Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ισχυρισμός αυτοτελής, Δυσφήμηση συκοφαντική, Τύπος.
Περίληψη:
Συκοφαντική δυσφήμιση δια του τύπου. Αιτιολογία της καταδικαστικής απόφασης. Όχι εφαρμογή του άρθρου 367 § 1 ΠΚ επί συκοφαντικής δυσφήμισης. Απόρριψη αίτησης αναίρεσης με λόγο την έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για απόρριψη ισχυρισμού από το άρθρο 367 § 1 ΠΚ.
Αριθμός 2244/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή - Εισηγητή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 10 Νοεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Ευστάθιο Παναγιωτόπουλο, περί αναιρέσεως της 741-742/2009 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Ψ, κάτοικο ..., που δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
Το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 18.9.2009 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1331/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 513 παρ. 1 εδ. γ' ΚΠΔ, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κλητεύει τον αναιρεσείοντα και τους λοιπούς διαδίκους στο ακροατήριο του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου. Η κλήση αυτή γίνεται με επίδοση σύμφωνα με τα άρθρα 115-161 και μέσα στην προθεσμία του άρθρου 166 του ίδιου Κώδικα. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 595 παρ. 2 του ίδιου Κώδικα, εάν κατά τη συζήτηση της υπόθεσης εμφανιστεί ο αναιρεσείων και δεν εμφανίσει κάποιος από τους άλλους διαδίκους, η συζήτηση γίνεται σαν να ήταν παρόντες όλοι οι διάδικοι.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το από ημερομηνία 9-10-2009 αποδεικτικό επίδοσης του αρχιφύλακα του Α.Τ. ..., ..., ο πολιτικώς ενάγων Ψ κλητεύθηκε από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου νόμιμα και εμπρόθεσμα, για να εμφανισθεί στη συνεδρίαση της 10-11-2009, κατά την οποία συζητήθηκε η από 18-9-2009 αίτηση της αναιρεσείουσας Χ για αναίρεση της υπ' αριθ. 741-742/2009 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Ο πολιτικώς ενάγων όμως δεν εμφανίσθηκε κατά την ως άνω δικάσιμο, κατά την εκφώνηση και συζήτηση της υπόθεσης ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, ενώ εμφανίσθηκε και παρέστη νόμιμα η αναιρεσείουσα. Επομένως, πρέπει το Δικαστήριο να προβεί στην συζήτηση της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης σαν να ήταν παρόντες οι διάδικοι.
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 362 και 363 του ΠΚ, κατά την πρώτη των οποίων, "όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου, ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον, γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματικό ποινή" και κατά τη δεύτερη, "αν στην περίπτωση του άρθρου 362, το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών", προκύπτει ότι, το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμησης προϋποθέτει, είτε ισχυρισμό ενώπιον τρίτου ψευδούς γεγονότος, που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη άλλου, είτε διάδοση σε τρίτον τέτοιου γεγονότος, το οποίο ανακοινώθηκε προηγουμένως στον υπαίτιο από άλλον. Ως γεγονός δε, κατά την έννοια των πιο πάνω διατάξεων, κάθε συγκεκριμένο περιστατικό του εξωτερικού κόσμου, που ανάγεται στο παρελθόν ή το παρόν, υποπίπτει στις αισθήσεις και είναι δεκτικό απόδειξης, καθώς και κάθε συγκεκριμένη σχέση ή συμπεριφορά, αναφερόμενη στο παρελθόν ή το παρόν, που υποπίπτει στις αισθήσεις και αντίκειται στην ηθική και την ευπρέπεια. Για την υποκειμενική θεμελίωση του εγκλήματος, απαιτείται άμεσος δόλος, συνιστάμενος στην ηθελημένη ενέργεια του ισχυρισμού ή της διάδοσης ενώπιον τρίτου, του ψευδούς γεγονότος, εν γνώσει του δράστη ότι αυτό είναι ψευδές και δύναται να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του άλλου. Δεν αρκεί ο απλός ή ο ενδεχόμενος δόλος, αλλά απαιτείται άμεσος δόλος.
Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ προκύπτει ότι η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, όταν αναφέρονται σ' αυτόν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα προκύψαντα από την ακροαματική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο, αρκεί δε να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς και κατά το είδος τους και χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθεται τι προέκυψε από το καθένα χωριστά και να γίνεται αξιολογική συσχέτιση αυτών, όταν δε εξαίρονται ορισμένα από αυτά, δεν προκύπτει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα, ούτε ανακύπτει ανάγκη αιτιολόγησης, γιατί δεν εξαίρονται τα άλλα. Η εν λόγω αιτιολογία, όταν για τη θεμελίωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος απαιτείται άμεσος δόλος, όπως συμβαίνει επί συκοφαντικής δυσφήμησης, πρέπει να εκτείνεται και σ' αυτό. Η ίδια αιτιολογία απαιτείται και για την απόρριψη των αυτοτελών ισχυρισμών του κατηγορουμένου, δηλαδή των ισχυρισμών που προτείνονται και τείνουν στην άρση του αδίκου χαρακτήρα της πράξης ή της ικανότητας προς καταλογισμό ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή στη μείωση της ποινής, εφόσον βεβαίως είναι σαφείς και ορισμένοι, δηλαδή αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία για την κατά νόμο θεμελίωσή της, διότι αλλιώς είναι απαράδεκτος, οπότε δεν υπάρχει υποχρέωση του δικαστηρίου να αιτιολογήσει ειδικώς την απόρριψή της. Τέτοιος ισχυρισμός είναι και ο προβλεπόμενος από το άρθρο 367 παρ. 1 ΠΚ, κατά τον οποίο δεν αποτελούν άδικη πράξη, α) οι δυσμενείς κρίσεις για επιστημονικές, καλλιτεχνικές ή επαγγελματικές εργασίες, β) οι δυσμενείς εκφράσεις σε έγγραφα δημόσιας αρχής... και γ) οι εκδηλώσεις που γίνονται για τη διαφύλαξη δικαιώματος ή από άλλο δικαιολογημένο ενδιαφέρον, αλλά όπως συνάγεται από την παρ. 2 του ίδιου άρθρου ο ισχυρισμός αυτός μπορεί να προταθεί μόνον όταν στοιχειοθετείται η αντικειμενική υπόσταση της απλής δυσφήμησης (άρθρ. 362 ΠΚ) ή της εξύβρισης (άρθρ. 361 παρ. 1 ΠΚ), όχι όμως και όταν οι προαναφερόμενες κρίσεις, εκφράσεις ή εκδηλώσεις περιέχουν τα συστατικά στοιχεία της πράξης του άρθρου 363 Π.Κ., δηλαδή όταν υπάρχει διάδοση ή ισχυρισμός ενώπιον τρίτων ψευδούς ισχυρισμού, εν γνώσει του ψεύδους. Στην τελευταία περίπτωση, εφόσον ο σχετικός ισχυρισμός δεν είναι νόμιμος, η απόρριψή του δεν χρήζει ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης υπ' αριθμ. 741-742/2009 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Πενταμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Η κατηγορουμένη (η οποία τον Ιούνιο του 2006 ήταν υποψήφια Δήμαρχος, δημοτική σύμβουλος και επικεφαλής του συνδυασμού της τότε αντιπολίτευσης "...", στη ...), στις 9-6-2006, χρησιμοποιώντας τον τύπο ως μέσο τέλεσης της πράξης της και με κατάχρηση του δικαιώματος της ελευθεροτυπίας, ενώπιον τρίτου, ήτοι στο αναγνωστικό κοινό της εβδομαδιαίας τοπικής εφημερίδας της ... "Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ..." και σε άρθρο της που δημοσίευσε στην εφημερίδα αυτή με τίτλο "Όταν διοικούν οι "Άριστοι"", ισχυρίσθηκε εν γνώσει της ψεύδη. Ειδικώτερα, στο εν λόγω άρθρο αντιπαρέβαλε την τότε Διοίκηση του Δήμου, στην οποία προΐστατο ο τότε Δήμαρχος ..., με τους "Αρίστους" (ευπατρίδες) που αποτελούσαν μορφή εξουσίας (τύπου ολιγαρχίας) στην αρχαία Ελλάδα και εμμέσως, πλην σαφώς, ισχυρίσθηκε για τον τότε Δήμαρχο ... Ψ ότι χρησιμοποίησε το αξίωμά του για να βολέψει την σύζυγό του και τους οικείους του ανθρώπου, ότι βόλεψε σε θέσεις του Δημοσίου την σύζυγό του, τις θυγατέρες του, συγγενείς και άλλους δικούς του, ότι για ιδιοτελείς λόγους συνήψε τραπεζικά δάνεια, δίνοντας "γην και ύδωρ" (υπονοώντας μεταξύ άλλων και την εκμίσθωση καταστήματος) στην πιστοδότρια Τράπεζα Πειραιώς, με επαχθείς για τον Δήμο όρους και με αντιστάθμισμα τον διορισμό του τότε αντιδημάρχου ... στην εν λόγω Τράπεζα Πειραιώς. Ισχυρίσθηκε, επίσης, ότι εν γένει χρησιμοποίησε τον Δήμο ως "σωσίβιο" της προσωπικής του επαγγελματικής σωτηρίας, καθώς και αυτής των συγγενών και δικών του ανθρώπων. Μ' αυτόν τον τρόπο έθιξε σκόπιμα την τιμή και την υπόληψη του εγκαλούντα ενώπιον των δημοτών της ..., αφού τον εμφάνισε ως καταχραστή του δημοτικού του αξιώματος προς ίδιον όφελος και επί ζημία των δημοτών. Η κατηγορουμένη έπραξε αυτά παρ' όλο που γνώριζε ότι οι ως άνω ισχυρισμοί ήταν ψευδείς, αφού τα αληθή ήταν ότι α) η εκμίσθωση του ισογείου ορόφου του ξενοδοχείου "..." προς την Τράπεζα Πειραιώς αποφασίσθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο της επιχείρησης του ξενοδοχείου (που αποτελεί αυτοδιοικούμενη δημοτική επιχείρηση) με όρο την καταβολή μηνιαίου μισθώματος 1.500 €, που αποτελούσε το υψηλότερο μίσθωμα που είχε συμφωνηθεί για αντίστοιχο κατάστημα στον Δήμο, β) ο εγκαλών δεν προέβη σε χαριστικές πράξεις στην Τράπεζα Πειραιώς, ενώ οι όροι του δανείου που συνήφθη μεταξύ του Δήμου ... και της Τράπεζας Πειραιώς ήταν οι ίδιοι με τους όρους αντιστοίχων δανείων με άλλους ΟΤΑ, γ) κανένα προσωπικό όφελος δεν απεκόμισε ο εγκαλών απ' τη σύναψη του εν λόγω δανείου και η προαναφερόμενη πρόσληψη - διορισμός του πρώην αντιδημάρχου στην Τράπεζα Πειραιώς έγινε ένα χρόνο μετά τη σύναψη του δανείου, χωρίς να έχει καμμία σχέση με το δάνειο αυτό, δ) ότι τόσον ο ίδιος ο εγκαλών, που είναι πτυχιούχος μηχανολόγος - μηχανικός και εταίρος της "ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΕΠΕ", όσο και η σύζυγός του, που είναι πτυχιούχος Παντείου και διατηρεί από ετών λογιστικό γραφείο στη ..., ήταν επαγγελματικά αποκατεστημένοι και δεν χρειάζονταν σχετική υποστήριξη, ε) ότι, τέλος, οι τρεις θυγατέρες τους ήταν ανήλικες και δεν είχαν, αυτές ή οι γονείς τους, βλέψεις για πρόσληψη στο Δημόσιο μέσω του Δημάρχου πατέρα τους. Παρά το αδιαμφισβήτητα ψευδές των ανωτέρω ισχυρισμών και παρ' όλο που η κατηγορουμένη γνώριζε την αλήθεια, αυτή καταγράφει στο προαναφερόμενο άρθρο της ότι η δημοτική αρχή έπραξε τα παραπάνω, στην οποία δημοτική αρχή ανήκει, και συνάγεται σαφώς από το άρθρο ότι συμπεριλαμβάνεται και ο δήμαρχος (ίσως και κάποιοι άλλοι υπεύθυνοι της δημοτικής αρχής, αλλά πάντως οπωσδήποτε περιλαμβάνεται και ο δήμαρχος), ο οποίος είναι ο πρώτος άρχων του Δήμου και τον οποίο "φωτογραφίζει", και από την όλη διατύπωση του άρθρου, ο κάθε μέσος συνετός πολίτης μπορεί ν' αντιληφθεί ότι όσα γράφονται στο άρθρο αυτό αναφέρονται στον μηνυτή - πολιτικώς ενάγοντα. Αφού λοιπόν κανένα στοιχείο δεν υπάρχει ότι η τότε δημοτική αρχή βόλεψε συγγενικά της πρόσωπα, δηλαδή ότι παράνομα και κακόπιστα διορίσθηκε οποιοσδήποτε, κανένα επαχθές δάνειο δηλαδή δάνειο με επαχθείς όρους, δεν απεδείχθη ότι έγινε και καθόλου δεν απεδείχθη ότι ο Δήμος ήταν σωσίβιο για τον Δήμαρχο και τους δικούς του ανθρώπους για να λύσουν τα προσωπικά και τα οικονομικά τους προβλήματα, και αφού επί πλέον αποδεικνύεται ότι ο λόγος της κατηγορουμένης στο άνω άρθρο εκφεύγει των ορίων της ευπρέπειας και της καλώς νοούμενης κριτικής, και δεν πρόκειται περί απλών αξιολογικών κρίσεων, αποδεικνύεται (ενόψει όλων όσων προεκτέθηκαν) ότι η κατηγορουμένη είχε πρόθεση και άμεσο δόλο προς τέλεση της πράξεως για την οποία κατηγορείται, ο οποίος δόλος σαφώς αποδεικνύεται και πρέπει η κατηγορουμένη να κηρυχθεί ένοχη, απορριφθεί δε ο περί του αντιθέτου αυτοτελής ισχυρισμός της, όπως ανωτέρω κατεγράφη, να διαταχθούν δε όσα αναφέρονται στο διατακτικό". Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Εφετείο, απορρίπτοντας τον από το άρθρο 367 ΠΚ αυτοτελή ισχυρισμό της αναιρεσείουσας, κήρυξε ένοχη αυτήν της αξιόποινης πράξης της συκοφαντικής δυσφήμησης και μετά την παραδοχή ως βασίμου του αυτοτελούς ισχυρισμού της αναιρεσείουσας, περί συνδρομής στο πρόσωπό της της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 παρ. 2α ΠΚ (πρότερης έντιμης ζωής της), της επέβαλε ποινή φυλάκισης επτά (7) μηνών, της οποίας την εκτέλεση ανέστειλε για μία τριετία. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ* αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε η αναιρεσείουσα, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 18 εδ. β', 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1 και 362, 363 ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου, δηλαδή με την παραδοχή ασαφών, ελλιπών ή αντιφατικών αιτιολογιών. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, απολογία κατηγορουμένης), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε, κατά νόμον, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα, έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και του πολιτικώς ενάγοντος. Ακόμη, παρατίθενται στην προσβαλλόμενη απόφαση τα γεγονότα που είναι ψευδή, αιτιολογεί δε το δικαστήριο με σαφήνεια και πληρότητα τον άμεσο δόλο της κατηγορουμένης, με την έκθεση στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης των πραγματικών περιστατικών, από τα οποία προκύπτει η γνώση, με την έννοια της βεβαιότητας (επίγνωσης) της κατηγορουμένης για την αναλήθεια των ισχυρισθέντων γεγονότων, επιδιώκοντας να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του εγκαλούντος ως κοινωνικού συνόλου και δημάρχου της πόλης ..., με το να δημοσιεύσει στις 9-6-2006, στην τοπική εφημερίδα της ... "Η ΦΩΝΗ Της ...", άρθρο με τον τίτλο "Όταν διοικούν οι "Άριστοι"", στο οποίο περιείχε αναληθή περιστατικά για τη δραστηριότητα του εγκαλούντος - πολιτικώς ενάγοντος Ψ, σχετικά με την εκμίσθωση ακινήτου (του ξενοδοχείου ..., στην Τράπεζα Πειραιώς ΑΕ, τη σύναψη σύμβασης δανείου μεταξύ του Δήμου ... και της Τράπεζας Πειραιώς ΑΕ και την επαγγελματική αποκατάσταση της συζύγου και οικείων του και δεν συνιστούν απλή έκφραση γνώμης ή αξιολογική κρίση της δράσης ή των ενεργειών του πολιτικώς ενάγοντος, στην οποία προέβη δια του τύπου η αναιρεσείουσα για καλόπιστη ενημέρωση των δημοτών του Δήμου ..., κατά αντιπαράθεση των μεταξύ τους θέσεως στον αγώνα αυτόν (αναιρεσείουσας και πολιτικώς ενάγοντος) για την κατάκτηση των σχετικών δημοτικών αξιωμάτων (δημοτικού συμβούλου - δημάρχου). Επίσης, δεν απαιτείτο ειδική αιτιολογία για την απόρριψη του από το άρθρο 367 παρ. 1γ ΠΚ προβληθέντος από την κατηγορουμένη ισχυρισμού, αφού, όπως έχει προεκτεθεί, το άρθρο αυτό δεν έχει εφαρμογή επί συκοφαντικής δυσφήμησης (άρθρο 367 παρ. 2α ΠΚ), αξιόποινης πράξης που έγινε δεκτό από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο της ουσίας ότι τέλεσε η αναιρεσείουσα.
Συνεπώς, ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ μοναδικός λόγος αναίρεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα των ανωτέρω, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, κατά το μέρος δε που με αυτόν πλήττεται, με την επίκληση, κατ' επίφαση, της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, η περί την εκτίμηση των ως άνω αποδείξεων περί τα πράγματα αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου, είναι απαράδεκτη και πρέπει να απορριφθεί.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω και επειδή δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναίρεσης προς εξέταση, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα μόνον στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 18 Σεπτεμβρίου 2009 αίτηση της Χ, κατοίκου ..., για αναίρεση της υπ' αριθμ. 741-742/2009 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 18 Νοεμβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 20 Νοεμβρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ