Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Ναρκωτικά, Αναβολής αίτημα, Μάρτυρες.
Περίληψη:
Ναρκωτικά. Αιτιολογία παρεμπίπτουσας απόφασης που απορρίπτει αίτημα αναβολής για κρείσσονες αποδείξεις. Απορρίπτει το ένα από τα δύο αιτήματα χωρίς αιτιολογία. Αναιρεί για έλλειψη αιτιολογίας και για υπέρβαση εξουσίας. Επίκληση στην απόφαση κατ’ επανάληψη, ότι λήφθηκαν υπόψη στην περί ενοχής κρίση καταθέσεις μαρτύρων υπερασπίσεως, χωρίς να προκύπτει ότι εξετάστηκαν τέτοιοι μάρτυρες. Ασάφεια ως προς την αιτιολογία. Αναιρεί και παραπέμπει.
ΑΡΙΘΜΟΣ 2468/2008
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
E' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Kωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη - Εισηγητή, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 17 Οκτωβρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου - Πριάμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Μαυρομμάτη, περί αναιρέσεως της 1486/2007 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 6 Σεπτεμβρίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, καθώς και στο από 5 Μαρτίου 2008 δικόγραφο προσθέτων λόγων, που καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1669/2007.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Η απαιτούμενη κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ., όπως το τελευταίο τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 παρ. 5 του ν. 2408/1996, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 περ. Δ' του Κ.Π.Δ. λόγο αναίρεσης, εκτείνεται όχι μόνον στην απόφαση για την ενοχή, την καταδικαστική δηλαδή ή απαλλακτική απόφαση του δικαστηρίου, αλλά σε όλες χωρίς εξαίρεση τις αποφάσεις, ανεξαρτήτως του αν αυτές είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες ή αν η έκδοσή τους αφήνεται στη διακριτική, ελεύθερη ή ανέλεγκτη κρίση του δικαστή που τις εξέδωσε. Έτσι η απορριπτική της αιτήσεως του κατηγορούμενου παρεμπίπτουσα απόφαση του δικαστηρίου, για αναβολή της δίκης, προκειμένου να προσκομιστούν κρίσιμα για την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορουμένου έγγραφα, τα οποία προσδιορίζονται ή να κληθούν και εξετασθούν μάρτυρες, που προέκυψαν από τη διαδικασία, για να επιβεβαιώσουν ή διαψεύσουν κρίσιμο για την ενοχή του κατηγορουμένου περιστατικό και εν γένει προκειμένου να προσκομισθούν νέες αποδείξεις, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 352 παρ. 3 του Κ.Π.Δ, πρέπει να είναι ιδιαίτερα αιτιολογημένη, έστω και αν η παραδοχή ή απόρριψη μιας τέτοιας αίτησης, έχει αφεθεί στην ανέλεγκτη του Δικαστηρίου κρίση.
ΙI. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης 1486/2007 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία ο κατηγορούμενος και ήδη αναιρεσείων κηρύχθηκε, ένοχος για αγορά, κατοχή και πώληση ναρκωτικών ουσιών, πράξεις που τέλεσε κατ' επάγγελμα, και του επιβλήθηκε ποινή ισοβίου καθείρξεως και χρηματική ποινή 60.000 ευρώ, είχε ζητήσει κατά την ακροαματική διαδικασία, την αναβολή της δίκης, για κρείσσονες αποδείξεις. Ειδικότερα δια του πληρεξούσιου του δικηγόρου, ζήτησε α) να προσκομιστεί αρμοδίως έγγραφο της χημικής υπηρεσίας για ποσοτικό έλεγχο των ναρκωτικών ουσιών (ηρωίνης) για την αγορά, κατοχή και πώληση των οποίων είχε καταδικασθεί πρωτοδίκως, με σκοπό τον ακριβή προσδιορισμό της περιεκτικότητας - καθαρότητας και κατά συνέπεια, το βαθμό βλαπτικότητας των ουσιών αυτών , προκειμένου να διαπιστωθεί η χαμηλή, όπως υποστήριζε, περιεκτικότητα της ηρωίνης που είχε κατασχεθεί στα χέρια του, αφού, κατά τους ισχυρισμούς του, είχε πέσει θύμα παγιδεύσεως και β) να κληθεί και καταθέσει η μάρτυρας ....., κρατούμενη στις Γυναικείες Φυλακές Κορυδαλλού, ένορκη κατάθεση της οποίας προσκόμισε στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και αναγνώστηκε, η οποία, όπως ο αναιρεσείων ισχυριζόταν, "μετά λόγου δικής της γνώσεως, αναφέρεται (με λεπτομέρειες, μάλιστα) στο χρονικό της παγιδεύσεως αυτής, προκειμένου, με θύμα εμένα, να τύχει των ευεργετικών διατάξεων του νόμου (άρθρο 24) μεγαλοδιακινητής ναρκωτικών", υποστηρίζοντας περαιτέρω, ότι από τα πιο πάνω αποδεικτικά στοιχεία θα βελτίωναν τη θέση του, διότι ευχερώς θα μπορούσε να αποδειχθεί ότι ο ρόλος του στη συγκεκριμένη υπόθεση δεν ήταν παρά "ευκαιριακός - ερασιτεχνικός, χωρίς να συντρέχουν στο πρόσωπό του τα στοιχεία της κατ' επάγγελμα δράσεως". Το πρώτο από τα πιο πάνω αιτήματα, για αναβολή της δίκης, προκειμένου να διεξαχθεί ποσοτική ανάλυση των ναρκωτικών, απορρίφθηκε από το Δικαστήριο με την εξής αιτιολογία: "... Το δε αίτημα αναβολής για τον ακριβή προσδιορισμό της περιεκτικότητας - καθαρότητας των ναρκωτικών, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμο, διότι σύμφωνα με τις εκθέσεις εξέτασης της αρμόδιας Χημικής Υπηρεσίας Αθηνών (Τμήματος Ναρκωτικών), στα δείγματα, που εξετάσθηκαν, βρέθηκε ηρωίνη και κοκαΐνη. Η νέα χημική εξέταση των παρακρατηθέντων δειγμάτων, δεν είναι αναγκαία διότι η καθαρότητα και η περιεκτικότητα της ηρωίνης και κοκαΐνης ενδιαφέρει για την εκτίμηση του, από το άρθρο 12 παρ. 1 εδ. 2 του Ν. 1729/1987, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 14 του Ν. 2161/1993, αυτοτελούς ισχυρισμού ότι η προμήθεια και η κατοχή των ναρκωτικών έγινε για την για δική του αποκλειστικά χρήση του δράστη, που δεν προβλήθηκε. Εκτός από αυτά, η πρόσμιξη της ηρωίνης με άλλες ουσίες μπορεί να επηρεάζει την καθαρότητα και την ποιότητα της εντεύθεν και την τιμή της πώλησης της, αλλά καμία επιρροή δεν ασκεί ως προς τη θεμελίωση των εν λόγω αξιόποινων "πράξεων (ΑΠ 1425/06), αλλά αρκεί ότι η ουσία αυτή, έστω και μη υψηλής καθαρότητας, είναι ναρκωτική υπό την έννοια ότι δρα επί του κεντρικού νευρικού συστήματος και προκαλεί εξάρτηση από αυτή. Άλλωστε, τα ναρκωτικά αυτά, αποπειράθηκε να πωλήσει ο κατηγορούμενος, χωρίς καμία διαφοροποίηση της τιμής πώλησης από το βαθμό καθαρότητας και περιεκτικότητας τους". Η αιτιολογία αυτή της απορριπτικής του αιτήματος της αναβολής της δίκης για τον προαναφερόμενο λόγο είναι πλήρης και εμπεριστατωμένη, και οι περί του αντιθέτου αιτιάσεις του αναιρεσείοντος είναι απορριπτέες ως αβάσιμες. Περαιτέρω, στο σκεπτικό της περί ενοχής του κατηγορουμένου αποφάσεως, σε σχέση με την πιο πάνω αναφερόμενη στο δεύτερο αίτημα αυτού για την αναβολή της δίκης, ένορκη βεβαίωση της ....., εκτίθενται τα εξής. "Η ένορκη βεβαίωση της ..... είναι αναξιόπιστη, αναληθής και μεθοδευμένη από τον ίδιο, για να αποσείσει τις ευθύνες του, εμφανιζόμενος δήθεν ενήργησε τη διακίνηση των ναρκωτικών μετά από εκβιασμό για τη ζωή της κόρης του". Όμως, το Πενταμελές Εφετείο, αξιολογώντας την αξιοπιστία της ....., στο περί της ενοχής του κατηγορουμένου σκεπτικό του, δεν απαντά στο αίτημα αυτού για την αναβολή της δίκης προκειμένου να προσέλθει και εξετασθεί η πιο πάνω μάρτυρας για το ειδικώς προσδιοριζόμενο στην αίτησή του ζήτημα. Εξάλλου, με την εκδοχή ότι το Δικαστήριο απέρριψε (εμμέσως) το σχετικό αίτημα με την αιτιολογία ότι η εν λόγω μάρτυρας είναι αναξιόπιστη, η αιτιολογία αυτή δεν είναι η απαιτούμενη κατά το Σύνταγμα και τον Κ.Π.Δ., ειδική και εμπεριστατωμένη, έστω και αν η απόφαση αυτή αφήνεται στην ανέλεγκτη του δικαστηρίου κρίση. Αυτό δε διότι, ενώ η αίτηση του κατηγορούμενου αναιρεσείοντα, ήταν, όπως αναφέρθηκε, αρκούντως ορισμένη, δεν αιτιολογείται στην απόφαση, γιατί το Δικαστήριο θεωρεί την μάρτυρα αναξιόπιστη και από ποια πραγματικά περιστατικά προέκυψε η αναξιοπιστία της και, συνεπώς, η κρίση ότι ήταν περιττή η κλήτευσή της και η εξέτασή της. Η πλημμέλεια αυτή της προσβαλλόμενης απόφασης, η ανεπάρκεια δηλαδή της αιτιολογίας της παρεμπίπτουσας απορριπτικής του αιτήματος αναβολής, για κρείσσονες αποδείξεις, απόφασης του Δικαστηρίου, προβάλλεται με τον πρώτο, εκ του άρθρου 510 παρ. 1 περ. Δ' του Κ.Π.Δ., λόγο αναίρεσης, ο οποίος είναι βάσιμος και πρέπει να γίνει δεκτός και να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς τη σχετική απορριπτική διάταξή της. Συνακολούθως δε, πρέπει να αναιρεθεί η ίδια απόφαση και ως προς τη διάταξή της, με την οποία, εξετάζοντας κατ'ουσίαν την υπόθεση, έκρινε ένοχο και καταδίκασε τον αναιρεσείοντα, διότι, με το να αποφανθεί κατά τον τρόπο αυτό το Δικαστήριο, ενώ δεν είχε απορρίψει αιτιολογημένα το αίτημα αναβολής, υπερέβη την εξουσία του και υπέπεσε στην από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Η' του ΚΠΔ πλημμέλεια της υπέρβασης εξουσίας, κατά τον εμπεριεχόμενο, κατ' εκτίμηση του δικογράφου της αιτήσεως αναίρεσης και των προσθέτων αυτής λόγων, βάσιμο περί τούτου λόγο αναίρεσης.
ΙΙΙ. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από την αρχή του σκεπτικού της καταδικαστικής για τον αναιρεσείοντα απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου, όπου μνημονεύονται, κατ' είδος, τα αποδεικτικά μέσα που έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο, προκύπτει ότι αυτό κατέληξε στην περί ενοχής του κατηγορουμένου αναιρεσείοντος κρίση του, αφού έλαβε υπόψη του, πλην των άλλων αποδεικτικών μέσων, και τις καταθέσεις "των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης". Από την παραδεκτή, όμως, επισκόπηση της των πρακτικών της δίκης, προέκυψε ότι κατ' αυτήν εξετάστηκαν μόνο δύο μάρτυρες, χαρακτηριζόμενοι στα πρακτικά ως μάρτυρες κατηγορίας, οι αστυνομικοί ..... (υπαστυνόμος) και ..... (αρχιφύλακας). Η αναγραφή στα πρακτικά ότι εξετάστηκαν και μάρτυρες υπερασπίσεως δε δύναται να αποδοθεί σε από προφανή παραδρομή μη διόρθωση (διαγραφή) του σχετικού μέρους του εντύπου της αποφάσεως, δεδομένου, ότι και στο κυρίως σώμα του σκεπτικού της αποφάσεως γίνεται λόγος για μάρτυρες του κατηγορουμένου και ειδικότερα ότι "ο κατηγορούμενος τέλεσε τις πράξεις αυτοβούλως ως φυσικός αυτουργός και όχι δήθεν ότι έπεσε θύμα παγίδας συμπατριωτών του, όπως αβάσιμα ισχυρίστηκε ο ίδιος και κατέθεσαν οι μάρτυρες του". Αλλά και στο σκεπτικό της μειοψηφίας (για τη χορήγηση ελαφρυντικών) γίνεται ειδικός λόγος για εξέταση μαρτύρων υπερασπίσεως. Συγκεκριμένα η μειοψηφούσα γνώμη προκειμένου να στηρίξει την κρίση της για την αναγνώριση στον κατηγορούμενο του ελαφρυντικού του πρότερου έντιμου βίου, αναφέρει: "βλ. ιδιαίτερα καταθέσεις μαρτύρων υπερασπίσεως". Επομένως, λαμβάνοντας, επιπλέον, υπόψη, ότι ούτε ενώπιον του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου εξετάστηκαν μάρτυρες υπερασπίσεως (ώστε να υποτεθεί ότι πρόκειται για τις καταθέσεις αυτών, που αναφέρονται στα αναγνωσθέντα πρακτικά της δίκης εκείνης), υπάρχει ασάφεια ως προς τα αποδεικτικά μέσα που έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συγκεκριμένα ως προς τις μαρτυρικές καταθέσεις, με αποτέλεσμα η απόφαση να στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αλλά και νομίμου βάσεως, κατά τον βάσιμο, από το άρθρο 510 παρ. περ. Δ και Ε του ΚΠΔ, δεύτερο λόγο αναίρεσης, ενώ παρέλκει η έρευνα των άλλων λόγων (του κυρίως δικογράφου και των προσθέτων λόγων).
ΙV. Μετά από αυτά, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 519 του Κ.Π.Δ., για νέα κρίση στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου είναι δυνατή η σύνθεση από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που είχαν δικάσει προηγουμένως.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 1486/2007 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Και
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως την άνω υπόθεση.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Νοεμβρίου 2008. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 21 Νοεμβρίου 2008.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ