Θέμα
Αναιρέσεως πρόσθετοι λόγοι, Έφεση.
Περίληψη:
Αναίρεση κοτ' αποφάσεως που απέρριψε έφεση ως εκπρόθεσμη, και πρόσθετοι λόγοι. Λόγοι αναιρέσεως: Έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως και υπέρβαση εξουσίας. Απορρίπτει ως αβάσιμη.
ΑΡΙΘΜΟΣ 132/2012
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Χρυσικό, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ανδρέα Τσόλια - Εισηγητή, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο και Ειρήνη Κιουρκτσόγλου- Πετρουλάκη Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Σεπτεμβρίου 2011, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ρούσσου - Εμμανουήλ Παπαδάκη(γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας- κατηγορουμένης Α. Λ. του Γ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αναστάσιο Κουμουτσάρη περί αναιρέσεως της με αριθμό 95300/2010 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Αθηνών.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα -κατηγορούμενη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 27 Ιανουαρίου 2011 αίτησή αναίρεσης και στους από 24 Αυγούστου 2011 προσθέτους λόγους, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 212/2011.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 473 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, η προθεσμία για την άσκηση των ένδικων μέσων είναι δέκα ημέρες από τη δημοσίευση της αποφάσεως. Αν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία της αποφάσεως, η προθεσμία είναι, επίσης, δεκαήμερη, εκτός αν αυτός διαμένει στην αλλοδαπή ή είναι άγνωστη η διαμονή του, οπότε η προθεσμία είναι τριάντα ημέρες και αρχίζει σε κάθε περίπτωση από την επίδοση της αποφάσεως. Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 156 του ίδιου Κώδικα, αν το πρόσωπο στο οποίο πρόκειται να γίνει η επίδοση απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του και είναι άγνωστη η διαμονή του, η επίδοση γίνεται μετά την άκαρπη αναζήτηση των αναφερομένων στη διάταξη αυτή προσώπων, στον δήμαρχο της τελευταίας γνωστής κατοικίας ή διαμονής του ή στον δημοτικό υπάλληλο που ορίζει ο δήμαρχος γι' αυτόν τον σκοπό. Η μη τήρηση των διατυπώσεων αυτών συνεπάγεται κατά το άρθρο 154 παρ. 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας την ακυρότητα της επιδόσεως και δεν αρχίζει η ανωτέρω προθεσμία ασκήσεως ένδικων μέσων. Ως άγνωστης διαμονής θεωρείται, κατά τις διατάξεις των ως άνω άρθρων 154 και 156, εκείνος που απουσιάζει από τον τόπο της κατοικίας του και η διαμονή του είναι άγνωστη για τη Δικαστική (Εισαγγελική) Αρχή που έχει εκδώσει το προς επίδοση έγγραφο ή έχει παραγγείλει την επίδοση του, έστω και αν αυτή είναι γνωστή σε τρίτους, όπως είναι ακόμη και άλλη Εισαγγελική Αρχή ή και η Αστυνομική Αρχή. Τόπος δε κατοικίας θεωρείται εκείνος, τον οποίο έχει δηλώσει ο κατηγορούμενος κατά το άρθρο 273 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κατά την προανάκριση που τυχόν έχει ενεργηθεί, και σε περίπτωση αλλαγής κατοικίας, εκείνος που έχει δηλωθεί στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή και αν δεν έχει ενεργηθεί προανάκριση ή ο κατηγορούμενος δεν εμφανίστηκε κατ' αυτήν, ως τόπος κατοικίας θεωρείται εκείνος που αναφέρεται στη μήνυση ή την έγκληση. Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 476 παρ. 1 και 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε εκπρόθεσμα, το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο ή δικαστήριο το απορρίπτει ως απαράδεκτο, κατά δε της σχετικής αποφάσεως επιτρέπεται αναίρεση, ο έλεγχος όμως του Αρείου Πάγου, στην περίπτωση αυτή περιορίζεται στην ορθότητα της κρίσεως για το απαράδεκτο. Τέλος, η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως που επιβάλλεται από το άρθρο 93 παρ. 3 του Συντάγματος και το άρθρο 139 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, απαιτείται και για την απόφαση που απορρίπτει το ένδικο μέσο ως απαράδεκτο. Ειδικότερα, η απόφαση που απορρίπτει την έφεση ως εκπρόθεσμη, για να έχει την κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει να διαλαμβάνει τον χρόνο επιδόσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως στον εκκαλούντα, αν απαγγέλθηκε ενώ αυτός ήταν απών, τον χρόνο ασκήσεως της εφέσεως και το αποδεικτικό από το οποίο προκύπτει η επίδοση της αποφάσεως στον εκκαλούντα (ΟλΑΠ 4/1995 και 7/1994). Αν προβάλλεται με την έφεση λόγος ακυρότητας της επιδόσεως της εκκαλούμενης αποφάσεως ή λόγος ανώτερης βίας από την οποία απωλέσθηκε η προθεσμία, η αιτιολογία πρέπει να εκτείνεται και στην απορριπτική του λόγου αυτού κρίση του δικαστηρίου, άλλως ιδρύεται λόγος αναιρέσεως, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Μεταξύ των λοιπών λόγων ακυρότητας της επιδόσεως, οι οποίοι πρέπει να προβάλλονται υποχρεωτικά με την έφεση είναι και το ότι η επίδοση "ως άγνωστης διαμονής" έγινε χωρίς να συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτής, μολονότι δηλαδή ο εκκαλών -κατηγορούμενος είχε γνωστή διαμονή. Επίσης, πρέπει να προβάλλεται υποχρεωτικά με την έφεση και ο λόγος ανώτερης βίας, από την οποία ο εκκαλών παρακωλύθηκε στην εμπρόθεσμη άσκηση, στην έννοια όμως της οποίας δεν εμπίπτει και ο ισχυρισμός για ακυρότητα της επιδόσεως "ως άγνωστης διαμονής" και η εντεύθεν αδυναμία γνώσεως από τον εκκαλούντα της εκκαλούμενης αποφάσεως, διότι στην περίπτωση αυτή, ο τελευταίος δεν επικαλείται λόγο ανώτερης βίας, δικαιολογητικό της εκπρόθεσμης ασκήσεως της εφέσεως του, αλλά μάχεται κατά του κύρους της επιδόσεως. Κατά της αποφάσεως που απορρίπτει την έφεση ως εκπρόθεσμη είναι επιτρεπτή η άσκηση αιτήσεως αναιρέσεως για όλους τους λόγους που αναφέρονται περιοριστικά στη διάταξη του άρθρου 510 του ίδιου Κώδικα, μεταξύ των οποίων είναι και η ελλιπής αιτιολογία της, με την προϋπόθεση ότι αυτοί αναφέρονται στην ορθότητα της κρίσεως για το απαράδεκτο.
Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, με την 95300/2010 απόφαση του, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, κατ' έφεση της 39314/2006 αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία η αναιρεσείουσα καταδικάσθηκε σε ποινή φυλακίσεως εννέα (9) μηνών και χρηματική ποινή εννιακοσίων πενήντα (950) ευρώ, για το αδίκημα της μη έγκαιρης καταβολής ασφαλιστικών εισφορών στο ΙΚΑ, απέρριψε την έφεση της ως απαράδεκτη, λόγω του εκπροθέσμου της ασκήσεως αυτής. Από τη σχετική 9138/29.7.2010 έκθεση εφέσεως, η οποία παραδεκτώς επισκοπείται από τον Άρειο Πάγο για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, προκύπτει ότι η εκκαλούσα, φερόμενη στην έφεση ως κάτοικος ..., οδός ..., προκειμένου να δικαιολογήσει την εκπρόθεσμη άσκηση της εφέσεως της, προέβαλε με αυτήν ότι "δεν έλαβε γνώση ούτε του κλητηρίου θεσπίσματος, ούτε και της προσβαλλομένης απόφασης, που επιδόθηκαν ως αγνώστου διαμονής, καίτοι ήταν και είναι γνωστής στις αρχές διαμονής. Διέμενα από το έτος 2001 μέχρι 20.11.2007 στην οδό ..., στο ... και από 21.11.2007 και μέχρι σήμερα στην άνω Δ/νση". Είχε δηλαδή προβάλει με την έφεση της ακυρότητα της επιδόσεως ως άγνωστης διαμονής και όχι λόφους ανώτερης βίας, εξ αιτίας των οποίων απώλεσε την προθεσμία ασκήσεως της εφέσεως, στους οποίους δεν εμπίπτει, όπως αναφέρθηκε και ο ισχυρισμός για ακυρότητα της επιδόσεως ως άγνωστης διαμονής και, ως εκ τούτου η μη γνώση απ' αυτήν της εκκαλουμένης αποφάσεως. Δεν αναφέρει όμως στην έφεση της, αν τη φερόμενη αυτή ως τελευταία, γνωστή κατοικία της είχε δηλώσει με οποιονδήποτε τρόπο και στην Εισαγγελική Αρχή Αθηνών, που ήταν αρμόδια και είχε παραγγείλει την επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως (πράγμα που δεν αναφέρει ούτε και στην έκθεση αναιρέσεως). Επικαλέστηκε ειδικότερα ακυρότητα της αποφάσεως, διότι η παραπάνω στην οδό ... διεύθυνση της κατοικίας της ήταν γνωστή, κατά τον χρόνο επιδόσεως (3.1.2008), στις αρχές, άρα και στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, αόριστα, χωρίς να αναφέρει από πού προκύπτει η γνώση αυτή της εισαγγελικής αρχής. Στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης 95300/2010 αποφάσεως διαλαμβάνονται για την απόρριψη της εφέσεως τα εξής: "Στην προκειμένη περίπτωση, από το σύνολο των περιεχομένων στη δικογραφία εγγράφων, την ένορκο κατάθεση του εξετασθέντος στο ακροατήριο μάρτυρος Χρήστου Λαγού, συ συνδυασμό με τις διευκρινίσεις του πληρεξουσίου συνηγόρου της εκκαλούσας κατηγορουμένης ως προς τους λόγους ασκήσεως του ενδίκου μέσου της εφέσεως εκπροθέσμως αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Η εκκαλούσα κατηγορουμένη καταδικάσθηκε σε συνολική ποινή φυλακίσεως εννέα (9) μηνών και συνολική χρηματική ποινή εννιακοσίων πενήντα ευρώ για την πράξη της μη εγκαίρου καταβολής εργοδοτικών και εργατικών εισφορών ΙΚΑ, χρονικού διαστήματος από 1.2.2002 έως 31.5.2002 δυνάμει της υπ' αριθ. 39314/14.4.2006 αποφάσεως του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, εκδοθείσης ερήμην αυτής. Η ως άνω πρωτόδικος απόφαση επεδόθη την 3.1.2008 στη γνωστή στο ΙΚΑ διεύθυνση κατοικίας της εκκαλούσας κατηγορουμένης επί της οδού ... στην ... ως γνωστής διαμονής δια θυροκολλήσεως, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο στη δικογραφία από 3.1.2008 αποδεικτικό επιδόσεως ερήμην αποφάσεως του Άρχιφύλακος ... (παρουσία του Ανθυπαστυνόμου ... ως μάρτυρος), ότε και άρχισε η διαδρομή της δεκαημέρου προθεσμίας ασκήσεως του ενδίκου μέσου της εφέσεως, πλην όμως η υπό κρίση έφεση ασκήθηκε εκπροθέσμως μόλις την 29.7.2010, όπως προκύπτει από την υπ'' αριθ. πρωτ. 9.138/29.7.2010 έκθεση εφέσεως. Επομένως, εσφαλμένως υπολαμβάνει η εκκαλούσα κατηγορουμένη ότι η προς αυτήν επίδοση της εκκαλουμένης αποφάσεως εχώρησε ως "αγνώστου διαμονής", διότι στην πραγματικότητα η επίδοση αυτής εγένετο νομίμως ως γνωστής διαμονής δια θυροκολλήσεως, είναι δε διάφορο το ζήτημα του εάν κατά το χρόνο της επιδόσεως εκείνη πράγματι κατοικούσε στη συγκεκριμένη διεύθυνση. Στην ως άνω έκθεση εφέσεως η εκκαλούσα κατηγορουμένη αναφέρει επί λέξει: "... την παρούσα έφεση ασκεί εκπροθέσμως, διότι δεν έλαβε γνώση ούτε του κλητηρίου θεσπίσματος, ούτε και της προσβαλλομένης απόφασης, που επιδόθηκαν ως αγνώστου διαμονής, καίτοι ήταν και είναι γνωστής στις αρχές διαμονής. Διέμενα από το έτος 2001 μέχρι 20.11.2007 στην οδό ..., στο ... και από 21.11.2007 και μέχρι σήμερα στην άνω διεύθυνση ..." (ήτοι στην οδό ... στην ...). Ωστόσο, όπως έχει ήδη αναφερθεί, η επίδοση της αποφάσεως εχώρησε νομίμως δια θυροκολλήσεως ως γνωστής διαμονής στην οδό ..., με συνέπεια ο διαλαμβανόμενος στην έκθεση εφέσεως ισχυρισμός περί επιδόσεως ως "αγνώστου διαμονής" τυγχάνει εξ αρχής αβάσιμος και απορριπτέος, η δε εκκαλούσα κατηγορουμένη δεν ισχυρίζεται ότι υπάρχει οποιαδήποτε άλλη ακυρότητα περί την επίδοση (ως γνωστής διαμονής), πολλώ δε μάλλον δεν αναφέρει, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, συγκεκριμένα, πραγματικά περιστατικά, τα οποία συγκροτούν, στη συγκεκριμένη περίπτωση, γεγονός "ανωτέρας βίας", το οποίο απέτρεψε αυτήν από την εμπρόθεσμο άσκηση του ενδίκου μέσου της εφέσεως. Πέραν και ανεξαρτήτως των προαναφερομένων, ακόμη και αν ήθελε γίνει δεκτός ο ισχυρισμός της εκκαλούσας κατηγορουμένης ότι ήδη από το μήνα Νοέμβριο του έτους 2007 είχε μετακομίσει σε άλλη διεύθυνση (επί της οδού ...), δεν αναιρείται η κατά τη διάταξη του άρθρου 273 παρ. 1 περ. γ' ΚΠΔ υποχρέωση της να γνωστοποιήσει στην αρμοδία εισαγγελική Αρχή την αλλαγή της αρχικώς δηλωθείσας - και γνωστής στο Ι.Κ.Α. κατά δική της προς αυτό δήλωση - κατοικίας της (δεδομένου ότι είχε γνώση της οφειλής της προς τον ως άνω οργανισμό κοινωνικής ασφαλίσεως και της εις βάρος της εκκρεμούς ποινικής διαδικασίας), τήρηση δε της νομίμου αυτής υποχρεώσεως ή καθ' οιονδήποτε άλλο τρόπο ενημέρωση των αρμοδίων αρχών περί της αλλαγής της διευθύνσεως δεν αποδεικνύεται, ενώ χαρακτήρα τοιαύτης γνωστοποιήσεως δεν έχει η εκ μέρους της εκκαλούσας κατηγορουμένης δήλωση αναστολής πληρωμών ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την 21.6.2004 (όπου αναφέρεται ως διεύθυνση κατοικίας αυτής η οδός ... στο ...). Μετά ταύτα η υπό κρίση έφεση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος λόγω εκπροθέσμου ασκήσεως και να καταδικασθεί η εκκαλούσα κατηγορουμένη στα σχετικά έξοδα". Η αιτιολογία αυτή της προσβαλλομένης απορριπτικής της εφέσεως, ως εκπρόθεσμης, αποφάσεως είναι η απαιτούμενη από το Σύνταγμα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ειδική και εμπεριστατωμένη, αφού εκτίθενται σε αυτή τα στοιχεία που προαναφέρθηκαν ως αναγκαία για την πληρότητα της, δηλαδή: α) η χρονολογία επιδόσεως της εκκαλουμένης ερήμην καταδικαστικής αποφάσεως στην εκκαλούσα (3.1.2008), β) το σχετικό αποδεικτικό επιδόσεως του Αρχιφύλακα ... από το οποίο, επισκοπούμενο, προκύπτει ότι η εν λόγω απόφαση επιδόθηκε στην εκκαλούσα και ήδη αναιρεσείουσα, ως γνωστής διαμονής με θυροκόλληση, παρουσία και του μάρτυρος ανθυπαστυνόμου ... και γ) η χρονολογία ασκήσεως της εφέσεως (29.7.2010), η οποία κείται πέραν από την προεκτεθείσα νόμιμη προθεσμία ασκήσεως της. Περαιτέρω η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση αιτιολογημένα και με σαφήνεια απορρίπτει ως αβάσιμο τον ισχυρισμό της εκκαλούσας - αναιρεσείουσας ότι η επίδοση προς αυτήν της πρωτόδικης αποφάσεως έγινε ως άγνωστης διαμονής. Τέλος και με επάλληλη σκέψη η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση με πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία δέχεται ότι και στην περίπτωση που ήθελε γίνει δεκτός ο ισχυρισμός της αναιρεσείουσας ότι ήδη από τον Νοέμβριο του έτους 2007 είχε μετακομίσει σε άλλη διεύθυνση, δεν αναιρείται η κατά τη διάταξη του άρθρου 273 παρ. 1 περ. γ' του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας υποχρέωση της να γνωστοποιήσει στην αρμόδια εισαγγελική αρχή την αλλαγή της διευθύνσεως, την οποία αρχικά είχε δηλώσει και ότι η αναιρεσείουσα δεν τήρησε την υποχρέωση της αυτή, η εκ μέρους δε της αναιρεσείουσας δήλωση αναστολής πληρωμών ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Αθηνών δεν έχει χαρακτήρα τέτοιας γνωστοποιήσεως, το δίκασαν δε Τριμελές Πλημμελειοδικείο δεν είχε υποχρέωση να διαλάβει ειδική αιτιολογία στην προσβαλλόμενη απόφαση του, για το αν αυτή διέμενε ή όχι στην οδό ... στην ..., που δήλωσε στην έφεση, ούτε το Δικαστήριο υπερέβη την εξουσία του με το να δεχτεί ότι η γενόμενη κατά τα άνω επίδοση της εκκαλούμενης αποφάσεως ήταν έγκυρη. Επομένως, οι σχετικοί λόγοι αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ', Ε' και Η' κύριοι και πρόσθετος για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των προαναφερθεισών ουσιαστικών ποινικών διατάξεων και για υπέρβαση εξουσίας είναι αβάσιμοι. Τέλος, η επικαλούμενη από την αναιρεσείουσα με τον πρώτο κύριο λόγο και με τον πρόσθετο λόγο αναιρέσεως παραβίαση του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ για δίκαιη δίκη, η οποία παραβίαση συνίσταται στο ότι οι αρμόδιες αρχές την αναζήτησαν σε διεύθυνση που δεν διέμενε, χωρίς προηγουμένως να ερευνήσουν για να την ανεύρουν, όπως όφειλαν, στην πραγματική της κατοικία δεν θεμελιώνει καθ' εαυτήν ιδιαίτερο λόγο αναιρέσεως πέραν από τους περιοριστικά αναφερομένους στο άρθρο 510 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας λόγους, ενώ η διεύθυνση της κατοικίας της εκκαλούσας στην οδό ... ήταν άγνωστη στις αρμόδιες για την επίδοση αρχές.
Επειδή, κατόπιν όλων των ανωτέρω και ενόψει ότι δεν προβάλλεται άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και οι πρόσθετοι λόγοι αυτής και' να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα έξοδα της ποινικής διαδικασίας (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την από 27Ιανουαρίου 2011 αίτηση της Α. Λ. του Γ. και τον από 24.8.2011 πρόσθετο λόγο για αναίρεση της 95300/2010 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα έξοδα της ποινικής διαδικασίας, που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα ευρώ (250 €).
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 4 Οκτωβρίου 2011. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 19 Ιανουαρίου 2012.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ