Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 283 / 2014    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Βεβαίωση ένορκη, Αγωγή αρνητική.




Περίληψη:
Πότε η αρνητική αγωγή είναι ορισμένη. Βεβαίωση ένορκη που δόθηκε για συγκεκριμένη δίκη χωρίς προηγούμενη κλήτευση και χωρίς παράσταση του αντιδίκου είναι ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο και δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων. Βεβαίωση ένορκη που δόθηκε για άλλη δίκη. Πότε εκτιμώνται προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων.




Αριθμός 283/2014

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ιωάννη Σίδερη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Παναγιώτη Ρουμπή, Ερωτόκριτο Καλούδη, Αργύριο Σταυράκη και Ευγενία Προγάκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 20 Νοεμβρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Χ. Μ. του Σ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Ευφροσύνη Τσαμολιά.
Του αναιρεσιβλήτου: Σ. Σ. του Δ., κατοίκου ..., ο οποίος δεν παραστάθηκε ούτε εκπροσωπήθηκε από πληρεξούσιο δικηγόρο.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 30/3/2007 αγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Κεφαλληνίας. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 112/2008 του ίδιου Δικαστηρίου και 386/2012 του Εφετείου Πατρών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 31/12/2012 αίτησή της. Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο παραστάθηκε μόνο ο αναιρεσείων, όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ερωτόκριτος Καλούδης ανέγνωσε την από 6/11/2013 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης.
Η πληρεξούσια του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη του αντιδίκου του στη δικαστική δαπάνη του.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Από την έκθεση επίδοσης .../2.5.2013 του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Κεφαλληνίας … προκύπτει, ότι, ύστερα από έγγραφη παραγγελία της πληρεξούσιας δικηγόρου του αναιρεσείοντος που επισπεύδει τη συζήτηση, ακριβές αντίγραφο της ένδικης, από 31.12.2012, αίτησης αναίρεσης κατά της οριστικής απόφασης 386/2012 του Εφετείου Πατρών, με πράξη ορισμού δικασίμου και κλήση προς εμφάνιση κατά την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο (της 20.11.2013), επιδόθηκε νόμιμα και εμπρόθεσμα στον αναιρεσίβλητο, ο οποίος δεν εμφανίστηκε κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης, όταν η υπόθεση εκφωνήθηκε κατά τη σειρά του οικείου πινακίου, ούτε υπέβαλε έγγραφη δήλωση για παράστασή του στο ακροατήριο κατά τη διάταξη του άρθρου 242 παρ.2 ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 576 παρ.2 ΚΠολΔ, να προχωρήσει η υπόθεση παρά την απουσία του αναιρεσιβλήτου.
ΙΙ. Για να είναι πλήρης και ορισμένη η αρνητική αγωγή, κατά τα άρθρα 118 εδαφ.4 και 216 παρ.1 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με το άρθρο 1108 ΑΚ, πρέπει, εκτός από άλλα στοιχεία, να περιέχει: α)σαφή έκθεση των γεγονότων που θεμελιώνουν κυριότητα του ενάγοντος, β)ακριβή περιγραφή του επίδικου αντικειμένου, γ)διατάραξη της κυριότητας, δ)η διατάραξη να είναι παράνομη και ε)ορισμένο αίτημα άρσης της προσβολής (διαταράξεως) και παράλειψης της στο μέλλον. Μπορεί, ακόμη, ο ενάγων να απαιτήσει και την αναγνώριση της κυριότητάς του στο επίδικο, όταν αμφισβητείται από τον εναγόμενο, οπότε η αγωγή έχει χαρακτήρα αγωγής του άρθρου 1108 ΑΚ, στην οποία έχει σωρευθεί παραδεκτά και αναγνωριστική αγωγή δικαιώματος κυριότητας του πράγματος. Εξάλλου, αν η αγωγή στηρίζεται σε πρωτότυπο τρόπο κτήσεως κυριότητας, δεν απαιτείται τίποτε άλλο από τον τρόπο αποκτήσεώς του. Αν στηρίζεται σε παράγωγο τρόπο κτήσεως της κυριότητας με σύμβαση και το επίδικο αντικείμενο είναι ακίνητο, πρέπει ο ενάγων να περιλάβει στην αγωγή τα απαιτούμενα από τα άρθρα 1033 και 1192 ΑΚ για την κτήση της κυριότητας ακινήτου περιστατικά, δηλαδή, να αναφέρει ότι μεταβιβάστηκε σ'αυτόν η κυριότητα του επίδικου ακινήτου για ορισμένη αιτία με συμβολαιογραφικό έγγραφο και μεταγραφή και ότι ο άμεσος δικαιοπάροχός του ήταν κύριος του πράγματος που μεταβίβασε. Αν ο εναγόμενος αμφισβητήσει, με τις προτάσεις της πρώτης συζήτησης την κυριότητα του άμεσου δικαιοπαρόχου του ενάγοντος, αυτός υποχρεούται, κατ'επιτρεπτή, σύμφωνα με το άρθρο 224 ΚΠολΔ, συμπλήρωση της αγωγής, να καθορίσει με τις προτάσεις του της πρώτης συζήτησης τον τρόπο της κτήσης της κυριότητας του άμεσου δικαιοπαρόχου του και αν είναι αναγκαίο και των απώτερων δικαιοπαρόχων του, εωσότου φθάσει σε εκείνον που απέκτησε την κυριότητα με πρωτότυπο τρόπο (ΑΠ 1279/2005 ΕλλΔνη 48.1019). Η μη πλήρης αναφορά των στοιχείων αυτών καθιστά την αγωγή αόριστη και απορριπτέα λόγω της έλλειψης διαδικαστικής προϋπόθεσης. Στην προκείμενη περίπτωση, από την παραδεκτή (άρθρο 561 παρ.2 ΚΠολΔ) επισκόπηση της ένδικης - από 30.3.2007 - αγωγής προκύπτει, ότι ο ήδη αναιρεσίβλητος ενάγων ισχυρίστηκε, ότι είναι κύριος οκτώ (8) ακινήτων - επτά (7) αγροτεμαχίων και ενός λογγοχώραφου -, που περιγράφονται λεπτομερώς κατά θέση, έκταση, ιδιότητα, αξία και όρια - ότι των ακινήτων αυτών έγινε κύριος των μεν πρώτων επτά (7) από αυτά με έκτακτη χρησικτησία (ΑΚ 1045), γιατί τα έχει νεμηθεί με διάνοια κυρίου για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της εικοσαετίας (επί 35 χρόνια συνεχώς έως την άσκηση της αγωγής), ασκώντας σε αυτά τις λεπτομερώς αναφερόμενες διακατοχικές πράξεις που ανήκουν σε κύριο και ταιριάζουν στη φύση και τον προορισμό τους (επίβλεψη, εκδίωξη όσων τα επιβουλεύονταν ή τα ζημίωναν, καλλιέργεια κατά περιόδους κ.λπ.), του δε όγδοου από αυτά από δωρεά πρός αυτόν με το .../1999 συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Αργοστολίου Νίκης Ρασιά - Κυριακάτου, που έχει νόμιμα μεταγραφεί, του αληθινού κυρίου αυτού Ε. Σ., ο οποίος είχε γίνει κύριος του εν λόγω ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία, γιατί το είχε νεμηθεί για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της εικοσαετίας (επί 40 τουλάχιστον χρόνια συνεχώς έως την ως άνω μεταβίβασή του) ασκώντας σ'αυτό τις αναφερόμενες λεπτομερώς προσιδιάζουσες στη φύση και στον προορισμό του πράξεις νομής (επίβλεψη, εκδίωξη όσων το επιβουλεύονταν, παραχώρησή του σε τρίτους για βόσκηση των ζώων τους κ.λπ.) και ότι ο εναγόμενος (αναιρεσείων) τον Φεβρουάριο 2007 και το πρώτο δεκαήμερο Μαρτίου 2007 διατάραξε παράνομα την κυριότητά του στα παραπάνω ακίνητα, αφού με πρόθεση οδήγησε σε αυτά τα ζώα του, με αποτέλεσμα να προκληθούν ζημιές στη βλάστηση και στις λιθοδομές τους και παράλληλα αμφισβητεί την κυριότητά του σε αυτά, ισχυριζόμενος ότι του ανήκουν. Ζήτησε δε ο ήδη αναιρεσίβλητος ενάγων να αναγνωριστεί κύριος των ανωτέρω ακινήτων και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος (αναιρεσείων) να παραλείψει στο μέλλον να διαταράσσει την κυριότητά του στα ακίνητα αυτά με απειλή σε βάρος του χρηματικής ποινής 3000 ευρώ και προσωπικής κράτησης έξι μηνών για κάθε φορά που θα διαταράσσει την κυριότητά του σε αυτά. Με το περιεχόμενο αυτό, η ένδικη αγωγή περιέχει όλα τα απαιτούμενα, ως άνω, για τη θεμελίωσή της στοιχεία και είναι, επομένως, πλήρως ορισμένη. Συνακόλουθα, το Εφετείο, το οποίο απέρριψε με την προσβαλλόμενη απόφασή του την ένσταση αοριστίας (ποσοτικής) του ήδη αναιρεσείοντος εναγομένου, έλαβε υπόψη την ένσταση αυτή και δεν παρέλειψε παρά το νόμο να την κηρύξει απαράδεκτη και ο περί του αντιθέτου τέταρτος, κατά το πρώτο μέρος του λόγος της αναίρεσης, κατ'ορθή εκτίμησή του (όχι από τον αριθμό 1 αλλά) από τους αριθμούς 8 περ.β'και 14 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.
ΙΙΙ. Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 1710 παρ. 1, 1712, 1721, 1846, 1192 αρ.1, 1193, 1195, 1198 1199 και 1033 ΑΚ, συνάγεται ότι η κυριότητα ακινήτου αποκτάται παραγώγως, με κληρονομική μεν διαδοχή, από το θάνατο του κληρονομουμένου, εφόσον ο κληρονόμος αποδεχθεί την κληρονομιά με δημόσιο έγγραφο και μεταγράψει την περί αποδοχής δήλωση του, με συμφωνία δε, μεταξύ του κυρίου και εκείνου που την αποκτά, ότι μετατίθεται σ1 αυτόν η κυριότητα για κάποια νόμιμη αιτία, η οποία γίνεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο που υποβάλλεται σε μεταγραφή. Για τη μεταβίβαση, με τους τρόπους αυτούς, της κυριότητας του ακινήτου, προϋπόθεση είναι ο αποβιώσας ή εκείνος που συμφώνησε τη μεταβίβαση της να ήταν κύριος του ακινήτου. Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 974, 1045, 1051 ΑΚ, συνάγεται ότι, για την κτήση της κυριότητας ακινήτου με έκτακτη χρησικτησία, απαιτείται άσκηση νομής επί συνεχή εικοσαετία, με τη δυνατότητα, εκείνου που απέκτησε τη νομή αυτού με καθολική ή με ειδική διαδοχή να συνυπολογίσει στο χρόνο της δικής του νομής και το χρόνο νομής του δικαιοπαρόχου του. Άσκηση νομής, προκειμένου για ακίνητο, συνιστούν εμφανείς υλικές ενέργειες επάνω σ' αυτό που προσιδιάζουν στη φύση και τον προορισμό του, με τις οποίες εκδηλώνεται η βούληση του νομέα να το εξουσιάζει. Εξάλλου, ο λόγος αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ ιδρύεται, αν για την εφαρμογή κανόνα ουσιαστικού δικαίου, το δικαστήριο απαίτησε περισσότερα στοιχεία ή αρκέσθηκε σε λιγότερα στοιχεία από εκείνα που απαιτεί ο νόμος, καθώς και αν το δικαστήριο προσέδωσε στον εφαρμοστέο κανόνα έννοια διαφορετική από την αληθινή. Στην περίπτωση που το δικαστήριο έκρινε κατ' ουσία την υπόθεση, η παραβίαση κανόνα ουσιαστικού δικαίου κρίνεται ενόψει των πραγματικών περιστατικών που ανελέγκτως δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν το δικαστήριο της ουσίας και της υπαγωγής αυτών στο νόμο, ιδρύεται δε ο λόγος αυτός όταν το δικαστήριο εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε ότι αποδείχτηκαν δεν ήταν αρκετά για την εφαρμογή του ή δεν εφάρμοσε το νόμο, παρότι τα πραγματικά περιστατικά που δέχτηκε αρκούσαν για την εφαρμογή του, καθώς και όταν προέβη σε εσφαλμένη υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών σε διάταξη στο πραγματικό της οποίας αυτά δεν υπάγονται. Τέλος, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ, η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση όταν στο αιτιολογικό, που συνιστά την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν αναφέρονται καθόλου ή αναφέρονται ανεπαρκώς ή αντιφατικώς τα πραγματικό περιστατικά στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, και, έτσι, δεν μπορεί να ελεγχθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε ή δεν συνέτρεχαν οι όροι εκείνου που δεν εφαρμόσθηκε. Στην προκείμενη περίπτωση το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχτηκε τα εξής: "Τα επίδικα ακίνητα είναι α) αγροτεμάχιο στη θέση "…" της κτηματικής περιφέρειας του χωριού Καραβάδος του Δήμου Λειβαθούς Κεφαλληνίας, εκτάσεως 4 στρεμμάτων περίπου, με τα εντός αυτού ευρισκόμενα 25 ελαιόδεντρα, το οποίο συνορεύει ανατολικά με ακίνητο Μ. Μ., βόρεια με ακίνητα Ν. Λ. και κληρονόμων Ν. Α., δυτικά με ακίνητα αδελφών Μ., Ν. Α. και κληρονόμων Π. Α., και νότια με ακίνητα κληρονόμων Π. Σ., Δ. Κ., κληρονόμων Α. Κ. και Ν. Λ., β) αγροτεμάχιο στη θέση "…" της ιδίας ως άνω κτηματικής περιφέρειας, εκτάσεως 3 στρεμμάτων, το οποίο συνορεύει βόρεια με αγροτικό δρόμο, ανατολικά με ακίνητο κληρονόμων Π. Σ., νότια με ακίνητο Γ. Γ. και ακίνητο κληρονόμων Κ. Σ. και δυτικά με ιδιοκτησία Κ. Σ. , γ) λογγοχώραφο στη θέση "…" της ιδίας ως άνω κτηματικής περιφέρειας, εκτάσεως 2 στρεμμάτων περίπου, το οποίο συνορεύει νότια με αγροτικό δρόμο, δυτικά με ιδιοκτησία Ν. Ι. Μ., βόρεια με ιδιοκτησία κληρονόμων Γ. Μ. και ανατολικά με ιδιοκτησίες Ε. Σ. και κληρονόμων αδελφών Μ., δ) αγροτεμάχιο στη θέση "…" της ιδίας ως άνω κτηματικής περιφέρειας, εκτάσεως ενός στρέμματος περίπου, το οποίο συνορεύει ανατολικά με ακίνητο Κ. Σ., νότια με ακίνητο Γ. Γ., δυτικά με ακίνητο αδελφών Μ. και βόρεια με ακίνητο κληρονόμων Κ. Α., ε) αγροτεμάχιο στη θέση "…" της ιδίας ως άνω κτηματικής περιφέρειας , εκτάσεως 4 στρεμμάτων, το οποίο συνορεύει βόρεια και δυτικά με ακίνητο αδελφών Μ., ανατολικά με ακίνητο Β. και νότια με ακίνητο κληρονόμων Χ. Α., στ) αγροτεμάχιο στη θέση "…" της ιδίας ως άνω κτηματικής περιφέρειας, εκτάσεως 1 1/2 στρέμματος, το οποίο συνορεύει ανατολικά με ακίνητο κληρονόμων Δ. Σ., βόρεια με αγροτεμάχιο του ενάγοντος και νότια και δυτικά με ιδιοκτησία αδελφών Μ., ζ) αγροτεμάχιο στη θέση "…" της ιδίας ως άνω κτηματικής περιφέρειας, εκτάσεως 3 στρεμμάτων, το οποίο συνορεύει νότια με ακίνητο αδελφών Μ., πρώην ιδιοκτησία Κ. Σ., δυτικά με ακίνητο κληρονόμων Σ. Μ. και με ακίνητο κληρονόμων Π. Σ. και με αγροτική οδό, και η) αγροτεμάχιο στη θέση "…", της ιδίας ως άνω κτηματικής περιφέρειας, εκτάσεως ενός στρέμματος περίπου, το οποίο συνορεύει νότια με αγροτεμάχιο του ενάγοντος, ανατολικά με ακίνητο κληρονόμων Δ. Σ., δυτικά με ακίνητο Μ. και βόρεια με ακίνητο κληρονόμων Π. Σ.. Από τα παραπάνω ακίνητα, τα υπό στοιχεία α', β', γ', δ', ε' και ζ' ακίνητα περιήλθαν στον ενάγοντα από κληρονομιά του κατά το έτος 1972 αποβιώσαντος πατέρα του Δ. Σ., χωρίς να αφήσει διαθήκη, και από τον παραπάνω χρόνο μέχρι την κατάθεση (4.4.2007) της ένδικης αγωγής ο ενάγων νεμήθηκε τα εν λόγω ακίνητα, ασκώντας, με την πεποίθηση ότι ενεργεί ως κύριος, όλες τις προσιδιάζουσες στη θέση και φύση τους διακατοχικές πράξεις, με τις οποίες εκδηλωνόταν η περί εξουσιάσεως αυτών βούληση του. Ειδικότερα, χρησιμοποιούσε αυτά για καλλιέργειες είτε ο ίδιος είτε εκμισθώνοντας αυτά σε τρίτους, συντηρούσε τις λιθοδομές τους, επέτρεπε τη με αντάλλαγμα συλλογή του ελαιοκάρπου από τρίτους στο παραπάνω ακίνητο στη θέση "…" και γενικά επέβλεπε και επιτηρούσε αυτά, απαγορεύοντας κάθε διαταρακτική ενέργεια τρίτων για χρονικό διάστημα 35 ετών τουλάχιστον. Επομένως, ο ενάγων έγινε κύριος των ακινήτων αυτών με έκτακτη χρησικτησία. Το υπό στοιχεία στ' ακίνητο περιήλθε στον ενάγοντα κατά το έτος 1980, ύστερα από άτυπη αγορά από τον Γ. Σ. του Ν., και από τότε μέχρι και την κατάθεση (4.4.2007) της ένδικης αγωγής ο ενάγων νεμήθηκε το εν λόγω ακίνητο με τη θέληση να έχει το πράγμα όπως αρμόζει στον κύριο , ενεργώντας όλες τις εμφανείς υλικές πράξεις που προσιδίαζαν στη φύση και θέση του, με τις οποίες εκδηλωνόταν η περί εξουσιάσεως αυτού βούληση του. Ειδικότερα, το καθάριζε από τη θαμνώδη βλάστηση , συντηρούσε τις λιθοδομές του, εκμεταλλευόταν τη ξυλεία των υπαρχόντων σ' αυτό δένδρων και γενικά το επέβλεπε και επιτηρούσε , απαγορεύοντας κάθε διαταρακτική ενέργεια τρίτων για χρονικό διάστημα 27 ετών τουλάχιστον. Επομένως, ο ενάγων έγινε κύριος και του παραπάνω ακινήτου με τις προϋποθέσεις της έκτακτης χρησικτησίας. Τέλος, ο ενάγων έγινε κύριος του υπό στοιχεία η' ακινήτου λόγω δωρεάς εν ζωή από τον Ε. Σ. δυνάμει του νομίμως μεταγεγραμμένου .../1999 συμβολαίου της συμβολαιογράφου Αργοστολίου Νίκης Ρασιά - Κυριακάτου. Με τις έγγραφες προτάσεις του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου ο εναγόμενος συνομολογεί την κυριότητα του ενάγοντος επί των υπό στοιχεία α', β', γ', δ' και η' παραπάνω ακινήτων και αρνείται την ταυτότητα των υπό στοιχεία ε', στ' και ζ' παραπάνω ακινήτων (ήτοι στις θέσεις …, … και …). Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι στις αμέσως παραπάνω θέσεις της κτηματικής περιφέρειας του χωριού Καραβάδος του Δήμου Λειβαθούς βρίσκονται μόνον τα περίγραφόμενα ακίνητα της αποκλειστικής του κυριότητας των οποίων έγινε κύριος με έκτακτη χρησικτησία, χωρίς ωστόσο να επικαλείται ότι τα παραπάνω τρία επίδικα ακίνητα αποτελούν τμήματα των ακινήτων που περιγράφονται στις έγγραφες προτάσεις του ενώπιον του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και στην υπό κρίση έφεση ως ανήκοντα στον ίδιο. Επομένως, δεν μπορεί να γίνει λόγος για ισχυρισμό του εναγομένου περί δικής του αποκλειστικής κυριότητας επί των παραπάνω επίδικων ακινήτων....Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος, που διατηρεί αιγοπρόβατα, κατά μήνα Φεβρουάριο και το πρώτο δεκαήμερο του μηνός Μαρτίου 2007 διατάραξε παράνομα την κυριότητα του ενάγοντος επί των παραπάνω ακινήτων, καθώς οδήγησε το ποίμνιο του για βόσκηση εντός αυτών, με αποτέλεσμα να καταστραφεί η βλάστηση και να προκληθούν ζημίες στις λιθοδομές τους". Με βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο έκρινε ότι η ένδικη αρνητική και αναγνωριστική κυριότητας των επίδικων ακινήτων αγωγή του αναιρεσιβλήτου, που έχει ως βάση όσον αφορά τα πρώτα επτά από τα επίδικα ακίνητα τον πρωτότυπο τρόπο κτήσης κυριότητας της έκτακτης χρησικτησίας (ΑΚ 1045) και όσον αφορά το όγδοο από αυτά τον παράγωγο τρόπο κτήσης κυριότητας με σύμβαση (άρθρα 1033, 1192 αρ.1 και 1098 ΑΚ), είναι βάσιμη και κατ'ουσίαν, γι'αυτό δε και την δέχτηκε, επικυρώνοντας, έτσι, την εκκαλούμενη απόφαση που είχε εκφέρει όμοια κρίση. Έτσι που έκρινε το Εφετείο, σωστά τις προεκτεθείσες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του ΑΚ ερμήνευσε και εφάρμοσε, περιέλαβε δε στην απόφασή του πλήρη, σαφή και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογία που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων που αναφέρθηκαν, και, συνεπώς, ο τέταρτος, κατά το δεύτερο μέρος του, λόγος της αναίρεσης, από το άρθρο 559 αριθ.1 και 19 του ΚΠολΔ, με τον οποίο από τις αντίστοιχες αιτιάσεις υποστηρίζονται τα αντίθετα, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.
IV. Περαιτέρω, το Εφετείο, με το να δεχθεί την αγωγή κατά τις ανωτέρω βάσεις της, δεν έλαβε παρά το νόμο υπόψη του "πράγματα" που δεν προτάθηκαν, ούτε επιδίκασε κάτι που δεν ζητήθηκε, γι'αυτό και ο περί του αντιθέτου πέμπτος λόγος αναίρεσης, από το άρθρο 559 αριθ.8 περ.α' και 9 περ.α' ΚΠολΔ, είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί.
V. Κατά το εδ.γ'της παρ.2 του άρθρου 270 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 12 του ν.2915/2001 και ισχύει και μετά την αντικατάσταση του εν λόγω άρθρου από το άρθρο 28 του ν.2011 "ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου λαμβάνονται υπόψη το πολύ τρείς για κάθε πλευρά και μόνον αν έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση...". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει, ότι η ένορκη βεβαίωση που δίδεται για συγκεκριμένη δίκη χωρίς προηγούμενη κλήτευση και χωρίς παράσταση του αντιδίκου είναι ανυπόστατο αποδεικτικό μέσο και δεν λαμβάνεται υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 886/2008). Εξάλλου, όπως προκύπτει από τα άρθρα 336 παρ.3, 339 και 395 σε συνδυασμό με το άρθρο 270 παρ.3 εδ.2 του ΚΠολΔ, αν οι ένορκες βεβαιώσεις έχουν δοθεί για άλλη δίκη μεταξύ των αυτών διαδίκων, έστω και χωρίς την τήρηση των τασσόμενων γι'αυτές διατυπώσεων, εκτιμώνται προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, εκτός αν, κατά την κρίση του δικαστηρίου, δόθηκαν επίτηδες για να χρησιμοποιηθούν στη δίκη στην οποία προσκομίζονται, οπότε θεωρούνται ανυπόστατες (ΑΠ 1605/2001). Στην προκείμενη περίπτωση, ο αναιρεσείων, με το δεύτερο λόγο της αναίρεσης, κατ'ορθή εκτίμησή του, προσάπτει στην προσβαλλόμενη απόφαση την από τον αριθμό 11 περ.γ'(και όχι και 12) του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, γιατί το Εφετείο, παρά το νόμο, δεν έλαβε υπόψη την υπ'αριθμ....25.7.2007 ένορκη βεβαίωση του Ε. Γ. ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Π.Κεχαγιά, την οποία είχε προσκομίσει νόμιμα με επίκληση με τις προτάσεις του τόσο στο πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, όσο και ενώπιόν του - Εφετείου - της συζήτησης μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση "προς απόδειξη της από 8.1.2009 εφέσεώς του ....και προς ανταπόδειξη της ένδικης αγωγής του αντιδίκου (αναιρεσιβλήτου)". Το Εφετείο, όμως, βεβαιώνει, ότι η παραπάνω ένορκη βεβαίωση "συντάχθηκε ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Περσεφόνης Αθανασοπούλου Ρετσίνα Κεχαγιά, χωρίς να προηγηθεί κλήτευση του εφεσιβλήτου (αναιρεσιβλήτου) δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από αυτήν, γεγονός που συνομολογείται από τον εκκαλούντα (αναιρεσείοντα)". Περαιτέρω, ούτε ο αναιρεσείων επικαλείται ούτε προκύπτει ότι η ένορκη αυτή βεβαίωση είχε ληφτεί για άλλη δίκη. Επομένως, νόμιμα το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη την ένορκη αυτή βεβαίωση για την κατάρτιση του αποδεικτικού του πορίσματος και συνεπώς ο αναιρετικός αυτός λόγος είναι αβάσιμος και πρέπει να απορριφθεί. Η περιλαμβανόμενη στον ίδιο αναιρετικό λόγο αιτίαση, επίσης από τον αριθμό 11 περ.γ'του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ότι η ένορκη βεβαίωση παρά το νόμο δεν ελήφθη υπόψη ως απλό έγγραφο από το Εφετείο προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, αφού, σύμφωνα με το άρθρο 270 παρ.3 εδαφ.2 ΚΠολΔ, συγχωρείται η εμμάρτυρη απόδειξη (άρθρο 395 ΚΠολΔ) και το Εφετείο εσφαλμένα έκρινε ότι δόθηκε για τη συγκεκριμένη δίκη ενώ δόθηκε, "όπως από το περιεχόμενο αυτής προκύπτει - όχι για κάποια δίκη, αλλά - προς απόδειξη της άτυπης πωλήσεως δύο ακινήτων...της Ελένης Γ. προς αυτόν (αναιρεσείοντα)....", είναι προεχόντως, απαράδεκτη και πρέπει να απορριφθεί, εφόσον η σχετική εκτίμηση δεν υπόκειται, κατ'εφαρμογή του άρθρου 561 παρ.1 ΚΠολΔ, σε αναιρετικό έλεγχο.
VI. Ο λόγος αναίρεσης από τον αριθμό 11 περ.γ'του άρθρου 559 ΚΠολΔ, κατά τον οποίο επιτρέπεται αναίρεση αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν, ελέγχεται ουσιαστικά αβάσιμος, αν αποδεικνύεται από την προσβαλλόμενη απόφαση, ότι το δικαστήριο της ουσίας έλαβε υπόψη όλα τα αποδεικτικά μέσα που επικαλέστηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι προς απόδειξη των ισχυρισμών τους. Προς τούτο αρκεί η γενική αναφορά του είδους του αποδεικτικού μέσου (μάρτυρες, έγγραφα κ.λπ.), που έλαβε υπόψη του το δικαστήριο χωρίς την ανάγκη ειδικής μνείας και αξιολόγησης εκάστου και χωρίς διάκριση από ποια αποδεικτικά μέσα προκύπτει άμεση και από ποια έμμεση απόδειξη. Στην προκείμενη περίπτωση, με τους πρώτο και τρίτο λόγους της αναίρεσης προβάλλεται από τον ήδη αναιρεσείοντα εναγόμενο η από τον αριθμό 11 περ.γ'του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, γιατί το Εφετείο, προκειμένου να καταλήξει στην κρίση του περί της ουσιαστικής βασιμότητας της ένδικης αγωγής...ιδίως όσον αφορά τα αναφερόμενα σε αυτήν με αριθμούς 5, 6 και 7 ακίνητα στις θέσεις …, …και … της κτηματικής περιφέρειας του χωριού Καραβάδος του Δήμου Λειβαθούς Κεφαλληνίας -, δεν έλαβε υπόψη και δεν συνεκτίμησε με τις λοιπές αποδείξεις τα, ειδικότερα, σ'αυτούς μνημονευόμενα αποδεικτικά μέσα, που ο ήδη αναιρεσείων εναγόμενος επικαλέστηκε και προσκόμισε νόμιμα με τις προτάσεις του της συζήτησης μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, δηλαδή: 1)το αντίγραφο της - ένδικης - από 30.3.2007 αγωγής του αναιρεσιβλήτου, 2)το αντίγραφο των από 4.5.2008 προτάσεων του ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας και της από 6.6.2008 προσθήκης του, 3)το αντίγραφο των πρακτικών της συνεδρίασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας με αριθμό 112/2008 στα οποία, πλην άλλων, περιέχονται και οι καταθέσεις των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, 4)το αντίγραφο της εκκαλούμενης 112/2008 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, 5)το αντίγραφο του .../1962 συμβολαίου του πρώην συμβολαιογράφου Αργοστολίου Παντελή Μοντεσάντου όσον αφορά τα αναφερόμενα σε αυτό ακίνητα στη θέση "…" εκτάσεως δεκαοκτώ (18) στρεμμάτων περίπου, στη θέση "…" τεσσάρων (4) περίπου στρεμμάτων με πέντε (5) ελιές και το χωριζόμενο σε δύο τεμάχια μετά των εντός αυτού πέντε (5) ελαιοδένδρων εκτάσεως ενάμισυ (1,5) περίπου στρέμματος, που περιήλθαν δυνάμει του συμβολαίου αυτού στους Σ. Σ., Ν. και Α. Μ. κατά το 1/4 εξ αδιαιρέτου στον καθένα και εν συνεχεία τα απέκτησε ο πατέρας του αναιρεσείοντος Σ. Μ. κατόπιν άτυπης δωρεάς από τα αδέλφια του κατά τα έτη 1972 και 1983 και ακολούθως κατά το έτος 1985 ο αναιρεσείων κατόπιν άτυπης δωρεάς του πατέρα του προς αυτόν - αναιρεσείοντα - ο οποίος και κατέστη κύριος αυτών, με έκτακτη χρησικτησία, προσμετρούμενου και του χρόνου νομής του δικαιοπαρόχου του, 6)το αντίγραφο του .../1971 συμβολαίου του πρώην συμβολαιογράφου Αργοστολίου Γ. Μεταξά, όσον αφορά τη συνορεύουσα - με το ακίνητο στη θέση "…" - ιδιοκτησία Δ. Σ. που αναφέρεται στο συμβόλαιο αυτό, ότι πρόκειται ακριβώς για την ιδιοκτησία Ε. Σ., την οποία μίσθωνε ο συγγενής του Δ. Σ. και ότι προφανώς σημειώθηκε ως ιδιοκτησία Δ. Σ. διότι αυτός το διαχειριζόταν, 7)αντίγραφο του από 21.7.1950 ιδιωτικού συμφωνητικού, από το οποίο αποδεικνύεται ότι το ακίνητο αυτό ανήκε αρχικά στον Ε. Σ., ο οποίος το νεμόταν από το έτος 1950 και ως εκ τούτου είχε καταστεί κύριός του με έκτακτη χρησικτησία μέχρι το έτος 1999, 8)το αντίγραφο του από 3.3.1999 ιδιωτικού συμφωνητικού, από το οποίο αποδεικνύεται ότι ο Ε. Σ. δώρισε στον αναιρεσείοντα το μοναδικό του ακίνητο στη θέση "…" εκτάσεως 1,5 στρέμματος, αφού είχε καταστεί κύριός του με έκτακτη χρησικτησία, και ότι πλέον οι δύο ιδιοκτησίες, ήτοι η Μ. και Σ. Σ. του στη θέση αυτή έχουν ενοποιηθεί, 9)αντίγραφο του .../1981 συμβολαίου του πρώην συμβολαιογράφου Αργοστολίου Γ. Αυγερινού, δυνάμει του οποίου το ακίνητο στη θέση … εκτάσεως δεκαεννέα (19) στρεμμάτων περίπου με 19 ελιές ανήκε στον πατέρα του αναιρεσείοντος, ο οποίος του το δώρισε άτυπα το έτος 1983 και έκτοτε το νέμεται μέχρι και σήμερα και, έτσι, έχει καταστεί κύριος με έκτακτη χρησικτησία, 10)το αντίγραφο της 628/2004 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας (επί της από 8.1.2001 αγωγής του αναιρεσιβλήτου κατά του αδελφού του Γ. Μ.), από την οποία προκύπτει, ότι ο αναιρεσίβλητος - ενάγων ισχυριζόταν - ομολογούσε ότι το αγροτεμάχιο στη θέση …. και το αγροτεμάχιο στη θέση ... τα έχει αποκτήσει από άτυπες αγορές από τρίτους στις αρχές της δεκαετίας του 1970, ενώ με την παρούσα ένδικη αγωγή ισχυρίζεται ότι ανήκαν στον πατέρα του Δ. Σ., 11)το αντίγραφο της από 6.2.2002 αγωγής του αναιρεσιβλήτου κατά του αδελφού του αναιρεσείοντος, επί της οποίας εκδόθηκε η 629/2004 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, 12)το αντίγραφο της 45/2001 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αργοστολίου, με την οποία ο αναιρεσίβλητος αναγνωρίσθηκε προσωρινά νομέας και κάτοχος των αναφερόμενων στην αγωγή του ακινήτων έναντι του θανόντος (αυτοπυροβοληθέντος) το έτος 2006 αδελφού του Γ. Μ., στο πλαίσιο, όμως, της οποίας το αποδεικτικό υλικό που προσκόμισε ήταν πενιχρό, καθώς το μοναδικό αποδεικτικό στοιχείο στις δίκες αυτές ήταν η κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης ή η κατάθεση της συγγενούς του Ε. Σ., 13)το αντίγραφο της 2/2003 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, 14)το αντίγραφο της 783/2003 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, 15)το αντίγραφο της 401/2008 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, η οποία έκρινε ότι ο αναιρεσείων παρέστη την 628/2004 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, 16)το αντίγραφο της 629/2004 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, με την οποία ο αναιρεσείων αναγνωρίσθηκε προσωρινά νομέας και κάτοχος του αναφερόμενου στην αγωγή υπ'αριθ.8 ακινήτου, 17)το αντίγραφο της 43/2004 Διάταξης της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Κεφαλληνίας, στην οποία ρητά αναφέρεται ότι ο αδελφός του αναιρεσείοντος ήταν ψυχικά ασθενής, 18)τα αντίγραφα των 170/2009 και 168/2009 μερίδων του Υποθηκοφυλακείου Αργοστολίου, από τα οποία αποδεικνύεται ότι δεν υφίσταται μερίδα εις την οποία να αναγράφονται τα υπ'αριθ.5, 6 και 7 ακίνητα της ένδικης αγωγής είτε στην μερίδα του αναιρεσιβλήτου είτε στη μερίδα του πατέρα του Δ. Σ., 19)το αντίγραφο της 78/2000 απόφασης του Ειρηνοδικείου Αργοστολίου, με την οποία απορρίφτηκε η από 11.6.2000 αίτηση του αναιρεσιβλήτου για το χαρακτηρισμό εδαφικών λωρίδων ως κοινόχρηστου δρόμου στη κτηματική περιφέρεια του Δήμου Λειβαδούς Κεφαλληνίας, 20)το αντίγραφο της ...25.7.2007 ένορκης βεβαίωσης του Ε. Γ. ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών Π.Κεχαγιά, 21)τις τέσσερις (4) φωτογραφίες που ο αναιρεσείων προσκόμισε και επικαλέστηκε με την προσθήκη του πρωτοδίκως και επαναπροσκόμισε νόμιμα με επίκληση ενώπιον του Εφετείου Πατρών και ιδίως την υπ'αριθ.4 φωτογραφία για να στηρίξει τους ισχυρισμούς του που προτείνονται με αυτήν προς αντίκρουση των ισχυρισμών του αναιρεσιβλήτου και ειδικότερα τον ισχυρισμό αυτού - αναιρεσιβλήτου - περί δήθεν "καλιέργειας" στη θέση "…", 22)τις υπ'αριθ.1, 2 και 3 φωτογραφίες που ο αναιρεσείων προσκόμισε νόμιμα με επίκληση ως άνω προς αντίκρουση ειδικότερα του ισχυρισμού του αναιρεσιβλήτου ότι ο αναιρεσείων τάχα πρώτη φορά το 2007 διατάραξε την υποτιθέμενη κυριότητα του αναιρεσιβλήτου βάζοντας μέσα τα ζώα του, και 23)τις ένορκες καταθέσεις του μάρτυρος ανταπόδειξης Μ. Γ., καθώς και του μάρτυρος απόδειξης Σ. Γ., οι οποίες περιέχονται στα υπ'αριθ.112/2008 πρακτικά του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, ειδικότερα, κατά τις περικοπές τους, ότι: Α)για τη θέση … δεν υπάρχει ιδιοκτησία Χ. Α., όπως ακολούθως ισχυρίζεται ο αναιρεσίβλητος, κι ότι πρόκειται για την πλαγιά ενός λόφου ακαλλιέργητη που κάνει μόνο για βοσκή ζώων τα οποία πάντοτε ήταν …, Β)για τη θέση "..." - ότι - το 1999 η Νομαρχία κατόπιν συνεννόησης με τους Μ. έβαλε μέσα της μπουλντόζα και διαμόρφωσε το χώρο ως αντάλλαγμα διότι οι τελευταίοι παραχώρησαν έδαφος για να φαρδύνει ο δρόμος, Γ)για τη θέση "…" - ότι - υπήρχαν διάφορες ιδιοκτησίες στα παλιά χρόνια που σταδιακά με διάφορα συμβόλαια και άτοπες αγορές πέρασαν όλες στην οικογένεια Μ. και ότι στα χρόνια τα δικά του είχε πια μείνει μόνο μία ιδιοκτησία Σ., την οποία πούλησε στους Μ.....ότι με εξαίρεση το πρώην ακίνητο Γ. που χρησίμευε και χρησιμεύει ως εξωτερικός χώρος του μανδριού όλη υπόλοιπη έκταση εδώ και δεκαετίες καλλιεργείται από τους Μ. και είναι και περιφραγμένη....ότι ο μάρτυρας απόδειξης - μολονότι επιχειρεί κακόπιστα να παρουσιάσει τον αναιρεσείοντα ως προβληματικό άτομο που δήθεν δημιουργεί προβλήματα σε όλη την περιοχή εν τέλει και κατόπιν επίμονων ερωτήσεων - "αναγκάζεται να ομολογήσει" πως δεν ξέρει ουσιαστικά άλλους που να έχουν ενοχληθεί ή να έχουν δικαστικές αντιδικίες μαζί του από τις αποτιθέμενες αυθαίρετες πράξεις του στην περιοχή....να καταθέσει δε αυτολεξεί, ότι "ο Κ.Μ. αυτή τη στιγμή από το 2000 και μετά που αρχίσανε τα προβλήματα έχει πάρει κατά μήκος του δρόμου Αργοστολίου - Πόρου και έχει περιφράξει δεξιά και αριστερά...." και πιο κάτω "όχι όχι, αφού από το 2000 ξεκίνησαν τα προβλήματα και μπαίνει μέσα και γκρεμίζει λιθίες, βάζει τα ζώα όλα αυτά ...." διαψεύδοντας, έτσι, τον αναιρεσίβλητο ενάγοντα ο οποίος στην ένδικη αγωγή αναφέρει αυτολεξεί "ενώ έτσι έχουν τα πράγματα ο εναγόμενος (αναιρεσείων) παράνομα, υπαίτια και χωρίς τη θέλησή του - αναιρεσιβλήτου ενάγοντος - ...το Φεβρουάριο του 2007 και το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου 2007 διατάραξε την κυριότητα στα παραπάνω ακίνητα" ....αλλά - το Εφετείο - στήριξε τις εσφαλμένες παραδοχές και κρίση του αποκλειστικά στην καθ'όλα αναξιόπιστη κατάθεση του εξαδέλφου του αναιρεσιβλήτου, ο οποίος έχει και προσδοκά άμεσο συμφέρον από την έκβαση της δίκης και όχι στις περικοπές και στην καθ'όλα αξιόπιστη και τεκμηριωμένη κατάθεση του μάρτυρος του αναιρεσείοντος που επιβεβαιώνεται πλήρως εξ όλων των προσαχθέντων και επικληθέντων εγγράφων του και στις άνω ομολογίες του αναιρεσιβλήτου και του μάρτυρός του". Οι ερευνώμενοι αναιρετικοί λόγοι ως προς τα άνω στοιχεία (1, 2 και 4) στοιχεία πρέπει να απορριφθούν, προεχόντως, ως απαράδεκτοι, εφόσον τα υπό τα στοιχεία αυτά έγγραφα είναι διαδικαστικά, δεν αποτελούν, δηλαδή, αποδεικτικά μέσα κατά την έννοια του άρθρου 559 αριθ.11 ΚΠολΔ (ΑΠ 755/1989), ως προς δε το άνω στοιχείο (20) της ένορκης βεβαίωσης 15.729/25.7.2007 του Ε. Γ. πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι, εφόσον, σύμφωνα με τα άνω εκτεθέντα, ήταν ανύπαρκτη ως αποδεικτικό μέσο και συνεπώς επιτρεπτά δεν ελήφθη υπόψη ούτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων. Οι ίδιοι αναιρετικοί λόγοι ως προς τα λοιπά ως άνω στοιχεία πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι, αφού, από την υπάρχουσα στην προσβαλλόμενη απόφαση βεβαίωση, κατά την οποία τα περιστατικά που έγιναν δεκτά από το πιο πάνω Δικαστήριο ως αποδεικνυόμενα αναφορικά με τους ισχυρισμούς των διαδίκων αποδείχθηκαν "από την επανεκτίμηση των καταθέσεων των μαρτύρων που ενόρκως εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχοντας στα επικαλούμενα και νόμιμα προσκομιζόμενα από τους διαδίκους ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού - πρωτοβαθμίου - και από όλα τα έγγραφα που νόμιμα προβάλουν και επικαλούνται οι διάδικοι", σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι στο αιτιολογικό της απόφασης δεν υπάρχει κανένα απολύτως στοιχείο από το οποίο να μπορεί να δημιουργηθεί αμφιβολία για το αν το Εφετείο έλαβε υπόψη του και τα λοιπά πιο πάνω αποδεικτικά μέσα, δεν καταλείπεται καμιά αμφιβολία, ότι το εν λόγω Δικαστήριο, προκειμένου να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα, ως προς τους κρίσιμους ισχυρισμούς των διαδίκων, έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε και τα λοιπά αυτά αποδεικτικά μέσα, χωρίς να είναι υποχρεωμένο να κάνει ειδική μνεία ή χωριστή αξιολόγηση του καθενός. Η περιλαμβανόμενη στους αναιρετικούς λόγους αιτίαση, επίσης, από τον αριθμό 11 περ.γ'του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ότι το Εφετείο "στήριξε τις εσφαλμένες παραδοχές και κρίση του αποκλειστικά στην καθ'όλα αναξιόπιστη κατάθεση του εξαδέλφου του αναιρεσιβλήτου....και όχι στις - προεκτιθέμενες - περικοπές των - προαναφερομένων - μαρτύρων και στην καθ'όλα αξιόπιστη και τεκμηριωμένη κατάθεση του μάρτυρος του αναιρεσείοντος - " πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, εφόσον το να δώσει ή όχι το δικαστήριο της ουσίας σε αποδεικτικό μέσο την αποδεικτική βαρύτητα που υποστηρίζει ο αναιρεσείων δεν ιδρύει τον από τον αριθμό 11 περ.γ' του άρθρου 559 ΚΠολΔ αναιρετικό λόγο, αφού η σχετική εκτίμηση δεν υπόκειται, κατ'εφαρμογή του άρθρου 561 παρ.1 ΚΠολΔ, σε αναιρετικό έλεγχο (ΑΠ 1707/2009). Τέλος, η περιλαμβανόμενη στους αναιρετικούς λόγους αιτίαση, επίσης από τον αριθμό 11 περ.γ' του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ότι το Εφετείο, παρά το νόμο, δεν έλαβε υπόψη την ομολογία - εξώδικα - του αναιρεσιβλήτου ενάγοντος, προκύπτουσα από την προεκτεθείσα 628/2004 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κεφαλληνίας, ότι στο πλαίσιο της δίκης εκείνης "ισχυριζόταν - ομολογούσε" ότι τα με αριθμ.Ε και ΣΤ ακίνητα της τότε ένδικης αγωγής, ήτοι το αγροτεμάχιο στη θέση … και το αγροτεμάχιο στη θέση … "...τα έχει αποκτήσει ο αναιρεσίβλητος - ενάγοντας από άτυπες αγορές από τρίτους στις αρχές της δεκαετίας του 1970..." ενώ με την παρούσα ένδικη αγωγή - όσον αφορά τα ακίνητα με τα στοιχεία 5, 6 και 7 - ισχυρίζεται ότι ανήκαν στον πατέρα του Δ. Σ...." πρέπει να απορριφθεί, προεχόντως, ως απαράδεκτη, εφόσον τα προεκτεθέντα περιστατικά δεν συνιστούν ομολογία του ήδη αναιρεσιβλήτου ενάγοντα, δεδομένου ότι αφορούν, σε ουδιώδη - αγωγικό - ισχυρισμό του ιδίου και όχι του ήδη αναιρεσείοντος εναγομένου, ....του ότι είναι και αβάσιμη, αφού το Εφετείο εκτίμησε - ανέλεγκτα από τον Άρειο Πάγο (άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ - το περιεχόμενο της πιο πάνω 628/2004 απόφασης (εγγράφου), στο οποίο περιέχεται η φερόμενη ως άνω εξώδικη ομολογία και συνεπώς και αυτήν.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 31.12.2012 αίτηση του Μ. Χ. του Σ. και της Σ. για αναίρεση της 386/2012 απόφασης του Εφετείου Πατρών.
Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο Δημόσιο Ταμείο.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Ιανουαρίου 2014.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 5 Φεβρουαρίου 2014.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή