Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Ακυρότητα απόλυτη, Κλοπή.
Περίληψη:
Κλοπή. Λόγοι αναιρέσεως η έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και η απόλυτη ακυρότητα διότι το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του το έγγραφο, το οποίο δεν αναγνώσθηκε. Απορρίπτεται η αίτηση αναίρεσης.
Αριθμός 1950/2009
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ----
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Εμμανουήλ Καλούδη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Αιμιλία Λίτινα, Ανδρέα Τσόλια - Εισηγητή, Ιωάννη Παπουτσή και Ανδρέα Δουλγεράκη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 7 Οκτωβρίου 2008, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κονταξή (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου, για να δικάσει την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Σπύρο Πιτσινή, για αναίρεση της με αριθμό 1420/2006 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Με πολιτικώς ενάγουσα την ..., που δεν παρέστη.
Το Τριμελές Εφετείο Πατρών με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή και η αναιρεσείουσα - κατηγορούμενη ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 4 Μαΐου 2007 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 849/2007.
Α φ ο ύ ά κ ο υ σ ε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο της αναιρεσείουσας, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναιρέσεως.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
ΕΠΕΙΔΗ, κατά τη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 372 του Ποινικού Κώδικα, όποιος αφαιρεί ξένο, (ολικά ή εν μέρει) κινητό πράγμα από την κατοχή άλλου, με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και αν το αντικείμενο της κλοπής είναι ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, που προστατεύει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της κλοπής απαιτείται να αφαιρέσει ο δράστης με θετική ενέργεια, από την κατοχή άλλου, ξένο, ολικά ή εν μέρει, κινητό πράγμα, με σκοπό να το ιδιοποιηθεί παράνομα. Η αφαίρεση συνίσταται στην άρση της ξένης κατοχής, η οποία υφίσταται στο κινητό πράγμα και στη θεμελίωση νέας σ' αυτό κατοχής από το δράστη ή τρίτο, με τον σκοπό της παράνομης ιδιοποιήσεως του, στην έννοια δε της κατοχής περιλαμβάνεται τόσο η πραγματική εξουσία επί του πράγματος, όσο και η βούληση για την εξουσίασή του. Η αφαίρεση αυτή απαιτείται να έγινε αυτογνωμόνως και χωρίς τη συγκατάθεση του δικαιούχου του πράγματος. Εξ άλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από το άρθρο 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 Κ.Π.Δ. ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεως της από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ Δ' του ίδιου Κώδικα, όταν αναφέρονται σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα, και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών στοιχείων, διότι στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας. Ειδικά όμως για την αιτιολογία στην περίπτωση του εγκλήματος της κλοπής, όπως προκύπτει από την ως άνω διάταξη του άρθρου 372 του Ποινικού Κώδικα, δεν απαιτείται ειδική αιτιολογία του δόλου, εφόσον ο νόμος δεν συνδέει την ύπαρξη του με ορισμένα πρόσθετα περιστατικά, και δεν εμφανίζεται στην συγκεκριμένη περίπτωση και η μορφή ενδεχομένου δόλου, αφού αυτός (ο δόλος) σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 26 § 1 εδάφ. α' και 27 § 1 του Π Κ, ενυπάρχει στην θέληση παραγωγής των πραγματικών περιστατικών που απαρτίζουν την έννοια της κλοπής. Τέλος, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 329, 331, 333 παρ. 2, 358, 364 και 369 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 171 παρ. 1 στοιχ. δ' του ίδιου Κώδικα, προκύπτει ότι η λήψη υπόψη και η συνεκτίμηση από το δικαστήριο της ουσίας, για τον σχηματισμό τής κρίσεως του σε σχέση με την ενοχή ή την αθωότητα του κατηγορουμένου, ως αποδεικτικού μέσου, εγγράφου που δεν αναγνώστηκε κατά τη συζήτηση στο ακροατήριο, επιφέρει απόλυτη ακυρότητα της διαδικασίας και ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' του ίδιου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, διότι έτσι παραβιάζεται η άσκηση από τον κατηγορούμενο του δικαιώματος του να προβεί σε παρατηρήσεις, δηλώσεις και εξηγήσεις, σχετικές με το αποδεικτικό αυτό μέσο. Στην προκείμενη περίπτωση το Τριμελές Εφετείο Πατρών (Πλημμελημάτων), καταδίκασε την αναιρεσείουσα, σε ποινή φυλακίσεως δεκαπέντε (15) μηνών, της οποίας ανέστειλε την εκτέλεση επί μία τριετία για την αξιόποινη πράξη της κλοπής. Για να καταλήξει στην ως άνω καταδικαστική του κρίση του Τριμελές Εφετείο δέχθηκε, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη περί των πραγμάτων κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των αναφερόμενων αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Η κατηγορουμένη με την πολιτικώς ενάγουσα είναι μακρινές συγγενείς και διατηρούσαν οικογενειακές σχέσεις. Κατά το χρονικό διάστημα από 20.9.01 έως 24.9.01 η κατηγορουμένη σε επίσκεψη της στην οικία της πολιτικώς ενάγουσας αφαίρεσε από την τσάντα της μία κάρτα ανάληψης χρημάτων TELEBANK DEBIT καθώς και το PIN αυτής, που είχε εκδοθεί στο όνομα της τελευταίας και χωρίς τη συγκατάθεσή της, τα ιδιοποιήθηκε παράνομα. Ακολούθως, κατά το χρονικό διάστημα από 2.10.01 μέχρι 8.10.01 με τη χρήση της παραπάνω κάρτας αφαίρεσε από τον κοινό λογαριασμό που διατηρούσε η πολιτικώς ενάγουσα σε κατάστημα της Εμπορικής Τράπεζας το συνολικό ποσό των 2.847.008 δρχ. με αναλήψεις ποσών από υποκαταστήματα της παραπάνω Τράπεζας και άλλων Τραπεζών διά μέσου του συστήματος ΔΙΑΣ. Η πολιτικώς ενάγουσα αναγνώρισε την κατηγορουμένη σε βιντεοκασέτα καταγραφής τής κίνησης πελατών τού υποκαταστήματος 603 της Εμπορικής Τράπεζας, που της υποδείχθηκε, να πραγματοποιεί ανάληψη την 4.10.01 από το υποκατάστημα αυτό. Και πράγματι προκύπτει ότι την ίδια ημέρα είχε γίνει ανάληψη από το λογαριασμό τής πολιτικώς ενάγουσας 200.000 δρχ. και 100.000 δρχ. Θα πρέπει να σημειωθεί όμως ότι κατά την οπτική αναπαραγωγή της ίδιας βιντεοκασέτας κατά την εκδίκαση της υπόθεσης στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο την 12.12.05 δεν κατέστη δυνατή η διαπίστωση της ταυτότητας του προσώπου που πραγματοποιούσε την ανάληψη, λόγω ακαταλληλότητας του τεχνικού εξοπλισμού, που διέθετε η Εισαγγελία Πρωτοδικών Πατρών, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για την αναπαραγωγή τής ίδιας βιντεοκασέτας. Η κατηγορουμένη μετά τις παραπάνω αναλήψεις αγόρασε αυτοκίνητο ALPHA ROMEO με το σύζυγο της, ενώ η ίδια δεν εργάζεται, αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα και είχε κατ' επανάληψη δανειοδοτηθεί με καταναλωτικά δάνεια από Τράπεζες και μάλιστα με πλαστογραφημένα έγγραφα, όπως εκκαθαριστικό της Εφορίας, όπως η ίδια ισχυρίζεται, συνεπώς πρέπει η κατηγορουμένη να κηρυχθεί ένοχη". Με αυτά που δέχθηκε το Τριμελές Εφετείο διέλαβε στην προσβαλλόμενη ως άνω απόφαση του την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, τις αποδείξεις από τις οποίες πείστηκε, καθώς και τις σκέψεις με τις οποίες υπήγαγε τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε, στην ως άνω ουσιαστική ποινική διάταξη που ορθώς εφάρμοσε και ούτε εκ πλαγίου παραβίασε, δηλαδή ότι η αφαίρεση από την αναιρεσείουσα της ως άνω πιστωτικής κάρτας και στη συνέχεια των παραπάνω χρηματικών ποσών, τα οποία αφαίρεσε από τον λογαριασμό της παθούσας, με την προαναφερόμενη κάρτα της έγινε με σκοπό την παράνομη ιδιοποίηση τους, ήτοι με σκοπό την ενσωμάτωση τους στην περιουσία της αναιρεσείουσας (άρθρο 372 παρ. 1α ΠΚ), ούτε δε το πόρισμα της αποφάσεως, ως συνδυασμός αιτιολογικού και διατακτικού είναι ασαφές, αντιφατικό με λογικά κενά που καθιστούν ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο. Περαιτέρω, οι αιτιάσεις της αναιρεσείουσας, αναφερόμενες στην κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ιδίως της καταθέσεως της πολιτικώς ενάγουσας, που με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας πλήττουν την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, είναι απαράδεκτες. Ενόψει όλων των ανωτέρω ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠΔ λόγος αναιρέσεως, που υποστηρίζει τα αντίθετα, είναι αβάσιμος και κατ' ακολουθίαν πρέπει να απορριφθεί. Τέλος, απορριπτέος ως αβάσιμος και δη ως στηριζόμενος επί αναληθούς προϋποθέσεως είναι και ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α' λόγος αναιρέσεως, διότι όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του έγγραφο που δεν αναγνώσθηκε, αφού η μνεία τής ανωτέρω βιντεοκασέτας στο αιτιολογικό τής πληττόμενης αποφάσεως, γίνεται όχι ως εγγράφου, το οποίο ελήφθη υπόψη, αλλά, αναφέρεται κατά την εκτίμηση και αξιολόγηση από το Δικαστήριο της καταθέσεως της πολιτικώς ενάγουσας, η οποία ισχυρίσθηκε ότι αναγνώρισε την κατηγορουμένη ως υπαίτιο της κλοπής, κατά την αναπαραγωγή της βιντεοκασέτας, στο υποκατάστημα τής Εμπορικής Τράπεζας. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω και ενόψει του ότι δεν προβάλλεται άλλος λόγος αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολο της η αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα έξοδα της ποινικής διαδικασίας, σύμφωνα με ο άρθρο 583 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Απορρίπτει την από 4 Μαΐου 2007 αίτηση της ... για αναίρεση της 1420/2006 αποφ άσεως του Τριμελούς Εφετείου Πατρών. Και
Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στα έξοδα της ποινικής διαδικασίας, που ανέρχονται σε διακόσια είκοσι ευρώ (220 €).
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 16 Δεκεμβρίου 2008.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στις 13 Οκτωβρίου 2009.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ