Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2066 / 2010    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Καθυστέρηση καταβολής αποδοχών εργαζομένου.




Περίληψη:
Καταδικαστική απόφαση για μη καταβολή μισθών, επιδομάτων κτλ (αν. 690/45). Απόρριψη λόγων αναιρέσεως για έλλειψη αιτιολογίας.




ΑΡΙΘΜΟΣ 2066/2010


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο και Βασίλειο Φράγγο- Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Οκτωβρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Χατζίκου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντα-κατηγορουμένου Β. Σ. του Ε., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Αικατερίνη Μαρκουλάκη, περί αναιρέσεως της υπ'αριθμ. 2327/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Χανίων. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Χανίων, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 4 Νοεμβρίου 2009 αίτησή του περί αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αύξοντα αριθμό 1550/2009.

Αφού άκουσε Την πληρεξούσια δικηγόρο του αναιρεσείοντα, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά την παράγραφο 1 του άρθρου μόνου του αν. ν. 690/1945 όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 2336/1995 ¨κάθε εργοδότης ή διευθυντής ή επιτετραμμένος ή με οποιονδήποτε τίτλο εκπρόσωπος οποιασδήποτε επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή εργασίας, ο οποίος δεν καταβάλλει εμπρόθεσμα στους απασχολούμενους σε αυτόν τις οφειλόμενες συνεπεία της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας πάσης φύσεως αποδοχές, που καθορίζονται είτε από τη σύμβαση εργασίας είτε από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, είτε από αποφάσεις διαιτησίας, είτε από το νόμο ή έθιμο, τιμωρείται κατόπιν μηνύσεως των ενδιαφερομένων κ.λ.π.¨. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το προβλεπόμενο από αυτή πλημμέλημα τιμωρείται ως γνήσιο έγκλημα παραλείψεως, το οποίο συντελείται ευθύς ως ο υπόχρεος παραλείψει να καταβάλει στο δικαιούχο μισθωτό τις οφειλόμενες σ' αυτόν αποδοχές ή άλλης φύσεως χορηγίες, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται είτε από τη σύμβαση είτε από το νόμο ή το έθιμο, είτε από διοικητικές πράξεις. Εξάλλου η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση περιέχονται σ' αυτή, με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους υπήχθησαν τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόσθηκε. Ειδικότερα η καταδικαστική απόφαση για παράβαση της παραπάνω διατάξεως του αν. ν. 690/1945 για να έχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία πρέπει να εκτίθενται σ' αυτή με πληρότητα και σαφήνεια, πλην των παραπάνω, και η ιδιότητα του κατηγορουμένου, καθώς και αν οι οφειλόμενες αποδοχές καθορίζονταν από ατομική ή συλλογική σύμβαση εργασίας ή διαιτητική απόφαση ή από τον νόμο ή έθιμο, καθώς επίσης αν αυτές δεν καταβλήθηκαν εμπροθέσμως, πότε έπρεπε να πληρωθούν με βάση τη συμφωνία, τον νόμο ή το έθιμο κ.λ.π. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη υπ' αριθ. 2327/2009 απόφασή του, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Χανίων, που δίκασε κατ'έφεση, δέχθηκε στο σκεπτικό του, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, ότι από τα μνημονευόμενα κατά κατηγορία αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: "ο εκκαλών τέλεσε την πράξη για την οποία καταδικάσθηκε με την εκκαλουμένη απόφαση, δηλαδή την μη καταβολή αποδοχών σε εργαζόμενο υπό την μορφή επιδομάτων αδείας, αποζημίωσης αδείας και προσαυξήσεων για εργασία κατά τις Κυριακές, που προβλέπεται από τα άρθρα 2, 3 παρ. 1 και 5 παρ. 7 ΑΝ 539/45 σε συνδ. με αρ. 3 Ν ΓΠΛΔ/1911 ως τροπ. με άρθρ 13 Ν. 2943/1922, αρθρ. 3 Ν 4504/66 σε συνδ. με αρθρ. 3 Ν. ΓΠΛΔ/1911 ως τροπ. με αρ. 13 Ν. 2943/1922 της παρ. της ΥΑ 8900/1946 σε συνδ. με αρ. 8 παρ. 1 Ν. 2336/1995, όπως ειδικότερα περιγράφεται στο διατακτικό της παρούσας και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος. Ειδικότερα αποδείχθηκε ότι η Χ. Λ. εργάστηκε στην επιχείρηση καφετέριας με διακριτικό τίτλο "..." του εκκαλούντος ως σερβιτόρα με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας από το έτος 1997 έως το έτος 2006 αντί του καθορισμένου με την σύμβαση εργασίας της ημερομισθίου που αναφέρεται κατωτέρω. Ο εκκαλών στα Χανιά κατά το χρονικό διάστημα από 14-9-2003 μέχρι και το έτος 2006 με πρόθεση δεν κατέβαλε στην ανωτέρω: 1) για αποζημίωση μη χορηγηθείσας αδείας ετών 2005 και 2006 και δη: α) έτους 2005 που εργαζόταν με ημερομίσθιο 38,78 ευρώ, ποσό 620,48 ευρώ (16 ημερομίσθια Χ38,78 ευρώ) και β) έτους 2006 που εργαζόταν με ημερομίσθιο 40,33 ευρώ, ποσό 302,47 ευρώ (7,5 ημερομίσθια Χ 40,33 ευρώ) 2) για επίδομα αδείας ετών 2005 και 2006 και δη:α)έτους 2005 ποσό 504,14 ευρώ (13 ημερομίσθια Χ 38,78 ευρώ) και β) έτους 2006 ποσό 302,47 ευρώ (7,5 ημερομίσθια Χ40,33 ευρώ) και 3) ενώ εργάσθηκε 24 Κυριακές τα έτη 2003 και 2004 δεν της κατέβαλε προσαύξηση 75% και δη: α) έτος 2003 (από 14-9-2003) οπότε εργαζόταν με ημερομίσθιο 35,51 ευρώ, ποσό 292,96 ευρώ (11 Κυριακές Χ 75% Χ 35,51 ευρώ) και β) έτος 2004 οπότε εργαζόταν με ημερομίσθιο 37,29 ευρώ, ποσό 363,61 ευρώ (13 Κυριακές Χ 75% Χ 37,29 ευρώ). Ο ισχυρισμός της πληρεξουσίου δικηγόρου του εκκαλούντος περί ολικής εξοφλήσεως δεν αποδείχθηκε, ενώ η προσφορά και κατάθεση ποσού 4.000 ευρώ στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων μετά την υποβολή της μήνυσης, πέραν του ότι δεν καλύπτει την συνολική οφειλή του προς την εργαζομένη, λαμβανομένου υπόψη ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έπαυσε οριστικά την ποινική δίωξη για τις προ της 14-9-2003 οφειλές, σε κάθε περίπτωση δεν οδηγεί στην εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξης, η οποία τελέστηκε με την μη καταβολή (τον χρόνο που έπρεπε να καταβληθούν) των ως άνω ποσών". Ακολούθως το Δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο και επέβαλε σ' αυτόν ποινή φυλακίσεως τριάντα (30) ημερών, ανασταλείσα.
Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Πλημμελειοδικείο, διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την κατά τα άρθρα 93§3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία αφού εκθέτει σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος που αυτός τέλεσε, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στην ουσιαστική ποινική διάταξη του άρθρου μόνου του ΑΝ 690/1945.
Ειδικότερα, στην απόφαση εκτίθενται α) η ιδιότητα του κατηγορουμένου-αναιρεσείοντος ως εργοδότη-υπευθύνου της επιχείρησης-καφετέριας "..." και β) ο χρόνος εργασίας της εγκαλούσας ως σερβιτόρας. Από την αναφορά στο σκεπτικό "αντί του καθορισμένου με τη σύμβαση εργασίας ημερομισθίου που αναφέρεται παρακάτω" σαφώς προκύπτει ότι οι αποδοχές (ημερομίσθιο) είχαν συμφωνηθεί βάση της ατομικής σύμβασης εργασίας που συνήφθη μεταξύ εργοδότη και εργαζομένης. Επίσης καθορίζεται το ύψος της αποζημιώσεως που εδικαιούτο η εγκαλούσα για τη χορηγηθείσα άδεια κατά τα έτη 2005 και 2006, το επίδομα αδείας κατά τα άνω έτη, όπως και η προσαύξηση κατά 75% του ημερομισθίου για τις Κυριακές που εργάσθηκε (από 14-9-2003 και το έτος 2006) τις οποίες και προσδιορίζει. Τέλος εκτίθεται ότι από πρόθεση ο κατηγορούμενος δεν κατέβαλε στην εγκαλούσα τα άνω ποσά κατά το άνω χρονικό διάστημα (από 14-9-2003 έως το έτος 2006) που υποχρεούτο να τα καταβάλει. Οι λοιπές αιτιάσεις οι διαλαμβανόμενες στον πρώτο λόγο αναιρέσεως, υπό την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττουν την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του δικαστηρίου της ουσίας και είναι απορριπτέες ως απαράδεκτες.
Επομένως, ο εκ του άρθρου 510§1 στοιχ. Δ' του ΚΠοινΔ πρώτος λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
Επίσης και ο δεύτερος λόγος αναιρέσεως με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη αιτιολογίας, με την ειδικότερη αιτίαση ότι στο σκεπτικό περί ενοχής παραλείπονται οι επισημειούμενες στον άνω λόγο διατάξεις είναι απορριπτέος ως απαράδεκτος, διότι δεν θεμελιώνεται σε κανένα εκ των αναφερομένων περιοριστικώς στο άρθρο 510§1 ΚΠοινΔ λόγων, μετά την κατάργηση του υπό στοιχείο Η' λόγου με το άρθρο 50§4 Ν 3160/2009.
Κατ' ακολουθίαν, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η ένδικη αίτηση και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583§1 ΚΠοινΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την υπ'αριθ. 2/4-11-2009 αίτηση του Β. Σ. του Ε., περί αναιρέσεως της υπ' αριθ. 2327/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Χανίων. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 8 Δεκεμβρίου 2010.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 31 Δεκεμβρίου 2010.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή