Θέμα
Αγωγή αναγνωριστική, Ανυπαρξία δικαστικής απόφασης.
Περίληψη:
Αναγνώριση ανυπαρξίας δικαστικής απόφασης επειδή δεν έγινε νόμιμη επίδοση της και δεν απέκτησε την ιδιότητα του διαδίκου ο εναγόμενος. Κλήτευση του ως αγνώστου διαμονής ενώ ήταν γνωστής διαμονής. Λόγοι αναίρεσης από αρ. 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. Από αρ. 11γ του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ.
Αριθμός 773/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Ελένη Διονυσοπούλου, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 20 Μαρτίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Γ. Τ. του Σ., κατοίκου ..., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Περράκη.
Της αναιρεσιβλήτου: Ζ. Ψ. συζ. Ε. το γένος Μ. Β., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χρήστο Πραματευτάκη, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ..
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 23-7-2002 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Χανίων. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 299/2005 του ιδίου Δικαστηρίου και 253/2008 του Εφετείου Κρήτης. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 15-5-2009 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Νικόλαος Μπιχάκης ανέγνωσε την από 10-9-2012 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη της αντιδίκου του στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 313 παρ.1 περ. δ' του Κ.Πολ.Δ., μπορεί να επιδιωχθεί με αγωγή η αναγνώριση της ανυπαρξίας μιας δικαστικής απόφασης, αν εκδόθηκε σε δίκη που είχε διεξαχθεί κατά ανύπαρκτου προσώπου, φυσικού ή νομικού. Η ως άνω αγωγή κατά το άρθρο 313 παρ.1 και 2 του Κ.Πολ.Δ., για αναγνώριση της ανυπαρξίας μίας δικαστικής απόφασης αποκλείεται αν η απόφαση έχει προσβληθεί με ένδικα μέσα. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι όταν κατά κάποιας δικαστικής απόφασης έχει ασκηθεί ένδικο μέσο αποκλείεται ν' ασκηθεί κατά της απόφασης αυτής αγωγή, με την οποία να ζητείται η αναγνώριση της ανυπαρξίας της. Εξάλλου ανυπαρξία κατά την έννοια του άρθρου 313 παρ.1 περ. δ' του Κ.Πολ.Δ., υπάρχει και: α) εάν ο διάδικος είχε αποβιώσει πριν αρχίσει η εκκρεμοδικία και β) εάν ο φερόμενος ως εναγόμενος δεν είχε αποκτήσει την ιδιότητα του διαδίκου, διότι δεν του είχε επιδοθεί νομίμως αντίγραφο της αγωγής. Περαιτέρω, κατά την αληθή έννοια του άρθρου 135 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ., άγνωστος είναι ο τόπος διαμονής ή η ακριβής διεύθυνση της διαμονής, τόσον στην ημεδαπή όσον και στην αλλοδαπή του προς τον οποίο η επίδοση προσώπου, όταν δεν είναι κοινώς γνωστή η μόνιμη κατοικία ή διαμονή του ούτε κατέστη δυνατόν ν' ανευρεθεί αυτή, μολονότι καταβλήθηκε κάθε προς τούτο προσπάθεια, απαιτείται δηλαδή αντικειμενική άγνοια περί του αγνώστου της διαμονής, μη αρκούντος του γεγονότος ότι ο παραγγείλας την επίδοση δεν γνωρίζει κάτι περί του τόπου ή της διεύθυνσης διαμονής του προς τον οποίο η επίδοση. Ως εκ τούτου είναι άκυρη η επίδοση, που γίνεται προς κάποιον που θεωρείται ως άγνωστης διαμονής, αν αποδειχθεί ότι κατά το χρόνο της επίδοσης αυτός κατοικούσε μονίμως ή είχε πρόσκαιρη διαμονή σε ορισμένο τόπο και διεύθυνση στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή και για το οίκημα, στο οποίο διέμενε δύναντο να πληροφορηθούν ο παραγγείλας την επίδοση διάδικος ή ο ενεργήσας αυτή δικαστικός επιμελητής, καταβάλλοντας κάθε δυνατή γι' αυτό και στο μέσο επιμελή άνθρωπο, καλοπίστως ενεργώντας προσήκουσα προσπάθεια ή γνώριζε αυτό, από κάποιο ειδικό λόγο, ο διάδικος με παραγγελία του οποίου έγινε η επίδοση. Περαιτέρω, κατά την έννοια του αριθ. 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ., ανεπαρκής ή αντιφατική αιτιολογία που έχει ως συνέπεια την αναίρεση για έλλειψη νομίμου βάσεως, υπάρχει, όταν από το αιτιολογικό της αποφάσεως δεν προκύπτουν κατά τρόπο σαφή και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία, σύμφωνα με το νόμο, είναι αναγκαία για τη θεμελίωση του κανόνα δικαίου που εφαρμόσθηκε στην συγκεκριμένη περίπτωση, όχι όμως και όταν υπάρχουν ελλείψεις αναγόμενες στην εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα στην ανάλυση, στάθμιση και αιτιολόγηση του πορίσματος που έχει εξαχθεί από αυτές εφόσον τούτο εκτίθεται σαφώς.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Εφετείο δέχτηκε τα εξής: "Η Ζ. Ψ. (εκκαλούσα) με την από 15-12-1999 και με αριθμ. καταθ. 541/1999 αγωγή της ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χανίων, που απηύθυνε κατά του Γ. Τ. (εφεσίβλητου), ζήτησε ν' αναγνωρισθεί αποκλειστική κυρία των σ' αυτή αναφερομένων δύο (2) ακινήτων και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της αποδώσει τα ακίνητα αυτά. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, ερήμην του εναγομένου, η υπ' αριθμ. 318/2000, παρεμπίπτουσα, απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, με την οποία ανεστάλη η έκδοση απόφασης, προκειμένου να προσκομισθούν τα σ' αυτή αναφερόμενα πιστοποιητικά της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. Στη συνέχεια με την από 29-5-2001 και με αριθμ. καταθ. 214/2001 κλήση της ενάγουσας ορίστηκε δικάσιμος για τη συζήτηση της υπόθεσης η 18-10-2001. Κατά τη δικάσιμο εκείνη το ίδιο Δικαστήριο εξέδωσε την υπ' αριθμ. 238/2001 απόφασή του, δικάζοντας ερήμην του εναγομένου, και με την οποία, αφού έγινε δεκτή η αγωγή, λόγω του τεκμηρίου της ερημοδικίας του εναγομένου, αναγνωρίστηκε η ενάγουσα κυρία δύο ακινήτων, έκτασης δύο (2) στρεμμάτων περίπου το καθένα, που βρίσκονται στη θέση "..." της Κτηματικής Περιφέρειας Φραγκοκάστελλου του Δήμου Σφακίων, ενώ κήρυξε την απόφαση προσωρινά εκτελεστή. Η ενάγουσα, σε εκτέλεση της απόφασης και με την υπ' αριθμ. 1185/17-7/2002 έκθεση υποβολής και εγκατάστασης της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Χανίων ..., απέβαλε τον εναγόμενο από ακίνητο, έκτασης δύο (2) περίπου στρεμμάτων και εγκατέστησε σ' αυτό την ενάγουσα. Ο εναγόμενος στην ως άνω αγωγή είχε κλητευθεί με τη διαδικασία που αφορά τα άγνωστης διαμονής πρόσωπα. Όπως δε μνημονεύεται στην πιο πάνω υπ' αριθμ. 238/2001, απόφαση, αλλά και στην εκκαλουμένη τέτοια, αντίγραφο εκείνης της αγωγής, αλλά και της κλήσης προς συζήτηση για τη δικάσιμο της 18-10-2001, οπότε και εκδόθηκε η προαναφερόμενη, υπ' αριθμ. 238/2001, απόφαση, επιδόθηκε για τον εναγόμενο στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Χανίων, ως άγνωστης διαμονής αποδέκτη της επίδοσης, όπως προκύπτει αφενός μεν, και όσον αφορά την αγωγή, από την υπ' αριθμ. 10030/5-1-2000 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Πρωτοδικείου Χανίων ..., σε συνδυασμό με τα υπ' αριθμ. 35584 και 5761/2000 φύλλα των ημερησίων εφημερίδων "ΕΣΤΙΑ" και "Χανιώτικη Ελευθεροτυπία" αντίστοιχα και αφετέρου και όσον αφορά την κλήση, από την υπ' αριθμ. 6545/31-5-2001 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του ιδίου Δικαστηρίου ...-..., σε συνδυασμό με τα υπ' αριθμ. ... και .../2001 φύλλα των ημερησίων εφημερίδων "ΕΣΤΙΑ" και "Ο ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ" αντίστοιχα. Μετά ταύτα ο πιο πάνω, ερήμην δικασθείς, εναγόμενος άσκησε την υπ' αριθμ. κατάθ. 372/14-7-2002 αγωγή του, ένδικη, με την οποία ζητάει να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της ως άνω υπ' αριθμ. 238/2001 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χανίων, για το λόγο ότι αυτός δεν απέκτησε ποτέ την ιδιότητα του διαδίκου, καθόσον η αγωγή (και τα λοιπά διαδικαστικά έγγραφα) είχαν επιδοθεί με τις διατάξεις περί άγνωστης διαμονής, μολονότι αυτός ήταν γνωστής διαμονής και δη κάτοικος των ..., γεγονός που, κατά τους ισχυρισμούς του, η εναγομένη (εκκαλούσα) άλλωστε γνώριζε. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε η εκκαλουμένη, υπ' αριθμ. 299/2005, απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χανίων, με την οποία, αφού έγινε δεκτή η αγωγή του ενάγοντος (εφεσίβλητου), αναγνωρίστηκε η ακυρότητα της υπ' αριθμ. 238/2001 απόφασης του ιδίου Δικαστηρίου (με την οποία είχε γίνει δεκτή η αγωγή της ήδη εκκαλούσας κατά του ήδη εφεσίβλητου, όπως προειπώθηκε). Περαιτέρω αποδείχθηκαν τα εξής: Ο ενάγων (ήδη εφεσίβλητος) στο υπ' αριθμ. .../6-8-1997 πληρεξούσιο της Συμβ/φου Χανίων Ειρήνης Βρετουδάκη-Γαλανάκη φέρεται ως κάτοικος ... και "προσωρινά διαμένων στο TEXAS ΗΠΑ". Στη συνέχεια η εναγομένη (ήδη εκκαλούσα) στις 7-10-1997 επιδίδει στον ενάγοντα (ήδη εφεσίβλητο), ως κάτοικο ..., την από 30-9-1997 εξώδικη δήλωση-πρόσκλησή της, ο δε τελευταίος της απαντά με την από 24-11-1999 εξώδικη δήλωσή του-διαμαρτυρία, στην οποία φέρεται ως κάτοικος .... Μετά ταύτα η εναγομένη (ήδη εκκαλούσα) αναζήτησε τον ενάγοντα (ήδη εφεσίβλητο) στην πιο πάνω κατοικία του δηλ. στο ..., καταβάλλοντας κάθε δυνατή προσπάθεια προς ανεύρεσή του. μη έχουσα τη δυνατότητα να συλλέξει πληροφορίες σχετικά με τον τόπο της κατοικίας ή διαμονής του, πλην όμως χωρίς αποτέλεσμα, αφού αυτός δεν κατοικούσε πράγματι στον πιο πάνω αναφερόμενο τόπο (στο ...), όπως και ο ίδιος άλλωστε ισχυρίζεται, γι' αυτό και στη συνέχεια αυτή προέβη στην επίδοση της δικής της αγωγής (στις 5-1-2000) με τις διατάξεις περί άγνωστης διαμονής, όπως προειπώθηκε. Όμως, και πέραν της πιο πάνω υποκειμενικής αδυναμίας της εναγομένης για ανεύρεση της κατοικίας του ενάγοντος, υπήρχε και αντικειμενική τέτοια, η οποία δεν αναιρείται από το ότι κάθε υπαρκτό φυσικό πρόσωπο έχει, σχεδόν πάντοτε, διαμονή για περιορισμένο κύκλο προσώπων (μεταξύ των οποίων, δυνατόν να περιλαμβάνεται και ο αντίδικός του). Ειδικότερα, ο ενάγων αν και στην ένδικη αγωγή αναφέρεται ως κάτοικος των ... (...) και δη, όπως ισχυρίζεται, "επί πολλά έτη, πλέον των είκοσι πέντε" (βλ. αγωγή), πλην όμως αυτός αφενός μεν στο υπ' αριθμ. .../1-10-2001 γενικό πληρεξούσιο της Συμβ/φου Σφακίων Παρασκευής Κατούσα φέρεται ως κάτοικος "..." και αφετέρου στην υπ' αριθμ. .../12-7-2002 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς της Συμβ/φου Χανίων Βρετουδάκη-Γαλανάκη φέρεται ως κάτοικος ... και προσωρινά διαμένοντας στο "...". Μετά ταύτα δεν προκύπτει με σαφήνεια και ποιος ο τόπος της κατοικίας ή διαμονής του ενάγοντος (ήδη εφεσίβλητου), ενόψει και του ότι σε κανένα από τα πιο πάνω αναφερόμενα έγγραφα δεν αναγράφεται και η ακριβής διεύθυνση της κατοικίας του ή διαμονής του στην Αμερική, στην οποία και θα μπορούσε η εναγομένη να τον αναζητήσει, προκειμένου να του επιδώσει τα πιο πάνω έγγραφα. Ας σημειωθεί ότι οι τρεις φάκελοι αλληλογραφίας, που προσκομίζει ο ενάγων προς απόδειξη του ισχυρισμού του ότι κατοικούσε στην αλλοδαπή, σε κάθε περίπτωση, δεν αναφέρονται στον επίδικο χρόνο. Κατ' ακολουθία των ως άνω η επίδοση των δικογράφων της αγωγής και της κλήσης προς συζήτηση της αγωγής της εναγομένης (εκκαλούσας), επί της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 238/2001 απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Χανίων, η ακυρότητα της οποίας αναγνωρίστηκε με την εκκαλουμένη, έγινε νομότυπα." Ακολούθως το Εφετείο, δεχόμενο την έφεση της αναιρεσίβλητης και ως βάσιμη κατ' ουσίαν, εξαφάνισε την εκκαλουμένη απόφαση και απέρριψε την ένδικη αγωγή ως αβάσιμη κατ' ουσίαν. Με αυτά που δέχτηκε και έτσι που έκρινε το Εφετείο ως προς το κρίσιμο ζήτημα της αγνώστου διαμονής του αναιρεσείοντος κατά τον κρίσιμο χρόνο, διέλαβε πλήρεις και σαφείς αιτιολογίες που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή εφαρμογή της ως άνω διατάξεως του άρθρου 135 παρ.1 Κ.Πολ.Δ. και επομένως ο πρώτος λόγος αναίρεσης από τον αριθ. 19 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα είναι αβάσιμος. Επειδή κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθμός 11 γ του Κ.Πολ.Δ., αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν. Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 335 και 338 έως και 340 Κ.Πολ.Δ. προκύπτει, ότι το δικαστήριο της ουσίας, προκειμένου να σχηματίσει την κρίση του για τους πραγματικούς ισχυρισμούς των διαδίκων, που ασκούν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, υποχρεούται να λαμβάνει υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία νόμιμα επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, χωρίς να επιβάλλεται να γίνεται ειδική αναφορά και χωριστή αξιολόγηση του καθενός απ' αυτά, αρκεί να καθίσταται αδιστάκτως βέβαιο από όλο το περιεχόμενο της απόφασης, ότι συνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία, με επίκληση, προσκομίστηκαν νόμιμα από τους διαδίκους.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων με τον δεύτερο λόγο αναίρεσης από τον αριθ. 11 γ του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ. προσάπτει την αιτίαση ότι το Εφετείο δεν έλαβε υπόψη του α) την ένορκη κατάθεση του μάρτυρα του αναιρεσείοντος Ε. Τ. που περιέχεται στα πρακτικά του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, β) το .../1997 πληρεξούσιο της Συμ/φου Χανίων Ειρήνης Βρετουδάκη και γ) τη .../1997 δήλωση αποδοχής κληρονομιάς της Συμ/φου Χανίων Ειρήνη Βρετουδάκη, αποδεικτικά μέσα τα οποία επικαλέστηκε και προσκόμισε ο αναιρεσείων με τις προτάσεις του στο Εφετείο κατά τη συζήτηση της έφεσης προς απόδειξη του ισχυρισμού του ότι ήταν γνωστής διαμονής κατά τον επίδικο κρίσιμο χρόνο. Από τη βεβαίωση του Εφετείου ότι για το σχηματισμό της κρίσης του, στην οποία τελικώς κατέληξε, απορρίπτοντας την ένδικη αγωγή του αναιρεσείοντος, έλαβε υπόψη του την ως άνω ένορκη κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης, την οποία ρητά μνημονεύει, καθώς και όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν, δεν καταλείπεται καμία αμφιβολία, ότι το Εφετείο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε μαζί με τις υπόλοιπες αποδείξεις και τα προαναφερόμενα αποδεικτικά μέσα και επομένως ο εξεταζόμενος λόγος αναίρεσης είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Αφού απορρίπτεται η αίτηση αναίρεσης πρέπει ο ηττηθείς αναιρεσείων να καταδικαστεί στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 15-5-2009 αίτηση του Γ. Τ. για αναίρεση της 253/2008 απόφασης του Εφετείου Κρήτης.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) Ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Απριλίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 22 Απριλίου 2013.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ