Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ισχυρισμός αυτοτελής, Ναρκωτικά.
Περίληψη:
Αυτοτελείς ισχυρισμοί. Αυτοτελής ισχυρισμός είναι και εκείνος του άρθρου 27 του ν. 3459/2006 περί αναστολής της επιβληθείσας ποινής. Για την θεμελίωσή του απαιτείται να συντρέχουν αθροιστικά: α) πιθανολόγηση συνδρομής του υπαιτίου στην ανακάλυψη ή εξάρθρωση συμμορίας, διακίνησης ναρκωτικών, β) μη συνδρομή στο πρόσωπο του υπαιτίου διακεκριμένης περίπτωσης ή επιβαρυντικής περίστασης των άρθρων 21 και 23 του νόμου 3459/2006 και γ) επικινδυνότητα του υπαιτίου για βαρύτητα της πράξης του καταδήλως μικρότερες από την επικινδυνότητα των προσώπων στην ανακάλυψη και σύλληψη των οποίων αυτός συντέλεσε και την βαρύτητα των πράξεων που τα πρόσωπα αυτά τέλεσαν. Οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 27 και του άρθρου 84 παρ. 2ε δεν ταυτίζονται (βλ. και ΑΠ 337/2003). Απορρίπτει αίτηση αναίρεσης.
Αριθμός 1503/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα, Ανδρέα Τσόλια, Ανδρέα Δουλγεράκη και Γεώργιο Αδαμόπουλο - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 17 Μαρτίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Γεωργίου Παντελή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1 κατοίκου .... και ήδη κρατουμένου του Ψυχιατρείου Κρατουμένου ...., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Σκούτα, περί αναιρέσεως της 1512/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών.
Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 29 Αυγούστου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 143/2008.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η επιβαλλόμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής απόφασης, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως υπάρχει, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, όταν περιέχονται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχτηκαν από την ακροαματική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη, που εφαρμόστηκε. Εξάλλου σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαίωση δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κλπ) χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε από το καθένα. Εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως υπάρχει όχι μόνο όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ως αποδεδειγμένα στη διάταξη που εφαρμόστηκε αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, όταν δηλαδή το πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης 1512/2008 απόφασης το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών δέχτηκε, μετά από εκτίμηση των αποδεικτικών μέσων τα οποία κατ' είδος μνημονεύει, ως αποδεδειγμένα, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Στο Α.Τ. .... είχαν περιέλθει σαφείς και συγκεκριμένες πληροφορίες ότι άτομο Αλβανικής καταγωγής με το όνομα ....(πρόκειται για τον κατηγορούμενο που ονομάζεται Χ1), διακινούσε ναρκωτικές ουσίες, χρησιμοποιώντας για τις παράνομες συναλλαγές του κινητό τηλέφωνο (πρόκειται για το ΝΟΚΙΑ με αριθμό κλήσης .... τον οποίο παρείχε η πληροφορία και κατασχέθηκε, όπως θα εκτεθεί στη συνέχεια). Αξιοποιώντας τις πληροφορίες αυτές, ο αστυνομικός Μ1 που υπηρετούσε στο ως άνω τμήμα, επικοινώνησε τηλεφωνικά στο προαναφερθέν κινητό τηλέφωνο με τον κατηγορούμενο του αγοραστή ζήτησε να αγοράσει ηρωϊνή. Η συμφωνία κλείστηκε για αγορά 50 γρ. ηρωΐνης, αντί του τιμήματος των 1.000 ευρώ, και το ραντεβού κλείστηκε για ώρα 19.00 της 17/5/05 στην οδό .... (δίπλα στην ...), στο οποίο όμως δεν εμφανίστηκε ο πωλητής της εν λόγω ποσότητας (εμφανής τακτική προφύλαξης των εμπόρων ναρκωτικών), και κλείστηκε νέα συνάντηση για ώρα 20.30' της ίδιας ημέρας στη συμβολή των οδών .... Εκεί εμφανίστηκε ο κατηγορούμενος, είδε τα χρήματα που κρατούσε στα χέρια του ο ως άνω αστυνομικός Μ1 και στην στιγμή που έβγαζε από την τσέπη τα ναρκωτικά για να τα παραδώσει στον υποτιθέμενο αγοραστή και να παραλάβει το συμφωνηθέν τίμημα των 1.000 ευρώ, ο ως άνω αστυνομικός του αποκάλυψε την ιδιότητά του και έτσι δεν ολοκληρώθηκε η συναλλαγή, καθόσον ο κατηγορούμενος συνελήφθη από συναδέλφους εκείνου που παρακολουθούσαν διακριτικά σε απόσταση. Διαπιστώθηκαν τα πλήρη στοιχεία του κατηγορουμένου, ενώ στην κατοχή του βρέθηκαν δέκα (10) αυτοσχέδιες συσκευασίες που περιείχαν την απαγορευμένη ναρκωτική ουσία ηρωΐνη (όπως διαπιστώθηκε από την επιστημονική της εξέταση, βλ. έγγραφο της χημικής υπηρεσίας του Κράτους, αναγνωσθέν ως άνω) συνολικού μικτού βάρους πενήντα (50) γραμμαρίων, η οποία κατασχέθηκε, μαζί με το κινητό τηλέφωνο ΝΟΚΙΑ με αριθμό κλήσης .... με το οποίο πραγματοποιούσε τις παράνομες συναλλαγές του (βλ. πρακτικό ζυγίσεως και έκθεση κατάσχεσης, αναγνωσθέντα κατά τα άνω). Ακολούθως ο κατηγορούμενος οδήγησε τους αστυνομικούς σε διαμέρισμα 5ου ορόφου πολυκατοικίας επί της οδού .... (το οποίο χρησιμοποιούσε ως κρυψώνα των ναρκωτικών - καθόσον ο ίδιος έμενε επί της οδού .... - όπως κατέθεσε προανακριτικά ο αστυνομικός Μ1) όπου ανευρέθησαν και άλλες ποσότητες απαγορευμένων ναρκωτικών ουσιών, και συγκεκριμένα μια συσκευασία περιέχουσα ηρωΐνη, μικτού βάρους 3,9 γρ. και δέκα (10) αυτοσχέδιες συσκευασίες περιέχουσες κοκαΐνη, συνολικού μικτού βάρους 9,8 γραμ., οι οποίες κατασχέθηκαν μαζί με μία ηλεκτρονική ζυγαριά ακριβείας μάρκας TANGEM (βλ. έγγραφα χημικής υπηρεσίας του Κράτους, έκθεση κατάσχεσης και πρακτικό ζύγισης, που αναγνώσθηκαν κατά τα άνω). Όλες τις παραπάνω ποσότητες των ναρκωτικών ουσιών ο κατηγορούμενος τις κατείχε, δηλαδή είχε στη φυσική εξουσία του κατά τρόπο που να μπορούσε κάθε στιγμή να διαπιστώνει την ύπαρξή τους και μπορούσε να διαθέσει κατά την πραγματική βούλησή του σε τρίτους, όπως ήταν ο σκοπός του. Πλην των ως άνω ποσοτήτων ο κατηγορούμενος κατείχε με τον ίδιο σκοπό, το τελευταίο εξάμηνο πριν την σύλληψή του, στην ευρύτερη περιοχή των .... ανεξακρίβωτες κατά την αποδεικτική διαδικασία ποσότητες ηρωΐνης και κοκαΐνης, εξακολουθητικά. (η κατοχή των ανεξακρίβωτων αυτών ποσοτήτων τεκμηριώνεται με βάση τις πληροφορίες που περιήλθαν στο Α.Τ.... για διακίνηση ναρκωτικών από τον κατηγορούμενο, οι οποίες τελικώς ήταν αληθείς). Περαιτέρω από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία αποδείχθηκε ότι τις πιο πάνω ποσότητες ηρωΐνης και κοκαΐνης που βρέθηκαν στην κατοχή του, ο κατηγορούμενος τις είχε αγοράσει, μαζί με μεγαλύτερες ανεξακρίβωτες, κατά την αποδεικτική διαδικασία, εξακολουθητικά το τελευταίο τρίμηνο πριν την σύλληψή του, ποσότητες ηρωΐνης και κοκαΐνης, από άγνωστο μέχρι σήμερα άτομο, και αντί αγνώστου επίσης τιμήματος, με σκοπό την εμπορία. Από τον διαχωρισμό των παραπάνω ναρκωτικών σε δόσεις, την ποικιλία τους (ηρωΐνη και κοκαΐνη), την μεγάλη αξία τους, την ύπαρξη στο επί της οδού ... σπίτι του ηλεκτρονικού ζυγού ακριβείας για τον διαχωρισμό τους σε δόσεις, σε συνδυασμό με τις πληροφορίες περί τούτου, αλλά και την απόπειρα πώλησης 50 γρ. ηρωΐνης στον αστυνομικό Μ1 συνάγεται ότι η διάπραξη των αδικημάτων αυτών έγινε με σκοπό την εμπορία. Τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά προκύπτουν και αποδεικνύονται από την ένορκη κατάθεση ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου του αστυνομικού Μ1 που έλαβε μέρος στην "επιχείρηση" και από τις αναγνωσθείσες περικοπές της προανακριτικής ένορκης κατάθεσής του, ο οποίος κατέθεσε με αμεροληψία, αντικειμενικότητα και πειστικότητα, η κατάθεση του οποίου ενισχύεται και από τα αναγνωστέα έγγραφα. Κάτι διαφορετικό δεν προκύπτει από κάποιο από τα λοιπά στα πρακτικά μνημονευόμενα στοιχεία, και μάλιστα ούτε από την κατάθεση του μάρτυρα υπεράσπισης, εφόσον ο μάρτυρας αυτός δεν κατέθεσε κάτι για τις πιο πάνω πράξεις, αλλά ούτε και από την απολογία του κατηγορουμένου ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, (ο οποίος επεχείρησε, ανεπιτυχώς, να επιρρίψει τις ευθύνες και την τέλεση των πράξεων αυτών στον ομοεθνή του (ΣΟΝΙ), η οποία κρίνεται ανειλικρινής και μη ανταποκρινόμενη προς την πραγματικότητα, καθόσον με αυτή επιχειρείται η άρνηση της τέλεσης των πράξεων. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω πραγματικών αποδείχθηκε και το Δικαστήριο πείστηκε ότι ο κατηγορούμενος ετέλεσε τις αποδιδόμενες σαυτόν αξιόποινες πράξεις της, κατ' εξακολούθηση, αγοράς και κατοχής ναρκωτικών ουσιών και της απόπειρας πώλησης ναρκωτικών ουσιών από δράστη μη τοξικομανή, και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος αυτών, με το ελαφρυντικό του άρθρου 84 παρ. 2ε Π.Κ., που του αναγνώρισε το Πρωτοβάθμιο δικαστήριο". Οι πράξεις αυτές προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις των άρθρων 1, 14, 26, 27 παρ. 1, 42 παρ. 1, 94, 98 ΠΚ, 4 παρ. 1, 3 Πιν. Α' περ. 5, Β' περ. 3, αρθρ. 5 παρ. 1 β, ζ παρ. 2, 19, 22 ν. 1729/ 1987 όπως κωδ. με ν 3459/ 2006. Με αυτά που δέχτηκε το Πενταμελές Εφετείο, διέλαβε στην απόφαση του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού αναφέρονται σε αυτήν με σαφήνεια πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από τη διαδικασία στο ακροατήριο, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων των προβλεπομένων από τις άνω διατάξεις εγκλημάτων, για τα οποία καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν για τις οποίες αρκεί η αναφορά γενικώς κατά το είδος των αποδεικτικών μέσων χωρίς να προσαπαιτείται αναλυτική παράθεση τους και μνεία του τι προέκυψε από το καθένα χωριστά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών, που αποδείχτηκαν στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις, που εφαρμόστηκαν, τις οποίες ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου παραβίασε με ασάφειες, ελλείψεις λογικά κενά ή αντιφατικές παραδοχές. Ειδικότερα, αναφέρεται στην προσβαλλόμενη απόφαση ο τρόπος τελέσεως των εγκλημάτων αυτών, ήτοι της αγοράς των ναρκωτικών ουσιών κατ' εξακολούθηση με σκοπό την εμπορία, της κατοχής των ναρκωτικών τούτων ουσιών, με την έννοια της φυσικής εξουσιάσεως και δυνατότητας προς διάθεση σε τρίτους, ως και της πώλησης σε τρίτα άτομα, με τον προσδιορισμό και του χρόνου και τόπου τελέσεως αυτών. Επομένως οι περί του αντιθέτου από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' ΚΠΔ πρώτος κατά το πρώτο σκέλος του και πέμπτος κατά το πρώτο σκέλος του λόγοι της αιτήσεως περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένης εφαρμογής του νόμου, είναι αβάσιμοι.
Κατά το άρθρο 27 παρ. 1 του ν. 3459/2006, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, μπορεί με βούλευμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, να διατάσσει την αναστολή της ασκηθείσας ποινικής δίωξης κατά του υπαιτίου κάποιας από τις πράξεις του άρθρου 20, εφόσον: α) ο υπαίτιος πιθανολογείται ότι συντέλεσε με δική του πρωτοβουλία στην ανακάλυψη ή εξάρθρωση συμμορίας διακίνησης ναρκωτικών ή στην ανακάλυψη και σύλληψη μεγαλέμπορου ναρκωτικών, β) δεν συντρέχει στο πρόσωπο του υπαιτίου διακεκριμένη περίπτωση ή επιβαρυντική περίσταση κατά τα άρθρα 21 και 23 και γ) η επικινδυνότητα του υπαιτίου και η βαρύτητα της πράξης του είναι καταδήλως μικρότερες από την επικινδυνότητα των προσώπων, στην ανακάλυψη και σύλληψη των οποίων συντέλεσε και τη βαρύτητα των πράξεων που αυτά τέλεσαν. Την παραπάνω αναστολή μπορεί να διατάξει και το δικαστήριο. Κατά δε την παρ. 4 εδ. 1 του ιδίου άρθρου, οι όροι της παρ. 1, αν επιβεβαιωθούν, συνιστούν ελαφρυντική περίσταση, ενώ το δικαστήριο μπορεί να διατάξει και αναστολή εκτέλεσης της ποινής για διάστημα δύο (2) έως είκοσι (20) ετών, ανεξάρτητα αν συντρέχουν οι όροι των άρθρων 99 επ. του ΠΚ. Η ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής απόφασης, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον ως άνω από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, πρέπει να εκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς του κατηγορουμένου, δηλαδή σε εκείνους που προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορο του και τείνουν στην άρση του αδίκου χαρακτήρα της πράξης ή της ικανότητας προς καταλογισμό ή στη μείωση αυτής ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου, ή στη μείωση της ποινής. Αυτοτελής ισχυρισμός του κατηγορουμένου είναι και εκείνος του άνω άρθρου 27 του ν. 3459/ 2006 περί αναστολής της επιβληθείσας ποινής. Ειδικότερα για τη θεμελίωση του αυτοτελούς ισχυρισμού από το άρθρο τούτο, απαιτείται να συντρέχουν αθροιστικά α) πιθανολόγηση συνδρομής του υπαιτίου στην ανακάλυψη ή εξάρθρωση συμμορίας διακίνησης ναρκωτικών, β) μη συνδρομή στο πρόσωπο του υπαιτίου διακεκριμένης περίπτωσης ή επιβαρυντικής περίστασης των άρθρων 21 και 23 του ν. 3459/ 2006 και γ) επικινδυνότητα του υπαιτίου και βαρύτητα της πράξης του καταδήλως μικρότερες από την επικινδυνότητα των προσώπων στην ανακάλυψη και σύλληψη των οποίων αυτός συνετέλεσε και την βαρύτητα των πράξεων που τα πρόσωπα αυτά τέλεσαν. Από την επισκόπηση της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι ο αναιρεσείων προέβαλε τον από το άρθρο 27 του ν. 3459/2006 αυτοτελή ισχυρισμό περί αναστολής της τυχόν ποινής που θα του επιβληθεί για τις άνω αξιόποινες πράξεις διότι έδωσε πληροφορίες στην Αστυνομία και συνελήφθησαν δύο άτομα ως κάτοχοι ηρωίνης 150 γραμμαρίων. Όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης απόφασης το Πενταμελές Εφετείο απέρριψε τον άνω αυτοτελή ισχυρισμό, αφού έκρινε ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης αυτής διότι η συμβολή του αναιρεσείοντος στη σύλληψη ενός μόνο ατόμου εμπορευομένου 150 γραμμάρια ηρωίνης δεν θεωρείται σύλληψη μεγαλέμπορου ούτε εξάρθρωση συμμορίας διακίνησης ναρκωτικών και περαιτέρω η επικινδυνότητα του αναιρεσείοντος και η βαρύτητα των πράξεων του δεν είναι κατάδηλα μικρότερες από την επικινδυνότητα του προσώπου στη σύλληψη του οποίου συνετέλεσε και τη βαρύτητα της πράξεως του. Με αυτά που δέχτηκε το Εφετείο, διέλαβε στην απόφαση του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ως προς την απόρριψη του παραπάνω αυτοτελούς ισχυρισμού και ο περί του αντίθετου από το άρθρο 510 παρ. ΙΔ' του ΚΠΔ πρώτος κατά το δεύτερο σκέλος του λόγος της αναίρεσης, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Εξάλλου, με το να απορρίψει το Εφετείο, τον παραπάνω αυτοτελή ισχυρισμό, περί αναστολής της επιβληθείσας ποινής, ενώ δέχτηκε τη συνδρομή της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 παρ 2ε του ΠΚ, δεν παραβίασε την προαναφερόμενη διάταξη του άρθρου 27 του ν. 3459/2006, αφού οι προϋποθέσεις εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων δεν ταυτίζονται (ΑΠ 337/2003), ούτε υπερέβη την εξουσία του. Επομένως, οι περί του αντιθέτου από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' και Η' ΚΠΔ, δεύτερος, τρίτος, τέταρτος και πέμπτος κατά το δεύτερο σκέλος του λόγοι της αναίρεσης περί εσφαλμένης εφαρμογής του νόμου και υπέρβασης εξουσίας, είναι αβάσιμοι. Τέλος, οι αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, που περιέχονται στον πρώτο λόγο της αναίρεσης, και με τις οποίες αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση, κατ' επίφαση, η πλημμέλεια της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας είναι απορριπτέες ως απαράδεκτες, διότι με αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Κατ' ακολουθίαν πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης ως αβάσιμη και καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την με αριθ. 67/2008 αίτηση του Χ1 κρατουμένου στο Ψυχιατρείο ..., για αναίρεση της 1512/2008 απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα από διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Μαΐου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 18 Ιουνίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ