Αυτόματη μετάφραση - Automatic translation (Google translate)

Σύνδεσμος απόφασης


<< Επιστροφή

Απόφαση 157 / 2013    (Ζ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Θέμα
Αιτιολογίας επάρκεια, Κλητήριο θέσπισμα, Σωματική βλάβη από αμέλεια.




Περίληψη:
Ορθή και αιτιολογημένη καταδίκη αντιπροέδρου Δ.Σ. ανώνυμης εταιρίας, που διατηρούσε και εκμεταλλευόταν παιδική κατασκήνωση, για σωματική βλάβη από αμέλεια από υπόχρεο σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή σε βάρος ανηλίκου κατασκηνωτή (μη λήψη απαιτούμενων μέτρων προφυλάξεως από ατυχήματα). Η υποχρέωση πηγάζει όχι από επιτακτική διάταξη νόμου, αλλά από το σχετικό καθήκον του αναιρεσείοντος ως λειτουργού της κατασκηνώσεως. Το κλητήριο θέσπισμα, για να είναι έγκυρο, πρέπει να αναφέρει και τον επιτακτικό κανόνα δικαίου, από τον οποίο πηγάζει η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, τον οποίο δεν συνιστούν οι διατάξεις της Υ.Α. 1277/1989, που προβλέπει για τις παιδικές εξοχές, όχι, όμως, και τις διατάξεις που περιέχουν γενικούς ορισμούς, όπως είναι αυτή του άρθρου 15 ΠΚ. Απόρριψη αιτήσεως.




Αριθμός 157/2013

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεοδώρα Γκοΐνη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δήμητρα Παπαντωνοπούλου, Ιωάννη Γιαννακόπουλο - Εισηγητή, Ανδρέα Ξένο και Βασίλειο Καπελούζο, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 9 Ιανουαρίου 2013, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Σταύρου Μαντακιοζίδη (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χρήστου Πήτα, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος-κατηγορουμένου Χ. Σ. του Π., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Αλεξάνδρα Μαύρου - Τσάκου, για αναίρεση της υπ' αριθ. 2149/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Με συγκατηγορούμενο τον Ε. Τ. του Ι. και πολιτικώς ενάγοντα τον Ν. Σ. του Δ., κάτοικο ..., που δεν παρέστη.

Το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 1 Οκτωβρίου 2012 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1107/2012.
Αφού άκουσε
Την πληρεξούσια δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά το άρθρο 314 παρ.1 εδ. α' του ΠΚ, "όποιος από αμέλεια προκαλεί σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας άλλου τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών". Από το συνδυασμό της διατάξεως αυτής με εκείνη του άρθρου 28 του ΠΚ, κατά την οποία από αμέλεια πράττει όποιος, από έλλειψη της προσοχής, την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει, είτε δεν προέβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα, που προκάλεσε η πράξη του, είτε το προέβλεψε ως δυνατό, πίστεψε όμως ότι δεν θα επερχόταν, προκύπτει ότι, για τη θεμελίωση του εγκλήματος της σωματικής βλάβης από αμέλεια, απαιτείται να διαπιστωθεί αφενός ότι ο δράστης δεν κατέβαλε την απαιτούμενη, κατά αντικειμενική κρίση, προσοχή, την οποία οφείλει να καταβάλει κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος, κάτω από τις ίδιες πραγματικές περιστάσεις, με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές και την κοινή, κατά τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων, πείρα και λογική, και αφετέρου ότι είχε τη δυνατότητα να προβλέψει και αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα της σωματικής βλάβης, το οποίο πρέπει να τελεί σε αντικειμενικό αιτιώδη σύνδεσμο με την πράξη ή την παράλειψη. Η παράλειψη, ως έννοια, ενυπάρχει σε κάθε είδος αμέλειας, αφού το ένα σκέλος της ευθύνης συνίσταται στην μη καταβολή της προσοχής, δηλαδή σε παράλειψη. Όταν, όμως, η αμέλεια συνίσταται όχι σε ορισμένη παράλειψη, αλλά σε σύνολο συμπεριφοράς που προηγήθηκε του αποτελέσματος, τότε για τη θεμελίωση της σωματικής βλάβης, ως εγκλήματος που τελείται με παράλειψη, απαιτείται η συνδρομή και των όρων του άρθρου 15 του ΠΚ. Από την τελευταία αυτή διάταξη συνάγεται ότι αναγκαία προϋπόθεση της εφαρμογής της είναι η ύπαρξη ιδιαίτερης (δηλαδή ειδικής και όχι γενικής) υποχρεώσεως του υπαιτίου προς ενέργεια, που τείνει στην παρεμπόδιση του αποτελέσματος, για την επέλευση του οποίου ο νόμος απειλεί ορισμένη ποινή. Η υποχρέωση αυτή μπορεί να πηγάζει από ρητή διάταξη νόμου ή από σύμπλεγμα νομικών καθηκόντων, που συνδέονται με ορισμένη έννομη σχέση του υπόχρεου, ή από σύμβαση ή από ορισμένη προηγούμενη συμπεριφορά του υπαιτίου, από την οποία δημιουργήθηκε ο κίνδυνος επελεύσεως του εγκληματικού αποτελέσματος. Σ' αυτή την περίπτωση, πρέπει στην αιτιολογία της αποφάσεως να αναφέρεται και η συνδρομή αυτής της υποχρεώσεως και, αν πηγάζει από επιτακτικό κανόνα δικαίου, να προσδιορίζεται και ο κανόνας αυτός. Όταν όμως το έγκλημα της σωματικής βλάβης είναι απότοκο της συντρέχουσας αμέλειας περισσότερων από ένα προσώπων, καθένα από αυτά κρίνεται ως προς την ευθύνη του αυτοτελώς και ανεξάρτητα από τα άλλα, κατά το λόγο της αμέλειάς του και εφόσον το αποτέλεσμα, που επήλθε, τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο προς αυτή. Στην περίπτωση αυτή, για την εγκυρότητα του κλητηρίου θεσπίσματος, με το οποίο αποδίδεται στον κατηγορούμενο το έγκλημα της σωματικής βλάβης από αμέλεια που τελέστηκε με παράλειψη, πρέπει, εκτός των προβλεπόμενων στο άρθρ. 321§1 του ΚΠοινΔ στοιχείων, ήτοι αυτών του ακριβούς καθορισμού της πράξεως, για την οποία κατηγορείται ο κατηγορούμενος, του άρθρου του ποινικού νόμου που την προβλέπει και ως τέτοιο νοείται κάθε διάταξη που τυποποιεί το έγκλημα και καθορίζει την απειλούμενη ποινή, χωρίς να περιλαμβάνονται και οι διατάξεις που περιέχουν γενικούς ορισμούς (όπως είναι οι διατάξεις του γενικού μέρους του Π.Κ. και δη αυτή του άρθρου 15 αυτού, η αναγραφή της οποίας δεν είναι αναγκαία για το κύρος του κλητηρίου θεσπίσματος) και της σφραγίδας και υπογραφής του εισαγγελέα που το εξέδωσε, να αναφέρονται τα πραγματικά περιστατικά από τα οποία προσδιορίζεται η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση του υπαίτιου να ενεργήσει, και, σε περίπτωση που αυτή πηγάζει από επιτακτικό κανόνα δικαίου, να προσδιορίζεται και ο κανόνας αυτός. Η υποχρέωση να περιέχει τα πρόσθετα αυτά στοιχεία το κλητήριο θέσπισμα επιβάλλεται και από τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 3 εδ. α της ΕΣΔΑ, που κυρώθηκε με το ν.δ. 53/1974 και αποτελεί εσωτερικό δίκαιο, το οποίο ορίζει ότι "... ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να πληροφορείται στη βραχύτερη προθεσμία, στη γλώσσα την οποία εννοεί και με κάθε λεπτομέρεια, τη φύση και το λόγο της εναντίον του κατηγορίας ...", παρεπομένου ότι το δικαίωμα της λεπτομερούς πληροφορήσεως εμπεριέχει και τη γνώση του επιτακτικού κανόνα δικαίου από τον οποίο υποκειμενικώς και αντικειμενικώς απορρέει η υποχρέωσή του να ενεργήσει. Αν δεν περιέχονται στο κλητήριο θέσπισμα και τα πρόσθετα αυτά στοιχεία, που απαιτούνται για τη θεμελίωση του εγκλήματος της σωματικής βλάβης από αμέλεια που τελέστηκε με παράλειψη, μολονότι ο κατηγορούμενος είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να ενεργήσει, τότε το κλητήριο θέσπισμα και μαζί με αυτό η κλήτευση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, είναι άκυρα, σύμφωνα με το άρθρο 321§ 4 του ΚΠοινΔ. Την ακυρότητα του κλητηρίου θεσπίσματος, που είναι σχετική και αφορά σε πράξη προπαρασκευαστική της διαδικασίας στο ακροατήριο, αν δεν καλυφθεί, αν δηλαδή ο κατηγορούμενος εμφανιστεί στη δίκη και προβάλλει εγκαίρως αντίρρηση για την πρόοδό της, μπορεί, εφόσον η σχετική ένστασή του απορρίφθηκε, να την προτείνει, επαναφέροντάς την με λόγο εφέσεως και στη δευτεροβάθμια δίκη (173§ 1 ΚΠοινΔ). Εξάλλου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 8 του ν. 749/1948 "περί παιδικών εξοχών και ειδικών εστιών σιτίσεως παίδων", όπως το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 50 του ν. 1832/1989, "1. Η ίδρυση και λειτουργία παιδικών εξοχών από υπηρεσίες του κράτους ή δήμους και κοινότητες ή οργανισμούς ή οργανώσεις, που δεν υπάγονται, σύμφωνα με τις καταστατικές τους διατάξεις, στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, επιτρέπεται μόνο ύστερα από άδεια που χορηγείται με απόφαση του οικείου νομάρχη. ... 2. Διά κοινών αποφάσεων των Υπουργών Προνοίας και Εργασίας ορίζονται γενικώς οι όροι της λειτουργίας ενισχύσεως και του ελέγχου των εξοχών των οργανουμένων υπό οργανισμών κοινωνικής πολιτικής ή εργοδοτών ή ενώσεων αυτών ή εργατικών οργανώσεων προς ψυχαγωγίαν των εργαζομένων και των τέκνων αυτών. 3. Ομοίως τελούσιν υπό τον έλεγχον και την εποπτείαν του Υπουργείου Κοιν. Προνοίας Παιδικαί εξοχαί οργανούμεναι δι' ιδίων μέσων υπό φυσικών ή νομικών προσώπων εις ας γίνονται δεκτά παιδιά επί πληρωμή ή μη. Διά την σύστασιν των κατά τα άνω παιδικών εξοχών απαιτείται προηγουμένη άδεια του Υπουργείου Κοιν. Προνοίας εν τη οποία καθορίζονται και οι όροι της λειτουργίας αυτών. Αι οικείαι Αστυνομικαί αρχαί υποχρεούνται να προβαίνωσιν αυτεπαγγέλτως εις την απαγόρευσιν της λειτουργίας των εν τη περιφερεία των υφισταμένων άνευ της νομίμου αδείας παιδικών εξοχών". Τα δε της αδειοδοτήσεως των παιδικών εξοχών προβλέπονται στην υπ' αριθ. 1277 της 8.3/16.3.1989 υπουργική απόφαση του Υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Στην απόφαση αυτή προβλέπεται, ειδικότερα, ότι για να λειτουργήσει παιδική εξοχή, που οργανώνεται με ίδια μέσα, από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, κ.λπ., απαιτείται άδεια ιδρύσεως και άδεια λειτουργίας (άρθρο 1), ότι, για να επιτραπεί η λειτουργία εξοχής, απαιτείται, μεταξύ άλλων, να έχει εξασφαλιστεί η πλαισίωσή της με ορισμένο αριθμό στελεχών προσωπικού, στο οποίο περιλαμβάνεται και ένας ομαδάρχης ανά δέκα παιδιά (άρθρο 4 παρ. 1 περ. γ3) και να έχει εξοπλισθεί αυτή με τα απαραίτητα για την ομαλή και άρτια λειτουργία της αντικείμενα (κρεβάτια, κ.λπ.) (άρθρο 4 παρ. 1 περ. η) και ότι από την αρμόδια Υγειονομική Υπηρεσία της Διεύθυνσης ή του Τμήματος Υγιεινής της Νομαρχίας ασκείται τακτικός έλεγχος για διαπίστωση της τήρησης των υγειονομικών διατάξεων που ισχύουν, ιδιαίτερα όσον αφορά στην ύδρευση της εξοχής, στα λύματα και τα απόβλητα αυτής, στις συνθήκες λειτουργίας των μαγειρείων και στην ασφαλή φύλαξη και διακίνηση των φαγητών και των τροφίμων και επιβάλλονται τα αναγκαία μέτρα που κρίνονται κάθε φορά, για την προάσπιση της υγείας των κατασκηνωτών, από δε τις αρμόδιες Επιθεωρήσεις του Υπουργείου και τις διοικητικές Υπηρεσίες της οικείας Διεύθυνσης ή Τμήματος Κοινωνικής Πρόνοιας ασκείται τακτικός έλεγχος κατά τις κείμενες διατάξεις, για διαπίστωση της ομαλής και άρτιας λειτουργίας της εξοχής (άρθρο 6). Από τις ως άνω διατάξεις δεν προβλέπονται ποινικές κυρώσεις για ενδεχόμενη σωματική βλάβη κατασκηνωτή από αμέλεια, οφειλόμενη είτε στη μη πρόσληψη του απαιτούμενου αριθμού επιβλεπόντων ομαδαρχών είτε στη μη λήψη μέτρων ασφαλείας ή μη συντήρηση των διαφόρων εγκαταστάσεων. Οι διατάξεις, λοιπόν, αυτές δεν είναι ουσιαστικές ποινικές και δεν είναι αναγκαίο να αναφέρονται στο κλητήριο θέσπισμα. Η ευθύνη δε των υπαιτίων οργανωτών της κατασκηνώσεως και ως τέτοιοι, προκειμένου για νομικά πρόσωπα, είναι οι νόμιμοι εκπρόσωποι αυτών, για ενδεχόμενη σωματική βλάβη παιδιού θα στηρίζεται αποκλειστικά στις γενικές διατάξεις του ποινικού δικαίου, η δε ιδιαίτερη νομική υποχρέωσή τους να λαμβάνουν τα ενδεικνυόμενα μέτρα, ώστε η παραμονή στην εξοχή των παιδιών να είναι ασφαλής, θα πηγάζει από το σχετικό τους καθήκον που έχουν ως εκ της ιδιότητάς τους ως λειτουργών της κατασκηνώσεως.
Στην προκειμένη περίπτωση, από την επιτρεπτή, για τον έλεγχο του παραδεκτού και της βασιμότητας των λόγων αναιρέσεως, επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας προκύπτει ότι κατά του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου (και άλλων τριών προσώπων) ασκήθηκε ποινική δίωξη για σωματική βλάβη από αμέλεια από υπόχρεο σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή, σε βάρος του ανηλίκου Δ. Σ.. Κατά το κλητήριο θέσπισμα, η εν λόγω πράξη συνίστατο, όσον αφορά τον αναιρεσείοντα, στο ότι: "Στην ευρύτερη περιοχή του Δήμου ... στις 13.7.2005, αν και ήταν υπόχρεος λόγω του επαγγέλματός του και της ιδιότητάς του σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεών του, από αμέλειά του, δηλαδή από την έλλειψη της προσοχής που όφειλε από τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλλει, προκάλεσε σε άλλον σωματική κάκωση και βλάβη της υγείας με το να παραλείψει να προβεί στη λήψη των απαιτούμενων μέτρων ασφαλείας σε αυτό, μολονότι είχε προς τούτο ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, χωρίς να προβλέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα που επήλθε από την παρακάτω πράξη του και συγκεκριμένα ... ως πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ανωνύμου εταιρίας με την επωνυμία "ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗ Σ. ΑΕ" ... δεν διέθετε και δεν έλαβε όλα τα απαραίτητα, αναγκαία και απαιτούμενα μέτρα προφύλαξης ατυχημάτων στα παιδιά που φιλοξενούσε, όπως είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση εκ της ιδιότητας του ως λειτουργού παιδικής κατασκήνωσης με εκατοντάδες παιδιά και δη δεν διέθετε κατάλληλο οργανωμένο σύστημα ελέγχου, επιτήρησης και προστασίας των παιδιών που φιλοξενούσε με την συμμετοχή ορισμένου αριθμού επιβλεπόντων ομαδαρχών ώστε να ελέγχουν όλες τις κινήσεις των παιδιών και να αποτρέπουν την πιθανή πρόκληση βλάβης ή ατυχήματος, δεν διέθετε άρτια εξοπλισμένη εγκατάσταση εντός των θαλάμων και των κοιτώνων των παιδιών, ... με αποτέλεσμα όταν ο ανήλικος παθών Δ. Σ. του Ν., ηλικίας δεκατριών (13) ετών, ο οποίος παρέμεινε μέσα στον θάλαμο φιλοξενίας χωρίς να υπάρχει κάποια μέριμνα ή επιτήρηση εκ μέρους των υπευθύνων, και θέλησε να ανέβει στο διπλό κρεβάτι με μεταλλική σκάλα για να παραλάβει ένα στυλό διαρκείας, τη στιγμή που επιχειρούσε να κατέλθει την μεταλλική σκάλα εισήλθε ο παράμεσος δάκτυλος του δεξιού του χεριού στο κομμένο σίδερο της σκάλας ασυναίσθητα με συνέπεια και λόγω της τριβής και της πίεσης σε συνδυασμό με το πολύ νεαρό της ηλικίας του μικρού παθόντα, η κοφτερή μεταλλική απόληξη της σκάλας να του προκαλέσει ακρωτηριασμό της ονυχοφόρου φάλαγγας του δεξιού παράμεσου δακτύλου, αποσπώντας όλο το δέρμα του δακτύλου από τη βάση του, ο οποίος στη συνέχεια του προκάλεσε ισχαιμική νέκρωση όλου του δέρματος και της ονυχοφόρου φάλαγγας". Στο τέλος δε του κλητηρίου θεσπίσματος γίνεται μνεία των άρθρων 1, 14, 16, 17, 26 παρ. 1 α, 27 παρ. 1, 28, 51, 53, 79, 314 παρ. 1 α και 315 παρ. 1 του ΠΚ, που προβλέπουν την ως άνω πράξη. Ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος, στην πρωτοβάθμια δίκη, πρόβαλε, δια της πληρεξουσίας του δικηγόρου, ένσταση ακυρότητας, του κλητηρίου θεσπίσματος, συνισταμένης στο ότι 1) δεν αναφέρεται σ' αυτό η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση αυτού να ενεργήσει για την παρεμπόδιση της επελεύσεως του αποτελέσματος (της σωματικής βλάβης του παθόντος), 2) δεν προσδιορίζεται ο επιτακτικός κανόνας δικαίου, από τον οποίο πηγάζει η ιδιαίτερη αυτή νομική υποχρέωσή του και 3) δεν εξειδικεύεται ποιος ήταν ο από το νόμο απαιτούμενος αριθμός ομαδαρχών και σε τι συνίστατο η άρτια εξοπλισμένη εγκατάσταση των θαλάμων της κατασκηνώσεως. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο, με παρεμπίπτουσα απόφασή του, απέρριψε την ένσταση αυτή. Στη συνέχεια, με λόγο εφέσεως, ο κατηγορούμενος επανέφερε την ένσταση αυτή στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο, ομοίως, την απέρριψε ως μη νόμιμη.
Σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, οι νομικές διατάξεις που ρυθμίζουν τα σχετικά με τις παιδικές εξοχές και δεν περιέχουν ούτε επιτακτικούς κανόνες δικαίου ούτε ποινικές κυρώσεις, καθώς και η γενική διάταξη του άρθρου 15 του ΠΚ δεν ήταν αναγκαίο να αναφέρονται στο κλητήριο θέσπισμα και η μη μνεία τους δεν προκαλεί ακυρότητα αυτού. Σ' αυτό αναφέρεται ρητώς η έννομη σχέση, από την οποία πηγάζει η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση του αναιρεσείοντος να παρεμποδίσει την επέλευση της σωματικής βλάβης του παθόντος (από την ιδιότητά του ως προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου της ως άνω εταιρίας και ως λειτουργού παιδικής κατασκηνώσεως, εντεύθεν δε αναδεχομένου την υποχρέωση αποτροπής οποιουδήποτε κινδύνου των ανηλίκων κατασκηνωτών και την ευθύνη για τη λήψη των αναγκαίων μέτρων ασφαλείας). Περαιτέρω, η αναγραφή στο κλητήριο θέσπισμα του απαιτούμενου αριθμού ομαδαρχών, καθώς και σε τι συνίστατο η αρτίως εξοπλισμένη εγκατάσταση στους θαλάμους - κοιτώνες δεν ήταν αναγκαία για το ορισμένο αυτού. Ορθώς, λοιπόν, με την αυτή αιτιολογία, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την ένσταση αυτή και ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Β του ΚΠοινΔ, δεύτερος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για σχετική ακυρότητα που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο από την απόρριψη της ενστάσεως του αναιρεσείοντος περί ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσματος, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
Η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει λόγο αναιρέσεώς της από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ΚΠοινΔ, όταν αναφέρονται σ' αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη. Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού με το διατακτικό της αποφάσεως, τα οποία αποτελούν ενιαίο σύνολο, δεν υπάρχει δε έλλειψη αιτιολογίας και στην περίπτωση που αυτή εξαντλείται σε επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, το οποίο, όμως, εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου, περιέχει και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού της. Περαιτέρω, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠοινΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, εσφαλμένη δε εφαρμογή συντρέχει όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάζεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό αυτής και ανάγεται στα στοιχεία και στην ταυτότητα του οικείου εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση (Ολ.ΑΠ 3/2008).
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, το Τριμελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα (και τον συγκατηγορούμενό του Ε. Τ.) για σωματική βλάβη από αμέλεια, από υπόχρεο σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή, σε βάρος του ανηλίκου Δ. Σ., πράξη που τέλεσε με το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου, και τον καταδίκασε σε ποινή φυλακίσεως εννέα (9) μηνών, ανασταλείσα. Στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Εφετείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, ανελέγκτως, κατά λέξη, τα εξής: "... αποδείχθηκε και το Δικαστήριο πείσθηκε ότι οι κατηγορούμενοι, Χ. Σ. και Ε. Τ., τέλεσαν την αξιόποινη πράξη της σωματικής βλάβης από αμέλεια, η οποία τους αποδίδεται με το κατηγορητήριο και πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι αυτής. Ειδικότερα, ... το Δικαστήριο τούτο διαμόρφωσε πλήρη δικανική πεποίθηση ... ότι: Η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία "ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗ Σ. ΑΕ", κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο, ήτοι στις 13.07.2005, διατηρούσε και εκμεταλλευόταν στην ... του Δήμου ..., παιδική αθλητική κατασκήνωση για την λειτουργία της οποίας εκδόθηκε η υπ' αριθμ. 11/877/16.06.2005 απόφαση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Χαλκιδικής ... Δυνάμει της άδειας αυτής θα λειτουργούσε η κατασκήνωση ... Από δε το υπ' αριθμ. 4543/2005 φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως, τεύχος Ανωνύμων Εταιρειών και Εταιρειών Περιορισμένης Ευθύνης, προκύπτει ότι, κατά τον ανωτέρω κρίσιμο χρόνο, ο κατηγορούμενος Χ. Σ., ήταν Αντιπρόεδρος του Δ.Σ, ενώ ο κατηγορούμενος, Ε. Τ. ήταν Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της άνω εταιρείας. Όπως αποδείχθηκε δε, οι κατηγορούμενοι έχοντας τις ως άνω ιδιότητες ασκούσαν στην πραγματικότητα από κοινού την εποπτεία και τη διεύθυνση της λειτουργίας της κατασκήνωσης και εντεύθεν έπεται ότι ο καθένας απ' αυτούς είχε θέση εγγυητή της ασφάλειας του εννόμου αγαθού της υγείας και σωματικής ακεραιότητας των ανηλίκων κατασκηνωτών, αναδεχόμενος εκουσίως την αποτροπή κινδύνων που απειλούσαν το άνω έννομο αγαθό.
Συνεπώς οι κατηγορούμενοι είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση ... αποτροπής των κινδύνων που ενδεχομένως θα ανέκυπταν κατά την διαβίωση των ανηλίκων κατασκηνωτών εντός της κατασκήνωσης, πηγάζουσα από την ως άνω ιδιότητά τους ως λειτουργών της εν λόγω παιδικής κατασκήνωσης με 1050 ανήλικους κατασκηνωτές σε κάθε κατασκηνωτική περίοδο. Ενόψει τούτων, έπρεπε κατά την εκτέλεση των υποχρεώσεων τους να επιδείξουν ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή, λόγω δε και της μικρής ηλικίας των κατασκηνωτών να παρεμποδίσουν την επέλευση σωματικών βλαβών σ' αυτούς και δη να λάβουν όλα τα απαραίτητα, αναγκαία και απαιτούμενα μέτρα προφύλαξης ατυχημάτων στα παιδιά που φιλοξενούσαν διαθέτοντας, αφενός μεν, το κατάλληλο οργανωμένο σύστημα ελέγχου, επιτήρησης και προστασίας των παιδιών που φιλοξενούσαν με την συμμετοχή ορισμένου αριθμού επιβλεπόντων ομαδαρχών ώστε να ελέγχουν όλες τις κινήσεις των παιδιών προς αποτροπή της πιθανής πρόκλησης βλάβης ή ατυχήματος, και αφετέρου άρτια εξοπλισμένες εγκαταστάσεις εντός των θαλάμων και των κοιτώνων των παιδιών, συμπεριλαμβανομένων και των μεταλλικών κρεβατιών (διώροφων και τριώροφων) και των μεταλλικών σκαλών τούτων, των οποίων οι απολήξεις των μεταλλικών σωληνώσεων τους έπρεπε να διαθέτουν προστατευτικές πλαστικές απολήξεις, ώστε να αποτραπεί σωματική βλάβη των παιδιών από την χρήση τούτων και επιπροσθέτως να μεριμνούν κυρίως ο δεύτερος κατηγορούμενος για την επαρκή συντήρηση τούτων. Εντούτοις αποδείχθηκε ότι οι κατηγορούμενοι από αμέλειά τους, δηλαδή από την έλλειψη της προσοχής που όφειλαν από τις περιστάσεις και μπορούσαν να καταβάλλουν, προκάλεσαν στον ανήλικο κατασκηνωτή Δ. Σ. του Ν., ηλικίας δεκατριών (13) ετών, την παρακάτω αναφερόμενη σωματική κάκωση με το να παραλείψουν να προβούν στην λήψη των ως άνω απαιτούμενων μέτρων ασφαλείας σε αυτό, μολονότι είχαν προς τούτο ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, χωρίς να προβλέψουν το αξιόποινο αποτέλεσμα που επήλθε από την παρακάτω πράξη τους. Συγκεκριμένα αποδείχθηκε ότι, ο ανωτέρω ανήλικος που φιλοξενούνταν στην ανωτέρω κατασκήνωση κατά τη δεύτερη κατασκηνωτική περίοδο, κατά την προαναφερόμενη ημερομηνία (13.07.2005), αισθάνθηκε αδιαθεσία και κατόπιν σχετικής εντολής της νοσοκόμας της κατασκήνωσης, παρέμεινε στον θάλαμό του και δεν ακολούθησε το ημερήσιο πρόγραμμα των λοιπών ανηλίκων κατασκηνωτών που συνοδευόμενοι από τους ομαδάρχες πήγαν στη θάλασσα για να κολυμπήσουν. Στον ως άνω θάλαμο υπήρχαν μεταλλικά κρεβάτια διώροφα και ένα τριώροφο, στα (οποία) ήταν προσαρτημένες μεταλλικές σκάλες για την πρόσβαση των παιδιών σ' αυτά, ... Τα κρεβάτια και οι σκάλες ήταν κατασκευασμένα από μεταλλικούς σωλήνες, οι απολήξεις των οποίων ήταν κομμένες και η επιφάνεια της οπής τούτων ήταν ιδιαίτερα κοφτερή και επικίνδυνη για την σωματική ακεραιότητα των παιδιών και για το λόγο αυτό είχαν τοποθετηθεί πλαστικά καλύμματα τάπες. Ωστόσο στις σωληνώσεις της μεταλλικής σκάλας του τριώροφου κρεβατιού που απέληγαν στο τρίτο κρεβάτι, χρησιμοποιούμενο από τον ομαδάρχη του θαλάμου, δεν είχαν τοποθετηθεί πλαστικές τάπες και έτσι η χρήση της σκάλας αυτής ήταν επικίνδυνη, καθόσον η διάμετρος της οπής ήταν τέτοια που χωρούσαν ένα με δύο δάκτυλα του χεριού του χρήστη αυτής, ενώ η μεταλλική επιφάνειά της, που ήταν κομμένη και μη λειασμένη, ήταν ιδιαίτερα κοφτερή και καθίστατο επικίνδυνη η επαφή της μ' αυτήν. Ο ανήλικος παθών που παρέμεινε στον άνω θάλαμό του χωρίς την ενδεδειγμένη εποπτεία και επιτήρηση από επιβλέποντα ομαδάρχη της κατασκήνωσης, ώστε να είναι υπό έλεγχο όλες οι κινήσεις του και να αποτρέπει η πιθανή πρόκληση βλάβης ή ατυχήματος αυτού από τη χρήση των εγκαταστάσεων του θαλάμου και ιδίως από την χρήση της ανωτέρω επικίνδυνης μεταλλικής σκάλας, ανέβηκε στο κρεβάτι του ομαδάρχη με την ανωτέρω μεταλλική σκάλα για να παραλάβει ένα στυλό διαρκείας και τη στιγμή που επιχειρούσε να κατέλθει την μεταλλική σκάλα εισήλθε ο παράμεσος δάκτυλος του δεξιού του χεριού (στον οποίο ο ανήλικος φορούσε ένα δακτυλίδι) στο κομμένο σίδερο της σκάλας ασυναίσθητα με συνέπεια και λόγω της τριβής και της πίεσης σε συνδυασμό με το πολύ νεαρό της ηλικίας του μικρού παθόντα και την έλλειψη οιασδήποτε βοήθειας από τρίτον προς απεγκλωβισμό του δακτύλου του, η κοφτερή μεταλλική απόληξη της σκάλας να του προκαλέσει ακρωτηριασμό της ονυχοφόρου φάλαγγας του δεξιού παράμεσου δακτύλου, αποσπώντας όλο το δέρμα του δακτύλου από τη βάση του, ο οποίος στη συνέχεια του προκάλεσε ισχαιμική νέκρωση όλου του δέρματος και της ονυχοφόρου φάλαγγας. Εκ των ανωτέρω είναι καταφανές ότι, η σωματική βλάβη του ανηλίκου μετά βεβαιότητας θα είχε αποτραπεί, εάν υπήρχε προστατευτική απόληξη στον σωλήνα της σκάλας καθώς και εάν βρισκόταν ο ανήλικος υπό την επιτήρηση ομαδάρχη, ο οποίος δεν θα του επέτρεπε να ανεβεί με την ανωτέρω σκάλα και εν πάση περιπτώσει θα του παρείχε την δέουσα βοήθεια προς απεγκλωβισμό του δακτύλου του από την οπή της σκάλας και έτσι μετά βεβαιότητας θα αποτρεπόταν τουλάχιστον ο ακρωτηριασμός αυτού. Συνακόλουθα τούτων, εφόσον αποδείχθηκε ότι οι ως άνω παραλείψεις των κατηγορουμένων, που, κατά τα προεκτεθέντα είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσουν την επέλευση του τραυματισμού του ανηλίκου κατασκηνωτή, συνιστάμενες στην μη κάλυψη της οπής του μεταλλικού σωλήνα της σκάλας με προστατευτική πλαστική απόληξη και στην μη εποπτεία και επιτήρηση του ανηλίκου εντός του θαλάμου από επιβλέποντα ομαδάρχη και οφειλόμενες στην αμέλειά τους ..., χωρίς όμως να προβλέψουν το αξιόποινο αποτέλεσμα που επήλθε από τις παραπάνω παραλείψεις των, τελούν σε αιτιώδη συνάφεια με την σωματική βλάβη που υπέστη ο ανήλικος, πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι αμφότεροι της αξιόποινης πράξης της σωματικής βλάβης από αμέλεια που τους αποδίδεται, όπως η νομοτυπική της μορφή και τα κατ' ιδίαν πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν την υποκειμενική και αντικειμενική υπόσταση της, εκτίθενται στο διατακτικό. Στο δε διατακτικό αναφέρεται ότι: "... προκάλεσαν σε άλλον σωματική κάκωση και βλάβη της υγείας ... δεν διέθεταν και δεν έλαβαν όλα τα απαραίτητα, αναγκαία και απαιτούμενα μέτρα προφύλαξης ατυχημάτων στα παιδιά που φιλοξενούσαν ως είχαν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση εκ της ιδιότητάς τους ως λειτουργών παιδικής κατασκήνωσης με εκατοντάδες παιδιά και δη δεν διέθεταν κατάλληλο οργανωμένο σύστημα ελέγχου, επιτήρησης και προστασίας των παιδιών που φιλοξενούσαν με την συμμετοχή ορισμένου αριθμού επιβλεπόντων ομαδαρχών ώστε να ελέγχουν όλες τις κινήσεις των παιδιών και να αποτρέπουν την πιθανή πρόκληση βλάβης ή ατυχήματος, δεν διέθεταν άρτια εξοπλισμένη εγκατάσταση εντός των θαλάμων και των κοιτώνων των παιδιών, και ειδικότερα ότι ο δεύτερος κατηγορούμενος ως υπεύθυνος λειτουργίας δεν είχε μεριμνήσει για την επαρκή συντήρηση όλων των μεταλλικών εγκαταστάσεων, κρεβατιών, σκευών και άλλων αντικειμένων χωρίς να διαθέτουν τα κρεβάτια ανώδυνες απολήξεις στις σκάλες και τις μεταλλικές κατασκευές, αντίθετα διατηρούσαν τα κρεβάτια χωρίς την προστατευτική πλαστική απόληξη με αποτέλεσμα να καθίσταται επικίνδυνη η επαφή με αυτά, με αποτέλεσμα όταν ο ανήλικος παθών Δ. Σ. του Ν., ηλικίας δεκατριών (13) ετών, ο οποίος παρέμεινε μέσα στον θάλαμο φιλοξενίας χωρίς να υπάρχει κάποια μέριμνα ή επιτήρηση εκ μέρους των υπευθύνων, και θέλησε να ανέβει στο διπλό κρεβάτι με μεταλλική σκάλα για να παραλάβει ένα στυλό διαρκείας, τη στιγμή που επιχειρούσε να κατέλθει την μεταλλική σκάλα εισήλθε ο παράμεσος δάκτυλος του δεξιού του χεριού στο κομμένο σίδερο της σκάλας ασυναίσθητα με συνέπεια και λόγω της τριβής και της πίεσης σε συνδυασμό με το πολύ νεαρό της ηλικίας του μικρού παθόντα, η κοφτερή μεταλλική απόληξη της σκάλας να του προκαλέσει ακρωτηριασμό της ονυχοφόρου φάλαγγας του δεξιού παράμεσου δακτύλου, αποσπώντας όλο το δέρμα του δακτύλου από τη βάση του, ο οποίος στη συνέχεια του προκάλεσε ισχαιμική νέκρωση όλου του δέρματος και της ονυχοφόρου φάλαγγας".
Με αυτά που δέχθηκε, το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφασή του την απαιτούμενη από τις ανωτέρω διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος της σωματικής βλάβης από αμέλεια από υπόχρεο σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή, για το οποίο καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 314 παρ. 1 εδ. α', 28 και 15 του ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφήρμοσε και δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου, με ελλιπή, δηλαδή, ή αντιφατική αιτιολογία. Ειδικότερα, εκτίθενται στην απόφαση α) σε τι συνίστατο η αμέλεια του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου (στο ότι δεν διέθετε τον απαιτούμενο αριθμό επιβλεπόντων ομαδαρχών στην ως άνω κατασκήνωση και δεν φρόντισε ώστε οι απολήξεις των μεταλλικών σκαλών όλων των κρεβατιών των θαλάμων να διαθέτουν προστατευτικές πλαστικές απολήξεις), β) το είδος της αμελείας αυτού (ασυνείδητη), γ) οι συνθήκες, κάτω από τις οποίες επήλθε ο τραυματισμός του Δ. Σ. και δ) ο αιτιώδης σύνδεσμος που υπάρχει μεταξύ της αμέλειας του αναιρεσείοντος και του επελθόντος αποτελέσματος του τραυματισμού του παθόντος. Οι μερικότερες αντίθετες αιτιάσεις του αναιρεσείοντος είναι αβάσιμες, αφού: α) Το Δικαστήριο της ουσίας δέχθηκε σαφώς ότι ο αναιρεσείων, ως Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της εταιρίας "ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΚΗΝΩΣΗ Σ. ΑΕ", ασκούσε, από κοινού με το συγκατηγορούμενό του Ε. Τ. (Πρόεδρο και Διευθύνοντα Σύμβουλο της εταιρίας) την εποπτεία και τη διεύθυνση της λειτουργίας της κατασκηνώσεως και είχε και αυτός αναδεχθεί την ευθύνη για την ασφάλεια των κατασκηνωτών. Το γεγονός δε ότι, όπως έγινε δεκτό, κυρίως ο Ε. Τ. έπρεπε να μεριμνά για την επαρκή συντήρηση των εγκαταστάσεων, ανεξαρτήτως του ότι δεν αποκλείει την ευθύνη και του αναιρεσείοντος, δεν ασκεί επιρροή, γιατί ο τελευταίος δεν καταδικάστηκε για ανεπαρκή συντήρηση των κρεβατιών, αλλά γιατί αυτά δεν ήταν άρτια εξοπλισμένα, ώστε να αποτρέπεται πιθανή βλάβη ή ατύχημα των παιδιών. β) Δεν ήταν αναγκαίο να διευκρινίζεται ο χρόνος, κατά τον οποίο ο αναιρεσείων έλαβε γνώση της ως άνω παραλείψεως (μη καλύψεως της οπής του μεταλλικού σωλήνα της σκάλας), εφόσον έγινε δεκτό ότι είχε αυτός ιδιαίτερη, ως εκ της ιδιότητάς του και, συνεπώς, ενόψει των προσωπικών περιστάσεων και ιδιοτήτων του, υποχρέωση να διαθέτει (καθ' όλη τη διάρκεια της κατασκηνωτικής περιόδου) άρτια εξοπλισμένες εγκαταστάσεις, όπως δε αναφέρθηκε, αυτός καταδικάστηκε όχι για ανεπαρκή συντήρηση, αλλά για μη διάθεση αυτών. γ) Η παραδοχή στο σκεπτικό ότι μόνο στις σωληνώσεις της μεταλλικής σκάλας του τριώροφου κρεβατιού του ομαδάρχη, στο οποίο ανέβηκε ο παθών, δεν είχαν τοποθετηθεί πλαστικές τάπες δεν ενέχει αντίφαση με το αναφερόμενο στο διατακτικό ότι όλα τα κρεβάτια δεν διέθεταν ανώδυνες απολήξεις στις σκάλες και ότι ο παθών ανέβηκε σε ένα από τα διπλά κρεβάτια, καθόσον στο σκεπτικό διευκρινίζονται ακριβέστερα οι συνθήκες, κάτω από τις οποίες τραυματίστηκε ο παθών, κρίσιμο δε γεγονός είναι το ότι υπέστη αυτός τη σωματική βλάβη από τη συγκεκριμένη αιτία, από το ότι, δηλαδή, το κρεβάτι στο οποίο ανέβηκε, δεν είχε στην απόληξη της σκάλας προστατευτική τάπα, και στον θάλαμο δεν υπήρχε εποπτεία από ομαδάρχη, και όχι το αν είχαν όλες οι σκάλες τάπες ή αν αυτός ανέβηκε σε διώροφο ή τριώροφο κρεβάτι. δ) Σαφώς στο διατακτικό, αλλά και στο σκεπτικό διευκρινίζεται σε τι συνίστατο η βλάβη της υγείας του παθόντος (πρόκληση ισχαιμικής νεκρώσεως όλου του δέρματος και της ονυχοφόρου φάλαγγας). ε) Σαφώς το Τριμελές Εφετείο δέχθηκε ότι ο τραυματισμός του παθόντος συνδέεται αιτιωδώς με τις ως άνω παραλείψεις (και) του αναιρεσείοντος και δη και με την απουσία ομαδάρχη από το θάλαμο, ο οποίος θα μπορούσε να αποτρέψει το συμβάν, απαγορεύοντας στον παθόντα να ανεβεί στο κρεβάτι, ή, αν δεν το απέτρεπε, να περιορίσει τις συνέπειές του, εφόσον θα βοηθούσε τον παθόντα να απεγκλωβίσει το δάκτυλό του και, με τον τρόπο αυτό, ο παθών θα υφίστατο και πάλι σωματική βλάβη, μικρότερης, όμως, εκτάσεως, γιατί θα αποτρεπόταν ο ακρωτηριασμός. Επομένως, ο, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ και Ε του ΚΠοινΔ, πρώτος λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και νόμιμης βάσεως, είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της η κρινόμενη αίτηση και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ. 1 ΚΠοινΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 1.10.2012 (με αριθ. πρωτ. 6516/2012) αίτηση (δήλωση) του Χ. Σ. του Π., για αναίρεση της υπ' αριθ. 2149/2012 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Θεσσαλονίκης. Και
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα από διακόσια πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 23 Ιανουαρίου 2013.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 31 Ιανουαρίου 2013.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

<< Επιστροφή