Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Απιστία, Υπεξαίρεση στην υπηρεσία, Εξακολουθούν έγκλημα.
Περίληψη:
Υπεξαίρεση στην υπηρεσία κατ' εξακολούθηση και απιστία κατ' εξακολούθηση. Υπάλληλος κοινωφελούς επιχείρησης που ανήκει σε οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης. Έννοια όρων. Αίτηση για αναίρεση λόγω ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς την απόρριψη αυτοτελούς ισχυρισμού περί παραγραφής. Αιτίαση ότι το σκεπτικό επαναλαμβάνει το κλητήριο θέσπισμα και απόλυτη ακυρότητα διαδικασίας, λόγω μη αναγνώσεως εγγράφου. Περιέχεται σε άλλη έκθεση που αναγνώσθηκε και δεν απαιτείται η ανάγνωσή του. Απορρίπτει αναίρεση.
Αριθμός 1941/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαϊρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο-Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 4 Μαρτίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου-Πριάμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αθανάσιο Μπαρμπαγιάννη, περί αναιρέσεως της 666/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγουσα την Κοινωφελή επιχείρηση με την επωνυμία "Κοινωφελής Επιχείρηση Κοινωνικής Πρόνοιας και Αρωγής Καλαμαριάς", ως καθολικής διαδόχου της αμιγούς δημοτικής επιχείρησης με την επωνυμία "Δημοτική Επιχείρηση Παιδικών Σταθμών Καλαμαριάς", που εδρεύει στην Καλαμαριά Θεσσαλονίκης και εκπροσωπείται νόμιμα και που στο ακροατήριο εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Μιχαήλ Πετρόπουλο. Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα-κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 2 Μαΐου 2008 αίτησή της, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1019/2008.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρ. 258 περ. α' ΠΚ, υπάλληλος ο οποίος παράνομα ιδιοποιείται χρήματα ή άλλα κινητά πράγματα που τα έλαβε ή τα κατέχει λόγω αυτής της ιδιότητάς του και αν ακόμα δεν ήταν αρμόδιος γι' αυτό, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών. Από την εν λόγω διάταξη προκύπτει όχι, για τη στοιχειοθέτηση του προβλεπόμενου από αυτήν εγκλήματος της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία, το οποίο περιλαμβάνει την αντικειμενική υπόσταση της κατά το άρ. 375 παρ. 1 υπεξαίρεσης με επαύξηση της ποινής, απαιτείται: α) παράνομα ιδιοποίηση ξένων (ολικά ή εν μέρει) κινητών πραγμάτων ή χρημάτων, τέτοια δε θεωρούνται εκείνα τα οποία βρίσκονται σε ξένη, σε σχέση με το δράστη, κυριότητα, με την έννοια κατά την οποία αυτή εκλαμβάνεται στο αστικό δίκαιο, β) ιδιότητα του δράστη ως υπαλλήλου, κατά την έννοια του άρ. 13 στοίχ. α' ΠΚ, όπως αυτή διευρύνεται με το άρ. 263 α' του ίδιου Κώδικα, Και γ) ο υπάλληλος να έλαβε ή να κατέχει τα κινητά πράγματα ή τα χρήματα υπό την υπαλληλική ιδιότητα, αδιάφορα αν ήταν αρμόδιος ή όχι γ'αυτό. Ιδιοποίηση δε αποτελεί κάθε ενέργεια ή παράλειψη του δράστη, η οποία καταδηλώνει τη θέλησή του να εξουσιάζει και διαθέτει το πράγμα σαν να είναι κύριος. Υποκειμενικά απαιτείται η ύπαρξη δόλου, ο οποίος ενέχει τη γνώση του δράστη ότι το πράγμα ή τα χρήματα είναι ξένα (ολικά ή εν μέρει) ως προς αυτόν και ότι τα έλαβε ή τα κατέχει υπό την υπαλληλική του ιδιότητα, καθώς και τη θέληση να τα ιδιοποιηθεί παράνομα, δηλαδή χωρίς τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη. Περαιτέρω, κατά το άρ. 263α' του ΠΚ, για την εφαρμογή των άρ. 235, 236, 239,241,242, 243, 245,246, 252,253, 255,256, 257, 258, 259, 261, 262 και 263 υπάλληλοι θεωρούνται, εκτός από αυτούς που αναφέρονται στο άρ. 13, οι δήμαρχοι, οι πρόεδροι κοινοτήτων και όσοι υπηρετούν μόνιμα ή πρόσκαιρα και με οποιαδήποτε ιδιότητα: α) σε επιχειρήσεις ή οργανισμούς που ανήκουν στο Κράτος, σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή σε νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου και που εξυπηρετούν με αποκλειστική ή προνομιακή εκμετάλλευση την προμήθεια ή την παροχή στο κοινό νερού, φωτισμού, θερμότητας, κινητήριας δύναμης, β) σε τράπεζες που εδρεύουν στην ημεδαπή κατά το νόμο ή το καταστατικό τους, γ) σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που ιδρύθηκαν από το Δημόσιο, από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και από νομικά πρόσωπα αναφερόμενα στα προηγούμενα εδάφια, εφ' όσον τα ιδρυτικά νομικά πρόσωπο συμμετέχουν στην διοίκησή τους ή, αν πρόκειται για ανώνυμη εταιρία, στα κεφάλαιο της ή τα ιδρυμένα αυτά νομικά πρόσωπα είναι επιφορτισμένα με εκτέλεση κρατικών προγραμμάτων οικονομικής ανασυγκρότησης ή ανάπτυξης, δ) σε νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου στα οποία κατά τις κείμενες διατάξεις μπορούν να διατεθούν από το Δημόσιο, από νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ή από τις πιο πάνω τράπεζες επιχορηγήσεις ή χρηματοδοτήσεις. Τέλος, κατά την διάταξη του άρ. 390 ΠΚ, όποιος με γνώση ζημιώνει την περιουσία άλλου, της οποίας βάσει νόμου ή δικαιοπραξίας έχει την επιμέλεια ή διαχείριση (ολική ή μερική ή μόνο για ορισμένη πράξη), τιμωρείται με φυλάκιση. Από την διάταξη αυτή συνάγεται, ότι ουσιώδη στοιχεία του πλημμελήματος της απιστίας είναι η παρά του υπαιτίου, χωρίς σκοπό νοσφισμού, κατά την επιμέλεια ή διαχείριση ξένης περιουσίας που του έχει ανατεθεί από τον νόμο ή με δικαιοπραξία, εν γνώσει επαγωγή ζημίας στην περιουσία αυτή, κατά κατάχρηση της αντιπροσωπευτικής εξουσίας του, με ενέργεια εξωτερική. Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ.Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί όλα στο σύνολο τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, κλπ.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Εξάλλου, η επιβαλλόμενη κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της αποφάσεως πρέπει να υπάρχει όχι μόνο ως προς την κατηγορία, αλλά να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς που προβάλλονται από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του. Τέτοιοι ισχυρισμοί είναι εκείνοι που προβάλλονται στο Δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 170 παρ.2 και 333 παρ.2 ΚΠοινΔ, και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή την άρση ή μείωση της ικανότητας καταλογισμού ή την εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξεως ή τη μείωση της ποινής. Η απόρριψη ενός τέτοιου ισχυρισμού, όπως είναι και ο ισχυρισμός για παραγραφή της πράξεως ή για ανυπαρξία καταλογισμού ή ελαττωμένη ικανότητα προς καταλογισμό ή για αναγνώριση στο πρόσωπο του κατηγορουμένου ελαφρυντικών περιστάσεων, πρέπει να αιτιολογείται ιδιαιτέρως. Όταν, όμως, ο αυτοτελής ισχυρισμός δεν προβάλλεται παραδεκτά και κατά τρόπο πλήρη και ορισμένο ή ο φερόμενος ως αυτοτελής ισχυρισμός δεν είναι στην πραγματικότητα αυτοτελής, κατά την έννοια που προαναφέρθηκε, αλλά αρνητικός της κατηγορίας, το Δικαστήριο δεν υποχρεούται να απαντήσει, και μάλιστα ιδιαίτερα και αιτιολογημένα, αφού δεν υπάρχει υποχρέωση ιδιαίτερης απαντήσεως σε απαράδεκτο ισχυρισμό ή σε ισχυρισμό αρνητικό της κατηγορίας. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 666/2008 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης δέχτηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, κατά πιστή αντιγραφή από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως: "Η κατηγορούμενη στη ... κατά το χρονικό διάστημα από την 1/1/2002 έως τα τέλη Ιουνίου 2003 τέλεσε τις ακόλουθες πράξεις: Α) Με περισσότερες πράξεις της που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος και υπό την ιδιότητά της ως υπαλλήλου ιδιοποιήθηκε παράνομα χρήματα που τα έλαβε και τα κατείχε λόγω αυτής της ιδιότητάς της, το δε αντικείμενο της πράξης ήταν ιδιαίτερα μεγάλης αξίας. Συγκεκριμένα υπό την ιδιότητά της ως Έμμισθη Διευθύνουσα Σύμβουλος του Διοικητικού συμβουλίου της Δημοτικής Επιχείρησης Παιδικών Σταθμών Καλαμαριάς (ΔΕΠΣΚ), που είχε ως σκοπό την λειτουργία παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού με την φύλαξη, ημερήσια διαμονή και διαπαιδαγώγηση των νηπίων των δημοτών και κατοίκων Καλαμαριάς, ορίστηκε διαχειρίστρια και ταμίας της ΔΕΠΣΚ για το ως άνω χρονικό διάστημα, δυνάμει της υπ' αριθμ. 584/1998 απόφασης του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Καλαμαριάς. Στην αρμοδιότητα της κατηγορουμένης υπαγόταν, μεταξύ άλλων και η είσπραξη από τους γονείς των νηπίων που φοιτούσαν στον παιδικό και βρεφονηπιακό σταθμό των χρηματικών ποσών που αποτελούσαν τα δίδακτρα, η διαχείριση των οικονομικών θεμάτων της ΔΕΠΣΚ, το ταμείο της οποίας παραδόθηκε στην κατοχή της κατηγορουμένης, η οποία όμως εκμεταλλευόμενη την ως άνω ιδιότητά της και την εξαιτίας αυτής της ιδιότητάς της - δυνατότητα άμεσης και ευχερούς πρόσβασης: α) στους τραπεζικούς λογαριασμούς της ΔΕΠΣΚ που διατηρούσε στην Τράπεζα Πειραιώς και στην Alpha Bank και β) στο ταμείο αυτής, των οποίων (χρηματικών ποσών) είχε την κατοχή και τη διαχείριση, προέβη με μερικότερες πράξεις της στην λήψη και κατακράτηση μερικότερων χρηματικών ποσών και συνολικά για όλο το ως άνω χρονικό διάστημα του χρηματικού ποσού των 15.704,71 ευρώ, αναλαμβάνοντας τμηματικά διάφορα χρηματικά ποσά είτε από το ταμείο της ΔΕΠΣΚ, είτε από τους τραπεζικούς λογαριασμούς που η ΔΕΠΣΚ διατηρούσε στις ανωτέρω Τράπεζες (ειδικότερα προέβη στην κατακράτηση μερικότερων χρηματικών ποσών από τα δίδακτρα που εισέπραττε και στην ανάληψη διαφόρων χρηματικών ποσών από τους τραπεζικούς λογαριασμούς της ΔΕΠΣΚ, όπως την 7/1/2002 οπότε και έκανε ανάληψη του ποσού των 3.145,27 ευρώ και την 15/1/2002 έκανε ανάληψη του ποσού των 6.000 ευρώ από τραπεζικό λογαριασμό της ΔΕΠΣΚ). Στη συνέχεια η κατηγορούμενη δεν χρησιμοποίησε τα χρήματα αυτά για την κάλυψη των αναγκών και των υποχρεώσεων της ΔΕΠΣΚ όπως όφειλε, αλλά παρανόμως χρησιμοποίησε το ως άνω συνολικό ποσό των 15.704,71 ευρώ για την κάλυψη δικών της προσωπικών αναγκών ενσωματώνοντάς το στην περιουσία της και ιδιοποιούμενη αυτό χωρίς κανένα νόμιμο προς τούτο δικαίωμα, ήτοι χωρίς την έγκριση και παρά την αντίθετη βούληση του διοικητικού συμβουλίου της ΔΕΠΣΚ και χωρίς άλλο νόμιμο δικαίωμα, αφού δεν της οφειλόταν από καμιά αιτία. Έτσι, μετά από σχετικό έλεγχο στο ταμείο της ΔΕΠΣΚ και στους τραπεζικούς της λογαριασμούς, μετά από την παραίτηση και την αποχώρηση της κατηγορουμένης διεπιστώθη ότι υπήρξε έλλειμμα 15.704,71 ευρώ, την επιστροφή του οποίου αρνήθηκε ρητώς και αυθαιρέτως η κατηγορουμένη. Β) Με γνώση της και με περισσότερες πράξεις της που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος ζημίωσε την περιουσία άλλου, της οποίας βάσει νόμου είχε την επιμέλεια και διαχείριση και συγκεκριμένα υπό την ανωτέρω ιδιότητά της ως Έμμισθη Διευθύνουσα Σύμβουλος του δημοτικού συμβουλίου της Δημοτικής Επιχείρησης "Παιδικών Σταθμών Καλαμαριάς (ΔΕΠΣΚ) προέβη καθόλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα σε διαχειριστικές πράξέις που επέφεραν ζημία της περιουσίας της ΔΕΠΣΚ και ειδικότερα: ενώ εισέπραττε από τους γονείς των νηπίων που φοιτούσαν στον παιδικό και βρεφονηπιακό σταθμό της ΔΕΠΣΚ τα δίδακτρα, η κατηγορουμένη δεν τα κατέθετε αυθαίρετα και αναιτιολόγητα την επόμενη εργάσιμη ημέρα σε τραπεζικό λογαριασμό της ΔΕΠΣΚ, με αποτέλεσμα να βρίσκονται στο ταμείο χρηματικά ποσά από 20.000 έως 64.000 ευρώ και έτσι να ζημιωθεί η περιουσία της ΔΕΠΣΚ από τους πιστωτικούς τόκους που θα αποκόμιζε, εάν τα χρηματικά αυτά ποσά κατατίθεντο σε τραπεζικό ίδρυμα, όπως θα έπρεπε να γίνει σύμφωνα με τον κανονισμό λειτουργίας της ΔΕΠΣΚ, έδιδε εντολή και πραγματοποιούσε προμήθειες υλικών που ήταν εντελώς άχρηστα για την λειτουργία του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού της ΔΕΠΣΚ, όπως προμήθεια 2 τεμαχίων του εμβολίου engerix με το υπ' αριθμ. 135/21.1.2002 τιμολόγιο της φαρμακοποιού ..., προμήθεια 2 τεμαχίων του εμβολίου infarix, 2 τεμαχίων του εμβολίου sabin, 2 τεμαχίων του εμβολίου ΜΜR με το υπ' αριθμ. 176/4.10.2002 τιμολόγιο της φαρμακοποιού ..., προμήθεια διαφόρων εμβολίων ποσού 68,26 ευρώ με την υπ' αριθμ. 99/2002 απόδειξη της φαρμακοποιού ... (τα οποία ουδέποτε χρησιμοποιήθηκαν για την κάλυψη των αναγκών του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού), τα οποία πληρώθηκαν με χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ, της οποίας η περιουσία ζημιώθηκε ως προς τούτου, καθόσον τα ανωτέρω πράγματα δεν χρησιμοποιήθηκαν για τη λειτουργία των παιδικών σταθμών, έδιδε εντολή και πραγματοποιούσε προμήθειες υλικών τροφίμων, ειδών οικιακής χρήσης) σε ποσότητες υπερβολικά μεγάλες για την λειτουργία του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού της ΔΕΠΣΚ, όπως αυτά που προμηθεύτηκε με τα υπ' αριθμ. 19/19.4.2002, 29/4.7.2002, 30/4.7.2002, 31/4.7.2002, 33/4.7.2002, 24/4.7.2002, 45/2.12.2002, 46/2.12.2002, 47/2.12.2002, 48/2.12.2002, 49/2.12.2002, 50/2.12.2002, 57/19.12.2002, 58/19.12.2002, 78/10.4.2003, 79/10.4.2003, 80/10.4.2003, 81/10-4-2003, 84/5-5-2003, 104/13-6-2003 102/13.6.2003 τιμολόγια του ... (ήτοι 7 κιλά κασέρι αξίας 63,43 ευρώ, 34 συσκευασίας χυμού αξίας 64,91 ευρώ, 36 ψωμιά αξίας 16,67 ευρώ, 15 τεμάχια οινόπνευμα αξίας 7,87, 7 συσκευασίας καφέ αξίας 33,05 ευρώ, 23 τεμάχια lα vache qui rit αξίας 42.16 ευρώ, 12 φιάλες κόκα κόλα αξίας 15 ευρώ, 14 κιλά κασέρι αξίας 127,03 ευρώ, 3 κιλά βιτάμ αξίας 8,94 ευρώ, 12 φιάλες κόκα κόλα αξίας 5,55 ευρώ, 8 κιλά κασέρι αξίας 67,11 ευρώ, 6 συσκευασίας σκόνης πλυντηρίου αξίας 32,85 ευρώ, 3 κιλά κασέρι αξίας 27,22 ευρώ, 20 λάμπες αξίας 24,80 ευρώ, 21 κιλά κασέρι αξίας 191,48 ευρώ, 18 συσκευασίες δημητριακών αξίας 40,83 ευρώ, 13 συσκευασίες lα vache qui rit αξίας 23,83, 35 συσκευασίας γάλακτος αξίας 13,61 ευρώ, 8 συσκευασίες μαρμελάδα αξίας 14,44 ευρώ, 11 συσκευασίας καφέ αξίας 51,94 ευρώ, 17 φιάλες, κόκα κόλα αξίας 23,83 ευρώ, 14 κιλά ζάχαρη αξίας 12,31 ευρώ, γάλα σε ατομικές μερίδες αξίας 7,31 ευρώ, 6 κιλά βιτάμ αξίας 16,66 ευρώ, 9 φιάλες ξύδι αξίας 2,91 ευρώ, 22 κιλά κασέρι αξίας 30,55 ευρώ, 8 τεμάχια μερέντα αξίας 20,74 ευρώ, 7 συσκευασίες χυμού αξίας 14,58 ευρώ, 10 συσκευασίες δημητριακών αξίας 29,16 ευρώ, 5 κιλά τυρί αξίας 20,13 ευρώ, 34 φιάλες κόκα κόλα αξίας 15,74 ευρώ, 2 φιάλες χυμού αξίας 3,24 ευρώ, 6 συσκευασίες απορρυπαντικού πιάτων αξίας 32,64 ευρώ, 7 συσκευασίες χαρτοβάμβακα αξίας 28,47 ευρώ, 11 συσκευασίας απορρυπαντικού πιάτων αξίας 62,92 ευρώ, 51 φιάλες οινοπνεύματος αξίας 26,79 ευρώ, 11 κιλά κασέρι αξίας 15,27 ευρώ, 6 κιλά ζάχαρη αξίας 5,27 ευρώ, 2 συσκευασίες καφέ αξίας 10,55 ευρώ, 6 συσκευασίες απορρυπαντικού αξίας 13,33 ευρώ, 11 κιλά ζάχαρη αξίας 9,68 ευρώ, 12 κιλά κασέρι αξίας 112,28. ευρώ, 41 τεμάχια γάλακτος σε μερίδες αξίας 15,94 ευρώ, 8 φιάλες κόκα κόλα αξίας 2,59 ευρώ, 6 συσκευασίες καφέ αξίας 28,89 ευρώ, 16 συσκευασίες δημητριακών αξίας 34,81 ευρώ, 2,5 κιλά βιτάμ αξίας 7,45 ευρώ, 11 κιλά κασέρι αξίας 1.00,67 ευρώ, 30 συσκευασίες ψωμί για τοστ αξίας 45,84 ευρώ, 10 συσκευασίες lα vache qui rit αξίας 18,98 ευρώ, 10 συσκευασίες δημητριακών αξίας 29.17 ευρώ, 7 συσκευασίες γάλακτος σε μερίδες αξίας 6,11 ευρώ, 8 συσκευασίας ψωμί για τοστ αξίας 12,22 ευρώ, 8,5 κιλά κασέρι αξίας 76,50 ευρώ, 3 συσκευασίες καφέ αξίας 14,44 ευρώ, 4 κιλά ζάχαρη αξίας 3,51 ευρώ, 3 κιλά κασέρι αξίας 27,90 ευρώ, 9 συσκευασίες καφέ αξίας 19,25 ευρώ, 4 φιάλες κόκα κόλα αξίας 5,74 ευρώ, 3 κιλά κασέρι αξίας 65,74 ευρώ, που ουδέποτε χρησιμοποιήθηκαν για την κάλυψη των αναγκών του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού και ειδικότερα για την διατροφή των νηπίων), τα οποία πληρώθηκαν με χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ, με αντίστοιχη ζημία της περιουσίας της ως προς τούτο, καθόσον το μεν αγοράστηκαν σε υπερβολικές ποσότητες, το δε δεν χρησιμοποιήθηκαν για την διατροφή των νηπίων, καταχώρησε στα φορολογικά βιβλία της ΔΕΠΣΚ διάφορα τιμολόγια για την προμήθεια καυσίμων, πληρωμή γευμάτων, συμμετοχή σε σεμινάρια, πληρωμή ξενοδοχείων, μίσθωση οχημάτων, τα οποία εξοφλήθηκαν από τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ, χωρίς όμως νόμιμη αιτία και ειδικότερα χωρίς να υπάρχει προηγούμενη απόφαση του διοικητικού συμβουλίου για τις δαπάνες αυτές, οι οποίες δεν ήταν αναγκαίες, ζημιώνοντας έτσι την περιουσία της ΔΕΠΣΚ. Ειδικότερα ανάλωσε τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ για να εξοφλήσει: το υπ' αριθμ. 9054/31.5.2002 τιμολόγιο για την αγορά βενζίνης, ποσού 62 ευρώ, το υπ' αριθμ. 1595/26.7.2002 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών για την παρακολούθηση σεμιναρίου, ποσού 815 ευρώ, το υπ' αριθμ. 40/28.7.2002 τιμολόγιο για την αγορά γεύματος, ποσού 32 ευρώ, το υπ' αριθμ. 853/26.9.2002 τιμολόγιο για έξοδα ταξιδιού, ποσού 350 ευρώ, διάφορα αποκόμματα από την πληρωμή διοδίων 2,40 ευρώ, αποδείξεις από super market, ποσού 42,24 ευρώ, το από 26/9/2002 μισθωτήριο αυτοκινήτου, ποσού 40 ευρώ, την από 27/9/2002 απόδειξη ποσού 100 ευρώ για έξοδα ταξιδιού, το υπ' αριθμ. 762/27.9.2002 τιμολόγιο για την αγορά γεύματος, ποσού 77,70 ευρώ, στη χρήση έτους 2002 καταχώρησε δύο φορές στα φορολογικά βιβλία της ΔΕΠΣΚ τα υπ' αριθμ. 1871 και 1872 τιμολόγια, ποσού 247,46 ευρώ πλέον ΦΠΑ έκαστο (που αφορούσαν σε επισκευές και συντήρηση παιδικού και βρεφικού σταθμού), τα οποία εξόφλησε δύο φορές με τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ ζημιώνοντας κατά το επιπλέον ποσό την περιουσία αυτής, προέβη στην καταχώρηση στα φορολογικά βιβλία της ΔΕΠΣΚ του υπ' αριθμ. 1595/2002 τιμολογίου, ποσού 815 ευρώ, το οποίο αφορούσε την παρακολούθηση σεμιναρίου από την κατηγορουμένη, εξοφλήθηκε από τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ χωρίς όμως να υπάρχει για τη δαπάνη αυτή προηγούμενη απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της ΔΕΠΣΚ για την έγκριση της δαπάνης, ζημιώνοντας κατά τούτο την περιουσία της ΔΕΠΣΚ. προέβη στην καταβολή -από τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ - ποσού 110,05 ευρώ στην εργαζόμενη ... (με την υπ'αριθμ. 113/6.5.2003 απόδειξη καταβολής), χωρίς όμως να υπάρχει νόμιμη αιτία για την καταβολή του ποσού αυτού, αφού το μεν δεν αντιστοιχούσε σε οφειλόμενες δεδουλευμένες οφειλές, το δε δεν προηγήθηκε απόφαση του διοικητικού συμβουλίου και ζημίωσε την περιουσία της ΔΕΠΣΚ κατά το ποσό αυτό, ενώ δυνάμει της από 22/12/2000 απόφασης του διοικητικού συμβουλίου της ΔΕΠΣΚ οι καθαρές αποδοχές της κατηγορουμένης καθορίστηκαν στο ποσό των 880 ευρώ μηνιαίως, ωστόσο αυτή (κατηγορουμένη) ελάμβανε από τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ το ποσό των 1.032,80 ευρώ μηνιαίως ως καθαρές αποδοχές (ήτοι ελάμβανε επιπλέον 152,80 ευρώ μηνιαίως), χωρίς όμως να έχει προηγηθεί γι' αυτό απόφαση του διοικητικού συμβουλίου για την αύξηση των αποδοχών της, ζημιώνοντας την περιουσία της ΔΕΠΣΚ ως προς το επιπλέον αυτό ποσό, για το οποίο δεν υπήρχε έγκριση του διοικητικού συμβουλίου.
Με τους παραπάνω τρόπους η κατηγορουμένη ζημίωσε την περιουσία της ΔΕΠΣΚ, της οποίας είχε τη διαχείριση κατά τα ανωτέρω ποσά, καθόσον οι δαπάνες που καλύφθηκαν από χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ δεν είχαν εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο αυτής, επιπλέον όμως ήταν υπερβολικές και όχι αναγκαίες, αλλά αντίθετα ήταν περιττές για τη λειτουργία των παιδικών σταθμών.
Κατ' ακολουθία όλων των ανωτέρω πλήρως αποδείχθηκε ότι η κατηγορουμένη τέλεσε τις πράξεις της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία και της απιστίας κατ' εξακολούθηση που της αποδίδονται με το κατηγορητήριο κατά το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα από 1-1-2002 έως τα τέλη Ιουνίου του 2003 και γι' αυτό πρέπει, αφού απορριφθεί ο ισχυρισμός της κατηγορουμένης περί μη στοιχειοθέτησης των εγκλημάτων και περί παραγραφής μερικοτέρων πράξεων για το λόγο ότι τελέστηκαν πριν της 30-8-2001, ως αβάσιμος, να κηρυχθεί αυτή ένοχη των πράξεων αυτών". Στη συνέχεια, το Δικαστήριο της ουσίας που δίκασε την άνω υπόθεση, την κατηγορουμένη και ήδη αναιρεσείουσα κήρυξε ένοχο των αξιοποίνων πράξεων της υπεξαίρεσης στην υπηρεσία κατ'εξακολούθηση και της απιστίας κατ'εξακολούθηση και ειδικότερα του ότι: Στη ... κατά το χρονικό διάστημα από την 1/1/2002 έως τα τέλη Ιουνίου 2003 τέλεσε τις ακόλουθες πράξεις: Α)Με περισσότερες πράξεις της που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος και υπό την ιδιότητα της ως υπαλλήλου ιδιοποιήθηκε παράνομα χρήματα που τα έλαβε και τα κατείχε λόγω αυτής της ιδιότητας της, το δε αντικείμενο της πράξης ήταν ιδιαίτερα μεγάλης αξίας. Συγκεκριμένα υπό την ιδιότητα της ως Έμμισθη Διευθύνουσα Σύμβουλος του Δοικητικού συμβουλίου της Δημοτικής Επιχείρησης Παιδικών Σταθμών Καλαμαριάς (ΔΕΠΣΚ), που είχε ως σκοπό την λειτουργία παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού με την φύλαξη, ημερήσια διαμονή και διαπαιδαγώγηση: των νηπίων των δημοτών και κατοίκων Καλαμαριάς, ορίστηκε διαχειρίστρια και ταμίας της ΔΕΠΣΚ για το ως άνω χρονικό διάστημα, δυνάμει της υπ' αριθμ. 584/1998 απόφασης του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Καλαμαριάς. Στην αρμοδιότητα της κατηγορουμένης υπαγόταν, μεταξύ άλλων και η είσπραξη από τους γονείς των νηπίων που ποσών που αποτελούσαν τα δίδακτρα, η διαχείριση των οικονομικών θεμάτων της ΔΕΠΣΚ, το ταμείο της οποίας παραδόθηκε στην κατοχή της κατηγορουμένης, η οποία όμως, εκμεταλλευόμενη την ως άνω ιδιότητά της και την εξαιτίας αυτής της ιδιότητάς της δυνατότητα άμεσης και ευχερούς πρόσβασης : α) στους τραπεζικούς λογαριασμούς της ΔΕΠΣΚ που. διατηρούσε στην Τράπεζα Πειραιώς και στην Alpha Bank και β) στο ταμείο αυτής, των οποίων (χρηματικών ποσών) είχε την κατοχή και τη διαχείριση, προέβη με μερικότερες πράξεις της στην λήψη και κατακράτηση μερικότερων χρηματικών ποσών και συνολικά για όλο το ως άνω χρονικό διάστημα του χρηματικού ποσού των 15.704,71 ευρώ, αναλαμβάνοντας τμηματικά διάφορα χρηματικά ποσά είτε από το ταμείο της ΔΕΠΣΚ, είτε από τους τραπεζικούς λογαριασμούς που η ΔΕΠΣΚ διατηρούσε στις ανωτέρω Τράπεζες (ειδικότερα προέβη στην κατακράτηση μερικότερων χρηματικών ποσών από τα δίδακτρα που εισέπραττε και στην ανάληψη διαφόρων χρηματικών ποσών από τους τραπεζικούς λογαριασμούς της ΔΕΠΣΚ, όπως την 7/1/2002 οπότε και έκανε ανάληψη του ποσού των 3.145,27 ευρώ και την 15/1/2002 έκανε ανάληψη του ποσού των 6.000 ευρώ από τραπεζικό λογαριασμό της ΔΕΠΣΚ).Στη συνέχεια η κατηγορούμενη δεν χρησιμοποίησε τα χρήματα αυτά για την κάλυψη των αναγκών και των υποχρεώσεων της ΔΕΠΣΚ όπως όφειλε, αλλά παρανόμως χρησιμοποίησε το ως άνω συνολικό ποσό των 15.704,71 ευρώ για την κάλυψη δικών της προσωπικών αναγκών ενσωματώνοντας το στην περιουσία της και ιδιοποιούμενη αυτό χωρίς κανένα νόμιμο προς τούτο δικαίωμα, ήτοι χωρίς την έγκριση και παρά την αντίθετη βούληση του διοικητικού συμβουλίου της ΔΕΠΣΚ και χωρίς άλλο νόμιμο δικαίωμα, αφού δεν της οφειλόταν από καμιά αιτία. Έτσι, μετά από σχετικό έλεγχο στο ταμείο της ΔΕΠΣΚ και στους τραπεζικούς της λογαριασμούς, μετά από την παραίτηση και την αποχώρηση της κατηγορουμένης διεπιστώθη ότι υπήρξε έλλειμμα 15.704,71 ευρώ, την επιστροφή του οποίου αρνήθηκε ρητώς και αυθαιρέτως η κατηγορουμένη.
Β)Με γνώση της και με περισσότερες πράξεις της που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος ζημίωσε την περιουσία άλλου, της οποίας βάσει νόμου είχε την επιμέλεια και διαχείριση και συγκεκριμένα υπό την ανωτέρω ιδιότητα της ως Έμμισθη Διευθύνουσα Σύμβουλος. του δημοτικού συμβουλίου της Δημοτικής Επιχείρησης "Παιδικών Σταθμών Καλαμαριάς (ΔΕΠΣΚ), προέβη καθόλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα σε διαχειριστικές πράξεις που επέφεραν ζημία της περιουσίας της ΔΕΠΣΚ και ειδικότερα :
.ενώ εισέπραττε από τους γονείς των νηπίων που φοιτούσαν στον παιδικό και βρεφονηπιακό σταθμό της ΔΕΠΣΚ τα δίδακτρα, η κατηγορουμένη δεν τα κατέθετε αυθαίρετα και αναιτιολόγητα την επόμενη εργάσιμη ημέρα σε τραπεζικό λογαριασμό της ΔΕΠΣΚ, με αποτέλεσμα να βρίσκονται στο ταμείο χρηματικά ποσά από 20.000 έως 64.000 ευρώ και έτσι να ζημιωθεί η περιουσία της ΔΕΠΣΚ από τους πιστωτικούς τόκους που θα αποκόμιζε, εάν τα χρηματικά αυτά ποσά κατατίθεντο σε τραπεζικό ίδρυμα, όπως θα έπρεπε να γίνει σύμφωνα με τον κανονισμό λειτουργίας της ΔΕΠΣΚ. .έδιδε εντολή και πραγματοποιούσε προμήθειες υλικών που ήταν εντελώς άχρηστα για την λειτουργία του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού της ΔΕΠΣΚ, όπως προμήθεια 2 τεμαχίων του εμβολίου engerix με το υπ' αριθμ. 135/21.1.2002 τιμολόγιο της φαρμακοποιού ..., προμήθεια 2 τεμαχίων του εμβολίου infarix, 2 τεμαχίων του εμβολίου sabin, 2 τεμαχίων του εμβολίου ΜΜR με το υπ' αριθμ. 176/4.10.2002 τιμολόγιο της φαρμακοπoιού ..., προμήθεια διαφόρων εμβολίων ποσού 68,26 ευρώ με την υπ αριθμ. 99/2002 απόδειξη της φαρμακοποιού ... (τα οποία ουδέποτε χρησιμοποιήθηκαν για την κάλυψη των αναγκών του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού), τα οποία πληρώθηκαν με χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ, της οποίας η περιουσία ζημιώθηκε ως προς τούτου, καθόσον τα ανωτέρω πράγματα δεν χρησιμοποιήθηκαν για τη λειτουργία των παιδικών σταθμών.
.έδιδε εντολή και πραγματοποιούσε προμήθειες υλικών τροφίμων, ειδών οικιακής χρήσης) σε ποσότητες υπερβολικά μεγάλες για την λειτουργία του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού της ΔΕΠΣΚ, όπως αυτά που προμηθεύτηκε με τα υπ' αριθμ. 19/19.4.2002, 29/4.7.2002, 30/4.7.2002, 31/4.7.2002, 33/4.7.2002, 24/4.7.2002, 45/2.12.2002, 46/2.12.2002, 47/2.12.2002, 48/2.12.2002, 49/2.12.2002, 50/2.12.2002, 57/19.12.2002, 58/19.12.2002, 78/10.4.2003, 79/10.4.2003, 80/10.4.2003, 81/10.4.2003, 84/5.5.2003, 104/13.6.2003, 102/13.6.2003 τιμολόγια του ... (ήτοι 7 κιλά κασέρι αξίας 63,43 ευρώ, 34 συσκευασίας χυμού αξίας 64,91 ευρώ, 36 ψωμιά αξίας 16,67 ευρώ, 15 τεμάχια οινόπνευμα αξίας 7,87, 7 συσκευασίας καφέ αξίας 33,05 ευρώ , 23 τεμάχια la vache qui rit αξίας 42.16 ευρώ, 12 φιάλες κόκα κόλα αξίας 15 ευρώ, 14 κιλά κασέρι αξίας 127,03 ευρώ, 3 κιλά βιτάμ αξίας 8,94 ευρώ, 12 φιάλες κόκα κόλα αξίας 5,55 ευρώ, 8 κιλά κασέρι αξίας 67,11 ευρώ, 6 συσκευασίας σκόνης πλυντηρίου αξίας 32,85 ευρώ, 3 κιλά κασέρι αξίας 27,22 ευρώ, 20 λάμπες αξίας 24,80 ευρώ, 21 κιλά κασέρι αξίας 191,48 ευρώ, 18 συσκευασίες δημητριακών αξίας 40,83 ευρώ, 13 συσκευασίες la vache qui rit αξίας αξίας 23,83, 35 συσκευασίας γάλακτος αξίας 13,61 ευρώ, 8 συσκευασίες μαρμελάδα αξίας 14,44 ευρώ, 11 συσκευασίας καφέ αξίας 51,94 ευρώ, 17 φιάλες κόκα κόλα αξίας 23,83 ευρώ, 14 κιλά ζάχαρη αξίας 12,31 ευρώ, γάλα σε ατομικές μερίδες αξίας 7,31 ευρώ, 6 κιλά βιτάμ αξίας 16,66 ευρώ, 9 φιάλες ξύδι αξίας 2,91 ευρώ, 22 κιλά κασέρι αξίας 30,55 ευρώ, 8 τεμάχια μερέντα αξίας 20-774 ευρώ, 7 συσκευασίες χυμού αξίας 14,58 ευρώ, 10 συσκευασίες δημητριακών αξίας 29,16 ευρώ, 5 κιλά τυρί αξίας 20,13 ευρώ, 34 φιάλες κόκα κόλα αξίας 15,74 ευρώ, 2 φιάλες χυμού αξίας 3,24 ευρώ, 6 συσκευασίες απορρυπαντικού πιάτων αξίας 32,64 ευρώ, 7 συσκευασίες χαρτοβάμβακα αξίας 28,47 ευρώ, 11 συσκευασίας απορρυπαντικού πιάτων αξίας 62,92 ευρώ, 51 φιάλες οινοπνεύματος αξίας 26,79 ευρώ, 11 κιλά κασέρι αξίας 15,27 ευρώ, 6 κιλά ζάχαρη αξίας 5,27 ευρώ, 2 συσκευασίες καφέ αξίας 10,55 ευρώ, 6 συσκευασίες απορρυπαντικού αξίας 13,33 ευρώ, 11 κιλά ζάχαρη αξίας 9,68 ευρώ, 12 κιλά κασέρι αξίας 112,28 ευρώ, 41 τεμάχια γάλακτος σε μερίδες αξίας 15,94 ευρώ, 8 φιάλες κόκα κόλα αξίας 2,59 ευρώ, 6 συσκευασίες καφέ αξίας 28,89 ευρώ, 16 συσκευασίες δημητριακών αξίας 34,80 ευρώ, 2,5 κιλά βιτάμ αξίας 7,45 ευρώ, 11 κιλά κασέρι αξίας 1.00,67 ευρώ, 30 συσκευασίες ψωμί για τοστ αξίας 45,84 ευρώ, 10 συσκευασίες la vache qui rit αξίας 18,98 ευρώ, 10 συσκευασίες δημητριακών, αξίας 29.17 ευρώ, 7 συσκευασίες γάλακτος σε μερίδες αξίας 5,11 ευρώ, 8 συσκευασίες ψωμί για τοστ αξίας 12,22 ευρώ, 8,5 κιλά κασέρι αξίας 76,50 ευρώ, 3 συσκευασίες καφέ αξίας 14,44 ευρώ, 4 κιλά ζάχαρη αξίας 3,51 ευρώ, 3 κιλά κασέρι αξίας 27,90 ευρώ, 9 συσκευασίες καφέ αξίας 19,25 ευρώ, 4 φιάλες κόκα κόλα αξίας 5,74 ευρώ, 3 κιλά κασέρι αξίας 65,74 ευρώ, που ουδέποτε χρησιμοποιήθηκαν για την κάλυψη των αναγκών του παιδικού και βρεφονηπιακού σταθμού και ειδικότερα για την διατροφή των νηπίων), τα οποία πληρώθηκαν με χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ, με αντίστοιχη ζημία της περιουσίας της ως προς τούτο, καθόσον το μεν αγοράστηκαν σε υπερβολικές ποσότητες, το δε δεν χρησιμοποιήθηκαν για την διατροφή των νηπίων.
.καταχώρησε στα φορολογικά βιβλία της ΔΕΠΣΚ διάφορα τιμολόγια για την προμήθεια καυσίμων, πληρωμή γευμάτων, συμμετοχή σε σεμινάρια, πληρωμή ξενοδοχείων, μίσθωση οχημάτων, τα οποία εξοφλήθηκαν από τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ, χωρίς όμως νόμιμη αιτία και ειδικότερα χωρίς να υπάρχει προηγούμενη απόφαση του διοικητικού συμβουλίου για τις δαπάνες αυτές, οι οποίες δεν ήταν αναγκαίες, ζημιώνοντας έτσι την περιουσία της ΔΕΠΣΚ. -Ειδικότερα ανάλωσε τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ για να εξοφλήσει: το υπ' αριθμ. 9054/31.5.2002 τιμολόγιο για την αγορά βενζίνης, ποσού 62 ευρώ, το υπ'αριθμ. 1595/26.7.2002 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών για την παρακολούθηση σεμιναρίου, ποσού 815 ευρώ, το υπ' αριθμ. 40/28.7.2002 τιμολόγιο για την αγορά γεύματος, ποσού 32 ευρώ, το υπ'αριθμ. 853/26.9.2002 τιμολόγιο για έξοδα ταξιδιού, ποσού 350 ευρώ, διάφορα αποκόμματα από την πληρωμή διοδίων 2,40 ευρώ, αποδείξεις από super market, ποσού 42,24 ευρώ, το από 26/9/2002 μισθωτήριο αυτοκινήτου, ποσού 40 ευρώ, την από 27/9/2002 απόδειξη ποσού 100 ευρώ για έξοδα ταξιδιού, το υπ' αριθμ. 762/27.9.2002 τιμολόγιο για την αγορά γεύματος, ποσού 77.70 ευρώ, .στη χρήση έτους 2002 καταχώρησε δύο φορές στα φορολογικά βιβλία της ΔΕΠΣΚ τα υπ' αριθμ. 1871 και 1872 τιμολόγια, ποσού 247,4 6 ευρώ πλέον ΦΠΑ έκαστο που αφορούσαν σε επισκευές και συντήρηση παιδικού και βρεφικού σταθμού), τα οποία εξόφλησε δύο φορές με τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ ζημιώνοντας κατά το επιπλέον ποσό την περιουσία αυτής.
.προέβη στην καταχώρηση στα φορολογικά βιβλία της ΔΕΠΣΚ του υπ' αριθμ. 1595/2002 τιμολογίου, ποσού 815 ευρώ, το οποίο αφορούσε την παρακολούθηση σεμιναρίου από την κατηγορουμένη, εξοφλήθηκε από τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ, χωρίς όμως να υπάρχει για τη δαπάνη αυτή προηγούμενη απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της ΔΕΠΣΚ για την έγκριση της δαπάνης, ζημιώνοντας κατά τούτο την περιουσία της ΔΕΠΣΚ. προέβη στην καταβολή -από τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ - ποσού 110,05 ευρώ στην εργαζόμενη ... (με την υπ' αριθμ. 113/6.5.2003 απόδειξη καταβολής), χωρίς όμως να υπάρχει νόμιμη αιτία για την καταβολή του ποσού αυτού, αφού το μεν δεν αντιστοιχούσε σε οφειλόμενες δεδουλευμένες οφειλές, το δε δεν προηγήθηκε απόφαση του διοικητικού συμβουλίου και ζημίωσε την περιουσία της ΔΕΠΣΚ κατά το ποσό αυτό. ενώ δυνάμει της από 22/12/2000 απόφασης του διοικητικού συμβουλίου της ΔΕΠΣΚ οι καθαρές αποδοχές της κατηγορουμένης καθορίστηκαν στο ποσό των 880 ευρώ μηνιαίως, ωστόσο αυτή (κατηγορουμένη) ελάμβανε από τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ το ποσό των 1.032,80 ευρώ μηνιαίως ως καθαρές αποδοχές (ήτοι ελάμβανε επιπλέον 152,80 ευρώ μηνιαίως), χωρίς όμως να έχει προηγηθεί γΓ αυτό απόφαση του διοικητικού συμβουλίου για την αύξηση των αποδοχών της, ζημιώνοντας την περιουσία της ΔΕΠΣΚ ως προς το επιπλέον αυτό ποσό, για το οποίο δεν υπήρχε έγκριση του διοικητικού συμβουλίου.
Με τους παραπάνω τρόπους η κατηγορουμένη ζημίωσε την περιουσία της ΔΕΠΣΚ, της οποίας είχε τη διαχείριση κατά τα ανωτέρω ποσά, καθόσον οι δαπάνες που καλύφθηκαν από χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ δεν είχαν εγκριθεί από το διοικητικό συμβούλιο αυτής, επιπλέον όμως ήταν υπερβολικές και όχι αναγκαίες, αλλά αντίθετα ήταν περιττές για τη λειτουργία των παιδικών σταθμών.
Δέχεται ότι η κατηγορουμένη έζησε έως το χρόνο που έγινε το έγκλημα, έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά, κοινωνική ζωή". Ακολούθως, αφού είχε αναγνωρίσει στην κατηγορουμένη το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, επέβαλε σε αυτή συνολική ποινή φυλακίσεως δεκαπέντε (15) μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε για χρονικό διάστημα τριών (3) ετών.Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των άνω εγκλημάτων για τα οποία καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 18 εδ.β', 26 παρ. 1α, 27 παρ.1,83, 84 παρ.2 α', 94 παρ.1, 98, 258 περ. β', 263 Α περ.α' και 390 του ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως 666.2008 του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, απολογία κατηγορουμένης), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας: ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ..., ... και ..., του Προέδρου της Δημοτικής Επιχείρησης Παιδικών Σταθμών Καλαμαριάς (ΔΕΠΣΚ), ..., ο οποίος, όπως προκύπτει από τα άνω πρακτικά, ως νόμιμος εκπρόσωπος της πολιτικώς ενάγουσας προαναφερθείσας Επιχείρησης, εξετάστηκε χωρίς όρκο στο άνω ακροατήριο και των μαρτύρων υπερασπίσεως ... και ..., οι οποίοι, όπως προκύπτει από τα ίδια πρακτικά, εξετάσθηκαν χωρίς όρκο στο ίδιο ακροατήριο. Σύμφωνα με τα άνω λεχθέντα, το Δικαστήριο της ουσίας προκειμένου να καταλήξει στην καταδικαστική κρίση του, οδηγήθηκε στις προαναφερόμενες παραδοχές, που αποτελούν την απαιτούμενη από τις πιο πάνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Συγκεκριμένα, κατά τρόπο σαφή και πλήρη, αναφέρονται όλα τα στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο αυτός καταδικάστηκε, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική διάταξη που εφαρμόστηκε, χωρίς να εμφιλοχωρήσουν ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού και διατακτικού, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Είναι αβάσιμες και πρέπει να απορριφθούν, οι επιμέρους αντίθετες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος και συγκεκριμένα, ότι: δεν εκτίθενται καθ'οιοδήποτε τρόπο τα πραγματικά περιστατικά της ακροαματικής διαδικασίας, επίσης δεν δικαιολογείται γιατί το Δικαστήριο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του πείστηκε για την ενοχή της, από τα αναφερόμενα στην απόφαση και στα πρακτικά στοιχεία, ούτε τέλος αναφέρονται ειδικά τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν πραγματικά περιστατικά, βάσει των οποίων πείσθηκε το Δικαστήριο για την ενοχή της, καθόσον, και πράγματα περιστατικά αναφέρονται και, αιτιολογείται στην απόφαση γιατί το Δικαστήριο κατέληξε στην ενοχή της και, αναφέρονται ειδικά τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία προέκυψαν τα πραγματικά περιστατικά, που οδήγησαν στην ενοχή της κατηγορουμένης. Επίσης, η αναιρεσείουσα στο ακροατήριο του δικάσαντος Εφετείου προέβαλε την ένσταση παραγραφής για κάθε πράξη που φέρεται ότι τέλεσε μέχρι την 30-8-2001, δοθέντος ότι το κλητήριο θέσπισμα, της επιδόθηκε στις 31-8-2006. Τον ισχυρισμό αυτό, που είναι αυτοτελής, το άνω Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, αφού με πλήρη κατά τα προεκτεθέντα αιτιολογία δέχθηκε ότι χρόνος τελέσεως του εγκλήματος είναι αυτός από 1-1-2002 μέχρι τέλος Ιουνίου 2003, απέρριψε κατ'ουσίαν, με πλήρη επίσης αιτιολογίας. Επομένως, τα παράπονα που διατυπώνει κατά της προσβαλλόμενης αποφάσεως η αναιρεσείουσα, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς την απόρριψη του αυτοτελούς αυτού ισχυρισμού της, είναι αβάσιμα και ο σχετικός λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί. Εξάλλου, η αυτή απόφαση έχει πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και για το δόλο ως προς την πράξη της απιστίας, τα δε παράπονα που διατυπώνει η αναιρεσείουσα κατά της άνω αποφάσεως για έλλειψη αιτιολογίας ως προς την πράξη της απιστίας, είναι αβάσιμα, και ο ισχυρισμός της, τον οποίο χαρακτηρίζει ως αυτοτελή, παρά το ότι αποτελεί άρνηση της κατηγορίας και, κατά τα εκτιθέμενα στην αρχή, το Δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να απαντήσει και μάλιστα αιτιολογημένα, είναι αβάσιμα και ο σχετικός της λόγος πρέπει να απορριφθεί. Περαιτέρω η αιτίαση ότι υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας επειδή το σκεπτικό της πληττόμενης απόφασης αποτελεί επανάληψη του διατακτικού της, είναι αβάσιμη καθόσον όπως από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει, όχι μόνον το σκεπτικό αυτής που είναι εκτενές περιέχει στοιχεία επιπλέον εκείνων τα οποία διαλαμβάνονται στο διατακτικό της αλλά και διότι αυτό και μόνον το προβαλλόμενο ως άνω γεγονός δεν συνιστά έλλειψη στην αιτιολογία της απόφασης, όταν το διατακτικό της είναι αναλυτικό και πλήρες. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, με τον οποίο αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι πλημμέλειες της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αλλά και ο αυτεπαγγέλτως κατά την ΚΠΔ 511, εφόσον παρίσταται η αναιρεσείουσα και κρίθηκε παραδεκτός ο άνω λόγος, εξεταζόμενος της περ.Ε' της αυτής διατάξεως του ΚΠΔ, λόγος, της ελλείψεως νόμιμης βάσεως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά, με τους πιο πάνω λόγους αναιρέσεως, πλήττεται απαραδέκτως η άνω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών.
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 329, 331, 333, 364 παρ.2 και 369 του ΚΠΔ, προκύπτει ότι η λήψη υπόψη και η συνεκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας, ως αποδεικτικού στοιχείου, εγγράφου που δεν αναγνώσθηκε κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, συνιστά απόλυτη ακυρότητα και ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α' ΚΠΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 171 παρ.1 περίπτωση δ του ίδιου Κώδικα, λόγο αναίρεσης, διότι έτσι παραβιάζεται η άσκηση του κατά το άρθρο 358 του ίδιου Κώδικα δικαιώματος του κατηγορουμένου να προβαίνει σε δηλώσεις, παρατηρήσεις και εξηγήσεις σχετικά με το αποδεικτικό αυτό μέσο. Η ακυρότητα αυτή δεν επέρχεται αν το περιεχόμενο του εγγράφου που δεν αναγνώσθηκε στο ακροατήριο προκύπτει από άλλα έγγραφα που αναγνώσθηκαν. Στην προκειμένη περίπτωση, η αναιρεσείουσα ισχυρίζεται ότι η μνημονευόμενη στην αιτιολογία της αποφάσεως με αριθμό 113/6-5-2003 απόδειξη καταβολής από τα χρήματα του ταμείου της ΔΕΠΣΚ ποσού 110,05 ευρώ στην εργαζόμενη, ..., με βάση την οποία καταδικάστηκε για την πράξη της απιστίας, δεν αναγνώστηκε στο ακροατήριο και έτσι, στερήθηκε από το δικαίώμά της να αντιλέξει κατά του περιεχομένου του εγγράφου αυτού με συνέπεια, την απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο. 'Όμως, η καταβολή αυτή, ως μερικότερη πράξη της απιστίας κατ'εξακολούθηση, για την οποία καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα, αναφέρεται στη σελίδα 19, υπό στοιχείο 1, της εκθέσεως ελέγχου χρήσεως 2003 της εταιρίας "Συνεργαζόμενοι Ορκωτοί Λογιστές Α.Ε.", δηλαδή στο με αριθμό 8 αναγνωσθέν στο ακροατήριο του άνω Δικαστηρίου έγγραφο, το οποίο είναι συνημμένη και η απόδειξη αυτή, οπότε και το έγγραφο αυτό, αναγνώστηκε μέσω του άλλου εγγράφου. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' ΚΠΔ σχετικός λόγος αναιρέσεως ότι στερήθηκε το δικαίωμα να αντιλέξει κατά του περιεχομένου του εγγράφου αυτού, είναι αβάσιμος στην ουσία του και πρέπει να απορριφθεί.
Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικαστεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 583 παρ.1) και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος (ΚΠολΔ 176).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 2 Μαΐου 2008 (υπ'αριθμ. πρωτ. ενώπιον του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου 3921/6-5-2008, αίτηση της ..., για αναίρεση της με αριθμό 666/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ, καθώς και στη δικαστική δαπάνη του παραστάντος πολιτικώς ενάγοντος από πεντακόσια (500) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11 Ιουνίου 2009. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 13 Οκτωβρίου 2009.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ