Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1143 / 2009    (Ε, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Κλοπή.




Περίληψη:
Άρθρο 372 παρ. 1, 374 ΠΚ. Πότε διακεκριμένες περιπτώσεις κλοπής. Αιτιολογία καταδικαστικής αποφάσεως κακουργηματικής κλοπής. Πότε κατ' επάγγελμα τέλεση. Εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Απορρίπτει αναίρεση.




Αριθμός 1143/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Ελευθέριο Νικολόπουλο, Αναστάσιο Λιανό και Βιολέττα Κυτέα - Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Φεβρουαρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Φωτίου Μακρή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου ..., που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Θεόδωρο Κούκιο, περί αναιρέσεως της 2329/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 28 Νοεμβρίου 2008 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 2010/2008.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκειμένη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατ' άρθρον 372 § 1 Π.Κ. "όποιος αφαιρεί ξένο (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών· και αν το αντικείμενο της κλοπής είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών". Περαιτέρω κατά την διάταξη του άρθρου 374 ιδίου Κώδικος Η κλοπή τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών..., στοιχ. ε' "αν η πράξη τελέστηκε από πρόσωπο που διαπράττει κλοπές ή ληστείες κατ' επάγγελμα...". Κατά το άρθρο 13 στοιχ. στ' εδ. α' Π.Κ. "κατ'επάγγελμα τέλεση του εγκλήματος συντρέχει όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξης ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης με πρόθεση επανειλημμένης τέλεσης της πράξης προκύπτει σκοπός του δράστη για πορισμό εισοδήματος". Η περίπτωση της διάταξης αυτής, είναι επιβαρυντική και προσδίδει στη πράξη της κλοπής κακουργηματικό χαρακτήρα. Ούτω για την συνδρομή της τοιαύτης επιβαρυντικής περιστάσεως, της τελέσεως του συγκεκριμένου εγκλήματος κατ'επάγγελμα, απαιτείται αντικειμενικώς μεν επανειλημμένη τέλεση αυτού, χωρίς να έχει προηγηθεί και καταδίκη του δράστη, υποκειμενικώς δε σκοπός του δράστη να ποριστεί εισόδημα από την επανειλημμένη τέλεσή του. Επίσης κατ' επάγγελμα τέλεση συντρέχει και όταν η αξιόποινη πράξη τελείται για πρώτη φορά, όχι όμως ευκαιριακώς, αλλά βάσει σχεδίου, δηλαδή όταν από την υποδομή που έχει διαμορφώσει ο δράστης και την οργανωμένη ετοιμότητά του με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως, προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος. Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτουμένη από τις διατάξεις των άρθρων 93 § 3 του Συντάγματος και 139 Κ.Π.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγον αναιρέσεως εκ του άρθρου 510 § 1 στοιχ. Δ' ιδίου Κώδικος, όταν αναφέρονται σ'αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία απεδείχθησαν από την ακροαματική διαδικασία και από τα οποία το δικαστήριο που την εξέδωσε συνήγαγε την ύπαρξη των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος για το οποίο κατεδικάσθη ο κατηγορούμενος, τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή των περιστατικών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Η άνω αιτιολογία απαιτείται και για την επιβαρυντική περίπτωση που δέχεται το δικαστήριο στο συγκεκριμένο έγκλημα και η συνδρομή της οποίας επιβαρύνει την πράξη και ασκεί επίδραση στην επιμέτρηση της ποινής.
Συνεπώς ειδικότερα ως προς την κακουργηματικού χαρακτήρος κλοπή, δεν αρκεί η αναφορά των συνθηκών υπό τας οποίας ετελέσθη το έγκλημα και η τυπική χρήση του οικείου όρου της επιβαρυντικής περιστάσεως, αλλά απαιτείται να παρατίθενται τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία, κατ' ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδείξεων, συγκροτούν την γενομένη δεκτή επιβαρυντική περίπτωση. Τέλος από τη διάταξη του άρθρου 510 § 1 στοιχ. Ε' Κ.Π.Δ. λόγον αναιρέσεως της καταδικαστικής αποφάσεως συνιστά η εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει στο νόμο έννοια διαφορετική από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη είναι η εφαρμογή αυτού, όταν το δικαστήριο, χωρίς να παρερμηνεύει το νόμο δεν υπάγει στην αληθινή έννοιά του τα πραγματικά περιστατικά που δέχεται ότι προέκυψαν καθώς και όταν η σχετική διάταξη παρεβιάσθη εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του σκεπτικού προς το διατακτικό της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής εφαρμογής της εφαρμοσθείσης ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, οπότε η απόφαση στερείται νομίμου βάσεως. Στην προκειμένη περίπτωση το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών, με την προσβαλλομένη υπ'αριθμ. 2329/2008 απόφασή του, όπως εξ αυτής προκύπτει, εκήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα για διακεκριμένη περίπτωση κλοπής, ήτοι πράξη που ετελέσθη από πρόσωπο που διαπράττει κλοπές κατ' επάγγελμα, με την συνδρομή της ελαφρυντικής περιστάσεως άρθρου 84 § 2 ε' Π.Κ. και επέβαλε σ'αυτόν ποινή φυλακίσεως δύο (2) ετών. Για να στηρίξει την καταδικαστική του κρίση, τόσον όσον αφορά την κλοπή, όσον και ως προς την επιβαρυντική περίσταση της κατ' επάγγελμα τελέσεως αυτής από τον κατηγορούμενο - αναιρεσείοντα, κρίση την οποίαν ειδικότερα ψέγει ο τελευταίος με την κρινομένη αναίρεσή του, το άνω δικαστήριο, εδέχθη, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του τα εξής πραγματικά περιστατικά: "... Ο κατηγορούμενος, ο οποίος διατηρούσε επιχείρηση καφετέρια στο ... και εχρειάζετο αυτοκίνητο για την εξυπηρέτηση των αναγκών του αλλά και των αναγκών της επιχειρήσεώς του, την 30ην Ιουνίου 1997 αγόρασε από τον μάρτυρα ... το υπ'αριθ. κυκλοφορίας ... Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο, μάρκας HONDA CRX VETEC, χρώματος μαύρου, με αριθμόν πλαισίου ... και αριθμό κινητήρος .... To αυτοκίνητο αυτό, λόγω προηγηθείσης της αγοράς του συγκρούσεως, είχε υποστεί εκτεταμένες υλικές ζημίες, για την αποκατάσταση των οποίων απητείτο δαπάνη άνω των 2.000.000 δρχ. Όμως, ο κατηγορούμενος δεν ήτο διατεθειμένος να δαπανήσει το ως άνω ποσόν και για τον λόγον αυτόν την 18ην Ιουνίου 1998 αφήρεσε από την κατοχή του ..., για να ιδιοποιηθεί παρανόμως, το σταθμευμένο στην οδόν ... Ι.Χ.Ε. αυτοκίνητο του τελευταίου, το οποίον ήτο της ιδίας μάρκας, ιδίου τύπου και ιδίου χρώματος με το αυτοκίνητο του κατηγορουμένου και είχε αριθμό κυκλοφορίας ..., αριθμό πλαισίου ... και αριθμό κινητήρος .... Ο παθών είχε καταγγείλει στο Α.Τ. Άνω Πατησίων την κλοπή του αυτοκινήτου του, το οποίον, αφού περιήλθε παρανόμως στην κατοχή του κατηγορουμένου, υπέστη παραποίηση από αυτόν. Ειδικότερα, ο κατηγορούμενος, όπως προκύπτει από την υπ'αριθ. πρωτ. 3022/23/552-α/29-4-1999 έκθεση εργαστηριακής εξέτασης αυτοκινήτου του Τμήματος Εργαστηρίων της Δ/ΝΣΗΣ ΕΓΚΛ/ΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ, η οποία είναι συνημμένη στο υπ'αριθ. πρωτ. 3022/23/552-β/30-4-1999 έγγραφο της ιδίας υπηρεσίας, απέκοψε από το κλαπέν αυτοκίνητο το τμήμα της λαμαρίνας στο οποίο ήτο χαραγμένος ο εργοστασιακός αριθμός του πλαισίου του και στην θέση του συγκόλλησε το αντίστοιχο τμήμα με τον αριθμό πλαισίου του τρακαρισμένου αυτοκινήτου το οποίον κατά τα ανωτέρω είχε αγοράσει ο κατηγορούμενος, ούτως ώστε να δίδεται η εντύπωση ότι το κλαπέν αυτοκίνητο, το οποίον ο κατηγορούμενος έθεσε κατόπιν παραποιημένο κατά το εν λόγω στοιχείον σε κυκλοφορία αφού επί πλέον αντικατέστησε σε αυτό τις πινακίδες αριθμού κυκλοφορίας του με τις πινακίδες του δικού του ως άνω αυτοκινήτου, ήτο δήθεν το αγορασθέν από εκείνον αυτοκίνητο. Τελικώς όμως η αστυνομία συνέλαβε τον κατηγορούμενον και κατέσχεν εις χείρας του το κλαπέν αυτοκίνητο, το οποίο ανεγνωρίσθη από τον παθόντα .... Από τα ανωτέρω και ειδικότερα από την υποδομή την οποία είχε διαμορφώσει ο κατηγορούμενος, ήτοι από την αναπτυχθείσα από τον ίδιον ικανότητα να κλέψει το ως άνω πολυτελές αυτοκίνητο και να παραποιήσει τα στοιχεία του με πλαστογραφία του αριθμού πλαισίου του και ακολούθως να το θέσει σε κυκλοφορία, προκύπτει πρόθεση του κατηγορουμένου για επανειλημμένη τέλεση της πράξεως της κλοπής αυτοκινήτου και σκοπός του για πορισμό εισοδήματος. Επομένως, σύμφωνα και με την εκτεθείσα στην αρχή σκέψη, ο τα αντίθετα υποστηρίζων σχετικός ισχυρισμός του κατηγορουμένου περί της κακουργηματικής μορφής της πράξεώς του κατά τη διάταξη του άρθρου 13 εδ. στ' Π.Κ. και ειδικότερα και ο ισχυρισμός του ότι "στην περίπτωση δε αυτή απαιτούνται τουλάχιστον δύο πράξεις", είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Ακολούθως, πρέπει ο κατηγορούμενος να κηρυχθεί ένοχος της αποδιδομένης σε αυτόν πράξεως, να αναγνωρισθεί δε στον ίδιον η ελαφρυντική περίσταση του άρθρου 84 § 2 ε' Π.Κ., η οποία ανεγνωρίσθη και πρωτοδίκως". Με τις παραδοχές αυτές όλες το Εφετείο διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφασή του την κατά τ' άνω απαιτουμένη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει στο σκεπτικό του τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν τόσο την κλοπή, κατά τα αντικειμενικά και υποκειμενικά στοιχεία αυτής, όσο και την επιβαρυντική περίσταση της κατ' επάγγελμα τελέσεώς της και δη τον σκοπό του κατηγορουμένου για πορισμό εισοδήματος που προκύπτει από την υποδομή, την οποίαν είχε διαμορφώσει, με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως της πράξεως της κλοπής, και συνεπώς ορθώς εφήρμοσε τις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 372 § 1, 374 στοιχ. ε' και 13 εδ. στ' Π.Κ., τις οποίες δεν παρεβίασεν ούτε εκ πλαγίου. Κατ' ακολουθίαν αυτών οι εκ του άρθρου 510 § 1 στοιχ. Δ' και Ε' Κ.Π.Δ. λόγοι αναιρέσεως της κρινομένης αιτήσεως, οι υποστηρίζοντες τα αντίθετα, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Καθ'ό μέρος δε με αυτούς και υπό την επίκλησή των πλήττεται η αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, αυτοί είναι απαράδεκτοι, Μετά ταύτα, πρέπει, μη υπάρχοντος ετέρου λόγου αναιρέσεως, να απορριφθεί στο σύνολό της η κρινομένη αίτηση αναιρέσεως και καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρ. 583 § 1 Κ.Π.Δ.).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 28 Νοεμβρίου 2008 αίτηση του ..., για αναίρεση της υπ'αριθμ. 2329/2008 αποφάσεως του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εξ ευρώ διακοσίων είκοσι (220).

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 6 Μαρτίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 8 Μαΐου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή