Θέμα
Ποινή συνολική, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου.
Περίληψη:
Αναστολή εκτέλεσης επί συνολικής ποινής. Αίτηση αναίρεσης Εισαγγελέα Αρείου Πάγου για εσφαλμένη ερμηνεία ποινικής διάταξης από Δικαστήριο της ουσίας. Εσφαλμένη ερμηνεία ποινικής διάταξης (άρθρων 99 και 100 ΠΚ). Αναιρεί εν μέρει και παραπέμπει.
Αριθμός 1673/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, o οποίος ορίσθηκε με την υπ' αριθμό 42/2009 πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, (κωλυομένου του Αντιπροέδρου Γρηγορίου Μάμαλη), Νικόλαο Ζαΐρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή - Εισηγητή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 6 Μαΐου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Χρυσού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της 49936/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Με κατηγορούμενο τον Χ1, κρατούμενο στις Δικαστικές Φυλακές ..., που δεν παρέστη και με συγκατηγορούμενους τους: 1) Χ2 και 2) Χ3.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 61/03.12.2008 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1940/2008
Αφού άκουσε
Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 3-12-2008 αίτηση αναίρεσης του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κατά της υπ' αριθμ. 49936/2008 καταδικαστικής για τον κατηγορούμενο Χ1, Αλβανό υπήκοο ασκήθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα (άρθρα 474 παρ. 1, 504 παρ. 1, 505 παρ. 2 και 509 παρ. 1 Κ.Π.Δ.). Επομένως είναι παραδεκτή και πρέπει να εξεταστεί περαιτέρω, ερήμην του κατηγορουμένου, ο οποίος νόμιμα και εμπρόθεσμα κλητεύθηκε να παραστεί ενώπιον του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου κατά την αναφερομένη στην αρχή της παρούσας απόφασης δικάσιμο, όταν εκφωνήθηκε η υπόθεση και έγινε η συζήτηση αυτής (βλ. σχετικά τα από 23-2-2009 τρία αποδεικτικά επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου ...).
Κατά τη διάταξη του άρθρου 99 παρ. 1 του Π.Κ., όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 2 παρ. 3 του ν. 2479/1997, αν κάποιος δεν έχει καταδικασθεί αμετακλήτως για κακούργημα ή πλημμέλημα σε περιοριστική της ελευθερίας ποινή ανωτέρα των έξι μηνών, με μία μόνη ή με περισσότερες αποφάσεις, που οι ποινές δεν υπερβαίνουν συνολικώς το ανωτέρω όριο, καταδικασθεί σε τέτοια ποινή και δεν υπερβαίνει τα δύο έτη, το δικαστήριο με την απόφασή του διατάσσει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής για ορισμένο διάστημα, που δεν μπορεί να είναι κατώτερο από τα τρία και ανώτερο από πέντε έτη, εκτός αν κρίνει με βάση ειδικά μνημονευόμενα στην αιτιολογία στοιχεία ότι η εκτέλεση της ποινής, κατά το άρθρο 82, είναι απολύτως αναγκαία για να αποτρέψει τον κατάδικο από την τέλεση νέων αξιόποινων πράξεων. Εξάλλου, κατά το άρθρο 100 παρ. 1 εδ. α' του Π.Κ., αν κάποιος καταδικασθεί σε ποινή φυλάκισης μεγαλύτερη των δύο και μέχρι τριών ετών και συντρέχει η προϋπόθεση του άρθρου 99, το δικαστήριο μπορεί με την απόφασή του να διατάξει την αναστολή εκτέλεσης της ποινής για ορισμένο διάστημα, που δεν μπορεί να είναι κατώτερο από τρία και ανώτερο από πέντε έτη. Από τη διατύπωση των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι ως ποινή, της οποίας μπορεί να ανασταλεί η εκτέλεση, νοείται επί συρρεόντων εγκλημάτων η συνολική, διότι η ποινή αυτή, μέσω της οποίας εκτελούνται και οι προσμετρούμενες ποινές, οι οποίες παρά τη διατήρηση της αυτοτέλειάς τους, δεν είναι δεκτικές αυτοτελούς εκτελέσεως, είναι εκείνη που επιβάλλεται τελικά και αυτής μόνο την αναστολή μπορεί να αποφασίσει το δικαστήριο, αν συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις.
Εξάλλου, εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης, υπάρχει όταν το δικαστήριο της ουσίας αποδίδει σ'αυτή έννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη είναι η εφαρμογή της, όταν το δικαστήριο δεν υπάγει σωστά τα δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά στη διάταξη που εφαρμόστηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της αποφάσεως ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη υπ' αριθμ. 49936/2008 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, κατά της οποίας δεν ασκήθηκαν ένδικα μέσα (βλ. σχετική την υπ' αριθμ. ... υπηρεσιακή βεβαίωση του Τμήματος Ενδίκων μέσων του Πρωτοδικείου Αθηνών), το ως άνω δικαστήριο, αφού καταδίκασε, εκτός των λοιπών προσώπων, τον κατηγορούμενο Χ1, Αλβανό υπήκοο, για τα εγκλήματα της κλοπής και της μεταφοράς λαθρομεταναστών στη Χώρα (άρθρα 373 παρ. 1 ΠΚ και 88 παρ. 1 του ν. 3386/2005) του επέβαλε ποινή φυλάκισης έξι μηνών για την πρώτη πράξη και ενός έτους για τη μεταφορά καθενός από τους είκοσι λαθρομετανάστες και καθόρισε συνολική εκτιτέα ποινή φυλάκισης εννέα ετών και ενός μηνός. Στη συνέχεια, εφαρμόζοντας τις διατάξεις των άρθρων 99 και 100 του Π.Κ., διέταξε την αναστολή της συνολικής ως άνω ποινής φυλάκισης που φορά τον προαναφερόμενο κατηγορούμενο για μία τριετία. Η τοιαύτη όμως εφαρμογή του νόμου από το δικάσαν ως άνω δικαστήριο είναι εσφαλμένη, καθόσον σύμφωνα με τα προεκτιθέμενα έπρεπε να λάβει υπόψη του για τη χορήγηση ή μη της αναστολής της εκτέλεσης της ποινής την εκτιτέα ποινή, που στη συγκεκριμένη περίπτωση υπερβαίνει κατά πολύ το οριζόμενο ανώτατο όριο των δύο ετών. Συνακόλουθα είναι βάσιμος ο μοναδικός από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε Κ.Π.Δ. λόγος αναίρεσης, για εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης και πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση μόνο ως προς τον ως άνω κατηγορούμενο και μόνο ως προς τη διάταξη της περί αναστολής της επιβληθείσας σ'αυτόν ποινής φυλάκιση και να παραπεμφθεί η υπόθεση προς νέα συζήτηση στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές (άρθρο 519 ΚΠΔ), προκειμένου να κρίνει αυτό για τη μετατροπή ή μη της ανωτέρω συνολικής ποινής που καθόρισε σε βάρος του ως άνω καταδικασθέντος κατηγορουμένου.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί εν μέρει την υπ' αριθμ. 49936/2008 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών όσον αφορά τον κατηγορούμενο Χ1 και ειδικότερα ως προς τη διάταξη περί αναστολής της επιβληθείσας σ'αυτόν συνολικής εκτιτέας ποινής φυλάκισης των εννέα (9) ετών και ενός (1) μηνός.
Παραπέμπει την υπόθεση στο ίδιο Δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως, προκειμένου να αποφανθεί περί της μετατροπής ή μη της ανωτέρω ποινής.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, την 1η Ιουνίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 14 Ιουλίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ