Θέμα
Αναιρέσεως απόρριψη, Χρήση ψευδής βεβαίωσης, Έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, Έξοδα.
Περίληψη:
Χρήση πλαστού εγγράφου και υφαρπαγή ψευδούς βεβαιώσεως κατ' εξακολούθηση.
Λόγοι αναιρέσεως εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής
διατάξεως του άρθρου 8 παρ. 4α Ν. 4198/2013 περί παραγραφής της ποινής υφ' όρον
περί έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς την ενοχή. Αβάσιμος
ο πρώτος λόγος και αόριστος και απαράδεκτος ο δεύτερος. Απορρίπτει την αναίρεση
και επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα έξοδα.
Αριθμός 1437/2017
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σακκά Προεδρεύων Αεροπαγίτη, (σύμφωνα με την υπ’ αριθμό 136-Α/2016 πράξη της Προέδρου του Αρείου Πάγου), Βασίλειο Καπελούζο, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα - Εισηγητή, και Ιωάννη Μπαλιτσάρη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 19 Οκτωβρίου 2016, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Βασιλικής Θεοδώρου, (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήττα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Β. Ρ., του Γ., κατοίκου ..., που παραστάθηκε με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο Ρίζο, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 7/2016 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Λαμίας.
Το Πενταμελές Εφετείο Λαμίας με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 18 Μαρτίου 2016 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό ...2016.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και την Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Με τη διάταξη του άρθρου 8 παρ. 4 του Ν. 4198/2013 ορίζεται ότι: "α. Ποινές στερητικές της ελευθερίας διάρκειας μέχρι έξι μηνών που έχουν επιβληθεί με αποφάσεις οι οποίες έχουν εκδοθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εφόσον οι αποφάσεις αυτές δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες και οι επιβληθείσες ποινές δεν έχουν εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, παραγράφονται και δεν εκτελούνται, υπό τον όρο ότι ο καταδικασθείς δεν θα τελέσει μέσα σε δύο έτη από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, νέα από δόλο αξιόποινη πράξη, για την οποία θα καταδικαστεί αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι μηνών. Σε περίπτωση νέας καταδίκης ο καταδικασθείς εκτίει αθροιστικά, μετά την έκτιση της νέας ποινής και τη μη εκτιθείσα και δεν υπολογίζεται στο χρόνο παραγραφής της μη εκτιθείσας ποινής, ο διανυθείς χρόνος από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη για τη νέα πράξη. β. Οι μη εκτελεσθείσες κατά τα ανωτέρω αποφάσεις τίθενται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα ή δημόσιου κατηγόρου. Η παραγραφή των ποινών δεν κωλύει την επιβολή των κατά νόμο προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων στις υποθέσεις αυτές ...". Εξάλλου, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του Κ.Ποιν.Δ., λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ’ αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, εσφαλμένη δε εφαρμογή συντρέχει όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάζεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό της και ανάγεται στα στοιχεία και στην ταυτότητα του οικείου εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου και να μην έχει η απόφαση νόμιμη βάση. Στην προκείμενη περίπτωση, ύστερα από την απόσυρση και τοποθέτηση της δικογραφίας στο αρχείο ως προς τις πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία, της παραβάσεως του άρθρου 22 του Ν.1599/1986 και της απόπειρας υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του όγδοου άρθρου του Ν. 4411/2016 και την εισαγωγή της υποθέσεως στο παρόν δικαστήριο μόνον για τις πράξεις της χρήσεως πλαστού εγγράφου και της υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως κατ’ εξακολούθηση, με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται η αιτίαση ότι το δικάσαν κατ’ έφεση Πενταμελές Εφετείο Λαμίας όφειλε με την προσβαλλόμενη απόφασή του να προχωρήσει στην υφ’ όρο παραγραφή της ποινής των δέκα (10) μηνών που του επέβαλε με την ως άνω υπ’ αριθμ. 187/31-5- 2013 απόφασή του το πρωτοδίκως δικάσαν Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Λαμίας για την αξιόποινη πράξη της χρήσης πλαστού εγγράφου και τούτο διότι κατά τον υπολογισμό της συνολικής ποινής το ως άνω δικαστήριο, επαύξησε την ποινή βάση των δώδεκα(12) μηνών κατά πέντε(5) μήνες από την ως άνω ποινή των δέκα (10) μηνών που επιβλήθηκε για την πράξη της χρήσης πλαστού εγγράφου και κατά συνέπεια τελικά η ποινή που του επιβλήθηκε για την πράξη της χρήσης πλαστού εγγράφου είναι πέντε (5) μηνών, δηλαδή μικρότερη των έξι (6) μηνών και έπρεπε γι’ αυτήν, κατ’ ορθή ερμηνεία και εφαρμογή της ως άνω διατάξεως του άρθρου 8 παρ. 4 του Ν. 4198/2013, το δικάσαν κατ’ έφεση Πενταμελές Εφετείο Λαμίας να προχωρήσει στην υφ’ όρο παραγραφή της ποινής που του επιβλήθηκε για την πράξη της χρήσης πλαστού εγγράφου και μη πράττοντας αυτό υπέπεσε στην πλημμέλεια της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, άλλως στην πλημμέλεια της υπέρβασης εξουσίας και ιδρύθηκε ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του Κ.Ποιν.Δ. λόγος αναιρέσεως, άλλως ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η’ του Κ.Ποιν.Δ. λόγος αναιρέσεως. Όμως, όπως προκύπτει από την επιτρεπτώς επισκοπούμενη υπ’ αριθμ. 187/2013 απόφαση του πρωτοδίκως δικάσαντος Τριμελούς Εφετείου Λαμίας, στον αναιρεσείοντα επιβλήθηκαν αυτοτελώς οι ποινές των δέκα (10) μηνών για την πράξη της χρήσης πλαστού εγγράφου και των δώδεκα (12) μηνών για την πράξη της υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως κατ’ εξακολούθηση, το γεγονός δε ότι στη συνολική ποινή που καθορίστηκε κατά συγχώνευση σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 94 του Π.Κ. και 551 του Κ.Ποιν.Δ. προστέθηκε στην ποινή βάση των δώδεκα (12) μηνών που επιβλήθηκε στον αναιρεσείοντα για την πράξη της υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως κατ’ εξακολούθηση ένα μέρος πέντε (5) μηνών από την ποινή των δέκα (10) μηνών που του επιβλήθηκε για την πράξη της χρήσεως πλαστού εγγράφου, δεν σημαίνει ότι η ποινή που του επιβλήθηκε αυτοτελώς για την πράξη της χρήσεως πλαστού εγγράφου έπαυσε να είναι δέκα (10) μηνών και έγινε πέντε (5) μηνών, όσο δηλαδή είναι το μέρος της που συγχωνεύθηκε στη συνολική ποινή που επιβλήθηκε στον αναιρεσείοντα κατά συγχώνευση των ποινών που του επιβλήθηκαν για τις επί μέρους αξιόποινες πράξεις που καταδικάστηκε και ότι θα έπρεπε για την πράξη της χρήσεως πλαστού εγγράφου να εφαρμοσθεί από το δικάσαν κατ’ έφεση Πενταμελές Εφετείο Λαμίας η ως άνω διάταξη του άρθρου 8 παρ. 4 του Ν. 4198/2013 περί υφ’ όρον παραγραφής της ποινής που επιβλήθηκε γι’ αυτήν.
Συνεπώς, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ και Η’ πρώτος λόγος της κρινόμενης αναιρέσεως, με τον οποίο προβάλλεται η αιτίαση της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, άλλως της υπέρβασης εξουσίας, στηρίζεται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως και είναι αβάσιμος.
Από τις διατάξεις των άρθρων 148-153, 462, 473 παρ. 2, 474 παρ. 2, 476 παρ.1 και 509 παρ.1 του Κ.Ποιν.Δ. προκύπτει ότι στη δήλωση ασκήσεως του ενδίκου μέσου της αναιρέσεως πρέπει αναγκαίως να διαλαμβάνονται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο οι λόγοι για τους οποίους ασκείται τούτο, γιατί, διαφορετικά, αν δεν περιέχει λόγους ή περιέχει λόγους αορίστους, το ένδικο μέσο ή ο σχετικός λόγος απορρίπτονται και αυτεπαγγέλτως λόγω απαραδέκτου. Δεν αρκεί απλή αναφορά του λόγου που προβλέπεται από το νόμο, αλλά πρέπει να προσδιορίζεται στην δήλωση ή έκθεση σε τι συνίσταται ειδικότερα ο λόγος και τα κατ’ ιδίαν περιστατικά που τον θεμελιώνουν. Από την αξίωση αυτή του νόμου, να είναι δηλαδή σαφείς και ορισμένοι οι λόγοι αναιρέσεως, δεν εξαιρείται και ο προβλεπόμενος από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του Κ.Ποιν.Δ. λόγος της ελλείψεως της ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας που επιβάλλεται από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Ποιν.Δ.. Ειδικότερα, για το ορισμένο του λόγου αυτού πρέπει α) αν ελλείπει παντελώς η αιτιολογία, να προτείνεται με την αίτηση αναιρέσεως η ανυπαρξία αυτής, σε σχέση με συγκεκριμένο ή συγκεκριμένα κεφάλαια της αποφάσεως, στα οποία αναφέρεται η εν λόγω αιτίαση και β) αν υπάρχει αιτιολογία, αλλά δεν είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, να διευκρινίζεται επιπλέον σε τι ακριβώς συνίσταται η έλλειψη αυτή, ποιες είναι οι τυχόν ελλείψεις ή ασάφειες στην αιτιολογία της απόφασης ή οι αντιφατικές αιτιολογίες αυτής ή ποια αποδεικτικά μέσα δεν λήφθηκαν υπόψη ή δεν εκτιμήθηκαν από το δικαστήριο της ουσίας ή ποιες οι συγκεκριμένες αντιφάσεις αναφορικά με το συγκεκριμένο ή τα συγκεκριμένα πληττόμενα κεφάλαια (Ολ. Α.Π. 2/2002 και 19/2001). Στην προκειμένη περίπτωση με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται επί λέξει η αιτίαση, κατά πιστή αντιγραφή, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση "δεν έχει α) ειδική και ανεπτυγμένη αιτιολογία, όπως επιβάλλουν τα άρθρα 93 του Συντάγματος και 139 του Κωδ. Ποιν. Δικον., β) δεν εκθέτει με σαφήνεια και πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία και τα οποία συνιστούν τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία των εγκλημάτων που προβλέπουν τα άρθρα 42, 46, 98, 216, 220 και 224 Π.Κ., γ) δεν περιέχει τις αποδείξεις στις οποίες στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου, καθώς και τους νομικούς λόγους που δικαιολογούν την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στις παραπάνω ποινικές διατάξεις. Επίσης η αναιρεσιβαλλόμενη δεν αιτιολόγησε ειδικά την απόρριψη του αυτοτελούς ισχυρισμού του αναιρεσείοντα ότι όφειλε να παύσει την ποινική δίωξη για τις πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία που φέρεται ότι τέλεσε ο Ι. Μ., για την πράξη της παράβασης του άρθρου 22 Ν. 1599/86, για την πράξη της απόπειρας υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως και για την πράξη της χρήσεως πλαστού. Η έλλειψη αυτή δεν επιτρέπει τον έλεγχο από τον Άρειο Πάγο για την ορθή ή όχι εφαρμογή του νόμου. Για το λόγο αυτό πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ Κωδ. Ποιν. Δικονομίας." Όμως, ύστερα από την απόσυρση και τοποθέτηση της δικογραφίας στο αρχείο ως προς τις πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε ψευδορκία, της παραβάσεως του άρθρου 22 του Ν.1599/1986 και της απόπειρας υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του όγδοου άρθρου του Ν. 4411/2016 και την εισαγωγή της υποθέσεως στο παρόν δικαστήριο μόνον για τις πράξεις της χρήσεως πλαστού εγγράφου και της υφαρπαγής ψευδούς βεβαιώσεως κατ’ εξακολούθηση, ο περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας δεύτερος λόγος αναιρέσεως, με το ως άνω περιεχόμενο, είναι παντελώς αόριστος και ανεπίδεκτος δικαστικής εκτιμήσεως, καθόσον, ενόψει του ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν στερείται παντελώς αιτιολογίας αλλά έχει εκτεταμένη αιτιολογία, δεν προσδιορίζεται σ’ αυτόν κατά τρόπο συγκεκριμένο σε τι συνίσταται η αποδιδόμενη στην προσβαλλόμενη απόφαση πλημμέλεια της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και ποια συγκεκριμένα κεφάλαια της προσβαλλόμενης αποφάσεως αφορά, σε σχέση με τις ουσιαστικές παραδοχές της, δηλαδή δεν εξειδικεύεται, ούτε διευκρινίζεται, όπως επιβάλλεται, σε τι συνίσταται η επικαλούμενη έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και γι’ αυτό ο δεύτερος αυτός λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος.
Επομένως, ενόψει όλων των ανωτέρω, αφού ο πρώτος λόγος της κρινόμενης αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε’ του Κ.Ποιν.Δ. περί εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, άλλως από το άρθρο 510 παρ. στοιχ. Η’ του Κ.Ποιν.Δ. περί υπερβάσεως εξουσίας, ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης προϋποθέσεως, είναι αβάσιμος και ο δεύτερος λόγος της κρινόμενης αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ’ του Κ.Ποιν.Δ. περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας είναι αόριστος και απαράδεκτος, πρέπει αυτή να απορριφθεί και να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρ. 583 Κ. ΠοινΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 18 Μαρτίου 2016 αίτηση αναιρέσεως του Β. Ρ. του Γ., που ασκήθηκε με τη σύνταξη της με αριθμό ...3-2016 εκθέσεως αναιρέσεως ενώπιον της Γραμματέως του Εφετείου Λαμίας Π. Κ., για αναίρεση της με αριθμό 7/2016 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Λαμίας.
Και
Επιβάλλει στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα της ποινικής διαδικασίας, που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) Ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 9 Σεπτεμβρίου 2016.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΕΡΟΠΑΓΙΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 7 Σεπτεμβρίου 2017.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ