Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2040 / 2009    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας ανεπάρκεια, Αποδεικτικά μέσα, Εισαγγελέας Αρείου Πάγου, Πολιτική αγωγή, Απόφαση αθωωτική.




Περίληψη:
Αίτηση αναιρέσεως Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου. Έλλειψη αιτιολογίας ως προς τα αποδεικτικά μέσα. Έννοια. Μη αναφορά στην απόφαση των αποδεικτικών μέσων, ούτε των πραγματικών περιστατικών που προέκυψαν από τη διαδικασία (ΑΠ 13/2008, 2106/2006). Έλλειψη παντελώς αιτιολογίας, μη αναφορά αποδεικτικών μέσων ούτε κατ' είδος. Δεκτή αίτηση αναίρεσης. Πολιτικώς ενάγων, όταν αποβλήθηκε της ποινικής διαδικασίας με την προσβαλλομένη απόφαση, η οποία δεν προσβλήθηκε κατά το κεφάλαιό της αυτό, δεν παρίσταται νομίμως στον Άρειο Πάγο και διατάσσεται η αποβολή της (ΑΠ 1665/2009, 1960/2005) -.




ΑΡΙΘΜΟΣ 2040/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 22 Σεπτεμβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της 2273/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης. Με κατηγορούμενους τους: 1. ..., 2. ..., που εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Χρήστο Μπακέλλα. Με πολιτικώς ενάγουσα την ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αθανάσιο Ζαχαριάδη.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 9/27-2-2009 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέα του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 321/2009.

Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που ζήτησε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τους πληρεξούσιους δικηγόρους των πιο πάνω διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
1. Κατά το άρθρο 513 παρ.1 του ΚΠΔ, κατά τη συζήτηση της αίτησης αναιρέσεως, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κλητεύει τον αναιρεσείοντα και τους υπόλοιπους διαδίκους, με κλήση που επιδίδεται σύμφωνα με τα άρθρα 155 έως 161 και μέσα στην προθεσμία του άρθρου 166 στο ακροατήριο του Δικαστηρίου του Αρείου Πάγου ή στην Ολομέλειά του για να παραστούν κατά τη συζήτηση. Ως "υπόλοιποι" διάδικοι, οι οποίοι πρέπει να καλούνται στη συζήτηση θεωρούνται όλοι εκείνοι, οι οποίοι νομίμως απέκτησαν την ιδιότητα του διαδίκου. Επομένως, ο πολιτικώς ενάγων πρέπει να καλείται για να παραστεί στο ακροατήριο του Αρείου Πάγου, κατά τη συζήτηση της αίτησης αναίρεσης, που άσκησε ο κατηγορούμενος ή ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, εφόσον αυτός νομίμως απέκτησε την ιδιότητα του διαδίκου και δεν αποβλήθηκε ούτε παραιτήθηκε από την ιδιότητα αυτή. Στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, με την υπ' αριθ. 9/ 2009 αίτησή του, ζητεί την αναίρεση της 2273/2008 Αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Κακουργημάτων) Θεσσαλονίκης για τους εις αυτήν αναφερομένους λόγους αναιρέσεως. Όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλομένης αποφάσεως, τα οποία παραδεκτώς επισκοπούνται, κατόπιν παραδοχής της σχετικής ενστάσεως των κατηγορουμένων, αποβλήθηκε της ποινικής διαδικασίας η δηλώσασα παράσταση πολιτικής αγωγής .... Το κεφάλαιο αυτό της αποφάσεως δεν προσβλήθηκε με ένδικο μέσο, με αποτέλεσμα κατά την διάταξη αυτή η απόφαση να καταστεί αμετάκλητη.
Συνεπώς η ανωτέρω δεν απέκτησε την ιδιότητα της πολιτικώς ενάγουσας και δεν υπήρξε διάδικος, με την ανωτέρω έννοια στην δίκη ενώπιον του εκδόσαντος την προσβαλλομένη απόφαση Δικαστηρίου και συνακόλουθα ουχί νομίμως κλητεύθηκε, από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και παρά το νόμο δήλωσε ότι παρίσταται, κατά την συζήτηση της αναιρέσεως με την ιδιότητα της πολιτικώς ενάγουσας και κατέθεσε και υπόμνημα, ως φέρουσα δήθεν την ιδιότητα αυτή.
Συνεπώς πρέπει να αποβληθεί, κατά το διατακτικό και να μη ληφθεί υπόψη το υπόμνημά της (ΑΠ 1665/2009, ΑΠ 1960/2005).
2. Έλλειψη της απαιτούμενης από τα άρθρα 93 παρ. 3 Συντάγματος και 139 Κ.Π.Δ. ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, που ιδρύει λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του Κ.Π.Δ., υπάρχει, όταν δεν εκτίθενται σε αυτήν με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχτηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών που αποδείχτηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας: α) Είναι επιτρεπτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο, με αποτέλεσμα να μη στερείται η απόφαση αιτιολογίας, υπό την προϋπόθεση όμως ότι στο διατακτικό αυτής, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχονται πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα όσα είναι αναγκαία για την συγκρότηση της αντικειμενικής και υποκειμενικής υπόστασης της πράξης, για την οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, ώστε να καθίσταται περιττή η λεκτική διαφοροποίηση του σκεπτικού. Τούτο όμως προϋποθέτει ότι υπάρχει σκεπτικό στην προσβαλλόμενη απόφαση με ρητή μάλιστα αναφορά στα παραπάνω πραγματικά περιστατικά του διατακτικού της προσβαλλομένης απόφασης, και όχι όταν ελλείπει παντελώς αυτό, β) Αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να απαιτείται να εκτίθεται τι προέκυψε από καθένα από αυτά, ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση των διαφόρων αποδεικτικών μέσων και των μαρτυρικών καταθέσεων μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται ποιο βαρύνει περισσότερο για το σχηματισμό της δικαστικής κρίσης. Απαιτείται μόνο να προκύπτει ότι το Δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά στοιχεία, για το σχηματισμό της δικανικής του πεποίθησης, και όχι μόνο μερικά από αυτά.
3. Κατά το άρθρο 505 παρ. 2 του Κ.Π.Δ., ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε απόφασης ποινικού δικαστηρίου μέσα στην προθεσμία του άρθρου 479 παρ. 2, δηλαδή μέσα σε προθεσμία ενός μηνός από την καταχώρηση της αποφάσεως καθαρογραφημένης στο ειδικό βιβλίο του άρθρου 473 παρ. 3 του ΚΠΔ. Από την ανωτέρω διάταξη προκύπτει ότι ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, προς τον σκοπό επανορθώσεως τυχόν εσφαλμένων αποφάσεων, δικαιούται να ασκεί αναίρεση κατά πάσης αποφάσεως, αθωωτικής ή καταδικαστικής και για όλους τους λόγους του άρθρου 510 παρ. 1 του Κ.Π.Δ., μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και αυτός της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας που απαιτείται κατά τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του Κ.Π.Δ, κατά τα αναφερόμενα στην προηγούμενη νομική σκέψη. Ειδικά δε, προκειμένου περί αθωωτικής απόφασης, ενόψει του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορουμένου, που θεσπίζεται και από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 της ΕΣΔΑ (ν.δ/γμα 53/1974), και δεδομένου ότι αντικείμενο αποδείξεως στην ποινική δίκη αποτελεί η ενοχή και όχι η αθωότητα του κατηγορουμένου, τέτοια έλλειψη αιτιολογίας, που ιδρύει τον, κατ άρθρο 510 παρ. 1 Δ ΚΠΔ, λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν δεν εκτίθενται στην απόφαση τα αναγκαία περιστατικά της αξιόποινης πράξης και οι λόγοι από τους οποίους το δικαστήριο της ουσίας αδυνατεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο κατηγορούμενος πραγμάτωσε την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος που του αποδίδεται από τα αποδεικτικά μέσα που αξιολόγησε και εκτίθενται στα πρακτικά. 3. Στην κρινόμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλομένης με την 9/2009 αναίρεση του Εισαγγελέως του Αρείου αθωωτικής αποφάσεως, τα οποία παραδεκτά επισκοπούνται από τον Άρειο Πάγο, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης με την 2273/2008 απόφαση κήρυξε αθώους τους κατηγορουμένους της πράξεως της απάτης κατά συναυτουργία με περιουσιακή ζημία και αντίστοιχο όφελος μεγαλύτερο των 73.000 €. Για να καταλήξει στην κρίση αυτή ουδέν πραγματικό περιστατικό εκθέτει που προέκυψε από την αποδεικτική διαδικασία, κατά την οποία εξετάσθηκαν εννέα (9) μάρτυρες κατηγορίας και ένας (1) υπερασπίσεως, αναγνώσθηκαν τα αναφερόμενα αναλυτικά έγγραφα και απολογήθηκε ο κατηγορούμενος, που ήταν παρών, ούτε, γίνεται ρητή αναφορά προς τούτο στα πραγματικά περιστατικά που εκτίθενται στο διατακτικό. Περαιτέρω ουδέν από τα ανωτέρω αποδεικτικά μέσα που χρησιμοποιήθηκαν κατά την αποδεικτική διαδικασία, έστω και κατ είδος, αναφέρεται στο σκεπτικό της αποφάσεως ότι λήφθηκαν υπόψη και αξιολογήθηκαν. Την υποχρέωση αυτή είχε το Δικαστήριο και υπό την εκδοχή ακόμη ότι η πράξη δεν στοιχειοθετείται και αληθών υποτιθεμένων των πραγματικών περιστατικών που περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο και συνιστούν την αξιόποινη συμπεριφορά των κατηγορουμένων με την οποία στοιχειοθετείται η πράξη της κακουργηματικής απάτης που τους αποδόθηκε. Κατ' ακολουθία τούτων, σύμφωνα με αυτά που εκτίθενται στη νομική σκέψη, η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται παντελώς αιτιολογιών και πρέπει, κατά παραδοχή ως βασίμου του από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠοινΔ μοναδικού λόγου της κρινόμενης αίτησης αναίρεσης, ν' αναιρεθεί κατά το μέρος που προσβάλλεται και να παραπεμφθεί η υπόθεση, κατά το μέρος αυτό, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠοινΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Διατάσσει την αποβολή από την παρούσα δίκη της πολιτικώς ενάγουσας ....
ΑΝΑΙΡΕΙ την 2273/2008 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Κακουργημάτων) Θεσσαλονίκης, κατά την αθωωτική διάταξή της. Και. ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση, κατά το μέρος αυτό, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 7 Οκτωβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 26 Οκτωβρίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή