Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Ελαφρυντικές περιστάσεις, Αναίρεση μερική, Κλοπή.
Περίληψη:
Κακουργηματική κλοπή - στοιχεία. Πλήρης αιτιολογία. Αναιτιολόγητη απόρριψη αυτοτελούς ισχυρισμού για αναγνώριση ελαφρυντικών. Αναιρεί εν μέρει, ΠΟΠΔ και παραπέμπει.
Αριθμός 661/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού - Εισηγητή, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 19 Ιανουαρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Ανδρεουλάκο, περί αναιρέσεως της 136-137/2009 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Πατρών.
Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ1, που δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο, και συγκατηγορούμενο τον Φ1.
Το Πενταμελές Εφετείο Πατρών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21.5.2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 852/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει εν μέρει δεκτή η προκειμένη αίτηση αναιρέσεως και για τον συγκατηγορούμενο.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 §3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 §1 στοιχ. δ' του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, όταν εκτίθενται σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο κηρύχθηκε ένοχος ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Ειδικότερα ως προς την έκθεση των αποδεικτικών μέσων αρκεί η γενική κατ' είδος τους αναφορά τούτων, χωρίς να απαιτείται αναλυτική παράθεσή τους και μνεία του τι προκύπτει από καθένα απ' αυτά. Ωστόσο, πρέπει, να προκύπτει από την απόφαση, ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε, για να καταλήξει στην καταδικαστική κρίση του, όχι μόνο μερικά, αλλά όλα τα αποδεικτικά μέσα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται, κατ' άρθρο 178 περ. β' ΚΠΔ, και η αυτοψία, η οποία διατάχθηκε κατά το στάδιο της προδικασίας από τα αρμόδια Εισαγγελικά ή δικαστικά όργανα προς βεβαίωση της τέλεσης και των περιστάσεων του εγκλήματος. Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 178, 183 και 139 του ΚΠΔ προκύπτει ότι η διενέργεια πραγματογνωμοσύνης απόκειται στη διακριτική εξουσία του δικαστηρίου της ουσίας, το οποίο όμως, όταν απορρίπτει σχετικό αίτημα του κατηγορουμένου, οφείλει να αιτιολογήσει ειδικώς την απόφασή του, διαφορετικά, όταν δηλαδή απέρριψε το εν λόγω αίτημα χωρίς την απαιτούμενη ειδική αιτιολογία, ιδρύεται ο λόγος αναιρέσεως από το άρθρο 510 §1δ' του ΚΠΔ. Στην προκείμενη περίπτωση το Πενταμελές Εφετείο Πατρών, με την προσβαλλόμενη 136-137/2009 απόφασή του, καταδίκασε τον αναιρεσείοντα σε συνολική ποινή φυλάκισης 5 ετών για τις αξιόποινες πράξεις α) της κλοπής κατ' επάγγελμα και κατά εξακολούθηση και β) της ηθικής αυτουργίας σε πλαστογραφία κατ' εξακολούθηση (άρθρ. 94 §1, 46 §1α, 372 §1, 374 περ. ε' και 216 §1 ΠΚ). Από τα πρακτικά της προσβαλλομένης προκύπτει ότι μεταξύ των αναγνωσθέντων εγγράφων ήταν και η από ...έκθεση αυτοψίας, η οποία από την επιτρεπτή επισκόπηση αυτής, προκύπτει ότι διενεργήθηκε από τον μηχανολόγο μηχανικό της διεύθυνσης Μεταφορών και Επικοινωνιών Βοιωτίας, κατόπιν παραγγελίας του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Πατρών, προς διαπίστωση του εγκλήματος της πλαστογραφίας, δηλ. αν τα ανευρεθέντα αυτοκίνητα (νταλίκες) στην κατοχή του δευτέρου κατηγορουμένου Φ1, είχαν πλαστογραφηθεί ως προς τον αριθμό πλαισίου και του πινακιδίου που αποφέρει τον τύπο και το εργοστάσιο κατασκευής. Όμως στην απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου, δεν γίνεται καμία μνεία, ούτε στο προοίμιο του σκεπτικού, όπου προσδιορίζονται γενικά και κατ' είδος τα ληφθέντα υπόψη αποδεικτικά μέσα, ούτε στη συνέχεια στο κυρίως σκεπτικό, όπου παρατίθενται οι σκέψεις και τα πραγματικά περιστατικά που οδήγησαν το δικαστήριο στην καταδικαστική για τον αναιρεσείοντα κρίση. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα ίδια πρακτικά, ο αναιρεσείων είχε υποβάλλει κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, αίτημα διενέργειας πραγματογνωμοσύνης, σχετικά με το αδίκημα της πλαστογραφίας. Το αίτημα αυτό απορρίφθηκε από την προσβαλλόμενη απόφαση με την αιτιολογία "ότι το αίτημα διενέργειας πραγματογνωμοσύνης πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμο", χωρίς να παρατίθενται στο σκεπτικό τα αποδεικτικά εκείνα στοιχεία, στα οποία θεμελιώθηκε η κρίση αυτή του δικαστηρίου. Επομένως, οι από το άρθρο 510 §1 στοιχ. δ' ΚΠΔ πέμπτος και έκτος λόγοι αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας επί των παραπάνω ζητημάτων, είναι βάσιμοι και πρέπει να γίνει δεκτή η αναίρεση και αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, σε σχέση με το αδίκημα της πλαστογραφίας, στο οποίο και μόνον αφορούν οι δύο πιο πάνω λόγοι. Όμως επειδή οι πλημμέλειες αυτές δεν αφορούν αποκλειστικά το πρόσωπο του αναιρεσείοντος αλλά και το πρόσωπο του συγκατηγορουμένου του Φ1, ο οποίος καταδικάστηκε με την ίδια απόφαση για το αδίκημα της πλαστογραφίας κατ' εξακολούθηση σε ποινή φυλακίσεως 2 ετών, η οποία ανεστάλη επί τριετία, θα πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και ως προς αυτόν, που δεν άσκησε αναίρεση (άρθρ. 469 ΚΠΔ). Περαιτέρω, τα αδικήματα της ηθικής αυτουργίας σε πλαστογραφία κατ' εξακολούθηση, που κατηγορείται ο αναιρεσείων, και της πλαστογραφίας κατ' εξακολούθηση, που κατηγορείται ο Φ1 έχουν πλημμεληματικό χαρακτήρα (άρθρ. 216 §1 ΠΚ) και, επομένως, εφόσον φέρονται ότι τελέστηκαν κατά το χρονικό διάστημα από 1-9-2001 έως 17-9-2001, έχουν υποπέσει μέχρι σήμερα στην οκταετή παραγραφή (άρθρ. 111 §3 και 113 §3 ΠΚ), που επήλθε μετά τη δημοσίευση της προσβαλλόμενης απόφασης, και πρέπει, κατ' αυτεπάγγελτη έρευνα (άρθρ. 511 ΚΠΔ), το παρόν δικαστήριο να παύσει οριστικά την ποινική δίωξη σε βάρος των παραπάνω κατηγορουμένων για τις προαναφερόμενες πράξεις.
Κατά το άρθρο 372 §1 του ΠΚ, όποιος αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν το αντικείμενο της κλοπής είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών, κατά δε το άρθρο 374 εδ.ε' του ΠΚ, η κλοπή τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών αν η πράξη τελέστηκε από πρόσωπο που διαπράττει κλοπές ή ληστείες κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια. Ειδικότερα από το άρθρο 13 εδ.στ' του ΠΚ προκύπτει ότι για τη συνδρομή της επιβαρυντικής περίστασης της τέλεσης της κλοπής κατ' επάγγελμα απαιτείται αντικειμενικά μεν επανειλημμένη τέλεση αυτής, χωρίς απαραιτήτως να έχει προηγηθεί και καταδίκη του δράστη, υποκειμενικά δε σκοπός αυτού να πορισθεί εισόδημα από την επανειλημμένη τέλεσή του ως εγκλήματος. Εξάλλου, η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, κατά τα άρθρα 93 §3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, πρέπει να εκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς, εκείνους δηλαδή που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 170 §2 και 333 §2 ΚΠΔ και τείνουν την άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή της ικανότητας για καταλογισμό ή στη μείωση αυτής ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή στη μείωση της ποινής υπό την αυτονόητη προϋπόθεση ότι οι ισχυρισμοί αυτοί προβλήθηκαν κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με επίκληση δηλαδή όλων των πραγματικών περιστατικών που τους θεμελιώνουν, διαφορετικά το δικαστήριο δεν έχει υποχρέωση να απαντήσει (Ολ. ΑΠ 1198/1990). Τέτοιος είναι και ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου περί συνδρομής της ελαφρυντικής περιστάσεως του άρθρου 84 §2ε ΠΚ, ότι δηλ. συμπεριφέρθηκε καλά για σχετικά μεγάλο διάστημα μετά την πράξη του, που οδηγεί στην επιβολή μειωμένης ποινής, κατά το μέτρο του άρθρου 83 του ίδιου Κώδικα. Στην προκείμενη περίπτωση το Πενταμελές Εφετείο Πατρών, δέχθηκε με την προσβαλλόμενη απόφασή του, κατά την ανέλεγκτη κρίση του, σε σχέση με το αδίκημα της κλοπής κατ' επάγγελμα, για το οποίο καταδικάστηκε, ότι από τα αναφερόμενα σ' αυτήν γενικώς και κατά το είδος τους αποδεικτικά μέσα, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: "Ο κατηγορούμενος Χ1, κατά τους παρακάτω τόπους και χρόνους, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση ενός και του αυτού εγκλήματος, αφαίρεσε από την κατοχή άλλων ξένα κινητά πράγματα με σκοπό να τα ιδιοποιηθεί παράνομα. Ειδικότερα αφαίρεσε: 1) στο χωριό ...κατά το χρονικό διάστημα από 25-8-2001 έως 5-9-2001 μία επικαθήμενη νταλίκα μάρκας KASSBOHRER χρώματος μπλε με κίτρινο μουσαμά, με αριθμό πλαισίου ..., από την κατοχή του ..., αξίας 8.804 ευρώ περίπου, και στην περιοχή ... στις 6/7-9-2001 και ώρα από 21.00 έως 8.30 διαδοχικά: α) μία επικαθήμενη νταλίκα μάρκας KASSBOHRER χρώματος λευκού, έτους κατασκευής 1993, με αριθμ. πλαισίου ..., από την οποία έλειπαν οι έξι πλαϊνές πόρτες και β) μία επικαθήμενη νταλίκα μάρκας VAN-HOOL χρώματος πράσινου με κόκκινο σασί, με αριθμό πλαισίου ..., που ήταν φορτωμένη με 204 τεμάχια ευρωπαλέτες, από την κατοχή του Ψ1, συνολικής αξίας με το εμπόρευμα της δεύτερης από αυτές 35.216 ευρώ. Τις ανωτέρω πράξεις τέλεσε κατ' επάγγελμα προς πορισμό εισοδήματος..... Οι ανωτέρω ισχυρισμοί και το αίτημα διενέργειας πραγματογνωμοσύνης, πρέπει να απορριφθούν ως ουσία αβάσιμοι, όπως και η χορήγηση του σχετικού ελαφρυντικού". Με αυτά που δέχθηκε το Πενταμελές Εφετείο, διέλαβε την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ως προς αδίκημα της κλοπής, αφού περιέχονται σ' αυτή με πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την διαδικασία στο ακροατήριο, σχετικά με τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία του εν λόγω εγκλήματος, ενώ, σε σχέση με την επιβαρυντική περίπτωση της κατ' επάγγελμα τέλεσης αυτού από μέρους του αναιρεσείοντος, η παραδοχή, στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης ότι η πράξη της κλοπής τελέστηκε κατ' εξακολούθηση οδηγεί από μόνη της στο συμπέρασμα ότι υφίσταται επανειλημμένη τέλεση της πράξεως και επομένως προκύπτει σκοπός του δράστη για πορισμό εισοδήματος (ΑΠ 747/2009). Περαιτέρω όμως η έλλειψη αιτιολογίας ως προς την απόρριψη του αιτήματος για αναγνώριση στον αναιρεσείοντα του ελαφρυντικού του άρθρου 84 §2ε ΠΚ, το οποίο, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης απόφασης, ήταν σαφείς και ορισμένο, καθιστά αυτή αναιρετέα. Επομένως, οι από το άρθρο 510 §1 στοιχ. δ' και ε' ΚΠΔ πρώτος και τρίτος λόγοι αναιρέσεως είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι, ενώ, πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση αναιρέσεως ως προς τον τέταρτο λόγο, που αφορά την έλλειψη ειδικής αιτιολογίας ως προς την απόρριψη του αιτήματος για αναγνώριση της ελαφρυντικής πιο πάνω περιστάσεως, αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση κατά τούτο και κατά τη διάταξη περί ποινής σε σχέση προς την πράξη της διακεκριμένης κλοπής, ως και προς τη διάταξη περί καθορισμού σε βάρος του αναιρεσείοντος συνολικής ποινής, και παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση, μόνον κατά τα παραπάνω κεφάλαια της ελαφρυντικής περιστάσεως και επιβολής ποινής, ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου, συντιθέμενου από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την 136-137/2009 απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου Πατρών κατά τα κεφάλαια που αφορούν τις πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε πλαστογραφία κατ' εξακολούθηση και της πλαστογραφίας κατ' εξακολούθηση και, περαιτέρω, ως προς τα κεφάλαια της αιτηθείσας ελαφρυντικής περιστάσεως και της διάταξης περί επιβολής ποινής για την πράξη της διακεκριμένης κλοπής, ως και τη διάταξη περί καθορισμού σε βάρος του αναιρεσείοντος συνολικής ποινής.
Παύει οριστικά την ποινική δίωξη σε βάρος των Χ1, και Φ1, κατοίκου ..., ως προς τις πράξεις της ηθικής αυτουργίας σε πλαστογραφία κατ' εξακολούθηση, ο πρώτος, και της πλαστογραφίας κατ' εξακολούθηση ο δεύτερος, που φέρονται ότι τελέστηκαν στην ... κατά το χρονικό διάστημα από 1-9-2001 έως 17-9-2001.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση μόνον ως προς τα κεφάλαια της αιτηθείσας ελαφρυντικής περιστάσεως και της διάταξης περί επιβολής ποινής για την πράξη της διακεκριμένης κλοπής, ενώπιον του ιδίου Δικαστηρίου, συντιθέμενου από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα 10 Μαρτίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 30 Μαρτίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ