Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Μαστροπεία.
Περίληψη:
Στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος του άρθρου 349 παρ. 3 εδ. α΄ ΠΚ (μαστροπεία). Έλλειψη αιτιολογίας καταδικαστικής απόφασης πότε υφίσταται. Η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ποινικής διάταξης ως λόγος αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε ΚΠΔ. Απορρίπτει αίτηση.
Αριθμός 1637/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Α' Ποινικό Τμήμα ΔΙΑΚΟΠΩΝ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Μαζαράκη, Προεδρεύοντα Αρεοπαγίτη, ως αρχαιότερο μέλος της συνθέσεως, Παναγιώτη Ρουμπή, Ανδρέα Δουλγεράκη, Κωνσταντίνο Φράγκο και Νικόλαο Μπιχάκη - Εισηγητή, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 3 Ιουλίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημητρίου - Πριάμου Λεκκού και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ1 κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Εμμανουήλ - Μηνά Σταύρου, περί αναιρέσεως της 616/2008 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Ιωαννίνων.
Το Τριμελές Εφετείο (Πλημμελημάτων) Ιωαννίνων, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 13 Απριλίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 661/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατ' άρθρον 349 παρ. 3 εδ. α' ΠΚ όποιος κατ' επάγγελμα ή από κερδοσκοπία προάγει στην πορνεία γυναίκες τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δέκα οκτώ μηνών και με χρηματική ποινή. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής ή προαγωγή στην πορνεία συνίσταται στην καθ' οιονδήποτε τρόπο (παροτρύνσεις, πιέσεις κλπ) και με οποιαδήποτε μέσα (παροχή καταλύματος, ανεύρεση ερωτικών συντρόφων κλπ) παρακίνηση της γυναίκας που δεν είναι ακόμη πόρνη, να τραπεί στην πορνεία ή και η ενίσχυση της τυχόν ειλημμένης και μη πραγματοποιηθείσης ακόμη αποφάσεως αυτής να πράξει αυτό. Δράστης μπορεί να είναι είτε άνδρας είτε γυναίκα, θύμα όμως μόνο γυναίκα, αδιακρίτως ηλικίας. Δεν είναι αναγκαίο να υπάρχουν πλείονες γυναίκες θύματα, αφού (εκ της χρήσεως του όρου "γυναίκες", δεν προκύπτει το αντίθετο ούτε η γυναίκα να είναι "αμέμπτων" ηθών, είναι όμως αναγκαίο να μην είναι ήδη πόρνη και επομένως στοιχείο της αντικειμενικής υποστάσεως του εγκλήματος της μαστρωπείας είναι η προαγωγή στην πορνεία να αφορά γυναίκα που δεν είναι ήδη πόρνη. Πορνεία είναι η παράδοση του ιδίου σώματος, σε πλείονα πρόσωπα, άνευ επιλογής, δηλαδή η παροχή κατά συνήθεια σαρκικών ηδονών σε αόριστο αριθμό προσώπων, αντί χρηματικής ή άλλης υλικής αμοιβής. Η προαγωγή στην πορνεία πρέπει επίσης να γίνεται κατ' επάγγελμα ή από κερδοσκοπία. Κατ' επάγγελμα ενεργεί ο δράστης όταν από την επανειλημμένη τέλεση της πράξεως ή από την υποδομή που έχει διαμορφώσει με πρόθεση επανειλημμένης τελέσεως, προκύπτει σκοπός του για πορισμό εισοδήματος, από κερδοσκοπία δε ενεργεί ο δράστης με κίνητρο και σκοπό τον προσπορισμό αθεμίτου περιουσιακού οφέλους ή ενός αθεμίτου κέρδους θετικού ή αποθετικού, αποτιμητού όμως σε χρήμα, ανεξαρτήτως της επιτεύξεώς του, ενώ δεν δημιουργείται ασάφεια από την παραδοχή της τελέσεως της πράξεως και κατ' επάγγελμα και από κερδοσκοπία. Η δικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεώς της, όταν, προκειμένου περί καταδικαστικής αποφάσεως, εκτίθενται σ' αυτήν με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και αρκεί να αναφέρονται τα αποδεικτικά μέσα γενικώς κατά το είδος τους, χωρίς να εκτίθεται τι προέκυψε χωριστά από καθένα απ' αυτά ούτε να απαιτείται η αξιολογική συσχέτιση μεταξύ τους, αρκεί να προκύπτει ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του και εκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα και όχι μόνο μερικά από αυτά. Εξάλλου, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν ο δικαστής αποδίδει στο νόμο διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή τέτοιας διατάξεως συντρέχει όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ως αληθινά στη διάταξη που εφαρμόστηκε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η παραβίαση αυτή γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση το Τριμελές Εφετείο Ιωαννίνων με την προσβαλλόμενη 616/2008 απόφασή του δέχθηκε κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περ. πραγμάτων κρίση του μετ' εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερομένων αποδεικτικών μέσων δηλ. καταθέσεις μαρτύρων κατηγορίας και υπεράσπισης που εξετάστηκαν στο ακροατήριο, έγγραφα που αναγνώσθηκαν και αναφέρονται στα πρακτικά της δίκης και απολογία του κατηγορουμένου τα εξής ουσιώδη πραγματικά περιστατικά: Οι αλλοδαπές Π1, Π2 και Π3 υπήκοοι όλες Μολδαβίας, ευρισκόμενες στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (FYROM), γνώρισαν έναν Αλβανό υπήκοο με το όνομα Ν1 και αποδέχθηκαν πρότασή του να τις μεταφέρει στην Ελλάδα για να εργαστούν. Οι ανωτέρω δεν είχαν τα απαραίτητα ταξιδιωτικά έγγραφα για να εισέλθουν νόμιμα στην Ελλάδα και εκείνος, γνωρίζοντας συνοριακές διαβάσεις μη φυλασσόμενες, κατόρθωσε να εισέλθει μαυτές από τέτοια διάβαση στη χώρα, στις 26.8.2001, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί και στη συνέχεια με αυτοκίνητο που γιαυτό το σκοπό τις περίμενε κοντά στα σύνορα και για το οποίο προφανώς είχε συνεννοηθεί ο ανωτέρω Αλβανός, να μεταφερθούν στη .... Εκεί περίμενε τις ανωτέρω αλλοδαπές ο Φ1 που τις οδήγησε στο σπίτι που θα διέμεναν και ανακοίνωσε σαυτές ότι θα εργάζονται στο κατάστημα του μπαρ. Επίσης είπε σαυτές ότι εκτός της εργασίας τους ως σερβιτόρες σε μπαρ θα έπρεπε να ικανοποιούν ερωτικά άνδρες που εκείνος θα εύρισκε ως πελάτες. Οι ανωτέρω αλλοδαπές δεν ήθελαν να εκδίδονται, όμως υπέκυψαν καθόσον τους επέστησε ότι ήταν παράνομα στη χώρα και ότι δεν γινόταν διαφορετικά, γιατί δεν θα τους πρόσφερε ούτε εργασία και εκείνες δεν είχαν καθόλου χρήματα για να συντηρηθούν. Ο Φ1 ήταν μαζί με τον Αλβανό υπήκοο και ενδεχομένως και άλλα άτομα, εκείνος που οργάνωνε την εισαγωγή των αλλοδαπών γυναικών, όχι μόνο για να τις χρησιμοποιεί και εκμεταλλεύεται ο ίδιος, αλλά και να τις παραχωρεί σε άλλους, προφανώς έναντι οικονομικού ανταλλάγματος. Έτσι και στην περίπτωση των ανωτέρω αλλοδαπών, είχε προσυμφωνήσει με τον κατηγορούμενο να του αποστείλει αλλοδαπές και γιαυτό το λόγο, την επόμενη ημέρα από την άφιξη τους στη ..., τις επιβίβασε στις 27.8.2001 σε αεροπλάνο που εκτελούσε την πτήση προς ... και έφθασαν στην πόλη των .... Στο αεροδρόμιο περίμενε τις αλλοδαπές ο κατηγορούμενος, ο οποίος με αυτοκίνητο τύπου "CMPRIO", που ανήκε στον αδελφό του ...μετέφερε αυτές στο ξενοδοχείο "..." στο ... και εγκαταστάθηκαν εκεί. Το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος παρέλαβε αυτές από το αεροδρόμιο ... και τις μετέφερε στο προαναφερόμενο ξενοδοχείο δέχεται και ο ίδιος. Καταθέτει βέβαια απολογούμενος ότι η εμπλοκή του με τις αλλοδαπές ήταν μόνο η ανωτέρω και τούτο έγινε γιατί του το ζήτησε ο θαμώνας του κέντρου διασκέδασης στο οποίο εργαζόταν με τον τίτλο "..." και βρίσκεται στο ..., αναφερόμενος στον Φ1 όμως τούτο αντικρούεται από τις προανακριτικές απολογίες των αλλοδαπών που αναγνώστηκαν, οι οποίες καταθέτουν ότι δεν συνοδεύτηκαν από τον Φ1 στα ... και ότι ο τελευταίος μετά από δύο περίπου εβδομάδες έφθασε στα ... και τις παρέλαβε και τις μετέφερε στη ... και καταθέτουν στη συνέχεια για την εκμετάλλευση τους από τον κατηγορούμενο το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα. Συγκεκριμένα, μετά την εγκατάσταση των αλλοδαπών γυναικών στο ξενοδοχείο, ο κατηγορούμενος, αφού εύρισκε άνδρες που ήθελαν να έχουν σεξουαλικές σχέσεις με γυναίκες, κανόνιζε τις συναντήσεις μεταξύ αυτών και των τριών ως άνω αλλοδαπών σε ξενοδοχεία και σπίτια, αφού διευκρινίστηκε μαυτές ότι τα ποσά που θα έπαιρναν από κάθε πελάτη με τον οποίο θα έρχονταν σε ερωτική επαφή θα ήταν εκείνα για τα οποία είχαν συμφωνήσει και με τον Φ1 δηλαδή πέντε χιλιάδες δραχμές, από τις είκοσι χιλιάδες που πλήρωνε ο πελάτης. Τα χρήματα αυτά καταβάλλονταν από τους πελάτες στον κατηγορούμενο και εκείνος στη συνέχεια έδινε το ανωτέρω συμφωνηθέν ποσό στις αλλοδαπές. Ως προς τα περιστατικά αυτά με σαφήνεια κατέθεσαν οι τρεις αλλοδαπές, και κρίνεται ότι ανταποκρίνονται στην αλήθεια, ενόψει του ότι αυτές δεν είχαν λόγο να καταθέσουν μαυτό το περιεχόμενο ψευδώς, ούτε όφελος, σε συνδυασμό και με την αλήθεια όσων ανωτέρω εκτέθηκαν για την ομολογούμενη απ' αυτόν συμμετοχή στην εξυπηρέτηση του ζητήματος της διαμονής τους, αλλά και του γεγονότος ότι αυτές δεν συνοδεύονταν από τον Φ1 στα ... Ο κατηγορούμενος εξακολούθησε αυτή τη δραστηριότητά του, με τις ανωτέρω τρεις αλλοδαπές από την επόμενη της αφίξεώς τους στα ... μέχρι τις 10.9.2001 και καθημερινά έκλεινε ερωτικές συναντήσεις των τριών γυναικών με άνδρες αντί της ανωτέρω αμοιβής. Οι τρεις αλλοδαπές δεν προέκυψε από οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο ότι ήταν πόρνες. Οι ίδιες κατέθεσαν στις απολογίες τους ότι δεν ήθελαν να έχουν ερωτικές σχέσεις με πελάτες, αλλά μόνο να εργαστούν ως σερβιτόρες σε μπαρ, αλλά κάτω από τις συνθήκες που προεκτέθηκαν αναγκάστηκαν να το αποδεχθούν. Καταθέτει βέβαια αντίθετα η εξ αυτών Π2 στην αναγνωσθείσα από 22.11.2001 έκθεση εξετάσεως της ως μάρτυρα με διερμηνέα, ότι από την αρχή είχαν συμφωνήσει και οι τρεις αλλοδαπές με τον Ν1, ότι εκτός από την εργασία τους στο μπαρ θα ικανοποιούσαν και ερωτικά άνδρες αντί αμοιβής, όμως παρεκτός του ότι μόνο από τη συμφωνία τους γιαυτό δεν αποδεικνύεται και ότι αυτές ήταν πόρνες, η ίδια στην από την ίδια ημερομηνία απολογία της δεν αναφέρει το ίδιο, οι λοιπές δεν επιβεβαιώνουν αυτή την αναφορά της ανωτέρω ομοεθνούς τους και όλες αναφέρονται στην κατάσταση κάτω από την οποία αναγκάστηκαν να δεχθούν να εκδίδονται με αμοιβή. Κατ' ακολουθία τούτων, αποδεικνύεται ότι ο κατηγορούμενος με τις περισσότερες αυτές πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος προήγαγε στην πορνεία τις τρεις προαναφερόμενες αλλοδαπές γυναίκες, κατ' επάγγελμα, καθόσον επανειλημμένα τέλεσε την πράξη αυτή με σκοπό τον πορισμό εισοδήματος.
Μετά ταύτα κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο του ότι "στα ..., κατά το χρονικό διάστημα που προσδιορίζεται από τις αρχές Σεπτεμβρίου μέχρι την 10-9-2001, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος και με σκοπό τον πορισμό εισοδήματος προήγαγε στην πορνεία γυναίκες. Πιο συγκεκριμένα, αφού οδήγησε και υπέδειξε στις αλλοδαπές Π1, Π2 και Π3 υπηκόους όλες Μολδαβίας, οι οποίες είχαν εισέλθει παράνομα στην Ελλάδα από αφύλακτο σημείο της μεθορίου, να διαμένουν στο Ξενοδοχείο "...", στο..., τις επισκεπτόταν καθημερινά καθ' όλο το διάστημα της παραμονής τους και τις προέτρεπε να δέχονται στο δωμάτιο όπου διέμεναν άντρες, με σκοπό την επ' αμοιβή συνουσία με αυτούς, προάγοντας τις κατά τον τρόπο αυτό στην πορνεία. Από την επανειλημμένη δε τέλεση της πράξεώς του αυτής, με δεδομένο ότι από την αμοιβή των 25.000 δρχ. που εισέπραττε κάθε μια εκ των προαναφερομένων γυναικών για κάθε άντρα-πελάτη, με τον οποίο αυτές εξεδίδοντο, ο κατηγορούμενος παρακρατούσε τις 20.000 δρχ., προκύπτει σαφής σκοπός του για πορισμό εισοδήματος από την ως άνω πράξη της προαγωγής γυναικών στην πορνεία" και επέβαλε σ'αυτόν ποινή φυλακίσεως δύο (2) ετών και χρηματική ποινή έξι χιλιάδων (6.000) Ευρώ.
Με βάση τις παραδοχές αυτές, το εκδόν την προσβαλλομένη απόφαση δικαστήριο διέλαβε σ' αυτή την κατά τα ανωτέρω ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει με σαφήνεια και πληρότητα χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν κατά την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης για την οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε αυτά και τις σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή των περιστατικών αυτών στις εφαρμοσθείσες ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 § 1α, 27 § 1, 98 και 349 § 3 Π.Κ., τις οποίες ορθά εφάρμοσε και δεν παρεβίασε αυτές ευθέως ούτε εκ πλαγίου και δεν στέρησε έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση. Ειδικότερα από την προσβαλλόμενη απόφαση και τα πρακτικά της προκύπτει ότι λήφθηκαν υπόψη και συνεκτιμήθηκαν όλα τα αποδεικτικά μέσα και όχι μόνον μερικά απ' αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα όπως προανακριτικές ομολογίες κατηγορουμένων, δεν υποδηλώνει ότι δεν λήφθηκαν υπ' όψη τα άλλα. Άλλωστε το αποτέλεσμα του συσχετισμού, της συνεκτίμησης, της συγκριτικής στάθμισης και συναξιολόγησης των αποδεικτικών μέσων, δηλ. από ποιο αποδεικτικό μέσο πείσθηκε τελικά το δικαστήριο, δεν ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο. Περαιτέρω η διαφοροποίηση του ποσού που αποκόμιζε ο αναιρεσείων από κάθε προαναφερόμενη γυναίκα για κάθε άντρα με τον οποίο εξεδίδετο για το επίδικο χρονικό διάστημα, το οποίο αναφέρεται στο σκεπτικό σε 15.000 δραχμές και στο διατακτικό σε 20.000 δραχμές δεν αποτελεί αντίφαση κατά την έννοια που αναφέρεται στη μείζονα σκέψη και εν πάση περιπτώσει δεν επηρεάζει την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της μαστροπείας. Το ίδιο ισχύει και με την παραδοχή στο σκεπτικό ότι ο αναιρεσείων κανόνιζε τις συναντήσεις των αναφερομένων ανωτέρω γυναικών σε ξενοδοχεία και σπίτια, ενώ στο διατακτικό αναφέρεται ότι τις επισκέπτονταν ο αναιρεσείων καθημερινά καθ' όλο το διάστημα παραμονής να τις προέτρεπε να δέχονται στο δωμάτιο του ξενοδοχείο "..." όπου διέμεναν άντρες... Επομένως οι εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ. Δ', Ε' ΚΠΔ προβαλλόμενοι λόγοι αναίρεσης είναι αβάσιμοι, ενώ κατά το μέρος που πλήττεται η ουσιαστική κρίση του δικαστηρίου οι σχετικές αιτιάσεις είναι απαράδεκτες.
Μετά από αυτά, πρέπει ν'απορριφθεί η αίτηση αναίρεσης και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ.).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 13-4-2009 αίτηση του Χ1 για αναίρεση της 616/2008 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου (Πλημμελημάτων) Ιωαννίνων.
Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι (220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 8 Ιουλίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 9 Ιουλίου 2009.
Ο ΠΡΟΕΔΡΕΥΩΝ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ