Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ισχυρισμός αυτοτελής, Ηθική αυτουργία, Σωματική βλάβη απλή.
Περίληψη:
Ηθική αυτουργία σε απλή σωματική βλάβη. Έννοια ηθικής αυτουργίας, Τι πρέπει να περιλαμβάνει η απόφαση. Λόγοι αναιρέσεως: έλλειψη αιτιολογίας, απόρριψη αυτοτελών ισχυρισμών. Αιτιολογημένη απόφαση. Απόρριψη αιτήσεως.
ΑΡΙΘΜΟΣ 1862/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, ο οποίος ορίσθηκε με την υπ' αριθμό 42/2009 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Γρηγορίου Μάμαλη), Νικόλαο Ζαΐρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο - Εισηγητή, Παναγιώτη Ρουμπή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Μαΐου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Νικόλαο Πρωτέκδικο, περί αναιρέσεως της 4094/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ, κάτοικο ..., που δεν παραστάθηκε.
Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 22 Δεκεμβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 47/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρ. 46 παρ. 1 εδ. α' του ΠΚ, κατά την οποία "με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται επίσης: α) όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε", προκύπτει ότι για την ύπαρξη αξιόποινης ηθικής αυτουργίας απαιτείται, αντικειμενικώς, η πρόκληση οπό τον ηθικό αυτουργό σε κάποιον άλλον της αποφάσεως να τελέσει ορισμένη πράξη, η οποία συγκροτεί την αντικειμενική υπόσταση ορισμένου εγκλήματος ή τουλάχιστον συνιστά αρχή εκτελέσεως αυτής, την οποία και τέλεσε. Η πρόκληση της αποφάσεως αυτής μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσο, όπως, με συμβουλές, απειλή ή με εκμετάλλευση οποιασδήποτε πλάνης, πραγματικής ή νομικής ή περί τα παραγωγικά της βουλήσεως αίτια ή με ΐη διέγερση μίσους κατά του θύματος, με πειθώ ή φορτικότητα ή με την επιβολή ή την επιρροή προσώπου, λόγω της ιδιότητας και της θέσεώς του ή και της σχέσεώς του με το φυσικό αυτουργό. Υποκειμενικώς δε απαιτείται δόλος, ο οποίος συνίσταται στη συνείδηση του ηθικού αυτουργού, ότι παράγει σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει άδικη πράξη και στη συνείδηση της ορισμένης πράξεως στην οποία παρακινεί το φυσικό αυτουργό, χωρίς να είναι αναγκαίος ο καθορισμός της πράξεως αυτής μέχρι λεπτομερειών, αρκεί δε και ενδεχόμενος, εκτός αν για την υποκειμενική θεμελίωση του οικείου εγκλήματος απαιτείται άμεσος ή υπερχειλής δόλος, οπότε ο δόλος αυτός πρέπει να συντρέχει και στο πρόσωπο του ηθικού αυτουργού. Εξ άλλου, στην περίπτωση της ηθικής αυτουργίας για να έχει η καταδικαστική απόφαση την απαιτούμενη από τα 93 παρ. 3 του Συντ. και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει να αναφέρονται σ' αυτήν ο τρόπος και τα μέσα, με τα οποία ο ηθικός αυτουργός προκάλεσε στο φυσικό αυτουργό την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε, καθώς και τα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία το δικαστήριο συνήγαγε ότι ο ηθικός αυτουργός παρήγαγε με τον τρόπο και τα μέσα αυτά στο φυσικό αυτουργό την απόφαση, να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε. Ειδικώς, για το δόλο που απαιτείται για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υποστάσεως της ηθικής αυτουργίας, όταν για την τέλεση του οικείου εγκλήματος αρκεί και ενδεχόμενος, δεν απαιτείται ιδιαίτερη αιτιολογία, γιατί ο δόλος αυτός ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος τετελεσμένου ή σε απόπειρα, στο οποίο παρακινεί ο ηθικός αυτουργός από το φυσικό αυτουργό και εξυπακούεται ότι υπάρχει στην πραγμάτωση των περιστατικών αυτών. Επίσης, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί όλα στο σύνολο τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, κλπ.), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας.
Εξάλλου, η κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, απαιτείται όχι μόνον για την απόφαση περί της ενοχής, δηλαδή την καταδικαστική ή απαλλακτική για την κατηγορία απόφαση του δικαστηρίου, αλλά για όλες τις αποφάσεις, ανεξάρτητα αν αυτές είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες ή αν η έκδοση τους αφήνεται στη διακριτική, ελεύθερη ή ανέλεγκτη κρίση του δικαστή που τις εξέδωσε. 'Ετσι, η παρεμπίπτουσα, απόφαση που απορρίπτει την αίτηση του κατηγορουμένου περί αναβολής της δίκης, λόγω μη εμφανίσεως κλητευθέντων μαρτύρων ή της προσαγωγής νέων αποδείξεων (ΚΠΔ 352), πρέπει να είναι ιδιαίτερα αιτιολογημένη, παρά το ότι η παραδοχή ή απόρριψη τέτοιας αιτήσεως έχει αφεθεί στην ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου, δηλαδή να αναφέρει στο αιτιολογικό της τα αποδεικτικά μέσα που εκτιμήθηκαν, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν και τις σκέψεις, βάσει των οποίων το δικαστήριο κατέληξε στην απορριπτική της αιτήσεως κρίση του. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει, όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 4094/2008 αποφάσεως του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Εφετείο Θεσ/νίκης, δέχτηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ1 είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, κατά πιστή αντιγραφή από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως: "Ο ενάγων είναι νόμιμος εκπρόσωπος εταιρίας καθαρισμού κτιρίων και συμμετέχει σε διαγωνισμούς του Δημοσίου. Την ίδια επαγγελματική δραστηριότητα ασκεί και ο κατηγορούμενος. Σημειώνεται, ότι, μεταξύ αυτών, αλλά και άλλων που ασχολούνται με το ίδιο αντικείμενο, υπήρχαν έντονες διενέξεις και αντιπαλότητες, λόγω του μεγάλου ανταγωνισμού. Στις 9.7.2002 διενεργείτο σε αίθουσα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης διαγωνισμός για την ανάθεση του έργου καθαριότητας του των κτιριακών εγκαταστάσεων του εν λόγω Πανεπιστημίου. Στον διαγωνισμό αυτό συμμετείχε και ο πολιτικώς ενάγων και παρευρίσκετο, μεταξύ άλλων, και ο κατηγορούμενος, λόγω του ότι συμμετείχε στον ίδιο διαγωνισμό και ο συνεργάτης του ΑΑ. Όταν ο κατηγορούμενος αντιλήφθηκε τον πολιτικώς ενάγοντα να κατευθύνεται στην αίθουσα, όπου διενεργείτο ο διαγωνισμός, απείλησε αυτόν με τις φράσεις "Μου είπες ότι δεν θα έρθεις στον διαγωνισμό, θα σε τακτοποιήσω", "δεν φοράς παντελόνια, αλλά φουστάνια", "καλά θα σε πάρω το κεφάλι". Στη συνέχεια και κατά τη διάρκεια του διαγωνισμού ο πολιτικώς ενάγων, μόλις πληροφορήθηκε από την αρμόδια επιτροπή ότι ο συμμετέχων ως άνω συνεργάτης του κατηγορουμένου (ΑΑ), δεν όφειλε στο ΙΚΑ ασφαλιστικές εισφορές, προϋπόθεση απαραίτητη για τη συμμετοχή του στον εν λόγω διαγωνισμό, ενώ ο ίδιος είχε πληροφορίες περί του αντιθέτου, μετέβη, μαζί με τον μάρτυρα κατηγορίας, ΒΒ, στο ΙΚΑ ..., προκειμένου να ελέγξει την ασφαλιστική ενημερότητα αυτού, αφού προηγουμένως γνωστοποίησε την απόφαση του αυτή στους παρευρισκομένους (και στον κατηγορούμενο). Κατά την έξοδο του από το ΙΚΑ του επιτέθηκε άγνωστο άτομο, πλήττοντας με τη γροθιά του στο κεφάλι και προκαλώντας σ' αυτόν θλαστκό τραύμα των μαλακών μορίων στη ρινική χώρα, θλαστικό τραύμα των μαλακών μορίων του άνω χείλους στου στόματος, θλαστικό τραύμα των μαλακών μορίων του αριστερού υπερόφρυου, θλαστικό τραύμα των μαλακών μορίων στην αριστερή κροταφική χώρα, χειρουργικώς συνεραμμένο, αρχόμενο υπόσφαγμα αριστερού οφθαλμού, κεφαλγία και ζάλη. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία και ειδικότερα από την ανωμοτί κατάθεση του πολιτικώς ενάγοντος και τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας, τόσο ενώπιον του ακροατηρίου του Δικαστηρίου αυτού, όσον και ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου προέκυψε και το Δικαστήριο πείσθηκε ότι ο κατηγορούμενος, με συνεχείς προτροπές και παραινέσεις προκάλεσε στο ως άνω άγνωστο άτομο την απόφαση να εκτελέσει σε βάρος του πολιτικώς ενάγοντος την ανωτέρω αξιόποινη πράξη της απλής σωματικής βλάβης, προκειμένου να αποτρέψει αυτόν από την συμμετοχή του στον προαναφερθέντα διαγωνισμό, ενόψει της έντονης αντιπαλότητας και των διενέξεων, που υπήρχαν μεταξύ τους, λόγω του μεγάλου, όπως προαναφέρθηκε, ανταγωνισμού, σημειουμένου ότι από κανένα στοιχείο δεν προέκυψε ότι ο πολιτικώς ενάγων είχε διαφορές και διενέξεις και με κάποιο άλλο πρόσωπο, πλην του κατηγορουμένου, αν μάλιστα ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι αυτός (κατηγορούμενος) και προγενέστερα και συγκεκριμένα, κατά μήνα Οκτώβριο του έτους 2001, στα ..., αλλά και σε προγενέστερη διενέργεια διαγωνισμού, που έλαβε χώρα στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης, στις 14.6.2002, απείλησε τον πολιτικώς ενάγοντα με παρόμοιες με τις ανωτέρω φράσεις, προκειμένου να επιτύχει τον ίδιο ως άνω σκοπό του. Το αίτημα του κατηγορουμένου περί αναβολής της δίκης, προκειμένου να προσέλθουν οι μάρτυρες υπερασπίσεώς του, πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμο, αφού οι μάρτυρες υπερασπίσεως προτείνονται από τον κατηγορούμενο και εξετάζονται από το Δικαστήριο και γι' αυτό δεν δικαιολογείται αναβολή της δίκης για το λόγο αυτό, σημειουμένου ότι αυτοί δεν είναι μάρτυρες που προέκυψαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο, οπότε και μόνο ένα τέτοιο αίτημα θα είχε έρεισμα το νόμο (άρθρο 352 Κ.Π.Δ.). Επίσης, πρέπει να απορριφθούν, ως αβάσιμα τα αιτήματα του κατηγορουμένου περί αναβολής της δίκης, προκειμένου να προσέλθει ο μάρτυρας κατηγορίας ΓΓ και για να ζητηθεί από το κανάλι ΤV ... επίσημη απομαγνητοφώνηση σχετικής εκπομπής, διότι από τα ως άνω υπάρχοντα αποδεικτικά στοιχεία το Δικαστήριο σχημάτισε εδραία δικανική πεποίθηση για την ουσία της υπόθεσης και δεν κρίνει αναγκαία την αναβολή της δίκης για τους λόγους αυτούς. Τέλος, ως προς το αίτημα του κατηγορουμένου περί αναγνώσεως του εγγράφου της απομαγνητοφώνησης της σχετικής εκπομπής στο κανάλι ΤV ..., το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν πρέπει να αναγνωσθεί αυτό, διότι αυτό, έτσι όπως προσκομίζεται στο Δικαστήριο, δεν πληροί του όρους του νόμου. Και ναι μεν, ως άκυρο έγγραφο μπορεί, εφόσον δεν αμφισβητείται η γνησιότητα του να αναγνωσθεί (βλ. Α.Π.1722/1999 Ποιν.Χρ. Ν 795). πλην όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση ο πολιτικώς ενάγων δεν ανέφερε στο ακροατήριο ότι αναγνωρίζει τη γνησιότητα του και με δεδομένο ότι από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν προκύπτει ότι τα αναφερόμενα σ' αυτό είναι πιστή απομαγνητοφώνηση των διαμειφθέντων στην εν λόγω σχετική τηλεοπτική εκπομπή. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει ο κατηγορούμενος να κηρυχθεί ένοχος της αποδιδόμενης σ' αυτόν ως άνω αξιόποινης πράξης, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό".
Στη συνέχεια το Δικαστήριο της ουσίας, αφού απέρριψε τους αυτοτελείς ισχυρισμούς του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου, κήρυξε αυτόν ένοχο της ηθικής αυτουργίας σε απλή σωματική βλάβη και ειδικότερα, ότι: "Στη ..., στις 9-7-2002, με πρόθεση προκάλεσε σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που τελικά εκείνος διέπραξε και συγκεκριμένα με συνεχείς προτροπές και παραινέσεις προκάλεσε σε ένα άτομο, τα στοιχεία του οποίου δεν κατέστη δυνατό να διακριβωθούν κατά την προανάκριση, την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη της απλής σωματικής βλάβης και ειδικότερα να προκαλέσει σωματικές κακώσεις και βλάβη της υγείας στον εγκαλούντα Ψ, κάτοικο ... πλήττοντάς τον με γροθιά στο κεφάλι και προκαλώντας του θλαστικό τραύμα των μαλακών μορίων στη ρινική χώρα, θλαστικό τραύμα των μαλακών μορίων του άνω χείλους του στόματος, θλαστικό τραύμα των μαλακών μορίων του αριστερού υπερόφρυου, θλαστικό τραύμα των μαλακών μορίων στην αριστερή κροταφική χώρα, χειρουργικώς συνεραμμένο, αρχόμενο υπόσφαγμα αριστερού οφθαλμού, κεφαλαλγία και ζάλη". Ακολούθως, το ίδιο Δικαστήριο καταδίκασε αυτόν σε ποινή φυλακίσεως έξι (6) μηνών, την οποία μετέτρεψε σε χρηματική προς τέσσερα ευρώ και σαράντα λεπτά (4,40) για κάθε ημέρα φυλακίσεως. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 18 εδ. β', 26 παρ. 1α, 27 παρ.1, 46 παρ. 1α' και 308 παρ. 1α'ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως 4094/2008 του Τριμελούς Εφετείου Θεσ/νίκης τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα) απολογία κατηγορουμένου δεν υπάρχει διότι αυτός παρέστη δια πληρεξούσιου δικηγόρου από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και την ανωμοτί κατάθεση του πολιτικώς ενάγοντος, Ψ, καθώς και τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας, ΒΒ και ΔΔ. Σύμφωνα με τα άνω λεχθέντα, το Δικαστήριο της ουσίας προκειμένου να καταλήξει στην καταδικαστική κρίση του, οδηγήθηκε στις προαναφερόμενες παραδοχές, που αποτελούν την απαιτούμενη από τις πιο πάνω διατάξεις ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Συγκεκριμένα, κατά τρόπο σαφή και πλήρη, αναφέρονται όλα τα στοιχεία που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο αυτός καταδικάστηκε, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική διάταξη που εφαρμόστηκε, χωρίς να εμφιλοχωρήσουν ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά. Για την πληρότητα δε της αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού και διατακτικού, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Είναι αβάσιμες και πρέπει να απορριφθούν, οι επιμέρους αντίθετες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος και συγκεκριμένα, ότι: Στην προσβαλλόμενη απόφαση υπάρχει: 1) έλλειψη οποιασδήποτε αναφοράς σε στοιχεία που συνδέουν τον αναιρεσείοντα με τον άγνωστο φυσικό αυτουργό, 2) ανυπαρξία αναφοράς των μέσων με τα οποία ο αναιρεσείων έπεισε τον άγνωστο φυσικό αυτουργό στην τέλεση του άνω εγκλήματος, 3) ελλιπής αιτιολογία ως προς το δόλο, 4) πλημμελής και αντιφατική έκθεση των αποδεικτικών μέσων, από την εκτίμηση των οποίων οδηγήθηκε στην προσβαλλόμενη απόφασή του, καθόσον υπάρχει η, κατά τα εκτιθέμενα στην αρχή, πλήρης και σαφής αιτιολογία στην απόφαση της πράξεως για την οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τόσο κατά το αντικειμενικά, όσο και κατά το υποκειμενικά της στοιχεία, και συγκεκριμένα, περιγράφεται ο δόλος του κατηγορουμένου, ο οποίος συνίσταται στη συνείδηση του ηθικού αυτουργού ότι παράγει σε άλλον την απόφαση να εκτελέσει άδικη πράξη και στη συνείδηση της ορισμένης πράξεως στην οποία παρακινεί το φυσικό αυτουργό, χωρίς να είναι αναγκαίος ο καθορισμός της πράξεως αυτής μέχρι λεπτομερειών. Περαιτέρω, από την επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης αποφάσεως, στην οποία το Δικαστήριο αυτό παραδεκτά προβαίνει, προκύπτει ότι ο κατηγορούμενος, δια του εκπροσωπήσαντος αυτού στη δίκη εκείνη συνηγόρου του, πρόσβαλε σταδιακά, αιτήματα αναβολής της δίκης και συγκεκριμένα: α) αρχικά, για να προσέλθουν τρεις (3) μάρτυρες υπερασπίσεως οι οποίοι δεν είχαν κλητευθεί, πλην όμως αδυνατούσαν να παραστούν κατά τη δικάσιμο εκείνη, β) στη συνέχεια, νέο αίτημα αναβολής της εκδικάσεως της δίκης, προκειμένου να προσέλθει να καταθέσει ο απολιπόμενος μάρτυρας, ΓΓ και γ) τέλος, άλλο αίτημα αναβολής εκδίκασης της υπόθεσης, ώστε να ζητηθεί από το κανάλι "TV ..." να στείλει αυτό επίσημη απομαγνητοφώνηση της συζήτησης, που έγινε στο δημοσιογράφο, ΕΕ. Το δικάσαν Δικαστήριο, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεώς του, με πλήρη και σαφή αιτιολογία, που εκτίθεται παραπάνω, απέρριψε τα πιο πάνω αιτήματα αναβολής. Επομένως, η αιτίαση του αναιρεσείοντος για έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας ως προς την απόρριψη του αιτήματος αναβολής της δίκης προκειμένου να εξεταστεί μάρτυρας και συνακόλουθη υπέρβαση εξουσίας κατά την ΚΠΔ 510 στοιχ. Δ' και Η', είναι απορριπτέα ως αβάσιμη. Επίσης είναι αβάσιμη και πρέπει να απορριφθεί και η αιτίαση του αναιρεσείοντος για έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας και έλλειψη ακροάσεως ως προς το αίτημα ανάγνωσης εγγράφου και αναβολής της δίκης προκειμένου να επιβεβαιωθεί η γνησιότητα εγγράφου και συνακόλουθη υπέρβαση εξουσίας, διότι στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, υπάρχει πλήρης και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, για την απόρριψη του άνω αιτήματος αναβολής της δίκης καθώς και αυτού να προσέλθει ο απολιπόμενος μάρτυρας. Επομένως, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως της κρινόμενης αιτήσεως, με τον οποίο αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι πλημμέλειες της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, αλλά και ο αυτεπαγγέλτως κατά την 511 ΚΠΔ εξεταζόμενος λόγος, του στοιχ. Ε' του αυτού άρθρου, λόγος της ελλείψεως νόμιμης βάσεως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά, με τους πιο πάνω λόγους αναιρέσεως, πλήττεται απαραδέκτως η άνω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών. Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολο της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (ΚΠΔ 583 παρ.1) έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 22 Δεκεμβρίου 2008 (υπ' αριθμ. πρωτ. 77/2008) αίτηση του Χ για αναίρεση της με αριθμό 4094/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσ/νίκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 8 Ιουλίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 29 Σεπτεμβρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ