Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 508 / 2013    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Αγωγή αναγνωριστική, Παραβίαση κανόνων ουσιαστικού δικαίου.




Περίληψη:
Αγωγή αναγνώρισης οδού η κοινόχρηστης. Έννομο Συμφέρον. Λόγος από 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ γίνεται δεκτός και ως βάσιμος.






Αριθμός 508/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Αργύριο Σταυράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 6 Φεβρουαρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Χ. Π. του Γ. και 2) Β. Π. συζ. Χ., κατοίκων ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Μπούγα, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Σ. Μ. του Η. και 2) Ε. Μ. συζ. Σ., κατοίκων ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Γεώργιο Δελμούζο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 17/7/2001 αγωγή των ήδη αναιρεσειόντων, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Άμφισσας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 27/2002 του ιδίου Δικαστηρίου, η οποία παρέπεμψε την υπόθεση στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Άμφισσας λόγω αρμοδιότητας, 66/ΤΠ/2003 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Άμφισσας και 305/2005 του Εφετείου Λαμίας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 11/9/2006 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικόλαος Μπιχάκης ανέγνωσε την από 8/2/2012 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και την καταδίκη των αντιδίκου τους στη δικαστική δαπάνη τους.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 70 του ΚΠολΔ "όποιος έχει έννομο συμφέρον να αναγνωρισθεί η ύπαρξη ή μη ύπαρξη κάποιας έννομης σχέσης, μπορεί να εγείρει σχετική αγωγή". Από τη διατύπωση της διατάξεως αυτής, που είναι ουσιαστικού δικαίου, προκύπτει, ότι είναι δυνατή η αναγνώριση με αγωγή της υπάρξεως ή ανυπαρξίας έννομης σχέσεως ιδιωτικού δικαίου, η οποία υπάγεται στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων και τελεί σε κατάσταση αβεβαιότητος, εφόσον συντρέχει έννομο συμφέρον. Ως έννομη σχέση νοείται η βιοτική σχέση του προσώπου, που αναφέρεται σε άλλο πρόσωπο ή υλικό αγαθό και ρυθμίζεται από το εξ αντικειμένου δίκαιο και όχι η επίλυση αφηρημένων νομικών ζητημάτων με τη μορφή της γνωμοδοτήσεως ως προς την ερμηνεία του περιεχομένου των κανόνων δικαίου ή συμβάσεων ή η διαπίστωση πραγματικών ή νομικών καταστάσεων χωρίς καθορισμό των προσαπτομένων από το δίκαιο συνεπειών, έστω και αν μνημονεύεται ο κανόνας ή η νομική αρχή, στα οποία υπάγονται τα περιστατικά αυτά. Έννομο δε συμφέρον υπάρχει όταν η αιτουμένη διάγνωση είναι κατάλληλο μέσο άρσεως της υφισταμένης αβεβαιότητος στις σχέσεις των διαδίκων και αποτροπής του προκαλουμένου στο συμφέρον του ενάγοντος κινδύνου από αυτή. Δεν είναι δε απαραίτητο να συμπίπτουν οι διάδικοι της αναγνωριστικής δίκης προς τα υποκείμενα της αναγνωριστέας έννομης σχέσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση οι ενάγοντες και ήδη αναιρεσείοντες με την υπ' αριθμ. εκθέσεως καταθέσεως 35/27-8-2001 αγωγή τους ισχυρίσθηκαν ότι είναι συγκύριοι κατά ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου έκαστος ενός ακινήτου εκτάσεως 422,30 τμ., όπως αναλυτικά περιγράφεται κατά θέση και όρια, το οποίο από τη βόρεια πλευρά του συνορεύει με δημοτική κοινόχρηστη λωρίδα, εμβαδού 128,13 τμ., όπως αυτή αποτυπώνεται και στο προσαρτώμενο στην αγωγή τοπογραφικό διάγραμμα του αρχιτέκτονα - μηχανικού Α. Σ. με τα αριθμητικά στοιχεία … έως και ... Ότι η επίδικη εδαφική λωρίδα έχει καταστεί κοινόχρηστη με το θεσμό της αμνημονεύτου χρόνου αρχαιότητας, καθόσον προ του έτους 1865 χρησιμοποιούνταν ελεύθερα και ανεμπόδιστα, τόσο από τους άμεσους και απώτερους κυρίους και νομείς των όμορων προς αυτή ιδιοκτησιών για την εξυπηρέτηση των ακινήτων τους, όσο και από οποιοδήποτε τρίτο, άλλως ότι διαμορφώθηκε και παραδόθηκε σε κοινή χρήση με τη βούληση των όμορων προς αυτή ιδιοκτητών, οι οποίοι παραχώρησαν οικειοθελώς τμήματα του ακινήτου τους προ της ισχύος του ν.δ. της 17ης-7-1923 "περί σχεδίου πόλεων και κωμών", άλλως και λόγω του γεγονότος ότι περιλαμβάνεται στο εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο της πόλεως της … του έτους 1953 και στην αποτύπωση αυτού του έτους 1986. Ότι οι εναγόμενοι και ήδη αναιρεσίβλητοι περί το τέλος Ιουνίου 1999 άρχισαν ν' αμφισβητούν το απορρέον από την προσωπικότητά τους δικαίωμα να χρησιμοποιούν την επίδικη κοινόχρηστη εδαφική λωρίδα. Με βάση το ιστορικό αυτό, ζήτησαν οι ενάγοντες εν όψει της κατά τα άνω προσβολής της προσωπικότητάς τους να αναγνωρισθεί ότι η επίδικη εδαφική λωρίδα είναι κοινόχρηστη, δημοτική οδός. Η αγωγή με το ως άνω περιεχόμενο και αίτημα είναι νόμιμη, στηριζόμενη στα άρθρα 967 ΑΚ και 70 ΚΠολΔ. Το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση απέρριψε την αγωγή ως μη νόμιμη με την αιτιολογία ότι οι ενάγοντες, οι οποίοι επικαλούνται προσβολή του απορρέοντος από την προσωπικότητά τους δικαιώματος να χρησιμοποιούν την επίδικη κοινόχρηστη δημοτική έκταση, δεν δικαιούνται να ζητήσουν την αναγνώρισή της ως κοινόχρηστης, αλλά μόνο τα δικαιώματα που παρέχονται στην περίπτωση αυτή από το άρθρο 57 του ΑΚ, ήτοι την άρση της γενομένης προσβολής καθώς και την παράλειψή της στο μέλλον. Τούτο δε διότι, το δικαίωμα προς χρήση των κοινοχρήστων πραγμάτων, σύμφωνα με το άρθρο 967 του ΑΚ, δεν αποτελεί άσκηση άμεσου εξουσίας επ' αυτών με την έννοια της νομής ή οιονεί νομής ή κατοχής, αλλά ιδιόρρυθμο δικαίωμα που απορρέει από την προσωπικότητα. Έτσι, που έκρινε το εφετείο, παραβίασε τις ως άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις τις οποίες εσφαλμένα εφάρμοσε και επομένως ο σχετικός μοναδικός λόγος αναίρεσης από τον αριθ. 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ είναι βάσιμος. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πρέπει η προσβαλλόμενη απόφαση να αναιρεθεί και να παραπεμφθεί η υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους, δικαστές εκτός από εκείνους που εξέδωσαν την αναιρουμένη απόφαση. Τα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων πρέπει να επιβληθούν σε βάρος των αναιρεσιβλήτων, κατά τα άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ, όπως ορίζεται στο διατακτικό.


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 305/2005 απόφαση του Εφετείου Λαμίας.
Παραπέμπει την υπόθεση για περαιτέρω εκδίκαση στο ίδιο Εφετείο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που εξέδωσαν την αναιρουμένη απόφαση.
Καταδικάζει τους αναιρεσιβλήτους στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε, στην Αθήνα, στις 5 Μαρτίου 2013.
Δημοσιεύθηκε, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 20 Μαρτίου 2013.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή