Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 896 / 2013    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο.




Περίληψη:
Μη καταβολή χρεών στο Δημόσιο (άρθρο 25 παρ. 1, 2, 3 ν. 1882/1990, όπως τροπ. με άρθρο 34 παρ.1 ν. 3220/2004). Απορριπτέος ως αβάσιμος ο προβαλλόμενος μοναδικός από το άρ. 510 παρ.1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.




ΑΡΙΘΜΟΣ 896/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Φράγκο, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως (κωλυομένου του Τακτικού Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Νικολάου Ζαΐρη),- Εισηγητή, Ειρήνη Κιουρκτσόγλου- Πετρουλάκη, Μαρία Βασιλάκη , Μαρία Γαλάνη-Λεοναρδοπούλου και Βασίλειο Καπελούζο (κωλυομένου του Αρεοπαγίτη Γεωργίου Αδαμόπουλου) , Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 28 Μαΐου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αναστασίου Κανελλόπουλου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Ε. Μ. του Ι., κατοίκου ... που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Παπαζαφειρόπουλο, περί αναιρέσεως της 8763/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα -κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 19 Δεκεμβρίου 2012 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 41/13.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 34 του Ν. 3220/2004, που αντικατέστησε την παράγραφο 1 του άρθρου 25 του Ν. 1882/1990 και του οποίου η ισχύς άρχισε από 1-1-2004, η καθυστέρηση καταβολής των βεβαιωμένων στις δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες (ΔΟΥ) και τα τελωνεία χρεών προς το Δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου κλπ, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, διώκεται ύστερα από αίτηση του προϊσταμένου της ΔΟΥ κλπ. προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της έδρας τους και τιμωρείται με ποινή φυλακίσεως: α) τεσσάρων τουλάχιστον μηνών, εφόσον το συνολικό χρέος από κάθε αιτία, συμπεριλαμβανομένων των κάθε είδους τόκων ή προσαυξήσεων μέχρι την ημερομηνία σύνταξης του πίνακα χρεών ο οποίος συνοδεύει υποχρεωτικά την ως άνω αίτηση, υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, β) έξι τουλάχιστον μηνών, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α', υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων (50.000) ευρώ, και γ) ενός τουλάχιστον έτους, εφόσον το συνολικό χρέος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην ανωτέρω περίπτωση α', υπερβαίνει το ποσό των εκατόν είκοσι χιλιάδων (120.000) ευρώ.
Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι κρίσιμα στοιχεία για τη θεμελίωση του ως άνω εγκλήματος, που πρέπει να προσδιορίζονται στην καταδικαστική απόφαση, για να είναι αυτή ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη, όπως επιβάλλεται από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, είναι: 1) η Αρχή που προέβη στη βεβαίωση του χρέους, 2) το ύψος του χρέους, 3) ο τρόπος πληρωμής του (εφάπαξ ή σε δόσεις), 4) ο ακριβής χρόνος καταβολής του, όταν αυτό καταβάλλεται εφάπαξ ή της κάθε δόσεως όταν καταβάλλεται σε δόσεις, ο οποίος δεν συμπίπτει αναγκαία με το χρόνο που βεβαιώθηκε το χρέος, διότι ως χρόνο βεβαιώσεως των χρεών ο νόμος εννοεί εκείνον κατά τον οποίο γίνεται η βεβαίωση από την αρμόδια οικονομική αρχή και έχει ως περιεχόμενο τον προσδιορισμό του υπόχρεου προσώπου καθώς και του είδους και του ποσού της οφειλής, ενώ το ληξιπρόθεσμο του χρέους συνάπτεται με τη λεγόμενη ταμειακή βεβαίωση, οπότε και μπορεί το χρέος αυτό να εισπραχθεί και 5) η μη πληρωμή τριών συνεχών δόσεων του χρέους ή ολόκληρου του ποσού του, όταν αυτό είναι καταβλητέο εφάπαξ, πέραν των τεσσάρων μηνών από τη λήξη του χρόνου καταβολής του. Ειδικότερα, με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού: 1) Το ποινικό αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο και λοιπών βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων εσόδων στις ΔΟΥ και τα Τελωνεία αντιμετωπίζεται πλέον ενιαία ως προς τον χρόνο διαπράξεώς του, ανεξαρτήτως του ποσού καταβολής των χρεών σε δόσεις ή εφάπαξ, 2) στο κατώτερο ληξιπρόθεσμο ποσό οφειλής, για την οποία ζητείται η ποινική δίωξη, υπολογίζονται μαζί με τη βασική οφειλή και οι λοιπές επιβαρύνσεις, όπως τα πρόστιμα, οι τόκοι και οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, 3) οι ποινές καθορίζονται βάσει του κατώτερου ποσού συνολικής κατά οφειλέτη ληξιπρόθεσμης οφειλής ανεξαρτήτως του είδους χρέους (παρακρατούμενοι ή επιρριπτόμενοι φόροι, δάνεια με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου κ.λπ.) και 4) αυξάνονται τα όρια του χρέους για τη μη καταβολή του οποίου ζητείται η ποινική δίωξη του οφειλέτη. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, όταν το χρέος είναι καταβλητέο σε δόσεις, για τις καθυστερήσεις περισσοτέρων χρεών από οποιαδήποτε αιτία λαμβάνεται υπόψη, ως όριο για τη θεμελίωση του αξιοποίνου το συνολικό ποσό του χρέους και όχι το ύψος κάθε επιμέρους χρέους, το δε ως άνω προβλεπόμενο αδίκημα της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο αντιμετωπίζεται πλέον ενιαία ως προς το χρόνο διαπράξεώς του, ο οποίος είναι ο χρόνος της συμπληρώσεως τεσσάρων μηνών από τότε που έπρεπε να καταβληθεί το χρέος, ανεξάρτητα από τον τρόπο καταβολής των χρεών, σε δόσεις ή εφάπαξ.
Εξάλλου, η κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ προβλεπόμενο λόγο αναιρέσεως υπάρχει όταν, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, αναφέρονται σ' αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι σκέψεις με βάση τις οποίες υπήχθησαν τα περιστατικά αυτά στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα απ' αυτά χωριστά. Ειδικότερα, δεν υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας της αποφάσεως και στην περίπτωση που αυτή εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, το οποίο, όμως, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχει και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού της. Η ύπαρξη του δόλου στο παραπάνω αδίκημα μη καταβολής χρεών, δεν είναι κατ' αρχήν αναγκαίο να αιτιολογείται ιδιαιτέρως, διότι ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος και εξυπακούεται ότι υπάρχει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών, εκτός αν ο νόμος αξιώνει πρόσθετα στοιχεία για το αξιόποινο, όπως η γνώση ορισμένου περιστατικού ή σκοπός επελεύσεως ορισμένου πρόσθετου αποτελέσματος(ΑΠ 1730/2011).
Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Εφετείο Αθηνών που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης 8763/2012 αποφάσεώς του, δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, που στήριξε στα αναφερόμενα κατ' είδος αποδεικτικά μέσα, τα ακόλουθα, κατά πιστή μεταφορά, πραγματικά περιστατικά : Η κατηγορουμένη Ε. Μ. ήταν ομόρρυθμο μέλος της εταιρείας με την επωνυμία "...". Στις 24.4.2012, η κατηγορουμένη με την ιδιότητα της αυτή με πρόθεση καθυστέρησε πέραν των τεσσάρων μηνών την καταβολή διαφόρων χρεών προς το Δημόσιο, συνολικού ποσού (κατά κεφάλαιο και κάθε είδους προσαυξήσεις) 279.931,23 ευρώ, τα οποία ήταν βεβαιωμένα και ληξιπρόθεσμα στη ΔΟΥ Αγίας Παρασκευής Αττικής και αναφέρονται αναλυτικά στο πίνακα χρεών της ιδίας ΔΟΥ, ο οποίος συνοδεύει, ως αναπόσπαστο μέρος της, την αίτηση ποινικής δίωξης του Προϊσταμένου αυτής κατά της κατηγορουμένης με αριθμό, ειδικού βιβλίου …/2011) και παρατίθεται στο διατακτικό της παρούσης. Από το ανωτέρω ποσό η κατηγορουμένη κατέβαλε μόνο το ποσό των 9.441 ευρώ, που αφορά βεβαιωμένα χρέη αυτής προς το Δημόσιο. Βέβαια η κατηγορουμένη ισχυρίστηκε, απολογούμενη, ότι δεν έχει σχέση με την εταιρεία και ότι συμμετείχε σ' αυτήν προκειμένου να αποκατασταθεί επαγγελματικά, επειδή ήταν άνεργη, εκ του λόγου αυτού, ωστόσο, δεν αίρεται η ευθύνη αυτής για τα χρέη της ως άνω εταιρείας, η ίδια δε τελούσε εν γνώσει των ως άνω οφειλών της εταιρείας προς το Δημόσιο, καθότι η εταιρεία ήταν συμφερόντων της οικογενείας της και η ίδια ήταν ομόρρυθμο μέλος αυτής. Στοιχειοθετείται, ως εκ τούτου, η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αποδιδόμενης στην κατηγορουμένη αξιόποινης πράξης της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος αυτής, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό της παρούσης. Αποδείχθηκε, περαιτέρω, ότι στην ως άνω αξιόποινη πράξη της η κατηγορουμένη ωθήθηκε από αίτια μη ταπεινά. Επί πλέον επεδίωξε, μετά την τέλεση αυτής, να μειώσει τις συνέπειες της πράξης της. Πρέπει, ως εκ τούτου, να αναγνωριστούν στην κατηγορουμένη οι ελαφρυντικές περιστάσεις του άρθρου 84 παρ. 2β και 2δ του ΠΚ και να της επιβληθεί ποινή μειωμένη κατά το άρθρο 83 του ιδίου κώδικα. Ακολούθως, στο διατακτικό της αποφάσεώς του, το άνω δευτεροβάθμιο δικαστήριο, κήρυξε την αναιρεσείουσα κατηγορούμενη ένοχο για μη καταβολή χρεών προς το Δημόσιο και την καταδίκασε σε ποινή φυλακίσεως έξι μηνών με τριετή αναστολή και δη για το ότι: Στην Αθήνα στις 24 Απριλίου 2012, Η Κατηγορουμένη, όντας οφειλέτης του Δημοσίου κι ενώ τα χρέη της κατέστησαν ληξιπρόθεσμα κατά την ισχύ του Ν. 3220/2004, με πρόθεση καθυστέρησε την καταβολή χρεών προς το Δημόσιο για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων μηνών, το δε ποσό της ληξιπρόθεσμης για την καταβολή οφειλής, μαζί με τις κάθε είδους προσαυξήσεις υπερβαίνει τα (150.000,00) ευρώ. Συγκεκριμένα ενώ είχαν βεβαιωθεί σε βάρος της εταιρείας με την επωνυμία "...." της οποίας τυγχάνει ομόρρυθμο μέλος, διάφορα χρέη υπέρ του Δημοσίου στη Δ.Ο.Υ. Αγίας Παρασκευής, όπως ακριβώς αναφέρονται στο συνημμένο πίνακα χρεών της παραπάνω Δ.Ο.Υ. (αριθμ. ειδ. Βιβλίου …/2011, που συνοδεύει ως αναπόσπαστο μέρος αυτής την με αριθμό πρωτ. 20357 από 7/11/2011 Αίτηση Ποινικής Δίωξης του Προϊσταμένου της ανωτέρω Δ.Ο.Υ., ηθελημένα δεν κατέβαλε το ποσό των 279.931,23 ευρώ συνολικά με τις προσαυξήσεις, εκ του οποίου ποσού κατέβαλε μέχρι σήμερα το ποσό των 9.441,00 ευρώ, που αφορά βεβαιωμένα χρέη αυτής προς το Δημόσιο, όπως αναφέρεται αναλυτικά παρακάτω Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, η προκύπτουσα από το συνδυασμό του ανωτέρω αιτιολογικού και του διατακτικού της προσβαλλόμενης αποφάσεως αιτιολογία, είναι η επιβαλλόμενη από τις προαναφερθείσες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη, με την εκτεθείσα έννοια, αφού εκτίθενται σε αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα προκύψαντα από την αποδεικτική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο συνολικού ποσού 270.487,23 ευρώ, ήτοι υπερβαίνοντος τις 120.000 ευρώ, για το οποίο έγκλημα κηρύχθηκε ένοχη η αναιρεσείουσα, αφού αφαίρεσε το ποσό των 9.441,00 ευρώ που η αναιρεσείουσα κατέβαλε, αναφέρονται οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στις εφαρμοσθείσες ως άνω ουσιαστικές ποινικές διατάξεις,( 34 παρ.1,2 ν. 3220/2004), οι οποίες δεν παραβιάσθηκαν ευθέως ή εκ πλαγίου. Το παραπάνω αιτιολογικό είναι μεν τυπικό και εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, και τα δύο όμως, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχουν και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, αναφερόμενα σε προσαρτώμενο αναλυτικό και ευκρινή πίνακα χρεών(στο διατακτικό) της αρμόδιας φορολογικής αρχής, αποτελούντα ενιαίο σύνολο με το αιτιολογικό, ώστε καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του αιτιολογικού της αποφάσεως. Ειδικότερα, προσδιορίζεται στην απόφαση, σύμφωνα και με το συνημμένο και παρατιθέμενο στο διατακτικό αναλυτικό Πίνακα Χρεών της ΔΟΥ Αγίας Παρασκευής, η Αρχή που προέβη στη βεβαίωση των χρεών (ΔΟΥ Αγίας Παρασκευής ), το είδος των χρεών αναλυτικά κατά περίπτωση, χρόνο και ποσό (ΦΠΑ, Πρόστιμο ΦΠΑ, εισόδημα, πρόστιμο εισοδήματος, ΦΜΥ), και ο τρόπος πληρωμής τους αναλυτικά, άλλα χρέη εφάπαξ και άλλα σε δόσεις που προσδιορίζονται κατά ποσά και ημερομηνίες λήξεως πρώτης και τελευταίας δόσεως, αναφέρεται επίσης αναλυτικά στον ανωτέρω Πίνακα χρεών και ο χρόνος βεβαιώσεως των οφειλομένων και μη καταβληθέντων πολλών χρεών αυτών και ο ακριβής χρόνος καταβολής τους, δηλαδή ο χρόνος κατά τον οποίο αυτά, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαιώσεώς τους, έπρεπε να καταβληθούν από τον οφειλέτη κατηγορούμενο, ενώ εξειδικεύεται περαιτέρω, το ύψος των εν λόγω επί μέρους χρεών για τα οποία καταδικάστηκε και τα οποία συνολικά υπερβαίνουν το ποσό των 120.000 ευρώ και δεν καταβλήθηκαν μετά τη λήξη του ανωτέρω χρόνου καταβολής τους και μετά πάροδο τεσσάρων μηνών από τη λήξη κάθε επί μέρους καταβλητέου εφάπαξ ή σε δόσεις χρέους. Για την πληρότητα της αιτιολογίας δεν απαιτείτο ιδιαίτερη αιτιολογία ως προς το υποκειμενικό στοιχείο του δόλου, γιατί, όπως εκτέθηκε, ο δόλος ενυπάρχει στη θέληση του δράστη να πραγματώσει τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της μη καταβολής χρεών προς το Δημόσιο, για το αξιόποινο του οποίου ο νόμος δεν αξιώνει πρόσθετα στοιχεία. Αναφέρεται δε στην προσβαλλόμενη απόφαση αιτιολογημένα ότι η κατηγορουμένη είναι υπόχρεη σε καταβολή των παραπάνω βεβαιωμένων χρεών της ετερόρρυθμης εταιρείας " ...", ως ομόρρυθμος εταίρος αυτής και ότι ηθελημένα, με γνώση των χρεών, δεν κατέβαλε τα χρέη αυτά με τις προσαυξήσεις, που κατά τα 2/3 του ποσού αφορούσαν μη καταβολή εισπραχθέντος ΦΠΑ, χωρίς να απαιτείται άλλη αιτιολόγηση του δόλου αυτής, αφού κατά το νόμο δεν απαιτείται συνδρομή κακοβουλίας, όπως αιτιάται η αναιρεσείουσα, ενώ είναι άνευ σημασίας η ηλικία, η οικονομική αδυναμία ή το ποσοστό (3%) της κατηγορουμένης επί της εν λόγω εταιρείας ή η παύση πληρωμών της Ε.Ε., αφού η καταδικασθείσα κατηγορουμένη αυτή κατά τον Εμπορικό Νόμο υποχρεούται ως ομόρρυθμος εταίρος σε καταβολή ολοκλήρου του ποσού του χρέους της υπόχρεης Ε.Ε.
Επομένως, ο συναφής, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ, προβαλλόμενος μοναδικός λόγος της κρινόμενης αιτήσεως της αναιρεσείουσας, για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της προσβαλλόμενης ως άνω αποφάσεως, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
Μετά ταύτα, αφού δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως για έρευνα, πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 19-12-2012 αίτηση της Ε. Μ. του Ι., περί αναιρέσεως της με αρ. 8763/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Αθηνών. Και .
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Ιουνίου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 13 Ιουνίου 2013.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΗΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή