Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Υπέρβαση εξουσίας, Παραβίαση κανόνων οικοδομικής.
Περίληψη:
Πότε είναι παραδεκτή η έφεση του Εισαγγελέα κατά αθωωτικής απόφασης. Παραβίαση των κανόνων της οικοδομικής από αμέλεια από τον επιβλέποντα μηχανικό. Καταδικαστική απόφαση. Αίτηση αναίρεσης για έλλειψη αιτιολογίας, εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και υπέρβαση εξουσίας. Απόρριψη και των τριών λόγων αναιρέσεως ως αβασίμων. Δεν παραβιάζεται κάποιο δικαίωμα του κατηγορουμένου από το ότι ο Εισαγγελέας ασκεί έφεση κατά ορισμένων μόνο κατηγορουμένων που αθωώθηκαν ούτε καθίσταται ανεπίτρεπτα χειρότερη η θέση αυτού.
Αριθμός 1997/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αιμιλία Λίτινα, Προεδρεύουσα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος στη σύνθεση και σύμφωνα με την 101/21-7-2010 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Ανδρέα Τσόλια, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή - Εισηγητή και Αθανάσιο Γεωργόπουλο, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 19 Οκτωβρίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Τζαγκουρνή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Ι. Ν. του Χ., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Κιντή, περί αναιρέσεως της 1662/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θράκης. Με πολιτικώς ενάγοντα τον Λ. Κ. του Π., κάτοικο ..., που δεν παρέστη και συγκατηγορούμενους τους: 1. Ό. Ε. του Γ. και 2. Μ. Π. του Γ.. Το Τριμελές Εφετείο Θράκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 30 Μαρτίου 2010 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 535/2010.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά, καθώς και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως και να κηρυχθεί αθώος ο αναιρεσείων.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των αρ. 474, 476 και 498 ΚΠΔ, προκύπτει ότι η έκθεση που περιέχει τη δήλωση άσκησης του ένδικου μέσου της έφεσης πρέπει καταρχήν να περιέχει ορισμένο λόγο, όπως η κακή εκτίμηση των αποδείξεων.
Ειδικά προκείμενου για έφεση του εισαγγελέα κατά αθωωτικής απόφασης σύμφωνα με τη διάταξη του αρ. 486 παρ. 3, που προστέθηκε με το αρ. 2 παρ. 19β του Ν. 2408/1996, "η άσκηση έφεσης από τον εισαγγελέα πρέπει να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα στη σχετική έκθεση (αρθ. 498), άλλως η έφεση απορρίπτεται ως απαράδεκτη". Από τη διατύπωση αυτή προκύπτει, ότι η αξιούμενη αιτιολόγηση της έφεσης που ασκείται από τον εισαγγελέα κατά αθωωτικής απόφασης, αποτελεί πρόσθετο τυπικό όρο του κύρους του ενδίκου αυτού μέσου και αξιώνει από τον εισαγγελέα ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των λόγων της έφεσης, δηλαδή, πρέπει να εκτίθενται σε αυτή με σαφήνεια και πληρότητα οι συγκεκριμένες πραγματικές ή νομικές πλημμέλειες που αποδίδονται στην προσβαλλομένη απόφαση. Μόνη δε η παράθεση στην έκθεση έφεσης των αποδεικτικών στοιχείων, από τα οποία προκύπτει ενοχή του κατηγορουμένου και εντεύθεν εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο δεν αρκεί κατά το νόμο για την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της έφεσης του Εισαγγελέα κατά της αθωωτικής απόφασης, αφού δεν αντικρούει με συλλογισμούς και σε συνδυασμό με τα αποδεικτικά μέσα την κρίση του δικαστηρίου περί της αθωότητάς του εν λόγω κατηγορουμένου. Αν η έφεση δεν έχει τέτοια αιτιολογία και παρά ταύτα το δευτεροβάθμιο δικαστήριο την κρίνει παραδεκτή και εξετάζοντας την ουσία της υπόθεσης καταλήξει στην καταδίκη του κατηγορουμένου, υποπίπτει σε θετική υπέρβαση εξουσίας που ιδρύει τον από το αρ. 510 παρ. 1 στοιχ. Η' του ΚΠΔ λόγο αναίρεσης. Σε αντίθετη δε περίπτωση, όταν η έφεση του Εισαγγελέα κατά αθωωτικής απόφασης δεν έχει την πιο πάνω απαιτούμενη αιτιολογία και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο την απορρίπτει ως απαράδεκτη για έλλειψη αιτιολογίας χωρίς να εξετάσει την ουσία της υπόθεσης, δεν υποπίπτει σε αρνητική υπέρβαση εξουσίας και δεν ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η' ΚΠΔ λόγος αναίρεσης (Ολ. ΑΠ 9/2005).
Κατά το άρθρο 286 §1 του ΠΚ "όποιος κατά την εκπόνηση μελέτης ή τη διεύθυνση ή την εκτέλεση οικοδομικού ή άλλου ανάλογου έργου ή μιας κατεδάφισης, με πρόθεση ή από αμέλεια ενεργεί παρά τους κοινώς αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες και έτσι προξενεί κίνδυνο για τη ζωή ή την υγεία ανθρώπου, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο (2) ετών". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι πρόκειται για έγκλημα συγκεκριμένης διακινδυνεύσεως και ανήκει στα εγκλήματα για την αντικειμενική υπόσταση των οποίων ως τετελεσμένων, απαιτείται κατά νόμο ως στοιχείο η επέλευση ορισμένου αποτελέσματος, ήτοι στην πρόκληση κινδύνου για τη ζωή ή την υγεία ανθρώπου.
Στην έννοια της ενέργειας περιλαμβάνεται και η παράλειψη οφειλομένης ενέργειας, διότι εκείνος που παραλείπει να ενεργήσει σύμφωνα με τους κανόνες, ενεργεί παρά τους κανόνες τους κοινώς αναγνωρισμένους, ήτοι τους τεχνικούς κανόνες που εφαρμόζονται και ακολουθούνται στη συγκεκριμένη περίπτωση από εκείνους που ασχολούνται με έργα οικοδομικά ή κατεδάφισης και τους οποίους τηρούν με την πεποίθηση ότι είναι σωστοί. Μεταξύ των υποκειμένων του εγκλήματος του άρθρου 286 ΠΚ, είναι και ο διευθύνων το οικοδομικό έργο, όπως ο επιβλέπων μηχανικός ή αρχιτέκτων, ο συντάξας τους στατικούς υπολογισμούς, καθώς και εκείνος που διευθύνει την εκτέλεση του έργου και δίδει οδηγίες και διαταγές υποχρεωτικές για εκείνους που εκτελούν αυτές.
Περαιτέρω, η καταδικαστική απόφαση έχει την από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ, όταν αναφέρονται σ' αυτήν με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε.
Ειδικότερα, ως προς την έκθεση των αποδείξεων, αρκεί η γενική, κατά το είδος τους, αναφορά τους, χωρίς να είναι απαραίτητο να διευκρινίζεται από ποιο ή ποια αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε κάθε παραδοχή. Δεν υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας και στην περίπτωση όπου η αιτιολογία της αποφάσεως εξαντλείται στην επανάληψη του διατακτικού της, το οποίο περιέχει, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού.
Δεν αποτελούν, επίσης, λόγο αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση των εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχετίσεως μεταξύ των αποδεικτικών στοιχείων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας.
Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε ορθώς τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στην εφαρμοσθείσα διάταξη.
Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η παραβίαση αυτής γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του σκεπτικού προς το διατακτικό της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος περί της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη υπ' αριθμ. 1662/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Θράκης και ειδικότερα όπως προκύπτει από την εκκληθείσα υπ' αριθμ. 1449/2008 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ξάνθης και τα πρακτικά αυτής, οι σε αυτήν κατηγορούμενοι Ό. Ε. του Γ., Μ. Π. του Γ., Ι. Ν. του Χ. (ήδη αναιρεσείων) και Ε. Γ. του Ι., κηρύχθηκαν αθώοι της αποδιδόμενης σ' αυτούς αξιόποινης πράξης της παραβίασης των κανόνων της οικοδομικής (άρθρο 286 §1 του ΠΚ), ενώ παράλληλα κηρύχθηκε αθώα η πρώτη αυτών και για το αποδιδόμενο μόνο σ' αυτήν έγκλημα της πλημμεληματικής απάτης (άρθρο 386 §1 ΠΚ). Κατά της αθωωτικής αυτής απόφασης ο Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών Ξάνθης, ενώπιον της αρμοδίας γραμματέα του Πρωτοδικείου Ξάνθης με την υπ' αριθμ. 207/20-11-2008 έκθεση εφέσεως, δήλωσε ότι ασκεί έφεση κατά της απόφασης αυτής μόνο κατά το μέρος που αφορούσε τους κατηγορούμενους Ε., Π. και Ν. (όχι και τον Ε. Γ.) και μόνο για την αξιόποινη πράξη της παραβίασης των κανόνων της οικοδομικής. Συγκεκριμένα δε δήλωσε ότι "το δικάσαν Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ξάνθης κακώς απήλλαξε την 1η, 2η και 3ο των κατηγορουμένων ως προς την πρώτη πράξη της παραβίασης των κανόνων της οικοδομικής (άρθρο 286 παρ. 1 ΠΚ), καθόσον από την επ' ακροατηρίω αποδεικτική διαδικασία, αποδείχθηκε ότι η πρώτη κατηγορουμένη Ε. Ό., ο δεύτερος κατηγορούμενος Μ. Π. και ο τρίτος κατηγορούμενος Ι. Ν., κατά την εκπόνηση μελέτης καθώς και την διεύθυνση και εκτέλεση οικοδομικού έργου δη την κατασκευή και ανέγερση ξύλινης προκατασκευασμένης οικοδομής, ενήργησαν παρά τους αναγνωρισμένους τεχνικούς κανόνες και ειδικότερα με αποτέλεσμα αυτή να φέρει τις κάτωθι κακοτεχνίες και ελλείψεις: 1) Η δίριχτη κεντρική στέγη της οικίας καλυπτόταν με κεραμικά που είχαν τεθεί εσφαλμένα και το ασφαλτόπανο δεν είχε τοποθετηθεί σε όλη την επιφάνεια της στέγης. Επίσης αποδείχθηκε ότι δεν είχαν τοποθετηθεί κατάλληλα στεγανωτικά υλικά με αποτέλεσμα να μην επιτευχθεί απόλυτη στεγανοποίηση από ισχυρή βροχή, με αποτέλεσμα την ημέρα των Χριστουγέννων του έτους 2003, σε μια νεροποντή με χιονόνερο, έμπαζαν όλοι οι τοίχοι νερά με αποτέλεσμα να κινδυνεύσει τουλάχιστον η υγεία των δύο τέκνων των εγκαλούντων. 2) Η πάκτωση του κτιρίου στη βάση από οπλισμένο σκυρόδεμα δεν επιτεύχθηκε διότι οι μεταλλικές αναμονές που προϋπήρχαν στη βάση λόγω λανθασμένων μετρήσεων με τους αρχικούς κορμούς και 3) Υπήρχαν πολλαπλά ανοίγματα ανάμεσα στους κορμούς με αποτέλεσμα την εισροή αέρα και νερού εντός της οικίας. Επίσης το Δικαστήριο εσφαλμένα δεν εξέτασε το ενδεχόμενο ότι οι παραπάνω κατηγορούμενοι τέλεσαν την πράξη του άρθρου 286 παρ. 1 ΠΚ από αμέλεια, αφού από την αποδεικτική διαδικασία προέκυψε ότι δεν κατέβαλλαν την απαιτούμενη προσοχή και επιμέλεια και έτσι παραβίασαν βασικούς και στοιχειώδεις τεχνικούς κανόνες και προξένησαν κίνδυνο για την ζωή και την υγεία ανθρώπου. Επίσης το δίκασαν Δικαστήριο, παρέβλεψε το γεγονός ότι αποτέλεσμα της πράξης των τριών κατηγορουμένων ήταν και το ότι κατά τα Χριστούγεννα του έτους 2003, εισέρευσαν με ορμή, ύδατα εντός της οικίας με αποτέλεσμα να κινδυνεύσει η υγεία των τέκνων των εγκαλούντων.
Κατόπιν των ανωτέρω η εκκαλουμένη όχι ορθά απάλλαξε τους παραπάνω κατηγορούμενους για το αδίκημα της παραβίασης των κανόνων της οικοδομής, καθώς αυτοί έπρεπε να κηρυχθούν ένοχοι".
Το Τριμελές Εφετείο Θράκης με την προσβαλλόμενη υπ' αριθμ. 1662/2009 απόφασή του δέχθηκε τυπικά και κατ' ουσίαν την ως άνω έφεση του Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Ξάνθης, με την αποδοχή, πρόδηλα ότι αυτή περιείχε ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, κήρυξε δε τους ως άνω τρεις (3) κατηγορούμενους ενόχους και επέβαλε σε καθένα αυτών ποινή φυλάκισης τριών (3) μηνών, την οποία ως προς μεν τους δύο άλλους, εκτός του αναιρεσείοντος, κατηγορούμενους ανέστειλε για τρία (3) έτη, ως προς δε τον αναιρεσείοντα μετέτρεψε σε χρηματική ποινή προς πέντε (5) ευρώ ημερησίως. Πρέπει να αναφερθεί ότι όπως προκύπτει από τα πρακτικά της δευτεροβάθμιας δίκης, κατά του παραδεκτού της ως άνω έφεσης δεν υποβλήθηκε κάποια ένσταση εκ μέρους των κατηγορουμένων. Με τα παραπάνω στην ως άνω έφεση εκτίθενται με σαφήνεια και πληρότητα τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και ένεκα των οποίων υφίσταται η συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών όρων της ως άνω αξιόποινης πράξης (παραβίαση των κανόνων της οικοδομικής από αμέλεια), η ενσύνοπτη παράθεση δε στην εν λόγω έκθεση έφεσης των αποδεικτικών στοιχείων από τα οποία προκύπτει η ενοχή των τριών κατηγορουμένων της δευτεροβάθμιας δίκης και εντεύθεν η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, αρκεί, κατά νόμο, για την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της έφεσης του Εισαγγελέα κατά της αθωωτικής απόφασης. Επομένως η ανωτέρω έφεση του Αντεισαγγελέα Πρωτοδίκων Ξάνθης, ορθά κρίθηκε από το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο της ουσίας παραδεκτή, αφού, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, σωστά εφήρμοσε τη διάταξη του άρθρου 486 §3 του Κ.Ποιν.Δ. ως και εκείνες των άρθρων 474 §2 και 498 εδ. α' του ίδιου Κώδικα. Συνακόλουθα δεν έχει υποπέσει η προσβαλλομένη απόφαση σε θετική υπέρβαση εξουσίας που ιδρύει τον από τη διάταξη του άρθρου 510 §1 στοιχ. Η' του Κ.Ποιν.Δ. λόγο αναίρεσης και εντεύθεν ο σχετικός πέμπτος λόγος της κρινόμενης αιτήσεως, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
Περαιτέρω, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης υπ' αριθμ. 1662/2009 αποφάσεώς του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το Τριμελές Εφετείο Θράκης δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:
1ο "Στην Ξάνθη τον Αύγουστο του 2003, η πρώτη κατηγορούμενη Ό. Ε., νόμιμος εκπρόσωπος τυγχάνουσα και δη Πρόεδρος της εργολήπτριας εταιρίας Α.Ε. με την επωνυμία "Ε... Α... ΕΙΣΑΓΩΠΚΗ ΕΞΑΓΩΓΙΚΗ, ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΕΙΔΩΝ ΞΥΛΕΙΑΣ ΠΡΟΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΩΝ ΞΥΛΙΝΩΝ ΣΠΙΤΙΩΝ ΕΙΔΩΝ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ, ΠΛΑΣΤΙΚΩΝ ΕΙΔΩΝ ΚΑΙ ΕΙΔΩΝ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑΣ ΕΙΔΩΝ ΔΙΑΤΡΟΦΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ" με διακριτικό τίτλο "WOOD LAND" που εδρεύει στην Ξάνθη, δυνάμει του από 6-11-2000 ιδιωτικού συμφωνητικού πώλησης ξύλινης προκατασκευασμένης μονοκατοικίας ανέλαβε την κατασκευή και εγκατάσταση για λογαριασμό του πολιτικού ενάγοντος Κ. Λ. μίας προκατασκευασμένης ξύλινης διώροφης μονοκατοικίας με συνολικό εμβαδό 141,5 τ.μ. επί οικοπέδου συνιδιοκτησίας των εγκαλούντων Κ. Λ. και Χ. Β., με συνολικό συμφωνητικό τίμημα της κατασκευής το ποσό των 28.150.000 δρχ Ο δεύτερος κατηγορούμενος Μ. Π., σύζυγος της πρώτης και νόμιμος αναπληρωτής της στην εκπροσώπηση της εργολήπτριας εταιρίας, είχε την διεύθυνση-επιστασία του ως άνω έργου, δίνοντας οδηγίες στους εργάτες και τα συνεργεία της εργολήπτριας και κατευθύνοντας τις εργασίες της εγκατάστασης και της κατασκευής, ο δε τρίτος κατηγορούμενος Ν. Ι., αρχιτέκτων-μηχανικός, είχε εκπονήσει την αρχιτεκτονική μελέτη και τη μελέτη θέρμανσης-πυροπροστασίας και είχε αναλάβει, σύμφωνα με την εκδοθείσα προς τούτο με αριθμ. ΝΑ 206/2001 οικοδομική άδεια, τη γενική επίβλεψη του έργου και την επίβλεψη θέρμανσης πυροπροστασίας ως τις 16-6-2003. Όλοι οι ανωτέρω κατηγορούμενοι, ενώ όφειλαν ως εκ της ως άνω ιδιότητας τους να μεριμνήσουν για την κατασκευή και εγκατάσταση της συμφωνηθείσας διώροφης ξύλινης προκατασκευασμένης οικίας, σύμφωνα με την υπ' αριθμ. ΝΑ 206/01 οικοδομική άδεια της Διεύθυνσης Πολεοδομίας Ξάνθης και της εγκεκριμένης προς τούτο μελέτης, αυτοί, από έλλειψη της προσοχής, που μπορούσαν και όφειλαν από τις περιστάσεις να καταβάλουν, ενεργώντας ως κατωτέρω και παρά τους κοινώς αναγνωρισμένους κανόνες, ο δε τρίτος κατά παράλειψη των επιβεβλημένων ενεργειών του - άσκηση της κατά νόμο επίβλεψης, ως είχε νόμιμη υποχρέωση ως την παράδοση του έργου, εκ της ανάληψης της συγκεκριμένης ιδιότητας και δη του γενικού επιβλέποντα του έργου δυνάμει της με αρ. ΝΑ 206/01 οικοδομικής άδειας, κατασκεύασαν και παράδωσαν ως ετοιμοπαράδοτη δήθεν τον Αύγουστο του 2003 διώροφη ξύλινη προκατασκευασμένη οικία, που είχαν εγκαταστήσει επί του οικοπέδου των εγκαλούντων, η οποία έφερε τις κάτωθι ελλείψεις και κακοτεχνίες: "1) Η δίριχτη κεντρική στέγη της οικίας επικαλύπτεται με κεραμικά τοποθετημένα εσφαλμένα (η τελευταία σειρά των κεραμιδιών δεν έφτανε μέχρι τους κορφιάτες), το ασφαλτόπανο δεν είχε τοποθετηθεί σε όλη την επιφάνεια της στέγης, το σανίδωμα είχε κακή συναρμογή, ενώ όλες οι συναρμογές-ενώσεις είχαν γίνει με τσιμέντο που είχε υποστεί ρηγματώσεις. Δεν είχαν χρησιμοποιηθεί κατάλληλα στεγανωτικά-μονωτικά υλικά για να επιτευχθεί η πλήρης στεγανοποίηση σε ισχυρή βροχή. Το ασφαλτόπανο είχε τοποθετηθεί κατά τέτοιο τρόπο και τα αντίστοιχα πηχάκια είχαν τρυπηθεί σε πολλά σημεία, με συνέπεια τυχόν νερό που εγκλωβίζεται δεν είχε δίοδο-διέξοδο διαφυγής. Όλα αυτά είχαν σαν συνέπεια η οικία να δέχεται σημαντική ποσότητα νερού σε κάθε βροχόπτωση. 2) Υπήρχαν πολλαπλά ανοίγματα ανάμεσα στους κορμούς με αποτέλεσμα την εισροή αέρα και νερού με δραματική μείωση της θερμοχωρητικότητας των ολόσωμων κορμών και αντίκτυπο στο "ζέσταμα" των χώρων. Οι ανωτέρω αρμοί ανάμεσα στους κορμούς είχαν καλυφθεί με ακρυλικό στόκο. Ο ακρυλικός στόκος είναι υλικό ακατάλληλο για τέτοια χρήση διότι δεν μπορεί να ακολουθήσει την διαστολή και συστολή των κορμών με αποτέλεσμα να ανοίγει. Είναι αξιοσημείωτο, ότι στο εμπόριο υπάρχουν ειδικά μονωτικά για τέτοιες χρήσεις με μεγάλη αντοχή στις διατάσεις που εφαρμόζονται. 3) Στην ισόγειο βεράντα και συγκεκριμένα έξω από το γκαράζ η κλίση των πλακών που είχαν τοποθετηθεί στο δάπεδο είναι αντίθετη, οπότε τα βρόχινα νερά συσσωρεύονται και τελικά εισρέουν στο εσωτερικό του. 4) Η μπαλκονόπορτα της δυτικής κρεβατοκάμαρας είχε τοποθετηθεί ανάποδα με το φύλλο της πόρτας να ανοίγει αριστερόστροφα προς το δωμάτιο και όχι δεξιόστροφα προς τον τοίχο με κίνδυνο τραυματισμού οποιουδήποτε κινείται σε αυτόν τον χώρο και ιδιαίτερα των παιδιών. 5) Οι μεγάλες πάνω βιτρίνες στο καθιστικό δεν είχαν πλήρη εφαρμογή με την κάσα με αποτέλεσμα την εισροή νερού και ιδιαίτερα αέρα με όλες τις προαναφερθείσες συνέπειες για την εύρυθμη λειτουργία της οικίας. 6) Στη μικρή σκεπή της βιτρίνας (βόρειο ανατολική πλευρά του κτιρίου) τις δοκούς αλλά και από την οροφή (ραμποτέ) υπήρχαν μεγάλα ανοίγματα στα οποία είσρεε μεγάλη ποσότητα αέρα καταστρέφοντας την θερμοχωρητικότητα όλης της οικίας, λόγω κακής σχεδίασης και κατασκευής. 7) Στην σκεπή του γκαράζ, λόγω κακής τοποθέτησης των κεραμικών, της μεμβράνης και την κάλυψη των αρμών με τσιμέντο που είχε υποστεί ρηγματώσεις, εισρέουν νερά σε έντονες βροχοπτώσεις. 8) Το βάψιμο της οικίας και κυρίως της εξωτερικής τοιχοποιίας έγινε με τελείως ακατάλληλη μπογιά (βερνικόχρωμα με βάση το νερό και βερνικόχρωμα με βάση το πλαστικό) η οποία δημιούργησε επιφάνεια που έκλεισε τους πόρους του ξύλου και δεν το άφησε να αναπνεύσει και να βγάζει την υγρασία του και συσσώρευε νερό στο εσωτερικό του, με αποτέλεσμα να εμφανισθούν προβλήματα σε πολλαπλά σημεία της κατασκευής (ήτοι σαράκι, έντομα σκαραβαίοι εντός των ξύλων, μύκητες, διάβρωση κ.λ.π.). 9) Μεγάλοι αρμοί ανάμεσα στους κορμούς είτε έμειναν ακάλυπτοι είτε καλύφθηκαν με ακατάλληλο μονωτικό υλικό (ακρυλικό στόκο) με αποτέλεσμα την εισροή υδάτων και αέρα από την εξωτερική τοιχοποιία, καταστρέφοντας την θερμομόνωση και υγρομόνωση της κατασκευής. Από τις ως άνω ενέργειες-παραλείψεις των κατηγορουμένων ετέθη σε κίνδυνο η υγεία των εγκαλούντων και των δυο ανήλικων τέκνων τους, που εγκαταστάθηκαν από τον Αύγουστο του 2003, και δη από την έκθεσή τους, ως εκ των ως άνω παραγόντων, στο κρύο, τη βροχή και την υγρασία, καθώς και από τον κίνδυνο, λόγω της μούχλας, αποκόλλησης τμημάτων του σπιτιού (κουφώματα κλπ.) και ολικής πτώσης της οικίας. Όλα τα ανωτέρω προκύπτουν από τα προαναφερθέντα αποδεικτικά στοιχεία και ιδίως από τις σαφείς καταθέσεις του πολιτικώς ενάγοντος Λ. Κ., των μαρτύρων κατηγορίας Ν. Ζ., αρχιτέκτονα-μηχανικού, ο οποίος ήλεγξε την επίδικη οικία και συνέταξε και την από 1-10-2003 τεχνική έκθεση, Δ. Τ., Ν. Χ., Χ. Χ. και Ε. Π.-Τ., που δόθηκαν, τόσο ενώπιον του παρόντος, όσο και του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, καθώς και τις καταθέσεις, που δόθηκαν στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο από την εγκαλούσα Β. Χ. και τον μάρτυρα H. L., Γερμανό υπήκοο, που ασχολείται επαγγελματικά με κατασκευαστικές επιδιορθώσεις σε ξύλινα σπίτια στη Γερμανία και προέβη στις απαιτούμενες επιδιορθώσεις στην επίδικη οικία κατά το έτος 2005. Οι καταθέσεις δε αυτές δεν αναιρούνται από την κατάθεση του μάρτυρα υπεράσπισης Γ. Π., εργαζομένου ως τεχνικού στην κατασκευάστρια εταιρία, σύμφωνα με τον οποίο η επιλογή του χρώματος έγινε από τον πολιτικώς ενάγοντα, καθόσον ο τελευταίος δεν μπορούσε να γνωρίζει την τεχνική καταλληλότητα του χρώματος αυτού, ούτε τις τυχόν δυσμενείς επενέργειες του στην ομαλή συμπεριφορά (στεγανότητα και "αναπνοή") του ξύλου, γεγονός το οποίο όφειλαν να γνωρίζουν μόνο οι κατηγορούμενοι, ως εκ της ανωτέρω ιδιότητάς τους, οπότε η τυχόν επιλογή του χρώματος από τον εγκαλούντα (γεγονός το οποίο ο ίδιος αρνείται) θα αφορούσε μόνο την αισθητική αξία του χρώματος, όπως συνηθίζεται να γίνεται από τους ιδιοκτήτες των ανεγειρομένων οικιών σε ανάλογες περιπτώσεις. Επίσης, αβάσιμα ισχυρίζεται στην απολογία του ο δεύτερος κατηγορούμενος, ότι δεν επετράπη από τον πολιτικώς ενάγοντα στην κατασκευάστρια εταιρία να προβεί στις απαιτούμενες επιδιορθώσεις, ενόψει της κατάθεσης του πολιτικώς ενάγοντος, ότι κατά τη διάρκεια της κατασκευής είχε επισημανθεί το πρόβλημα της στέγης στον δεύτερο κατηγορούμενο, πλην, όμως, μετά από 4-5-επισκέψεις του αρμόδιου συνεργείου της κατασκευάστριας εταιρίας, δεν κατέστη δυνατή η επιδιόρθωσή της, οπότε και δεν εμπιστεύονταν πλέον την εταιρία και με εξώδικη δήλωση, που απηύθυνε προς αυτήν, ζήτησε απ’ την τελευταία την κάλυψη της δαπάνης, που θα απαιτούνταν για την αποκατάσταση της βλάβης από άλλο συνεργείο της επιλογής του. Επίσης, επί του θέματος αυτού, η μάρτυρας Ν. Χ., πεθερά του εγκαλούντος, καταθέτει, ότι ο εγκαλών "καλούσε τους υπεύθυνους, αλλά δεν γινόταν τίποτα και με δική του δαπάνη άλλαξε τη στέγη". Άλλωστε, όπως συνηθίζεται στις συναλλαγές, σε ανάλογες περιπτώσεις πλημμελών κατασκευών, είναι σπάνιο το φαινόμενο να προσφεύγει ο ιδιοκτήτης του έργου για αποκατάσταση των βλαβών σε τρίτα πρόσωπα απευθείας και πριν τη σχετική προσπάθεια και πίεση προς τον εργολάβο. Κατ' ακολουθίαν, πρέπει οι κατηγορούμενοι να κηρυχθούν ένοχοι για την πράξη της παράβασης των κανόνων της οικοδομικής, που τους αποδίδεται με το κατηγορητήριο, τελεσθείσα από αμέλεια σύμφωνα με το διατακτικό". Στη συνέχεια, το ως άνω Δικαστήριο, κήρυξε ενόχους και τους τρεις (3) κατηγορουμένους για την αξιόποινη πράξη της παραβίασης των κανόνων της οικοδομικής και επέβαλε στον καθένα την προαναφερθείσα ποινή φυλάκισης, την οποία όσο αφορά τον αναιρεσείοντα μετέτρεψε σε χρηματική ποινή, προς πέντε (5) ευρώ ημερησίως.
Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 18 εδ. β', 26 παρ.1 εδ. β', 28 και 286 παρ.1 του ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, απολογία κατηγορουμένων, από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά. Και συγκεκριμένα έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο της ουσίας και συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα αποδεικτικά μέσα και την ανώμοτη κατάθεση της πολιτικώς ενάγουσας και όλες τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης. Ειδικότερα αναφέρεται στο αιτιολογικό της προσβαλλόμενης απόφασης: α) η ιδιότητα που είχε (του αρχιτέκτονος μηχανικού και έχοντος τη γενική επίβλεψη του έργου) ο αναιρεσείων κατά την κατασκευή της ελαττωματικής προκατασκευασμένης ξύλινης διώροφης μονοκατοικίας για λογαριασμό του πολιτικώς ενάγοντος Λ. Κ., σε οικόπεδο συνιδιοκτησίας του τελευταίου και της συζύγου του Β. Χ. και συγκεκριμένα ήταν ο αρχιτέκτων μηχανικός που είχε εκπονήσει την αρχιτεκτονική μελέτη και τη μελέτη θέρμανσης πυροπροστασίας, είχε αναλάβει τη γενική επίβλεψη του έργου και την επίβλεψη θέρμανσης-πυροπροστασίας ως τις 16-6-2003, β) η εκ της ως άνω ιδιότητάς του υποχρέωση να μεριμνήσει για την καλή κατασκευή και εγκατάσταση της ανωτέρω διώροφης προκατασκευασμένης οικίας, γ) η αμέλεια αυτού και δη η μη καταβολή και εκ μέρους αυτού (αναιρεσείοντος) της προσοχής που μπορούσε και όφειλε να καταβάλει από τις περιστάσεις και τους κοινούς αναγνωρισμένους κανόνες και κατά παράλειψη των επιβεβλημένων ενεργειών του (άσκηση της κατά νόμο επίβλεψης ως γενικός επιβλέπων του έργου αυτού, δυνάμει της υπ' αριθμ. ΝΑ 206/2001 άδειας της Δ/νσης Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος της Νομαρχίας Ξάνθης, δ) το αποτέλεσμα που επήλθε από την αμέλεια αυτού και τις συγκλίνουσες αμέλειες των λοιπών δύο συγκατηγορουμένων του και το οποίο ήταν η κατασκευή και παράδοση της προαναφερομένης οικίας που έφερε τις λεπτομερώς στην προσβαλλόμενη απόφαση αναφερόμενες εννέα (9) συνολικά ελλείψεις και κακοτεχνίες και ε) η εξαιτίας των εν λόγω κακοτεχνιών και ελλείψεων πρόκληση κινδύνου για την υγεία των εγκαλούντων συζύγων και των δύο ανηλίκων τέκνων τους και δη η έκθεσή τους στο κρύο, τη βροχή και την υγρασία, από τις ως άνω ενέργειες-παραλείψεις του αναιρεσείοντος (και των λοιπών δύο συγκατηγορουμένων). Επομένως οι περί του αντιθέτου αιτιάσεις του αναιρεσείοντος ως προς την πληρότητα της αιτιολογίας της απόφασης και ως προς την ορθή εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διάταξης του άρθρου 286 παρ.1 του ΠΚ, είναι απορριπτέες ως αβάσιμες. Εξάλλου πρέπει να επισημανθεί ότι το Τριμελές Εφετείο Θράκης που δέχθηκε ότι το έργο που κατασκευάσθηκε και με την επίβλεψη του αναιρεσείοντος έφερε συνολικά εννέα (9) ελλείψεις-κακοτεχνίες, ενώ ο ασκήσας την έφεση Αντεισαγγελέας Πρωτοδίκων Ξάνθης ανέφερε στο εφετήριο μόνο τρεις (3), δεν υπερέβη την εξουσία του και δεν κατέστησε χείρονα τη θέση αυτού (αναιρεσείοντος) με το να διευκρινίσει και συμπληρώσει τα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αξιόποινη πράξη για την οποία είχε ασκηθεί η ποινική δίωξη και καταδικάσθηκε ο κατηγορούμενος-αναιρεσείων (παραβίαση των κανόνων της οικοδομικής από αμέλεια), εκτός του ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν συνέτρεχε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 470 του Κ.Ποιν.Δ., καθόσον επρόκειτο περί εφέσεως του Εισαγγελέα κατά αθωωτικής αποφάσεως για τον κατηγορούμενο αναιρεσείοντα και όχι του ίδιου του κατηγορούμενου. Συνακόλουθα οι σχετικές αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, που προβάλλονται με τον έκτο λόγο της κρινόμενης αιτήσεώς του περί υπερβάσεως της εξουσίας του Δικαστηρίου και περί χειροτερεύσεως της θέσης του, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμες. Ακόμα, η αιτίαση του αναιρεσείοντος που προβάλλεται με τον έβδομο λόγο της κρινόμενης αιτήσεώς του και πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για υπέρβαση εξουσίας του Δικαστηρίου και ειδικότερα με το να κρίνει παραδεκτή την έφεση του Εισαγγελέα ενώ έπρεπε να την κηρύξει απαράδεκτη λόγω έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, εξαιτίας της μη άσκησης αυτής και κατά του τετάρτου κατηγορουμένου στον πρώτο βαθμό και ομοίως και ειδικότερα του αθωωθέντος Γ. Ε., κατά παράβαση των αρχών της ισότητας των διαδίκων, της αναλογικότητας και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και της εντεύθεν δυσχέρανσης της θέσης του καθιστώντας αυτόν εκ νέου κατηγορούμενο όχι όμως και τον αθωωθέντα συγκατηγορούμενό του Γ. Ε., είναι απορριπτέα ως αβάσιμη, καθόσον ο Εισαγγελέας άσκησε δικαίωμά του παρεχόμενο από το νόμο (άρθρο 486 παρ.1 περ. γ' και παρ.3 του Κ.Ποιν.Δ.) σε βάρος μόνο εκείνων των κατηγορουμένων που έκρινε ότι δεν εκτιμήθηκαν ορθά οι αποδείξεις από το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, επεκτατικό δε αποτέλεσμα σε βάρος συγκατηγορουμένου από την άσκηση ενδίκου μέσου δεν προβλέπεται, ενώ από την εν λόγω άσκηση του ενδίκου μέσου της έφεσης εκ μέρους του Εισαγγελέα ουδεμία παραβίαση επήλθε των αρχών της ισότητας, της αναλογικότητας και της δίκαιης δίκης με το να αποδοθεί στη συνέχεια από το Δικαστήριο σε καθένα των κατηγορουμένων η ποινική που αρμόζει ευθύνη για τις δικές του ενέργειες και παραλείψεις αποκλειστικά κατά την εκτέλεση του ως άνω ελαττωματικού έργου. Επομένως, οι από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ' και Ε' του Κ.Ποιν.Δ. λόγοι αναιρέσεως που περιλαμβάνονται στους λοιπούς, πλην του έκτου και του εβδόμου, λόγων της κρινόμενης αιτήσεως, με τους οποίους αποδίδονται στην προσβαλλόμενη απόφαση οι πλημμέλειες της ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας αλλά και της εσφαλμένης εφαρμογής της ουσιαστικής ποινικής διάταξης του άρθρου 286 παρ.1 του ΠΚ ως και της ελλείψεως νόμιμης βάσης, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι. Κατά τα λοιπά με τους πιο πάνω λόγους αναιρέσεως, πλήττεται απαραδέκτως η ως άνω απόφαση για εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και πραγματικών περιστατικών, καθόσον με τον τρόπο αυτόν πλήττεται η αναιρετική ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας. Μετά από αυτά, εφόσον δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως για έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση στο σύνολό της και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 30 Μαρτίου 2010 αίτηση του Ι. Ν. του Χ., κατοίκου ..., για αναίρεση της υπ' αριθμ. 1662/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Θράκης. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Δεκεμβρίου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 16 Δεκεμβρίου 2010.
Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ