Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1506 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Στρατιωτικός Ποινικός Κώδικας, Ανυποταξία.




Περίληψη:
Απορρίπτει αίτηση αναίρεσης κατά απόφασης Στρατοδικείου για έλλειψη αιτιολογίας και εσφαλμένης εφαρμογής του νόμου. Ποιος θεωρείται ανυπότακτος για την εκπλήρωση των στρατιωτικών υποχρεώσεών του.




Αριθμός 1506/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γρηγόριο Μάμαλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Νικόλαο Ζαΐρη, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή - Εισηγητή και Κωνσταντίνο Φράγκο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 21 Ιανουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου - Πριάμου Λεκκού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1 που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Κωνσταντίνο Γεωργόπουλο, περί αναιρέσεως της 206/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Αναθεωρητικού Δικαστηρίου.

Το Τριμελές Αναθεωρητικό Δικαστήριο, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 26 Ιουνίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1190/2008.

Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με το άρθρο 32 στοιχ. α Σ.Π.Κ. (ν. 2287/1995), σε συνδυασμό με το Π.Δ. 371/2002, δια του οποίου ήρθη η κατάσταση γενικής επιστράτευσης και η Χώρα περιήλθε και νομικά σε κατάσταση ειρήνης, "όποιος κηρύσσεται ανυπότακτος, σύμφωνα με το νόμο για τη στρατολογία τιμωρείται, σε ειρηνική περίοδο, με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών". Σύμφωνα δε, με το άρθρο 51 παρ. 1 του ν. 3421/2005 "Στρατολογία των Ελλήνων και άλλες διατάξεις" "Ανυπότακτοι κηρύσσονται όσοι, μετά από γενική ή ειδική πρόσκληση για κατάταξη στις Ένοπλες Δυνάμεις, δεν κατατάσσονται στις ορισμένες ημερομηνίες ή προθεσμίες στις μονάδες κατάταξης". Στη συνέχεια οι παράγραφοι 2 και 3 του ίδιου άρθρου, καθορίζουν τα της έναρξης και διακοπής του χρόνου της ανυποταξίας, η οποία αρχίζει από την επομένη της τελευταίας ημερομηνίας κατατάξεως ή εφόσον ορίζεται προθεσμία κατάταξης από την επομένη της τελευταίας ημέρας και διακόπτεται με τη συμπλήρωση του 45ου έτους της ηλικίας του ανυπότακτου, ή με την κατάταξή του στις Ένοπλες Δυνάμεις ή με τη σύλληψη για ανυποταξία ή με την παρουσίαση του ανυπότακτου σε στρατιωτική δικαστική αρχή ή στο στρατολογικό γραφείο για τη διακοπή της ανυποταξίας του ή με την κρίση του ανυπότακτου από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή των Ενόπλων Δυνάμεων, ως ακαταλλήλου για στράτευση (Ι5) ή τέλος με την χορήγηση αναβολής κατάταξης για λόγους υγείας. Περαιτέρω, η ανυποταξία συνιστά ένα έγκλημα γνήσιας παράλειψης, το εγκληματικό νόημα της οποίας συνίσταται στην αδράνεια του στρατεύσιμου προς την κοινωνική αναμενόμενη προσέλευσή του στις τάξεις του Στρατού. Για την αντικειμενική στοιχειοθέτησή της απαιτούνται: α) η ύπαρξη σχετικής προς κατάταξης πρόσκλησης και β) η μη εμφάνιση του υπόχρεου εντός των προκαθορισμένων ημερομηνιών, ενώ για την υποκειμενική στοιχειοθέτησή της απαιτείται μόνο δόλος, έστω και ενδεχόμενος, που συνίσταται στη γνώση εκ μέρους του υπαιτίου ότι με βάση την πρόσκληση έχει υποχρέωση κατάταξης σε συγκεκριμένη μονάδα μόνο ορισμένη ημερομηνία (ή προθεσμία) και στη θέλησή του να μην εμφανισθεί εκεί, χωρίς να απαιτείται πρόσθετος σκοπός αποφυγής των στρατιωτικών του υποχρεώσεων. Εξάλλου η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ'αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του Δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι έχουν ληφθεί υπόψη όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα κλπ), χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν ο Δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφαρμόσθηκε. Περίπτωση δε εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως συνιστά και η εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως αυτής, η οποία υπάρχει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του αιτιολογικού με το διατακτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως. Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης 206/2008 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Αναθεωρητικό Δικαστήριο δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Ο κατηγορούμενος Χ1 ενώ ήταν στρατεύσιμος κλήσεως 1996 και κλήθηκε σύμφωνα με το νόμο "Περί Στρατολογίας" με την υπ' αριθμ. ... ΕΔΥΕΘΑ/ΓΕΣ για να παρουσιασθεί στις τάξεις του στρατού και να καταταγεί την 28-3-2000 στο στρατόπεδο του 6ου Σ.Π., δεν κατετάγη την ανωτέρω ημερομηνία με αποτέλεσμα να καταστεί ανυπότακτος σε ειρηνική περίοδο από 29-3-2000 έως 6-5-2005, κατά την οποία παρουσιάσθηκε αυθόρμητα στο ...ΤΣΝ/ΕΑΤ και συνελήφθη. Απολογούμενος ο κατηγορούμενος ισχυρίσθηκε ότι παρουσιάσθηκε στο Φρουραρχείο Αθηνών ευθύς μόλις έλαβε την πρόσκληση για κατάταξη και παραπέμφθηκε στο 401 ΓΣΝΑ λόγω προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε και συγκεκριμένα, λόγω έντονων ημικρανιών συνεπεία επισυμβάντος τροχαίου ατυχήματος. Στο 401 ΓΣΝΑ εξετάσθηκε από γιατρούς και παραπέμφθηκε στην Επιτροπή Απαλλαγών, που τον έκρινε ακατάλληλο για στράτευση, ωστόσο η εν λόγω γνωμάτευση της Επιτροπής Απαλλαγών ανακλήθηκε δίχως αυτός να γνωρίζει το λόγο και κλήθηκε εκ νέου να εκπληρώσει τη στρατιωτική του υποχρέωση, πράγμα που το έπραξε... Ο εν λόγω κατηγορούμενος, όπως προκύπτει από τα έγγραφα της δικογραφίας αρχικώς φέρεται με την υπ'αριθμ. ...γνωμάτευση σωματικής ικανότητας της Επιτροπής Απαλλαγών Αθηνών ως ικανός κατηγορίας 5, ήταν ακατάλληλος για στράτευση καθόσον σύμφωνα με το περιεχόμενο της ανωτέρω γνωμάτευσης, έπειτα από αυτοπρόσωπη εξέτασή του διαγνώσθηκε ότι έπασχε από "σοβαρές λειτουργικές διαταραχές μετά από τραυματική βλάβη του εγκεφάλου (εγκεφαλική θλάση)". Ακολούθως όμως και καθώς αποκαλύφθηκε η δράση παράνομου κυκλώματος που δρούσε εντός του χώρου των Ενόπλων Δυνάμεων και εξέδιδε πλαστές γνωματεύσεις ώστε να τύχουν απαλλαγής από τη στράτευση διάφοροι στρατεύσιμοι κυρίως από τον καλλιτεχνικό χώρο, διαπιστώθηκε μετά από ενδελεχή έρευνα ότι και η συγκεκριμένη γνωμάτευση που αφορούσε τον κατηγορούμενο Χ1 γνωστό τραγουδιστή με το όνομα "..." ήταν πλαστή, δεδομένου ότι ήταν ταυτάριθμη με την γνωμάτευση (...) από 28-3-2000 του κλιμακίου επιτόπιος εξέτασης της ΕΑΑ στο ... ΤΠ που αφορούσε τον στρατεύσιμο Σ1 ο οποίος είχε κριθεί ότι έπασχε από "αγχώδεις αντιδραστικές εκδηλώσεις" και έλαβε εξάμηνη αναβολή και όχι τον παρόντα κατηγορούμενο, το όνομα του οποίου δεν περιέχεται στη συγκεκριμένη κατάσταση των εκδοθεισών γνωματεύσεων του κλιμακίου της ΕΑΑ, αφού αυτός ουδέποτε προσήλθε προς εξέταση ενώπιον της Επιτροπής Απαλλαγών Αθηνών. Κατόπιν αυτού το αρμόδιο Στρατολογικό Γραφείο ακύρωσε αναδρομικά την από 28-3-2000 μεταβολή της απαλλαγής του κατηγορουμένου δυνάμει της υπ' αριθμ. .../ΓΕΕΘΑ/ΔΣΑ, κηρύσσοντας αυτόν ανυπότακτο από 29-3-2000, υποβάλλοντας σχετική μήνυση στον Εισαγγελέα του Στρατοδικείου Αθηνών. Τελικώς ο κατηγορούμενος την 9-5-2005 κατατάχθηκε στο ...ΤΕ και όπως προκύπτει από το αναγνωσθέν ΑΦΜ του εκπλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις. Ως προς την αξιολόγηση των απολογητικών του ισχυρισμών, το Δικαστήριο κρίνει ότι αυτοί είναι προσχηματικοί και αναπόδεικτοι. Από κανένα στοιχείο της δικογραφίας δεν παρέχεται επαρκής δικαιολογητική βάση για την αμφισβήτηση της ορθότητας των πραγματικών περιστατικών, όπως αυτά περιγράφονται στο κατηγορητήριο. Από την έρευνα που διεξήχθη στο αρχείο της Επιτροπής Απαλλαγών Αθηνών μετά την αποκάλυψη του κυκλώματος των παρανόμων συναλλαγών, διαπιστώθηκε ότι ουδέποτε ο κατηγορούμενος εμφανίστηκε στην εν λόγω επιτροπή όπως ισχυρίζεται, ενώ το τροχαίο ατύχημα που επικαλείται και οι συνεπεία αυτού σωματικές βλάβες που υπέστη δεν έχουν καταγραφεί επισήμως από κάποια αρχή. Πρόδηλον λοιπόν είναι ότι ο κατηγορούμενος με συνειδητή και υπόλογη συμπεριφορά προσπάθησε, καταφεύγοντας σε αθέμιτους τρόπους να αποφύγει την κατάταξη και εκπλήρωση της στρατιωτικής του υποχρέωσης και ως εκ τούτου καταφάσκεται πλήρως τόσο κατά το υποκειμενικό όσο και κατά το αντικειμενικό μέρος η υπόσταση του αδικήματος που αποδίδεται σ'αυτόν και θα πρέπει να του καταλογισθεί η αξιόποινη συμπεριφορά". Στη συνέχεια δε το ως άνω Δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο και ήδη αναιρεσείοντα ανυποταξίας σε ειρηνική περίοδο και του επέβαλε ποινή φυλάκισης δέκα (10) μηνών (μετά την παραδοχή της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 παρ. 2 περ. α ΠΚ), της οποίας ανέστειλε την εκτέλεση για τρία (3) έτη.
Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 18 εδ. β', 26 παρ. 1α, 27 παρ. 1 και 84 παρ. 2 περ. α' Π.Κ. και 32 περ. α' του Σ.Π.Κ., τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, απολογία κατηγορουμένου), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Ειδικότερα η αιτίαση του αναιρεσείοντος ότι η υπ' αριθμ. ... γνωμάτευση σωματικής ικανότητας της Επιτροπής Απαλλαγών Αθηνών αν και κρίθηκε ως πλαστή ως αναφερομένη στον στρατεύσιμο Σ1 και όχι σ'αυτόν, δεν ακολουθήθηκε η περαιτέρω διαδικασία για να διαπιστωθεί εάν πραγματικά αυτός εμφανίστηκε ενώπιον της ως άνω Επιτροπής, είναι απορριπτέα, ως αβάσιμη, καθόσον από την ανέλεγκτη παραδοχή του Δικαστηρίου ότι το ονοματεπώνυμο αυτού δεν περιέχεται στη συγκεντρωτική κατάσταση των εκδοθεισών γνωματεύσεων της Ε.Α.Α., προκύπτει ότι αυτός δεν προσήλθε προς εξέταση ενώπιον της επιτροπής αυτής, αλλά με δική του πρωτοβουλία χρησιμοποιήθηκε η ταυτάριθμη ιατρική γνωμάτευση της Επιτροπής του κλιμακίου επιτόπιας εξέτασης της Ε.Α.Α. στο 291 ΤΠ που αφορούσε όμως τον στρατεύσιμο Σ1. Επομένως, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε' ΚΠΔ λόγοι αναίρεσης της κρινόμενης αίτησης, με τους οποίους αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι πλημμέλειες της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, της έλλειψης νόμιμης βάσης και της εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διάταξης, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά, με τους πιο πάνω λόγους αναίρεσης, πλήττεται απαραδέκτως η ως άνω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών περιστατικών.
Κατόπιν αυτών, εφόσον δεν υπάρχει άλλος παραδεκτός λόγος αναίρεσης για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠΔ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 26 Ιουνίου 2008 (υπ' αριθμ. πρωτ. 16/2008) αίτηση του Χ1 κατοίκου ... για αναίρεση της με αριθμό 206/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Αναθεωρητικού Δικαστηρίου. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ΕΥΡΩ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 12 Μαΐου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 18 Ιουνίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή