Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1768 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Ισχυρισμός αυτοτελής, Ανθρωποκτονία από αμέλεια.




Περίληψη:
Ανθρωποκτονία από αμέλεια. Αναίρεση καταδικαστικής αποφάσεως με την επίκληση των λόγων α) της απόλυτης ακυρότητας, β) της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, γ) εσφαλμένης εφαρμογής των οικείων ουσιαστικών ποινικών διατάξεων. Δεν επάγεται ακυρότητα από το γεγονός ότι στο Τριμελές Εφετείο Ανηλίκων, εκτός του εφέτη δικαστή ανηλίκων, συμμετέχουν άλλοι δυο δικαστές που δεν είναι δικαστές ανηλίκων, όπως επίσης δεν επάγεται ακυρότητα, γιατί δεν αναγράφεται στην απόφαση, παραπλεύρως του ονοματεπωνύμου του δικαστή ανηλίκων και ο τρόπος διορισμού του. Επάρκεια αιτιολογίας ως προς την ενοχή και την απόρριψη των αυτοτελών ισχυρισμών και ορθή εφαρμογή των ουσιαστικών ποινικών διατάξεων. Απορρίπτει την αναίρεση.




Αριθμός 1768/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, ο οποίος ορίσθηκε με την υπ'αριθμό 42/2009 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Γρηγορίου Μάμαλη), Νικόλαο Ζαΐρη - Εισηγητή, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 13 Μαΐου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Νικολούδη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Σταύρο Κελαϊδή, περί αναιρέσεως της 16/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών.

Το Τριμελές Εφετείου Πατρών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 20 Μαρτίου 2009 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό.

Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 4 παρ. 1 περ. η' του Κώδικα Οργανισμού και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν.1756/1988), το εφετείο ανηλίκων συγκροτείται από τον εφέτη ανηλίκων και δυο νεότερούς του, αν είναι δυνατόν, εφέτες. Εξάλλου, κατά το άρθρο 17 του ίδιου Κώδικα, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 του ν. 2172/1993, οι δυο εφέτες δεν ορίζονται από τον Πρόεδρο Εφετών, αλλά αναδεικνύονται μετά από κλήρωση, στις προβλεπόμενες από το άρθρο αυτό περιπτώσεις. Στην προκείμενη περίπτωση με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως, πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση, για απόλυτη ακυρότητα, συνιστάμενη στο γεγονός α) ότι στη σύνθεση του δικαστηρίου, που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση, συμμετείχαν, εκτός της προεδρεύουσας δικαστού ανηλίκων και δυο εφέτες, οι οποίοι δεν είχαν οριστεί ως τέτοιοι δικαστές και β) ότι για την προεδρεύουσα του δικαστηρίου εφέτη δικαστή ανηλίκων, δεν γινόταν αναφορά και μνεία αν αυτή είχε διοριστεί με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου. Ο σχετικός από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α' του Κ.Π.Δ, πρώτος λόγος αναιρέσεως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Τούτο γιατί, όσον αφορά την υπό στοιχεία (α) αιτίαση, δεν τίθεται ως αναγκαία προϋπόθεση για τη νόμιμη συγκρότηση του Τριμελούς Εφετείου ανηλίκων, εκτός του Προέδρου, τα λοιπά μέλη του δικαστηρίου, να είναι δικαστές ανηλίκων. Όσον δε αφορά την υπό στοιχείο (β) αιτίαση, μόνη αναγκαία προϋπόθεση είναι ο προεδρεύων, να έχει την ιδιότητα του δικαστή ανηλίκων, και είναι αδιάφορο ο τρόπος με τον οποίο έχει διορισθεί ως δικαστής ανηλίκων. Περαιτέρω, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 302 παρ. 1 και 28 του ΠΚ, προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του προβλεπόμενου από αυτές εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, απαιτείται αντικειμενικά μεν πρόκληση θανάτωσης άλλου, υποκειμενικά δε α) μη καταβολή από το δράστη της επιβαλλόμενης, κατ' αντικειμενική κρίση, προσοχής, την οποία κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος οφείλει υπό τις ίδιες περιστάσεις να καταβάλει, βάσει των νομικών κανόνων, των συνηθειών που επικρατούν στις συναλλαγές και της κοινής πείρας και λογικής και β) δυνατότητα αυτού, βάσει των προσωπικών περιστάσεων, γνώσεων και ικανοτήτων, να προβλέψει και αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο από έλλειψη της προαναφερόμενης προσοχής, είτε δεν προέβλεψε (άνευ συνειδήσεως αμέλεια), είτε το προέβλεψε ως δυνατό, πίστευε όμως ότι δεν θα επερχόταν (συνειδητή αμέλεια) και γ) να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της πράξης ή παράλειψης του δράστη και του επελθόντος αποτελέσματος. Εξάλλου, έλλειψη της από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ απαιτούμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της καταδικαστικής αποφάσεως, η οποία ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ. ΚΠοινΔ, υπάρχει, όταν δεν εκτίθεται σ' αυτήν, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την διαδικασία, σχετικά με την αποδιδόμενη στον κατηγορούμενο αξιόποινη πράξη, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε το δικαστήριο τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έκρινε ότι υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για την ενοχή του κατηγορουμένου. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι επιτρεπτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικά κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από το καθένα από αυτά. Ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται η αποδεικτική βαρύτητα εκάστου. Πρέπει, όμως, να προκύπτει ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε, για να καταλήξει στην κρίση του περί ενοχής του κατηγορουμένου, όλα τα αποδεικτικά μέσα και όχι μόνον ορισμένα από αυτά. Περαιτέρω, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του Κ.Π.Δ, και η εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία συντρέχει όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν κάνει σωστή υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών, που δέχθηκε ως αληθή, στη διάταξη που εφάρμοσε, αλλά και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό αιτιολογικού και διατακτικού και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, για το οποίο πρόκειται, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση.
Στην προκείμενη περίπτωση, με την προσβαλλόμενη υπ' αριθμό 16/2008 απόφαση, το Δικαστήριο που την εξέδωσε, δέχθηκε κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του και ειδικότερα, από την κατάθεση του μάρτυρα κατηγορίας, την ανάγνωση των πρακτικών της πρωτοβάθμιας δίκης, των εγγράφων που αναφέρονται στα πρακτικά, και από όλη τη συζήτηση της υπόθεσης, ότι αποδείχθηκαν, κατά πιστή μεταφορά, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Στην .... στις ... και περί ώρα 11.25', ο κατηγορούμενος, από αμέλειά του, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής που, από τις περιστάσεις όφειλε και μπορούσε να καταβάλει επέφερε το θάνατο της Ο1, ηλικίας 16 ετών, χωρίς να προβλέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα που παράχθηκε από την παρακάτω πράξη του. Ειδικότερα, ενώ αυτός οδηγούσε το υπ' αριθ. κυκλ. ... Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, ιδιοκτησίας της μητρός του, ..., χωρίς να κατέχει την απαιτούμενη κατά νόμο άδεια οδήγησης, κατά παράβαση του άρθρου 94 παρ. 3 Ν. 2696/1999, και εκινείτο επί της οδού ... με κατεύθυνση προς προάστειο, (έξοδο της πόλης), προτιθέμενος να αλλάξει πορεία προς τ' αριστερά προκειμένου να κινηθεί επί της οδού ..., η οποία είναι κάθετος προς την ανωτέρω οδό ...εισήλθε στη διασταύρωση αυτή (ανωτέρων οδών), όπου η κυκλοφορία των οχημάτων ρυθμίζεται με φωτεινούς σηματοδότες και ενώ στην πορεία του είχε παλλόμενο κίτρινο φως (βλ. την από ... Έκθεση Αυτοψίας τροχαίου ατυχήματος των αρμοδίων οργάνων του Τμ. Τροχαίας ...) άρχισε να εκινείται αριστερά, χωρίς να παραχωρήσει προτεραιότητα στα οχήματα που εκινούντο κανονικά επί της οδού ...., αντιθέτως, (προς την πόλη των ...), μεταξύ των οποίων και το υπ' αριθ. κυκλ. ... δίκυκλο μοτοποδήλατο που οδηγούσε η Ο1, με αποτέλεσμα να παρέμβει αιφνιδίως στην πορεία του κανονικώς κινούμενου ως άνω μοτοποδηλάτου, κατά παράβαση των άρθρων 26 παρ. 1,4,6 και 23 παρ. 2 και 4 Ν. 2696/1999, και τα δύο οχήματα να συγκρουστούν. Από τη σύγκρουση αυτή τραυματίσθηκε η ανωτέρω οδηγός του μοτοποδήλατου, υποστάσα βαρεία κρανιοεγκεφαλική κάκωση και βαρεία θλάση του θώρακος μετά αιμοπερικαρδίου (βλ.την από ... ιατροδικαστική έκθεση των ιατρών πραγματογνωμών. ... και ...). Από τις σωματικές δε αυτές κακώσεις, ως μόνης ενεργού αιτίας, επήλθε ο θάνατός της. Υπό τα περιστατικά αυτά ο θανάσιμος τραυματισμός της Ο1, οφείλεται κυρίως σε αμέλεια του κατηγορουμένου και κατά ένα μικρό ποσοστό σε συγκλίνουσα αμέλεια της ίδιας της θανούσας η οποία κατά το χρόνο της συγκρούσεως δεν έφερε προστατευτικό κράνος κατά παράβαση του άρθρου 12 παρ. 6 Ν. 2696/1999. Η παράλειψή της δε αυτή, τελεί, κατά την κρίση του Δικαστηρίου τούτου, σε αιτιώδη συνάφεια, με την βαρεία κρανιοεγκεφαλική κάκωση που υπέστη, και συνετέλεσε κατά ένα ποσοστό στο θάνατο της. Κατόπιν αυτών, πρέπει να γίνει δεκτό, ότι ο κατηγορούμενος, ο οποίος, κατά τον χρόνο τέλεσης της πράξης (...) ήταν ανήλικος, αφού δεν είχε συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του (γεννήθηκε 29-12-1983 όπως προκύπτει από το υπ' αριθ. Τ... Δ.Τ. της Υ.Α. ...), κατ' άρθρο 121 Π.Κ. όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 1 παρ. 2 ν. 3189/2003, και ο οποίος ως ευμενέστερος για τον κατηγορούμενο εφαρμόζεται αναδρομικά, τέλεσε την πράξη της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας. Περαιτέρω, το Δικαστήριο κρίνει ότι, επειδή ο κατηγορούμενος, έχει ήδη συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του, πρέπει να εφαρμοσθεί η διάταξη του άρθρου 130 παρ. 1 του Π.Κ., διότι είναι αναγκαίος ο ποινικός σωφρονισμός του (κατηγορουμένου), πλην όμως ο περιορισμός του εντός σωφρονιστικού καταστήματος, δεν είναι πλέον σκόπιμος και ότι αντ' αυτού πρέπει το Δικαστήριο, να καταγνώσει την, για την τελεσθείσα πράξη, απειλούμενη ποινή, ελαττωμένη κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του Π.Κ. Πρέπει επίσης να αναγνωρισθεί ότι στο πρόσωπο του κατηγορουμένου, συντρέχουν οι ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 παρ. 2α του Π.Κ., καθόσον αυτός μέχρι το χρόνο τέλεσης της ανωτέρω πράξης, έζησε έντιμη ατομική, οικογενειακή, επαγγελματική και γενικά κοινωνική ζωή και όπως προκύπτει από το Ποινικό του Μητρώο, δεν έχει καταδικαστεί μέχρι τώρα για καμία αξιόποινη πράξη".
Το Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφαση που εξέδωσε, δέχθηκε σύμφωνα με το διατακτικό, ότι ο ανήλικος κατηγορούμενος τέλεσε την παρακάτω πράξη και ειδικότερα του ότι: "στην ... στις ... ως οδηγός του υπ' αριθμό .... ΙΧΕ, από αμέλειά του, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής που όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει δεν προέβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του και επέφερε το θάνατο άλλου. Συγκεκριμένα ενώ οδηγούσε το παραπάνω όχημά του και έβαινε στην οδό ... με κατεύθυνση από... προς την οδό ..., προκειμένου να στρίψει αριστερά για να εισέλθει σε άλλη οδό και ειδικότερα στην ..., δεν παραχώρησε κατά την κίνησή του αυτή, την προτεραιότητα στα κινούμενα οχήματα στο αντίθετο ρεύμα κυκλοφορίας της πιο πάνω οδού ... με συνέπεια να ανακόψει την κανονική πορεία του υπ' αριθμό ...μοτοποδηλάτου, που έβαινε στο αντίθετο ρεύμα αυτό, να συγκρουσθούν τα δυο οχήματα και να τραυματισθεί η οδηγός του μοτοποδηλάτου Ο1 υποστάσα βαρειά κρανιοεγκεφαλική κάκωση και βαρειά θλάση του θώρακα, μετά αιμοπερικαρδίου, εκ των οποίων κακώσεων, ως μόνης ενεργού αιτίας επήλθε ο θάνατός της. Στη συνέχεια το δικαστήριο, δέχθηκε ότι την πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια από υπόχρεο, τέλεσε ο κατηγορούμενος, ο οποίος ναι μεν κατά το χρόνο που την τέλεσε (...), δεν είχε συμπληρώσει το 18ον έτος της ηλικίας του, το οποίο όμως, είχε υπερβεί κατά το χρόνο εκδίκασης της εναντίον του κατηγορίας, τον καταδίκασε σε ποινή φυλάκισης 15 μηνών, την εκτέλεση της οποίας ανέστειλε επί τριετία. Με αυτά που δέχθηκε το Δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, την κατά τις προαναφερόμενες διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του πιο πάνω εγκλήματος, για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε αυτά, καθώς επίσης, και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους τα υπήγαγε στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 1, 12, 14, 26 παρ.1β, 28, 121, 130, και 302 παρ. 1 του Π.Κ., που εφάρμοσε, τις οποίες, ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου, με ελλιπείς ή ασαφείς ή αντιφατικές παραδοχές ή διατάξεις ή με άλλον τρόπο, παραβίασε. Ειδικότερα, στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης το Δικαστήριο της ουσίας, εκθέτει με σαφήνεια και πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα συγκροτούντα την αμελή συμπεριφορά του αναιρεσείοντος πραγματικά περιστατικά και προσδιορίζει σαφώς τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες αυτός ενήργησε. Συγκεκριμένα αιτιολογούνται οι παραδοχές εκείνες, σύμφωνα με τις οποίες: α) Το επελθόν αποτέλεσμα, του θανάσιμου τραυματισμού της Ο1, οφείλεται στην αμελή συμπεριφορά του κατηγορουμένου, κατά την υπό τούτου οδήγηση του οχήματός του. Ειδικότερα, αν και στερείτο αυτός της απαιτούμενης κατά νόμο άδειας οδηγήσεως αυτοκινήτου, οδηγούσε το παραπάνω όχημα (αυτοκίνητο), κινούμενος επί της οδού ....με κατεύθυνση προς την έξοδο της πόλεως των ..., β) Αιτιολογείται η παραδοχή σύμφωνα με την οποία, ο κατηγορούμενος, ο οποίος κινείτο επί της πιο πάνω οδού ... και ενώ, είχε πρόθεση να αλλάξει την πορεία του αυτοκινήτου του, προκειμένου να κατευθυνθεί προς την οδό ...αυτός άρχισε να κινείται αριστερά, χωρίς όμως, να παραχωρήσει όπως όφειλε την προτεραιότητα στα οχήματα που κινούνταν κανονικά, σε αντίθετη με αυτόν κατεύθυνση επί της οδού ..., με αποτέλεσμα να παρέμβει στην πορεία του κανονικώς βαίνοντος και οδηγούμενου από την παθούσα δικύκλου μοτοποδηλάτου, να συγκρουσθούν τα δυο αυτά οχήματα, και από τη σύγκρουση αυτή να τραυματισθεί θανάσιμα η οδηγός του μοτοποδηλάτου Ο1, η οποία σύμφωνα με την από ... ιατροδικαστική έκθεση, υπέστη βαρεία κρανιοεγκεφαλική κάκωση και βαρεία θλάση του θώρακα, εξαιτίας δε των κακώσεων αυτών η παθούσα κατέληξε. Περαιτέρω, είναι αβάσιμες και απορριπτέες οι αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, με τις οποίες πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση και ειδικότερα, πρώτον γιατί υφίσταται αντίφαση αιτιολογικού και διατακτικού, δεύτερον διότι εσφαλμένα το δικαστήριο εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 133 παρ.1 του Π.Κ, και όχι αυτή του άρθρου 130 του ίδιου Κώδικα, και τρίτο διότι το δικαστήριο έπρεπε να χωρήσει σε διπλή μείωση της ποινής και να επιβάλλει μετά ταύτα το ελάχιστον της ποινής. Ειδικότερα, όσον αφορά την αιτίαση του αναιρεσείοντος, ότι υφίσταται αντίφαση μεταξύ αιτιολογικού και διατακτικού, της προσβαλλομένης αποφάσεως, εξαιτίας του ότι ενώ, στο αιτιολογικό γίνεται δεκτό ότι ο κατηγορούμενος "τέλεσε" την πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, στο διατακτικό γίνεται μεν δεκτό ότι "τέλεσε" την ως άνω πράξη, στην αντίστοιχη όμως διάταξη για την επιβολή της ποινής το δικαστήριο, "καταδικάζει τον κηρυχθέντα ένοχο σε ποινή φυλάκισης 15 μηνών". Το δικαστήριο, όπως με σαφήνεια προκύπτει από το αιτιολογικό και το διατακτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως, έκρινε ότι ο κατηγορούμενος που είχε διαπράξεις το έγκλημα κατά το χρόνο που ήταν ανήλικος "τέλεσε" την αποδιδόμενη σ'αυτόν αξιόποινη πράξη και η φράση "καταδικάζει τον κηρυχθέντα ένοχο" που τέθηκε προδήλως από παραδρομή στη διάταξη περί ποινής, ουδεμία αντίφαση δημιουργεί. Η δεύτερη αιτίαση στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση, αφού το Δικαστήριο, όπως προκύπτει από την προσβαλλομένη απόφαση, δεν εφάρμοσε το άρθρο 133 ΠΚ. Αντιθέτως δέχτηκε ότι ο αναιρεσείων κατηγορούμενος ήταν ανήλικος κατά το χρόνο που τέλεσε την πράξη (...) και ότι είχε συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του κατά το χρόνο εκδίκασης της εναντίον του κατηγορίας γιαυτό και έκρινε εφαρμοστέα τη διάταξη του άρθρου 130 παρ.1 ΠΔ. Τέλος, είναι απορριπτέα ως αβάσιμη η τρίτη αιτίαση περί διπλής μειώσεως της ποινής, αφού κατά τη διάταξη του άρθρου 85 του Π.Κ, όταν συντρέχουν περισσότεροι από ένας λόγοι για τη μείωση της ποινής, κατά το άρθρο 83 ή όταν συντρέχουν ένας ή περισσότεροι τέτοιοι λόγοι μαζί με ελαφρυντικές περιστάσεις (άρθρο 84), εφαρμόζεται μια μόνο φορά η μείωση της ποινής, σύμφωνα με το μέτρο που προβλέπει το άρθρο 83 και στην επιμέτρηση της ποινής λαμβάνονται υπόψη όλοι οι πιο πάνω λόγοι και ελαφρυντικές περιστάσεις.
Περαιτέρω, η από τα άρθρα 93 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της αποφάσεως, πρέπει να υπάρχει όχι μόνο ως προς την κατηγορία, αλλά να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς που προβάλλονται από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό του. Τέτοιοι ισχυρισμοί είναι εκείνοι που προβάλλονται στο Δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 179 παρ. 2 και 333 παρ. 2 Κ.Π.Δ, και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή την άρση ή μείωση της ικανότητας για καταλογισμό ή την εξάλειψη του αξιόποινου της πράξεως ή τη μείωση της ποινής. Η απόρριψη ενός τέτοιου ισχυρισμού, όπως είναι και ο ισχυρισμός για την αναγνώριση ελαφρυντικών περιστάσεων του άρθρου 84 παρ.2 του Π.Κ, πρέπει να αιτιολογείται ιδιαιτέρως. Όταν όμως, ο αυτοτελής ισχυρισμός δεν προβάλλεται καθόλου ή παραδεκτά και κατά τρόπο πλήρη και ορισμένο, το Δικαστήριο δεν υποχρεούται να απαντήσει, και μάλιστα ιδιαίτερα και αιτιολογημένα, αφού δεν υπάρχει υποχρέωση ιδιαίτερης απαντήσεως σε μη υποβληθέντα ή απαράδεκτο προβληθέντα ισχυρισμό. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης και των ενσωματωμένων σε αυτήν πρακτικών, ο κατηγορουμένος- αναιρεσείων, ο οποίος καταδικάστηκε για την πράξη που προαναφέρθηκε στην πιο πάνω ποινή, και του αναγνωρίστηκαν τα ελαφρυντικά του προτέρου εντίμου βίου και της μετεφηβικής ηλικίας, δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου του, που τον εκπροσώπησε ζήτησε να αναγνωριστούν στο πρόσωπό του και τα ελαφρυντικά του άρθρου 84 παρ.2δ' και ε' του Π.Κ". Ειδικότερα, προς θεμελίωση της συνδρομής στο πρόσωπό του, των ελαφρυντικών αυτών περιστάσεων, ισχυρίσθηκε τα εξής: " συμπεριφέρθηκε καλά για μεγάλο χρονικό διάστημα (7έτη), καθώς επίσης ότι επεδίωξε να άρει ή να μειώσει τις συνέπειες της πράξης για την οποία κατηγορείται, αποζημιώνοντας τους συγγενείς της παθούσας". Με το πιο πάνω, όμως, περιεχόμενο, οι σχετικοί ισχυρισμοί του αναιρεσείοντος, ήταν απαράδεκτοι και εντεύθεν απορριπτέοι, προεχόντως, λόγω της πρόδηλης αοριστίας τους, αφού δεν εκτίθενται καθόλου αντίστοιχα περιστατικά, τα οποία να συνδέονται με συγκεκριμένα θετικά στοιχεία από μέρους του, ούτε άλλωστε τα ποσά που κατέβαλε και τα πρόσωπα στα οποία δόθηκε και κατά συνέπεια, το δικαστήριο που τους απέρριψε, δεν είχε υποχρέωση να διαλάβει περί τούτου οποιαδήποτε αιτιολογία. Κατ'ακολουθία όλων των ανωτέρω, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' του Κ.Π.Δ, προβαλλόμενοι λόγοι της αιτήσεως αναιρέσεως, με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη της επιβαλλόμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των προαναφερθεισών ουσιαστικών ποινικών διατάξεων, είναι αβάσιμοι και, ως τέτοιοι πρέπει να απορριφθούν Μετά από αυτά και αφού δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως προς έρευνα, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 Κ.Π.Δ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την με αριθμό 7 από 20 Μαρτίου 2009 αίτηση του ..., κατοίκου ..., για αναίρεση της υπ' αριθμό 16/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Πατρών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα την 1η Ιουνίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 5 Αυγούστου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή