννοεί και προετοίμασε την υπεράσπισή του. Συνακόλουθα επί άλλων εγγράφων της ποινικής διαδικασίας δεν απαιτείται η επίδοση αυτών να συνοδεύεται από επίσημη μετάφρασή του σε γλώσσα που κατανοεί ο κατηγορούμενος προς τον οποίο αυτά επιδίδονται, και ως εκ τούτου δεν καθίσταται άκυρη η επίδοση του εγγράφου όταν δεν επιδίδεται ταυτόχρονα επίσημη μετάφραση αυτού. Εν όψει αυτών, δεν είναι άκυρη η γενομένη κατά τα ανωτέρω επίδοση της εκκαλουμένης απόφασης στον εκκαλούντα, ούτε το γεγονός της επίδοσης της απόφασης χωρίς μετάφρασή του, συνιστά λόγο ανωτέρας βίας που εμπόδισε τον εκκαλούντα να ασκήσει την υπό κρίση έφεση εμπροθέσμως, αφού αυτός μπορούσε να ζητήσει να γίνει διερμήνευση του περιεχομένου αυτής ή να συμβουλευθεί την αντίκλητο δικηγόρο του, την οποία είχε διορίσει κατά την άσκηση της έφεσής του κατά της προαναφερθείσας καταδικαστικής απόφασης. Σε κάθε περίπτωση όμως από τα αναγνωσθέντα έγγραφα (κυρίως εξουσιοδοτήσεις προς τους δικηγόρους και αίτηση για έκδοση ΕΛΤΟ, που έχουν συνταχθεί στην Ελληνική γλώσσα και υπογράφονται από τον κατηγορούμενο), αποδεικνύεται ότι αυτός γνωρίζει καλά την Ελληνική γλώσσα και έλαβε πλήρη γνώση της εκκαλούμενης απόφασης που θυροκολλήθηκε στην διεύθυνση της κατοικίας του που προσδιορίζει στην έφεσή του. Κατά συνέπεια και σύμφωνα με τα αναφερόμενα στις παραπάνω νομικές σκέψεις θα πρέπει, αφού απορριφθεί ο ισχυρισμός του εκκαλούντος ότι δεν έλαβε ακριβή γνώση της εκκαλουμένης αποφάσεως, λόγω ελλειπούς γνώσης της Ελληνικής γλώσσας και συνεπεία αυτής της ελλείψεως ακυρότητας της επίδοσης, να απορριφθεί η έφεση ως απαράδεκτη, να διαταχθεί η εκτέλεση της εκκαλουμένης απόφασης και να καταδικασθεί ο εκκαλών στα δικαστικά έξοδα εκ 220 ευρώ". Με αυτά που δέχθηκε η προσβαλλομένη απόφαση διέλαβε την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία που απαιτείται από το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, γι'αυτό και είναι απορριπτέα τα αντίθετα που υποστηρίζει ο αναιρεσείων με τον σχετικό λόγο της αναίρεσής του. Ειδικότερα δε οι αιτιάσεις του αναιρεσείοντα ότι δεν έλαβε γνώση της εκκαλουμένης απόφασης διότι του επιδόθηκε στην Ελληνική γλώσσα την οποία αγνοεί, αλλά και ότι το κλητήριο θέσπισμα του επιδόθηκε επίσης στην Ελληνική γλώσσα που αγνοεί, είναι απορριπτέες, όχι μόνον διότι δεν απαιτείτο όπως μαζί με την πρωτόδικη απόφαση να επιδοθεί και επίσημη μετάφρασή της στην γλώσσα που εννοεί ο κατηγορούμενος, αλλά και διότι η προσβαλλομένη απόφαση δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί των πραγμάτων κρίση της, ότι κατηγορούμενος γνώριζε καλά την Ελληνική γλώσσα και ως εκ τούτου έλαβε γνώση της εκκαλουμένης απόφασης, αλλά και της εναντίον του κατηγορίας. Επίσης οι αιτιάσεις του ότι η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση έπρεπε, πριν απορρίψει την έφεσή του ως εκπροθέσμως ασκηθείσα, να διαγνώσει, αυτεπαγγέλτως, αν η επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος ήταν έγκυρη, λόγω της άγνοιας της Ελληνικής Γλώσσας, είναι επίσης απορριπτέες ως απαράδεκτες, αφού το Εφετείο πρώτα ερευνά το εμπρόθεσμο της εφέσεως και μετά την τυχόν ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσματος, η οποία ως σχετική ακυρότητα ναι μεν δεν καλύπτεται όταν ο κατηγορούμενος δεν παρίσταται στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, όμως πρέπει να προτείνεται με σχετικό λόγο εφέσεως. Ανεξαρτήτως όμως αυτών η αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, με πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, όπως προεξετέθη, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτο περί τα πράγματα κρίση της, ότι ο αναιρεσείων, κατά τον χρόνο επιδέσεως του κλητηρίου θεσπίσματος, γνώριζε καλά την Ελληνική γλώσσα και έλαβε γνώση της εναντίον του κατηγορίας.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί, καταδικασθεί δε ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 του ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 19/6/2009 αίτηση του ... για αναίρεση της υπ' αριθμ. 2735/2009 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Θεσ/κης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα τα οποία ορίζει σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 23 Οκτωβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 13 Νοεμβρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ