Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 95 / 2008    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αμέλεια, Σωματική βλάβη από αμέλεια, Νομίμου βάσεως έλλειψη, Επανεξέταση λόγου αναιρέσεως.




Περίληψη:
Επανεξέταση μη εξετασθέντος λόγου αναιρέσεως από προφανή παραδρομή. Σωματική βλάβη από αμέλεια. Είδη αμέλειας. Μη συνειδητή και ενσυνείδητη. Η προσβαλλομένη απόφαση με σαφήνεια περιέχει πραγματικά περιστατικά που προσδίδουν την μορφή της μη συνειδητής αμέλειας. Απορρίπτεται ο λόγος αναιρέσεως για έλλειψη νομίμου βάσεως.






Αριθμός 95/2008

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ε' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ηρακλή Κωνσταντινίδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Κούκλη-Εισηγητή, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 7 Δεκεμβρίου 2007, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Χρυσού, (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αιτούντος-αναιρεσείοντος ....., που παρέστη με την πληρεξουσία δικηγόρο του Μαρία Νάκη, για επανεξέταση των λόγων αναιρέσεως της από 21-12-2004 αιτήσεως και των από 15-1-2007 προσθέτων λόγων αυτής, για αναίρεση της 74362/2004 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, επί της οποίας εκδόθηκε η 502/2007 απόφαση του Αρείου Πάγου. Με πολιτικώς ενάγοντα τον ....., που δεν παρέστη στο ακροατήριο.
Και ο αιτών-αναιρεσείων ζητεί την επανεξέταση των λόγων αναιρέσεως της από 21-12-2004 αίτησης αναιρέσεως καθώς και των από 15-1-2007 προσθέτων λόγων αυτής για αναίρεση της 74362/2004 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 18 Ιουλίου 2007 αίτηση επανεξέτασης λόγων αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1321/2007.

Αφού άκουσε Την πληρεξουσία δικηγόρο του αιτούντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 513 παρ. 1 εδ. γ' του ΚΠΔ, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου στην κατ'αναίρεση δίκη, κλητεύει τον αναιρεσείοντα και τους λοιπούς διαδίκους, μεταξύ των οποίων και ο πολιτικώς ενάγων, εφόσον το Εφετείο έκρινε τις πολιτικές του απαιτήσεις, ακόμη και στην περίπτωση που ο κατηγορούμενος δεν προσέβαλε την αφορώσα την πολιτική αγωγή διάταξη της αποφάσεως.
Κατά τα άρθρα 370 και 514 ΚΠΔ, τα ποινικά δικαστήρια δεν μπορούν να επανεξετάσουν την οριστική τους απόφαση, όπως είναι και αυτή, με την οποία απορρίπτεται το ένδικο μέσο, ενώ κατά της αποφάσεως του Αρείου Πάγου, με την οποία απορρίπτεται αίτηση αναιρέσεως δεν επιτρέπεται ένδικο μέσο, ούτε δεύτερη αίτηση αναιρέσεως κατά της ίδιας αποφάσεως, αλλά στην περίπτωση κατά την οποία ο Άρειος Πάγος παρέλειψε από παραδρομή, να ερευνήσει προταθέντα παραδεκτώς αναιρετικό λόγο, μπορεί, ενόψει της αυτοτέλειας κάθε λόγου αναιρέσεως που σωρευτικώς διατυπώνεται, με τους λοιπούς λόγους στο ίδιο δικόγραφο αναιρέσεως, να επανέλθει και να τον εξετάσει, χωρίς αυτό να αντιτίθεται στις παραπάνω διατάξεις, διότι επί του μη εξετασθέντος αναιρετικού λόγου δεν υπάρχει απόφαση. Το ίδιο, όμως, δεν ισχύει στην περίπτωση που ο Άρειος Πάγος εκ παραδρομής παρέλειψε να εξετάσει λόγο αναιρέσεως, αυτεπαγγέλτως, κατ' άρθρο 511 ΚΠΔ ερευνώμενο, ο οποίος δεν προτάθηκε, ανεξαρτήτως του αν ο αναιρεσείων, με υποβληθέν υπόμνημά του στη συζήτηση της αιτήσεως αναιρέσεως, επεσήμανε την ύπαρξη τέτοιου λόγου και ζήτησε την αυτεπάγγελτη έρευνά του καθόσον ο Άρειος Πάγος, μετά την εξέταση όλων των παραδεκτώς προβληθέντων αναιρετικών λόγων και ελλείψει εκκρεμότητας παραδεκτώς προταθέντος λόγου, απεκδύεται της εξουσίας του και δεν έχει δικαιοδοσία να επανέλθει εκ νέου προς εξέταση της υποθέσεως. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων - αιτών, με την κρινόμενη από 18.7.2007 αίτησή του, επιδιώκει την "επανεξέταση" της με αριθμό 195/21.12.2004 αιτήσεως αναιρέσεως κατά της υπ'αριθμ.74362/2004 αποφάσεως του, ως Εφετείου,δικάσαντος Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, η οποία (αίτηση αναιρέσεως), έγινε εν μέρει δεκτή με την υπ' αριθμ. 502/2007 απόφαση του δικαστηρίου τούτου και αφού εκήρυξε απαράδεκτη την συζήτηση τη αιτήσεως, κατά το άρθρο 31 παρ. 1,3 του Ν.3346/2005 για την αξιόποινη πράξη της παραβάσεως των διατάξεων 1 και 3 της υπ' αριθμ. 102124/1938 υγειονομικής διατάξεως σε συνδυασμό με το άρθρο 11 παρ. 10 του Ν.2307/1995, ανήρεσε εν μέρει την προσβληθείσα, ως άνω απόφαση και μόνον ως προς την διάταξή της περί μετατροπής της στερητικής της ελευθερίας ποινής, της επιβληθείσης για την αξιόποινη πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια και παρέπεμψε κατά τούτο την απόφαση στο εκδόσαν την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση δικαστήριο. Όπως, όμως, προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση της προεκδοθείσης υπ' αριθμ. 502/2007 αποφάσεως του Αρείου Πάγου και της υπ' αριθμ. 195/21.12.2004 αιτήσεως αναιρέσεως σε συνδυασμό με τους από 15.1.2007 προσθέτους λόγους του αιτούντος κατά της προαναφερομένης υπ'αριθμ. 74362/17.12.2004 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, μεταξύ των λόγων ο αιτών προέβαλε, ως λόγο αναιρέσεως, δια του προσθέτου δικογράφου, την έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, ως προς την αξιόποινη πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια, για την οποία κηρύχθηκε ένοχος αυτός, ο οποίος, όμως, λόγος δεν ερευνήθηκε από τον 'Αρειο Πάγο εκ προφανούς παραδρομής. Επομένως, η αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, ως προς το άνω σκέλος της και να ερευνηθεί η βασιμότης του λόγου αυτού.
Κατά το άρθρο 314 παρ.1 α' του ΠΚ, όποιος από αμέλεια προκαλεί σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας άλλου τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 28 ΠΚ, προκύπτει ότι για τη θεμελίωση του εγκλήματος της σωματικής βλάβης από αμέλεια απαιτείται να διαπιστωθεί, αφενός ότι ο δράστης δεν κατέβαλε την απαιτούμενη κατά αντικειμενική κρίση προσοχή την οποία όφειλε να καταβάλει κάθε μετρίως συνετός ευσυνείδητος άνθρωπος που βρίσκεται υπό τις ίδιες πραγματικές καταστάσεις, με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές, την κοινή πείρα, τη συνήθη πορεία των πραγμάτων και τη λογική και αφετέρου ότι είχε τη δυνατότητα, με τις προσωπικές του ιδιότητες, γνώσεις και ικανότητες να προβλέψει και να αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο πρέπει να τελεί σε αντικειμενικό αιτιώδη σύνδεσμο με τη πράξη του. Περαιτέρω κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 28 ΠΚ, η αμέλεια διακρίνεται σε μη συνειδητή, κατά την οποία ο δράστης από έλλειψη της προσήκουσας προσοχής δεν προέβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του και σε ενσυνείδητη, κατά την οποίαν προέβλεψε μεν ότι από'τη συμπεριφορά του μπορεί να επέλθει το αποτέλεσμα αυτό, πίστευε όμως ότι θα το απέφευγε. Ενόψει της διάκρισης αυτής το δικαστήριο της ουσίας, όταν απαγγέλλει καταδίκη για έγκλημα από αμέλεια, πρέπει να εκθέτει στην απόφασή του με σαφήνεια ποίο από τα δύο είδη της αμέλειας αυτής, συνέτρεξε στην συγκεκριμένη περίπτωση, διότι αν δεν εκθέτει αυτό με σαφήνεια ή δέχεται και τα δύο είδη δημιουργείται ασάφεια και αντίφαση, η οποία καθιστά ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή ή μη εφαρμογή της σχετικής ουσιαστικής ποινικής διάταξης και ιδρύεται εντεύθεν λόγος αναίρεσης για έλλειψη νόμιμης βάσης κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ.
Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλομένη υπ'αριθμ. 74362/2004 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, ο αιτών-αναιρεσείων καταδικάστηκε για σωματική βλάβη εξ αμελείας σε ποινή φυλακίσεως έξι (6) μηνών- η οποία αποτίθηκε, όπως προκύπτει από την εις την αρχή της πληττομένης αποφάσεως ένδειξη ότι "η ποινή εξοφλήθηκε με το υπ'αριθμ. 10390297 διπλότυπο είσπραξης" εξ ού λόγου δεν έχει εφαρμογή του άρθρου 32 του Ν.3346/2005-. Για να καταλήξει στην κρίση της αυτή η ως άνω απόφαση εδέχθη ανελέγκτως τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο εκκαλών από έλλειψη της προσοχής του που όφειλε και μπορούσε να καταβάλλει, ως ιδιοκτήτης δύο σκύλων ράτσας ελληνικού ποιμενικού, χρώματος άσπρου με μαύρα στίγματα, τα οποία εξέτρεφε με σκοπό τη φύλαξη της οικίας του που ευρίσκεται επί της οδού ..... αριθμ. .... στην ....., δεν έλαβε, όπως είχε υποχρέωση, τα προσήκοντα μέτρα για την ασφάλεια των περιοίκων και διερχομένων και ειδικότερα τελώντας σε γνώση ότι τα σκυλιά του είχαν επιθετικές τάσεις, εφόσον επανειλημμένως είχε δεχθεί παράπονα και αστυνομικές καταγγελίες, ότι οι εν λόγω σκύλοι κακοποίησαν περαστικούς και περιοίκους, δεν φρόντισε, ώστε, σε περίπτωση που ο ίδιος προτιμούσε για λόγους ασφαλείας να κυκλοφορούν ελεύθεροι εντός του οικοπέδου του, να έχει περιφράξει την ιδιοκτησία του κατά τρόπο που να μην είναι δυνατή η έξοδος των σκυλιών του, ούτε και προς την όμορη ιδιοκτησία κατά τους ισχυρισμούς του και εκείθεν σε κοινοχρήστους χώρους και οδούς, όπως προκύπτει και από τη θεώρηση των φωτογραφιών της ιδιοκτησίας του, στις οποίες τμήμα της περιφράξεως είναι κατεστραμμένο, ούτε περισσότερο (δεν φρόντισε) να τους έχει δεμένους σταθερά με αλυσίδα εντός της ιδιοκτησίας του, για τη περίπτωση που δεν ήταν δυνατόν να τους περιορίσει εντός αυτής. κατά τον τρόπο αυτό οι δύο αυτοί σκύλοι, περί της ιδιοκτησίας των οποίων δεν καταλείπεται αμφιβολία στο δικαστήριο, επιτέθηκαν κατά τους εγκαλούντος έξωθεν της οικίας του τελευταίου, η οποία ευρίσκεται σχετικά κοντά με την ιδιοκτησία του εκκαλούντος στην ίδια περιοχή, την 21-12-1996 και περί ώρα 7.45 πμ, προξενώντας σε αυτόν σωματική βλάβη, δηλαδή τραύμα στο δεξιό ιγνιακό βάθρο με έλλειψη δέρματος ολικού πάχους 15χ4 εκ. περίπου, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα ιατρικά πιστοποιητικά, για αποκατάσταση της οποίας ο εγκαλών νοσηλεύθηκε. Σημειωτέον στο σημείο τούτο ότι όπως προκύπτει από τις από 23-12-1996 και 30-1-1997) βεβαιώσεις του κτηνιάτρου ...., οι δύο σκύλοι, ελληνικοί ποιμενικοί, ιδιοκτησίας του κατηγορουμένου-εκκαλούντος, αφού εξετάσθηκαν και ευρέθησαν αρνητικοί για συμπτώματα λύσσας, θανατώθηκαν με ευθανασία κατόπιν εντολής του ίδιου του ιδιοκτήτη τους.
Ακολούθως το δικαστήριο της ουσίας, καταλήγει, ως προς την πράξη της σωματικής βλάβης εξ αμελείας στην ενοχή του αναιρεσείοντος με την εξής αναφορά στο διατακτικό της αποφάσεως: Στην .... την 21-12-1996, όντας υπόχρεος σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή, από αμέλειά του, δηλαδή από την έλλειψη της προσοχής που ώφειλε από τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει, προξένησε σωματική βλάβη σ'άλλον χωρίς όμως να προβλέψει το εκ των κατωτέρω ενεργειών του παραχθέν ως άνω αξιόποινο αποτέλεσμα και συγκεκριμένα, από έλλειψη της προσοχής που όφειλε από τις περιστάσεις εγνώριζε ότι τα 2 τσοπανόσκυλα κατοχής και ιδιοκτησίας τους, που είχε στην επί της Λεωφ. ..... .... (ή ....) κατοικία του ήταν άγρια συνήθιζαν να επιτίθενται σε περαστικούς και είχαν στο παρελθόν κατ'επανάληψη επιτεθεί και τραυματίσει πολλούς εξ αυτών, όπως τον ...., τη ......, τον .... κ.α. και μπορούσε να καταβάλει σαν ώριμο και υπεύθυνο άτομο, καίτοι σαν ιδιοκτήτης σκυλιών και ήδη αγρίων που παρουσίαζαν επιθετικές τάσεις, ήταν υποχρεωμένος να καταβάλει ιδιαίτερα επιμέλεια και προσοχή κατά την φύλαξή αυτών, δεν φρόντισε να τα φυλάσσει μέσα σε περιφραγμένο, κατά τρόπο επαρκή χώρο, να τα έχει δεμένα με αλυσίδα και να τους φορά φίμωτρο, ώστε ακόμη και στην περίπτωση κατά την οποία αυτά εξήρχοντο του περιβόλου της κατοικίας του και επιτίθεντο σε πεζούς να μην έχουν την δυνατότητα να το τραυματίσουν με συνέπεια όταν στις 7.45 πμ της 21ης/12/96 ο εγκαλών .... ετακτοποιούσε κάποια πράγματα στο πόρτ-παγκάζ του αυτοκινήτου να του επιτεθούν με πρωτοφανή αγριότητα και να του προκαλέσουν "τραύμα" στο ΔΕ ιγνιακό βάθρο με έλλειψη δέρματος ολικού πάχους 1,5Χ4 cm περίπου ατρακτοειδούς σχήματος, ώστε να καταστεί πλέον ορατή η ινιακή φλέβα και σφύξεις άκρου πόδα, τραύμα διατάσεως 2Χ3 cm, περίπου στην πρόσθια επιφάνεια της ΔΕ κνήμης με ανώμαλη παρυφή στο όριο άνω και μέσου τριτομορίου της κνήμης και δύο οπές στο ΔΕ γλουτό, "πιθανόν από τα δόντια τους σε απόσταση 6 cm περίπου μεταξύ τους" αποτέλεσμα το οποίο αυτός δεν είχε προβλέψει. Με αυτά που δέχθηκε η προσβαλλομένη απόφαση, όσον αφορά εις την σωματική βλάβη από αμέλεια, διέλαβε την απαιτουμένη από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού αναφέρει με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από τις αποδείξεις και τους νομικούς συλλογισμούς με βάση τους οποίους υπήγαγε τα αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά στις εφαρμοσθείσες ουσιαστικού ποινικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 27, 28 και 314 ΠΚ, τις οποίες ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε και τις οποίες ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, με την παραδοχή δηλαδή ασαφών, ελλειπών ή αντιφατικών αιτιολογιών. Ειδικότερα, η προσβαλλομένη απόφαση δεχθείσα, ότι το επελθόν αποτέλεσμα της σωματικής βλάβης από αμέλεια προήλθε "... από έλλειψη της προσοχής που όφειλε και μπορούσε να καταβάλλει... δεν έλαβε, όπως είχε υποχρέωση, τα προσήκοντα μέτρα για την ασφάλεια των περιοίκων και διερχομένων με αποτέλεσμα κλπ", καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο, ότι, ως προς το επελθόν αποτέλεσμα από την αμελή συμπεριφορά του αναιρεσείοντος, δέχεται την μη συνειδητή αμέλεια. Η αναφορά, τόσο στο σκεπτικό όσο και στο διατακτικό της προσβαλλομένης, ότι ο αναιρεσείων εγνώριζε την επικινδυνότητα των σκύλων από προηγούμενους τραυματισμούς τρίτων προσώπων, δεν ενέχει παραδοχή περί συνδρομής ευσυνείδητης αμέλειας, αφού δεν εκτίθεται περαιτέρω, ότι συνεπεία της ως άνω γνώσεως (περί της επιθετικότητας των σκύλων), προέβλεψε ως δυνατό το επελθόν αποτέλεσμα, αλλ'επίστευε, ότι θα το αποφύγει. Απεναντίας από τις παραδοχές της αποφάσεως προκύπτει, ότι, λόγω ακριβούς γνώσεως που είχε για την επιθετικότητα των σκύλων, όφειλε και μπορούσε να λάβει τα ενδεικνυόμενα μέτρα προς αποτροπή του κινδύνου επιθέσεως, όπως είχε υποχρέωση, δηλαδή σαφώς και εκ τούτου προκύπτει ότι πρόκειται περί μη συνειδητής αμέλειας. Περαιτέρω, για την πληρότητα της αιτιολογίας δεν ήταν απαραίτητο να αναφέρεται στην απόφαση ότι η όμορη ιδιοκτησία προς εκείνην του αναιρεσείοντος ήταν περιφραγμένη ή όχι, για να κριθεί εάν ήταν ή όχι εφικτή η έξοδος των σκύλων προς αυτήν, ούτε (ήταν απαραίτητο) να αναφέρεται ότι (ο αναιρεσείων παρείχε τροφή ή περίθαλψη στους σκύλους ή αν τους είχε υπό την εξουσία του, για να αιτιολογηθεί η ιδιότης αυτού ως κυρίου των σκύλων. Προσθέτως, πρέπει να παρατηρηθεί, ότι οι προαναφερθείσες παραδοχές που αναφέρονται στην αξιόποινη πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια, δεν μπορεί να θεωρηθούν ότι αντιφάσκουν προς εκείνες για την παράβαση της 102124/38 Υγειον.Δ/ξεως σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 11 παρ.10 Ν.2307/95, γιατί από καθεμία από τις παραπάνω αξιόποινες πράξεις προσβάλλονται διαφορετικά έννομα αγαθά που προστατεύονται από διαφορετικούς νόμους, πρόκειται δηλαδή για ανεξάρτητες και αυτοτελώς κολάσιμες πράξεις που συγκροτούν την έννοια διαφορετικών εγκλημάτων, το δε δεύτερο των εγκλημάτων αυτών τελείται από πρόθεση γι'αυτό απαιτείται ιδία και διαφορετική αιτιολογία από εκείνη της σωματικής βλάβης από αμέλεια. Με βάση αυτά που προαναπτύχθηκαν, ο ερευνώμενος εκ του άρθρου 510 παρ.1 Δ, Ε ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, οι δε λοιποί λόγοι (της αιτήσεως ανακλήσεως) που το πρώτο με αυτήν προτείνονται, είναι απορριπτέοι, ως απαράδεκτοι.
Απορριπτομένης της αιτήσεως, ο αιτών-αναιρεσείων δεν πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα γιατί η από 21-12-2004 αίτηση αναιρέσεώς του έγινε εν μέρει δεκτή με την προεκδοθείσα υπ'αριθμ. 502/2007 απόφαση του Αρείου Πάγου (άρθρ. 583 παρ.1 ΚΠΔ).

Για τους λόγους αυτούς
Απορρίπτει την από 18-7-2007 αίτηση του ....., με την οποία φέρεται προς συζήτηση ο μη εξετασθείς από την υπ'αριθμ. 502/2007 απόφαση του Δικαστηρίου τούτου λόγος του από 15-1-2007 προσθέτου δικογράφου για αναίρεση της υπ'αριθμ. 74362/2004 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 8 Ιανουαρίου 2008.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 15 Ιανουαρίου 2008.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ





<< Επιστροφή