Θέμα
Αρμοδιότητα.
Περίληψη:
Έννοια αποφάσεως Πολυμελούς Δικαστηρίου που κηρύσσει εαυτό αναρμόδιο καθ’ ύλη και παραπέμπει στο αρμόδιο δικαστήριο. Ένδικα μέσα κατά της αποφάσεως αυτής. Ακρόαση Εισαγγελέα. Ο Άρειος Πάγος απέχει να αποφασίσει διότι ο αρμόδιος Εισαγγελέας επί της ουσίας των λόγων αναιρέσεως δεν υπέβαλε πρόταση.
Αριθμός 290/2010
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα - Σε Συμβούλιο
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Δημήτριο Πατινίδη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Χαράλαμπο Παπαηλιού - Εισηγητή, Νικόλαο Κωνσταντόπουλο, Παναγιώτη Ρουμπή και Γεώργιο Μπατζαλέξη, Αρεοπαγίτες.
Με την παρουσία και του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ρούσσου - Εμμανουήλ Παπαδάκη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου.
Συνήλθε σε Συμβούλιο στο Κατάστημά του στις 12 Ιανουαρίου 2010, προκειμένου να αποφανθεί για την αίτηση της αναιρεσείουσας - κατηγορουμένης Χ, κατοίκου ..., που δεν παρέστη στο συμβούλιο, περί αναιρέσεως της υπ' αριθμ. 548/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Λαρίσης.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λαρίσης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και η αναιρεσείουσα - κατηγορουμένη ζητεί τώρα την αναίρεση της απόφασης αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 23.11.2009 αίτησή της αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1661/2009.
Έπειτα ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ρούσσος - Εμμανουήλ Παπαδάκης εισήγαγε για κρίση στο Συμβούλιο τη σχετική δικογραφία με την πρόταση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Νικολάου Μαύρου, με αριθμό 398/10.12.2009, στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
Εισάγω ενώπιον του Δικαστηρίου σας, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 513§1 Κ.Π.Δ., την υπ' αριθ. 18/2009 αίτηση αναίρεσης της κατηγορουμένης Χ, κατοίκου ..., οδός ... αριθ. ..., κατά της υπ' αριθ. 548/29-9-2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Λάρισας και εκθέτω τα ακόλουθα :
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Καρδίτσας με την υπ' αριθ. 1527/12-12-2006 απόφασή του αποφάνθηκε ότι η ενώπιόν του εισαχθείσα προς εκδίκαση κατηγορία για υπεξαίρεση κατ' εξακολούθηση (άρθρα 98 και 375§1 α Π.Κ.) σε βάρος της αναιρεσείουσας Χ, έχει τα στοιχεία της κακουργηματικής υπεξαίρεσης και δη της υπεξαίρεσης αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας από εντολοδόχο κατ' εξακολούθηση (άρθρα 98 και 375§§ 2 και 1 Π.Κ.), κηρύχθηκε αναρμόδιο καθ' ύλη και παρέπεμψε τη υπόθεση προς εκδίκαση στο Τριμελές Εφετείο Λάρισας. Κατά της αποφάσεως αυτής άσκησε η αναιρεσείουσα την υπ' αριθ. 160/ 18-12-2006 έφεσή της, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη υπ' αριθ. 548/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Λάρισας, με την οποία αυτό δέχθηκε τυπικά την έφεση αυτή και την απέρριψε κατ' ουσία.
Επειδή κατά τη διάταξη του άρθρου 504§2 Κ.Π.Δ. "Αναίρεση επιτρέπεται επίσης κατά της απόφασης που κήρυξε το δικαστήριο υλικά αρμόδιο και που, όπως απαγγέλθηκε, δεν προσβάλλεται με έφεση", κατά δε την παράγραφο 1 του ιδίου άρθρου (504§1 Κ.Π.Δ.), "όταν ο νόμος δεν ορίζει ειδικά κάτι άλλο, αίτηση αναίρεσης επιτρέπεται μόνο κατά της απόφασης που όπως απαγγέλθηκε δεν προσβάλλεται με έφεση, και κατά της απόφασης του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου που εκδόθηκε ύστερα από άσκηση έφεσης, αν με τις αποφάσεις αυτές το δικαστήριο αποφάνθηκε τελειωτικά για την κατηγορία ή αν έπαυσε οριστικά ή κήρυξε απαράδεκτη την ποινική δίωξη (άρθρο 370) ...".
Από την ως άνω διάταξη σαφώς προκύπτει ότι η απόφαση του Εφετείου υπόκειται σε αναίρεση μόνον αν με αυτή τούτο αποφάνθηκε τελειωτικά επί της κατηγορίας, ήτοι όταν απεκδύεται οριστικά της υπόθεσης και δεν είναι δυνατή κατά το νόμο η επανεισαγωγή αυτής στο δικαστήριο (βλ. Μπουρόπουλο Ερμ. Κ.Π.Δ. Α' σελ. 253 ΝΟ2, ΑΠ 157/57 Π.Χρ. Ζ/314 κ.α.) και ότι η απόφαση του Εφετείου που απέρριψε ως αβάσιμη την ασκηθείσα έφεση κατά της απόφασης πρωτοβαθμίου δικαστηρίου με την οποία τούτο έκρινε αυτό αναρμόδιο καθ' ύλη δεν υπόκειται σε αναίρεση (ΑΠ 1310/2009, Π.Π. 207/55 κ.α.), δοθέντος ότι αυτή υπέκειτο σε έφεση (άρθρο 487 Κ.Π.Δ.). Ενόψει των ανωτέρω η υπό κρίση αίτηση αναιρέσεως είναι απαράδεκτη και ως τέτοια πρέπει να απορριφθεί (άρθρο 476§1 Κ.Π.Δ.) και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583§1 Κ.Π.Δ.).
Για τους λόγους αυτούς Προτείνω: Να κηρυχθεί απαράδεκτη η υπ' αριθ. 18/2009 αίτηση αναίρεσης της κατηγορουμένης Χ κατά της υπ' αριθ. 548/29-9-2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Λάρισας και να καταδικασθεί αυτή στα δικαστικά έξοδα.
Αθήνα 9-12-2009
Ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΜΑΥΡΟΣ"
Αφού άκουσε τον Αντεισαγγελέα, που αναφέρθηκε στην παραπάνω εισαγγελική πρόταση και έπειτα αποχώρησε, και αφού διαπιστώθηκε από την επί του φακέλου της δικογραφίας σημείωση του Γραμματέα της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, ότι ειδοποιήθηκε, νομίμως και εμπροθέσμως, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 476 παρ. 1 ΚΠΔ, ο αντίκλητος της αναιρεσείουσας.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 120 παρ. 1 και 2 ΚΠΔ, το δικαστήριο οφείλει να εξετάσει την καθ' ύλην αρμοδιότητά του και αυτεπαγγέλτως, σε κάθε στάδιο της δίκης, όταν δε κρίνει ότι είναι αναρμόδιο, παραπέμπει με απόφασή του την υπόθεση στο αρμόδιο δικαστήριο. Στην περίπτωση αυτήν, ενεργεί ότι και το συμβούλιο Πλημμελειοδικών, όταν παραπέμπει τον κατηγορούμενο στο ακροατήριο. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό και με εκείνες των άρθρων 313, 315, 320 παρ. 2, 484 παρ. 1 και 504 παρ. 2 του ΚΠΔ, συνάγεται, ότι όταν οποιοδήποτε πολυμελές ποινικό δικαστήριο κρίνει ότι είναι αναρμόδιο να δικάσει την υπόθεση που έχει παραπεμφθεί ενώπιόν του, επειδή από τη συζήτηση προέκυψε βαρύτερος χαρακτηρισμός της πράξης, οπότε το έγκλημα υπάγεται στην καθ' ύλην αρμοδιότητα ανωτέρου δικαστηρίου, οφείλει να κηρύξει εαυτό αναρμόδιο και να παραπέμψει την υπόθεση στο κρινόμενο απ' αυτό ως αναρμόδιο δικαστήριο, η δε σχετική απόφασή του επέχει, στην περίπτωση αυτή, θέση παραπεμπτικού βουλεύματος και υπόκειται στα κατά των παραπεμπτικών βουλευμάτων προβλεπόμενα μέσα και επομένως σε έφεση και αναίρεση (ΑΠ 1630/2002, 2454/2003, 1310/2009). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 32 παρ. 1 του ΚΠΔ, καμμία απόφαση ποινικού δικαστηρίου σε δημόσια συνεδρίαση ή σε συμβούλιο και καμμία διάταξη του ανακριτή δεν έχει κύρος αν δεν ακουστεί προηγουμένως ο Εισαγγελέας. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, στην περίπτωση κατά την οποία ο Εισαγγελέας δεν υπέβαλε πρόταση για τους λόγους αναιρέσεως, που είναι ορισμένοι, αλλά εισήγαγε την υπόθεση στο δικαστήριο (ως συμβούλιο) και πρότεινε να κηρυχθεί απαράδεκτη η αίτηση αναιρέσεως, διότι δεν χωρεί αναίρεση κατά της απόφασης του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, ενώ χωρεί, το δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στην περαιτέρω ουσιαστική έρευνα της υποθέσεως, αλλά απέχει προκειμένου αυτή να εισαχθεί στο ακροατήριό του με την τήρηση της νόμιμης προδικασίας, κατά τα άρθρα 513 και επ. του ΚΠΔ, και υποβληθεί πρόταση επί της ουσίας του Εισαγγελέα. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα έγγραφα της δικογραφίας, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Καρδίτσας με την 1527/2006 απόφασή του αποφάνθηκε ότι η ενώπιόν του εισαχθείσα προς εκδίκαση κατηγορία για υπεξαίρεση κατ' εξακολούθηση (άρθρα 98 και 375 παρ. 1α ΠΚ) σε βάρος της αναιρεσείουσας Χ, έχει τα στοιχεία της κακουργηματικής υπεξαίρεσης και δη της υπεξαίρεσης αντικειμένου ιδιαίτερα μεγάλης αξίας από εντολοδόχο κατ' εξακολούθηση (άρθρα 98 και 375 παρ. 1 και 10 ΠΚ), κηρύχθηκε αναρμόδιο καθ' ύλην και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας. Κατά της αποφάσεως αυτής η αναιρεσείουσα άσκησε έφεση, επί της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη 548/2009 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Λάρισας, με την οποία αυτό δέχθηκε τυπικά την έφεση και την απέρριψε κατ' ουσίαν. Κατά της τελευταίας απόφασης η αναιρεσείουσα άσκησε νομότυπα και εμπρόθεσμα την κρινόμενη αναίρεση, με λόγους που είναι ορισμένοι, χωρεί δε κατ' αυτής αναίρεση, διότι η σχετική απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Καρδίτσας, που επικυρώθηκε με την προσβαλλόμενη απόφαση, επέχει, σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, θέση παραπεμπτικού για κακούργημα βουλεύματος (άρθρο 482 παρ. 1α ΚΠΔ). Ο Εισαγγελέας του δικαστηρίου τούτου με την πρότασή του πρότεινε να κηρυχθεί απαράδεκτη η κρινόμενη αναίρεση, διότι κατά της παραπάνω αποφάσεως του Εφετείου Λάρισας δεν χωρεί το ένδικο μέσο της αναίρεσης. Επομένως, το δικαστήριο πρέπει να απέχει από την ουσιαστική έρευνα της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως, προκειμένου η υπόθεση εισαχθεί στο ακροατήριό του με την τήρηση της νόμιμης προδικασίας και υποβληθεί πρόταση επί της ουσίας του Εισαγγελέα.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απέχει από την ουσιαστική έρευνα της από 23.11.2009 αιτήσεως της Χ για αναίρεση της 548/2009 απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Λάρισας, προκειμένου η υπόθεση εισαχθεί στο ακροατήριο του παρόντος δικαστηρίου, με την τήρηση της νόμιμης προδικασίας, και υποβληθεί πρόταση επί της ουσίας του Εισαγγελέα.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 9 Φεβρουαρίου 2010. Και,
Εκδόθηκε στην Αθήνα στις 11 Φεβρουαρίου 2010.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ