Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ελαφρυντικές περιστάσεις, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Καθυστέρηση καταβολής αποδοχών εργαζομένου.
Περίληψη:
Καταδικαστική απόφαση για παράβαση άρθρου μόνο του Α.Ν. 690/1945. Απορρίπτονται ως αβάσιμοι οι λόγοι αναίρεσης για έλλειψη αιτιολογίας (η απόφαση έχει πλήρη αιτιολογία, ενώ δεν είναι απαραίτητη η παράθεση του χρόνου καταβολής των επιδομάτων αδείας, δώρων Χριστουγέννων κτλ, αφού δεν υφίστατο θέμα παραγραφής, ο χρόνος δε καταβολής τους - δήλη ημέρα - είναι επακριβώς καθορισμένος από το νόμο) και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Περαιτέρω, το δικαστήριο δεν υποχρεούται να απαντήσει και πολύ περισσότερο να αιτιολογήσει την απόρριψη της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 § 2 β΄ του ΠΚ, λόγω του ότι υποβλήθηκε αορίστως. Απορρίπτει όλους τους λόγους της αίτησης αναιρέσεως.
ΑΡΙΘΜΟΣ 1177/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ε' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Κωνσταντίνο Κούκλη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Δημάδη, Βιολέττα Κυτέα, Γεώργιο Αδαμόπουλο, Αικατερίνη Βασιλακοπούλου-Κατσαβριά-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 30 Απριλίου 2010, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Μιλτιάδη Ανδρειωτέλλη, (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Ευδοκίας Φραγκίδη, για να δικάσει την αίτηση
του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Γεώργιο Σκαλίμη, περί αναιρέσεως της 1742/2009 αποφάσεως Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Βόλου. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Βόλου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων -κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 4 Ιουλίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1205/09.
Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά την παράγραφο 1 του άρθρου μόνο του Α.Ν. 690/1945, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 παρ. 1 του Ν. 2336/1995 "κάθε εργοδότης ή διευθυντής ή επιτετραμμένος ή με οποιονδήποτε τίτλο εκπρόσωπος οποιασδήποτε επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή εργασίας, ο οποίος δεν καταβάλει εμπρόθεσμα στους απασχολούμενους σε αυτόν τις οφειλόμενες συνεπεία της σύμβασης ή της σχέσης εργασίας πάσης φύσεως αποδοχές, που καθορίζονται είτε από τη σύμβαση εργασίας, είτε από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, είτε από αποφάσεις διαιτησίας, είτε από το νόμο ή το έθιμο, είτε σύμφωνα με το άρθρο 10 του Ν. 3198/1955, συνεπεία της θέσεως των εργαζομένων σε κατάσταση διαθεσιμότητας, τιμωρείται κατόπιν μηνύσεως των ενδιαφερομένων κτλ...". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το προβλεπόμενο από αυτή ως άνω πλημμέλημα, τιμωρείται ως γνήσιο έγκλημα παράλειψης, το οποίο συντελείται ευθύς ως ο υπόχρεος παραλείψει να καταβάλει στο δικαιούχο μισθωτό τις οφειλόμενες σ' αυτόν αποδοχές ή άλλης φύσεως χορηγίες, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται είτε από τη σύμβαση είτε από το νόμο ή το έθιμο είτε από διοικητικές πράξεις.( άρθρο 655 του ΑΚ). Εξ άλλου, ασχέτως του άρθρου 655 του Α.Κ. το οποίο ορίζει πότε καταβάλλεται ο μισθός, για τα επιδόματα δώρων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα και τις αποδοχές και το επίδομα αδείας τάσσεται από το νόμο (άρθρα 10 της Υ.Α. 19040/1981, που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του Ν. 1082/1980, 4 παρ. 1 του Α.Ν. 539/1945, του Ν. 4504/ 1961 και η παρ. 3 του Ν.Δ. 4546/1966), επακριβώς καθορισμένη ημέρα καταβολής (η 31η Δεκεμβρίου, η 30η Απριλίου και η τελευταία το αργότερο ημέρα του οικείου έτους, αντιστοίχως), ώστε με μόνη την πάροδο της δήλης αυτής ημέρας να γίνεται ο εργοδότης υπερήμερος. Η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής απόφασης, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως, υπάρχει όταν, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, περιέχονται σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι σκέψεις και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους υπήχθησαν τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόσθηκε. Ειδικότερα, η καταδικαστική απόφαση για παράβαση της παραπάνω διάταξης του Α.Ν. 690/1945, για να έχει ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει να εκτίθενται σ' αυτή με πληρότητα και σαφήνεια, πλην των παραπάνω και η ιδιότητα του κατηγορούμενου (εργοδότης, διευθυντής κτλ), ο χρόνος κατά τον οποίο διήρκεσε η σύμβαση εργασίας, οι μηνιαίες τακτικές αποδοχές, καθώς και οι έκτακτες, το σύνολο αυτών, το ποσό που καταβλήθηκε στον εργαζόμενο έναντι αυτών, ώστε με την αφαίρεση αυτού από το σύνολο των δικαιουμένων να προκύπτει το οφειλόμενο υπόλοιπο, ο χρόνος που έπρεπε να καταβληθούν οι οφειλόμενες από τον κατηγορούμενο εργοδότη αποδοχές στον εργαζόμενο, αν το ύψος των αποδοχών και ο χρόνος καταβολής τους είχε ορισθεί από ατομική σύμβαση εργασίας ή συλλογική σύμβαση εργασίας ή διαιτητική απόφαση, από το νόμο ή το έθιμο, σε περίπτωση δε μερικότερων πράξεων να προσδιορίζονται τα συγκεκριμένα ποσά που οφείλονται για κάθε μία από τις μερικότερες πράξεις, εφόσον για μερικές από αυτές προκύπτει ζήτημα παραγραφής. Περαιτέρω, υπάρχει εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, που ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως της απόφασης, όταν το δικαστήριο αποδίδει στο νόμο έννοια διαφορετική από εκείνη που έχει πραγματικά, ή όταν η απόφαση δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι προέκυψαν, στη διάταξη που εφαρμόσθηκε, αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάσθηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι έχουν εμφιλοχωρήσει στο πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στο σκεπτικό ή στο συνδυασμό του διατακτικού προς το σκεπτικό του και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Αρειο Πάγο της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε δεν έχει η απόφαση νόμιμη βάση. Στην προκειμένη περίπτωση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Βόλου, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό,, με την προσβαλλόμενη υπ' αριθμ. 1742/2009 απόφαση του κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο για παράβαση του Α.Ν. 690/1954 και τον καταδίκασε σε συνολική ποινή φυλάκισης δέκα τριών (13) μηνών, την οποία ανέστειλε για τρία (3) χρόνια και συνολική χρηματική ποινή 2.600 ευρώ. Το δικαστήριο για να καταλήξει στην καταδικαστική του κρίση δέχθηκε, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό της προσβαλλόμενης απόφασης του που συμπληρώνεται παραδεκτά από το διατακτικό της, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, την οποία στήριξε στα αναφερόμενα κατ' είδος αποδεικτικά μέσα, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Ο κατηγορούμενος ήταν εργοδότης, νόμιμος εκπρόσωπος και διαχειριστής της επιχείρησης "THESIS ΑΕ", αλλά και εκδότης της εφημερίδας .... Με τις ιδιότητες του αυτές κατά το έτος 2005 προσέλαβε και απασχόλησε με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου τους παρακάτω εργαζόμενους με τις παρακάτω ειδικότητες με μηνιαίες αποδοχές τις εκάστοτε προβλεπόμενες από τις οικείες σ.σ.ε. κατά κλάδο και ειδικότητα εκάστου εργαζομένου. Ως χρόνος καταβολής του μισθού ορίσθηκε το προβλεπόμενο διάστημα από τις οικείες σ.σ.ε., ενώ ως προς τα επιδόματα των εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων, τις άδειες και το επίδομα αδειών τα προβλεπόμενα από τις οικείες υπουργικές αποφάσεις, νόμους και σ.σ.ε. (Επιδόματα (δώρα) εορτών Πάσχα και Χριστουγέννων = Απόφ. Υπ. Οικονομικών και Εργασίας υπ' αριθ. 19040/81 (ΔΕΝ 198Ι.1037-ΔΕΝ 1999.331), που εξεδόθη κατ1 εξουσιοδότηση του Ν. 1082/80 (ΔΕΝ 1980.969), άδεια και επίδομα αδείας = άρθ. 2 §1, 4 § 1 ΑΝ 539/45, άρθ. 3 § 16 Ν. 4504/1966 (επίδομα αδείας), άρθ. 1 Ν. 1346/83, άρθ. 7 ΠΔ 88/99 (ΔΕΝ 1999.831), άρθ. 5 ΕΓΣΣΕ 15/4/2002 (ΔΕΝ 2002.600), Ωράριο μισθωτών 40 ώρες εβδομαδιαία: από 14/2/84 ΕΓΣΣΕ (ΔΕΝ 1984.155), 5ήμερη εργασία: από 26/2/75 ΕΓΣΣΕ (ΔΕΝ 1975.182) η οποία κυρώθηκε με το Ν. 133/75 (ΔΕΝ 1975.894), άρθ 6 §2 και 7 της 6/79 απόφασης του ΔΔΔΔ Αθηνών, που κυρώθηκε με το Ν. 1082/80, 1/82 απόφαση του ΔΔΔΔ Αθηνών, που κυρώθηκε με ίο Ν. 1346/83). Ο ως άνω κατηγορούμενος με τις ανωτέρω ιδιότητες και κατά τα παρακάτω χρονικά διαστήματα στο ... δεν κατέβαλε από πρόθεση αν και προσφέρθηκε αντίστοιχη εργασία από τους παρακάτω εργαζομένους τα παρακάτω ποσά για τις παρακάτω λεπτομερώς αναφερόμενες αιτίες:
Α) Κατά το χρονικό διάστημα από 13-5-05 έως 31-5-06: 1).-δεν κατέβαλε σε επτά (7) απασχολούμενους στην επιχείρηση του με μισθό, αποδοχές που οφείλονται από τη σχέση εργασίας και που καθορίζονται από τη' σύμβαση εργασίας, δηλαδή 1) απασχολώντας τον Α1, κάτοικο ..., ως δημοσιογράφο, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα δεν του κατέβαλε και του οφείλει δεδουλευμένους μισθούς μηνών Ιαν- Φεβρ- Μαρτ- Απρ- Μάιο 2006 εκ 4.946 €, 2) απασχολώντας τον Α2, κάτοικο ..., ως σελιδοποιό κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα δεν του κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα "ου προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν του κατέβαλε και του οφείλει α)δεδουλευμένους μισθούς μηνών Φεβρ- Μαρτ- Απρ-Μάιο 2006, 3.321,81 €, β)Δώρο Χριστουγέννων 2005, 503 € και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 3.824,8 € 3)απασχολώντας την Α3. κάτοικο ..., ως δημοσιογράφο , κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα δεν της κατέβαλε και της οφείλει δεδουλευμένους μισθούς μηνών Φεβρ- Μαρτ- Απρ-Μάιο 2006 εκ 2.983,84 €, 4)απασχολώντας τον Α4, κάτοικο ..., ως δημοσιογράφο, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα δεν του κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν του κατέβαλε και του οφείλει α) δεδουλευμένους μισθούς μηνών Φεβρ- Μαρτ- Απρ- Μάιο 2006, 3.900 € β)Δώρο Χριστουγέννων 2005, 313.58 € και ανέρχονται συνολικά, στο οφειλόμενο ποσό των 4.213,58 €, 5)απασχολώντας την Α5, κάτοικο ..., ως χειρίστρια Η/Υ, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα δεν της κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν της κατέβαλε και της οφείλει α)δεδουλευμένους μισθούς μηνών
Φεβρ- Μαρτ- Απρ- Μάιο 2006. 3.268 €, β) Δώρο Χριστουγέννων 2005, 468 € και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 3.736 €, 6)απασχολώντας τον Α6, κάτοικο ..., ως σελιδοποιό, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα δεν του κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν του κατέβαλε και του οφείλει α) δεδουλευμένους μισθούς μηνών Φεβρ- Μαρτ- Απρ- Μάιο 2006, 3.120 € β) Δώρο Χριστουγέννων 2005, 405 € και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 3.525 €, 7) απασχολώντας την Α7, κάτοικο ..., ως σελιδοποιό, κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα δεν της κατέβαλε και της οφείλει δεδουλευμένους μισθούς μηνών Φεβρ- Μαρτ- Απρ- Μάιο 2006 εκ 3.648 €.
2. δεν κατέβαλε, αν και όφειλε, για το ίδιο χρονικό διάστημα, α) στον Α1, το ποσό των 545 €, που αντιστοιχεί στις αποδοχές Κανονικής αδείας και του Επιδόματος αδείας, β) στην Α3, το ποσό των 342,65 €, που αντιστοιχεί στις αποδοχές Κανονικής αδείας και του Επιδόματος αδείας, γ) στον Α2, το ποσό των 457 €, που αντιστοιχεί στις αποδοχές Κανονικής αδείας και του Επιδόματος αδείας, δ) στην Α5, το ποσό των 473,93 €, που αντιστοιχεί στις αποδοχές Κανονική]ς αδείας και του Επιδόματος αδείας, ε) στον Α6, το ποσό των 457 €, που αντιστοιχεί στις αποδοχές Κανονικής αδείας και του Επιδόματος αδείας.
Το σύνολο δε των οφειλομένων αποδοχών ανέρχεται στο ποσό των 29.152,8 € Β) στο ... κατά το χρονικό διάστημα από 13-5-2005 μέχρι 30-4-2006, ενώ ήταν εργοδότης, ως νόμιμος εκπρόσωπος και διαχειριστής της επιχείρησης "ΤΗΕ5Ι5 Α£"; δεν κατέβαλε σε δύο απασχολούμενους στην επιχείρηση του με μισθό, τις αποδοχές που οφείλονται από τη σχέση εργασίας και που καθορίζονται από τη σύμβαση εργασίας, δηλαδή, 1) απασχολώντας την Α7, κάτοικο ..., ως σελιδοποιό κατά το ανοτέρω χρονικό διάστημα δεν της κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που πρί έρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν της κατέβαλε και της οφείλει: α) δεδουλευμένες αποδοχές μηνών Φεβ- Μαρ- Απρ 2006 3.478 € και β)τις προσαυξήσεις νυκτερινής απασχόλησης 759,80 € και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 4.237,80 €, 2) απασχολώντας την Α5, κάτοικο ..., ως φωτοσ/τρια κατά το ανωτέρω χρονικό διάστημα δεν της κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν της κατέβαλε και της οφείλει:
' α) δεδουλευμένες αποδοχές μηνών Φεβ- Μαρ- Απρ 2006 2.956 €, (β) προσαυξήσεις νυκτερινής απασχόλησης 669,38 €, γ)επίδομα αδείας 2005 640 € και δ) Δ. Χριστουγέννων 2005 700 € και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 4.965,38 €.
Γ)στο ..., στις 21-12-2006 ενώ ήταν εργοδότης, ως εκδότης της εφημερίδας ..., δεν κατέβαλε σε οκτώ (8) απασχολούμενους στην επιχείρηση του με μισθό, τις αποδοχές που οφείλονται από τη σχέση εργασίας και που καθορίζονται από τη σύμβαση εργασίας, δηλαδή, 1) απασχολώντας την Α7, κάτοικο ..., ως τεχνικό τύπου δεν της κατέβαλε και της οφείλει το Δώρο Χριστουγέννων 2006 εκ 1.113 € 2) απασχολώντας τον Α6, κάτοικο ..., ως τεχνικό τύπου δεν του κατέβαλε και του οφείλει Δώρο Χριστουγέννων 2006 εκ 950 €.
3)απασχολώντας τον Α8, κάτοικο ... ως τεχνικό τύπου δεν του κατέβαλε και του οφείλει Δώρο Χριστουγέννων 2006 εκ 845 €. 4)απασχολώντας τον Α2, κάτοικο ..., ως τεχνικό τύπου δεν του κατέβαλε και του οφείλει Δώρο Χριστουγέννων 2000 εκ 955 €, 5)απασχολώντας τον Α9, κάτοικο ..., ως δημοσιογράφο δεν του κατέβαλε και του οφείλει Δώρο Χριστουγέννων 2006 εκ 1.131 €, 6) απασχολώντας την Α3, κάτοικο ..., ως δημοσιογράφο δεν της κατέβαλε και της οφείλει Δώρο Χριστουγέννων 2006 εκ 90 0 €, 7) απασχολώντας την Α5, κάτοικο ..., ως φωτοσυνθέτρια δεν της κατέβαλε και της οφείλει Δώρο Χριστουγέννων 2006 εκ 980 €, 8) απασχολώντας τον Α11, κάτοικο ..., ως δημοσιογράφο δεν του κατέβαλε και του οφείλει Δώρο Χριστουγέννων 2006 εκ 1.530 €.
Επίσης, από όλη τη σχετική με την απόδειξη κύρια διαδικασία αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος στο ... στους παρακάτω αναφερόμενους χρόνους, ενώ ήταν εργοδότης, έκδοτης- διευθυντής της καθημερινής εφημερίδας "ΠΡΩΤΗ", πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ανώνυμης εταιρίας "THESIS" και νόμιμος εκπρόσωπος της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με τον διακριτικό τίτλο "ΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΠΕ", δεν κατέβαλε σε επτά (7) απασχολούμενους στην Επιχείρηση τους με μισθό, τις αποδοχές που οφείλονται από τη σχέση εργασίας και που καθορίζονται από τη σύμβαση εργασίας. Ειδικότερα, 1)Το χρονικό διάστημα από Ιούνιο 2006 μέχρι Νοέμβριο 2006 απασχολώντας με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου τον Α4, κάτοικο ..., ως δημοσιογράφο δεν του κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν του κατέβαλε και του οφείλει:
α) υπόλοιπο μισθού Ιουνίου 2006: 37,89 €, β) μισθό Ιουλίου 2006: 1.100,12 €, γ) μισθό Αυγούστου 2006: 1.100,12 €, δ) υπόλοιπο μισθού Σεπτεμβρίου 2006: 414,92 €, ε) υπόλοιπο μισθού Οκτωβρίου 2006: 785,08 €, στ) μισθό για τις έξι ημέρες του Νοεμβρίου 2006:288 € και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 3.726,13 €, 2) τα χρονικό διάστημα από Μάιο 2006 μέχρι Νοέμβριο 2006 απασχολώντας με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου τον Α9, κάτοικο ..., ως δημοσιογράφο δεν του κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν του κατέβαλε και του οφείλει:
α) υπόλοιπο μισθού Μαΐου 2006:370,82 €, β) μισθό Ιουνίου 2006:1,035,41 € γ) μισθό Ιουλίου 2006 1.035,41 €, δ) μισθό Αυγούστου 2006: 1.035,41 €, ε) υπόλοιπο μισθού Σεπτεμβρίου 2006: 104,64 €, στ) υπόλοιπο μισθού Οκτωβρίου 2006: 1.131,71 €, ζ) μισθό για τις έξι ημέρες του Νοεμβρίου 2006:272,61 € και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 4.986,01 €, 3) το χρονικό διάστημα από Ιούνιο 2006 μέχρι Νοέμβριο 2006 απασχολώντας με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου την Α3, κάτοικο ..., ως δημοσιογράφο δεν της κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν της κατέβαλε και της οφείλει:
α) υπόλοιπο μισθού Ιουνίου 2006:595,95 €, β) μισθό Ιουλίου 2006: 845,96 €, γ) μισθό Αυγούστου 2006:845,96 €, δ) υπόλοιπο μισθού Σεπτεμβρίου 2006: 92,91 €, ε) υπόλοιπο μισθού Οκτωβρίου 2006:797,45 €,
στ) μισθό για τις έξι ημέρες του Νοεμβρίου 2006: 213.69€ ζ) επίδομα αδείας για το έτος 2005: 181,53 € και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 3.573,45 €, 4) το χρονικό διάστημα από Μάιο 2006 μέχρι Νοέμβριο 2006 απασχολώντας με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου τον Α11, κάτοικο ..., ως δημοσιογράφο δεν του κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν του κατέβαλε και του οφείλει:
α) υπόλοιπο μισθού Μαΐου 2006: 356,05 €, β) μισθό Ιουνίου 2006:1.230,78 € γ) μισθό Ιουλίου 2006:1.230,78 €, δ) μισθό Αυγούστου 2006:1.230,78 €, ε) υπόλοιπο μισθού Σεπτεμβρίου 2006:123,05 €, στ) υπόλοιπο μισθού Οκτωβρίου 2006:1.520,33 €, ζ) μισθό για τις έξι ημέρες του Νοεμβρίου 2006: 364,88 € και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 6.056,65 €, 5)το χρονικό διάστημα από Μάιο 2006 μέχρι Νοέμβριο 2006 απασχολώντας με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου τον Α2, κάτοικο ..., ως σελιδοποιό δεν του κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν του κατέβαλε και του οφείλει:
α) υπόλοιπο μισθού Μαΐου 2006:866,37 €, β) μισθό Ιουνίου 2006:955,46 €, γ) μισθό Ιουλίου 2006:955,46 €, δ) μισθό Αυγούστου 2006: 955,46 €, ε) υπόλοιπο μισθού Σεπτεμβρίου 2006:92,63 €, στ) υπόλοιπο μισθού Οκτωβρίου 2006:861,75 €, ζ) μισθό για τις έξι ημέρες του Νοεμβρίου 2006: 229,05 €, η) επίδομα αδείας έτους 2005:457 € και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 5,373,18 €, 6) κατά το χρονικό διάστημα από Μάιο 2006 μέχρι Νοέμβριο 2006 απασχολώντας με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου τον Α6, κάτοικο ..., ως σελιδοποιό δεν του κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν του κατέβαλε και του οφείλει: α) υπολοιπο μισθού Μαΐου 2006: 655,60 €, β) μισθό Ιουνίου 2006: 905,60 €, γ) μισθό Ιουλίου 2006:905,60 €, δ) μισθό Αυγούστου 2006:905,60 €, ε) υπόλοιπο μισθού Σεπτεμβρίου 2006 92,63 €, στ)υπόλοιπο μισθού Οκτωβρίου 2006 861,75 €, ζ) μισθό για τις έξι ημέρες του Νοεμβρίου 2006:229,05 €, η) επίδομα αδείας έτους 2005: 457 € και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 5.012,83 €, 7) το χρονικό διάστημα από Μάιο 2006 μέχρι Νοέμβριο 2006 απασχολώντας με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου τον Α8, κάτοικο ..., ως σελιδοποιό δεν του κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα του κατέβαλε και του οφείλει:
α) υπόλοιπο μισθού Μαΐου 2006: 46 € β) μισθό Ιουνίου 2006:845 € γ) μισθό Ιουλίου 2006:845 €, δ) μισθό Αυγούστου 2006:845 €, ε) υπόλοιπο μισθού Σεπτεμβρίου 2006 92,33 €, στ) υπολοίπο μισθού Οκτωβρίου 2006 453,68 €, ζ)μισθό για τις έξι ημέρες του Νοέμβριου 2006:203,04 € και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 3.330,05 € Επίσης, από όλη τη σχετική με την απόδειξη κύρια διαδικασία αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος στο ... στους παρακάτω αναφερόμενους χρόνους ενώ ήταν εργοδότη;, ως νόμιμος εκπρόσωπος και διαχειριστής της επιχείρησης "THESIS ΑΕ", δεν κατέβαλε σε τρεις απασχολούμενους στην επιχείρηση του με μισθό, τις αποδοχές που οφείλονται από τη σχέση εργασίας και που καθορίζονται από τη σύμβαση εργασίας, δηλαδή, 1) το χρονικό διάστημα από 13-5-2005 μέχρι 15-8-2006 απασχολώντας τον Α1, κάτοικο ..., δεν του κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχεται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος άδειας, και συγκεκριμένα δεν του κατέβαλε και του οφείλει: δεδουλευμένες αποδοχές μηνών Ιουν - Ιουλ - Αυγ. 2006 3.279,25 €.
2) Κατά το χρονικό διάστημα από 13/5/2005 μέχρι 31/7/2006, απασχολώντας την Α5, κάτοικο ..., δεν της κατέβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν της κατέβαλε και της οφείλει: α) δεδουλευμένες αποδοχές μηνών Ιουνίου Ιουλίου 2006 2.505,36 ευρώ, και β) αναδρομικά από 1/1/2006 μέχρι 31/5/2006 720 ευρώ και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 3.225,36 ευρώ, γ) το χρονικό διάστημα από 13/5/2005 μέχρι 31/7/2006 απασχολώντας την Α7, κάτοικο ..., δεν της κατάβαλε τα οφειλόμενα χρήματα που προέρχονται από καθυστέρηση δεδουλευμένων μισθών και επιδόματος αδείας και συγκεκριμένα δεν της κατάβαλε και της οφείλει: α) δεδουλευμένες αποδοχές μηνών Ιουνίου και Ιουλίου 2006 2.934,36 ευρώ και β) αναδρομικά από 1/6/2006 μέχρι 31/5/2006 460 ευρώ και ανέρχονται συνολικά στο οφειλόμενο ποσό των 3. 394,36 ευρώ. Επομένως, πρέπει να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος για την παραπάνω πράξη.
Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Βόλου, σε συνδυασμό σκεπτικού και διατακτικού που αλληλοσυμπληρώνονται, διάλαβε στην απόφαση του την από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των αναφερομένων σ' αυτήν αποδεικτικών μέσων, τα οποία κατά κατηγορία εξειδικεύει, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, καθώς και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους υπήγαγε τα περιστατικά αυτά στην ουσιαστική ποινική διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου μόνο του Α.Ν. 690/1945, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 8 παρ. 1 του Ν. 2336/1995, την οποία ορθώς ερμήνευσε και εφάρμοσε και την οποία δεν παραβίασε ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου, δηλαδή με την παραδοχή ασαφών, ελλείπων ή αντιφατικών αιτιολογιών και έτσι η απόφαση δεν στερείται νόμιμης βάσης. Ειδικότερα, αιτιολογείται με πληρότητα ότι ο αναιρεσείων με την ιδιότητα του εργοδότη, εκδότη - διευθυντή της καθημερινής εφημερίδας "Πρώτη", προέδρου και διευθύνοντα συμβούλου της ανώνυμης εταιρίας "THESIS" και διαχειριστή της εταιρίας περιορισμένης ευθύνης με τον διακριτικό τίτλο " ΕΚΤΥΠΩΤΙΚΗ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΠΕ" προσέλαβε τους αναφερόμενους σ'αυτή εργαζόμενους τον Μάιο του 2005 με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, με τις ειδικότητες που παρατίθενται για τον καθένα και με μηνιαίες αποδοχές τις εκάστοτε προβλεπόμενες από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας κατά κλάδο και ειδικότητα κάθε εργαζόμενου και απασχόλησε αυτούς δυνάμει των εν λόγω συμβάσεων τους λεπτομερώς αναφερόμενους χρόνους και δεν τους κατάβαλε εμπρόθεσμα τις πάσης φύσεως οφειλόμενες αποδοχές που αναφέρονται με λεπτομέρεια στην προσβαλλόμενη απόφαση. Ούτε υπάρχει ασάφεια ή αντίφαση μεταξύ του αιτιολογικού και του διατακτικού της απόφασης ως προς την ιδιότητα με την οποία καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, αφού τόσο στο αιτιολογικό όσο και στο διατακτικό της αποφάσεως η ποινική ευθύνη του αναιρεσείοντος θεμελιώνεται στο γεγονός ότι κατά τα αναφερόμενα χρονικά διαστήματα απασχολήσεως των εργαζομένων είχε τις ιδιότητες που προαναφέρθηκε. Εξ άλλου, δεν ήταν απαραίτητη για την πλήρη αιτιολόγηση της απόφασης η παράθεση του χρόνου καταβολής των επιδομάτων αδείας του έτους του 2006, και του δώρου Χριστουγέννων 2006, αφού δεν υφίστατο θέμα παραγραφής, περαιτέρω δε ο χρόνος καταβολής των επιδομάτων αυτών (δήλη ημέρα) κατά τα εκτεθέντα στη νομική σκέψη είναι επακριβώς καθορισμένος από το νόμο και ειδικότερα το άρθρο 10 της Υ.Α. 19040/1981 που εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση του Ν. 1082/1980, 4 παρ. 1 του Α.Ν. 539/1945, Ν. 4504/1961 και 1 παρ. 3 του Ν.Δ. 4547/1966, ενώ δεν δημιουργείται καμία αντίφαση ούτε ασάφεια ως προς το βάσει ποίου χρονικού διαστήματος υπολογίσθηκαν τα ως άνω οφειλόμενα από τον αναιρεσείοντα σε κάθε εργαζόμενο ποσά, και το οποίο κατά τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης είναι το χρονικό διάστημα από 13/5/2005 έως τέλος Νοεμβρίου 2006, επαρκώς προσδιοριζόμενου αυτού τόσο στο αιτιολογικό όσο και στο διατακτικό για κάθε εργαζόμενο χωριστά. Επομένως, οι από το άρθρο; 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε του ΚΠΔ λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη της επιβαλλόμενης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής της ως άνω ουσιαστικής ποινικής διάταξης, αντιστοίχως, είναι αβάσιμοι και απορριπτέοι. Η επιβαλλόμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 και 139 του ΚΠΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία των αποφάσεων, πρέπει να υπάρχει, όχι μόνο ως προς την κατηγορία, αλλά να επεκτείνεται και στους προβαλλόμενους από τον κατηγορούμενο ή από τον συνήγορο του, κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, αυτοτελείς ισχυρισμούς. Αυτοί δε είναι εκείνοι, οι οποίοι προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας, σύμφωνα με τα άρθρα 170 παρ. 2 και 333 παρ. 2 του ΚΠΔ και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξεως ή της ικανότητας για καταλογισμό ή στη μείωση αυτής ή στην εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξεως ή στη μείωση της ποινής. Τέτοιος αυτοτελής ισχυρισμός είναι και η επίκληση από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορο του της συνδρομής της ελαφρυντικής περίστασης του άρθρου 84 παρ. 2β του ΠΚ, σύμφωνα με το οποίο η ποινή μειώνεται και όταν ο κατηγορούμενος ωθήθηκε στην πράξη του από αίτια μη ταπεινά. Πρέπει όμως ο ισχυρισμός αυτός να προβάλλεται κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία για την θεμελίωση του και δεν αρκεί μόνη η επίκληση της νομικής διάταξης που τον προβλέπει ή του χαρακτηρισμού με τον οποίο είναι γνωστοί στην νομική ορολογία, καθόσον η αόριστη προβολή αυτού, όχι μόνο δεν υποχρεώνει το δικαστήριο να τον απορρίψει αιτιολογημένα, αλλά ούτε καν το υποχρεώνει να απαντήσει σ' αυτόν. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της προσβαλλόμενης απόφασης, ο συνήγορος του αναιρεσείοντος ζήτησε την επιείκεια του δικαστηρίου και την αναγνώριση στο πρόσωπο του ελαφρυντικού ότι ωθήθηκε στην πράξη του από μη ταπεινά αίτια, επικαλέστηκε δηλαδή την διάταξη του άρθρου 84 παρ. 1 β του ΠΚ, χωρίς όμως να επικαλεσθεί ταυτόχρονα οποιοδήποτε πραγματικό περιστατικό το οποίο θα μπορούσε να θεμελιώσει τον ισχυρισμό του αυτό. Ο τρόπος αυτός υποβολής του ανωτέρω ισχυρισμού ήταν αόριστος και συνεπώς το δικαστήριο δεν ήταν υποχρεωμένο να απαντήσει. Επομένως, ο σχετικός λόγος αναιρέσεως είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος προς έρευνα, η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα( άρθρο 583 παρ. 1 του ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την από 4/7/2009 αίτηση του Χ, κατοίκου ..., για αναίρεση της υπ' αριθμ. 1742/2009 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Βόλου. Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα εκ διακοσίων είκοσι(220) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 20 Μαΐου 2010. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 4 Ιουνίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ