Θέμα
Αναιρέσεως απαράδεκτο, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου, Πληρεξουσιότητα, Εφέσεως ανυποστήρικτο.
Περίληψη:
Αίτηση αναίρεσης που υπογράφεται από πληρεξούσιο δικηγόρο που δεν παραστάθηκε στο δικαστήριο που εξέδωσε την προσβαλλομένη απόφαση. Δεν προσαρτάται στην αίτηση αναιρέσεως πληρεξούσιο προς άσκησή της (άρθρο 465§1 ΚΠΔ), ούτε προσκομίσθηκε εντός 20 ημερών. Η αίτηση με δήλωση που επιδίδεται στον Εισαγγελέα μπορεί να ασκηθεί μόνον κατά καταδικαστικής αποφάσεως και δεν είναι τέτοια η απορρίπτουσα την έφεση ως ανυποστήρικτη. Απαράδεκτη η αίτηση κατ' άρθρο 476 § 1 ΚΠΔ (ΟλΑΠ 5/2000, ΑΠ 258/2010, 478/2009, 1726/2006) -.
Αριθμός 989/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Στ' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή, Γεώργιο Μπατζαλέξη-Εισηγητή και Χριστόφορο Κοσμίδη, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.
Συνήλθε σε συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 27 Απριλίου 2010, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..., που δεν παρέστη στο συμβούλιο περί αναιρέσεως της υπ' αριθμ. 8909/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών.
Το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 10 Δεκεμβρίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 42/10.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Νικόλαος Μαύρος εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Παντελή με αριθμό 95/8.3.10, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα: "Εισάγω, στο Δικαστήριό Σας, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 476 και 513 του Κ.Π.Δ την από 10-12-2009 αίτηση αναιρέσεως του ..., κατά της υπ' αριθμ. 8909/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε ως ανυποστήρικτη η υπ' αριθμ. 3887/8-5-2008 έφεσή του κατά της υπ' αριθμ. 56875/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, και εκθέτω τα ακόλουθα: Με την διάταξη του άρθρου 474 παρ. 1 του Κ.Π.Δ ορίζεται ότι "με την επιφύλαξη της παρ. 2 του άρθρου 473 του ιδίου Κώδικα, το ένδικο μέσο ασκείται με δήλωση στο γραμματέα του δικαστηρίου που εξέδωσε την απόφαση (ή το βούλευμα) ή στο γραμματέα του ειρηνοδικείου ή στον προϊστάμενο της προξενικής αρχής που βρίσκεται στο εξωτερικό και στην περιφέρεια των οποίων κατοικεί ή διαμένει προσωρινά ο δικαιούμενος". Εξάλλου με την διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 473 του Κ.Π.Δ ορίζεται ότι "η αναίρεση κατά καταδικαστικής απόφασης μπορεί να ασκηθεί από εκείνον που καταδικάστηκε και με δήλωση που επιδίδεται στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, μέσα σε προθεσμία είκοσι ημερών, η οποία αρχίζει σύμφωνα με την παρ. 1. Η δήλωση αυτή μπορεί να συμπληρώνει και την αίτηση αναίρεσης που τυχόν ασκήθηκε σύμφωνα με το επόμενο άρθρο και που δεν περιέχει ορισμένους λόγους". Από τις διατάξεις αυτές, προκύπτει ότι η αίτηση αναιρέσεως ασκείται γενικώς με δήλωση του δικαιούμενου διαδίκου ενώπιον των οριζόμενων στην τελευταία διάταξη οργάνων, μεταξύ των οποίων δεν συμπεριλαμβάνεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Η κατ' εξαίρεση άσκηση της αναιρέσεως με δήλωση που επιδίδεται στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, μπορεί να γίνει μόνο αν η αναίρεση στρέφεται κατά καταδικαστικής αποφάσεως, όχι δε και εναντίον οποιασδήποτε άλλης, η οποία δεν έχει τον χαρακτήρα αυτό, όπως είναι και η απόφαση με την οποία απορρίπτεται η έφεση ως ανυποστήρικτη (Α.Π 1726/2006 Ποιν. Δικ 2007.394, Α.Π 754/2005Ποιν Χρον. ΝΕ1019). Εξάλλου ορίζεται με την διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 465 του Κ.Π.Δ ότι "ο διάδικος μπορεί να ασκήσει το ένδικο μέσο που του ανήκει, είτε αυτοπροσώπως, είτε μέσω αντιπροσώπου που έχει εντολή κατά τους όρους του άρθρου 96 παρ 2. Το πληρεξούσιο ή επικυρωμένο αντίγραφό του προσαρτάται στην σχετική έκθεση. Στις περιπτώσεις άσκησης ενδίκου μέσου κατά βουλεύματος, καθώς και κατά αποφάσεως όταν ο δικαιούμενος δεν είναι παρών κατά την απαγγελία τους, το πληρεξούσιο μπορεί να προσκομιστεί στο γραμματέα ενώπιον του οποίου ασκήθηκε το ένδικο μέσο, μέσα σε είκοσι ημέρες από την άσκησή του. Αν η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη, το ένδικο μέσο κηρύσσεται απαράδεκτο κατά τις διατάξεις του άρθρου 476 παρ. 1 Κ.Π.Δ)...". Στην προκειμένη περίπτωση με την προσβαλλόμενη με αριθμό 8.909/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, απορρίφθηκε ως ανυποστήρικτη η υπ' αριθμ. 3887/8-5-2008 έφεση του αναιρεσείοντα κατηγορουμένου κατά της υπ' αριθμ. 56875/2007 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, με την οποία αυτός καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης είκοσι μηνών για την αξιόποινη πράξη της πλαστογραφίας μετά χρήσεως κατ' εξακολούθηση. Κατά της αποφάσεως αυτής άσκησε ο δικηγόρος Δημήτριος Μπαλέρμπας την κρινόμενη αίτηση αναίρεσης, με δήλωση που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την 17-12-2009. Ο πιο πάνω όμως δικηγόρος, ούτε συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορουμένου στην δίκη επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν(άρθρο 465 παρ. 2 Κ.Π.Δ),ούτε ειδικό πληρεξούσιο που τον νομιμοποιεί στην άσκηση της κρινόμενης αναίρεσης προσκόμισε(άρθρο 465 παρ. 1 Κ.Π.Δ). Σύμφωνα όμως με τα προεκτεθέντα, η αίτηση αυτή δεν ασκήθηκε νομοτύπως, αφού αφ' ενός μεν η προσβαλλόμενη απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η έφεση του αναιρεσείοντα ως ανυποστήρικτη, δεν είναι καταδικαστική, αφ' ετέρου δε αυτή ασκήθηκε από πρόσωπο μη δικαιούμενο και ειδικότερα από αντιπρόσωπο, ο οποίος όμως στερείτο ειδικής πληρεξουσιότητας. Κατ' ακολουθία των προεκτεθέντων, πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως να απορριφθεί ως απαράδεκτη και να επιβληθούν σε βάρος του αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα (άρθρα 476 παρ. 1 και 583 παρ. 1 Κ.Π.Δ).
Για τους λόγους αυτούς
Προτείνω: α) Να απορριφθεί ως απαράδεκτη η από 10-12-2009 αίτηση αναιρέσεως του ... κατά της υπ' αριθμ. 8909/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, και β) Να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα σε βάρος του αναιρεσείοντα.
Αθήνα 8 Μαρτίου 2010
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
Νικόλαος Παντελής".
Αφού άκουσε
τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε, και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκε, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, ο αντίκλητος του αναιρεσείοντος.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις του άρθρου 465 παρ. 1 του ΚΠοινΔ στο οποίο ορίζεται ότι το ένδικο μέσο μπορεί να ασκηθεί αυτοπροσώπως ή και μέσω αντιπροσώπου που έχει εντολή κατά τους όρους του άρθρου 96 παρ. 1 και το πληρεξούσιο ή επικυρωμένο αντίγραφό του, προσαρτάται στη σχετική έκθεση, σαφώς προκύπτει ότι η εντολή του κατηγορουμένου προς τον αντιπρόσωπο, πρέπει να υπάρχει κατά τη στιγμή που αυτός υπογράφει τη σχετική έκθεση αναιρέσεως, η έλλειψή της δε, κατά τον χρόνο αυτό, δεν αναπληρώνεται με τη μεταγενέστερη χορήγησή της. Απλώς το πληρεξούσιο, που όμως ήδη υπάρχει κατά την άσκηση του ένδικου μέσου, μπορεί να προσκομισθεί στο γραμματέα ενώπιον του οποίου ασκήθηκε το ένδικο μέσο μέσα σε είκοσι ημέρες από την άσκησή του. Εξάλλου, κατ' άρθρο 473 παρ. 2 ιδίου Κώδικα, η αναίρεση κατά της καταδικαστικής απόφασης μπορεί να ασκηθεί από εκείνον που καταδικάστηκε και με δήλωση που περιέχει όσα ορίζονται στην παρ. 2 του επόμενου άρθρου και επιδίδεται στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου μέσα σε προθεσμία είκοσι ημερών, η οποία αρχίζει σύμφωνα με την παρ. 1. Από την τελευταία αυτή διάταξη σαφώς προκύπτει ότι άσκηση αναίρεσης με δήλωση, που επιδίδεται στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, επιτρέπεται μόνον κατά καταδικαστικής αποφάσεως (βλ. για έννοια καταδικαστικής αποφάσεως ΑΠΟλ5/2000). Επομένως είναι απαράδεκτη, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις, αίτηση αναίρεσης κατηγορουμένου, η οποία ασκήθηκε με δήλωση που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κατ' αποφάσεως με την οποία απορρίπτεται ως ανυποστήρικτη η έφεσή του και από δικηγόρο στον οποίο δεν είχε παρασχεθεί η προς τούτο πληρεξουσιότητα. Τέλος, σύμφωνα με το άρθρο 476 παρ. 1 ΚΠοινΔ, όταν το ένδικο μέσο ασκήθηκε, πλην άλλων περιπτώσεων, από πρόσωπο που δεν είχε το δικαίωμα να το ασκήσει ή χωρίς να τηρηθούν οι διατυπώσεις που ορίζονται από το νόμο για την άσκησή του, ή εναντίον αποφάσεως ή βουλεύματος για τα οποία δεν προβλέπεται, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο (ως συμβούλιο) που είναι αρμόδιο να κρίνει σχετικά, ύστερα από πρόταση του Εισαγγελέα και αφού ακούσει τους διαδίκους που τυχόν εμφανισθούν, κηρύσσει απαράδεκτο το ένδικο μέσο και διατάσσει την εκτέλεση της αποφάσεως που έχει προσβληθεί και την καταδίκη στα έξοδα εκείνου που άσκησε το ένδικο μέσο. Στην προκείμενη περίπτωση, με την κρινόμενη από 10-12-2009 αίτηση αναιρέσεως, που ασκήθηκε με δήλωση που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου στις 17-12-2009, προσβάλλεται η με αριθ. 8909/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημ/των Αθηνών. Με την απόφαση αυτή απορρίφθηκε ως ανυποστήρικτη η έφεση που άσκησε ο αναιρεσείων κατά της 56875/2007 καταδικαστικής αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κειου Αθηνών. Την αίτηση αναιρέσεως, άσκησε στις 17-12-2009, για λογαριασμό του παραπάνω καταδικασθέντος, ο δικηγόρος Αθηνών Δημήτριος Μπαλέρπας, χωρίς όμως, λόγω της απουσίας και μη εκπροσωπήσεως του αναιρεσειβλήτου, να έχει την ιδιότητα του παραστάντος συνηγόρου ενώπιον του εκδόντος την προσβαλλομένη απόφαση Δικαστηρίου. Για την ασκηθείσα, κατά τον ανωτέρω τρόπο, αίτηση αναίρεσης ο παραπάνω δικηγόρος, δεν επικαλέσθηκε, ούτε προσκόμισε για να προσαρτηθεί στην δήλωση αναιρέσεως, πληρεξούσιο έγγραφο ή έγγραφη εξουσιοδότηση του αναιρεσείοντος, με την οποίαν να παρέχεται σε αυτόν εντολή για την άσκηση του κρινόμενου ενδίκου μέσου, ενώ δεν προσκομίσθηκε τέτοιο, έστω μεταγενέστερα και δη εντός 20 ημερών από την άσκησή του. Περαιτέρω η προσβαλλομένη απόφαση, κατά τα ανωτέρω, δεν είναι καταδικαστική και συνεπώς η κατ αυτής αίτηση αναίρεσης δεν μπορεί να ασκηθεί με δήλωση που επιδόθηκε στον Εισαγγελέα του Άρειου Πάγου.
Συνεπώς το ένδικο τούτο μέσο, για τους ανωτέρω λόγους, τυγχάνει πολλαπλώς απαράδεκτο. Συνακόλουθα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 465, 473 παρ. 2 και 476 παρ. 1 ΚΠΔ, πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, η αίτηση αναιρέσεως και να επιβληθούν στον αναιρεσείοντα τα δικαστικά έξοδα (άρθρα 476 παρ. 1 ΚΠοινΔ), ενόψει του ότι κλήθηκε να προσέλθει και να εκθέσει τις απόψεις του στο παρόν Δικαστήριο, που συνεδριάζει σε Συμβούλιο, ο αντίκλητος δικηγόρος του αναιρεσείοντος (άρθρο 476 παρ.1 εδαφ. τελευταίο ΚΠοινΔ), όπως προκύπτει από τη σχετική επισημείωση του αρμόδιου Γραμματέα επί του φακέλου της δικογραφίας.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 10-12-2009 αίτηση (δήλωση) του ... για αναίρεση της με αριθμ. 8909/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 11 Μαΐου 2010. Και
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 14 Μαΐου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ