Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 1816 / 2008    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ψευδής ανώμοτη κατάθεση, Σωματική βλάβη από αμέλεια.




Περίληψη:
Σωματική βλάβη από αμέλεια. Ψευδής ανώμοτι κατάθεση. Απορρίπτει αναίρεση για έλλειψη αιτιολογίας.





Αριθμός 1816/2008


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ


ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, (κωλυομένου του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σαραντινού), ο οποίος ορίστηκε με την 57/1-4-2008 Πράξη του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Λυκούδη, Ανδρέα Τσόλια, Ιωάννη Παπουτσή-Εισηγητή και Νικόλαο Ζαΐρη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 6 Μαΐου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Χρυσού (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση των αναιρεσειόντων-κατηγορουμένων 1)Χ1, 2)Χ2 και 3)Χ3, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Αναστάσιο Πουλτουρτζίδη, για αναίρεση της 3636/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και οι αναιρεσείοντες-κατηγορούμενοι, ζητούν την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 25 Οκτωβρίου 2007 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1883/2007.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο των αναιρεσειόντων, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι.- Η απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως, της καταδικαστικής αποφάσεως, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 Δ ΚΠΔ, υπάρχει όταν περιέχονται σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, για το οποίο εκηρύχθη ένοχος ο κατηγορούμενος, οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν τα περιστατικά, και, τέλος, οι σκέψεις και οι συλλογισμοί, βάσει των οποίων έγινε η υπαγωγή τους στην ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας α)είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως που αποτελούν ενιαίο σύνολο, και β) αρκεί να μνημονεύονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατ' είδος, χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από τον καθένα, αρκεί να συνάγεται ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του και συνεκτίμησε όλα ανεξαιρέτως και όχι μόνο μερικά από αυτά. Στην προκειμένη περίπτωση, με την προσβαλλομένη υπ' αρ. 3636/2006 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης και μετά από συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων που κατ' είδος μνημονεύονται, οι αναιρεσείοντες καταδικάσθηκαν, οι μεν Χ1 και Χ3 σε ποινή φυλακίσεως δέκα (10) μηνών, για την αξιόποινη πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια, ο δε Χ2 σε ποινή φυλακίσεως οκτώ (8) μηνών, για την αξιόποινη πράξη της ψευδούς ανώμοτης κατάθεσης, ανασταλείσαν επί τριετίαν ως προς όλους, δεχθέντος ειδικότερα του δικαστηρίου ανελέγκτως, τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά:
"Στην Ιωνία Θεσσαλονίκης στις Νέες δεξαμενές αποθήκευσης αργού πετρελαίου ιδιοκτησίας "Ελληνικών Πετρελαίων" στις 9-10-2000 η ανώνυμη εταιρία με την επωνυμία "ΕΚΜΕ ΑΕ" είχε αναλάβει την κατασκευή δύο δεξαμενών αποθήκευσης αργού πετρελαίου. Για την εκτέλεση του έργου αυτού απαιτείτο μεταξύ άλλων η μεταφορά με γερανό λαμαρινών, οι οποίες συναρμολογούμενες θα αποτελούσαν τις δύο δεξαμενές. Η εκφόρτωση τούτων έπρεπε να γίνει σε επιφάνεια που είχε εκσκαφεί και βρισκόταν κάτω από εναέριους αγωγούς μέσης και υψηλής τάσης της ΔΕΗ. Και ενώ ο νόμιμος εκπρόσωπος της ως άνω εταιρίας ως υπεύθυνος κατασκευής του ως άνω έργου, πρώτος κατηγορούμενος, έπρεπε να αποφύγει την εκτέλεση του έργου κάτω από εναέριους αγωγούς της ΔΕΗ και να μεριμνήσει για την μεταφορά αυτών σ' άλλο σημείο ή εν πάση περιπτώσει να προβεί στην κατασκευή ειδικών ξύλινων πλαισίων - περιθωρίων ασφαλείας στα σημεία διέλευσης των γερανών κάτω από τους αγωγούς ώστε ν' αποφευχθεί η δημιουργία βολταϊκού τόξου κατά τη στιγμή διέλευσης του γερανού με τις μεταφερόμενες λαμαρίνες διαστάσεων 12μ Χ 2,5μ Χ 1εκ., που θα είχε ως συνέπεια τις σωματικές βλάβες των εργαζομένων από ηλεκτροπληξία, δεν προέβη στις ανωτέρω ενέργειες από απρονοησία και παρόλο που λόγω της ιδιότητάς του και των ικανοτήτων του θα μπορούσε να προβλέψει ότι κατά την διέλευση του γερανού με τις λαμαρίνες κάτω από το δίκτυο της ΔΕΗ λόγω του ανωτάτου ύψους της μπούμας του γερανού θα παραβίαζε την απόσταση ασφαλείας των τριών μέτρων και θα προκαλείτο ηλεκτροπληξία στους εργαζόμενους που θα απασχολούνταν με την μεταφορά των λαμαρινών. Εξάλλου, και ο δεύτερος κατηγορούμενος χειριστής του γερανού ..... της ως άνω εταιρίας και υπάλληλος αυτής γνώριζε ότι ο γερανός διερχόμενος κάτω από τους εναέριους αγωγούς της ΔΕΗ θα προσέγγιζε αυτούς κι έπρεπε ν' αποφύγει τούτο εφόσον ο πρώτος κατηγορούμενος δεν είχε μεριμνήσει την μεταφορά τούτων ή την λήψη των ως άνω μέτρων ασφαλείας. Αντίθετα ο β' κατηγορούμενος κατά τον ως άνω τόπο και χρόνο από απρονοησία του ως χειριστής του ως άνω γερανού επιχείρησε να περάσει κάτω από τους εναέριους αγωγούς της ΔΕΗ με το γερανό του φορτωμένο με μία λαμαρίνα, ενώ έπρεπε ν' αποφύγει την εκτέλεση της εργασίας αυτής, διότι ήταν προφανές ότι θα προσέγγιζε τους ηλεκτροφόρους αγωγούς με τον βραχίονα του γερανού, γνώριζε δε ότι την λαμαρίνα συγκρατούσε ο υπάλληλος της ως άνω εταιρίας Γ1. Αποτέλεσμα της ως άνω αμελούς συμπεριφοράς των δύο κατηγορουμένων ήταν ο τραυματισμός του Γ1, καθώς την ώρα που ο γερανός περνούσε κάτω από τον δεύτερο αγωγό μέσης τάσης (15.000 Volt) το άνω μέρος του βραχίονα του γερανού προσέγγισε τον αγωγό και δημιουργήθηκε ηλεκτρικό τόξο μεταξύ αγωγού και βραχίονος του γερανού, που είχε ως συνέπεια να περάσει ηλεκτρικό ρεύμα στο σώμα του πιο πάνω παθόντος, ο οποίος υπέστη εγκαύματα τρίτου βαθμού ονυχοφόρου φάλαγγας δεξιού αντίχειρα, πρώτου δακτύλου αριστερού ποδός στις ράγες των II, III, IV, V δακτύλων δεξιάς χειρός. Ο ισχυρισμός του δευτέρου κατηγορουμένου ότι κατά τις προηγούμενες μεταφορές οδηγούσε ο ίδιος, ενώ κατά την ανωτέρω μεταφορά κατά την οποία προκλήθηκαν και οι σωματικές βλάβες στον παθόντα δεν οδηγούσε αυτός, διότι δεν είχε δίπλωμα χειριστή, αλλά ο γ' κατηγορούμενος δεν αποδείχθηκε. Είναι δε γεγονός ότι ο β' κατηγορούμενος αμέσως μετά το ατύχημα και με τις επανειλημμένες επισκέψεις του στο Νοσοκομείο επιχείρησε να πείσει τον παθόντα ώστε να δηλώσει ότι οδηγός του γερανού κατά την ώρα του ατυχήματος ήταν ο γ' κατηγορούμενος, που ήταν διπλωματούχος χειριστής γερανού, καθότι ο ίδιος ήταν βοηθός χειριστή και στερούνταν διπλώματος. Αυτό ρητώς κατατέθηκε από τον παθόντα και τους μάρτυρες συγγενείς του, που ενώπιόν του γινόταν οι σχετικές ως άνω συζητήσεις στο Νοσοκομείο, όπου νοσηλευόταν ο παθών. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο γ' κατηγορούμενος στις 15-5-2001 εξεταζόμενος στα πλαίσια προανάκρισης που διενεργούνταν για τον τραυματισμό του παθόνταΓ1 εν γνώσει του κατέθεσε ψευδή γεγονότα και συγκεκριμένα κατέθεσε ότι κατά την στιγμή του ατυχήματος αυτός ήταν ο οδηγός του γερανού, γεγονός ψευδές, καθότι όπως αποδείχθηκε αδιστάκτως κατά την στιγμή του ατυχήματος οδηγός του γερανού ήταν ο β' κατηγορούμενος, ο οποίος, όμως, δεν είχε άδεια χειριστού γερανού και αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο ο γ' κατηγορούμενος προέβη στην ως άνω ψευδή κατάθεση".
Με αυτά που δέχθηκε η προσβαλλομένη απόφαση, διέλαβε την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού αναφέρει σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των πράξεων της σωματικής βλάβης από αμέλεια και της ψευδούς ανώμοτης κατάθεσης, για τις οποίες, με τις προαναφερθείσες διακρίσεις, καταδικάστηκαν οι αναιρεσείοντες, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά και τους νομικούς συλλογισμούς με τους οποίους υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 225 παρ. 2, 314 παρ. 1α και 315 παρ. 1β' Π.Κ., τις οποίες εφάρμοσε. Ειδικότερα, αναφέρεται διεξοδικά σε τι συνίστατο η αμέλεια των δύο πρώτων αναιρεσειόντων, η οποία συνετέλεσε στο να τραυματισθεί ο Γ1, εγκειμένης εις το ότι, ο μεν Χ1 υπεύθυνος για την κατασκευή δύο δεξαμενών αποθήκευσης αργού πετρελαίου, επέτρεψε τη διέλευση γερανοφόρου οχήματος κάτω από αγωγούς ηλεκτρικού ρεύματος υψηλής τάσης, ο δε δεύτερος Χ3, ως χειριστής γερανοφόρου οχήματος, διήλθε κάτω από τους αγωγούς αυτούς, μεταφέροντας λαμαρίνες τις οποίες κρατούσε ο τραυματισθείς, με συνέπεια, κατά το χρόνο διέλευσης, να δημιουργηθεί βολταϊκό τόξο και σαν συνέπεια να υποστεί σοβαρά τραύματα ο αναφερόμενος παθών. Αναφέρεται επίσης διεξοδικά ο δόλος του τρίτου των αναιρεσειόντων, Χ2, για τα όσα εν γνώσει του ψευδώς κατέθεσε χωρίς όρκο, ότι δηλαδή αυτός ήταν ο οδηγός του γερανοφόρου οχήματος και όχι ο δεύτερος των αναιρεσειόντων, ο οποίος δεν είχε τη σχετική άδεια του χειριστή γερανοφόρου οχήματος. Αβασίμως υποστηρίζεται ότι το σκεπτικό είναι αντιγραφή του διατακτικού, καθόσον, ανεξάρτητα από το ότι το σκεπτικό και διατακτικό αλληλοσυμπληρώνονται, το σκεπτικό διαλαμβάνει περιστατικά πέραν των αναφερομένων στο διατακτικό, τέλος δε, είναι επίσης αβάσιμος ο ισχυρισμός ότι δεν λήφθηκε υπόψη από την προσβαλλόμενη απόφαση η από ..... τεχνική έκθεση αυτοψίας της Επιθεωρήσεως του Υπουργείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καθόσον, τόσο από τα πρακτικά της δίκης, από τα οποία προκύπτει ότι μεταξύ των αναγνωσθέντων εγγράφων περιλαμβάνεται και η ως άνω έκθεση, όσο και από τη μνεία στο σκεπτικό ότι για το σχηματισμό της κρίσης για την ενοχή των κατηγορουμένων, ελήφθησαν υπόψη τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν, προκύπτει το αντίθετο. Οι λοιπές αιτιάσεις είναι απαράδεκτες διότι πλήττουν την ανέλεγκτη αναιρετικά κρίσης του Δικαστηρίου της ουσίας. Με τα δεδομένα αυτά, ο μοναδικός λόγος της κοινής ένδικης αναίρεσης, περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, είναι αβάσιμος, και απορριπτέος. Κατόπιν τούτων πρέπει η ένδικη αίτηση αναίρεσης να απορριφθεί και να καταδικαστεί έκαστος των αναιρεσειόντων στα δικαστικά έξοδα (άρ. 583 παρ. 1 Κ.Π.Δ).


ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την υπ' αρ. 50/2007 αίτηση των α)Χ1 β)Χ3 και γ)Χ2, για αναίρεση της υπ' αρ. 3636/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης. Και
Καταδικάζει ένα έκαστον εξ αυτών στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 30 Μαΐου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 11 Ιουλίου 2008.

Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή