Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 2074 / 2009    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Νόμου εφαρμογή και ερμηνεία, Διάθεση ακατάλληλων τροφίμων και κρεάτων.




Περίληψη:
Παράβαση τροφίμων - κρεάτων, ακατάλληλων προς βρώση και κατανάλωση. Απορριπτέοι ως αβάσιμοι, οι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ΄ και Ε΄ του ΚΠΔ, λόγοι αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των παραπάνω ουσιαστικών ποινικών διατάξεων με εκ πλαγίου παράβαση.




ΑΡΙΘΜΟΣ 2074/2009

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Z' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Κωνσταντίνο Φράγκο - Εισηγητή, Ιωάννη Παπαδόπουλο, Ιωάννη Γιαννακόπουλο και Ανδρέα Ξένο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 14 Οκτωβρίου 2009, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Αθανασίου Κατσιρώδη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέα Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου Χ, κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Χαράλαμπο Καραμπή, περί αναιρέσεως της 84/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου.

Το Τριμελές Εφετείο Ναυπλίου, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 27 Μαρτίου 2009 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 569/2009.
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά τη διάταξη του άρθρου 23 Α παρ. 1 α, Β παρ.1 του ν. 248/1914, όπως συμπληρώθηκε και αντικαταστάθηκε, με το ν. 4085/1960, με το άρθρο 13 παρ.2 του ν. 2532/1997 και με το άρθρο 45 παρ.3 του ν. 2732/1999, ορίζεται ότι με φυλάκιση ενός μηνός μέχρι δύο ετών, τιμωρούνται τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που παράγουν, αποθηκεύουν, επεξεργάζονται, μεταφέρουν ή κατ'άλλο τρόπο χειρίζονται προϊόντα ζωικής προέλευσης, ή διαθέτουν στο εμπόριο ζωικά προϊόντα ή ζώντα ζώα τα οποία δεν έχουν ληφθεί, δεν έχουν ελεγχθεί και δεν έχουν επισημανθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες κτηνιατρικές διατάξεις. Κατά το άρθρο 15 εδ. δ και ε, 18, 22 του π.δ. 40/1977, τα τρόφιμα, αναλόγως των αποτελεσμάτων των κτηνιατρικών επιθεωρήσεων, βάσει της εν γένει υγιεινής και ποιοτικής καταστάσεως στην οποίαν ευρίσκονται και των όρων της ισχύουσας νομοθεσίας, χαρακτηρίζονται: Κατάλληλα προς κατανάλωση, νοούνται τα τρόφιμα τα οποία διατηρούν τους ειδικούς δι' έκαστον εξ' αυτών οργανοληπτικούς χαρακτήρες (χρώμα, σύσταση, οσμή, γεύση),δεν παρουσιάζουν μεταβολές οφειλόμενες σε ασθένειες ή αλλοιώσεις, αποσύνθεση ή μόλυνση και πληρούν τους όρους της σχετικής νομοθεσίας κατά περίπτωση (εδ.α). Ακατάλληλα προς βρώση, νοούνται τα τρόφιμα τα οποία παρουσιάζουν μη κανονικούς τους στην περίπτωση α του παρόντος άρθρου οργανοληπτικούς χαρακτήρες των, ανεξαρτήτως της επιδράσεώς των ή μη επί της υγείας του καταναλωτού (εδ.δ). Ακατάλληλα προς κατανάλωση ως μη πληρούντα τις διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας, νοούνται τα τρόφιμα τα οποία δεν πληρούν ένα ή περισσότερους όρους της σχετικής νομοθεσίας.( εδ.ε).
Περαιτέρω, η απαιτούμενη από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της δικαστικής αποφάσεως, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, υπάρχει, προκειμένου για καταδικαστική απόφαση, όταν εκτίθενται σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο κατηγορούμενος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους υπήχθησαν τα περιστατικά που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόστηκε. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό, που αποτελούν ενιαίο σύνολο και σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα πρέπει να προκύπτει από την απόφαση με βεβαιότητα, ότι έχουν ληφθεί υπόψη και εκτιμηθεί όλα στο σύνολό τους και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα δε αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους, χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα, δεν υποδηλώνει ότι δε λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Δεν αποτελούν όμως λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη εκτίμηση εγγράφων, η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολόγησης κάθε αποδεικτικού στοιχείου χωριστά και η παράλειψη της μεταξύ τους αξιολογικής συσχετίσεως, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου της ουσίας (Ολ ΑΠ 1/2005).
Εξάλλου, περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως, που ιδρύει λόγο αναιρέσεως, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠοινΔ, υπάρχει όταν το Δικαστήριο της ουσίας, αποδίδει σε τέτοια διάταξη έννοια διαφορετική από εκείνη, που έχει πράγματι αυτή ή δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε στη διάταξη που εφαρμόστηκε καθώς και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, για το λόγο ότι στο πόρισμα της αποφάσεως (αναγόμενο στα στοιχεία και την ταυτότητα του οικείου εγκλήματος), που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον Άρειο Πάγο, για την ορθή ή μη εφαρμογή του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, το Δικαστήριο της ουσίας, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, δέχθηκε στο αιτιολογικό της τα εξής:
"Από τις ένορκες επ' ακροατηρίου καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας, από τις ένορκες επ' ακροατηρίου καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης, όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα, τα οποία αναγνώσθηκαν και αναφέρονται παραπάνω λεπτομερώς, την απολογία του κατηγορουμένου και από την όλη αποδεικτική διαδικασία αποδεικνύονται κατά την κρίση του δικαστηρίου τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο κατηγορούμενος κατελήφθη στο ... τη 1.3.02 και ώρα 12.30 να διατηρεί εντός του εστιατορίου που διατηρούσε στην πλατεία ιατρού αρ. 2 ακατάλληλα προς βρώση προϊόντα. Ειδικότερα ύστερα από έλεγχο που έκαναν οι ..., Επόπτης Δημόσιας Υγείας και ..., Νομοκτηνίατρος, διαπιστώθηκε ότι αυτός διατηρούσε 150 περίπου κιλά ψάρια και κρέατα νωπά και κατεψυγμένα τα οποία παρουσίαζαν αλλοίωση των οργανοληπτικών ιδιοτήτων φαιοπράσινο χρώμα, εγκαύματα καταψύξεως, αφυδάτωση. Επίσης βρέθηκαν και κατασχέθηκαν έτοιμα φαγητά που είχαν αποψυχθεί και υπήρχαν κατσαρίδες και γάτες στους χώρους του καταστήματος (βλ. από 1.3.2002 υγειονομική - κτηνιατρική έκθεση των ανωτέρω ελεγκτών).
Συνεπώς αυτός πρέπει να κηρυχθεί ένοχος όπως ορίζεται στο διατακτικό". Στη συνέχεια το δευτεροβάθμιο δικαστήριο κήρυξε τον κατηγορούμενο ένοχο του ότι: "Στο ... στις 1-3-02 διατηρών εστιατόριο στην πλατεία ... κατελήφθη να διατηρεί σε 5 ψυγεία εκατόν πενήντα (150) περίπου κιλά κρέατα και ψάρια, τα οποία παρουσίαζαν αλλοίωση των οργανοληπτικών ιδιοτήτων (φαιοπράσινο χρώμα, τα νωπά κρέατα και ψάρια είχαν μπει σε καταψύκτη (ενώ αυτό απαγορεύεται) και κατεψυγμένα ψάρια που είχαν αποψυχθεί και επανακαταψυχθεί. Όλα δε τα ανωτέρω ήταν ακατάλληλα και επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία".
Στη συνέχεια το Δικαστήριο επέβαλε ποινή φυλακίσεως είκοσι μηνών, την οποία μετέτρεψε προς 15 ευρώ την ημέρα και χρηματική ποινή 10.000 ευρώ.
Με βάση τις διατάξεις που προπαρατέθηκαν και τις άνω παραδοχές στο αιτιολογικό αλλά και στο διατακτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, προκύπτει ότι το Δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην απόφασή του, την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος, για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 26 παρ.1 α, 27 παρ.1 ΠΚ, 15 εδ.δ και ε, 18 και 22 του π.δ. 40/1977, 23 Α παρ. 1 α, Β παρ.1 του ν. 248/1914, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 13 παρ.2 του ν. 2532/1997 και συμπληρώθηκε με το ν. 4085/1960 και με το άρθρο 45 παρ.3 του ν. 2732/1999, που εφάρμοσε. Ειδικότερα, σε σχέση με τις επί μέρους αιτιάσεις του αναιρεσείοντος: α) αναφέρονται με επαρκή και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, τα πραγματικά περιστατικά τα οποία στοιχειοθετούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του διωκομένου εγκλήματος, ήτοι ότι ο κατηγορούμενος, που διατηρούσε στην πλατεία ... του ... εστιατόριο, σε λειτουργία με έτοιμα φαγητά, κατελήφθη να κατέχει 150 κιλά κρέας και ψάρια, νωπά και σε κατάψυξη, ψάρια καταψυγμένα που είχαν αποψυχθεί και επαναψυχθεί, τα οποία παρουσίαζαν αλλοίωση των οργανοληπτικών ιδιοτήτων τους, με φαιοπράσινο χρώμα, εγκαύματα καταψύξεως, αφυδάτωση, όπως και έτοιμα φαγητά που όμως είχαν αποψυχθεί, και ότι όλα τα ανωτέρω ήταν ακατάλληλα και επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία, βρέθηκαν δε και κατσαρίδες και γάτες στους χώρους του καταστήματος, όπως προέκυψε, σύμφωνα με τις παραδοχές, από την αναγνωσθείσα κτηνιατρική έκθεση κατάσχεσης και καταστροφής της κτηνιάτρου ... και τις μαρτυρικές καταθέσεις της άνω κτηνιάτρου και του επόπτη Υγείας ..., β) αναφέρεται η εφαρμοσθείσα διάταξη του άρθρου 15 περ.δ του ΠΔ 40/1977, που κάνει λόγο για τρόφιμα ακατάλληλα προς βρώση, τέτοια δε είναι σαφώς και τα τρόφιμα που βρέθηκαν στο κατάστημα του αναιρεσείοντος και χαρακτηρίστηκαν, ως ακατάλληλα και επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία, ενώ δεν είναι αναγκαίο να προσδιορίζονται ειδικότερα τα είδη τροφίμων και τα έτοιμα φαγητά που βρέθηκαν στο εστιατόριο του αναιρεσείοντος, δ) ο ισχυρισμός ότι το εστιατόριο δε λειτουργούσε και γινόταν επισκευή του κτιρίου, ανάγεται στην ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, η δε παραδοχή ελέγχου και ανεύρεσης από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα ανοικτού καταστήματος και κατάσχεσης έτοιμων φαγητών, σαφώς σημαίνει κατάστημα σε λειτουργία, ε) σε σχέση με το υποκειμενικό στοιχείο της πιο πάνω πράξεως, δηλαδή το δόλο, δεν υπήρχε ανάγκη ειδικής αιτιολογίας, αφού αυτός ενυπάρχει στα πραγματικά περιστατικά που συγκροτούν την αντικειμενική της υπόσταση και εξυπακούεται η ύπαρξή του από την πραγμάτωση αυτών και στ) από τις άνω παραδοχές, ουδεμία ασάφεια ή αντίφαση συνάγεται, καθόσον δεν είναι αντιφατικό τα εν λόγω κρέατα, ψάρια και έτοιμα φαγητά, να παρουσιάζουν μη κανονικό και συγχρόνως αλλοιωμένο οργανοληπτικό χαρακτήρα, όσον αφορά το χρώμα, τη σύσταση και μεταβολές που οφείλονται σε αλλοίωσή τους, οπότε στοιχειοθετείται η παράβαση, ανεξαρτήτως της επιδράσεως ή μη των άνω μεταβολών επί της υγείας του καταναλωτή, στη συγκεκριμένη μάλιστα περίπτωση κρίθηκαν επιπλέον και ακατάλληλα και επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία. Ήτοι δεν υπάρχει καμία ασάφεια ή αντίφαση μεταξύ αιτιολογικού και διατακτικού, που αλληλοσυμπληρώνονται και αποτελούν ενιαίο σύνολο και η προσβαλλόμενη απόφαση δε στερείται νόμιμης βάσεως.
Επομένως, οι συναφείς, από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Δ και Ε του ΚΠοινΔ, λόγοι αναιρέσεως για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των παραπάνω ουσιαστικών ποινικών διατάξεων με εκ πλαγίου παράβαση, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.
Μετά ταύτα, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως προς έρευνα, πρέπει η κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως, να απορριφθεί ως αβάσιμη στο σύνολό της και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 του ΚΠοινΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει τη με αριθ. εκθ. 9/27-3-2009 αίτηση του Χ περί αναιρέσεως της με αριθμό 84/2009 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου. Και

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, εκ διακοσίων είκοσι (220) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 21 Οκτωβρίου 2009. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 4 Νοεμβρίου 2009.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή