Θέμα
Ποινή συνολική, Απόλυση υφ' όρο.
Περίληψη:
Αναίρεση Εισαγγελέως. Καθορισμός συνολικής ποινής. Αν πρόκειται να εκτελεστούν κατά του ιδίου προσώπου περισσότερες αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις για διαφορετικά εγκλήματα που συρρέουν καθορίζεται μία συνολική ποινή, η οποία θα εκτιθεί, υπό την προϋπόθεση ότι δεν υφίστανται λόγοι, επιβαλλόμενοι από άλλες διατάξεις, που εμποδίζουν τη συγχώνευση των ποινών αυτών, καθορίζοντας την αθροιστική έκτισή τους. Αν ο κατάδικος, που απολύθηκε υφ’ όρο, τελέσει κατά τον χρόνο της δοκιμασίας του έγκλημα από δόλο για το οποίο του επιβλήθηκε ποινή φυλακίσεως άνω των έξι μηνών, η υφ’ όρο απόλυση θεωρείται ότι αίρεται αυτοδικαίως και το υπόλοιπο της ποινής εκτίεται αθροιστικά με τη νέα ή τις νέες ποινές που του επιβλήθηκαν και οι οποίες, νέες ποινές μπορούν να συγχωνευτούν μεταξύ τους και προτού καταστούν αμετάκλητες. Αρμόδιο για τον καθορισμό συνολικής ποινής, σε περίπτωση που οι καταδίκες απαγγέλθηκαν από διαφορετικά δικαστήρια, είναι το δικαστήριο που επέβαλε τη βαρύτερη ποινή και αν οι ποινές είναι ομοειδείς, αρμόδιο είναι το δικαστήριο που επέβαλε την ποινή με την μεγαλύτερη διάρκεια. Αναιρεί και παραπέμπει.
Αριθμός 1136/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σαραντινό, Αντιπρόεδρο, Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια - Εισηγητή, Ιωάννη Παπουτσή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Οκτωβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ρούσσου - Εμμανουήλ Παπαδάκη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της 966/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με κατηγορούμενο τον ....... κρατουμένου στην Κλειστή Φυλακή Κερκύρας, που δεν παρέστη στο ακροατήριο.
Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 48/10.8.2007 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον της Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Αγγελικής Ανυφαντή και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1464/2007.
Αφού άκουσε
Τον Αντεισαγγελέα, που ζήτησε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
ΕΠΕΙΔΗ, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 105 παρ. 1, του Ποινικού Κώδικα, η οποία ορίζει ότι "όσοι καταδικάστηκαν σε ποινή στερητική της ελευθερίας μπορούν σύμφωνα με τις πιο κάτω διατάξεις να απολυθούν υπό τον όρο της ανάκλησης και εφ' όσον έχουν εκτίσει......." 107 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, η οποία ορίζει ότι "η απόλυση μπορεί να ανακληθεί αν εκείνος που απολύθηκε δεν συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που του επιβλήθηκαν κατά την απόλυση" και 108 του ίδιου ως άνω Ποινικού Κώδικα, η οποία ορίζει ότι "αν μέσα στο διάστημα που προβλέπει το επόμενο άρθρο 109, εκείνος που απολύθηκε διαπράξει έγκλημα από δόλο για το οποίο του επιβλήθηκε αμετάκλητα οποτεδήποτε ποινή φυλάκισης ανώτερη από 6 μήνες, εκτίει αθροιστικά και ολόκληρο το υπόλοιπο της προηγούμενης ποινής το οποίο έπρεπε να εκτίσει κατά το χρόνο της απόλυσης", συνάγεται ότι ο υφ' όρον απολυθείς, αν κατά το διάστημα της δοκιμασίας του τελέσει έγκλημα για το οποίο του επιβλήθηκε ποινή ανώτερη των έξι μηνών, η υφ' όρον απόλυση θεωρείται ότι αίρεται αυτοδικαίως και ο κατάδικος εκτίει αθροιστικώς το υπόλοιπο της ποινής, το οποίο έπρεπε να εκτίσει κατά τον χρόνο της απολύσεως του. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 97 του Ποινικού Κώδικα, η οποία ορίζει ότι "για τον καθορισμό της εκτιτέας συνολικής ποινής, σε περίπτωση συρροής στερητικών της ελευθερίας ποινών, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 94 παρ. 1 και 96 παρ. 1 Π.Κ. και όταν κάποιος προτού εκτιθεί ή παραγραφεί ή χαριστεί η ποινή που του επιβλήθηκε για κάποια αξιόποινη πράξη, καταδικαστεί για άλλη αξιόποινη πράξη, οποτεδήποτε και αν τελέστηκε αυτή" και 551 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, σύμφωνα με την οποία "αν πρόκειται να εκτελεστούν κατά του ιδίου προσώπου περισσότερες αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις για διαφορετικά εγκλήματα, που συρρέουν, εφαρμόζονται οι ορισμοί του Ποινικού Κώδικα.....", συνάγεται ότι εφ' όσον πρόκειται να εκτελεστούν περισσότερες καταδικαστικές αποφάσεις κατά του ίδιου προσώπου, εφαρμόζονται οι διατάξεις περί συρροής και, βάσει αυτών καθορίζεται μία συνολική ποινή, η οποία θα εκτιθεί, με την προϋπόθεση ότι δεν υφίστανται λόγοι που επιβάλλονται από άλλες διατάξεις, οι οποίοι εμποδίζουν τη συγχώνευση των ποινών αυτών, καθορίζοντας την αθροιστική έκτισή τους με τις άλλες ποινές, οπότε συγχωνεύονται οι ποινές, για τις οποίες δεν υφίστανται διακωλυτικοί λόγοι, οπότε στη συνολική ποινή που θα προκύψει από τον υπολογισμό των ποινών που συγχωνεύονται, προστίθενται και οι μη συγχωνευόμενες ποινές, που εκτίονται αθροιστικώς. Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει επίσης ότι, αν ο κατάδικος, που απολύθηκε υφ' όρον, τελέσει κατά τον χρόνο της δοκιμασίας του, έγκλημα από δόλο για το οποίο του επιβλήθηκε ποινή φυλακίσεως ανώτερη των έξι μηνών, η υφ' όρον απόλυση θεωρείται ότι αίρεται αυτοδικαίως, οπότε το υπόλοιπο της ποινής εκτίεται αθροιστικώς με τη νέα ή τις νέες ποινές που του επιβλήθηκαν και οι οποίες (νέες ποινές) μπορούν να συγχωνευθούν μεταξύ τους, πριν ακόμη καταστούν αμετάκλητες (ΟλΑΠ 3/2005). Για να εκτιθεί το υπόλοιπο της ποινής που διακόπηκε με την υφ' όρον απόλυση, δεν είναι αναγκαίο να έχει καταστεί αμετάκλητη η νέα ποινή, που επιβλήθηκε στον κατάδικο, για την πράξη που αυτός τέλεσε κατά το διάστημα της δοκιμασίας του, αφού όπως προαναφέρθηκε, η συγχώνευση των νέων ποινών μεταξύ τους, μπορεί να γίνει και πριν οι ποινές αυτές καταστούν αμετάκλητες.
Εν προκειμένω, ο κατάδικος ...... εξέτιε ποινή καθείρξεως οκτώ (8) ετών και τεσσάρων (4) μηνών, δυνάμει της 689/2004 συγχωνευτικής αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης και απολύθηκε υφ' όρον, με το 373/2004 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Λάρισας, με εναπομένοντα υπόλοιπο χρόνο ποινής τριών (3) ετών, δύο (2) μηνών και οκτώ (8) ημερών. Ο χρόνος δοκιμασίας άρχιζε από την απόλυση του, στις 18 Ιουνίου 2004, που ήταν η επομένη από τη δημοσίευση του παραπάνω βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Λάρισας. Με το 371/2006 βούλευμα του ίδιου Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, ανακλήθηκε η υφ' όρον απόλυση του ως άνω καταδίκου, ο οποίος, κατά τον χρόνο της δοκιμασίας τoυ και συγκεκριμένα από τον Οκτώβριο του έτους 2005 μέχρι και τις 11 Ιανουαρίου 2006, τέλεσε τις αξιόποινες πράξεις των διακεκριμένων κλοπών, για τις οποίες καταδικάστηκε από το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης (Κακουργημάτων) με την 226/2007 απόφαση του σε ποινή καθείρξεως 6 ετών. Στη συνέχεια, ο ανωτέρω κατάδικος υπέβαλε, δια του πληρεξουσίου δικηγόρου του αίτηση για καθορισμό συνολικής ποινής, ζητώντας τη συγχώνευση των εξής ποινών: α) της ποινής των οκτώ (8) ετών και τεσσάρων (4) μηνών, που είχε καθορίσει η 689/2004 ως άνω συγχωνευτική απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης και η οποία είχε διακοπεί με την υφ' όρον απόλυση του αιτούντος και της οποίας το υπόλοιπο εξέτιε μετά την ανάκληση, κατά τα ως άνω, της υφ' όρον απολύσεώς του, β) της ποινής της καθείρξεως των έξι (6) ετών, που του είχε επιβάλει, για τις πράξεις που είχε διαπράξει κατά τον χρόνο της δοκιμασίας του, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης (Κακουργημάτων), με την 226/2007 απόφαση του, κατά της οποίας είχε ασκήσει έφεση και γ) της ποινής της φυλακίσεως των τριών (3) μηνών, που του είχε επιβάλει το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, με την 9984/2003 απόφαση του, για πράξη που είχε τελεστεί στις 21 Ιουνίου 1999. Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την 966/2007 απόφασή του, δέχθηκε την αίτηση και προσδιόρισε νέα συνολική ποινή ένδεκα (11) ετών και πέντε (5) μηνών, λαμβάνοντας ως βάση την ποινή της καθείρξεως των οκτώ (8) ετών και τεσσάρων (4) μηνών, που είχε καθορισθεί με την 689/2004 συγχωνευτική απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, της οποίας το υπόλοιπο εξέτιε ο αιτών, κατά τα ανωτέρω, την οποία επαύξησε κατά τρία (3) έτη από την ποινή της καθείρξεως των έξι (6) ετών, η οποία του επιβλήθηκε με την ως άνω 226/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης και κατά ένα (1) μήνα από την ποινή της φυλακίσεως των τριών (3) μηνών που του επέβαλε το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης με την 9984/2003 απόφαση του. Καθορίζοντας η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, κατ' αυτόν τον τρόπο, τη συνολική ποινή, έσφαλε, διότι έπρεπε, σύμφωνα με τα παραπάνω, το Δικαστήριο να μη λάβει ως βάση την ποινή της καθείρξεως των οκτώ (8) ετών και τεσσάρων (4) μηνών, η οποία είχε εκτιθεί κατά το μέρος που λήφθηκε υπόψη για την υφ' όρον απόλυση του καταδίκου και υπολειπόταν να εκτιθεί το μετά την ανάκληση εναπομένον και το οποίο, σύμφωνα με τα παραπάνω, έπρεπε να εκτιθεί αθροιστικώς με τη νέα επιβληθείσα ποινή της καθείρξεως των έξι (6) ετών, που του επιβλήθηκε με την 226/2007 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης για πράξη που τελέστηκε κατά το χρόνο της δοκιμασίας του ή με την προκύπτουσα συνολική ποινή από τη συγχώνευση στην ως άνω ποινή της, καθείρξεως των έξι (6) ετών, της ποινής φυλακίσεως των τριών (3) μηνών, που του επιβλήθηκε με την 9984/2003 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, οι οποίες μπορούσαν να συγχωνευθούν. Περαιτέρω, το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης έπρεπε, μετά τη διαπίστωση ότι η μεγαλύτερη ποινή (κάθειρξη 6 ετών), που έπρεπε να ληφθεί υπόψη ως βάση για τη συγχώνευση των ποινών της καθείρξεως των έξι (6) ετών και εκείνης της φυλακίσεως των τριών (3) μηνών είχε επιβληθεί από το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης (Κακουργημάτων) και ως εκ τούτου αρμόδιο πλέον, κατά τη διάταξη του άρθρου 551 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ήταν το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης και όχι αυτό (δηλαδή το Πενταμελές), έπρεπε να κηρυχθεί αναρμόδιο καθ' ύλην. Κατ' ακολουθίαν των παραπάνω, το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση του, εσφαλμένα προέβη στην ερμηνεία και την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 108 του Ποινικού Κώδικα και 551 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και υπερέβη την εξουσία του, καθ' όσον προέβη σε καθορισμό συνολικής ποινής, ενώ έπρεπε να κηρυχθεί αναρμόδιο καθ' ύλην, αφού ο καθορισμός της συνολικής ποινής και για τις δύο ποινές, που μπορούσαν να συγχωνευθούν ανήκε στην αρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Πρέπει, επομένως να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση προς επανάκριση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συσταθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως την υπόθεση (άρθρο 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 966/2007 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία έγινε συνεπιμέτρηση των ποινών, που επιβλήθηκαν στον αναιρεσείοντα ....... με τις εξής αποφάσεις: α) 689/17.6.2004 του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης, β) 226/12.2.2007 του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης και γ) 9984/12.5.2003 του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης.
Παραπέμπει την υπόθεση, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 10 Ιανουαρίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 23 Απριλίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ