Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 508 / 2010    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Πληρεξουσιότητα.




Περίληψη:
Άσκηση ενδίκου μέσου αναιρέσεως δι' αντιπροσώπου, ο οποίος δεν προσκόμισε το σχετικό πληρεξούσιο μέσα στην προβλεπόμενη προθεσμία. Απόρριψη αιτήσεως αναιρέσεως ως απαράδεκτης.




Αριθμός 508/2010

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα-Σε Συμβούλιο
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού-Εισηγητή και Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανάσιο Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.

Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 9 Φεβρουαρίου 2010, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ, που δεν παραστάθηκε στο συμβούλιο, περί αναιρέσεως του υπ' αριθμ. 1430/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με το ως άνω βούλευμά του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτό, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί τώρα την αναίρεση του βουλεύματος τούτου, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 31 Οκτωβρίου 2008 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1879/2008.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Αθανάσιος Κονταξής εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Ζύγουρα με αριθμό 581/19-12-2008, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: Φέρομεν ενώπιον του Δικαστηρίου υμών τας ασκηθείσας υπό των κατηγορουμένων 1) Χ, 2) Ζ και 3) Θ, από 31 Οκτωβρίου 2008 αιτήσεις αναιρέσεώς των κατά του υπ'αριθμ. 1430/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών και εκθέτομεν τα εξής:
Ι. Εκ της διατάξεως του άρθρου 465 παρ. 1 Κ.Π.Δ. προκύπτει ότι, επί ασκήσεως ενδίκου μέσου υπό αντιπροσώπου του διαδίκου, πρέπει εντός προθεσμίας είκοσιν ημερών από της ασκήσεώς του, να προσκομισθή εις τον γραμματέα ενώπιον του οποίου ησκήθη τούτο το σχετικόν πληρεξούσιον, άλλως παρελθούσης απράκτου της προθεσμίας αυτής το ένδικον μέσον κηρύσσεται απαράδεκτον κατ'άρθρ. 476 παρ. 1 (Α.Π. 721/2007 Ποιν Δικ 2007 σελ. 1226 κ.ά.). Εις την προκειμένην περίπτωσιν η αίτησις αναιρέσεως του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου Χ ησκήθη ενώπιον του Γραμματέως του Τμήματος Βουλευμάτων του Εφετείου Αθηνών την 31 Οκτωβρίου 2008 διά του πληρεξουσίου του δικηγόρου Γεωργίου Γιάνναρου, ο οποίος όμως δεν προσεκόμισεν εις τον ανωτέρω Γραμματέα εντός της εικοσαημέρου προθεσμίας το σχετικόν πληρεξούσιον (βλ. την από 21/11/2008 υπηρεσιακήν βεβαίωσιν).
Συνεπώς η αίτησις αναιρέσεως του Χτυγχάνει απαράδεκτος.

ΙΙ. Αι αιτήσεις αναιρέσεως των 1) Ζ και 2) Θ έχουν ασκηθή εμπροθέσμως και νομοτύπως.
Συνεπώς αυταί είναι τυπικώς παραδεκταί και πρέπει να ερευνηθή η βασιμότης του προβαλλομένου δι'αυτών λόγου αναιρέσεως.

ΙΙΙ. Διά του πληττομένου βουλεύματος απερρίφθησαν κατ'ουσίαν αι εφέσεις των ανωτέρω κατηγορουμένων 1) Ζ και 2) Θ κατά του υπ'αριθμ. 87/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών και επεκυρώθη το βούλευμα τούτο, που τους παρέπεμψεν εις το ακροατήριον διά να δικασθούν δι'απόπειραν ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως κατά συναυτουργίαν και κατά συρροήν. Κατά του βουλεύματος τούτου παραπονούνται ήδη οι αναιρεσείοντες προβάλλοντες τον υπό του άρθρου 484 παρ. 1 στοιχ. β' Κ.Π.Δ. λόγον αναιρέσεως εσφαλμένης εφαρμογής και ερμηνείας ουσιαστικής ποινικής διατάξεως.
IV. Εσφαλμένη ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει, όταν ο δικαστής αποδίδη εις αυτήν διαφορετικήν έννοιαν από εκείνην που πραγματικώς έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται εις την περίπτωσιν που ο δικαστής δεν υπήγαγεν ορθώς τα πραγματικά περιστατικά, που εδέχθη ότι προέκυψαν, εις την ουσιαστικήν ποινικήν διάταξιν που εφηρμόσθη. Περίπτωσις εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, που αποτελεί λόγον αναιρέσεως, υπάρχει και όταν η παραβίασις εγένετο εκ πλαγίου. Η παραβίασις αυτή υπάρχει, όταν εις το πόρισμα του βουλεύματος, που περιλαμβάνεται εις τον συνδυασμόν του αιτιολογικού και του διατακτικού και ανάγεται εις τα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος διά το οποίον πρόκειται, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειαι, αντιφάσεις ή λογικά κενά με αποτέλεσμα να μη είναι εφικτός ο αναιρετικός έλεγχος της εφαρμογής της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως (ολ Α.Π. 7/2008 Πραξ Λογ ΠΔ 2008 σελ. 496).
V. Εκ της διατάξεως του άρθρου 299 παρ. 1 Π.Κ. προκύπτει, ότι προς στοιχειοθέτησιν του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως απαιτείται αντικειμενικώς μεν η αφαίρεσις της ζωής ετέρου ανθρώπου, υποκειμενικώς δε απαιτείται δόλος. Ειδικώς επί του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως προβλέπονται δύο μορφαί δόλου, προμελετημένος και απρομελέτητος. Προμελετημένος δόλος υπάρχει, οσάκις ο δράστης εν ηρέμω ψυχική καταστάσει επιτρεπούση την σκέψιν απεφάσισε την τέλεσιν του εγκλήματος. Εάν η εκτέλεσις της πράξεως δεν επηκολούθησεν αμέσως μετά την απόφασιν, αλλ' εις μεταγενέστερον χρόνον, αρκεί διά την ύπαρξιν προμελετημένου δόλου να υπάρχη ηρεμία ψυχής είτε κατά το έν είτε κατά το άλλο χρονικόν σημείον. Περαιτέρω εκ της διατάξεως του άρθρου 42 παρ. 1 Π.Κ. εν συνδ. προς την ανωτέρω διάταξιν προκύπτει, ότι πράξις περιέχουσα αρχήν εκτελέσεως της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως είναι οιαδήποτε ενέργεια του δράστου, η οποία αποτελούσα τμήμα, εν όλω ή εν μέρει, της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος αυτού, οδηγεί ευθέως και αναμφισβητήτως εις την πραγμάτωσιν αυτού ή τελεί προς αυτήν εν τοιαύτη αναγκαία και αμέσω σχέσει συναφείας, ώστε κατά την κοινήν αντίληψιν, να θεωρήται ως τμήμα αυτής και εις την οποίαν αμέσως άγει, εάν δεν ήθελεν εξ οιουδήποτε λόγου ανακοπή (Α.Π. 2130/2007, 1466/2007 Πραξ Λογ ΠΔ 2008 σελ. 174, Ποιν Χρ ΝΗ' σελ. 615 αντιστ. κ.ά.).
VI. Εις την προκειμένην περίπτωσιν το Συμβούλιον Εφετών που εξέδωσε το πληττόμενον βούλευμα, διά παραδεκτής αναφοράς εις την ενσωματωθείσαν εις αυτό Εισαγγελικήν πρότασιν, εδέχθη κατά την ανέλεγκτον περί πραγμάτων κρίσιν του, ότι από την εκτίμησιν των αναφερομένων αποδεικτικών στοιχείων, ήτοι μαρτυρικών καταθέσεων, εγγράφων της δικογραφίας, απολογιών κατηγορουμένων, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, που κατά τα ουσιώδη εν σχέσει με την υπόθεσιν σημεία των έχουν ως εξής:
Εις ... και παρά την θέσιν ... την 15ην Αυγούστου 2005 και περί ώραν 17.45', οι αναιρεσείοντες κατηγορούμενοι Θ και Ζ, από κοινού ενεργούντες μετ'άλλων συγκατηγορουμένων των, εντός της οικίας του ..., απεφάσισαν ευρισκόμενοι εις ήρεμον ψυχικήν κατάστασιν, να θανατώσουν τους ..., ..., ... και .... Προς τούτο, ευρισκόμενοι εις την αυτήν ήρεμον ψυχικήν κατάστασιν, 1) ο Θ επυροβόλησεν επανειλημμένως διά κυνηγετικής καραμπίνας κατ'αυτών, τραυματίσας α) τον ..., εις την οπισθίαν επιφάνειαν του κορμού του σώματός του, τα άνω άκρα του, τον θώρακα, την κοιλιακήν και αριστεράν πλαγίαν τραχηλικήν χώραν, το αριστερόν ημιμόριον του προσώπου και το τριχωτόν της κεφαλής του, την πλαγίαν έξω επιφάνειαν κατά μήκος του αριστερού κάτω άκρου και εις το δεξιόν κάτω άκρον του, β) την ..., εις την δεξιάν άνω περιστοματικήν της χώραν, την δεξιάν κάτω γνάθον, την πλαγίαν έξω επιφάνειαν του άνω τριτημορίου της αριστεράς κνήμης της και εις την μεσότητα της θωρακικής μοίρας της σπονδυλικής της στήλης και γ) τον ..., εις την δεξιάν ωμικήν του χώραν, την έσω έλικα δεξιού ωτός, δεξιάν υπογνάθιον χώραν πλησίον της αρθρώσεως της κάτω γνάθου του, δεξιάν ωμοπλατιαίαν χώραν, οπίσθιον δεξιόν κάτω ημιθωράκιον, αριστεράν οσφυϊκήν χώραν και άνω τριτημόριον δεξιού κάτω άκρου του και 2) ο Ζ επετέθη κατ'αυτών διά θλώντος, αμβλέος, επιμήκους ξυλίνου οργάνου, διά του οποίου εκτύπησε τούτους, προξενήσας εις α) τον ..., ελαφρά τραύματα εις όλον το σώμα αυτού, β) την ..., εκδοράς της μεσότητος την θωρακικής μοίρας της σπονδυλικής της στήλης, γ) τον ..., εκδοράς της κατ'αγκώνος αρθρώσεως αμφοτεροπλεύρως, γραμμοειδή εκδοράν εις την πλαγίαν έξω επιφάνειαν του άνω τριτημορίου του δεξιού του βραχίονος, εκδοράς δεξιάς υπογναθίου χώρας πλησίον της αρθρώσεως της κάτω γνάθου του, διασπάρτους γραμμοειδείς εκδοράς δεξιάς ωμοπλατιαίας χώρας, οπισθίου δεξιού κάτω ημιθωρακίου, αριστεράς οσφυϊκής χώρας κα άνω τριτημορίου δεξιού κάτω άκρου του και δ) την ..., θλαστικήν εξοίδησιν της πλαγίας έξω επιφανείας της μεσότητος του αριστερού της αντιβραχίου. Πλην η πράξις των αυτή δεν ήχθη εις πέρας ουχί οικεία αυτών βουλήσει, αλλ'εξ εμποδίων εξωτερικών. Συγκεκριμένως διότι εξ αστοχίας των δεν έπληξαν αυτούς εις καίρια διά την ζωήν των σημεία του σώματός των.
V
ΙΙ. Με τας παραδοχάς του αυτάς ορθώς το Συμβούλιον Εφετών υπήγαγε τα ανωτέρω προκύψαντα πραγματικά περιστατικά εις τας διατάξεις των άρθρων 42 παρ. 1 και 299 παρ. 1 Π.Κ., δεχθέν ότι υφίσταται εν προκειμένω απόπειρα ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως κατά συναυτουργίαν και κατά συρροήν.
Συνεπώς είναι αβάσιμος ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως περί εσφαλμένης εφαρμογής και ερμηνείας ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, συνιστάμενος εις το ότι έπρεπε τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά να υπαχθούν όχι εις τας ως άνω διατάξεις, αλλ' εις την διάταξιν του άρθρου 310 παρ. 1 Π.Κ. περί βαρείας μη σκοπουμένης σωματικής βλάβης ή εις την τοιαύτην του άρθρου 308 παρ. 1 Π.Κ. περί απλής σωματικής βλάβης.
Κατ'ακολουθίαν αυτών πρέπει να απορριφθούν αι υπό κρίσιν αιτήσεις αναιρέσεως και να καταδικασθή έκαστος των αναιρεσειόντων εις τα δικαστικά έξοδα εκ 220 ευρώ.
Δ Ι Α Τ Α Υ Τ Α------------------------------
Π ρ ο τ ε ί ν ο μ ε ν: Ι. Να απορριφθούν αι από 31 Οκτωβρίου 2008 αιτήσεις αναιρέσεως των 1) Χ, 2) Ζ και 3) Θ, κατά του υπ'αριθμ. 1430/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών.
ΙΙ. Να καταδικασθή έκαστος των αναιρεσειόντων εις τα δικαστικά έξοδα εκ 220 ευρώ.
Αθήνα 15 Δεκεμβρίου 2008 Ο Αντεισαγγελεύς του Αρείου Πάγου Ανδρέας Ι. Ζύγουρας
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε, και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκε, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, ο αντίκλητος του αναιρεσείοντος,
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τη διάταξη του άρθρου 465 §1 ΚΠΔ προκύπτει ότι επί ασκήσεως ενδίκου μέσου από αντιπρόσωπο του διαδίκου, πρέπει εντός προθεσμίας είκοσι ημερών από της ασκήσεώς του, να προσκομισθεί στον γραμματέα ενώπιον του οποίου ασκήθηκε τούτο, το σχετικό πληρεξούσιο. Αν η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη, το ένδικο μέσο κηρύσσεται απαράδεκτο κατά τις διατάξεις του άρθρου 476 §1. Στην προκείμενη περίπτωση, η αίτηση αναιρέσεως του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου, Χ, κατά του 1430/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, το οποίο απέρριψε έφεσή του κατά του 87/2008 παραπεμπτικού σε βαθμό κακουργήματος βουλεύματος του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών, ασκήθηκε ενώπιον του γραμματέως του τμήματος βουλευμάτων του Εφετείου Αθηνών στις 31-10-2008 δια του πληρεξουσίου του δικηγόρου Αθηνών Γεωργίου Γιάνναρου, ο οποίος όμως δεν προσκόμισε στον παραπάνω γραμματέα εντός της εικοσαημέρου προθεσμίας, το σχετικό πληρεξούσιο, όπως προκύπτει από την από 21-11-2008 υπηρεσιακή βεβαίωση του εν λόγω γραμματέα. Κατά συνέπεια η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, εφόσον ειδοποιήθηκε ο πιο πάνω αντίκλητος του αναιρεσείοντος δικηγόρος να προσέλθει στο συμβούλιο και εκθέσει τις απόψεις του, πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη και επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του αναιρεσείοντος (άρθρο 583 §1, 476 §1 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Κηρύσσει απαράδεκτη την 182/31-10-2008 αίτηση του Χ, για αναίρεση του 1430/2008 βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 9 Μαρτίου 2010. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα, στις 11 Μαρτίου 2010.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή