Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Δυσφήμηση συκοφαντική.
Περίληψη:
Στοιχεία άρθρων 362, 363 ΠΚ. Γνώση του ψευδούς γεγονότος με παράθεση περιστατικών. Αιτιολογία καταδικαστικής αποφάσεως. Απόλυτη ακυρότης εάν παραβιασθούν οι διατάξεις που αφορούν εμφάνιση, εκπροσώπηση και υπεράσπιση κατηγορουμένου. Απορρίπτει αίτηση.
Αριθμός 1173/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Δημάδη, Βιολέττα Κυτέα - Εισηγήτρια, Γεώργιος Αδαμόπουλος, και Αικατερίνη Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 19 Μαρτίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Μιλτιάδη Ανδρειωτέλλη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Δαμιανάκη, περί αναιρέσεως της 1293/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κρήτης. Το Τριμελές Εφετείο Κρήτης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 26 Ιανουαρίου 2010 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 171/2010.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκειμένη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 362 και 363 Π.Κ. κατά την πρώτη των οποίων "όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον, γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή" και κατά την δευτέρα "αν στην περίπτωση του άρθρου 362 το γεγονός είναι ψευδές και ο υπαίτιος γνώριζε ότι αυτό είναι ψευδές, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών" προκύπτει ότι το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφημήσεως προϋποθέτει είτε ισχυρισμόν ενώπιον τρίτου ψευδούς γεγονότος που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη άλλου, είτε διάδοση σε τρίτον τοιούτου γεγονότος, το οποίον ανεκοινώθη προηγουμένως στον υπαίτιο από άλλον. Ως γεγονός δε κατά την έννοια των άνω διατάξεων θεωρείται κάθε συγκεκριμένο περιστατικό του εξωτερικού κόσμου, που ανάγεται στο παρελθόν, ή το παρόν υποπίπτει στις αισθήσεις και είναι δεκτικό αποδείξεως, καθώς και κάθε συγκεκριμένη σχέση ή συμπεριφορά, αναφερομένη στο παρελθόν ή το παρόν, που υποπίπτει στις αισθήσεις και αντίκειται στην ηθική και την ευπρέπεια. Ως γεγονός θεωρείται η έκφραση γνώμης ή αξιολογικής κρίσεως και χαρακτηρισμοί, οσάκις αμέσως ή εμμέσως υποκρύπτονται συμβάντα και αντικειμενικά εκδηλωτικά στοιχεία τα οποία στην συγκεκριμένη περίπτωση συνιστούν προσβολή της προσωπικότητος. Για την υποκειμενική θεμελίωση του εγκλήματος απαιτείται άμεσος δόλος συνιστάμενος στην ηθελημένη ενέργεια του ισχυρισμού ή της διαδόσεως ενώπιον τρίτου, του ψευδούς γεγονότος, εν γνώσει του δράστου ότι αυτό είναι ψευδές και δύναται να βλάψει την τιμή και την υπόληψη του άλλου. Δεν αρκεί δηλαδή ο απλός ή ο ενδεχόμενος δόλος, αλλ'απαιτείται άμεσος δόλος.
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτουμένη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Δ'ΚΠΔ λόγον αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ'αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα προκύψαντα από την ακροαματική διαδικασία πραγματικά περιστατικά, στα οποία εστηρίχθη η κρίση του δικαστηρίου για την συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφηρμόσθη. Δια την ύπαρξη τοιαύτης αιτιολογίας είναι απαραίτητη η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο. Μόνη δε η αποδοχή από το δικαστήριο στο σκεπτικό της αποφάσεως, ύστερα από την εκτίμηση των αποδείξεων, ως αιτιολογίας, έστω και κατ'αντιγραφή, του περιεχομένου του διατακτικού της αποφάσεως, δεν συνιστά άνευ ετέρου έλλειψη της κατά νόμον αιτιολογίας της αποφάσεως, εκτός εάν στο διατακτικό και κατ'ανάγκη επί αντιγραφής του στο σκεπτικό της αποφάσεως δεν εκτίθενται με σαφήνεια και πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της πράξεως για την οποία κατεδικάσθη ο αναιρεσείων. Η ύπαρξη του δόλου δεν είναι κατ'αρχήν ανάγκη να αιτιολογείται ειδικότερα, διότι ο δόλος ενυπάρχει στη θέληση παραγωγής των περιστατικών που συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος και προκύπτει από τις ειδικότερες συνθήκες τελέσεώς του, διαλαμβάνεται δε περί αυτού (δόλου) αιτιολογία, στην κυρία αιτιολογία για την ενοχή. Όταν όμως για το αξιόποινο της πράξεως απαιτούνται, όπως και στο έγκλημα της συκοφαντικής δυσφημήσεως, εκτός από τα περιστατικά που απαρτίζουν κατά νόμον την έννοια αυτής, και ορισμένα πρόσθετα στοιχεία, όπως η τέλεση της πράξεως εν γνώσει ορισμένων περιστατικών, άμεσος, δηλαδή, δόλος από μέρους του υπαιτίου, ή αιτιολογία πρέπει να εκτείνεται και στη γνώση αυτή με παράθεση των περιστατικών που δικαιολογούν τη διαληφθείσα γνώση.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Ε'ΚΠΔ, λόγον αναιρέσεως της καταδικαστικής αποφάσεως συνιστά η εσφαλμένη εφαρμογή η ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει στο νόμο έννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη είναι η εφαρμογή αυτού, όταν το δικαστήριο, χωρίς να παρερμηνεύει το νόμο δεν υπάγει στην αληθινή έννοιά του τα πραγματικά περιστατικά που δέχεται ότι προέκυψαν, καθώς και όταν η σχετική διάταξη παρεβιάσθη εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του σκεπτικού προς το διατακτικό της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής εφαρμογής της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, οπότε η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση το Τριμελές Εφετείο Κρήτης, δικάσαν κατ'έφεση, με την προσβαλλομένη υπ'αριθμ.1293/2009 απόφαση, εδέχθη, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από αξιολόγηση των κατ'είδος αναφερομένων αποδεικτικών μέσων (κατάθεσεις μαρτύρων, αναγνωσθέντα έγγραφα, απολογία του κατηγορουμένου), (εδέχθη) τα εξής πραγματικά περιστατικά: "Αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος στο ... στις 29-7-2002, ενώπιον τρίτων ισχυρίστηκε για κάποιον άλλον γεγονότα, εν γνώσει του ψευδή, που μπορούσαν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη αυτού. Συγκεκριμένα, με την κατατεθείσα στις 29-7-2002 ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ηρακλείου αγωγή διαζυγίου του κατά της εγκαλούσας συζύγου του ..., ισχυρίστηκε σε βάρος της τα εξής, μεταξύ άλλων, εν γνώσει του ψευδή γεγονότα, τα οποία εγνώριζε από προσωπική του αντίληψη. Η εναγομένη διακρινόμενη από μεγαλομανία και άκρατο ωφελιμισμό, εκμεταλλευόμενη την οικονομική και κοινωνική ανέλιξη, που σύντομα επέτυχα, αποκλειστικά με δική μου εργασία, αφού η ίδια δεν εργάσθηκε καθόλου κατά τη διάρκεια του γάμου μας, επέδειξε μεγάλη αδιαφορία τόσο ως προς την ανατροφή των τέκνων της όσο και προς εμένα και άρχισε να διάγει σπάταλη ζωή, ξοδεύοντας μεγάλα ποσά σε ακριβά αυτοκίνητα, κέντρα αισθητικής, πολυτελή κέντρα αναψυχής κλπ. Η εναγομένη εκμεταλλευόμενη την υποχρέωση μου να λείπω πολλές ώρες από το σπίτι συνήψε το 1977 ερωτικό δεσμό με τον ..., άτομο του φιλικού περιβάλλοντός μου. μάλιστα δε η περιφρόνησή της προς το άτομό μου ήταν τέτοια ώστε τους συνέλαβα εγώ ο ίδιος να ερωτοτροπούν εμφανώς στην πισίνα του σπιτιού μας αλλά και στο εσωτερικό αυτού. Σταδιακά στη συνέχεια η εναγομένη συνήψε ερωτικές σχέσεις με άλλα τρίτα πρόσωπα, άνδρες( ..., ...) και γυναίκες (..., ..., ...), τις οποίες σχέσεις αυτή όχι μόνο δεν αρνείτο, αλλά και τις παρουσίαζε δημόσια με προκλητικό τρόπο. Τον Απρίλιο του έτους 1997 συνέλαβα την εναγομένη να συνευρισκεται ερωτικά στο συζυγικό μας κρεβάτι με την κουμπάρα (του πρώτου γάμου) ... και με μια άλλη αμερικανίδα, αγνώστων στοιχείων, οι οποίες εκείνη την εποχή έκαναν διακοπές στην Ελλάδα. Συνήθιζε να εξέρχεται μόνη σε νυχτερινές διασκεδάσεις και να επιστρέφει συστηματική και τελείως μεθυσμένη. Συχνά ζητούσε να φύγω από το σπίτι με τη δικαιολογία πως θέλει να καλέσει κάποιες φίλες της, ισχυριζόμενη ότι χωρίς εμένα "θα είναι πιο άνετες". Κατόπιν πιέσεως της εναγομένης αναγκάστηκα να εισάγω τη μητέρα μου σε οίκο ευγηρίας, με όλες τις εκ τούτου συνέπειες". Τα παραπάνω γεγονότα έβλαψαν την τιμή και την υπόληψη της εγκαλούσας, γνώση δε αυτών έλαβαν, μεταξύ άλλων, οι Δικαστές και οι υπάλληλοι του πιο πάνω Δικαστηρίου και οι συνήγοροι των αντιδίκων. Να σημειωθεί ότι η παραπάνω αγωγή του κατηγορουμένου απορρίφθηκε με την με αρ.309/2003 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ηρακλείου, η οποία κατέστη τελεσίδικη, όπως προκύπτει από το με αρ.9933/03 πιστοποιητικό του γραμματέα του Πρωτοδικείου Ηρακλείου, σύμφωνα με το οποίο δεν έχει ασκηθεί ένδικο μέσο κατά της παραπάνω απόφασης." Με αυτά που εδέχθη το άνω Τριμελές Εφετείο που δίκασε, διέλαβε στο σκεπτικό της προσβαλλομένης αποφάσεως την απαιτουμένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ'αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά τα οποία απεδείχθησαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιοποίνου πράξεως, για την οποία κατεδικάσθη ο κατηγορούμενος-αναιρεσείων, καθώς και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκαμε την υπαγωγή των στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1α, 27 παρ.1, 362-363 ΠΚ , εις οποίες, ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου παρεβίασε. Ειδικότερα στο σκεπτικό της αποφάσεως, το οποίο δεν αποτελεί τυπική επανάληψη του διατακτικού, όπως αβασίμως αιτιάται ο αναιρεσείων, εκτίθενται τα ψευδή περιστατικά τα οποία ο τελευταίος αυτός ισχυρίσθη, που μπορούν να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη της άνω πρώην συζύγου του, ο τρόπος με τον οποίον εγένετο τούτο και οι τρίτοι που έλαβαν γνώση αυτών ως και ο άμεσος δόλος του, δηλαδή η γνώση ότι τα περιστατικά αυτά είναι ψευδή, αφού τα εγνώριζε από "προσωπική αντίληψή του" όπως δέχεται η προσβαλλομένη.
Συνεπώς οι σχετικοί λόγοι αναιρέσεως εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Δ'και Ε'ΚΠΔ, με τους οποίους αποδίδονται οι πλημμέλειες της ελλιπούς αιτιολογίας και της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως του άρθρου 363 ΠΚ είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Λόγον αναιρέσεως συνιστά, κατ'άρθρου 510 παρ.1 στοιχ.Α'ΚΠΔ "η απόλυτη ακυρότητα που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο (αρθρ.171)" , κατά το οποίο και την παρ.1 αυτού στοιχ.δ', τοιαύτη ακυρότητα, που λαμβάνεται και αυτεπαγγέλτως υπόψη από το δικαστήριο σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και στον Άρειο Πάγο ακόμη προκαλείται, αν δεν τηρηθούν οι διατάξεις που καθορίζουν την εμφάνιση, την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση του κατηγορουμένου....
Στην προκειμένη περίπτωση ο αναιρεσείων εκθέτει ότι καίτοι παρέστη στο ακροατήριο του Τριμελούς Εφετείου Κρήτης, όπως προκύπτει από το υπ'αριθμ.146373 τετραπλότυπο προείσπραξης δικηγορικής αμοιβής, μετά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Χαραλάμπους Δαμιανάκη, τούτο δεν ανεγράφη στην προσβαλλομένη απόφαση. Όμως όπως προκύπτει από την τελευταία αυτή και τα πρακτικά της, τα οποία "ωσότου προσβληθούν για πλαστότητα αποδεικνύουν όλα όσα αναγράφονται σ'αυτά σύμφωνα με το άρθρο 140 και με αυτό το άρθρο" κατ'άρθρο 141 παρ.3 ΚΠΔ, κατά πιστή εδώ μεταφορά "ο κατηγορούμενος δήλωσε ότι διορίζει ως συνήγορό του για να τον υπερασπιστεί τον παρόντα δικηγόρο Ηρακλείου Εμμανουήλ Καλλέργη, ο οποίος αποδέχθηκε το διορισμό του" ενώ, πέραν αυτού, το άνω επικαλούμενο τετραπλότυπο δικηγορικής αμοιβής, έχει ημερομηνίαν εκδόσεως, όπως από την παραδεκτή επισκόπησή του προκύπτει, πολύ μετά την κατά την 25-9-2009 δημοσίευση της προσβαλλομένης αποφάσεως και δή την 26-1-2010.
Συνεπώς ο σχετικός λόγος αναιρέσεως, υποστηρίζων τα αντίθετα και δη ότι ο άνω δικηγόρος Εμμ.Καλλέργης δεν παρεστάθη, ούτε τον εξεπροσώπησε ως συνήγορος υπερασπίσεως, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
Κατ'ακολουθίαν όλων αυτών και μη υπάρχοντος άλλου λόγου προς έρευνα η κρινομένη αίτηση αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί ως κατ'ουσίαν αβάσιμος στο σύνολό της, καταδικασθεί δε ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρ.583 παρ.1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την υπ'αριθμ.1/26-1-2010 αίτηση του ..., για αναίρεση της υπ' αριθμ. 1293/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κρήτης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, εξ ευρώ διακοσίων είκοσι (220).
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 14 Απριλίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 4 Ιουνίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ