Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 183 / 2013    (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Θέμα
Παραγραφή αξιώσεων.




Περίληψη:
Από την κατά την 30-12-1947 εισαγωγή στη Δωδεκάνησο του ΑΚ και του Εισαγωγικού του Νόμου, η δεκαπενταετής κτητική παραγραφή του άρθρου 63 του Κτηματολογικού Κανονισμού, διέπεται, όσον αφορά τις προϋποθέσεις έναρξης, διαδρομής και συμπλήρωσης αυτής, από τις αντίστοιχες διατάξεις του ΑΚ.






Αριθμός 183/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Γ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Βασίλειο Φούκα, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη (λόγω μη υπάρξεως Αντιπροέδρου στο Τμήμα), Δημήτριο Μαζαράκη, Νικόλαο Μπιχάκη, Ερωτόκριτο Καλούδη και Αργύριο Σταυράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 9 Ιανουαρίου 2013, με την παρουσία και της γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:
Του αναιρεσείοντος: Β. Κ. του Ι., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χρήστο Νικολακόπουλο.
Του αναιρεσιβλήτου: Οικοδομικού Συνεταιρισμού Λινδίων Ρόδου με την επωνυμία "Ο Κλεόβουλος" και έδρα τη Ρόδο, που εκπροσωπείται νόμιμα και εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Θεόδωρο Παπαγεωργίου.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 2/10/2006 αγωγή του ήδη αναιρεσείοντος και την από 30/10/2006 ανταγωγή του ήδη αναιρεσιβλήτου, που κατατέθηκαν στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου και συνεκδικάστηκαν. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 178/2008 του ιδίου Δικαστηρίου και 102/2011 του Εφετείου Δωδεκανήσου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί ο αναιρεσείων με την από 21/7/2011 αίτησή του.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ερωτόκριτος Καλούδης ανέγνωσε την από 24/12/2012 έκθεσή του, με την οποία εισηγήθηκε την απόρριψη της ένδικης αίτησης αναίρεσης.
Ο πληρεξούσιος του αναιρεσείοντος ζήτησε την παραδοχή της αίτησης, ο πληρεξούσιος του αναιρεσιβλήτου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου του στη δικαστική δαπάνη του.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι. Το άρθρο 63 του Κτηματολογικού κανονισμού, ο οποίος κυρώθηκε με το 132/1.9.1929 Διάταγμα του Ιταλού Κυβερνήτη Δωδεκανήσου και ο οποίος διατηρήθηκε σε ισχύ (ως τοπικό δίκαιο) και μετά την προσάρτηση της Δωδεκανήσου και την εισαγωγή σ' αυτήν την ελληνικής νομοθεσίας με το άρθρο 8 παρ.2 του ν.510/1947, που άρχισε να ισχύει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (30.12.1947), σύμφωνα με το άρθρο 14 αυτού, ορίζει στη μεν παρ.1 ότι: "κατά των εν τω κτηματολογικώ βιβλίώ εγγράφων, αφορωσών ακίνητα ελευθέρας ιδιοκτησίας (μουλκ), είναι παραδεκτή η παραγραφή κατά τας αρχάς της ιταλικής νομοθεσίας κατόπιν δεκαπενταετούς νομής από της επισυμβάσης εγγραφής", στη δε παρ.2 ότι: "ο χρησιδεσπόζων νομεύς δύναται να επιτύχει την καταγραφήν του δικαιώματος ή δια πράξεως, εξ ης προκύπτει η συνεχής δεκαπενταετής νομή του και η εκ μέρους του υπερ ου η καταγραφή αναγνώρισις, ή δι'αποφάσεως, ήτις ορίζει, αντιμωλίαν του τελευταίου τούτου ή των κληρονόμων του, ή εν ελλείψει αυτών του διευθυντού του Κτηματολογικού Γραφείου, ότι η παραγραφή συνεπληρώθη". Με την ανωτέρω διάταξη, κατά την αληθή της έννοια, καθιερώνεται έκτακτη χρησικτησία (κτητική παραγραφή) δια της επί δεκαπενταετία νομής, έναντι της επί τριακονταετία νομής που προέβλεπε ο τότε ισχύων ιταλικός ΑΚ του 1865, ως προς δε τα λοιπά στοιχεία της εν λόγω χρησικτησίας, ήτοι τις προϋποθέσεις έναρξης, διαδρομής και συμπλήρωσης αυτής, παραπέμπει η ίδια διάταξη στις κοινές περί έκτακτης χρησικτησίας διατάξεις που εκάστοτε ισχύουν και συνεπώς, ενόψει και του ερμηνευτικού κανόνα του άρθρου 3 του Εισαγωγικού Νόμου του (ελληνικού) ΑΚ, που ορίζει ότι "στις περιπτώσεις που κατά την ισχύουσα νομοθεσία γίνεται παραπομπή σε διατάξεις που καταργούνται με το νόμο αυτό εφαρμόζονται στη θέση τους οι αντίστοιχες διατάξεις του ΑΚ", καθίσταται σαφές ότι από την κατά την 30.12.1947 εισαγωγή στη Δωδεκάνησο, με το άρθρο 2 παρ.1, στοιχ.α'του προμνημονευόμενου ν.510/1947, του (ελληνικού) ΑΚ και του Εισαγωγικού του Νόμου, καθώς και του ν.δ.7/10.5.1946 "περί αποκαταστάσεως του ΑΚ και του εισαγωγικού αυτού Νόμου", η προαναφερόμενη δεκαπενταετής κτητική παραγραφή διέπεται, όσον αφορά τις προϋποθέσεις έναρξης, διαδρομής και συμπλήρωσης αυτής, από τις αντίστοιχες διατάξεις του ΑΚ (Ολ.ΑΠ 188/1980), μεταξύ των οποίων είναι η του άρθρου 974 ΑΚ, με την οποία, προς καθορισμό της έννοιας της νομής ορίζεται ότι όποιος απέκτησε τη φυσική εξουσία πάνω στο πράγμα (κατοχή) είναι νομέας του, αν ασκεί την εξουσία αυτή με διάνοια κυρίου, και εκείνη του άρθρου 1045 ΑΚ, κατά την οποία εκείνου που έχει στη νομή του επί το καθοριζόμενο στο νόμο χρονικό διάστημα πράγμα γίνεται κύριος αυτού (έκτακτη χρησικτησία) (ΑΠ 1004/2009 Ελλ.Δνη 51.123). Εξάλλου, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 559 αριθ.19 ΚΠολΔ, η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση όταν στο αιτιολογικό, που συνιστά την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν αναφέρονται καθόλου ή αναφέρονται ανεπαρκώς ή αντιφατικώς τα πραγματικά περιστατικά στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης, και, έτσι, δεν μπορεί να ελεγχθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόσθηκε ή δεν συνέτρεχαν οι όροι εκείνου που δεν εφαρμόσθηκε. Στην προκείμενη περίπτωση, το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχτηκε τα εξής: "Τα επίδικα ακίνητα είναι: Α)έκταση 25.000 τ.μ. που βρίσκεται στην τοποθεσία ... της …, νομικής φύσης "μούλκ" με κτηματολογικά στοιχεία τόμος …, φύλλο …, μερίδα …, φάκελος … γαιών...την οποία απέκτησε ο εναγόμενος - αντενάγων συνεταιρισμός κατά πλήρη κυριότητα δυνάμει του υπ'αρ..../29.4.1966 συμβόλαιου αγοραπωλησίας του τέως συμβολαιογράφου Ρόδου Ηλία Χαρλαύτη κατά ποσοστό 135/144 και δυνάμει του υπ'αρ..../29.4.1966 συμβολαίου αγοραπωλησίας του τέως συμβολαιογράφου Ρόδου Χρ.Γιώρτσου κατά ποσοστό 9/144, νομίμως μεταγεγραμμένων ....Β)έκταση εμβαδού 17440 τ.μ. που βρίσκεται στην τοποθεσία ... της …, νομικής φύσης "μούλκ", με κτηματολογικά στοιχεία τόμος …, φύλλο …, μερίδα … και φάκελος …γαιών...την οποία απέκτησε ο εναγόμενος - αντενάγων συνεταιρισμός κατά πλήρη κυριότητα δυνάμει του υπ'αρ..../28.2.1966 συμβόλαιου αγοραπωλησίας του τέως συμβολαιογράφου Ρόδου Ηλία Χαρλαύτη, νομίμως μεταγεγραμμένου...Γ)ακίνητο και δη οικία 2 ορόφων...που βρίσκεται στην τοποθεσία ... της …, με κτηματολογικά στοιχεία τόμος …, φύλλο …, μερίδα … και φάκελλος …οικοδομών ..την οποία απέκτησε ο εναγόμενος - αντενάγων συνεταιρισμός κατά πλήρη κυριότητα δυνάμει του υπ'αρ..../29.4.1966 συμβόλαιου αγοραπωλησίας του τέως συμβολαιογράφου Ρόδου Χρ.Γιώρτσου, νομίμως μεταγεγραμμένου...και Δ)ακίνητο και δη παλαιά οικία 2 ορόφων...που βρίσκεται στην τοποθεσία ... της Ρόδου, με κτηματολογικά στοιχεία τόμος …, φύλλο …, μερίδα … και φάκελλος ... οικοδομών Ρόδου....την οποία απέκτησε ο εναγόμενος - αντενάγων συνεταιρισμός κατά πλήρη κυριότητα δυνάμει του υπ'αρ..../28.2.1966 συμβολαίου αγοραπωλησίας του τέως συμβολαιογράφου Ρόδου Ηλία Χαρλαύτη, νομίμως μεταγεγραμμένου...Τα ως άνω, με κτηματομερίδες …και …, ακίνητα είναι όμορα, ενώ, περαιτέρω, η με αριθμό μερίδας … οικία βρίσκεται εντός του … ακινήτου και η με αρ.μερίδας … οικία εντός του … ακινήτου...τα επίδικα βρίσκονται σε αστική οικιστικά δομημένη περιοχή...Στις αγορές των εν λόγω ακινήτων προέβη ο εναγόμενος - αντενάγων Οικοδομικός Συνεταιρισμός....προκειμένου να εκπληρώσει τον καταστατικό του σκοπό, που είναι η απόκτηση, από μέλη του, κατοικιών σε αστική περιοχή ....Σε εκπλήρωση του σκοπού του, ο Συνεταιρισμός...το έτος 1989 ανέθεσε στον Σ.Π., πολιτικό μηχανικό και στον Θ.Μ., γεωλόγο, να συντάξουν μελέτη γεωλογικής γεωτεχνικής καταλληλότητας του ως άνω ακινήτου του, οι οποία, προς τούτο, πραγματοποίησαν επανειλημμένες επισκέψεις σε αυτό, ολοκληρώνοντας και παραδίδοντας τη μελέτη τους το Μάϊο του 1990. Στη συνέχεια, και δη το 1990 περίπου, με σχετική εντολή του Συνεταιρισμού οι (μνημονευόμενοι μηχανικοί) ανέλαβαν...να εκπονήσουν την πολεοδομική μελέτη ....η οποία είναι απαραίτητη, σύμφωνα με τις διατάξεις του π.δ.93/1987 περί οικοδομικών συνεταιρισμών...Η σύνταξη της πολεοδομικής μελέτης αποτελεί εργασία χρονοβόρα, που απαιτεί στενή συνεργασία μεταξύ των ανωτέρω μελετητών, οι οποίοι, πρός τούτο, επισκέφτηκαν πολλές φορές το προς πολεοδόμηση ακίνητο, κυρίως από το 1993 και σε αρκετές εξ αυτών με παρουσία και του προέδρου του συνεταιρισμού Β.Τ. Έτσι, μετά από επανειλημμένες επισκέψεις...ολοκληρώθηκε η ως άνω πολεοδομική μελέτη και συντάχθηκε το σχετικό τεύχος το Μάρτιο του 2000...Περαιτέρω, επειδή στο ως άνω ακίνητο υπάρχει φυσικό ρεύμα για το οποίο θα πρέπει σύμφωνα με το νόμο να γίνει ειδική μελέτη οριοθέτησης...και πάλι μετά από επανειλημμένες επισκέψεις και μετρήσεις των ως άνω επιστημόνων στο ακίνητο, ολοκληρώθηκε η μελέτη οριοθέτησης του ρεύματος και συντάχθηκαν τα σχετικά σχέδια τον Οκτώβριο του 2003. Έτσι, μετά ταύτα ο φάκελο της Πολεοδομικής μελέτης διαβιβάστηκε στο ΥΠΕΧΩΔΕ, το οποίο ζήτησε κάποια συμπληρωματικά στοιχεία... τα οποία του προσκομίστηκαν από τον Συνεταιρισμό...και ως εκ τούτου, το έργο βρίσκεται πλέον στο στάδιο της τελικής έγκρισης από το Κεντρικό Συμβούλιο Χωροταξίας.
Συνεπώς προφανές είναι ότι ο εναγόμενος αντενάγων Συνεταιρισμός ασχολείται ενεργά με τα έργα για τα οποία απέκτησε τα επίδικα ακίνητα, από της αγοράς τους και εντεύθεν, προβαίνοντας σε όλες τις σχετικές πράξεις, που αρμόζουν στη φύση και τον προορισμό τους. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του ενάγοντος αντεναγομένου (τους οποίους επιβεβαιώνουν η εξετασθείσα στο ακροατήριο μάρτυράς του και οι υπέρ αυτού ενόρκως βεβαιώσαντες ενώπιον συμβολαιογράφου), ο τελευταίος, ο οποίος είναι κτηνοτρόφος στο επάγγελμα; βρίσκεται στη νομή των εν λόγω ακινήτων από το έτος 1990, διατηρώντας μέσα σε αυτά ζώα και καλλιέργειες, έχοντας περιφράξει μάλιστα την όλη έκταση με συρματόπλεγμα ήδη από το 1990, ενώ περαιτέρω ο ίδιος μένει και σε μία από τις δύο υπάρχουσες στο κτήμα οικίες, ενώ την άλλη χρησιμοποιεί ως αποθήκη. Σε αντίθεση ωστόσο με τα ανωτέρω, τόσο ο εξετασθείς στο ακροατήριο μάρτυρας του εναγομένου αντενάγοντος, όσο και οι ενόρκως βεβαιώσαντες ενώπιον συμβολαιογράφου υπέρ αυτού, καταθέτουν ότι ποτέ, μέχρι το έτος 2003, σε όσες μετρήσεις κι αν προέβησαν επί του επιδίκου ακινήτου, δεν αντιλήφθησαν την παρουσία του ενάγοντος αντεναγομένου, ούτε των εγκαταστάσεων του. Τα όσα αναφέρθηκαν από τους τελευταίους, κρίνονται πειστικά, διότι η παρουσία τους όλα αυτά τα χρόνια στα επίδικα ακίνητα είναι αναμφισβήτητη, λόγω της ανατεθειμένης σε αυτούς εργασίας κι ως εκ τούτου η εικόνα των ακινήτων, την οποία παρουσιάζουν, ήτοι χωρίς τις εγκαταστάσεις και την περίφραξη, ανταποκρίνεται στην αλήθεια, ενώ εξάλλου σε αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή όλα αυτά τα χρόνια που πραγματοποιούσαν τις ως άνω μετρήσεις, υπήρχε μέσα στο ακίνητο ο ενάγων με τα ζώα του, έχοντας μάλιστα περιφράξει το ακίνητο, αυτοί δεν θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν τις εργασίες τους καθώς δε θα είχαν πρόσβαση στο ακίνητο, αλλά και όλες οι επικαλούμενες από τον ενάγοντα εγκαταστάσεις και περιφράξεις θα αποτυπώνονταν και θα περιγράφονταν στα σχετικά συνταχθέντα από αυτούς, τοπογραφικά διαγράμματα. Επίσης θα είχαν ενημερώσει σχετικά τους υπεύθυνους του Συνεταιρισμού, οι οποίοι και θα είχαν κινηθεί εγκαίρως προκειμένου να αποβάλουν τον ενάγοντα από το ακίνητο. Επιπλέον, εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι με την υπ'αρ…/29.2.1999 πράξη του δημάρχου …., που εκδόθηκε μετά από αίτηση του ενάγοντος αντενάγομενου, και μετά από διαπίστωση του ότι η οικογένεια του τελευταίου μένει μόνιμα στο δήμο …περισσότερο από δύο χρόνια, αποφασίσθηκε η εγγραφή της ως άνω οικογένειας στα δημοτολόγια του ως άνω Δήμου, που δεν έχει τοπική σχέση με τη περιοχή, όπου βρίσκονται τα επίμαχα ακίνητα. Περαιτέρω, προέκυψε μεν ότι ο ενάγων αντεναγόμενος ασκούσε διακατοχικές πράξεις (βοσκή των ζώων του, καλλιέργεια) επί των επιδίκων κατά τα έτη 1989-1992, όχι όμως με διάνοια κυρίου, αλλά βάσει σχετικών μισθωτικών σχέσεων με τον εναγόμενο αντενάγοντα συνεταιρισμό...Κατά τα προεκτεθέντα δε ουδόλως προέκυψαν διακατοχικές πράξεις του ενάγοντος αντεναγομένου επί των επιδίκων κατά τον μετέπειτα χρόνο. Τα ως άνω ενισχύονται και από το υπ'αρ…./9.8.2006 έγγραφο του Δήμου …, σύμφωνα με το οποίο η λειτουργία της σταυλικής εγκατάστασης του Β. Κ. διαπιστώθηκε από την αρμόδια υπηρεσία του Δήμου στις 24.3.2005 παρά τους "συχνούς ελέγχους" που, σύμφωνα πάντα με το ως άνω έγγραφο, γίνονταν προς εντοπισμό σταυλικών εγκαταστάσεων στα όρια του Δήμου. Κατά συνέπεια, εάν υπήρχε αδιακόπως από δεκαπενταετίας σταυλική εγκατάσταση του ενάγοντος, όπως υποστηρίζει αυτός, θα γινόταν, σαφώς αντιληπτή από το ως άνω, αρμόδιο όργανο, ειδικά δε όταν πρόκειται περί αστικής περιοχής, όπου παρόμοια εγκατάσταση θα είχε προκαλέσει αντιδράσεις περιοίκων. Περαιτέρω ενισχυτικό επίσης των ανωτέρω, και δη της έλλειψης νομής του ενάγοντος αντεναγομένου επί των επίδικων ακινήτων κατά το επικαλούμενο από αυτόν διάστημα, αποτελεί και η από 22.10.1996 γνωμοδότηση ΝΕΧΩΠ Δωδεκανήσου, η οποία, μετά από διενεργηθείσα αυτοψία, βεβαίωσε ότι οι επίμαχες κτηματομερίδες "δεν αποτελούν πλέον γεωργική περιοχή υψηλής παραγωγικότητας, αλλά αποτελούν πλέον γήπεδα οικοπεδικής αξίας", βεβαίωση, που, προφανώς, δεν θα ήταν αληθής αν κατά τη διενεργούμενη αυτοψία, η ως άνω υπηρεσία διαπίστωνε την ύπαρξη γεωργικής ή κτηνοτροφικής μονάδος. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω (το Εφετείο κατέληξε στην κρίση, οτι) δεν αποδείχθηκε νομή του ενάγοντος αντεναγομένου επί των επιδίκων κατά το επικαλούμενο από αυτόν διάστημα (1990-2005), οπότε δεν συμπληρώθηκε στο πρόσωπό του ο χρόνος της 15ετούς κτητικής παραγραφής". Τέλος δε, το Εφετείο δέχτηκε, ότι "διαπιστώθηκε από τον εναγόμενο αντενάγοντα περί το έτος 2005 η εκ μέρους του ενάγοντος αντεναγομένου κατάληψη (και δια περιφράξεως τους) των επιδίκων, του τελευταίου αρνουμένου να τα αποδώσει". Με βάση τις πραγματικές αυτές παραδοχές το πιο πάνω Δικαστήριο έκρινε ότι η ένδικη αναγνωριστική κυριότητας ακινήτων αγωγή του αναιρεσείοντος, που έχει ως βάση τη 15ετή κτητική παραγραφή σύμφωνα με το άρθρο 63 του Κτηματολογικού Κανονισμού, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη, και να γίνει δεκτή η διεκδικητική των επίδικων ακινήτων ανταγωγή τουαντιδίκου του αναιρεσίβλητου οικοδομικού Συνεταιρισμού, που έχει ως βάση τον επικαλούμενο από αυτόν προεκτιθέμενο παράγωγο τρόπο (άρθρα 1033, 1192 αρ.1 και 1198 ΑΚ), απορρίπτοντας, έτσι, την έφεση του αναιρεσείοντος κατά της εκκαλούμενης απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου, το οποίο είχε εκφέρει όμοια κρίση. Έτσι που έκρινε το Εφετείο, διέλαβε στην απόφασή του πλήρη, σαφή και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογία τόσο καθ' οσον αφορά την απόρριψη της αγωγής όσο και καθ'οσον αφορά την παραδοχή της ανταγωγής και συνεπώς ο δεύτερος λόγος της αναίρεσης από τον αριθμό 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.
ΙΙ. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 270 παρ.2 εδαφ.γ'ΚΠολΔ, όπως ήδη ισχύει μετά την αντικατάστασή της με τη διάταξη του άρθρου 17 του ν.2915/2001 από 1-1-2002 (άρθρο 15 του ν.2943/2001), που, κατά τη διάταξη του άρθρου 524 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, εφαρμόζεται και στη διαδικασία της δευτεροβάθμιας δίκης, αν με την έφεση προσβάλλεται απόφαση των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου λαμβάνονται το πολύ τρεις για κάθε πλευρά και μόνο αν έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση και, αν απόκειται να δοθούν στην αλλοδαπή, οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή. Οι ένορκες βεβαιώσεις δεν αποτελούν έγγραφα κατά την έννοια των άρθρων 339 και 432 επ. ΚΠολΔ, αλλά ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο που πρέπει να αναφέρεται ειδικά (ΑΠ 1086/1993 Ελλ Δνη 35.1587). Εξάλλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.11 περ.γ'ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται και αν το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέστηκαν και προσκόμισαν. Στην προκείμενη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της αναίρεσης προσάπτεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθμό 11 περ.γ'του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια, γιατί το Εφετείο, προκειμένου να καταλήξει στην κρίση του περί της ουσιαστικής αβασιμότητας της ένδικης αγωγής του αναιρεσείοντος και της ουσιαστικής βασιμότητας της ανταγωγής του αναιρεσιβλήτου, δεν έλαβε υπόψη και δεν συνεκτίμησε με τις λοιπές αποδείξεις τις ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον της συμβολαιογράφου Ρόδου Αριστέας Ηρακλείδου - Περίδου με αριθμούς πράξεων της εν λόγω συμβολαιογράφου ... και .../31.1.2007, που έχουν ληφθεί με επιμέλεια του αναιρεσείοντος ύστερα από νόμιμη εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου του, όπως αποδεικνύεται από τις … Γ'και … Γ'/26-1-2007 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Ρόδου …, τις οποίες ο αναιρεσείων προσκόμισε νόμιμα με επίκληση με τις προτάσεις του της συζήτησης, μετά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, για την απόδειξη της αγωγής και την απόκρουση και την απόρριψη της ανταγωγής, δεδομένου ότι το πιο πάνω Δικαστήριο παρέλειψε να κάνει έστω απλή μνεία των δύο αυτών ενόρκων βεβαιώσεων, προσδιορίζοντας αυτές στοιχειωδώς κατά τον αριθμό τους και τα στοιχεία του αρμόδιου οργάνου ενώπιον του οποίου έλαβαν χώρα. Το Εφετείο, που δίκασε, βεβαιώνει στην απόφασή του, ότι έλαβε υπόψη και τις "μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη κλήτευση της αντίδικης πλευράς ένορκες βεβαιώσεις υπ'αρ….- …/31.1.2007 ενώπιον της συμβολαιογράφου Ρόδου Α.Ηρακλείδου", δηλαδή και τις ένορκες βεβαιώσεις με αριθμούς πράξεων ... και .../31.1.2007 της εν λόγω συμβολαιογράφου. Από τη ρητή αυτή βεβαίωση του Εφετείου, ότι λήφθηκαν υπόψη και οι δύο αυτές ένορκες βεβαιώσεις, τις οποίες, μάλιστα, - μαζί και με την πρώτη στη σειρά με αριθμό πράξης .../31.1.2007 ένορκη βεβαίωση - σχολιάζει, αναφέροντας για "τους ισχυρισμούς του ενάγοντος αντεναγομένου - ήδη αναιρεσείοντος - σύμφωνα (με τους οποίους) ο τελευταίος, ο οποίος είναι κτηνοτρόφος στο επάγγελμα, βρίσκεται στη νομή των εν λόγω (επίδικων) ακινήτων από το έτος 1990, διατηρώντας μέσα σε αυτά ζώα και καλλιέργειες, έχοντας περιφράξει μάλιστα την όλη έκταση με συρματόπλεγμα ήδη από το 1990, ενώ περαιτέρω ο ίδιος μένει και σε μία από τις δύο υπάρχουσες στο κτήμα οικίες, ενώ την άλλη χρησιμοποιεί ως αποθήκη", ότι τους "επιβεβαιώνουν η εξετασθείσα στο ακροατήριο μάρτυρας του και οι υπέρ αυτού ενόρκως βεβαιώσαντες ενώπιον συμβολαιογράφου", αλλά, ότι "κρίνονται πειστικά" όχι τα προεκτεθέντα αλλά αυτά που κατέθεσαν "τόσο ο εξετασθείς στο ακροατήριο μάρτυρας του εναγομένου αντενάγοντος - ήδη αναιρεσιβλήτου - όσο και οι ενόρκως βεβαιώσαντες ενώπιον συμβολαιογράφου υπέρ αυτού", δηλαδή, "ότι ποτέ, μέχρι το έτος 2003, σε όσες μετρήσεις κι αν προέβησαν επί του επίδικου ακινήτου, δεν αντιλήφθηκαν την παρουσία του ενάγοντος αντεναγομένου, ούτε των εγκαταστάσεών του...", καθώς και από το σύνολο των σκέψεων αυτού, γίνεται φανερό και αναμφισβήτητο ότι τούτο έλαβε υπόψη και τις προεκτιθέμενες δύο ένορκες βεβαιώσεις και συνεπώς ο λόγος αυτός της αναίρεσης, με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων, ο οποίος ηττάται, στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 21.7.2011 αίτηση του Β. Κ. του Ι. για αναίρεση της 102/2011 απόφασης του Εφετείου Δωδεκανήσου.
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσιβλήτου, τα οποία ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2700) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 22 Ιανουαρίου 2013. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 6 Φεβρουαρίου 2013.


Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή