Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1771 / 2014    (Α2, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Παραγραφή αξιώσεων.




Περίληψη:
Αξίωση απόδοσης ακινήτου με βάση ορισμένη έννομη σχέση (348 Α.Κ.) Οφείλονται ωφελήματα κατά τις διατάξεις περί διεκδικήσεως πράγματος (1096, 1098 ΑΚ). Η αξίωση αυτή υπόκειται σε πενταετή παραγραφή του άρθρου 250 άρθρ ΑΚ. Αντένσταση διακοπής της παραγραφής από της επιδόσεως προγενέστερης αγωγής, η οποία απορρίφθηκε για τυπικούς λόγους και επανεγέρθηκε εντός εξαμήνου. Για το ορισμένο της αντενστάσεως απαιτείται επίκληση και απόδειξη ταυτότητας ιστορικής και νομικής αιτίας. Αβάσιμοι αναιρετικοί λόγοι από το άρθρο 559 αριθ. 1, 14, 19 ΚΠολΔ. (Επικυρώνει 2467/2006 αποφ. ΕφΘεσσαλονίκης).





Αριθμός 1771/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

A2' Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Αθανάσιο Κουτρομάνο, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χρυσόστομο Ευαγγέλου, Γεράσιμο Φουρλάνο, Εμμανουήλ Κλαδογένη και Ιωσήφ Τσαλαγανίδη, Αρεοπαγίτες.
ΣΥΝΗΛΘΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 13 Ιανουαρίου 2014, με την παρουσία και της γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Ε. χήρας Π. Α., το γένος Ζ. Β., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γεώργιο Βασιλάκι.
Των αναιρεσιβλήτων: 1. Α. θυγ. Κ. Β. του Ν., 2. Ε. Κ. Β. του Ν., 3.Β. συζ. Κ. Γ. το γένος Δ. Β., και 4. Κ. Β. του Δ., κατοίκων .... Η πρώτη εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παναγιώτη Γιαννόπουλο, οι δε 2η, 3η και 4ος εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Αναστασία Αϊδαρίνη Αμπελιώτη.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 20-11-1990 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας και με τις ανταγωγές δια των προτάσεων που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης και συνεκδικάσθηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 22148/2002 του ίδιου Δικαστηρίου και 2647/2006 του Εφετείου Θεσσαλονίκης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητά η αναιρεσείουσα με την από 25-9-2009 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο εισηγητής Αρεοπαγίτης Χρυσόστομος Ευαγγέλου, ανέγνωσε την από 11-3-2011 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της κρινόμενης αίτησης. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, οι πληρεξούσιοι των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 250 παρ. 17 ΑΚ, η οποία ορίζει ότι σε πενταετή παραγραφή υπόκεινται οι αξιώσεις των κάθε είδους μισθών, των καθυστερουμένων προσόδων, συντάξεων, διατροφής και κάθε άλλης παροχής που επαναλαμβάνεται περιοδικά, προκύπτει ότι, λόγω της γενικότητας των όρων "καθυστερουμένων προσόδων" και "κάθε άλλης παροχής που επαναλαμβάνεται περιοδικά" περιλαμβάνονται σ' αυτούς οι καρποί, φυσικοί ή πολιτικοί, και τα ωφελήματα, τα οποία η χρησιμοποίηση του πράγματος περιοδικώς παρέχει και συνακόλουθα στην προβλεπόμενη από τη διάταξη αυτή πενταετή παραγραφή υπόκεινται και οι αξιώσεις από το άρθρο 1096 ΑΚ του κυρίου του πράγματος κατά του νομέα για τα ωφελήματα που αποκόμισε ο τελευταίος από το πράγμα ( Α.Π. 2267/2013, Α.Π. 440/2000, Α.Π. 150/2009 ). Στην ίδια βραχυπρόθεσμη παραγραφή υπόκεινται και οι αξιώσεις του δικαιουμένου από ορισμένη έννομη σχέση να απαιτήσει την απόδοση πράγματος για τα ωφελήματα που αποκόμισε ο κακόπιστος νομέας του πράγματος ( άρθρα 348, 1096, 1098 Α.Κ.). Εξάλλου, ο από το άρθρο 559 αριθ. 8 Κ.Πολ.Δ. λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν το δικαστήριο παρά τον νόμο έλαβε υπόψη πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως πράγματα νοούνται οι αυτοτελείς πραγματικοί ισχυρισμοί, που τείνουν στην θεμελίωση ή παρακώλυση του ασκούμενου με αγωγή, ένσταση ή αντένσταση ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος, καθώς και οι κύριοι ή πρόσθετοι λόγοι εφέσεως που αφορούν σε αυτοτελείς πραγματικούς ισχυρισμούς ή σε άρνηση τέτοιων ισχυρισμών.
Στην προκειμένη περίπτωση, με τον δεύτερο από το άρθρο 559 αριθ. 8 ΚΠολΔ, κατ' ορθή υπαγωγή, λόγο του αναιρετηρίου προβάλλεται η αιτίαση, ότι το Εφετείο παρά τον νόμο δεν έλαβε υπόψη του και δεν ερεύνησε τον λόγο της έφεσης της αναιρεσείουσας, ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εφάρμοσε το άρθρο 250 αριθ. 17 Α.Κ. και δέχθηκε ότι οι ένδικες αξιώσεις της για απόδοση ωφελημάτων υπόκεινται στην πενταετή παραγραφή, σε συνέπεια δε της κρίσεώς του αυτής δέχθηκε ως βάσιμη την ένσταση των εναγομένων ότι οι αξιώσεις της για απόδοση ωφελημάτων που αφορούν το χρονικό διάστημα από το έτος 1963 έως 31-12-1984 έχουν παραγραφεί, ενώ οι αξιώσεις της υπάγονται στην εικοσαετή παραγραφή του άρθρου 249 Α.Κ., το οποίο και ήταν εφαρμοστέο. Ο λόγος αυτός αλυσιτελώς προβάλλεται, αφού, κατά τα αναφερόμενα στην μείζονα πρόταση, οι ένδικες αξιώσεις της ενάγουσας υπόκεινται στη βραχυπρόθεσμη παραγραφή του άρθρου 250 αριθ.17 Α.Κ, όπως είχε δεχθεί και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο.
Ο λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθ. 14 ΚΠολΔ ιδρύεται, αν το δικαστήριο παρά τον νόμο κήρυξε ή δεν ακυρότητα, έκπτωση από δικαίωμα ή απαράδεκτο, ενώ ο αναιρετικός λόγος από το άρθρο 559 αριθ. 8 ΚΠολΔ ιδρύεται (και) όταν το δικαστήριο παρά τον νόμο δεν έλαβε υπόψη πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Εξάλλου, κατά τα άρθρο 261 και 263 ΑΚ, την παραγραφή διακόπτει η έγερση της αγωγής. Η παραγραφή, που διακόπηκε με τον τρόπο αυτό, αρχίζει και πάλι από την τελευταία διαδικαστική πράξη των διαδίκων ή του δικαστηρίου. Κάθε παραγραφή, που διακόπηκε με την έγερση της αγωγής, θεωρείται σαν να μη διακόπηκε, αν ο ενάγων παραιτηθεί από την αγωγή ή η αγωγή απορριφθεί τελεσίδικα για λόγους μη ουσιαστικούς. Αν ο δικαιούχος εγείρει και πάλι την αγωγή μέσα σε έξι μήνες, η παραγραφή θεωρείται ότι έχει διακοπεί με την προηγούμενη αγωγή. Από τις διατάξεις αυτές του ΑΚ, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 221 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., σαφώς προκύπτει, ότι ως επανέγερση της αγωγής νοείται η έγερση νέας αγωγής με τους ίδιους διαδίκους και με την ίδια ιστορική και νομική αιτία ( Α.Π. 997/1999 ). Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο απέρριψε ως αόριστο τον πρώτο κατά το δεύτερο μέρος του λόγο της έφεσης της αναιρεσείουσας, με τον οποίο αυτή προέβαλε ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του την προβληθείσα απ' αυτήν αντένσταση διακοπής της παραγραφής της αξίωσής της για καταβολή αποζημίωσης για ωφελήματα που οι εναγόμενοι εισέπραξαν ή παρέλειψαν, αν και μπορούσαν, να εισπράξουν. Η διακοπή φέρεται ότι επήλθε από της επιδόσεως, στις 17-11-1986, της προγενέστερης από 12-8-1986 αγωγής της αναιρεσείουσας που είχε απορριφθεί τελεσίδικα ως αόριστη με την υπ' αριθ. 2037/ 23-5-1990 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης, η δε ένδικη από 17-11-1990 αγωγή της επιδόθηκε στις 22-11-1990 και επομένως, λόγω ασκήσεως της δευτέρας εντός εξαμήνου από την τελεσίδικη απόρριψη της προηγούμενης αγωγής, η παραγραφή θεωρείται ότι διακόπηκε από της επιδόσεως της προηγούμενης αγωγής. Ο λόγος αυτός της εφέσεως ήταν πράγματι αόριστος, διότι η αναιρεσείουσα δεν επικαλέσθηκε με την έφεσή της, όπως προκύπτει από αυτήν, ότι είχε προβάλει πρωτοδίκως ορισμένως την εν λόγω αντένσταση, με επίκληση και του αναγκαίου για την πληρότητά της στοιχείου, ότι και η προηγούμενη αγωγή της είχε την αυτή με την ένδικη αγωγή νομική βάση, στοιχείο το οποίο, όπως προκύπτει από την επισκόπηση των προτάσεών της στον πρώτο βαθμό, δεν είχε επικαλεσθεί και το οποίο, άλλωστε, δεν συντρέχει, αφού από την επισκόπηση της από 12-8-1986 αγωγής προκύπτει ότι αυτή είχε ως μόνη βάση τη σχέση κοινωνίας- συγκυριότητας μεταξύ των διαδίκων (άρθρα 785 επ. Α.Κ.), για την ύπαρξη της οποίας δεν παρέθετε τα αναγκαία κατά νόμον περιστατικά, ήτοι μεταγραφή των δηλώσεων βουλήσεως των δικαιοπαρόχων των εναγομένων περί μεταβιβάσεως στον δικαιοπάροχο της ενάγουσας του ανήκοντος σ' αυτόν ποσοστού συγκυριότητας επί των ακινήτων, όπως, άλλωστε, έχει κριθεί τελεσίδικα με την υπ' αριθ. 2296/1988 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, που επικυρώθηκε με την υπ' αριθ. 2037/1990 απόφαση του Εφετείου Θεσσαλονίκης, ενώ η ένδικη αγωγή βάση έχει τις διατάξεις των άρθρων 348, 1096, 1098 Α.Κ. Επομένως, το Εφετείο που απέρριψε ως αόριστο τον ανωτέρω λόγο έφεσης δεν κήρυξε παρά τον νόμο απαράδεκτο και σε ορθό αποτέλεσμα κατέληξε, δεν παρέλειψε δε να λάβει υπόψη πράγματα που προτάθηκαν.
Συνεπώς, ο πρώτος από το άρθρο 559 αριθ. 8 και 14 ΚΠολΔ λόγος του αναιρετηρίου, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος. Περαιτέρω, η επίδοση της άνω προγενέστερης αγωγής, δεν αποτελεί όχληση, γιατί είχε διαφορετική νομική βάση και δεν επιφέρει τοκογονία, σύμφωνα με τα άρθρα 340 Α.Κ. και 221 παρ. 1 γ' ΚΠολΔ (Α.Π. 923/2009, 1789/2009, 1002/2001). Επίσης, δεν αποτελεί όχληση η από 8-4-1942 ασκηθείσα αγωγή του δικαιοπαρόχου της αναιρεσείουσας, διότι εκείνη είχε αίτημα καταδίκης σε δήλωση βουλήσεως για μεταβίβαση ποσοστού συγκυριότητας ακινήτων και όχι καταβολής αποζημίωσης για εξαχθέντα και μη ωφελήματα των ακινήτων. Επομένως, το Εφετείο, που με την προσβαλλόμενη απόφασή του απέρριψε ως μη νόμιμο το αίτημα επιδίκασης τόκων επί των οφειλομένων ωφελημάτων από της επιδόσεως των ως άνω αγωγών, δεν παραβίασε με εσφαλμένη εφαρμογή τους κανόνες ουσιαστικού δικαίου των άρθρων 340 και 345 Α.Κ. και ο τέταρτος από το άρθρο 559 αριθ.1 ΚΠολΔ, κατ' ορθή υπαγωγή, λόγος του αναιρετηρίου, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος. Ο από το άρθρο 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης για έλλειψη νόμιμης βάσης, ιδρύεται όταν στο αιτιολογικό της αποφάσεως του δικαστηρίου της ουσίας δεν περιέχονται καθόλου ή δεν αναφέρονται με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά εκείνα γεγονότα που είναι αναγκαία για να κριθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συντρέχουν ή όχι οι προϋποθέσεις εφαρμογής του κατάλληλου κανόνα ουσιαστικού δικαίου ή αν έγινε ή όχι ορθός νομικός χαρακτηρισμός των κρίσιμων πραγματικών γεγονότων. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο δέχθηκε ως αποδειχθέντα τα εξής αναφορικά με το κεφάλαιο της αγωγής για απόδοση ωφελημάτων που οι εναγόμενοι από υπαιτιότητά τους δεν εισέπραξαν, ενώ σύμφωνα με τους κανόνες της τακτικής διαχείρισης μπορούσαν να εισπράξουν από την εκμετάλλευση του επί των οδών ... της Θεσσαλονίκης ακινήτου : " ... Περαιτέρω, η επί της οδού ... οικοδομή αποτελείται από ισόγειο και τέσσερις ύπερθεν αυτού ορόφους. Η οικοδομή αυτή ανεγέρθηκε το έτος 1906 και όλοι οι όροφοι μέχρι το έτος 1978 είχαν μισθωθεί στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης για της ανάγκες (αναγκαίες) εργασίες της Οδοντιατρικής Σχολής. Το έτος 1985 οι τέσσερις όροφοι του ακινήτου αυτού παρέμειναν κενοί, αφού, λόγω της παλαιότητάς τους, έχρηζαν εκτεταμένων επισκευών και δεν ήταν ευχερής η εκμίσθωσή τους ή η χρησιμοποίησή τους, μετά δε την έκδοση της άνω αποφάσεως του Αρείου Πάγου (691/1985 ) και τον ορισμό διαχειριστή της κοινωνίας οι τέσσερις όροφοι της οικοδομής αυτής εκμισθώθηκαν και ο μισθωτής ανέλαβε την δαπάνη επισκευής τους, το ύψος της οποίας ανήλθε στο ποσό των 80.000.000 δρχ. περίπου.
Συνεπώς, η μη είσπραξη ωφελημάτων από τους άνω ορόφους του προαναφερόμενου ακινήτου, δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα των εναγομένων, οι οποίοι λόγω της καταστάσεως που είχαν περιέλθει οι όροφοι αυτοί, δεν θα μπορούσαν να εισπράξουν ωφελήματα κατά τους κανόνες της τακτικής διαχείρισης. Γι' αυτό και το σχετικό αγωγικό κονδύλιο πρέπει να απορριφθεί..". Έτσι που έκρινε, το Εφετείο δεν στέρησε την απόφασή του νόμιμης βάσης, αφού διαλαμβάνει σαφείς, επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες, που επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο και καταφάσκουν την ορθή εφαρμογή των διατάξεων ουσιαστικού δικαίου των άρθρων 348, 1096, 1098 του Α.Κ. Επομένως, ο τρίτος από το άρθρο 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ λόγος του αναιρετηρίου, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος. Κατά το μέρος δε που ο ίδιος λόγος πλήττει την ανεπίδεκτη αναιρετικού ελέγχου εκτίμηση των αποδείξεων (άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ), προβάλλεται απαραδέκτως.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης. Τα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, από τους οποίους η πρώτη έχει χωριστή υπεράσπιση, πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της αναιρεσείουσας, λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 25-9-2009 αίτηση της Ε. Α., κατοίκου ..., για αναίρεση της υπ' αριθ. 2647/2006 αποφάσεως του Εφετείου Θεσσαλονίκης.
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700 ) ευρώ για την πρώτη αναιρεσίβλητη και στο ίδιο ποσό για τους λοιπούς αναιρεσιβλήτους από κοινού.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 1η Ιουλίου 2014.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 3 Σεπτεμβρίου 2014.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή