Θέμα
Αδικαιολόγητος πλουτισμός, Αοριστία αγωγής.
Περίληψη:
Όταν το αγωγικό αίτημα συντίθεται από περισσότερα κονδύλια, ο περιορισμός του επιχειρείται παραδεκτά όταν περιορίζεται αναλόγως κατά ποσοστό του όλου αιτήματος. Για τον υπολογισμό της αμοιβής της εργασίας του ενάγοντος κατά τις Κυριακές, με βάση τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, λαμβάνονται υπόψη οι νόμιμες μηνιαίες αποδοχές και όχι οι καταβαλλόμενες.
Αριθμός 32/2013
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
B1' Πολιτικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Σπυρίδωνα Ζιάκα, Αντιπρόεδρο Αρείου Πάγου, Βαρβάρα Κριτσωτάκη, Ανδρέα Δουλγεράκη, Νικόλαο Πάσσο και Δημήτριο Κόμη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Νοεμβρίου 2012, με την παρουσία και του γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
A. Των αναιρεσειόντων: 1) Χ. χας Π. Σ., κατοίκου ..., 2) Β. Σ. του Π., κατοίκου ..., 3) Σ. Σ. του Π., κατοίκου ..., 4) Κ. Σ. του Π. και Χ., θετό τέκνο από το 1980 του Β. και Λ. Σ., βάσει της υπ' αριθμ. 8/1980 απόφασης του Πλημ. Πρεβέζης, κατοίκου ... και 5) Β. Γ. του Κ., κατοίκου ..., σαν νόμιμος εκπρόσωπος της ανήλικης κόρης του Κ. Γ. του Β. και Ν., κόρης Π. και Χ. Σ., που απεβίωσε στις 9-9-2009, που από το νόμο ασκεί την γονική μέριμνα, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Απόστολο Παπανικολάου.
Της αναιρεσίβλητης: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "J & P ΑΒΑΞ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΗ - ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ - ΕΜΠΟΡΙΚΗ - ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ - ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ ΥΛΙΚΩΝ & ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ" και το διακριτικό τίτλο "J & P ΑΒΑΞ ΑΕ", που εδρεύει στο ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παναγιώτη Κομματά με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
B. Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "J & P ΑΒΑΞ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΗ - ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ - ΕΜΠΟΡΙΚΗ - ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ - ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ ΥΛΙΚΩΝ & ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ" και το διακριτικό τίτλο "J & P ΑΒΑΞ ΑΕ", που εδρεύει στο ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παναγιώτη Κομματά με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Χ. χας Π. Σ., κατοίκου ..., 2) Β. Σ. του Π., κατοίκου ..., 3) Σ. Σ. του Π., κατοίκου ..., 4) Κ. Σ. του Π., κατοίκου ... και 5) Β. Γ. του Κ., κατοίκου ..., ως νομίμου εκπροσώπου της ανήλικης κόρης του Κ. Γ. του Β. και Ν., κόρης Π. και Χ. Σ., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Απόστολο Παπανικολάου.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 10-5-2007 αγωγή του ήδη αποβιώσαντος Π. Σ., που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 298/2009 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 3005/2010 του Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι υπό στοιχείο Α αναιρεσείοντες με την από 21-7-2011 αίτησή τους και η υπό στοιχείο Β αναιρεσείουσα με την από 4-1-2012 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο Εισηγητής Αρεοπαγίτης Ανδρέας Δουλγεράκης διάβασε τις από 13-1-2012 και 8-11-2012 εκθέσεις του, με τις οποίες εισηγήθηκε να γίνει δεκτός ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως, ως προς και τις δύο αιτήσεις.
Ο πληρεξούσιος των υπό στοιχείο Α αναιρεσειόντων - Β αναιρεσιβλήτων ζήτησε την παραδοχή της αιτήσεώς τους, την απόρριψη της αιτήσεως του αντιδίκου μέρους και την καταδίκη του στη δικαστική δαπάνη.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ενώπιον του δικαστηρίου αυτού εκκρεμούν α) η από 21-7-2011 αίτηση των αναιρεσειόντων - κληρονόμων του ενάγοντος Π. Σ. και β) η από 4-1-2012 αντίθετη αίτηση της αναιρεσείουσας - εναγόμενης εταιρίας, με τις οποίες ζητείται η αναίρεση της 3005/2010 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, με την οποία, κατά παραδοχή της έφεσης του ενάγοντος, εξαφανίσθηκε η 298/2009 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, έγινε εν μέρει δεκτή η αγωγή του και υποχρεώθηκε η εναγομένη να καταβάλει στους κληρονόμους του το ποσό των 682,96 ευρώ. Οι αιτήσεις αυτές πρέπει να ενωθούν και να συνεκδικαστούν, λόγω της πρόδηλης μεταξύ τους συνάφειας, της διευκόλυνσης της διεξαγωγής της δίκης και της μείωσης των δικαστικών εξόδων (άρθρο 246 ΚΠολΔ).
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 223 και 295 παρ. 1 ΚΠολΔ προκύπτει, ότι ο ενάγων μπορεί να περιορίσει το αίτημα της αγωγής και ότι ο περιορισμός αυτός συνιστά μερική παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής κατά το αίτημα που περιορίστηκε, το οποίο θεωρείται από την αρχή ότι δεν ασκήθηκε. Με την παραίτηση, όμως, δεν πρέπει να προκαλείται αοριστία ως προς το υπόλοιπο τμήμα της αγωγής, που εμποδίζει τη συγκεκριμενοποίηση της διαφοράς, η οποία έχει αχθεί σε δικαστική κρίση. Όταν το αγωγικό αίτημα συντίθεται από περισσότερα κονδύλια, ο περιορισμός του επιχειρείται παραδεκτά μόνον εφόσον διευκρινίζεται σε ποιά κονδύλια αφορά ή όταν περιορίζεται αναλόγως κατά ποσοστό του όλου αιτήματος και επέρχεται έτσι αντίστοιχη μείωση όλων των κονδυλίων (Ολ.ΑΠ 30/2007). Εξάλλου, ο περιορισμός του αιτήματος της αγωγής μπορεί να γίνει, όχι μόνο με τις προτάσεις, σύμφωνα με το άρθρο 223 του εν λόγω Κώδικα, αλλά, κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 297 ΚΠολΔ, και με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά, ιδίως όταν πρόκειται για υπόθεση που δικάζεται κατά την ειδική διαδικασία, όπως είναι και εκείνη των εργατικών διαφορών, όπου δεν είναι υποχρεωτική η υποβολή προτάσεων.
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα προσκομιζόμενα διαδικαστικά έγγραφα, το περιεχόμενο των οποίων εκτιμά ο ’ρειος Πάγος (αρθρ. 561 παρ. 2 KΠολΔ), ο ενάγων Π. Σ. εκθέτει στην αγωγή του, ότι προσλήφθηκε από την κοινοπραξία με την επωνυμία "J & Ρ ΑΒΑΞ ΑΕ - ΕΜΠΕΔΟΣ - ΕΤΕΘ ΑΕ - ΑLSΤΟΜ", της οποίας μέλος ήταν η εναγομένη, την 1/11/2003, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του, ως χειριστής τσάπας. Ότι η ως άνω Κοινοπραξία στις 30/4/2004 τον απέλυσε, καταβάλλοντάς του τη νόμιμη αποζημίωση και την 1/5/2004 τον προσέλαβε η εναγομένη, υπό τους ίδιους όρους, προκειμένου να προσφέρει την ίδια εργασία. Ότι ο μισθός του συμφωνήθηκε στο ποσό των 1726,45 ευρώ, για σαραντάωρη εβδομαδιαία απασχόληση, επί πενθήμερο/εβδομαδιαίως από Δευτέρα έως Παρασκευή, ο οποίος διαμορφώθηκε από 1/1/2005 στο ποσό των 1951 ευρώ μηνιαίως. Ότι προσέφερε τις υπηρεσίες του μέχρι τις 2/6/2006, οπότε η εναγομένη τον απέλυσε, κατόπιν δικής του επιθυμίας. Ότι εργάστηκε καθ' υπέρβαση του νομίμου ωραρίου ημερήσιας απασχόλησης ήτοι από 07.00 έως 16.00 ή 17.00 ή 18.00 και ορισμένες ημέρες της εβδομάδας και πλέον των ανωτέρω 9, 10 και 11 ωρών ημερησίως και καθ' υπέρβαση του εβδομαδιαίου σαρανταώρου, πραγματοποιώντας ιδιόρρυθμη υπερωρία τριών (3) ωρών εβδομαδιαίως και συνολικά 13 ωρών το μήνα και από 1/11/2003 έως 31/12/2004 164 ωρών και από 1/1/2005 έως 30/9/2005 101 ωρών καθώς και παράνομη υπερωρία, χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής, 969 ωρών, για το χρονικό διάστημα από 1/11/2003 έως 31/12/2004 και 269 ωρών κατά το χρονικό διάστημα από 1/1/2005 έως 31/12/2005. Ότι εργάστηκε επί 124 Σάββατα, χωρίς να του καταβληθεί αμοιβή καθώς και 2 με 3 ή και 4 Κυριακές το μήνα και συνολικά 33 Κυριακές, χωρίς να του χορηγηθεί εβδομαδιαία αναπληρωματική ανάπαυση καθώς και 15 αργίες και εξαιρετέες ημέρες. Ότι τόσο η Κοινοπραξία, όσο και η εναγομένη, δεν του κατέβαλε το επίδομα ενοικίου και το αντίτιμο μιας φιάλης γάλακτος, που προβλέπεται από την ΣΣΕ των απασχολουμένων, ως χειριστών στις Τεχνικές Εταιρίες. Ότι προσέφερε πρόσθετη εργασία βοηθού χειριστή, η οποία διαρκούσε 2 ώρες και 20 λεπτά την ημέρα, καθώς και ότι η εναγομένη δεν χορηγούσε σ' αυτόν, την ετήσια άδεια ανάπαυσης, παρότι τη ζητούσε, ούτε κατέβαλε σ' αυτόν τις δικαιούμενες αποδοχές αδείας και επιδόματος αδείας. Με το ιστορικό αυτό ζήτησε, κατόπιν μετατροπής, εν μέρει, του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό, που έγινε στο ακροατήριο, κατά τη συζήτηση στο Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και με τις προτάσεις του, που κατατέθηκαν πρωτοδίκως, να υποχρεωθεί η εναγομένη να του καταβάλει, το συνολικό ποσό των 12.000 ευρώ και ειδικότερα: 1) 1.000 ευρώ για επίδομα ενοικίου (με αρ. 1 αγωγικό κονδύλιο) χρονικού διαστήματος από 1/11/2003 έως και 31/12/2003 και από 1/1/04 ως 31/12/2005, αναλογικά επιμεριζόμενο στο αιτούμενο και οφειλόμενο για κάθε διάστημα εργασίας ποσό, 2) 300 ευρώ για αντίτιμο γάλακτος, (με αρ. 2 αγωγικό κονδύλιο) για το χρονικό διάστημα από 1/11/03 έως 31/12/2003 και από 1/1/2004 έως 2/6/2006, αναλογικά επιμεριζόμενο στο αιτούμενο για κάθε διάστημα εργασίας του ποσό, 3) 700 ευρώ για διαφορές αμοιβής και προσαύξησης για εργασία κατά τις Κυριακές (με αρ. 3 αγωγικό κονδύλιο) για το χρονικό διάστημα από 1/11/03 έως 31/12/2005, 4) 1.000 ευρώ για αμοιβή για εργασία κατά τα Σάββατα, (με αρ. 4 αγωγικό κονδύλιο), για το χρονικό διάστημα από 1/11/2003 έως 2/6/2006, αναλογικά επιμεριζόμενα στο οφειλόμενο, για κάθε διάστημα εργασίας, ποσό, 5) 1.000 ευρώ για διαφορές αμοιβής και προσαύξησης για ιδιόρρυθμη εργασία, (με αρ. 6 αγωγικό κονδύλιο) για το χρονικό διάστημα από 1/11/03 έως 30/9/2005, αναλογικά επιμεριζόμενα στο οφειλόμενο για κάθε διάστημα εργασίας ποσό, 6) 2.000 ευρώ για διαφορές αμοιβής και προσαύξησης για υπερωριακή απασχόληση, (με αρ. 7 αγωγικό κονδύλιο) για το χρονικό διάστημα από 1/11/03 έως 31/12/2005, αναλογικά επιμεριζόμενο στο οφειλόμενο για κάθε διάστημα εργασίας ποσό, 7) 5.000 ευρώ για αποδοχές και επίδομα αδείας, (με αρ. 8 αγωγικό κονδύλιο) για το χρονικό διάστημα από 1/11/03 έως και το έτος 2006, αναλογικά επιμεριζόμενο στο οφειλόμενο των ετών 2004, 2005, 2006, για κάθε έτος ποσό, 8) 500 ευρώ για εργασία αργιών και εξαιρετέων ημερών, (με αρ. 9 αγωγικό κονδύλιο) των ετών 2004, 2005, 2006, αναλογικά επιμεριζόμενο στο οφειλόμενο για κάθε διάστημα εργασίας ποσό και 9) 500 ευρώ για ενοίκιο του χρονικού διαστήματος από 1/4/2005 έως 28/2/2006 και να αναγνωριστεί, ότι η εναγομένη υποχρεούται να του καταβάλει: 1) 3.680 ευρώ για επίδομα ενοικίου, 2) 345 ευρώ για επίδομα γάλακτος, 3) 1.370 ευρώ για διαφορές αμοιβής και προσαύξησης για εργασία κατά τις Κυριακές, 4) 10.962 ευρώ για εργασία κατά τα Σάββατα, 5) 1.494 ευρώ για διαφορές αμοιβής και προσαύξησης για ιδιόρρυθμη υπερωριακή απασχόληση, 6) 19.542 ευρώ για διαφορές αμοιβής και προσαύξησης για παράνομη υπερωριακή απασχόληση, 7) 35.063 ευρώ για αποδοχές και επίδομα αδείας, 8) 1.886 ευρώ για αμοιβή και προσαύξηση αργιών και εξαιρετέων ημερών, 9) 9.344 ευρώ, για αμοιβή πρόσθετης εργασίας βοηθού χειριστή σκαπτικού μηχανήματος, νομιμοτόκως από το τέλος κάθε μήνα που έκαστο κονδύλιο κατέστη απαιτητό. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή ως απαράδεκτη, λόγω αοριστίας του αγωγικού δικογράφου. Κατά της απόφασης αυτής άσκησε έφεση ο ενάγων, στην θέση του οποίου, λόγω του επισυμβάντος μετά την άσκηση αυτής, θανάτου του, υπεισήλθαν οι νόμιμοι κληρονόμοι του. Το Εφετείο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, όπως προκύπτει από αυτήν, δέχθηκε ότι ο ενάγων, κατά τη συζήτηση στο Πρωτοβάθ΅ιο Δικαστήριο, περιόρισε το καταψηφιστικό αίτη΅α εν ΅έρει σε αναγνωριστικό. Ειδικότερα, ζήτησε να υποχρεωθεί η εναγο΅ένη να του καταβάλει το ποσό των 12.000 ευρώ, κατά τα προεκτεθέντα, επιμεριζόμενο κατά ποσό, σε κάθε επι΅έρους κονδύλιο, όπως αναλυτικά αναφέρεται ως άνω και στις προτάσεις του και αναλογικά στο αιτούμενο για κάθε διάστη΅α εργασίας ποσό, χωρίς τον προσδιορισ΅ό του ποσοστού και για το υπόλοιπο ποσό των 89.150 ευρώ, το οποίο ζήτησε να αναγνωριστεί ότι η εναγο΅ένη υποχρεούται να του καταβάλει, νο΅ι΅οτόκως κατά τις αναφερόμενες στην αγωγή ημεροχρονολογίες. Ο, ως άνω, περιορισ΅ός, όσον αφορά τα αγωγικά κονδύλια ΅ε στοιχ. 1, 2, 4, 6, 7, 8 και 9, δεν είναι παραδεκτός και νό΅ι΅ος, αφού δεν αναφέρεται, ούτε συνάγεται από τη σχετική προφορική δήλωση του πληρεξουσίου δικηγόρου του ενάγοντος, αλλά ούτε από τις πρωτόδικες έγγραφες προτάσεις, η ποσοστιαία αναλογία κατά την οποία περιορίζεται το κάθε αιτούμενο ως άνω επί μέρους κονδύλιο, για κάθε χρονικό διάστημα εργασίας του ενάγοντος, ώστε να προκύπτει με σαφήνεια το ποσό για το οποίο αιτείται τον περιορισμό, για κάθε ξεχωριστή αγωγική αξίωση και για κάθε χρονικό διάστημα εργασίας. Με τις παραδοχές αυτές απέρριψε την έφεση του εκκαλούντος, κατά το μέρος που αφορούσε τα παραπάνω κεφάλαια της αγωγής. Όμως, από την ανωτέρω διατύπωση του περιορισμού του αιτήματος της αγωγής, προκύπτει, σαφώς, ότι ο περιορισμός είναι αναλογικός και δεν επιφέρει αοριστία αυτής, αφού κάθε κονδύλιο κάθε χρονικού διαστήματος, περιορίζεται κατά το καταψηφιστικό του μέρος, κατά τον αυτό λόγο, δηλαδή κατά σύμμετρη ποσοστιαία αναλογία για κάθε ένα κονδύλιο (που προκύπτει από τη διαίρεση του καταψηφιστικά αιτούμενου ποσού με τον αριθμό των χρονικών διαστημάτων). Γι' αυτό και με τον παραπάνω καθορισμό του αιτήματος δεν καθίσταται αόριστη η αγωγή.
Συνεπώς, το Εφετείο, που με την προσβαλλόμενη απόφασή του έκρινε ότι η αγωγή δεν ήταν ορισμένη και την απέρριψε, ως απαράδεκτη, υπέπεσε στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 14 του ΚΠολΔ και είναι βάσιμος ο μοναδικός λόγος αναίρεσης της, από 21-7-2011, αίτησης. Κατ' ακολουθίαν, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση, ως προς το μέρος της που αφορά τα παραπάνω κεφάλαια και αντίστοιχα κονδύλια της αγωγής. Από τις διατάξεις των άρθρων 2 του ν. 435/1976, 1 και 10 παρ. 1 του ΒΔ 748/1966, τις διατάξεις της 8900/1956 ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και του άρθρου 904 ΑΚ, προκύπτει ότι εκείνος που εργάζεται την Κυριακή, επιτρεπτώς ή μη, δικαιούται να λάβει για κάθε Κυριακή προσαύξηση 75% στο 1/25 επί του νόμιμου μηνιαίου μισθού του, ήτοι επί των θεσπισμένων ελαχίστων ορίων των αποδοχών του, που περιλαμβάνουν το βασικό μισθό και τα κατά νόμο επιδόματα, ενώ παράλληλα, πρέπει να του χορηγηθεί και αναπληρωματική εβδομαδιαία ανάπαυση διαρκείας 24 συνεχών ωρών, σε άλλη εργάσιμη ημέρα της εβδομάδας που άρχισε την Κυριακή. Η εκούσια ή εξαναγκασμένη παροχή εργασίας κατά την ημέρα της εβδομαδιαίας αναπαύσεως, η οποία απαγορεύεται από τους ως άνω κανόνες δημόσιας τάξης, είναι άκυρη και γεννά απαίτηση απόδοσης της ωφέλειας του εργοδότη από την παροχή μιας τέτοιας εργασίας, κατά τις αρχές του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Η ωφέλεια αυτή συνίσταται στις αποδοχές τις οποίες ο εργοδότης θα κατέβαλε σε άλλο μισθωτό, που θα απασχολούνταν με έγκυρη σύμβαση εργασίας, κατά τις παραπάνω ημέρες, υπό τις ίδιες συνθήκες με τον ακύρως κατ' αυτές εργασθέντα μισθωτό, χωρίς την προσαύξηση της υπερεργασίας άλλων ημερών και της αναλογίας επιδομάτων αδείας και εορτών. Στην αξίωση αυτή, από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, περιλαμβάνονται και τα καταβαλλόμενα στο μισθωτό επιδόματα, μόνο εφόσον αυτά θα καταβάλλονταν και στο μισθωτό, τον οποίο θα προσλάμβανε άλλως ο εργοδότης, αφού διαφορετικά, ως προς αυτά, δεν υπάρχει πλουτισμός του εργοδότη.
Στην προκείμενη περίπτωση, το Εφετείο, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε, μεταξύ των άλλων και τα παρακάτω, κρίσιμα για την υπόθεση αυτή, πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων, όντας αδειούχος χειριστής μηχανημάτων εκτελέσεως τεχνικών έργων, με την από 19/11/2003 έγγραφη σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, προσλήφθηκε από την Κοινοπραξία με την επωνυμiα "J & Ρ ΑΒΑΞ ΑΕ - ΕΜΠΕΔΟΣ ΑΕ - ΕΤΕΘ ΑΕ - ALSTOM", μέλος της οποίας ήταν η εναγομένη, για να προσφέρει τις υπηρεσίες του, ως χειριστής τσάπας, στο εργοτάξιό της, στο Μενίδι, στο έργο του Προαστιακού Σιδηροδρόμου, με πενθήμερο και επί σαραντάωρο εβδομαδιαίως, αντi μηνιαίων μικτών αποδοχών 1.726,45 ευρώ. Με τον 9ο όρο της ένδικης εργασιακής σύμβασης, ορiστηκε ότι στο ως άνω ποσό, περιλαμβάνεται ο βασικός μισθός καθώς και όλα τα επιδόματα, που προβλέπονται από την αντίστοιχη ΣΣΕ, Διαιτητική Απόφαση, το νόμο κ.λπ. Στο δε όρο 12 ότι κάθε μορφής παροχή σε είδος, υφισταμένη η μελλοντική, ακόμη και αν προβλέπεται από το νόμο συμφωνείται ότι δεν δiδεται ως αντάλλαγμα της εργασίας αυτής, αλλά για την κάλυψη λειτουργικών αναγκών της Κοινοπραξίας. Τέλος, στον όρο 13 ορίζεται ότι εφόσον οι αποδοχές (είτε οι παρούσες εiτε στο μέλλον), που πράγματι καταβάλλονται από την Κοινοπραξία, είναι ανώτερες από τις νόμιμες αποδοχές του, στη διαφορά μεταξύ των νομiμων και των πράγματι καταβαλλομένων αποδοχών θα συμψηφίζονται (εν όλω ή εν μέρει ανάλογα), κάθε υφιστάμενο ή μελλοντικό επίδομα, πρόσθετη αμοιβή. Στην ως άνω εργοδότρια Κοινοπραξία, ο ενάγων, κατά την κατάρτιση της εργασιακής του σύμβασης, ανέφερε ότι είναι έγγαμος και ότι έχει προϋπηρεσία με την ίδια ειδικότητα, τριάντα (30) ετών. Περαιτέρω, επειδή ήταν μόνιμος κάτοικος ..., αναγκάστηκε, για τις ανάγκες της εργασίας του, να μισθώσει κατοικία στους ..., αντί μηνιαίου μισθώματος 380 ευρώ. Ο ενάγων απασχολήθηκε στο ως άνω εργοτάξιο της άνω Κοινοπραξίας μέχρι 20/5/2004, οπότε απολύθηκε από την τελευταία. Κατά τη διάρκεια της ως άνω εργασιακής του σύμβασης εργάστηκε ως οδηγός μηχανήματος (τσάπας) ιπποδύναμης 130 ίππων, στο εργοτάξιό της στο έργο του Προαστιακού Σιδηροδρόμου στο εργοτάξιο Μενιδίου. Αμέσως, μετά την καταγγελία της άνω σύμβασης εργασίας, ο ενάγων προσλήφθηκε από την εναγομένη, δυνάμει της από 20/5/2004 έγγραφης σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, υπό τους αυτούς όρους όπως και η πρώτη σύμβαση. Απασχολήθηκε κατά τη διάρκεια της δεύτερης ως άνω εργασιακής σύμβασης, ως οδηγός μηχανήματος (τσάπας) ιπποδύναμης 130 ίππων, αρχικά στο εργοτάξιο της εναγομένης στην Μαραθώνια Διαδρομή και από τον μήνα Μάιο 2005 στο εργοτάξιό της στο Ανθοχώρι Ιωαννίνων, στο έργο της Εγνατίας Οδού, οδηγώντας μηχάνημα (φορτωτή) ιπποδύναμης 220 ίππων πετρελαιοκίνητο παλαιού τύπου, εκτελώντας φορτώσεις ΅πάζων, χαλικιών στα φορτηγά αυτοκίνητα, εντός σήραγγας. Συνεχίζοντας το Εφετείο, δέχεται ότι, οι συμφωνημένες ΅ηνιαίες ΅ικτές αποδοχές του δια΅ορφώθηκαν, συμβατικά, από 1/1/2005, στο ποσό των 1.951 ευρώ και ότι, σύ΅φωνα ΅ε την από 31/3/2003 ΣΣΕ "Για τους όρους αμοιβής και εργασίας των Χειριστών και Βοηθών Χειριστών Εκσκαπτικών, Ανυψωτικών κ.λπ. Μηχανημάτων Εκτελέσεως τεχνικών έργων", ο κατώτατος ΅ισθός των Χειριστών εκσκαπτικών κ.λπ. μηχανημάτων ορίστηκε από 1/1/2003 στο ποσό των 797 ευρώ. Ορίστηκε, επίσης, ότι στους ως άνω χειριστές χορηγείται, ΅εταξύ των άλλων, επίδομα πολυετίας σε ποσοστό 10% για κάθε ΅ία τριετία απασχόλησης και μέχρι πέντε (5) τριετίες, που υπολογίζεται στο βασικό ΅ισθό, επίδομα γά΅ου 10%, επίδομα ειδικών συνθηκών σε ποσοστό 15%, επίδομα γαλαρίας σε ποσοστό 10%, εφόσον εργάζονται εντός στοών (γαλαριών), επίδομα υπευθυνότητας σε ποσοστό 5%, το οποίο καταβάλλεται στους χειριστές, που χειρίζονται μηχανήματα ΅ε ιπποδύναμη μέχρι 100 ίππους, στους χειριστές που χειρίζονται μηχανήματα από 101 έως 200 ίππους επίδομα εκ ποσοστού 7% και στους χειριστές, που χειρίζονται μηχανήματα από 201 και άνω ίππους 10% και αποζημίωση για εκτός έδρας εργασία υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει η με αρ. 21091/1946 κοινή υπουργική απόφαση. Ορίστηκε, επίσης, ότι στους χειριστές των εν λόγω μηχανημάτων, χορηγείται, εφόσον η εργασία τους παρέχεται μακριά από τον τόπο της ΅όνι΅ης κατοικίας τους, κατάλληλο κατάλυ΅α δια΅ονής στον τόπο εργασίας τους. Αν για οποιοδήποτε λόγο δεν παρέχεται το παραπάνω κατάλυ΅α, χορηγείται επίδομα ενοικίου 232 ευρώ ΅ηνιαίως, ανεξαρτήτως του ποσού, που ο ΅ισθωτός καταβάλλει ως ενοίκιο. Για την καταβολή του επιδόματος αυτού, ο ΅ισθωτός υποχρεούται να επιδεικνύει στον εργοδότη του το σχετικό μισθωτήριο συμβόλαιο ή ελλείψει αυτού σχετικές αποδείξεις του ιδιοκτήτη περί καταβολής ενοικίου. Επίσης, ΅ε το Κεφ. Δ παρ. Ι εδ. δ' της ίδιας ΣΣΕ, ορίζεται ότι η εργασία των ΅ισθωτών, που υπάγονται σ' αυτήν, καθορίζεται σε σαράντα (40) ώρες την εβδομάδα και σε πενθήμερη απασχόληση από Δευτέρα έως και Παρασκευή, και ΅ε την παράγραφο 2 ότι για τις Κυριακές και τις υπό του Νό΅ου καθοριζόμενες εξαιρετέες η΅έρες αργίας, εφόσον εργαστούν οι ΅ισθωτοί, που υπάγονται στην εν λόγω ΣΣΕ, δικαιούνται να λάβουν πέραν από τις βασικές ΅ηνιαίες αποδοχές, που καθορίζονται ΅ε αυτήν και το 1/22 αυτών προσαυξημένο κατά 75%, ΅ε την δε παράγραφο 5 ότι οι εργοδότες υποχρεούνται στην χορήγηση σε όλους τους μισθωτούς δωρεάν, κάθε εργάσιμη η΅έρα, ΅ιας φιάλης γάλακτος 640 γραμμαρίων ή του αντιτί΅ου αυτής σε δραχ΅ές, ανεξάρτητα από τον αριθ΅ό των απασχολουμένων στο εργοτάξιο χειριστών και βοηθών. Με την ΅εταγενέστερη από 16/6/2004 ΣΣΕ, ο βασικός ΅ισθός των χειριστών αυξήθηκε από 1/1/2004 κατά ποσοστό 4,5% και διαμορφώθηκε στο ποσό των 832,87 ευρώ, από 1/7/2004 κατά ποσοστό 2,5% και διαμορφώθηκε στα 853,69 ευρώ και από 1/1/2005 έως 31/12/2005 κατά ποσοστό 6,5% και διαμορφώθηκε στα 909,18 ευρώ το ΅ήνα, διατηρήθηκαν δε οι πιο πάνω υποχρεώσεις του εργοδότη και αυξήθηκε το καταβλητέο στους χειριστές ποσό ενοικίου, σε περίπτωση ΅η παροχής καταλύ΅ατος προς δια΅ονή, στα 250 ευρώ, ΅ηνιαίως. Τέλος, ΅ε την από 12/4/2006 ΣΣΕ, ο βασικός ΅ισθός αυξήθηκε από 1/1/2006 κατά ποσοστό 4% και διαμορφώθηκε στο ποσό των 945,54 ευρώ, διατηρήθηκαν οι πιο πάνω υποχρεώσεις του εργοδότη και αναπροσαρμόστηκε το καταβλητέο στους χειριστές επίδομα ενοικίου σε 260 ευρώ, ΅ηνιαίως. Τα ως άνω επιδόματα και η αξία των παροχών καταλύματος και γάλακτος ή του αντιτίμου αυτών (επιδόματος ενοικίου και αξία φιάλης γάλακτος), προβλεπομένων από τις προδιαληφθείσες ΣΣΕ και παρεχομένων τακτικώς αποτελούν επαύξηση του βασικού ΅ισθού των χειριστών και υπολογίζονται στις τακτικές αποδοχές του εργαζομένου, ΅ε βάση τις οποίες προσδιορίζεται το ωρομίσθιο επί υπερεργασίας, ιδιόρρυθμης υπερωρίας, παράνομης υπερωρίας, καθώς και για τον καθορισ΅ό της αμοιβής για την εργασία κατά τις Κυριακές και εξαιρετέες η΅έρες, τις αποδοχές και το επίδομα αδείας.
Συνεπώς, ο νό΅ι΅ος ΅ισθός του ενάγοντος ήτοι ο οριζόμενος από τις ανωτέρω ΣΣΕ και τα απ' αυτές προβλεπόμενα επιδό΅ατα, ανέρχεται στα εξής ποσά: α) από 19/1/2003 σε 1.702,54 (797 βασικός ΅ισθός + 10% επίδομα γά΅ου + 50% επίδομα πολυετίας (5 τριετίες) + 15% επίδομα ειδικών συνθηκών + 7% επίδομα υπευθυνότητας υπερβαρέος ΅ηχανή΅ατος άνω των 100 ίππων + 232 επίδομα ενοικίου + 20 ευρώ αντίτι΅ο ΅ιας φιάλης γάλακτος 640 γραμμαρίων το ΅ήνα), β) από 1/1/2004 έως 30/6/2004 σε 1.785,82 (832,87 ευρώ βασικός ΅ισθός + 10% επίδομα γά΅ου + 50% επίδομα πολυετίας (5 τριετίες) + 15% επίδομα ειδικών συνθηκών + 7% επίδομα υπευθυνότητας υπερβαρέος ΅ηχανή΅ατος άνω των 100 ίππων + 250 ευρώ επίδομα ενοικίου + 20 ευρώ αντίτι΅ο ΅ιας φιάλης γάλακτος 640 γραμμαρίων το ΅ήνα), γ) από 1/7/2004 έως 31/12/2004 σε 1.823,71 (853,69 ευρώ βασικός ΅ισθός + 10% επίδομα γά΅ου + 50% επίδομα πολυετίας (5 τριετίες) + 15% επίδομα ειδικών συνθηκών + 7% επίδομα υπευθυνότητας υπερβαρέος ΅ηχανή΅ατος άνω των 100 ίππων + 250 επίδομα ενοικίου + 20 ευρώ αντίτι΅ο ΅ιας φιάλης γάλακτος 640 γραμμαρίων το ΅ήνα), δ) από 1/1/2005 έως 30/4/2005 σε 1.924,69 (909,18 ευρώ βασικός ΅ισθός + 10% επίδομα γά΅ου + 50% επίδομα πολυετίας (5 τριετίες) + 15% επίδομα ειδικών συνθηκών + 7% επίδομα υπευθυνότητας υπερβαρέος ΅ηχανή΅ατος άνω των 100 ίππων + 250 επίδομα ενοικίου + 20 ευρώ αντίτιμο ΅ιας φιάλης γάλακτος 640 γραμμαρίων το ΅ήνα), ε) από 1/5/2005 έως 31/12/2005 σε 2.392,90 (909,18 ευρώ βασικός ΅ισθός + 10% επίδομα γά΅ου + 50% επίδομα πολυετίας (5 τριετίες) + 15% επίδομα ειδικών συνθηκών + 10% επίδομα υπευθυνότητας υπερβαρέος ΅ηχανή΅ατος άνω των 200 ίππων + 250 επίδομα ενοικίου + 20 ευρώ αντίτι΅ο ΅ιας φιάλης γάλακτος 640 γραμμαρίων το ΅ήνα + 350 ευρώ αποζη΅ίωση εκτός έδρας) και στ) από1/1/2006 σε 2.474,82 ευρώ (945,55 ευρώ βασικός ΅ισθός + 10% επίδομα γά΅ου + 50% επίδομα πολυετίας (5 τριετίες) + 15% επίδομα ειδικών συνθηκών + 10% επίδομα υπευθυνότητας υπερβαρέος ΅ηχανή΅ατος άνω των 200 ίππων + 10% επίδομα γαλαρίας + 260 επίδομα ενοικίου + 20 ευρώ αντίτι΅ο ΅ιας φιάλης γάλακτος 640 γραμμαρίων το ΅ήνα + 350 ευρώ αποζη΅ίωση για εκτός έδρας εργασία). Περαιτέρω, δέχεται το Εφετείο, ότι ο ενάγων, κατά το χρονικό διάστη΅α από 1/1/2004 έως 31/12/2004, εκτός από την πενθήμερη εργασία του από Δευτέρα έως και Παρασκευή και ορισμένα Σάββατα, απασχολήθηκε παράνο΅α και επί είκοσι δύο (22) Κυριακές, επί οκτώ (8) ώρες ημερησίως ήτοι από 07.30 έως 15.30, χωρίς να του χορηγηθεί αναπληρωματική η΅έρα εβδομαδιαίας ανάπαυσης, δικαιούμενος το 1/22 των νο΅ί΅ων ΅ηνιαίων αποδοχών του, βάσει των διατάξεων περί αδικαιολογήτου πλουτισ΅ού, καθώς και προσαύξηση 75% επί των αποδοχών αυτών.
Συνεπώς, δικαιούται τα εξής ποσά: α) για το χρονικό διάστη΅α από 1/1/2004 έως 30/6/2004 για εργασία 12 Κυριακών 1.708,20 ευρώ (1785,82 ευρώ ΅ηνιαίες νό΅ι΅ες αποδοχές : 22 = 81,47 + προσαύξηση 75% (81,47 Χ 75%) 60,88 = 142,35 Χ 12 Κυριακές), β) για το χρονικό διάστη΅α από 1/7/2004 έως 31/12/2004 για 4 Κυριακές τον ΅ήνα Ιούλιο 580,25 (1.823,71 ευρώ νό΅ι΅ες ΅ηνιαίες αποδοχές : 22 = 82,89 + προσαύξηση 75% (82,89 Χ 75%) 62,17 = 145,06 Χ 4 Κυριακές), γ) για το χρονικό διάστη΅α από 1/1/2005 έως 31/12/2005 για έξι (6) Κυριακές, 1.141,00 ευρώ (2.392,90 οι νό΅ι΅ες ΅ηνιαίες αποδοχές : 22 = 108,76 + προσαύξηση 75% (108,76 Χ 75%) 81,57 = 190,33 Χ 6 Κυριακές) ευρώ και συνολικά το ποσό των 3.430,43 (1708,20 + 580,25 + 1141,98) ευρώ, έναντι του οποίου η Κοινοπραξία και η εναγο΅ένη κατέβαλαν στον ενάγοντα, για την αιτία αυτή, το συνολικό ποσό των 2.747,47 ευρώ και απο΅ένει υπόλοιπο προς καταβολή το ποσό των 682,96 ευρώ, το οποίο και επιδίκασε. Κρίνοντας έτσι το Εφετείο, παραβίασε τις προαναφερόμενες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις και στέρησε την απόφασή του από νόμιμη βάση, διότι: α. Για τον υπολογισμό της προσαύξησης εξ 75% για εργασία του ενάγοντος κατά τις Κυριακές, έλαβε υπόψιν όχι τις νόμιμες μηνιαίες αποδοχές, αλλά τις καταβαλλόμενες, καθόσον όπως προκύπτει από την παραπάνω ανάλυση των αποδοχών στην απόφασή του έχει συμπεριλάβει, κατά τα έτη 2005 και 2006, και το ποσό των 350,00 ευρώ, μηνιαίως, για αποζημίωση για εκτός έδρας εργασία, το οποίο σε κάθε περίπτωση δεν μπορούσε να συνυπολογίσει, χωρίς παράλληλα να δέχεται ότι συμφωνήθηκε και οφείλεται, ως τακτική παροχή, ανεξάρτητα από την πραγματοποίηση εκτός έδρας διανυκτερεύσεων του ενάγοντος. β. Ενώ δέχθηκε ότι για τις Κυριακές που εργάσθηκε ο ενάγων του οφείλεται αποζημίωση κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, λόγω μη χορήγησης σε αυτόν αναπληρωματικής ημέρας ανάπαυσης σε άλλη εργάσιμη ημέρα της εβδομάδας, υπολόγισε την αποζημίωση αυτή επί των καταβαλλόμενων και όχι των νόμιμων αποδοχών και κατά τον υπολογισμό της, προκειμένου να προσδιορίσει το ύψος της, συνυπολόγισε τα επιδόματα γάμου, πολυετίας καθώς και ενοικίου 250,00 ή 260,00 ευρώ, τα οποία δεν έπρεπε να συνυπολογιστούν. Επομένως, ο μοναδικός, από τους αρ. 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, λόγος αναίρεσης και της, από 4-1-2012, αντίθετης αίτησης, είναι βάσιμος και πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και κατά το παραπάνω μέρος της, με το οποίο έγινε δεκτή η αγωγή και επιδικάστηκε στον ενάγοντα αμοιβή για εργασία που παρασχέθηκε κατά τις Κυριακές.
Μετά από αυτά, πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση (κατά την αληθή έννοια του άρθρου 580 παρ. 3 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 12 παρ. 4 Ν. 4055/2012) προς περαιτέρω εκδίκαση, κατά τα παραπάνω αναιρούμενα μέρη της, στο ίδιο δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από δικαστές άλλους από εκείνους που εξέδωσαν την ως άνω απόφαση, να καταδικαστούν δε οι αναιρεσίβλητοι σε κάθε αίτηση αναίρεσης, ως ηττώμενοι, στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, σύμφωνα με τα άρθρα 176, 183 ΚΠολΔ, όπως ειδικότερα ορίζονται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Διατάσσει την ένωση και συνεκδίκαση των, από: 1) 21-7-2011 και 2) 4-1-2012, αιτήσεων, για την αναίρεση της 3005/2010 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.
Αναιρεί, την παραπάνω απόφαση, κατά τα μέρη της, που αναφέρονται στο σκεπτικό.
Παραπέμπει την υπόθεση, κατά τα αναιρούμενα μέρη της, προς περαιτέρω εκδίκαση, στο ίδιο δικαστήριο, συγκροτούμενο από άλλους δικαστές. Και
Καταδικάζει, Α) την αναιρεσίβλητη εταιρεία με την επωνυμία "J & P - ΑΒΑΞ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΡΓΟΛΗΠΤΙΚΗ - ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ - ΕΜΠΟΡΙΚΗ - ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ - ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΩΝ ΥΛΙΚΩΝ & ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΩΝ" στα δικαστικά έξοδα των αναιρεσειόντων, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων τριακοσίων (2.300) ευρώ και Β) τους αναιρεσίβλητους, 1) Χ. χήρα Π. Σ., 2) Β. Π. Σ., 3) Σ. Π. Σ., 4) Κ. Π. Σ. και 5) Β. Γ. του Κ., ως νόμιμο εκπρόσωπο της ανήλικης Κ. Γ., στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσείουσας, παραπάνω εταιρείας, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων τριακοσίων (2.300) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 4 Δεκεμβρίου 2012. Και
Δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 8 Ιανουαρίου 2013.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ O ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ